Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2010

῾Η πλημμύρα εὐωδίας τοῦ Γέροντος ᾿Ιακώβου Τσαλίκη- Στυλιανοῦ Παπαδόπουλου, ὁμοτίμου καθηγητῆ Παν/μίου ᾿Αθηνῶν


Ο Μακαριστός Ιάκωβος Τσαλίκης

Από το ομώνυμο βιβλίο, εκδόσεις «Τροχαλία»

Τριήμερη πλημμύρα ευωδίας.

Νέος μοναχός ο Ν. και ζούσε κάτω από τις φτερούγες του γέροντα. Οι μοναχοί όλοι πρέπει να έχουνε απόλυτη εμπιστοσύνη στο γέροντά τους και αφοσίωση. Και του είχανε πράγματι. Μα λίγη παρηγορία πάντα ενισχύει και τον πιο τέλειο. Ο Ν. ευτύχησε να την έχει σχεδόν καταιγιστικά για τρεις συνεχείς ημέρες.

Ήτανε Κυριακή απόγευμα, 17 Ιουνίου του 1990, κι έπρεπε να τακτοποιήσει την αποθήκη τροφίμων. Αυτό έκανε όταν άνοιξε η πόρτα και απρόσμενα μπήκε ο γέροντας. Ο Ν. έβαλε μετάνοια και πήρε την ευχή του γέροντα. Μα την ίδια στιγμή σ’ όλη την αποθήκη απλώθηκε άρρητη ευωδία. Έκπληκτος ο μοναχός, στρέφει ερευνητικά να εξηγήσει… μα είχε ήδη χαθεί και ο γέροντας. Ήτανε η πρώτη φορά που έζησε κάτι τέτοιο ο μοναχός και γέμισε ο νους του ερωτηματικά.

Το βράδυ της ίδιας ημέρας, στην τράπεζα, παρόντες μόνο οι πατέρες, πήγε και ο γέροντας. Σε κάποια στιγμή ο Ν. πλημμύρισε από ευωδία, που είχε διάρκεια κι ένταση. Αυθόρμητα ρώτησε: «πατέρες, νιώθετε μήπως όμορφη ευωδία»; Όλοι τον κοίταξαν παράξενα και του είπαν «όχι». Ασυναίσθητα τότε, έριξε κλεφτή ματιά στο γέροντα και τον είδε να κατεβάζει τα μάτια χαμηλά, Σα να είχε κάνει ζημιά.

Την επομένη, τη Δευτέρα δηλαδή, διαβάσανε –όπως κάνανε συνήθως– το Απόδειπνο στο κελί του γέροντα. Στο τέλος, έσκυψε με τη σειρά του και ο Ν. να πάρει την ευχή του γέροντα. Βγήκε όμως από το χέρι του γέροντα έντονη ευωδία. Ρώτησε τους άλλους αν ένιωσαν κάτι τέτοιο και του είπαν «όχι».

Με την τρίτη αυτή φορά ο Ν. φοβήθηκε μήπως πρόκειται για ενέργεια του Σατανά. Σκεφτότανε να ρωτήσει το γέροντα, μα δεν ήξερε πώς να ρωτήσει. Την άλλη μέρα, Τρίτη, ζήτησε από το γέροντα να του πλύνει ένα μικρό μουσαμαδάκι, στο οποίο έβαζε τα μελανιασμένα πόδια του για κάποια εντριβή ή για να τα εξετάσει ο γιατρός. Ήτανε όμως καθαρό, κι ο γέροντας δεν ήθελε. Ο Ν. επέμενε, ο γέροντας υποχώρησε, το πήρε και πήγαινε στην κεντρική βρύση να το πλύνει. Προχωρώντας, σκέφτηκε με συγκίνηση ότι στο μουσαμά εκείνο ακουμπάνε «τα πονεμένα και ταλαιπωρημένα πόδια του άγιου γέροντά μου». Δεν πρόλαβε να τελειώσει τη σκέψη του και να φτάσει στη βρύση και γέμισε δυνατή ευωδία. Του ερχότανε στο πρόσωπο σαν δυνατός χειμωνιάτικος άνεμος, που όμως δεν ήτανε κρύος. Τώρα συγκινήθηκε πολύ, αναστατώθηκε, σχεδόν έκλαιγε. Γύρισε στο κελί του γέροντα και του εξήγησε τι αισθάνθηκε τρεις ημέρες τώρα: «Είναι από το Θεό, γέροντα; … Είσαι άγιος, γέροντα…!». Δεν τελείωσε, γιατί τον σταμάτησε ο γέροντας και με πολλή σοβαρότητα, χαμηλώνοντας και το βλέμα:

–Παιδί μου, εμείς θα κάνουμε το Σταυρό μας… ό,τι πει ο Θεός, παιδί μου.

Πηγή: http://www.myriobiblos.gr

Διάλεκτοι-Ντοπολαλιές τῆς ἑλληνικῆς: «τό ἁλάτι τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας»




Η ελληνική «Βαβυλωνία» ζει και βασιλεύει Διάλεκτοι και γλωσσικά ιδιώματα που ταξίδεψαν στους αιώνες από στόμα σε στόμα μιλιούνται σε αρκετές περιοχές ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Μαρία Λίλα mlila@dolnet.gr

«Μένε σπαλτς απόθεν εξέβες και στα ελληνικά, για να καταλάβεις, σημαίνει να μην ξεχάσεις από πού είσαι», λέει στα «ΝΕΑ» μία από τις παλιές δόξες του ποδοσφαίρου, ο Αχιλλέας Ασλανίδης, που γεννήθηκε στην Καλαμαριά, ζει στην Αθήνα και κατάγεται από τον Πόντο.

▅ «Το ξέρετε πως δεν υπάρχει η λέξη ευχαριστώ στα αρβανίτικα αν και υπάρχει και στα αλβανικά και στα ελληνικά;», επισημαίνει η κ. Ζωή Γκιόκα
Την ποντιακή τη μιλούσε η καλομάνα του, η γιαγιά του από τη μάνα του, όπως εξηγεί, και «ντεμετέτς ακαλάτζεβεν» όλα τα παιδιά στη γειτονιά του την ήξεραν και την κράτησαν ζωντανή στη μνήμη του. «Αν και κάθε χωριό του Πόντου τα μιλούσε διαφορετικά, μπορούσαμε να καταλάβουμε τι έλεγε ο καθένας και οι παλιότεροι ανάλογα με τα λόγια καταλάβαιναν την καταγωγή των ανθρώπων», τονίζει ο ίδιος, ενώ η σύζυγός του, «η γαρή μ΄» όπως την αποκαλεί, κ. Μαρία Κυβρακίδου συμπληρώνει ότι οι νέοι πια δεν τα μιλούν και λίγο τα καταλαβαίνουν. «Γεννήθηκα στη Σαμψούντα και δεν κρύβω το γεγονός πως ακόμη συγκινούμαι όταν ακούω κάποιον να μιλά τούρκικα. Ήταν η γλώσσα των παιδικών μου χρόνων μαζί με τα ποντιακά και όχι μόνο την καταλαβαίνω, αλλά την έχω συνδέσει με εικόνες, γεύσεις και μυρωδιές», λέει.
Τα ποντιακά, μαζί με τα τσακώνικα, τα καππαδοκικά και τα ελληνικά της Κάτω Ιταλίας ανήκουν στις τέσσερις διαλέκτους της ελληνικής γλώσσας, ενώ τα κυπριακά και τα κρητικά βρίσκονται ανάμεσα στις διαλέκτους και τα γλωσσικά ιδιώματα, τα οποία είναι δεκάδες ακόμη στη χώρα μας. Όπως αρκετές είναι και οι μειονοτικές γλώσσες: τα τούρκικα, τα αρβανίτικα, τα σλαβομακεδονικά, τα βλάχικα και τα πομάκικα.
«Η γλώσσα κρύβει κι ανάβει πάθη. Η δική μας, η νεοελληνική, πέρασε πολλά κι ακόμα και τώρα οι ειδικοί δεν συμφωνούν για τα κριτήρια που θα μπορούσαν να την... τακτοποιήσουν σε διαλέκτους, γι΄ αυτό και ο όρος ντοπιολαλιά υιοθετήθηκε κι αφήνει ευχαριστημένους τους περισσότερους με την ασάφεια που τον χαρακτηρίζει», λέει στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Κοινωνιογλωσ- σολογίας του Πανεπι- στημίου

▅ «Αν και κάθε χωριό του Πόντου τα μιλούσε διαφορετικά, μπορούσαμε να καταλάβουμε τι έλεγε ο καθένας», λέει ο Αχιλλέας Ασλανίδης
Αιγαίου κ. Κώστας Κανάκης.
«Ονομάζουμε συνήθως γλώσσα μια ποικιλία, η οποία περιγράφεται ως πρότυπη σε γραμματικές και λεξικά, επιτελεί δημόσιες λειτουργίες και διδάσκεται στην Εκπαίδευση, ενώ ο όρος διάλεκτος (γεωγραφική ή κοινωνική) χρησιμοποιείται για ποικιλίες που δεν έχουν παγιωμένη γραπτή μορφή ή παράδοση, δεν επιτελούν δημόσιες και επίσημες λειτουργίες και δεν διδάσκονται στην Εκπαίδευση. Πρόκειται για λειτουργική διαφοροποίηση», αποσαφηνίζει η καθηγήτρια Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μάρω Κακριδή- Φερράρι.
Τσάκωνες και Αρβανίτες
«Α σάτι εμπάιτ σε το φτερενίσι» είναι μία έκφραση στα τσακώνικα που υποδηλώνει την κόρη για παντρειά και σημαίνει ότι η κόρη ανέβηκε στην αγριοφιστικιά. Τη χρησιμοποιούν ακόμη στα χωριά της Κυνουρίας όπου μιλούν τσακώνικα, ενώ στα αρβανιτοχώρια της Αττικής και της Βοιωτίας συνήθιζαν να σηκώνουν όρθιο ένα κεραμίδι από την άκρη της στέγης του σπιτιού για να δηλώσει η οικογένεια πως υπάρχει κόρη της παντρειάς.
Με «Μιρ έρδε» μάς είπαν στο Κριεκούκι το «καλώς ορίσατε, γυναίκες και άνδρες» που μιλούν καλά ακόμη τα αρβανίτικα. «Κριεκούκι είναι δύο λέξεις. Κρίε σημαίνει κεφάλι και κούκι το κόκκινο, δηλαδή ερυθρές κεφαλές, όπως ήταν και η παλαιότερη ονομασία του χωριού μας, που τώρα λέγεται Ερυθρές», εξηγεί ο κ. Χρήστος Οικονόμου. «Το ξέρετε πως δεν υπάρχει η λέξη ευχαριστώ στα αρβανίτικα αν και υπάρχει και στα αλβανικά και τα ελληνικά;», ρωτάει η κ. Ζωή Γκιόκα που έχει αρτοποιείο στο Κριεκούκι. «Συνήθως λέμε ευχαριστώ τσουμ, δηλαδή πολύ, ενώ δεν είναι λίγοι που ρωτούν "κε μπουκ;", δηλαδή έχεις ψωμί, "καμ" απαντώ, δηλαδή ότι έχω και "σκαμ" ότι δεν έχω».
«"Σκα τσάι σκα σκολιό"» λέγαμε παιδιά και το λένε ακόμα», συμπληρώνει ο κ. Κωνσταντίνος Γεωργίου, φράση που σημαίνει πως αν δεν έχει τσάι δεν πάω σχολείο.
Τα μεσολογγίτικα
Για τη βραβευμένη από την Ακαδημία Αθηνών συγγραφέα κ. Ακακία Κορδόση, οι διάλεκτοι και τα γλωσσικά ιδιώματα αποτελούν «το αλάτι της γλώσσας» που από τον καθωσπρεπισμό, την ξενομανία και την τηλοψία κινδυνεύει να εξαφανιστεί καθιστώντας... άνοστη την τρέχουσα νεοελληνική. Για να μη χαθεί άλλωστε η νοστιμιά της, η ίδια έχει γράψει μεταξύ άλλων το βιβλίο «Μιλήστε μεσολογγίτικα» με 1.800 ιδιωματικές λέξεις και εκφράσεις. «Με κολπάρ΄σες κιο μούχες πει πως δεν θάβγαινες. (Με τρόμαξες αν και μου ΄χες πει πως δεν θα ΄βγαινες). Πώς βγήκες τώρα με κιάσο;

(θόρυβο)», λένε στα μεσολογγίτικα, δανειζόμενοι πολλές λέξεις από τα ιταλικά και τα τούρκικα.
Η διάλεκτος δεν έχει συνήθως γραπτή μορφή, δεν είναι κωδικοποιημένη και το πεδίο χρήσης της είναι αυτό της καθημερινής ζωής μιας σχετικά μικρής ομάδας ομιλητών, οι οποίοι συχνά δεν έχουν ιδιαίτερη μόρφωση και δεν παρουσιάζουν γεωγραφική ή κοινωνική κινητικότητα. Επίσης, συμβαίνει συνήθως η καθιερωμένη γλώσσα να χρησιμοποιείται από ανθρώπους που γνωρίζουν διαφορετικές διαλέκτους παράλληλα με τη διάλεκτό τους, είτε σε επίσημες μορφές επικοινωνίας είτε ως γλώσσα συνεννόησης. Έτσι, αυτή η δεύτερη πτυχή της σχέσης γλώσσαςδιαλέκτου ενέχει κάποιες φορές τον κίνδυνο να θεωρηθεί η διάλεκτος ως αποκλίνουσα από τη νόρμα γλωσσική μορφή, με αποτέλεσμα να γίνεται αντικείμενο αξιολογικών κρίσεων (όπως ότι η διάλεκτος δεν είναι γλώσσα ή ότι διαλέκτους μιλούν οι χωριάτες, οι αμόρφωτοι, οι άξεστοι).
Κρήτη και Κύπρος
Υπάρχουν όμως και υποδιαιρέσεις της γλώσσας με βάση την προφορά, δηλαδή την εκφορά του λόγου. «Κάτω από αυτόν τον διαχωρισμό θα έλεγα ότι η κρητική και η κυπριακή γλώσσα είναι οι πιο ισχυρές σήμερα στην Ελλάδα, στους ηλικιωμένους όμως περισσότερο», τονίζει ο κ. Κοντοσόπουλος. «Στη δεκαετία του 1960 η μετανάστευση εντός και εκτός ελληνικών συνόρων και κυρίως η αστυφιλία έσπασε την προφορική παράδοση που μετέφερε τα ιδιώματα και τις διαλέκτους από γενιά σε γενιά με αποτέλεσμα να χαθούν αρκετά στοιχεία τους», προσθέτει.
«Πολλές φορές, ορισμένα γεωγραφικά διαλεκτικά χαρακτηριστικά προσλαμβάνουν κοινωνικό νόημα, χαρακτηρίζοντας αρνητικά τους ομιλητές τους στα μάτια της κοινότητας. Αυτό συμβαίνει όταν π.χ. οι ομιλητές μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής διαλέκτου εντάσσονται στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα άλλης περιοχής και ο τρόπος ομιλίας τους γίνεται αντιληπτός ως σύμβολο της χαμηλής κοινωνικής τους θέσης», επισημαίνει η κ. Κακριδή.
«Μόνον η τουρκική γλώσσα έχει προνομιακή μεταχείριση σε σύγκριση με τις υπόλοιπες μειονοτικές γλώσσες που μιλιούνται στη χώρα μας», επισημαίνει ο ερευνητής του Κέντρου Ερεύνης Νεοελληνικών Διαλέκτων και Ιδιωμάτων της Ακαδημίας Αθηνών κ. Σταμάτης Μπέης. «Μόνο γι΄ αυτήν υπάρχουν σχολεία και διδάσκεται, καθώς αποτελεί τη μόνη επίσημα αναγνωρισμένη μειονοτική γλώσσα και μιλιέται από την πλειονότητα του μουσουλμανικού πληθυσμού της Δυτικής Θράκης και ορισμένους κατοίκους στη Ρόδο και την Κω».
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις, ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Θράκης αποτελείται από 60.000
τουρκόφωνους, 40.000 πομάκους και 22.000 τσιγγάνους. Τα πομακικά, αν και είναι γλώσσα που μοιάζει περισσότερο με τη βουλγαρική, συνηθίζεται να συγχέονται λανθασμένα με τα τούρκικα.
Άντρα μου πάει...

ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ περίπτωση είναι τα γκρεκάνικα, μια διάλεκτος ελληνικών και ιταλικών στοιχείων που μιλιέται από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα σε περιοχές της Κάτω Ιταλίας. «Εβώ πάντα σε σένα πενσέω/ Γιατί σένα φσυχή μου ΄γαπώ/ τσαι που πάω, που σύρνω, που στέω/ στην καρδιά μου πάντα σένα βαστώ» (ελληνικά: Εγώ πάντα εσένα σκέφτομαι/ γιατί εσένα ψυχή μου αγαπώ/ και όπου πάω, όπου σέρνομαι, όπου στέκομαι/ στην καρδιά μου πάντα εσένα βαστώ) λέει το γκρεκάνικο τραγούδι που έχει τον τίτλο «Καληνύφτα», δηλαδή: Καληνύχτα.
Γνωστότερο στην Ελλάδα είναι το πολυτραγουδισμένο «Άντρα μου πάει» με τη συγκινητική επωδό:
«Πένσεω στο σκοτεινό και στη μινιέρα που πολεμώντα ετσεί πεθαίνει ο γένο» (νεοελληνικά: Σκέφτομαι το σκοτεινό ορυχείο, όπου δουλεύοντας εκεί πεθαίνει ο κόσμος). Αυτοί είναι οι τελευταίοι στίχοι του τραγουδιού που δείχνει τον σπαραγμό των γυναικών καθώς φεύγουν οι άνδρες τους μετανάστες στη Γερμανία.
Σύμφωνα με έρευνα που διενήργησε το Ευρωπαϊκό Γραφείο για τις Λιγότερο Χρησιμοποιούμενες Γλώσσες, τα γκρεκάνικα (grico)
μιλιούνται περίπου από 10.000-
12.000 ανθρώπους στα ελληνόφωνα χωριά της Καλαβρίας και του Σαλέντο.
«Την τρομάρα τη λέγαμε σπαβέντο και το γλέντι φαρομανίδι»


▅ «Δυστυχώς, οι νέοι έπαψαν να τα μιλούν τα ιδιώματα και γρήγορα θα εκλείψουν και από τα Επτάνησα», σημειώνει ο Ηλίας Λογοθέτης
«ΜΕ ΣΠΑΒΕΝΤΑΡΙΣΕΣ, μπονόρα μπονόρα και λάμπαξα», θα πουν σε ανάλογη περίσταση οι Λευκαδίτες, σύμφωνα με τον ηθοποιό Ηλία Λογοθέτη, ο οποίος αν και κατάγεται από τη Λευκάδα ερμήνευσε μοναδικά το Ζακυνθινό αστυνόμο Νιόνιο Φάντε, στην κλασική ελληνική ταινία «Βαβυλωνία» (1970). Βασισμένη στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Δημητρίου Βυζαντίου, που γράφτηκε λίγα χρόνια μετά την Επανάσταση του 1821- το 1835- η ταινία αποτυπώνει με ακρίβεια και σκωπτική διάθεση την πολυγλωσσία και την συνακόλουθη ασυνεννοησία που επικρατούσε στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος.
«Αφήτε να περάσ΄ ένα μομέντο ακόμα», λέει ο Φάντες ενώ ο στρατιώτης του αναγγέλει ότι έρχεται ένα όρντινο τση Διοίκησης. «Πάρτε τ΄ απ΄ τα χέργια του, και φερμάρετε εδώ. Μην αλαργεύετε σ΄ αυτές τσι ώρες, μπα και μας εύρη κανένα ατσιντέντε», είναι μία από τις πολλές χαρακτηριστικές ατάκες του έργου που παίζεται μέχρι σήμερα σε θεατρικές σκηνές, με μεγάλη επιτυχία.
«Δυστυχώς, οι νέοι έπαψαν να τα μιλούν τα ιδιώματα και γρήγορα θα εκλείψουν και από τα Επτάνησα», σημειώνει ο κ. Λογοθέτης. «Στη Λευκάδα είχαμε μια δική μας γλώσσα με βενετσιάνικα δάνεια που χάνονται.
Την τρομάρα τη λέγαμε σπαβέντο και το γλέντι φαρομανίδι, όμως, τα νέα παιδιά δεν έχουν ακούσματα και μνήμες για να συνεχίσουν να φτιάχνουν δικές τους λέξεις κρατώντας την πλούσια παρακαταθήκη των παππούδων τους. Μόνον οι καντάδες κρατούν ακόμα»


᾿Εφημ. Τά Νέα, 25-1-2010

Τριώδιον τό κατανυκτικόν




Όμως το βιβλίο που προκαλεί στον πιστό την ποθητή κατάνυξη, αυτό που, μάλιστα, αποκαλείται και Κατανυκτικόν, είναι το Τριώδιο. Με τους γλυκύτατους ύμνους του παίρνει την πέτρινη, τη σκληρή καρδιά μας και, συντρίβοντάς την πάνω στο διαμάντι της ταπείνωσης, διαβρέχοντάς την με τα δάκρυα της μετάνοιας, την οδηγεί στην κατάσταση εκείνη που μας επιτρέπει ν' ανοίξουμε χωρίς επιφυλάξεις τον εαυτό μας στη φωτολουσία της θείας Χάρης. Νύξη είναι το τσίμπημα, κατάνυξη το πολλαπλό τσίμπημα που μας συντρομάσσει και μας αφυπνίζει από το λήθαργο και την αποχαύνωση της αμαρτίας, μας κεντρίζει το ενδιαφέρον, συνδαυλίζει και παροξύνει την έγνοια μας για σωτηρία. Η παρακολούθηση, στη λατρεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, των ύμνων του Τριωδίου είναι -- αποδείχτηκε στη χιλιόχρονη χρήση του -- ένα κι ένα γι' αυτή την απαραίτητη στη ζωή μας λυτρωτική κίνηση. Ιδού ένα πρώτο δείγμα:
Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας, Ζωοδότα·
ὀρθρίζει γὰρ τὸ πνεῦμα μου
πρὸς ναὸν τὸν ἅγιόν σου,
ναὸν φέρον τοῦ σώματος
ὅλον ἐσπιλωμένον.
Ἀλλ' ὡς οἰκτίρμων κάθαρον,
εὐσπλάγχνῳ σου ἐλέει.
Αλλά, θα θυμάστε, βέβαια, πως με τη λέξη Τριώδιο ονομάζουμε συνήθως μια συγκεκριμένη περίοδο του εορτολογικού έτους, και είναι μάλλον αυτή η χρήση που είναι η πιο γνωστή. Πράγματι, από το όνομα του βιβλίου που χρησιμοποιείται για δέκα εβδομάδες το χρόνο στις ασματικές Ακολουθίες της Εκκλησίας μας πήρε τ' ονομά της και η περίοδος της προετοιμασίας για το Πάσχα, και ιδίως οι τρεις πρώτες εβδομάδες αυτής της περιόδου, από την Κυριακή του Τελώνη ώς την Κυριακή της Τυρινής. Ωστόσο, και το βιβλίο τ' όνομά του δεν το πήρε αυθαίρετα. Ας εξετάσουμε την προέλευση του όρου αναλυτικά. Από τον 8ο αιώνα που εγκαταλείφθηκε η συνήθεια των υμνογράφων να συνθέτουν κοντάκια, άρχισε να ανθίζει μια νέα ποιητική μορφή που ονομάστηκε κανόνας· πρόκειται για ποιήματα ως επί το πλείστον λυρικά, δηλαδή εκφραστικά συναισθημάτων, πολύστροφα, αποτελούνται συνήθως από σαράντα περίπου στροφές χωρισμένες σε ομάδες των πέντε. Κάθε ομάδα υμνεί και μια πτυχή του θέματος του ποιήματος, αφορμώμενη από το θέμα μιας από τις εννέα βιβλικές Ωδές. (Ανάμεσα στα πεζά κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης συναντούμε οκτώ μεμονωμένα τραγούδια: το θριαμβικό του Μωυσή μετά τη διάβαση της Ερυθράς θάλασσας, το θρηνητικό του ίδιου λίγο πριν το θάνατό του, την προσευχή της μητέρας του Προφήτη Σαμουήλ, την προσευχή του Προφήτη Αββακούμ, την προσευχή του Προφήτη Ησαΐα, την προσευχή του Προφήτη Ιωνά, την προσευχή των Τριών Παίδων και το δοξολογικό ύμνο των ιδίων. Επίσης στο Κατά Λουκάν ιερό Ευαγγέλιο καταγράφεται ο ευχαριστήριος ύμνος της Θεοτόκου για το θαύμα της σύλληψης του Υιού του Θεού στη μήτρα της.) Οι βιβλικές, λοιπόν, Ωδές αποτελούν τη βάση της έμπνευσης των ποιητών των κανόνων, γιαυτό και οι ολοκληρωμένοι κανόνες περιέχουν εννιά ομάδες ύμνων, τροπαρίων (λέγονται τροπάρια επειδή τρέπονται προς, ακολουθούν τη μελωδία ενός ειρμού, πρότυπου ύμνου που προηγείται), δηλαδή εννιά Ωδές. Πολύ συχνά η δεύτερη, ως υπερβολικά θρηνητική, παραλείπεται και οι πλείστοι κανόνες αποτελούνται από οκτώ Ωδές. Στο πέρασμα του καιρού εμφανίστηκε ένας νεοτερισμός. Ο ποιητής Κοσμάς, συγκεκριμένα, επινόησε μια νέα μορφή κανόνα με τρεις μόνο Ωδές, μορφή που άρεσε ιδιαίτερα στους Στουδίτες, τους υμνογράφους μοναχούς της Μονής Στουδίου της Κωνσταντινούπολης. Ο Κοσμάς και οι Στουδίτες πλούτισαν τις Ακολουθίες της πριν το Πάσχα περιόδου με τριώδια, κι όταν οι συλλογές εκδόθηκαν, τα πρωτότυπα αυτά ποιήματα έδωσαν τ' όνομά τους στα βιβλία. Συνοψίζοντας, λοιπόν, ξεκαθαρίζουμε πως τριώδιο ονομάζουμε [α] είδος εκκλησιαστικού ποιήματος, και [β] το υμνολογικό βιβλίο που περιέχει τέτοια ποιήματα, και [γ] την εορτολογική περίοδο κατά την οποία χρησιμοποιείται αυτό το βιβλίο, ιδίως τις τρεις πρώτες εβδομάδες της.
Ας γυρίσουμε, όμως, στο λειτουργικό βιβλίο που είναι το θέμα μας. Εκτός από τους ιδιόρρυθμους κανόνες, το Τριώδιο συγκεντρώνει νεότερο, αλλά και αρχαιότατο υμνογραφικό υλικό θαυμαστής ποικιλίας και εκλεκτής θεολογικής και καλλιτεχνικής ποιότητας, κατανεμημένο δυσανάλογα στις Ακολουθίες της περιόδου που καλύπτει. Δηλαδή, ένα μικρό μέρος προσφέρεται στους πιστούς τις τρεις πρώτες, προανακρουσματικές εβδομάδες, η ποσότητα αυξάνεται στις μέρες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, κορυφούμενη στο Μεγάλο Κανόνα του Αγίου Ανδρέα Κρήτης, ένα εκτεταμένο (227 τροπάρια) μεγαλόπνοο ποίημα, καί το πλείστο και εξαιρετικότερο μέρος είναι αφιερωμένο στις Ακολουθίες, τους Όρθρους ιδίως, της Μεγάλης Εβδομάδας. Όλοι μένουμε εκστατικοί μπροστά στον υπέροχο πλούτο των ύμνων των ημερών που μας ποδηγετούν κάθε χρόνο από το Πάθος στην Ανάσταση, έργα εμπνευσμένων υμνογράφων, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζει η μοναχή Κασσιανή, που στόχο τους έχουν να υπηρετήσουν το σκοπό της ιερής περιόδου, την προπαρασκευή μας για το Πάσχα.
Κλείνοντας παραθέτουμε ένα ιδιόμελο στιχηρό των Αίνων του Όρθρου της Μεγάλης Τρίτης, που υπομνηματίζει με λυρισμό την ευαγγελική περικοπή των Δέκα Παρθένων η οποία είναι ορισμένη να αναγιγνώσκεται αυθημερόν:
Ὁ τῇ ψυχῆς ραθυμίᾳ νυστάξας
οὐ κέκτημαι, νυμφίε Χριστέ,
καιομένην λαμπάδα τὴν ἐξ ἀρετῶν·
καὶ νεάνισιν ὡμοιώθην μωραῖς
ἐν καιρῷ τῆς ἐργασίας ρεμβόμενος.
Τὰ σπλάγχνα τῶν οἰκτιρμῶν σου
μὴ κλείσῃς μοι, δέσποτα·
ἀλλ' ἐκτινάξας μου τὸν ζοφερὸν ὕπνον,
ἐξανάστησον,
καὶ ταῖς φρονίμοις συνεισάγαγε παρθένοις
εἰς νυμφῶνα τὸν σὸν,
ὅπου ἦχος καθαρὸς ἑορταζόντων
καὶ βοώντων ἀπαύστως·
Κύριε, δόξα σοι.


Πηγή:http://pkkifanto.blogspot.com/

῾Ο Γέροντας ᾿Ιάκωβος Τσαλίκης συγχωρεῖ ἀγρότη πού ἐκαψε τά λιόδεντρα τοῦ Μοναστηριοῦ- Γιά τούς μικρούς μας φίλους.




῾Ο Γέροντας συγχωρεῖ ἀγρότη πού ἐκαψε τά λιόδεντρα του Μοναστηριοῦ και τοῦ πληρώνει και τό πρόστιμο γιά νά μήν πάει φυλακή!


Κάποια μέρα λίγο μετά τη Θεία Λειτουργία αντάμωσε έξω από την εκκλησιά το Γέροντα ένας χωρικός της περιοχής φέρνοντάς του ένα άσχημο μαντάτο. – Κόψανε τις ελιές από το κτήμα της Μονής στο γιαλό και κάνανε καμίνι. Ρίξανε, Γέροντα και χώμα πάνω στους κομμένους τους κορμούς για να μη φαίνονται.
Ο Γέροντας λυπήθηκε πολύ, όταν άκουσε τα νέα. Δεν ήξερε τούτη την ώρα τι να κάνει. – Καλόγερος άνθρωπος, σκέφτηκε, δε γίνεται να τρέχω στις αστυνομίες και τα δικαστήρια.
Τούτο σαν συλλογίστηκε μια και δυο έτρεξε στην εκκλησιά και πήγε και στάθηκε μπρος στην εικόνα του Αγίου Δαυίδ.
– Άκουσε, Όσιε Δαυΐδ, του είπε. Όπως ξεύρεις, εγώ ούτε σπίτι έχω, ούτε οικογένεια, ούτε κτήματα. Άφησα τα πάντα και ήρθα εδώ για να σε υπηρετήσω. ΄Οσα είχα τά χάρισα σέ συγγενεῖς καί φίλους . ΄Αφησα τα πάντα και ήρθα εδώ για να σε υπηρετήσω. Τα ξεύρεις… Άκουσε λοιπόν. Σε παρακαλώ, αυτόν που έκοψε τις ελιές από το κτήμα σου να μου τον φέρεις εδώ. Διαφορετικά ούτε καντήλι θα Σου ανάψω, ούτε θα σε λιβανίσω. Άκουσες;
– Έκαμε το σταυρό του, έσκυψε, φίλησε τον Άγιο και ύστερα βγήκε στενοχωρημένος από την εκκλησιά.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας, λίγο πριν αρχίσει ο Εσπερινός κι ενώ βρισκόταν έξω από το Καθολικό της Μονής, βλέπει να μπαίνει στην αυλή ένας ηλικιωμένος αγρότης. Περπατούσε με το κεφάλι σκυμμένο, τα μάτια καρφωμένα στη γη και πήγαινε γραμμή προς το Γέροντα.
– Αυτός είναι που έκοψε τις ελιές, σκέφτηκε με σιγουριά ο Γέροντας. Ο Όσιος Δαυίδ μού τον έφερε όπως του το ζήτησα.
Όταν ο άντρας τον πλησίασε, ξέπνοα μουρμουρίζοντας λέει:
- Πάτερ Ιάκωβε, θέλω να σου πω πως εγώ έκοψα τις ελιές στο κτήμα της μονής στο γιαλό. Ο πατήρ Ιάκωβος με όλη του την καρδιά τον συγχώρησε. Ο αγρονόμος όμως της Λίμνης αυτεπάγγελτα έκανε μήνυση στον αγρότη. Στο δικαστήριο που έγινε μετά από 3 μήνες καταδικάστηκε για αγροτική φθορά σε χρηματικό πρόστιμο 300 δραχμών, το οποίο κρυφά πλήρωσε ο Γέροντας Ιάκωβος.
ἀπό τό βιβλίο: "῏Ηταν κάποτε παιδιά-῾Ο Γέρων ᾿Ιάκωβος Τσαλίκης, τῆς ῎Αννας ᾿Ιακώβου, σειρά ῎Αθως-παιδικά, ἐκδ. Σταμούλη

῾Η «ἐπίθεση» τῆς Τουρκίας στήν Εὐρώπη

᾿Οδυσσεύς τοῦ Klision: ῎Ας προσέξουμε μέ πολύ προσοχή τήν δημοσιογραφική ἀνάλυση πού φιλοξενοῦμε παρακάτω. ῎Αλλο ἀνοικτή εὐρωπαϊκή κοινωνία καί ἄλλο "δῶστε τα ὅλα". Νομίζω ὑπάρχει μεγάλη διαφορά. ᾿Εδῶ "ἐκλιπαροῦμε"τήν Τουρκία νά ἀνοίξει τή Σχολή τῆς Χάλκης κι ἐκείνη δεκαετίες τώρα τό ἀρνεῖται πεισματικά. Μήν τρελαθοῦμε δηλαδή. ῾Υπάρχουν καί κάποια ὅρια. ῎Ας προσέξουμε πρίν αὔριο εἶναι πολύ ἀργά.


῾Η «ἐπίθεση» τῆς Τουρκίας στήν Εὐρώπη

Tουρκικά γκέτο στην Γερμανία
Στην Γερμανία διαμένουν 7,3 εκατομμύρια μετανάστες, οι οποίοι αποτελούν το 9% του συνολικού πληθυσμού της. Οι μουσουλμάνοι στην Γερμανία είναι περίπου 3,2 εκατομμύρια, εκ των οποίων τα 2,5 εκατομμύρια είναι τουρκικής καταγωγής.
Η οικογενειακή επανένωση και η αυξημένη γεννητικότητα των μεταναστών οδήγησαν τους αριθμούς στα σημερινά τους επίπεδα. Λόγω απουσίας συγκεκριμένης στρατηγικής ενσωμάτωσης των μεταναστών έχουν δημιουργηθεί «παράλληλοι κόσμοι».
Ακόμα και ο ίδιος ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Γκέρχαντ Σρέντερ μίλησε για επερχόμενο κίνδυνο «πολιτισμικής σύγκρουσης» και κάλεσε τους μουσουλμάνους να καταβάλουν μεγαλύτερες προσπάθειες προκειμένου να ενταχθούν στην γερμανική κοινωνία. Ζήτησε από τους μουσουλμάνους να σέβονται τους δημοκρατικούς κανόνες τονίζοντας ότι δεν θα ανεχθεί την ύπαρξη «παράλληλων κοινωνιών».
Η νυν καγκελάριος της Γερμανίας Ανγκέλα Μέρκελ είχε δηλώσει τότε ότι «Βρισκόμαστε μπροστά στα συντρίμμια της πολυπολιτισμικής κοινωνίας».

Η κυβέρνηση προκειμένου να αντιμετωπίσει την κατάσταση αυτή προτίθεται να κάνει υποχρεωτική την συμμετοχή σε μαθήματα γερμανικής γλώσσας, την εκμάθηση των στοιχείων του Συντάγματος της γερμανικής Ιστορίας και των γερμανικών αξιών για όσους θα επιθυμούσαν να λάβουν την γερμανική υπηκοότητα.
Μάλιστα, ο νέος μεταναστευτικός νόμος της χώρας δίνει έμφαση στην εισροή εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού (και όχι ανειδίκευτων εργατών), προβλέπει κρατικώς χρηματοδοτούμενα μαθήματα εκμάθησης της Γερμανικής γλώσσας, του νομικού συστήματος, του πολιτισμού και της Ιστορίας της χώρας. Τέλος, προβλέπει ότι πριν εγκριθεί μία άδεια μόνιμης διαμονής οι Γερμανικές μυστικές υπηρεσίες θα κάνουν έναν έλεγχο του κάθε αιτούντος, ενώ όσοι είναι ύποπτοι για δεσμούς με Ισλαμιστικές τρομοκρατικές οργανώσεις ή διακίνηση ανθρώπων θα απελαύνονται.
Ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Χέλμουτ Σμίντ σε συνέντευξή του στην εφημερίδα “Hamburger Abendblatt” παραδέχθηκε ότι «η έννοια της πολυπολιτισμικότητας δύσκολα ταιριάζει με μία δημοκρατική κοινωνία» ενώ προσέθεσε ότι ήταν λανθασμένη απόφαση το «στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 φέραμε φιλοξενούμενους εργάτες από ξένους πολιτισμούς στην χώρα».
Ο Σμίντ ήταν ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας από το 1974 ως το 1982 και παραδέχθηκε ότι τα προβλήματα που προέρχονται από την εισροή κυρίως Τούρκων “gatsarbeiter” (“gatsarbeiter” είναι οι “προσκεκλημένοι εργάτες”, οι οποίοι εισήλθαν στην Γερμανία κατά την περίοδο 1955-1973), είχαν παραμεληθεί τόσο στην Γερμανία όσο και από την υπόλοιπη Ευρώπη. Μάλιστα πρόσθεσε ότι τα προβλήματα αυτά μπορούν να επιλυθούν μόνο από αυταρχικές κυβερνήσεις, όπως για παράδειγμα η Σιγκαπούρη!
Ίσως το πιο σημαντικό λάθος, ήταν η δυνατότητα που παρείχε η Γερμανική κυβέρνηση στα μέσα της δεκαετίας του ‘70 για οικογενειακή επανένωση. Το γεγονός ότι επετράπη σε συζύγους και οικογένειες η νόμιμη είσοδος και παραμονή στην χώρα στην ουσία ακύρωσε την όποια δυνατότητα της κυβέρνησης να μειώσει σύννομα τον αριθμό αυτών των εργατών με τον επαναπατρισμό των άνεργων. Πλέον η παρουσία τους στην χώρα έλαβε χαρακτήρα μόνιμης εγκατάστασης (και όχι απλής φιλοξενίας) λόγω ακριβώς της εισόδου και εγκατάστασης στην χώρα των οικογενειών των εργατών αυτών.
Ο υφυπουργός Παιδείας της Γερμανίας Τόμας Ράχελ παραδέχεται ότι «Το πρόβλημα είναι μία μεγάλη μερίδα των Τούρκων. Γειτονιές ολόκληρες γίνονται γκέτο, στο σπίτια οι οικογένειες μιλούν μόνο τουρκικά, πάνε μόνο σε τουρκικά μαγαζιά, διαβάζουν τουρκικές εφημερίδες και παρακολουθούν τουρκικά δορυφορικά κανάλια. Αρνούνται να αφομοιωθούν από τη νέα χώρα, στην οποία ζουν, ενώ ένας μεγάλος αριθμός Τούρκων μαθητών δεν τελειώνει καν το σχολείο».
Για το ίδιο θέμα ο Σμίντ υπογραμμίζει ότι «Υπάρχουν ορισμένοι πνευματικοί άνθρωποι στη Γερμανία που πιστεύουν ότι θα μπορούσαν να βοηθήσουν … (τους Τούρκους μετανάστες)… να προσαρμοστούν, αλλά στην πραγματικότητα αυτοί δεν αφομοιώνονται. Η πρώτη γενιά των Τούρκων, που ήρθε στη Γερμανία στα τέλη του ‘50 και του ‘60, κατάφερε τρόπον τινά να αφομοιωθεί. Τα παιδιά που γεννήθηκαν σε γερμανικό έδαφος πήγαν σε γερμανικά σχολεία. Αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο στις μέρες μας. Τα νέα παιδιά από Τούρκους γονείς, που πάνε σε γερμανικά σχολεία, φορούν τη μαντίλα. Κι αυτό το κάνουν για πρώτη φορά σήμερα. Δεν το έκαναν το ‘60 και το ‘70. Και πιέζονται από κάποιες Ισλαμικές οργανώσεις να το κάνουν».
Χαρακτηριστικό δείγμα αποτυχίας της ενσωμάτωσης των μεταναστών δεύτερης και τρίτης γενιάς στην χώρα αποτελεί το Επαγγελματικό Λύκειο Ρούτλι, το οποίο βρίσκεται στο προάστιο Νόικολν του Βερολίνου και όπου το 80% των μαθητών είναι απόγονοι μεταναστών – κυρίως Τούρκων και Λιβανέζων. Μαθητές πετούν αντικείμενα εναντίον καθηγητών στην διάρκεια του μαθήματος, πετούν αντικείμενα ο ένας στον άλλον από τα παράθυρα ή στους διαδρόμους, εκστομίζουν προσβολές ή απειλές και επικρατεί πλήρης αταξία.
Δείτε ένα σοκαριστικό βίντεο για το τι γίνεται στο Σχολείο Ρούτλι. (Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα… Καθηγητές που πάνε στο νοσοκομείο επειδή τους ξυλοφορτώνουν ‘μαθητές’, κλοπές και βιαιοπραγίες κάθε ημέρα, καθηγητές που αρνούνται να μιλήσουν στην τηλεόραση από φόβο, μαθητές που υπερηφανεύονται για τις βιαιότητές τους, που λένε ότι οι Γερμανοί μαθητές δεν αντιδρούν γιατί τους φοβούνται, “μαθητές” που το όνειρό τους όταν βγουν από το σχολείο είναι μόνο κλοπές… Ω! τι όμορφος πολυπολιτισμικός κόσμος μπαμπά… Καληνύχτα σας).
Αξίζει να παρατεθεί η περιγραφή της συνοικίας αυτής από Έλληνα ανταποκριτή μεγάλης κυριακάτικης εφημερίδας, ενάμισυ χρόνο νωρίτερα: «Σε ορισμένες γερμανικές πόλεις οι Τούρκοι έχουν στήσει εξ ιδίων ιδιότυπα γκέτο. Παράδειγμα, η συνοικία Νοικέλν του Βερολίνου, μία από τις πολλές «μικρές Ιστανμπούλ» με σήμα κατατεθέν τις μαντιλοφορούσες γυναίκες. Εδώ είναι σχεδόν τα πάντα τουρκικά – περίπτερα, κομμωτήρια, σουπερμάρκετ, τράπεζες. Τα σχολεία, αν και γερμανικά, είναι επίσης λίγο πολύ «τουρκοκρατούμενα».
Επόμενο έτσι να ακούει κανείς παντού τουρκικά. αυτό ενισχύεται τόσο από τις τοπικές εκδόσεις των τουρκικών εφημερίδων όσο και από τη δορυφορική σύνδεση με δεκάδες τουρκικά κανάλια. Και αυτό πάλι και αυτό πάλι ευνοεί φαινόμενα ανωμαλίας, όπως τη διολίσθηση στο ισλαμικό δίκαιο (Sharia)».
ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ / Απόσπασμα από το βιβλίο – ντοκουμέντο «Το Τέλος Μίας Ουτοπίας – Η κατάρρευση των πολυπολιτισμικών κοινωνιών στην Δυτική Ευρώπη» του Γιάννη Κολοβού (Εκδόσεις Πελασγός), σελ. 438 – 440.

Ιανουαρίου 25, 2010 - Δημοσιεύθηκε από Δ.Ι. | ΓΕΡΜΑΝΙΑ | | No Comments Yet








http://nationalpride.wordpress.co