Λόγοι Β΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ή ωφέλεια από την καλή συναναστροφή
«Προσοχή στην συναναστροφή»
Στον στρατό, στις Διαβιβάσεις, είχαμε πίνακα αναγνωρίσεως μέ μερικά συγκεκριμένα χαρακτηριστικά καί καταλαβαίναμε ποιος σταθμός ήταν δικός μας, ποιος ήταν ξένος· ξέραμε τους δικούς μας σταθμούς.
Γιά ένα διάστημα πού παρακολουθούσαμε μαθήματα στίς Διαβιβάσεις, κάναμε τον ενδιάμεσο καί προσπαθούσαμε να κάνουμε αναγνώριση. Λέγαμε στον άλλον «τί είναι αυτό;» ή «ενα», για νά δούμε τί θά πή εκείνος, καί έτσι τον πιάναμε. Δηλαδή, όταν δεν καταλαβαίναμε σίγουρα ποιος σταθμός είναι, δεν είχαμε εμπιστοσύνη καί τάκ- τάκ προσπαθούσαμε νά κάνουμε αναγνώριση.
Έτσι καί στην πνευματική ζωή, όταν βλέπουμε πώς ένας «σταθμός» είναι ξένος, πρέπει νά πούμε: «Έ, τώρα μ' αυτόν θά συνεργασθώ;». Αν κανείς καταλαβαίνη ότι ένας «σταθμός» είναι ξένος καί θέλη νά συνεργασθή μ' αυτόν, είναι βαρύ.
Πόσο μάλλον όταν γνωρίζη ότι ό σταθμός είναι όχι μόνον ξένος άλλα καί εχθρικός, καί πάη νά συνεργασθή με τον εχθρό!
Θέλω νά πώ, όσον άφορα στίς σχέσεις με τους άλλους, χρειάζεται διάκριση καί προσοχή. Το πιο σίγουρο είναι νά συμβουλεύεται ό καθένας τον Πνευματικό του.
Ακόμη καί στίς συζητήσεις πρέπει κανείς νά είναι προσεκτικός, γιατί μερικές φορές αρχίζει πνευματική συζήτηση καί καταλήγει σε κουτσομπολιό. Καί δεν φθάνει πού χάνει τήν ώρα του, αλλά χάνει καί τήν ψυχή του με τήν κατάκριση, γιατί δέν έχουμε δικαίωμα νά κρίνουμε κανέναν, ούτε καί καταστάσεις.
Έάν μπορούμε, μετά άπό τήν συζήτηση πού θά κάνουμε μέ πόνο, νά κοιτάξουμε νά βοηθήσουμε μιά
άσχημη κατάσταση. Ούτε καί πεθαμένους πρέπει νά καταδικάζουμε, γιατί οι ψυχές όλων τών ανθρώπων ευτυχώς είναι στά χέρια τού Θεού.
Βλέπω πόσες φορές χαλνάει ό λογισμός πολλών ανθρώπων άπό έναν απρόσεκτο λόγο. Αν ζητούσαν φόρο γιά τά λόγια πού λέμε, ξέρετε πόσο θά προσέχαμε; Αν έλεγαν «θά πής τόσα λόγια, θά πλήρωσης τόσο», θά μετρούσαμε τά λόγια μας! Καί στό τηλέφωνο σκεφτόμαστε τί θά πούμε, πόσο θά μιλήσουμε, γιατί θά πληρώσουμε. Τώρα χάνεται πολύς χρόνος σε λόγια.
- Γέροντα, στην Κλίμακα γράφει πώς ή καταλαλιά είναι γέννημα τοϋ μίσους
[1]. Το απλό κουτσομπολιό υπάρχει περίπτωση νά έχη μέσα αγάπη;
- Ναί, αν κανείς άγαπάη πολύ μιά ψυχή και βλέπη ότι άλλοι την ζηλεύουν, τότε μπορεί νά πή και καμμιά κουβέντα εις βάρος της, γιά νά μην την ζηλεύουν οί άλλοι.
Πρέπει όλα νά τά εξετάζουμε. Μιά βλαμμένη όμως ή πειραγμένη ψυχή πού νομίζει ότι αδικείται και γι' αυτό είναι λίγο πικραμένη ή αγανακτισμένη και με μιά αφορμή εκδηλώνει τήν αγανάκτηση της, μπορεί νά κάνη τέτοια ζημιά στις άλλες ψυχές, πού ούτε διάβολος δεν μπορεί νά κάνη.
Ό Ιούδας αγανάκτησε γιά τήν σπατάλη τού μύρου πού έχυσε ή Μυροφόρος και είπε ότι το μύρο μπορούσε νά πουληθή και τά χρήματα νά δοθούν στους φτωχούς.
Άπό τον Ιούδα επηρεάσθηκαν και οί άλλοι Απόστολοι πού είχαν Χάρη
[2]. Είδαν εξωτερικά σωστό αυτό πού είπε εκείνος και επηρεάσθηκαν, γιατί δεν γνώριζαν τήν φιλάργυρη καρδιά του.
Και βλέπεις, ό Χριστός είχε δώσει στον Ιούδα ακόμη και το ταμείο, γιά νά χόρταση το πάθος του, και εκείνος «τά βαλλόμενα έβάσταζεν»
[3].
- Γέροντα, τί θέση πρέπει νά πάρη κανείς, οταν δυο άνθρωποι διαφωνούν και ζητούν τήν γνώμη του;
- Αν βρεθή κανείς με ανθρώπους πού έχουν προσωπικά μεταξύ τους, είναι καλύτερα τήν γνώμη του νά τήν πή παρουσία και των δύο, γιά νά μήν πάρη ό καθένας έναν λόγο του, όπως τον συμφέρει, και τον χρησιμοποίηση μετά ως βαρύ πυροβολικό - οταν ό λόγος του έχη βαρύτητα -, γιά νά χτυπήση αλύπητα τον αντίπαλο του, και τον πάρουν και εκείνον τά βλήματα στά καλά καθούμενα.
Όσο μπορεί, νά άποφεύγη τέτοιου είδους άνθρώπους, για να έχη την ειρήνη του και να μπορη να εύχεται για την ειρήνη αυτών τών ανθρώπων και γενικά γιά τήν ειρήνη του κόσμου. Όταν δεν μπορη νά τους αποφυγή τελείως αυτούς τους σκανδαλοποιούς ανθρώπους, νά προσπαθή τουλάχιστον νά άποφεύγη τα πολλά λόγια, γιά νά εχη λιγώτερα σκάνδαλα.
Δεν έχει σημασία, εάν μερικοί άνθρωποι δεν έχουν κακότητα αλλά απλή επιπολαιότητα, διότι καί αυτοί με τήν επιπολαιότητα τους πάλι δημιουργούν σκάνδαλα.
«Μητρική αγάπη»
- Γέροντα, οι άνθρωποι πού έχουν αγάπη μαζί με μιά διακριτικότητα έχουν ψυχική αγνότητα;
- Είναι πολλές περιπτώσεις. Μπορεί πολλές φορές νά είναι καί μιά ευγένεια κοσμική.
Νά, μερικοί άνθρωποι έχουν μιά καλωσύνη, έχουν καί μιά ευγένεια, άλλα αυτό δέν σημαίνει ότι έχουν καί πνευματική αρχοντιά, θυσία. Τό νά υπάρχουν καλά στοιχεία είναι άλλο θέμα.
Αυτός πού έχει κοσμική ευγένεια καί υποκρίνεται μπορεί νά κάνη πολύ κακό, γιατί ξεγελιέται ό άλλος, ανοίγει τήν καρδιά του καί χαραμίζει τελικά τήν ευλάβεια του στον κοσμικό άνθρωπο, πού δέν ξέρει τί θά πή ευλάβεια.
Είναι σάν νά δίνη χρυσές λίρες σέ ανθρώπους πού ξέρουν μόνον τις μπρούντζινες δραχμές. Ακόμη πρέπει νά μή χάνη κανείς τήν ώρα του άσκοπα νουθετώντας πνευματικά ανθρώπους, οι όποιοι αναπαύονται στις κοσμικές συζητήσεις καί στο νά εκφέρουν εγωιστικά γνώμες.
- Γέροντα, όταν κάποιος εχη ένα πρόβλημα καί έρχεται καί τό λέη καί τό ξαναλέη, τήν στιγμή μάλιστα πού τό πρόβλημα έχει κάπως τακτοποιηθή, τί πρέπει νά κάνης;
- Τήν πρώτη φορά δικαιολογείται νά πή-νά πή, νά καθήση ώρες. Τότε πρέπει νά τον ακούσης. Αν δέν τον άκούσης, θά νομίζη ότι τον βαριέσαι ή ότι δέν τόν καταλαβαίνεις. Μετά όμως, αν συνεχίζη νά λέη τά ϊδια και τά ϊδια, θά του πης: «Όχι οτι δέν μπορώ νά σέ ακούσω, άλλα αυτό δέν σέ βοηθάει εσένα. Έσύ και το καλοκαίρι το κάνεις χειμώνα. Τώρα είσαι καλύτερα· είναι άνοιξη.
Σέ λίγο θά είναι καλοκαίρι. Έσύ το καλοκαίρι σκέφτεσαι τά κρύα τοϋ χειμώνα και πουντιάζεις». Μερικές φορές όμως παρατηρείται το έξης, ακόμη και στις σχέσεις τών πνευματικών ανθρώπων.
Πάει νά πη ένας τόν πόνο του σέ κάποιον, καί αυτός δέν θέλει νά τόν άκούση, γιά νά μη στερηθη την χαρά του.
Μπορεί νά προσποιηθη ότι είναι βιαστικός ή νά άλλάξη κουβέντα, γιά νά έχη την ησυχία του. Αυτό είναι τελείως σατανικό. Σάν νά πεθαίνη ό άλλος δίπλα μου καί έγώ νά πηγαίνω πιο πέρα καί νά τραγουδώ. Πού είναι το «κλαίειν μετά κλαιόντων»
[4];
Καί μάλιστα, όταν πρόκειται γιά θέματα σοβαρά εκκλησιαστικά καί ως Χριστιανός δέν συμμερίζεται την ανησυχία τοϋ άλλου, τότε αυτός ό άνθρωπος δέν συμμετέχει στο σώμα της Εκκλησίας.
- Όταν δέν δικαιολογώ τους άλλους γιά μιά πράξη τους, αυτό σημαίνει ότι έχω σκληρή καρδιά;
- Δέν δικαιολογείς τους άλλους καί δικαιολογείς τόν εαυτό σου; Τότε μεθαύριο κι εσένα ό Χριστός δέν θά σέ δικαιολόγηση. Μπορεί σέ μιά στιγμή ή καρδιά τοϋ άνθρωπου νά γίνη σκληρή σάν τήν πέτρα, αν δέν προσέξη, καί σέ μιά στιγμή νά γίνη τρυφερή.
Νά απόκτησης μητρική καρδιά. Είδες, ή μάνα όλα τά συγχωρεί καί καμμιά φορά κάνει πώς δέν βλέπει μερικές αταξίες. Νά κάνης υπομονή καί νά δικαιολογής, νά ανέχεσαι τους άλλους, γιά νά σέ ανέχεται καί σένα ό Χριστός.
- Γέροντα, ή καρδιά πώς πλαταίνει;
- Όταν δικαιολογής πάντοτε τις αταξίες, τις ατέλειες, τις ελλείψεις τών άλλων καί σ' αυτές καθρεφτίζης τον εαυτό σου. Βέβαια ό πονηρός μπορεί να φέρνη μερικές φορές λογισμούς για τους άλλους, και μάλιστα όταν ύπάρχη και κάποια αιτία.
Είναι όμως στο χέρι μας να τους δεχθούμε ή να τους διώξουμε. Οταν έρθουμε στην θέση του άλλου, θά τον δοϋμε μέ συμπάθεια καί θά τον δικαιολογήσουμε.
Έπειτα, όταν κάτι δεν γίνεται από κακότητα άλλα από επιπολαιότητα, πληροφορεί καί δεν δημιουργεί αντίδραση. Το νά υπάρχουν αδυναμίες ανθρώπινες, αυτό είναι φυσικό καί γενικό σέ όλους τους ανθρώπους. Οταν ύπάρχη κακή διάθεση, αυτό είναι κακό.
- Αν είναι άσχημα ό άλλος καί εγώ είμαι καλά, μπορώ νά επιδράσω στον άλλον;
- Καί αν σου το παρουσιάζη ό πειρασμός έτσι; Ποϋ ξέρεις εσύ ότι βρίσκεσαι σέ καλύτερη κατάσταση; Από τήν στιγμή πού πιστεύω οτι είμαι καλύτερος από τον άλλον καί τον λυπάμαι, πρέπει νά λυπάμαι τον εαυτό μου καί όχι τον άλλον.
Ακόμη καί όταν κανείς βλέπη ότι πράγματι δεν είναι καλά ό άλλος, πάλι τον δικαιολογεί καί τοϋ δίνει ελαφρυντικά. Μόνο στον εαυτό του δεν δίνει ελαφρυντικά καί τον βρίσκει χειρότερο άπό τους άλλους καί πονάει για τά χάλια του.
Αναγνωρίζει ότι δεν έκανε τίποτε γιά οσα τοϋ έδωσε ό Θεός καί λέει: «Μή μέ ύπολογίζης εμένα, Θεέ μου· πέταξε με στην άκρη. Δέν έκανα τίποτε, βοήθησε τον άλλον».
Αυτοί πού προοδεύουν πραγματικά, δέν αισθάνονται τήν μεγάλη τους πρόοδο, παρά μόνο μεγάλη συντριβή καί ταπείνωση καί τήν αγάπη τοϋ 60 Ρωμ. 12, 15. Θεού μαζί μέ μία ανέκφραστη αγαλλίαση.
1. Βλ. Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλΐμαξ, Λόγος Γ , παρ. α', εκδ. «Αστήρ», Αθήνα 1970, σ. 76.
2. Πρβ. Ματθ. 26, 6 κ.έ.- Μάρκ. 14, 3 κ.έ. και Ίω. 12, 3 κ.έ.
3. Ιω. 12, 6.
4. Ρωμ. 12, 15.
Απόσπασμα από τις σελίδες 125 -130 του βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ