Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010

Tῆς ῾Ελλάδος παιδιά- Του Γιώργου Σκαμπαρδώνη

14.Τί τὸ ὄφελος, ἀδελφοί μου, ἐὰν πίστιν λέγῃ τις ἔχειν, ἔργα δὲ μὴ ἔχῃ; μὴ δύναται ἡ πίστις σῶσαι αὐτόν;
15.ἐὰν δὲ ἀδελφὸς ἢ ἀδελφὴ γυμνοὶ ὑπάρχωσι καὶ λειπόμενοι ὦσι τῆς ἐφημέρου τροφῆς,
16.εἴπῃ δέ τις αὐτοῖς ἐξ ὑμῶν, ὑπάγετε ἐν εἰρήνῃ, θερμαίνεσθε καὶ χορτάζεσθε, μὴ δῶτε δὲ αὐτοῖς τὰ ἐπιτήδεια τοῦ σώματος, τί τὸ ὄφελος;
17.οὕτω καὶ ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔργα ἔχῃ, νεκρά ἐστι καθ΄ ἑαυτήν.


 Σχόλιο klision: Τό παρακάτω ἄρθρο πρέπει νά προσεχθεῖ ἰδαιτέρως ἀπό τούς γονεῖς. Τά πράγματα μέ τήν οἰκονομική λεγομένη κρίση βαίνουν ἀπό τό κακό στό χειρότερο. Δέν χρειάζονται νομίζω ἀποδείξεις. ῞Ολοι μας -ἤ τουλάχιστον οἱ περισσότεροι πού ἀνήκουμε στούς κοινούς θνητούς καί ὄχι στήν κάστα τῶν προνομιούχων- ζοῦμε στό πετσί μας τίς συνέπειες ἑνός ἀπότομου ξυπνήματος. Καί οἱ μεγαλύτεροι -μέ τήν πείρα καί ἀντοχή πού διαθέτουν-σίγουρα θά βροῦν κάποιες διεξόδους ἀσφαλείας. Τί γίνεται ὅμως μέ τά παιδιά καί τούς νέους. ᾿Επιτέλους, θά πρέπει κάποτε νά τούς μιλήσουμε μέ τή γλώσσα τῆς ἀλήθειας καί τῆς ἀγάπης συνάμα. ῎Οχι πανικός, μά οὔτε καί ἐφησυχασμός. Πᾶν μέτρον ἄριστον, γιά νά θυμηθοῦμε καί τούς ἀρχαίους ἡμῶν προγόνους.


Κυκλοφορώ στην πιάτσα και βλέπω: μαγαζιά που πήγαιναν σαραντάρηδες και άνω είναι τα περισσότερα έρημα - ενώ μπαρ και κέντρα που πάει η νεολαία είναι συνήθως γεμάτα.

Το πράγμα περιέχει μιαν αντίφαση: πώς εκείνοι που λογικά διαθέτουνε λεφτά, οι μεσήλικες, έχουνε αποσυρθεί, και οι νέοι που δεν έχουνε το ρίξανε στο γλέντι; Είναι απλό: τρώνε τα χαρτζιλίκια απ’ τη φαμίλια, που, κάνει μεν οικονομία, αλλά ακόμα δεν θέλει να στερήσει τίποτα στον καλομαθημένο κανακάρη. Κι αυτό είναι μια άλλη ασθένεια, η πιο βαριά, στην ελληνική οικογένεια, που τυγχάνει, συχνά, να είναι ο πιο σοβαρά ασθενής στην ελληνική πραγματικότητα και ταυτόχρονα ο σωτήρας. Σωτήρας, αλλά όχι χωρίς ανταλλάγματα, εφόσον σ’ αυτόν τον χθαμαλό και ανώμαλο βίο όλα πληρώνονται, και η οικογενειακή κάλυψη πληρώνεται με έλεγχο, χειραγώγηση και επικυριαρχία των γονέων στα παιδιά, ακόμα κι όταν αυτά έχουν παρακάμψει τα τριάντα χρόνια, οπότε και είναι πια κανονικά μαμμόθρεφτα. Μαματζήδες.

Η μανία του συνήθους έλληνα γονέα (όχι όλων) είναι ο έλεγχος πάνω στα τέκνα, η προστασία, ή η δήθεν προστασία, η υπερβολική εξασφάλιση και μάλιστα πέραν της λογικής ηλικίας των δέκα οχτώ - όλα αυτά, μερικές φορές, ως παραλλαγές της μανίας του δικού του “εγώ” για χειραγώγηση των άλλων. Φαίνεται ως γενναιοδωρία, αλλά συχνά είναι καταστροφή. Προκαλεί ευνουχισμό, αφοπλισμό και αρρωστημένη προσκόλληση του τέκνου, αν όχι εξέγερση, άρνηση και, κάποτε, φυγή.

Και όλα αυτά συμβαίνουνε περισσότερο στη μεσαία και την ανώτερη τάξη όπου υπάρχει οικονομική επάρκεια - συνήθως η φτώχεια δρα λυτρωτικά για πολλά παιδιά που αυτονομούνται για να επιβιώσουν και ενηλικιώνονται φυσιολογικότερα. Ειδικά η νέα μεσαία τάξη, που συχνά διαπνέεται από αυταπάτες πλούτου και αιωνιότητας έχει καλομάθει πολλά παιδιά, που τώρα μάλλον θα υποφέρουνε περισσότερο από τους γονείς - γιατί οι γονείς τους είχανε μάθει και στα δύσκολα, παλιότερα, και έχουνε κάποια παλιά αίσθηση οικονομίας και χρημάτων. Αλλά οι νέοι που γεννήθηκαν σε ένα περιβάλλον (ψευδούς) ευδαιμονίας και επάρκειας πώς θα εξοικειωθούν τώρα, αίφνης, με λιγότερα; Και οι γονείς, αυτοί κυρίως, πώς θα δυσαρεστήσουνε τον μονάκριβο; Είναι ένα δραματικό ζήτημα.

Όταν όμως και αν τα πράγματα χειροτερέψουν, τότε αναγκαστικά θα αρχίζουν να βιώνουνε την όντως κατάσταση και οι νεότεροι, που τώρα, το ίδιο αμέριμνοι με πριν, παίρνουνε το ίδιο χαρτζιλίκι και δεν έχουν βιώσει τίποτε - απλώς ακούνε για κρίση στην τηλεόραση, την οποία οι καλοί γονείς τους προτιμούν να την υποστούν οι ίδιοι, και τα παιδιά να μη νιώσουνε τη δυσκολία. Αυταπάρνηση, υποτίθεται.

Γνωρίζω οικογένειες που δρούνε ακόμα και ζούνε κάπως έτσι. Με την κεκτημένη, ή στα απόνερα μιας ψευδούς ευδαιμονίας, επιμένοντας -όπως λίγο πολύ όλοι μας- ότι όλα είναι ακόμα ίδια και ότι εντέλει θα περάσουμε το εγκεφαλικό ξυστά. Και ότι οι αγαπημένοι μας δεν πρέπει να νιώσουνε τη διαφορά - αλλά, μάλλον, το αντίστροφο πρέπει να συμβεί: για πολλά παιδιά, είναι μια ευκαιρία συνειδητοποίησης πως τα πολλά κασέρια τελείωσαν. Ότι τίποτε, εντέλει, δεν είναι εξασφαλισμένο. Και ότι είναι καλύτερα να είσαι προπονημένος όταν, ενδεχομένως, έρθει κάνας χειρότερος νταμπλάς. Αφού, τελικά, οι κυκλικοί νταμπλάδες είναι μάλλον ο κανόνας.


ΠΗΓΗ: ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

do you like the greece - ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ


Στίχοι: Μάριος Ποντίκας
Μουσική: Αργύρης Κουνάδης
Πρώτη εκτέλεση: Αντώνης Καλογιάννης


Σ' ένα ζαχαροπλαστείο
κάθονται δύο λεβέντες,
τρεις καρέκλες ο καθένας
και δροσιά κάτω απ' τις τέντες.

Έχουν ρίξει παραγάδι,

"Σας αρέσει η Ελλάδα μις;.
τι θα κάνετε το βράδυ;
do you like μαμαζέλ the Greece?". ( χ2 )

Γοητεία κι αντριλίκι,

σηκωμένα τα μανίκια,
βγάλανε τα μπράτσα έξω
να φανούνε τα ποντίκια.

Έχουν ρίξει παραγάδι,

"Σας αρέσει η Ελλάδα μις;.
τι θα κάνετε το βράδυ;
do you like φροϋλάϊν the Greece?". ( χ2 )

Είναι μάγκες και χορεύουν

τσιφτετέλι και συρτάκι,
δε δουλεύουν τα καημένα
κι όμως βγάζουν παραδάκι.

Έχουν ρίξει παραγάδι,

"Σας αρέσει η Ελλάδα μις;.
τι θα κάνετε το βράδυ;
do you like μαμαζέλ the Greece?". ( χ2 )

Σ' ένα ζαχαροπλαστείο

είναι δυο παλικαράκια,
ποιος πληρώνει για να ζούνε
τα παλιοτεμπελχανάκια.

Έχουν ρίξει παραγάδι,

"Σας αρέσει η Ελλάδα μις;.
τι θα κάνετε το βράδυ;
do you like φροϋλάϊν the Greece?". ( χ2 )

__________________

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου