Σάββατο 17 Ιουλίου 2010

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓ. ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ ΟΙΚ. ΣΥΝΟΔΟΥ


Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς Ἁγ. Πατέρων Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓ. ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ ΟΙΚ. ΣΥΝΟΔΟΥ
ΤΙΤΟΥ Γ΄ 8-15

Γράφει ο 'Aρχιμανδρίτης Ἰωήλ Κωνστάνταρος,

Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης
Μιά ἀπό τίς μεγαλύτερες χαρές καί εὐλογίες γιά τόν πιστό Χριστιανό, εἶναι τό νά τιμᾶ τίς μεγάλες μορφές τῆς Ἐκκλησίας μας πού ἔπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στήν ἀκριβῆ διατύπωση τῶν δογματικῶν αληθειῶν. Γι’ αὐτό και η πνευματική μας χαρά βρίσκεται στό κατακόρυφο, ἀφοῦ τήν Κυριακή εἑορτάζουμε και τιμᾶμε τίς λαμπρές προσωπικότητες τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Δ΄ Οἰκουμενικής Συνόδου. Τῶν Ἁγίων δηλαδή Πατέρων που αγωνίστηκαν κατά των αιρετικών μονοφυσιτών. Γι’ αυτό καί ἀνάλογο εἶναι το Ἀποστολικό ανάγνωσμα που θα ἀκούσουμε.
Ὁ Ἀπ. Παύλος, καταγράφει «εν βραχύ ρήματι και πολλή συνέσει», θεοπνεύστως, την προς Τίτον επιστολή του. Μια από τις ποιμαντικές λεγόμενες επιστολές του, διότι απευθύνεται στον μαθητή του Τίτο, Επίσκοπο Κρήτης.....

Οἱ πατρικές του νουθεσίες, αποτελοῦν την εὐλογημένη πείρα και το πολύπλευρο ποιμαντικό του καταστάλαγμα. Μέσα σε απλές προτάσεις ποιμαντορικής τελειότητας, εφιστά την προσοχή του μαθητού του, και όλων φυσικά των ποιμένων, έως εσχάτου της γης, και μέχρι το τέλος της ιστορίας, στο θέμα των αιρέσεων και των αιρετικών : «αιρετικόν άνθρωπον, μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ων αυτοκατάκριτος» (Τίτ. Γ΄ 10-11). Δηλαδή, αιρετικό άνθρωπο, που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, μολονότι τον συμβούλευσες για πρώτη και δεύτερη φορά, παράτησέ τον και απόφευγέ τον. Γνώριζε δε ότι ένας τέτοιος άνθρωπος έχει διαστραφεί και αμαρτάνει και για την αμαρτία του αυτή, ελέγχεται και κατακρίνεται από την συνείδησή του και από τον ίδιο τον εαυτόν του.
Βεβαίως το τι είναι αίρεση, ως πιστοί Χριστιανοί όλοι μας το γνωρίζουμε, θα πρέπει να το γνωρίζουμε. Είναι η πλανεμένη διδασκαλία που αλλοιώνει τόσο την Ευαγγελική αλήθεια, όσο και τον ορθό και ευλογημένο τρόπο Χριστιανικής ζωής. Είναι οι κακοδοξίες που διδάσκονται και παρουσιάζουν διαφορετικά δόγματα και ένα ξεπεσμένο ήθος που δεν έχει σχέση με αυτά που μας παρέδωσαν οι Άγιοι Απόστολοι και μας διαφυλάττει η Εκκλησία μας.
Φυσικά δεν υπάρχουν αιρέσεις άνευ των αιρετικών, διότι επιτέλους οι πλάνες και οι κακοδοξίες δεν αιωρούνται μόνες τους στην πνευματική ατμόσφαιρα. Υπάρχουν κάποιοι που ξέφυγαν από την Εκκλησιαστική πορεία , λόγω εγωϊσμού, με αποτελέσματα τραγικά για το όλον σώμα της στρατευομένης μας Εκκλησίας.
Και εδώ αδελφοί μου έγκειται το κρίσιμο και επίμαχο σημείο που θα πρέπει περισσότερο απ’ όσο ποτέ άλλοτε να μας κάνει άγρυπνους και προσεχτικούς. Τους τελευταίους καιρούς, και ως προς το ζήτημα τούτο, βλέπουμε να παρουσιάζονται μεγάλες αλλοιώσεις και παραποιήσεις της Αποστολικής διδαχής.
Αλλ’ ας μιλήσουμε συγκεκριμένα. Δεν αρκεί ένας ποιμένας, και μάλιστα υψηλά ιστάμενος να φέρει μόνο την Αποστολική διαδοχή, που οπωσδήποτε, ως Ορθόδοξος την φέρει, είναι απόλυτη ανάγκη, μαζί με την αδιάσπαστη συνέχεια της Αρχιερωσύνης, να υφίσταται και ο Αποστολικός τρόπος ζωής όσον αφορά τα δόγματα και το ήθος. Και άνευ αντιλογίας, δεν μπορεί παρά να εφαρμόζει και την Αποστολική τακτική, όταν πρόκειται ο ποιμένας να προφυλάξει το Ορθόδοξο ποίμνιο. Ο ποιμένας που είτε κατ’ ευδοκία, είτε κατ’ οικονομία, το έχει εμπιστευθεί η Εκκλησία το συγκεκριμένο ποίμνιο, καθ’ ότι ο Θεός «ου πάντας χειροτονεί, αλλά διά πάντων ενεργεί» κατά τον ιερό Χρυσόστομο.
Και πλέον συγκεκριμένα, ο ποιμένας, για να προφυλάξει το ποίμνιό του, και να διασφαλίσει την τοπική αλλά και την καθ’ όλου Εκκλησία, είναι ανάγκη, κυρίως στα ζωτικά αυτά θέματα, να λέει τα πράγματα με το όνομά τους.
Συμβαίνει αυτό σήμερα;
Δυστυχώς, πλην ελαχίστων, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι αρκετοί έχουν αλλάξει την Αποστολική τακτική και «ντρέπονται» τους αιρετικούς να τους ονομάζουν με το όνομα αυτό που τους χαρακτηρίζει ο ίδιος ο Απ. Παύλος, και αντί αυτού, τους χαρακτηρίζουν ως «αδελφούς» σε κοινή πίστη και τις αιρέσεις τους ως «αδελφές Εκκλησίες».
Το καρκίνωμα δηλ. του Οικουμενισμού έχει νεκρώσει τα ευαίσθητα συνειδησιακά κύτταρα της Ορθοδόξου ποιμαντικής συνειδήσεως, με αποτέλεσμα, η «σφενδόνη του πνεύματος» να έχει τεθεί σε αχρηστία, και το μόνο πλέον που ακούγεται είναι ο φάλτσος αυλός της ψευδοποιμαντικής και της πλαδαρής αγαπολογίας.
Οι Πατέρες πάλι της Δ΄Οικ. Συνόδου που τιμούμε, αν κάποιοι του οικουμενιστικού φυράματος θελήσουν να τους δουν μέσα από το πρίσμα της αλλοπρόσαλλης τακτικής τους, δεν μπορούν παρά να χαρακτηριστούν ως φονταμενταλιστές, μισαλλόδοξοι και ακραίοι φανατικοί, αφού δεν διέθεταν την ευελιξία ώστε να δεχτούν μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας την «διαφορετικότητα».
Την διαφορετικότητα δηλ. που οδηγεί, σύμφωνα με τους νέους φωστήρες, από διαφορετικό δρόμο, στον ίδιο σκοπό. Εξ’ ου και οι πρωτάκουστες «δεήσεις», «Ο Θεός να συγχωρήσει τους Αγίους Πατέρες , που μας άφησαν τέτοια σχίσματα και διαιρέσεις!...».
Μετά βεβαιότητος και ο ίδιος ο διάβολος, δεν θα τολμούσε να εκφραστεί κατ’ αυτόν τον απαίσιο και βλάσφημο τρόπο...
Αλλ’ αδελφοί μου, όσοι πιστοί, ας ακούσουμε την προτροπή του Αποστόλου και ας αφήσουμε «τας μωράς ζητήσεις» των ξεπεσμένων οικουμενιστών που ντρέπονται να κηρύξουν την μοναδικότητα και την απολυτότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Ας τους αφήσουμε διότι ο εγωισμός, τους έχει παγιώσει στην πλάνη... Άλλωστε, το φωνάζει το Πνεύμα το Άγιον, διά του Αποστόλου : «Αιρετικόν άνθρωπον , μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού». Και αν ο λόγος αυτός ισχύει γενικώς περί των αιρέσεων και των αιρετικών, πόσο μάλλον ισχύει για την παναίρεση του οικουμενισμού, και τους ξεπεσμένους οπαδούς του...
Ας απομακρυνθούμε από τις κακοδοξίες και έτι άπαξ ας διατρανώσουμε μαζί με τους θεοφόρους Πατέρες μας την Αποστολική μας πίστη, όπως αυτή διαφυλάσσεται εντός του «καθαρότατου Ναού» της Ορθοδοξίας μας.
«Ἡ χάρις μετά πάντων ἡμῶν, Ἀμήν» (Τίτ. Γ΄ 15).

Γιά την Ἱστορία αλλά και την Ὀρθόδοξη Θεολογία μας ,ας δούμε συνοπτικά τα της Δ΄Οικ.Συνόδου.
Ἡ Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος (451)
Ἡ Ἁγία Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος συγκλήθηκε στην Χαλκηδόνα το έτος 451,από τις 8 Οκτωβρίου μέχρι 1η Νοεμβρίου. Τή συγκρότησαν 630 θεοφόροι Πατέρες, μεταξύ των οποίων και οι Καισαρείας Θαλάσσιος, Εφέσου Στέφανος, Αγκύρας Ευσέβιος, Σελευκείας Βασίλειος κ.α..
Αυτοκράτορες ήταν οι Άγιοι Μαρκιανός και Πουλχερία.
Πάπας Ρώμης ήταν ο Άγιος Λέων Α΄ τον οποίο αντιπροσώπευαν οι Επίσκοποι Πασχάνιος, Λουκέντιος και Ιουλιανός και οι πρεσβύτεροι Βονιφάτιος και Βασίλειος.
Η Σύνοδος αυτή εξέδωσε όρον Δογματικόν περί της υποστατικής ενώσεως των δύο εν Χριστώ φύσεων. Καταδίκασε την αντίθετη προς την Νεστοριανική, αιρετική διδασκαλία του Ευτυχούς, ο οποίος ήταν πρεσβύτερος της Εκκλησίας της Κων/πόλεως και δίδασκε ότι ο Χριστός είχε μόνο μία φύση, την Θεία. Η ανθρώπινη φύσις, έλεγε ο Ευτυχής, απορροφήθηκε από την Θεία και επομένως ο Χριστός υπήρξε μόνο Θεός και φαινομενικώς άνθρωπος.
Οι οπαδοί του Ευτυχούς, ονομάστηκαν Μονοφυσίτες.
Μετά την καταδίκη τους από την Σύνοδο, επέμειναν στη φοβερή τους αίρεση και έγιναν αφορμή πολλών ταραχών. Τελικώς αποχωρίστηκαν, όπως ήταν επόμενο, από την Ορθόδοξη Εκκλησία, και υποστηριχθέντες αργότερα από τους Άραβες, αποτέλεσαν δικές τους «Εκκλησίες».Τέτοιες «Εκκλησίες» είναι οι Μονοφυσιτικές των Ιακωβιτών της Συρίας και Παλαιστίνης, των Αρμενίων, των Κοπτών της Αιγύπτου και της Αβησσυνίας.
Η Αγία Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος, καταδίκασε τους αρχιμ. Ευτυχή και τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας των Μονοφυσιτών Διόσκορο. Τέλος εξέδωσε 30 ιερούς κανόνες.


Πηγή http://thriskeftika.blogspot.com/2010/07/blog-post_3856.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου