«Προσήλθον οι μαθηταί τω Ιησού λέγοντες: τίς άρα μείζων εστίν εν τη βασιλεία των ουρανών; και προσκαλεσάμενος ο Ιησούς παιδίον, έστησεν αυτό εν μέσω αυτών και είπεν: αμήν λέγω υμίν, εάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών. Όστις ουν ταπεινώση εαυτόν ως το παιδίον τούτο, ούτος εστίν ο μείζων εν τη βασιλεία των ουρανών» (Μτ. 18, 1-4).
Αυτός ο λόγος του Χριστού είναι από τους πιο σπουδαίους στο Ευαγγέλιο.
Οι απόστολοι όμως δεν κατάλαβαν το νόημά του. Ο καθένας τους ήθελε να είναι πρώτος στην Βασιλεία του Θεού. Αλλά ο Κύριος τους είπε, ότι πρώτος θα είναι αυτός που θα ταπεινωθεί σαν το παιδί, σαν αυτό το παιδί που εκείνη την στιγμή ο Κύριος κρατούσε στα γόνατά του. «Αν δεν είστε σαν αυτό το παιδί, δεν θα μπείτε στην Βασιλεία των Ουρανών».
Αυτό είναι άκρως σημαντικό. Ο Κύριος, για να μπει κανείς στην Βασιλεία των Ουρανών, βάζει μία τέτοια προϋπόθεση που κανείς δεν θα περίμενε. Ποιος ποτέ έθεσε, ως παράδειγμα προς μίμηση, ένα μικρό παιδί; Όλοι οι άνθρωποι θέλουν να έχουν, ως παράδειγμα, ανθρώπους μεγάλους, σπουδαίους, διάσημους, ανθρώπους με ισχυρή βούληση. Τέτοιους ανθρώπους θέλουν να μιμούνται και το παράδειγμα τους να ακολουθούν.
Ο Κύριος τα ανατρέπει όλα. Αν ο σκοπός σας είναι τέτοιος, αν θέλετε να μιμείστε τους ανθρώπους που ο κόσμος τους θεωρεί μεγάλους και ένδοξους – αλίμονο σας! Δεν θα μπείτε σε καμία περίπτωση στη Βασιλεία του Θεού.
Θα μπουν στη Βασιλεία των Ουρανών μόνο αυτοί οι οποίοι θα ταπεινωθούν σαν τα μικρά παιδιά. Γιατί τέτοια προϋπόθεση μας βάζει ο Κύριος; Γιατί μας λέει οτι σ’ όλη μας τη ζωή πρέπει να ακολουθούμε αυτό το παράδειγμα, το παράδειγμα του μικρού παιδιού; Πρέπει να καταλάβουμε πόσο μεγάλο νόημα κρύβει ο καταπληκτικός αυτός λόγος του Κυρίου Ιησού Χριστού. Η καρδιά μας μας λέει, ότι μεγάλη αλήθεια κρύβεται σ’ αυτά τα λόγια.
Όλοι μας αγαπάμε τα μικρά αθώα παιδιά. Αν τα αγαπάμε έτσι αυθόρμητα, σημαίνει ότι πραγματικά αξίζουν την αγάπη μας και πρέπει να έχουμε ως παράδειγμα την αθωότητα τους. Αυτά λοιπόν τα μικρά παιδιά πρέπει να έχουμε μπροστά μας ως παράδειγμα σ’ όλη μας τη ζωή. Ναι, Κύριε μας, δεν το καταλαβαίναμε αλλά τώρα, όταν ακούσαμε τον λόγο σου, η καρδιά μας μας λέει ότι ο λόγος σου αυτός είναι αλήθεια…
Υπάρχει τίποτα πιο καθαρό από τα αθώα μικρά παιδιά, που μέσα τους δεν έχουν ακόμα ξυπνήσει ο εγωισμός, η κενοδοξία και τα άλλα βδεληρά πάθη που σκοτίζουν και αμαυρώνουν την καρδιά του ανθρώπου, όταν μεγαλώνει; Και εμείς πρέπει να κάνουμε τη δική μας καρδιά σαν την καρδιά του μικρού παιδιού. Υπάρχει κάτι στην καρδιά των μικρών παιδιών που θα μπορούσε να μας δημιουργήσει αποστροφή, κάτι ακάθαρτο; Όχι, η καρδιά τους είναι πάντα καθαρή σαν τη σταγόνα της βροχής, είναι γεμάτη αγάπη, πραγματική ακέραια αγάπη. Η μικρή τους καρδιά αγαπάει όλους, τους γονείς, τα άλλα παιδιά με τα οποία παίζουν και γενικά όλους τους ανθρώπους.
Έχω δει πώς τα ρωσόπουλα παίζουν με τα παιδιά των Ουζμπέκων. Πολύ συγκινητικό θέαμα. Δεν υπάρχει μεταξύ τους καμία διαφορά, δεν κάνουν φυλετικές διακρίσεις, όπως κάνουν οι μεγάλοι άνθρωποι.
Τέτοια αγάπη που έχουν τα παιδιά, τέτοια καθαρή και γεμάτη αδελφοσύνη κι αγάπη, δεν είναι το καλύτερο παράδειγμα για μας τους μεγάλους; Ο απόστολος Παύλος στο μεγάλο του ύμνο της αγάπης λέει: «Η αγάπη ου ζήλοι, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία» (Α’ Κορ. 13, 4-6).
Τέτοια αγάπη που έχουν τα παιδιά, τέτοια καθαρή και γεμάτη αδελφοσύνη κι αγάπη, δεν είναι το καλύτερο παράδειγμα για μας τους μεγάλους; Ο απόστολος Παύλος στο μεγάλο του ύμνο της αγάπης λέει: «Η αγάπη ου ζήλοι, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία» (Α’ Κορ. 13, 4-6).
Έχετε δει πολλούς ανθρώπους να έχουν τέτοια αγάπη, να έχουν μία τόσο καθαρή καρδιά; Ακριβώς τέτοια αγάπη έχουν στην καρδιά τους τα μικρά παιδιά. Η δική τους «αγάπη δεν ζηλοφθονεί». Δεν ζηλεύουν τα μικρά παιδιά το ένα το άλλο. Η δική τους «αγάπη δεν καυχάται». Δεν θεωρούν τα παιδιά τον εαυτό τους ανώτερο από τους άλλους, είναι όλα ταπεινά, δεν έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, δεν περηφανεύονται. Η υπερηφάνεια είναι πάθος διαβολικό και είναι χαρακτηριστικό των μεγάλων ανθρώπων. Τα μικρά παιδιά δεν το γνωρίζουν, δεν έχουν κάτι για το οποίο μπορούν να περηφανεύονται, βλέπουν πως είναι μικρά και αδύναμα και χρειάζονται την προστασία και την φροντίδα των μεγάλων. Δεν έχουν αναπτυγμένη διάνοια – δεν μπορούν να καυχηθούν για τη διάνοιά τους, τα ποδαράκια και τα χεράκια τους δεν έχουν δύναμη. Γι’ αυτό ούτε και για τη σωματική τους δύναμη μπορούν να καυχηθούν.
Η αγάπη δεν κάνει ασχήμιες. Τα παιδιά δεν ασχημονούν και δεν δημιουργούν σκάνδαλα όπως οι μεγάλοι. Η αγάπη τους είναι ήρεμη, ήσυχη και σεμνή, δεν ζητάει τα δικά της. Τα παιδιά δεν ξέρουν τι είναι η Ιδιοκτησία, όλα τα έχουν κοινά. Δεν έχετε δει πώς τα μικρά παιδιά δίνουν το ένα στο άλλο τα παιχνίδια τους. Δεν θεωρούν τίποτα δικό τους, όλα τα έχουν κοινά.
Τα παιδιά δεν περηφανεύονται, δεν υπάρχει τόπος για την υπερηφάνεια στην άκακη καρδιά τους. Η υπερηφάνεια φωλεύει στην καρδιά των μεγάλων ανθρώπων. Είναι για μας σαν το δηλητήριο της κόμπρας με το οποίο εμείς οι ίδιοι δηλητηριάζουμε τον εαυτό μας. Η υπερηφάνεια είναι θανάσιμη αμαρτία και αποτελεί την πνευματική υπόσταση του διαβόλου. Τα πάθη της υπερηφάνειας και της κενοδοξίας είναι ξένα προς τα παιδιά. Η δική τους αγάπη «δεν χαίρει για το κακό αλλά συγχαίρει στην αλήθεια».
Δεν είναι σαν εμάς που χαιρόμαστε όταν βλέπουμε κακό στους συνανθρώπους μας. Ένα σφάλμα του αδελφού μας το διαλαλούμε σε όλους, γι’ αυτό μας αφήνει ο Θεός. Τα παιδιά δεν το κάνουν αυτό, ο νους και η καρδιά τους είναι γεμάτα εμπιστοσύνη στους γονείς τους, τον πατέρα και τη μητέρα, και σ’ όλους γενικά τους ανθρώπους.
Η πίστη τους δεν βασίζεται στη λογική. Χωρίς να κρίνουν και να συλλογίζονται, δέχονται αυτά που ακούνε από τους γονείς τους. Η καθαρή τους καρδιά ξέρει να ξεχωρίζει το καλό από το κακό και δέχεται μόνο το καθαρό, και μάλιστα, το δέχεται με εμπιστοσύνη. Πόσοι άνθρωποι σήμερα, χωρίς να διαβάσουν ποτέ την Αγία Γραφή, χωρίς ποτέ να πάρουν στα χέρια τους την Καινή Διαθήκη, ασκούν κριτική πάνω στη θρησκεία και βλασφημούν την χριστιανική μας πίστη.
Δεν έχουμε εμείς οι μεγάλοι άνθρωποι ταπείνωση. Την ταπείνωση και την υπακοή τις έχουμε διώξει από την καρδιά μας. Μόνο στα μοναστήρια, όπου πηγαίνουν οι άνθρωποι που αφιερώνουν τη ζωή τους στον Θεό, εκεί υπάρχει υπακοή. Εκεί η υπακοή θεωρείται η πρώτη και η μεγαλύτερη αρετή, και όλοι οι μοναχοί όταν λαμβάνουν το μοναχικό σχήμα, μπαίνουν υπό την καθοδήγηση ενός εμπείρου στην πνευματική ζωή γέροντα. Και το πρώτο πράγμα που τους μαθαίνει ο γέροντας είναι η υπακοή, να υποτάσσουν δηλαδή το θέλημά τους στο θέλημα του γέροντα.
Και τα μικρά παιδιά μας μαθαίνουν την υπακοή. Ζουν χωρίς να μεριμνάνε και να ανησυχούν για τίποτα, κάτω από τη στέγη των γονέων τους. Αλλά εμείς, ζούμε εμείς χωρίς φροντίδες και μέριμνες; Κατοικούμε κάτω υπό τη στέγη του Ύψιστου; Όχι, είμαστε γεμάτοι φροντίδες, ακολουθούμε το δικό μας δρόμο, δεν θέλουμε να παραδεχτούμε ότι η προστασία μας είναι ο Θεός. Γι’ αυτό δεν έχουμε ησυχία. Δεν έχουμε ειρήνη στην καρδιά μας, γιατί αυτή δεν μας αξίζει.
Όταν τα παιδιά παίζουν, έχουν ισότητα μεταξύ τους. Μεταξύ των μεγάλων ανθρώπων έχετε δει ποτέ την αληθινή ισότητα; Όχι, δεν την έχετε δει, γιατί αυτή δεν υπάρχει! Πέστε μου, ποιος είναι πιο στοργικός, τρυφερός, χαριτωμένος και πράος από τα μικρά παιδιά; Και εμείς, δεν πρέπει να είμαστε σαν τα μικρά παιδιά τρυφεροί, στοργικοί, πράοι και ανοιχτοί στους άλλους;
Δεν πρέπει και εμείς να είμαστε ταπεινοί σαν αυτά; Αν δεν έχουμε μέσα μας πραότητα και ταπείνωση, πως θα μπούμε στην Βασιλεία του Θεού; Τότε η είσοδος για μας θα παραμένει κλειστή. Διότι «ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν» (Ίακ. 4, 6. Α’ Πετ. 5, 5). Όλα τα καλά, αγνά και αληθινά, που βλέπουμε στα παιδιά, πρέπει να τα μιμούμαστε, αλλά πιο πολύ πρέπει να μιμούμαστε την ταπείνωση τους. Αυτή η ταπείνωση που έχουν τα μικρά παιδιά, αυτή μας ανοίγει το δρόμο προς την Βασιλεία των Ουρανών. Και αν απουσιάζει αυτή και είμαστε υπερήφανοι και αλαζόνες, τότε η είσοδος σ’ αυτή είναι κλειστή για μας.
Ο απόστολος Παύλος στην επιστολή του προς Ρωμαίους γράφει το εξής: «Μη υπερφρονείν παρ’ ό δει φρονείν, αλλά φρονείν εις το σωφρονείν, εκάστω ως ο Θεός εμέρισε μέτρον πίστεως» (Ρωμ. 12, 3). Ο θείος Παύλος το λέει σε όλους εμάς. Βλέπετε ποιο είναι το κριτήριο και πώς πρέπει να φρονούμε για τον εαυτό μας; Σύμφωνα με το μέτρο της πίστεως που δόθηκε στον καθένα από τον Θεό. Αν περηφανευόμαστε για κάποια προσόντα ή ταλέντα που έχουμε, πέφτουμε έξω. Το μόνο αληθινό κριτήριο είναι η πίστη που δόθηκε στον καθένα από τον Θεό και η ταπείνωση που γεννά η αληθινή πίστη. «Μη γίνεσθε φρόνιμοι παρ’ εαυτοίς» (Ρωμ. 12, 16).
Το παράδειγμά μας να είναι Αυτός, που ενώ είναι ο Εξουσιαστής του κόσμου και Αϊδιος Υιός του Θεού, «εταπείνωσεν εαυτόν, γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλ. 2, 8).
Ας αποκτήσουμε την ταπείνωση. Η ταπείνωση μας κάνει να είμαστε σαν τα παιδιά. Αν δεν έχουμε ταπείνωση και δεν αρνηθούμε την υπερηφάνεια και τον εγωισμό, αν δεν ταπεινωθούμε και γίνουμε σαν τα παιδιά, δεν θα μπούμε στη Βασιλεία του Θεού. Αν δεν πούμε στον εαυτό μας: «Είσαι γεμάτος πάθη: υπερηφάνεια, ζήλεια, εγωισμό, είσαι ακάθαρτος, όλους τους ζηλεύεις και θεωρείς τον εαυτό σου ανώτερο»• αν δεν λέμε έτσι στον εαυτό μας, σημαίνει ότι δεν κάναμε ούτε ένα βήμα προς την Βασιλεία των Ουρανών. Μόνο τότε, όταν δηλαδή παραδεχόμαστε πως είμαστε τελείως άχρηστοι, μόνο τότε μπαίνουμε στο δρόμο που οδηγεί προς τον Ουρανό.
Υπήρχαν στη μονή της Όπτινα μεγάλοι και θεοφώτιστοι γέροντες. Ένας απ’ αυτούς, ο πατήρ Νεκτάριος, είχε μια φορά συζήτηση μ’ έναν άνθρωπο που είχε μεγάλη Ιδέα για τον εαυτό του. Και του είπε το εξής: «Ξέρεις ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο από το τίποτα, από τί-πο-τα», – και έκανε με το χέρι του μία χαρακτηριστική κίνηση. Από τίποτα αλλά τι ομορφιά υπάρχει σ’ αυτό τον κόσμο. Μέχρι να καταλάβεις ότι είσαι ένα τίποτα, μέχρι να το δεχθείς με ταπείνωση, μέχρι τότε δεν θα ενεργήσει μέσα σου η θεία χάρη και δεν θ’ αρχίσει να δημιουργεί μέσα σου κάτι καθαρό, καλό και ωραίο. Μόνο τότε, όταν με ειλικρίνεια θα πεις: «Ω, Κύριε μου, πραγματικά είμαι ένα τίποτα», – μόνο τότε θ’ αρχίσει ο Κύριος να δημιουργεί μέσα σου. Τότε θ’ ανθίσει στην ψυχή σου κάτι το ιερό, αγνό και όμορφο.
Έτσι λοιπόν! Αν δεν ταπεινωθούμε και γίνουμε σαν τα παιδιά, αν δεν αποκτήσουμε τη θεία και μεγάλη αυτή αρετή, που λέγεται ταπείνωση, δεν θα μπορέσουμε να μπούμε στη Βασιλεία του Θεού. Να το θυμόμαστε αυτό. Ας χαράξουμε αυτό το λόγο του Χριστού βαθιά μέσα στην περήφανη καρδιά μας και ας αρχίσουμε το δρόμο της ταπείνωσης. Αμήν.
Από την συλλογή: «Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας, Λόγοι και ομιλίες που εκφωνήθηκαν στη Συμφερούπολη κατά την περίοδο 1955-1957.» τόμος Γ. Σελ. 74 – 81.
Μετάφραση από τα ρωσικά.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» Θεσσαλονίκη.
Μετάφραση από τα ρωσικά.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» Θεσσαλονίκη.
Η/Υ επιμέλεια: Μοναχής Θεοδοσίας, Κωνσταντίνας Κυριακούλη.