[Σχόλιο ᾿Οδυσσέως: ῾Ο κ. Σαράντος Καργᾶκος εἶναι βαθύς γνώστης τῶν γλωσσικῶν καί ἱστορικῶν μας πραγμάτων. ῾Ομιλεῖ μέ παρρησία καί λέει ξεκάθαρα τήν ἀλήθεια. ῾Η καθιέρωση τοῦ μονοτονικοῦ ἀπετέλεσε ἕνα πλῆγμα στή γλωσσική παιδεία τῶν νεώτερων γενεῶν. Παραθέτουμε ἕνα ἐμπεριστατωμένο ἄρθρο τοῦ ὡς ἄνω δεινοῦ φιλολόγου καί πατριώτη μέ τήν διαπίστωση:ΔΕΝ ΞΕΧΝΟΥΜΕ ΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΤΟΥ ΜΟΝΟΤΟΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΟΝΙΚΟΥ. Εἶναι ἕνα ἐλάχιστο χρέος στά παιδιά μας!]
1
Τὸ μονοτονικὸ ἐπιβλήθηκε στὸν ἑλληνικὸ Λαὸ ἀπὸ τὴν Κυβέρνηση τοῦ ΠΑΣΟΚ –Ὑπουργὸς Παιδείας κ. Ἐλευθ. Βερυβάκης– μὲ τροπολογία ποὺ αἰφνίδια προτάθηκε, κοντὰ στὰ μεσάνυχτα, ὅταν ἡ Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων (συνεδρίαση τῆς 11.1.1982) εἶχε περατώσει τὴν συζήτηση καὶ εἶχε ψηφίσει τὸ ἕνα καὶ μόνο ἄρθρο τοῦ Νόμου 1228, ποὺ ἀποτελοῦσε «Κύρωση τῆς ἀπὸ 11.11.1981 πράξης τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας περὶ ἐγγραφῆς μαθητῶν στὰ Λύκεια τῆς Γενικῆς καὶ Τεχνικῆς καὶ Ἐπαγγελματικῆς Ἐκπαιδεύσεως», καὶ μὲ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν τίτλο δημοσιεύθηκε στὸ Α΄ Τεῦχος τοῦ φύλλου 15/11.2.82 τῆς Ἐφημερίδος τῆς Κυβερνήσεως.
Ἕνα κεφαλαιῶδες, λοιπόν, ἐθνικὸ θέμα, τὸ θέμα τοῦ τρόπου γραφῆς τῶν λέξεων μιᾶς πανάρχαιας γλώσσας –τρόπου καθιερωμένου μὲ ἐφαρμογὴ πολλῶν αἰώνων– ἀντιμετωπίσθηκε μὲ ἀσύγνωστη, ἀνατριχιαστικὴ ἐπιπολαιότητα. Διότι: α) εἰσάγεται πρὸς συζήτηση μὲ ἄρθρο «τῆς προσκολλήσεως» σὲ θέμα νόμου ἄσχετο, β) εἰσάγεται μεσάνυχτα, ὅταν ἡ πλειονότητα τῶν βουλευτῶν ἀπουσιάζει, γ) εἰσάγεται αἰφνίδια (κι αὐτό, θὰ ἰδοῦμε γιατί), δ) εἰσάγεται ἀντισυνταγματικὰ (προσκολλημένο σὲ νόμο ἄσχετο) καὶ ε) εἰσάγεται χωρὶς νὰ ἐρωτηθεῖ οὔτε ὁ Λαὸς –ἐνῶ τότε ἀκριβῶς ὑποστηριζόταν πὼς γιὰ δυὸ στρατιωτικὲς βάσεις ἔπρεπε νὰ γίνει ... δημοψήφισμα– οὔτε ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, οὔτε τὰ Πανεπιστήμια τῆς χώρας καὶ ἰδίως οἱ Φιλοσοφικές τους Σχολές, οὔτε οἱ Ἑταιρίες τῶν Συγγραφέων-Λογοτεχνῶν –παρὰ τὴν βαρυσήμαντη ἀπόφανση τοῦ σοφοῦ καθηγητῆ καὶ τότε Γέν. Γραμματέα τῆς Ἀκαδημίας Ι.Ν. Θεοδωρακόπουλου πώς, «Τὴν γλώσσα τὴν ἀναπτύσσουν μόνον ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἔχουν νὰ εἰποῦν κάτι, δηλαδὴ οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι, καὶ ὄχι οἱ ἀπνευμάτιστοι γλωσσοπλάστες καὶ νομοθέτες... Οἱ γλωσσικοὶ νομοθέτες δὲν ἔχουν καμμιὰ ἁρμοδιότητα καὶ ἀνακόπτουν ἁπλῶς τὴν ἐξέλιξη τοῦ γλωσσικοῦ μας πολιτισμοῦ».
2
Ὑπῆρξε, βέβαια, πολὺ πρὶν ἀπὸ τὴν ἡμερομηνία αὐτή, ἐξαγγελία κύκλων τοῦ ΠΑΣΟΚ, ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἐπιβολὴ τοῦ μονοτονικοῦ ἀλλὰ γιὰ ἔσχατη ἁπλοποίηση τῆς γλώσσας μας (ὠσὰν νὰ εἴμαστε οἱ ἄξεστοι Τοῦρκοι τοῦ Κεμὰλ Ἀτατοὺρκ καὶ ὄχι οἱ φορεῖς τῆς ἀρχαιότερης ζωντανῆς γλώσσας τοῦ κόσμου...)· Στὸ «Δελτίο Συνδέσμου Ἑλληνίδων Ἐπιστημόνων» (Ὀκτώβριος 1979) προαναγγέλεται πὼς «τὸ μονοτονικὸ εἶναι ἕνα βῆμα» πρὸς τὴν ταύτιση τῆς γραπτῆς μὲ τὴν προφορικὴ λαλιὰ (δέν μᾶς μιμήθηκαν οἱ Ἄγγλοι καὶ οἱ Γάλλοι...), δηλαδή: τὴν κατάργηση τῶν διφθόγγων, τῶν πολλῶν ι, τῶν δυὸ ε καὶ ο, καὶ «σ’ αὐτὴ τὴν ἐπίμονη», λέει τὸ κείμενο, «διεργασία πρωτοστατοῦν οἱ δημοσιογράφοι, οἱ προκηρυξιογράφοι-τοιχοκολλητές, οἱ μπροσουροποιοί, μανιφεστογράφοι... ποὺ θὰ λυτρώσουν τὴ γλώσσα μας ἀπὸ τὴν σκουριὰ αἰώνων». Μόνο αὐτοὶ εἶναι ἁρμόδιοι...
3
Καμμιὰ προγενέστερη εὐρεία, ἀνοιχτὴ καὶ ἐλεύθερη συζήτηση δὲν σημειώθηκε στὴν χώρα γιὰ τὸ μέγα αὐτὸ θέμα μετὰ ἀπὸ ἐκείνη τὴν παλιά, ἀλήστου μνήμης «Δίκη τῶν τόνων», ποὺ ἀπόμεινε χωρὶς συνέχεια καὶ σποραδικὲς ἐδῶ κι ἐκεῖ ἀπόψεις. Ἡ μόνη ποὺ φαίνεται ρωτήθηκε –γιατί οὔτε τὰ Κόμματα ἐνημερώθηκαν, ὅπως ἀμέσως θὰ φανεῖ– ἦταν μιὰ Ἐπιτροπὴ ποὺ συγκρότησε ὅπως ἤθελε ὁ τότε Ὑπουργὸς Παιδείας καθὼς καὶ τὸ περιλάλητο ΚΕΜΕ τοῦ ἴδιου Ὑπουργείου. Τί ἀκριβῶς ἀποφάνθηκε ἡ Ἐπιτροπὴ καὶ τί εἶπε το ΚΕΜΕ σαφῶς, δὲν γνωρίζουμε, οὔτε ἂν ὑπῆρξε καὶ τί ἀκριβῶς ὑποστήριξε ἡ μειοψηφία. Ἀλλὰ οὔτε καὶ ἡ Ἐθνικὴ Ἀντιπροσωπεία τὸ ἐγνώριζε, ὅταν τὰ μεσάνυχτα τῆς 11.2.1982 εἰσήχθη ἐντελῶς αἰφνίδια τὸ ἄρθρο τῆς προσκολλήσεως σὲ ἀλλότριο νόμο, ἡ παρονυχίδα στὸν νόμο περὶ ἐγγραφῆς μαθητῶν στὰ Λύκεια κ.λπ. Πάντως, ἀνακοινώνουμε τὰ ὀνόματα τῶν μελῶν τῆς μὲ βαρύτατες ἐθνικὲς εὐθύνες Ἐπιτροπῆς ἐκείνης, γιὰ νὰ ἀναλάβει καθένα τὴν προσωπική του εὐθύνη καὶ νὰ μὴ τοὺς λησμονήσει ὁ ἑλληνικὸς Λαός, ποὺ τὸν ἔσωσαν, φαίνεται, ἀπὸ τὴν ἀγραμματοσύνη καὶ τὴν διασπάθιση χρόνου καὶ χρήματος...: Καθηγ. Ἐμμ. Κριαρᾶς πρόεδρος, Φάνης Κακριδῆς καθηγ. Παν/μίου, Χρίστος Τσολάκης φιλόλογος, Βασ. Φόρης φιλόλογος, Δημ. Τομπαΐδης σύμβουλος ΚΕΜΕ, Χρ. Μιχαλὲς Πρόεδρος τῆς ΟΛΜΕ, Ἀπόστ. Κοτλίττας διδάσκαλος, Ἀλόη Σιδέρη φιλόλογος τῆς ΟΙΕΛΕ.
Ὅλα αὐτὰ σημαίνουν, κατὰ τὴν γνώμη μας, ὅτι ὁ ἁρμόδιος Ὑπουργὸς χειρίστηκε τὸ κολοσσιαῖο θέμα ἀλλαγῆς τῆς γραφῆς τῆς γλώσσας μας μετὰ τόσους αἰῶνες ἀδιάλειπτης πρακτικῆς ἀντιλαϊκά, ὡς ἕνα θεματάκι ποὺ μὲ μιὰ Ἐπιτροπούλα καὶ μὲ μιά-δυὸ συνεδριάσεις τοῦ ΚΕΜΕ τακτοποιεῖται....
4
Τὰ πρακτικὰ τῆς συνεδρίασης ἐκείνης τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων, τῆς αἰφνίδια κρισιμότατης, παρέχουν συγκλονιστικὲς πληροφορίες καὶ στοιχειοθετοῦν τὸν χαρακτηρισμὸ τῆς πράξης ὡς σκανδάλου. Λοιπόν:
α΄) Πρὸς τὰ μεσάνυχτα τῆς 11.1.1982 εἶχε περατωθεῖ ἡ συζήτηση γιὰ τὴν ἐγγραφὴ μαθητῶν τῶν Λυκείων, ὁπότε τελείως αἰφνίδια εἰσάγεται, τῆς προσκολλήσεως καθὼς εἴπαμε, ὡς ἄρθρο 2, ἕνα ἐντελῶς ἄσχετο –καὶ ἐθνικῶς μέγα– θέμα: ἡ ἐπιβολὴ τοῦ μονοτονικοῦ (γιατί ἄλλο πράγμα εἶναι ἡ ἀναγνώριση μιᾶς πραγματικότητας ποὺ ὑπάρχει καὶ λειτουργεῖ, ὅπως ἔγινε μὲ τὴν δημοτικὴ γλώσσα, καὶ ἄλλο ἡ αὐταρχικὴ ἐπιβολὴ μιᾶς ἀνύπαρκτης πραγματικότητας).
β΄) Μετὰ ἀπὸ μιὰν ἄτυχη παρέμβαση τοῦ Εὐάγγελου Ἀβέρωφ, ποὺ ἐρώτησε ποῖο εἶδος μονοτονικοῦ σκέφτεται νὰ ἐφαρμόσει ἡ Κυβέρνηση καὶ ποὺ ἡ ἀδεξιότητα τοῦ ἁρμόδιου Ὑπουργοῦ φανέρωσε πὼς τὸ θέμα δὲν τὸν εἶχε καθόλου ἀπασχολήσει... καὶ μετὰ ἀπὸ τὴν ἀκατάσχετη, ἀνοημάτιστη φλυαρία κάποιων βουλευτῶν, παρεμβαίνει ὁ τότε κοινοβουλευτικὸς ἐκπρόσωπος τῆς τότε Ἀξιωματικῆς Ἀντιπολίτευσης κ. Κωνσταντῖνος Μητσοτάκης (σελ. 456 τῶν Πρακτικῶν τῆς Βουλῆς) καὶ ἐπισημαίνει διαμαρτυρόμενος τὰ ἀκόλουθα:
1. Τὸ ἄρθρο αὐτὸ περὶ μονοτονικοῦ «προστίθεται σήμερα, τὴν τελευταία ὥρα... αἰφνιδιαστικῶς. Ἀναφέρεται σὲ ἕνα μέγα θέμα...».
2. Ζητεῖ νὰ μετατεθεῖ στὴν ἑπόμενη συνεδρίαση τῆς Βουλῆς ἡ συζήτηση τοῦ ἄρθρου περὶ μονοτονικοῦ. «Δεν εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχει ἡ Κυβέρνηση τὴν ἀπαίτηση νά μᾶς φέρνει τὸ θέμα αὐτὸ τὸ μέγα, αἰφνιδιαστικά, καὶ νὰ ἀπαιτεῖ νὰ τὸ ψηφίσουμε καὶ μετὰ τὴν 12ην (νυκτερινή)». «Ἡ τροπολογία» (Θεὲ καὶ Κύριε, μέ... τροπολογία μεσονύκτια ἀλλάζει αἰφνίδια ἡ γραφὴ τῶν λέξεων ποὺ εἶχε ἐπὶ αἰῶνες τηρηθεῖ!) «ἀναφέρεται σ’ ἕνα πολὺ σοβαρὸ θέμα».
3. Ἀνακοινώνει ὅτι ἂν ἡ Κυβέρνηση ἐπιμείνει, ἡ Ἀξιωματικὴ Ἀντιπολίτευση εἶναι ὑποχρεωμένη νὰ ἀποχωρήσει ἀπὸ τὴν Αἴθουσα (σέλ. 456, β΄ στήλη).
4. Δευτερολογεῖ ὁ κ. Κωνσταντῖνος Μητσοτάκης κι ἐπισημαίνει καὶ πάλι (σελ. 457): α) τὴν σοβαρότητα τοῦ θέματος, β) ὅτι κακῶς αὐτὸ προτείνεται μὲ τροπολογία, γ) ὅτι κακῶς καλεῖται ἡ Βουλὴ νὰ τὸ συζητήσει μετὰ τὸ μεσονύκτιο, δ) ὅτι ἔτσι καθὼς ἔρχεται «ἕνα τέτοιο θέμα», αἰφνίδια, ἡ Ἀντιπολίτευση δὲν ἔχει προλάβει νὰ προετοιμαστεῖ, νὰ τὸ διαβάσει, νὰ ἐνημερωθεῖ. «Δεν ἔχουμε κανένα φάκελλο... καμιὰ προετοιμασία. Δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὸ συζητούμενο νομοσχέδιο. Εἶναι σαφὲς ὅτι εἶναι ἀντισυνταγματικὴ ἡ τροπολογία... Δῶστε μας τὸ χρόνο νὰ προετοιμαστοῦμε...».
γ΄) Ἀπὸ μέρους του ΚΚΕ ἡ κ. Μαρία Δαμανάκη παρεμβαίνει δυὸ φορὲς (σελ. 457, β΄ στήλη) καὶ ζητεῖ καὶ ἐκείνη ἀναβολή, γιατί «τὸ Σῶμα ἔχει κουραστεὶ» –ἴσως δὲν θέλει νὰ πεῖ ὅτι δὲν ὑπάρχει πιὰ ἀπαρτία. Ἄλλα ὁ προεδρεύων κ. Μιχ. Στεφανίδης ἀποκρίνεται σὲ ὅλα αὐτὰ μὲ τὰ ἑξῆς ἀμίμητα (σελ. 457, β΄ στήλη): «Εἶναι ἀπαράδεκτο καὶ ἀδιανόητο γιὰ τὸν Ἑλληνικὸ Λαό, ὁ ὁποῖος ὅταν πληροφορηθεῖ τὴ συζήτηση αὐτὴ ποὺ γίνεται ἐδῶ, θὰ αἰσθανθεῖ ἀπογοήτευση» (μόνο γι’ αὐτό...).
δ΄) Ὁ κ. Κωνσταντῖνος Μητσοτάκης ἐπανέρχεται (σελ. 458, α΄ στήλη) γιὰ νὰ ἐπισημάνει πὼς «ἡ Κυβέρνηση καὶ τὸ Προεδρεῖο ἐπιμένουν εἰς αὐτὸν τὸν ἀντιδημοκρατικὸν καὶ ἀντικοινοβουλευτικὸν τρόπον τῆς συζητήσεως αὐτῆς τῆς τροπολογίας. Ἐφ’ ὅσον ἡ Κυβέρνηση καὶ τὸ Προεδρεῖο ἐπιμένουν... ὑπὸ τὰς συνθήκας αὐτὰς λυπούμεθα εἰλικρινῶς, ἀλλὰ δὲν δυνάμεθα νὰ παρακολουθήσουμε τὴν συζήτηση καὶ εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ ἀποχωρήσουμε (καὶ οἱ βουλευτὲς τῆς «Νέας Δημοκρατίας» ΑΠΟΧΩΡΟΥΝ ἀπὸ τὴν αἴθουσα)».
5
Ἔτσι, τὸ ἔγκλημα κατὰ τῆς γλώσσας μας πραγματοποιήθηκε: μὲ τρόπο σκανδαλώδη, αἰφνίδιο, ἀπροετοίμαστο καὶ ἀντισυνταγματικό, καὶ ἂν κρίνουμε ἀπὸ τὴν φλυαρία ποὺ ἐπακολούθησε, τὴν ἐπιπόλαιη καὶ ἀξιοδάκρυτη, ἡ ἄσχετη αὐτή, βαρυσήμαντη τροπολογία περὶ ἐπιβολῆς τοῦ μονοτονικοῦ στὸν ἑλληνικὸ Λαὸ ψηφίστηκε γύρω στὶς 2 ἡ ὥρα μετὰ τὰ μεσάνυχτα, γιὰ νὰ ἐπαληθευθεῖ ἀκόμη μιὰ φορὰ τὸ λεγόμενο ἀπὸ τὸν λαό μας: τῆς νύχτας τὰ καμώματα τὰ βλέπει ἡ μέρα καὶ γελᾶ...
Ἀπὸ πόσους ψηφίστηκε ἡ τροπολογία αὐτή; Κατὰ δήλωση τοῦ ἀείμνηστου Παναγ. Κανελλόπουλου –δὲν ἦταν παρὼν στὴν συνεδρίαση, ἀφοῦ οὐδεὶς ἐγνώριζε πὼς ἡ Κυβέρνηση αἰφνίδια θὰ εἰσήγαγε προσκολλημένο σὲ ἄσχετο, ἐπουσιώδη νόμο, τέτοιο μέγιστο ἐθνικὸ θέμα γιὰ συζήτηση– ψηφίστηκε ἀπὸ ὄχι περισσότερους ἀπὸ 30 (τριάντα) βουλευτές! Τὴν πληροφορία ἐπαναλαμβάνει ὁ ποιητής-ἀκαδημαϊκὸς Νικηφόρος Βρεττάκος («Ἔθνος» τῆς 8.5.1990). Ὅ,τι λοιπὸν ἔπλασαν αἰῶνες, στὶς 2 μετὰ τὰ μεσάνυχτα τὸ ἐγκρέμισαν 30 περίπου βουλευτές... Σκανδαλώδης, ἐπιπόλαιη πράξη ἀντεθνικῆς βαρύτητας.
6
Ὁ νόμος, ἔτσι ποὺ χαλκεύτηκε, δημοσιεύτηκε, καθὼς μνημονεύσαμε πρίν, στὴν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως μὲ ἄλλο τίτλο καὶ χρειάζεται ὑπερβολικὴ φαντασία γιὰ νὰ τὸν ἀνακαλύψει κανείς.
Καὶ ὅμως, οὐδεὶς εἶχε τότε, οὔτε τώρα, ζητήσει ἀπὸ τὴν Πολιτεία τὴν ἐπιβολὴ τοῦ μονοτονικοῦ. Τὸ αἴτημα τοῦ αἰῶνα μας γιὰ τὴν γλώσσα μας ὑπῆρξε σταθερὰ ἕνα καὶ μόνο: ἡ ἀναγνώριση τῆς δημοτικῆς, τῆς γλώσσας τοῦ Ἐθνικοῦ μας Ὕμνου, ὡς τῆς μοναδικῆς σήμερα γλώσσας τοῦ ἑλληνικοῦ Λαοῦ. Καὶ τὴν ἀναγνώριση αὐτῆς τῆς πραγματικότητας –ὄχι τὴν αἰφνίδια ἐπιβολὴ μιᾶς νέας ἐντελῶς πραγματικότητας– πραγματοποίησε ἡ μεταδικτατορικὴ Κυβέρνηση τοῦ κ. Κωνσταντίνου Καραμανλῆ μὲ Ὑπουργὸ Παιδείας τὸν κ. Γεώργιο Ράλλη, προσφέροντας στοὺς μαθητὲς καὶ στὸν Λαὸ μιὰ ἁπλοποιημένη καὶ ἀρκετὰ συγχρονισμένη Νεοελληνικὴ Γραμματική, ποὺ ἀντιμετωπίζει ὅλες σχεδὸν τὶς ἐμπλοκὲς τονισμοῦ τῶν λέξεων, ποὺ βασάνιζαν τὶς παλιότερες γενιές, καὶ κάνει εὔκολο, ἐναρμονισμένο τὸ ἔργο τοῦ τονισμοῦ –ὑπογραμμίζοντας συγχρόνως πὼς τὸ μέγα χρέος, γιὰ δεκαετίες ἴσως, ὅλων μας, εἶναι νὰ μάθουμε νὰ γράφουμε καὶ νὰ χρησιμοποιοῦμε σωστά, ὄμορφα τὴν δημοτική.
7
Τότε βέβαια, ἀμέσως μετὰ τὴν δικτατορία (μὲ προδρόμους, πρὶν ἀπὸ τὴν δικτατορία, δυὸ ἐφημερίδες τῆς Θεσσαλονίκης, πού, ὡστόσο, διατηροῦσαν ἕνα σημάδι στὴν θέση τῶν πνευμάτων καὶ τόνιζαν ὅλες τὶς λέξεις), εἶχαν ἀρχίσει κάποιες ἐφημερίδες τῆς Ἀθήνας νὰ ἐφαρμόζουν τὸ μονοτονικὸ –γιὰ λόγους οἰκονομικούς, ὅπως δήλωναν, γιὰ νὰ κερδίσουν χρόνο στὴν στοιχειοθέτηση καὶ στὶς διορθώσεις. Ἀλλὰ ποιός σοβαρὸς ἄνθρωπος θὰ διανοοῦνταν νὰ ὑποστηρίξει ποτὲ ὅτι ἐκδότες, φωτοσυνθέτες καὶ διορθωτὲς θὰ καθορίζουν πῶς θὰ γράφεται ἡ γλώσσα; Ἡ γλώσσα μας ἀποτελεῖ πνευματικὸ καὶ ἱστορικὸ γεγονὸς κρυσταλλωμένο μέσα στοὺς αἰῶνες καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ὑποκύπτει σὲ πενιχρὰ χρησιμοθηρικὰ κριτήρια, ὅταν ἄλλες, νεότερες γλῶσσες δὲν τὰ δέχονται. Οὔτε εἶναι λογικὸ –γιὰ νὰ μὴν εἰποῦμε πὼς εἶναι καταγέλαστο– ἀνάλογα μὲ τὴν στάθμη γλωσσικῆς μόρφωσης τῆς πλειοψηφίας, ἴσως, τοῦ λαοῦ σὲ μιὰ δεδομένη ἱστορικὴ περίοδο, ἡ ὑπεύθυνη Πολιτεία νὰ αὐξάνει ἢ νὰ περιορίζει τὶς ἀξιώσεις στὴν γλώσσα, ὥστε ἡ γλώσσα κάθε φορὰ –ἄθυρμα πλέον– νὰ προσαρμόζεται στὴν ὀκνηρία τῶν πολλῶν καὶ ὄχι οἱ πολλοὶ στὴν ἀρετὴ τῆς γλωσσικῆς παιδείας.
8
Μετὰ τὴν δημοσίευση τοῦ νόμου, ἄρχισε νὰ ἐφαρμόζεται ἕνα ἐκτεταμένο σχέδιο φανατικῆς γλωσσικῆς καὶ ὑλικῆς καταστροφῆς:
α΄) Τρομοκρατήθηκαν ἀπὸ τὴν Ἐξουσία ὅλοι οἱ ὑπάλληλοι τοῦ Δημοσίου καὶ τῶν Δημοσίων Ὀργανισμῶν, (ξεχωριστὰ οἱ ἐκπαιδευτικοί, βέβαια), μὴ τυχὸν καὶ ἀντιδράσουν, καὶ δὲν ἐφαρμόσουν τὸ μονοτονικό.
β΄) Καταστράφηκαν χιλιάδες χιλιάδων βιβλία ἐκπαιδευτικά, ἀξίας πολλῶν ἑκατομμυρίων, ἐπειδὴ ἡ γλώσσα τους ἦταν δημοτικὴ πολυτονική, καὶ ξαναστοιχειοθετήθηκαν μονοτονικὰ –ὠσὰν τὰ πνεύματα καὶ οἱ τόνοι νὰ ἐμπόδιζαν τὴν ἀνάγνωσή τους ἀπὸ τοὺς μονοτονιστές, ἐνῶ τὸ ἀντίθετο λογικὰ συμβαίνει: ὅταν γιὰ κάποιον ἀναγνώστη λείπουν κάποια σημεῖα γνωριμίας καὶ τονισμοῦ τῶν λέξεων, αὐτὸς δυσκολεύεται νὰ διαβάσει ἕνα κείμενο καὶ χάνει χρόνο.
γ΄) Ναυάγησε ἡ διδασκαλία τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς –τῆς κληρονομιᾶς μας– στὴν Δευτεροβάθμια Ἐκπαίδευση καὶ στὶς Φιλοσοφικὲς Σχολές.
δ΄) Ἄρχισε ἡ βιαστική, ἀσθματικὴ καὶ ἄκριτη «μετάφραση» τῶν Βασικῶν Νόμων τοῦ Κράτους, πρὶν προλάβει νὰ δουλευτεῖ μὲ τὴν κρατικὴ πρακτικὴ ἡ δημοτικὴ γλώσσα, ἀλλὰ γιὰ νὰ περάσει, μαζὶ μὲ τὴν δημοτική, καὶ τὸ μονοτονικὸ –μὲ προφανῆ βιασμὸ τοῦ ρυθμοῦ ἐξέλιξης καὶ κάθαρσης τῆς γλώσσας μας, ἀλλὰ καὶ τῆς νόμιμης ἀναχώνευσης καὶ μίξης τῶν στοιχείων της.
9
Ἀμέσως μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν αἰφνίδια, βίαιη ἀλλαγή, ἀρκετοὶ μορφωμένοι Ἕλληνες –κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς μὲ τὸ ἀγιάτρευτο «σύνδρομο τοῦ προοδευτισμού»...– ἐκοιμήθηκαν, καθὼς θὰ ἔλεγε ὁ Λαός μας, πολυτονιστὲς καὶ τὴν ἑπόμενη κιόλας ἡμέρα, χωρὶς νὰ ἀναρωτηθοῦν ἢ νὰ ρωτήσουν τί καὶ πῶς, ἐξύπνησαν μονοτονιστές. Αἰφνίδια, τὰ χαράματα τῆς 11ης πρὸς τὴν 12η Ἰανουαρίου 1982, μετὰ ἀπὸ μιὰ ὁλόκληρη ζωή, κατάλαβαν τί δὲν ἦταν γράφοντας ἐπὶ τόσες πρὶν δεκαετίες. Κι ἀπὸ τότε, ὑποστηριχτὲς τῶν 30 βουλευτῶν, ποὺ νυσταγμένοι ἐψήφισαν τὸ μονοτονικό, δὲν ἔπαψαν νὰ τὸ ἐφαρμόζουν καὶ νὰ τὸ κηρύττουν, τονίζοντας τὰ οἰκονομικά, χρονικὰ καὶ μορφωτικά του ὀφέλη.
Ρωτοῦμε: Ποιά ἀρχαία γλώσσα, φυσιολογικὰ καὶ ἀβίαστα ἐξελισσόμενη μέσα στοὺς αἰῶνες, ἐφάρμοσε ἐκπτώσεις στὶς ἀξιώσεις ἱστορικῆς μνήμης καὶ ἀκρίβειας, ὑποκύπτοντας σὲ μὴ γλωσσικά, δηλαδὴ δικά της, αὐτόνομα καὶ ὄχι ἐμπορευματολογικὰ κριτήρια; Τότε, ἂν τέτοια κριτήρια ἰσχύσουν, ἡ γλώσσα μας, χαροποιώντας τοὺς ὀκνηρούς, ἡμιμαθεῖς, καθὼς καὶ τὶς πολυεθνικὲς τῶν ἠλεκτρονικῶν ὑπολογιστῶν, ἔπρεπε νὰ ἐφαρμόσει τὸ λατινικὸ ἀλφάβητο –ὁπότε πολλὰ τὰ οἰκονομικὰ καὶ ἄλλα ὑλικὰ ὀφέλη... Καὶ ὅμως, ὅλες οἱ γλῶσσες μὲ μακρὸ παρελθὸν –καὶ ὄχι τόσο μακρὸ ὅσο ἡ ἑλληνικὴ– εἶναι δύσκολες, ἀπαιτητικές, πυκνὲς σὲ μνήμη σημειολογική, καὶ ἀρνοῦνται νὰ ὑποταγοῦν σὲ κριτήρια χρησιμοθηρικά. Μετὰ ἀπὸ συζητήσεις 100 καὶ πλέον ἐτῶν, ἡ γαλλικὴ γλώσσα πέρυσι δέχτηκε κάποιες δειλὲς ἀλλαγὲς –στὴν πραγματικότητα: ἐναρμονίσεις– μετὰ ἀπὸ μηνῶν δημόσιες συζητήσεις, ἀλλὰ κι αὐτὲς τὶς πενιχρές, δικαιολογημένες λογικὰ ἀλλαγές, τελικὰ τὶς ἀπέκρουσε ἡ Γαλλικὴ Ἀκαδημία –νόμιμος φρουρὸς τῆς γλώσσας τοῦ Λαοῦ.
Καὶ ἐκεῖνοι δὲν ἔχουν τὸ βαρύ, ἱερὸ χρέος νὰ προασπίσουν, καθὼς ἐμεῖς, ποὺ εἴμαστε καὶ οἱ μόνοι, τὰ ἀρχαῖα μας Κείμενα, ποὺ χωρὶς τόνους καὶ πνεύματα δὲν νοοῦνται. Καὶ εἶναι γνωστὴ ἡ νικηφόρα ἀντίσταση τῶν Ἱσπανῶν στὴν ἰταμὴ ἀξίωση τῶν πολυεθνικῶν ἑταιριῶν γιὰ νὰ καταργήσουν τὸ ψηφίο ῆ.
10
Μὲ τὸν αἰφνίδιο, ἀντισυνταγματικὸ τρόπο, ποὺ ἐπιβλήθηκε μεταμεσονύχτια τὸ μονοτονικό, κανεὶς δὲν θέλησε νὰ συνειδητοποιήσει, οὔτε ὁ ἀπληροφόρητος Ὑπουργὸς τότε Παιδείας, πὼς δημιουργήθηκε, μὲ τὴν συνεργεία 30 βουλευτῶν, τῆς πενιχρότερης ποὺ γίνεται μειοψηφίας τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων, ἕνας νέος γλωσσικὸς διχασμὸς τοῦ Λαοῦ μας.
Τότε δημοσιεύτηκε καὶ ἡ ἀκόλουθη Διακήρυξη Ἑλλήνων Συγγραφέων:
«Πιστεύαμε πὼς ἡ πράξη τῆς Πολιτείας μὲ τὴν ὁποία, πρὶν λίγα χρόνια, ἀναγνώρισε τὴν δημοτικὴ ὡς τὴν μοναδικὴ γλώσσα τοῦ Ἔθνους μας σήμερα, θὰ λύτρωνε τὸν λαό μας ἀπὸ τὴν μάστιγα ἑνός, πολιτικοποιημένου μάλιστα γλωσσικοῦ ζητήματος, καὶ θὰ ἦταν ἡ ἀπαρχὴ μιᾶς βαθύτερης μελέτης καὶ γνώσης τῆς γλώσσας, μιᾶς συνειδητότερης χρήσης καὶ γραφῆς τῶν λέξεών της.
Ἀντὶ γι’ αὐτό, μὲ λύπη μας εἴδαμε νὰ δημιουργεῖται τεχνητά, ἀμέσως, ἕνα νεόμορφο γλωσσικὸ πρόβλημα, τὸ πρόβλημα τοῦ τονισμοῦ τῶν λέξεων στὸν γραπτὸ λόγο καί, μαζὶ μ’ αὐτό, νὰ συζητεῖται κιόλας τὸ θέμα τῆς γραφῆς τῶν λέξεων ἀπὸ μερικούς, δηλαδὴ ἡ πλήρης ἐξάρθρωση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Κι ἐκεῖνοι, ποὺ δημιούργησαν τὸ πρόβλημα αὐτό, φρόντισαν νὰ τὸ πολιτικοποιήσουν, χωρὶς ν’ ἀντιλαμβάνονται ὅτι, ἀναθέτοντας στὴν Πολιτεία πάλι τὴν λύση του, ἀνελάμβαναν ἀπέναντι στὸ Ἔθνος βαρύτατη εὐθύνη. Κι ἔτσι ἔχουμε νέα γλωσσικὴ ἐμπλοκὴ στὴν Ἑλλάδα.
Ἐπειδὴ ὅμως:
1. Οἱ λέξεις, ὅπως μᾶς τὶς παρέδωσαν οἱ πατέρες τοῦ Δημοτικισμοῦ, γράφονται ἔτσι ἐπὶ 2.000 τώρα χρόνια, ἔχοντας κρυσταλλώσει παράδοση ἀξιοσέβαστη, ἀκόμη κι ἀπὸ τοὺς ξένους·
2. Τὸ πὼς θὰ γράφονται οἱ λέξεις εἶναι πάντοτε ἁρμοδιότητα ἀποκλειστικὴ τῶν συγγραφέων ἑνὸς τόπου καὶ ποτὲ ἄλλων παραγόντων τῆς ζωῆς·
3. Τὸ κύριο χρέος μας σήμερα εἶναι νὰ μάθουν νὰ μιλοῦν καὶ νὰ γράφουν οἱ Ἕλληνες σωστὰ τὴν παραδομένη δημοτική·
4. Οἱ ἀπλοποιήσεις τῆς γλώσσας μας τὰ τελευταῖα χρόνια περιόρισαν στὸ ἐλάχιστο τὶς δυσκολίες τονισμοῦ τῶν λέξεών της,
διακηρύσσουμε ὅτι:
Δὲν δεχόμαστε ὁποιαδήποτε ἀλλαγὴ στὴν γραφὴ τῶν λέξεων τῆς γλώσσας μας καὶ θὰ συνεχίσουμε νὰ γράφουμε καὶ νὰ τυπώνουμε τὰ βιβλία μας μὲ σέβας πρὸς τὴν ζωντανὴ γλωσσικὴ παράδοση καὶ τὴν πλήρη μορφὴ τῶν λέξεων, ὅπως μᾶς δίδαξαν οἱ πατέρες τοῦ Δημοτικισμοῦ καὶ οἱ μεγάλοι Νεοέλληνες συγγραφεῖς.
Οἱ συγγραφεῖς:
Νίκος Ἀθανασιάδης, Τάσος Ἀθανασιάδης, Ἔφη Αἰλιανοῦ, Ὀρέστης Ἀλεξάκης, Κώστας Ἀσημακόπουλος, Τάκης Βαρβιτσιώτης, Ὄλγα Βότση, Νικηφόρος Βρεττάκος, Πέτρος Γλέζος, Μαργαρίτα Δαλμάτη, Διαλεχτὴ Ζευγώλη-Γλέζου, Λιλὴ Ζωγράφου, Νανὰ Ἠσαΐα, Ἰουλία Ἰατρίδη, Πάνος Καραβίας, Ἀντρέας Καραντώνης, Ζωὴ Καρέλλη, Γρήγ. Κασιμάτης, Τάσος Κόρφης, Γιωργῆς Κότσιρας, Β. Κωνσταντῖνος, Χριστόφορος Λιοντάκης, Ν.Κ. Λοῦρος, Χρῆστος Μαλεβίτσης, Γ. Μανουσάκης, Μελισσάνθη, Ε.Ν. Μόσχος, Δημήτρης Μυράτ, Ἕλλη Νεζερίτη, Θεόδ. Ξύδης, Θ. Παπαθανασόπουλος, Δημ. Παπακωνσταντίνου, Λένα Παππᾶ, Π.Β. Πάσχος, Γ. Πατριαρχέας, Ν.Γ. Πεντζίκης, Ε.Ν. Πλατῆς, Ἀλέξης Σολομός, Τατιάνα Σταύρου, Γεωργία Ταρσούλη, Φώφη Τρέζου, Ἰωάννα Τσάτσου, Κώστας Ε. Τσιρόπουλος, Θ.Δ. Φραγκόπουλος, Νίκος Φωκᾶς, Παναγιώτης Φωτέας, Ἑρρίκος Χατζηανέστης, Ντίνος Χριστιανόπουλος».
Τὸ Μανιφέστο αὐτό, ποὺ προκάλεσε ὀργή, ὕβρεις καὶ συκοφαντήσεις-λιβελλογραφήματα τῶν ὀψίμων μονοτονιστῶν, ἀκολούθησαν πλῆθος γνῶμες ἐξεχόντων ἀνθρώπων τοῦ πνευματικοῦ μας πολιτισμοῦ –καὶ μόνο αὐτὰ θὰ ἀναχαίτιζαν μιὰν εὐαίσθητη, μὲ ἐθνικὴ συνείδηση Κυβέρνηση καὶ θὰ τὴν ἔφερναν σὲ αὐτο-ἐπίγνωση, ὥστε τουλάχιστο νὰ θέσει σὲ εὐρύτατη, λαϊκὴ συζήτηση τὸ θέμα καὶ νὰ μὴν ἐπιμείνει στὴν αὐταρχικὴ ἐπιβολὴ τοῦ μονοτονικοῦ.
Ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης ἐδήλωσε:
«Ἐγώ εἶμαι ὑπὲρ τοῦ παλαιοῦ συστήματος, ἐναντίον τοῦ μονοτονικοῦ καὶ ὑπὲρ τῆς διδασκαλίας τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν. Εἶναι ἡ βάση γιὰ νὰ ξέρεις τὴν ἐτυμολογία τῶν λέξεων. Ἡ σημερινὴ κακοποίηση τῆς γλώσσας μὲ ἐνοχλεῖ καὶ αἰσθητικά. Θέλω νὰ δῶ γραμμένο “καφενεῖον” κι ἂς μὴν τὸ προφέρουμε τὸ “ν”. Τώρα, ὅλες οἱ λέξεις ἔχουν μιὰ τρύπα».
Ὁ Νικηφόρος Βρεττάκος ὑπογράμμισε:
«Ὑπερτιμήθηκε ἡ ἄποψη ὅτι διευκολύνει τοὺς μαθητές, κάτι πού, ἴσως, εἶναι ἀντιπαιδαγωγικό. Ὑπάρχει, ἄλλωστε καὶ μιὰ παράδοση ποὺ ἐκφράζει τὴν ἄποψη μεγάλων παιδαγωγῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπιμένουν ὅτι τὸ παιδὶ πρέπει νὰ κοπιάζει γιὰ νὰ γίνει ἄνθρωπος ἱκανός, ὥστε στὴ ζωὴ του ν’ ἀντιμετωπίσει ὅλες τὶς ἀντιξοότητες. Ὑποστηρίχτηκε, ἐπίσης, ὑπὲρ τοῦ μονοτονικοῦ καὶ ἡ ἄποψη ὅτι διευκολύνονται οἱ τυπογράφοι καὶ οἱ στοιχειοθέτες, γενικά, καὶ ὅτι οἱ ἐκδόσεις, πάλι γενικά, γίνονται οἰκονομικότερες.
Παραγνωρίστηκαν, ὅμως, οἱ λόγοι ποὺ ἐπέβαλαν στοὺς Ἀλεξανδρινοὺς χρόνους τὴν καθιέρωση τῶν τόνων, οἱ ὁποῖοι ἰσχύουν καὶ σήμερα. Πολλὲς φορές, τὰ γραπτά μου δὲν διαβάζονται σωστὰ ὅταν τυπώνονται στὸ μονοτονικό. Ἂς ἐλπίσουμε ὅτι θὰ ἐπανεξεταστεῖ μελλοντικὰ τὸ θέμα κι ὅτι θὰ ἐπικρατήσουν σωφρονέστερες ἀπόψεις».
Ὁ Κορνήλιος Καστοριάδης ἐτόνισε:
«Τώρα γιὰ τὸ μονοτονικό. Ἂν δὲν θέλετε κύριοι τοῦ Ὑπουργείου νὰ κάνετε φωνητικὴ ὀρθογραφία, τότε πρέπει ν’ ἀφήσετε τοὺς τόνους καὶ τὰ πνεύματα, γιατί αὐτοὶ ποὺ τοὺς βάλανε, ξέρανε τί κάνανε. Δὲν ὑπῆρχαν στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικά, γιατί ἀπλούστατα ὑπῆρχαν μέσα στὶς ἴδιες τὶς λέξεις. Αὐτοί, οἱ Κριαρᾶς καὶ οἱ ἄλλοι (...) ποὺ ἔκαναν αὐτὲς τὶς μεταρρυθμίσεις –αὐτὸ παρακαλῶ νὰ γραφτεῖ στὶς ἐφημερίδες– δὲν ξέρουν τί εἶναι γλώσσα. Δὲν ξέρουν αὐτὸ ποὺ γνώριζε ἡ κόρη μου στὰ τρία της χρόνια. Μάθαινε μία λέξη καὶ μετὰ ἔψαχνε γιὰ τὶς συγγενεῖς της. Αὐτὸ εἶναι μιὰ γλώσσα. Ἕνα μάγμα, ἕνα πλέγμα, ὅπου οἱ λέξεις παράγονται οἱ μὲν ἀπὸ τὶς δέ, ὅπου οἱ σημασίες γλιστρᾶνε ἀπὸ τὴ μιὰ στὴν ἄλλη, εἶναι μιὰ ὀργανικὴ ἑνότητα ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν μπορεῖς νὰ βγάλεις καὶ νὰ κολλήσεις πράγματα, δυνάμει μιᾶς ψευτοκυβέρνησης, καθισμένος σ’ ἕνα γραφεῖο στὸ ὑπουργεῖο Παιδείας. Ἡ κατάργηση τῶν τόνων καὶ τῶν πνευμάτων εἶναι ἡ κατάργηση τῆς ὀρθογραφίας, ποὺ εἶναι τελικὰ ἡ καταστροφὴ τῆς συνέχειας. Ἤδη τὰ παιδιὰ δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν Καβάφη, Σεφέρη, Ἐλύτη, γιατί αὐτοὶ εἶναι γεμάτοι ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν. Δηλαδὴ πᾶμε νὰ καταστρέψουμε ὅ,τι κτίσαμε πρὶν λίγα χρόνια; Αὐτὴ εἶναι ἡ δραματικὴ μοίρα τοῦ σύγχρονου ἑλληνισμοῦ».
Ἀκολούθησαν διαμαρτυρίες, δημόσιες συζητήσεις, προσφυγές. Ἡ Κυβέρνηση ἔμεινε ἀσυγκίνητη, πιστεύοντας πὼς ἀπὸ χρόνο σὲ χρόνο θὰ κέρδιζε μὲ καταναγκασμό, τρομοκράτηση, διαδόσεις πὼς δὲν ὑπάρχουν πιὰ γραφομηχανὲς πολυτονικές, οὔτε τυπογράφοι πολυτονιστές, πὼς τὸ Κράτος δὲν ἀγοράζει τάχα βιβλία πολυτονικά, πὼς θὰ ἐπιβαλλόταν τελικὰ τὸ μονοτονικό. Ἐρωτοῦμε ὅμως: μπορεῖ μιὰ ἐξαναγκαστικὴ πρακτικὴ 8 χρόνων νὰ ἀνατρέψει παράδοση πρακτικῆς πολλῶν αἰώνων; Ἂς μᾶς ἀπαντήσουν οἱ ὑπεύθυνοι.
Πάντως, καὶ τὰ παιδιά μας, στὰ δίσεχτα αὐτὰ χρόνια, δὲν ἔμαθαν καλύτερα τὴ γλώσσα μας, ἐπειδὴ καταργήθηκαν τόνοι καὶ πνεύματα, καὶ τὰ γραπτά τους, κατὰ γενικὴ ὁμολογία, κάθε χρόνο εἶναι καὶ πιὸ ἀξιοθρήνητα, πειστήρια γλωσσικῆς διάλυσης. Ἡ πλειονότητα τῶν συνειδητῶν συγγραφέων μας ἐξακολουθεῖ νὰ γράφει πολυτονικὰ –καὶ τῶν νέων συγγραφέων μας ἐπίσης, ὄχι μόνο τῶν παλιότερων– σπουδαῖα περιοδικὰ καὶ διαπρεπεῖς ἐκδοτικοὶ Οἶκοι ἐξακολουθοῦν νὰ χρησιμοποιοῦν τὸ πολυτονικὸ καὶ ὁ Λαὸς ἐπιμένει. Ἱερὴ ἐθνικὴ ἐπιμονή, ἀξιοθαύμαστη ἀντίσταση στὴν καταστροφή.
11
Συμπεραίνουμε:
1. Ἡ ἐπιβολὴ τοῦ μονοτονικοῦ ὑπῆρξε α΄) ἄκαιρη, β΄) αὐθαίρετη, γ΄) αὐταρχική, δ΄) αἰφνίδια, ε΄) ἀντισυνταγματική, ς΄) δὲν ἔγινε ἀπὸ τὸν Λαό μας, καὶ κυρίως ἀπὸ τοὺς εἰδικὰ ἐνδιαφερομένους, ἀποδεκτή. Πρόκειται, λοιπόν, γιὰ ἕνα ἀληθινὸ Σκάνδαλο πανεθνικῆς σημασίας.
2. Ἡ «Νέα Δημοκρατία» ΔΕΝ ΔΕΣΜΕΥΤΗΚΕ νὰ ἐφαρμόσει τὸ μονοτονικό. Ὁ σημερινὸς Πρωθυπουργὸς κ. Κωνσταντῖνος Μητσοτάκης ἀντιστάθηκε προσωπικὰ στὴν ἐσπευσμένη, καταστροφικὴ ἐκείνη πράξη καὶ διέταξε τὴν ἀποχώρηση ὅλων τῶν βουλευτῶν της τότε Ἀξιωματικῆς Ἀντιπολίτευσης ἀπὸ τὴν μεταμεσονύχτια συνεδρίαση τῆς Βουλῆς. Ἑπομένως, οὔτε τὸ Κόμμα, οὔτε ὁ Πρωθυπουργός, οὔτε οἱ Ὑπουργοί του, οὔτε οἱ βουλευτὲς τοῦ ἔχουν ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΔΕΣΜΕΥΣΗ καὶ ὑποχρέωση νὰ ἐφαρμόσουν καὶ νὰ ἐπιμείνουν στὸ μονοτονικό. Δὲν συνέπραξαν, ΑΝΤΙΣΤΑΘΗΚΑΝ στὴν χάλκευση τοῦ Σκανδάλου αὐτοῦ.
12
Ζητοῦμε:
1. Νὰ διατάξει ἡ Κυβέρνηση καὶ νὰ ἀρχίσει ὁ ἀξιότιμος κ. Ὑπουργὸς Παιδείας, σὲ συνεργασία μὲ τὴν κ. Ὑπουργὸ Πολιτισμοῦ, τὴν ἐπανασυζήτηση περὶ μονοτονικοῦ. Τὴν ἀνοιχτή, δημοκρατικὴ καὶ ἄφοβη συζήτηση καὶ νὰ κληθοῦν σ’ αὐτὸ τὸν ἀντιαυταρχικὸ διάλογο ὅλοι οἱ ἁρμόδιοι: ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, τὰ Πανεπιστήμια, τὰ Σωματεῖα Λογοτεχνῶν.
2. Νὰ ἐπιτρέψει ἀμέσως ἡ Κυβέρνηση ὥστε ὅλοι οἱ κρατικοὶ λειτουργοὶ καὶ τῶν τριῶν Ἐξουσιῶν τῆς Δημοκρατίας νὰ μποροῦν, ἂν κριθοῦν, ἐλεύθερα νὰ γράφουν πολυτονικά, χωρὶς φόβο καὶ ὁποιαδήποτε πίεση.
3. Νὰ τεθοῦν τὰ συμπεράσματα τῶν συζητήσεων αὐτῶν, ἂν ὄχι στὴν ἄμεση κρίση, ὅπως θὰ ἅρμοζε, τῶν Ἑλλήνων μὲ σαφὲς δημοψήφισμα, στὴν Ἐθνικὴ Ἀντιπροσωπεία καὶ σὲ εἰδικὴ συνεδρίαση ἔγκαιρα καὶ πλήρως προετοιμασμένη, ὥστε ἐκείνη νὰ ἀποφασίσει ἐλεύθερα, ὑπεύθυνα, ἑλληνικά.
Ἀθήνα, Σεπτέμβριος 1991.