"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2010

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου π.Ιεροθέου: Η θεολογία στήν Ελλάδα τής δεκαετίας τού '60






Κατά καιρούς γίνεται λόγος γιά τήν θεολογία στήν Ελλάδα κατά τήν δεκαετία τού '60 καί παρουσιάζεται αυτή η θεολογία ως μιά νέα θεολογία, είτε ως επαναφορά στήν διδασκαλία τών Πατέρων τής Εκκλησίας, είτε ως μιά νεοπατερική θεολογία, δηλαδή ως θεολογία τής Εκκλησίας πού εκφράζεται μέ μιά νέα γλώσσα.

Υπάρχουν πολλοί πού ισχυρίζονται ότι η θεολογία πού εμφανίσθηκε στήν Ελλάδα κατά τήν δεκαετία τού '60 ήταν ένα σημαντικό γεγονός γιά τήν Εκκλησία μας, αλλά, όπως υποστηρίζουν, διάφοροι παράγοντες συνετέλεσαν στό νά χαθή αυτή η σημαντική προοπτική πού δημιουργούσε αυτή η θεολογία.

Πρόκειται γιά τήν εμφάνιση μερικών νέων θεολόγων, οι οποίοι έγραψαν διάφορες επιστημονικές διατριβές ή συνέταξαν θεολογικά κείμενα, μέ τά οποία προσπαθούσαν νά δούν τήν ορθόδοξη διδασκαλία μέσα από μιά άλλη προοπτική, διαφορετική από εκείνη πού επικρατούσε τήν εποχή εκείνη.

Θά ήθελα νά υπογραμμίσω μερικά σημεία τά οποία, κατά τήν γνώμη μου, πρέπει νά συνεξετασθούν, μαζί μέ τίς άλλες μελέτες πού γίνονται στό θέμα αυτό.

1. Η θεολογία τής δεκαετίας τού '60

Είναι γνωστόν ότι στήν Ελλάδα πρίν καί μετά τήν απελευθέρωση από τόν τουρκικό ζυγό εισήχθη μιά θεολογία δυτικού τύπου, πού είχε σχέση είτε μέ τόν σχολαστικισμό τού Παπισμού είτε μέ τόν ηθικισμό τού Προτεσταντισμού. Αυτός είναι ο λόγος γιά τόν οποίον ο μακαριστός π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ έκανε λόγο γιά τήν βαβυλώνεια αιχμαλωσία τής ορθοδόξου θεολογίας.

Στήν συνέχεια, κάποια στιγμή μερικοί Έλληνες θεολόγοι ήρθαν σέ επικοινωνία μέ τά κείμενα τών Ρώσων εμιγκρέ (προσφύγων) στό Παρίσι ή άλλες ευαισθητοποιημένες φωνές καί διεπίστωσαν έναν διαφορετικό τρόπο μέ τόν οποίο εκφράζονταν γιά προβληματισμούς καί θέματα πού απασχολούσαν τόν δυτικό άνθρωπο. Ενθουσιάσθηκαν μέ τέτοια κείμενα καί προσπάθησαν νά μεταφέρουν αυτές τίς απόψεις καί στό ορθόδοξο ελληνικό κοινό.

Παράλληλα, όμως, γινόταν καί μιά άλλη κίνηση από θεολόγους, κυρίως τής Θεσσαλονίκης, νά φέρουν σέ επιφάνεια τά έργα τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά, ο οποίος εκφράζεται μέ ορθόδοξο ησυχαστικό τρόπο ζωής. Μέσα στήν προοπτική αυτή εγράφησαν διατριβές, μελέτες καί διάφορα θεολογικοκοινωνικά κείμενα.

Όλο αυτό τό ρεύμα ονομάσθηκε «θεολογία τής δεκαετίας τού '60» καί θεωρήθηκε ως κάτι καινούριο, γιατί αντιμετώπιζε τά φιλοσοφικά, θεολογικά, ανθρωπολογικά, εκκλησιολογικά καί κοινωνικά ζητήματα μέσα από μιά νέα προοπτική καί προσέφερε μιά καινούρια γλώσσα, πού άγγιζε περισσότερο τόν νέο άνθρωπο. Αυτό ξάφνιασε πολλούς, μεταξύ τών οποίων καί τούς αριστερούς καί οι επικριτές χαρακτήρισαν τήν κίνηση αυτή ως «νεορθοδοξία».

2. Τά αίτια γιά τά οποία εμφανίσθηκε η θεολογία τής δεκαετίας τού '60

Ασφαλώς πρέπει νά μελετηθή αυτό τό φαινόμενο καί νά εξετασθούν όλες οι παράμετροί του. Γιά παράδειγμα πρέπει νά ερευνηθούν τά αίτια πού προκάλεσαν τήν εμφάνιση αυτής τής θεολογίας, κατά πόσον αυτή η θεολογία έχει ερείσματα στήν διαχρονική παράδοση ή ήταν ένα εποχιακό φαινόμενο καί τελικά τί γονιμοποιήσεις προκάλεσε στήν χώρα μας καί στήν Εκκλησία.

Βεβαίως, όλο αυτό τό ρεύμα πρέπει νά μελετηθή μέ επάρκεια καί αντικειμενικότητα, διότι η αφετηρία καί προοπτική όλων τών θεολόγων πού εντάσσονται σέ αυτό τό θεολογικό ρεύμα δέν ήταν η ίδια, όπως ήδη αναφέρθηκε. Άλλοι από αυτούς ξεκίνησαν από μελέτη πατερικών κειμένων, μέσα στήν ησυχαστική παράδοση τού Αγίου Όρους, άλλοι από σύγχρονες φιλοσοφίες, όπως τού Μπερντιάγεφ, άλλοι από τήν μελέτη τών Ρώσων θεολόγων τής Διασποράς καί άλλοι επηρεάσθηκαν από τήν «πολιτική θεολογία» τής Λατινικής Αμερικής. Βεβαίως, όλες αυτές οι κατηγορίες κατέληγαν σέ διαφορετικά συμπεράσματα.

Σίγουρα η θεολογία τής δεκατετίας τού '60 πρέπει νά μελετηθή χωρίς υπερβολές καί χωρίς υποτιμήσεις καί νά αποδοθή ο δίκαιος έπαινος ή νά κριθή ανάλογα. Όμως παράλληλα δέν πρέπει νά παραθεωρηθή ότι τά ίδια ρεύματα παρατηρήθηκαν καί στίς δεκαετίες τού 20ου αιώνα στόν δυτικό χώρο. Οπότε, πρέπει νά εξετασθή η επιρροή τής δυτικής γερμανικής θεολογίας στήν διαμόρφωση ενός τουλάχιστον μέρους τής λεγομένης θεολογίας τής δεκαετίας τού '60 στήν Ελλάδα.

Εννοώ ότι στόν δυτικό κόσμο κυρίως στήν γερμανική θεολογία τής δεκαετίας τού '20, ύστερα από τά φρικτά αποτελέσματα τού Α' Παγκοσμίου Πολέμου καί τήν συνεργασία Χριστιανών μέ τίς ιμπεριαλιστικές δυνάμεις τής εποχής, αναπτύχθηκε η διαλεκτική θεολογία ή θεολογία τής κρίσεως ή νεορθοδοξία, η οποία προσπάθησε νά δή τήν σχέση τού Θεού μέ τόν κόσμο μέσα από άλλη προοπτική. Εμφανίσθηκαν νέοι προτεστάντες θεολόγοι, όπως ο Μπάρτ, ο Μπρούννερ, ο Μπούλτμαν, ο Τίλλιχ, οι οποίοι συναντήθηκαν μέ φιλοσόφους τής εποχής όπως τόν Κίρκεργκαρντ, τόν Μπερντιάγεφ, τόν Χάϊντεγκερ κλπ. αντίστοιχα, καί μίλησαν γιά τήν Εκκλησία σέ σχέση μέ τόν κόσμο μέ έναν διαφορετικό τρόπο από εκείνον πού μιλούσαν παλαιότεροι γερμανοί θεολόγοι όπως, γιά παράδειγμα, ο Χάρνακ.

http://www.parembasis.gr/2010/10_01_12.htm

Στήν γερμανική αυτή θεολογία τής δεκαετίας τού '20 ακούσθηκαν καί αναλύθηκαν όροι, όπως νεορθοδοξία, εκκοσμίκευση, εκκλησιολογία, πνευματολογία, εσχατολογία, οικουμενικότητα κλπ., οι οποίοι όροι χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον από τούς θεολόγους τής δεκαετίας τού '60 στήν Ελλάδα. Ακόμη, έγινε μεγάλος διάλογος στήν Γερμανία καί γενικότερα στήν Δύση γιά τίς σχέσεις μεταξύ Εκκλησίας καί κόσμου, λογικής καί πίστεως, φιλοσοφίας καί θεολογίας, ιστορίας καί εσχατολογίας, λόγου καί αποκαλύψεως, είναι καί Θεού.

Επίσης, στόν δυτικό κόσμο κατά τήν δεκαετία τού '60 αναπτύχθηκαν διάφορα θεολογικά ρεύματα πού έκαναν λόγο γιά τήν εσχατολογική θεολογία, τήν μεταχριστιανική θεολογία, τήν θεολογία τού θανάτου τού Θεού, τήν πολιτική θεολογία κλπ. Καί τέτοιες ορολογίες μεταφέρθηκαν καί στήν Ελλάδα κατά τήν δεκαετία τού '60 καί μετέπειτα. Ο Καθηγητής Μάριος Μπέγζος παρουσίασε μέ ωραίο τρόπο όλη αυτήν τήν εξέλιξη τής θεολογίας στούς Προτεστάντες.

Έτσι, η θεολογία τής δεκαετίας τού '60 στήν Ελλάδα πρέπει ασφαλώς νά μελετηθή καί από τήν προοπτική αυτή, δηλαδή σέ σχέση μέ τίς παράλληλες θεολογικές κινήσεις πού έγιναν στόν Προτεσταντικό κόσμο καί κυρίως στήν Γερμανία καί νά ερευνηθή η σχέση μεταξύ τών ορθοδόξων θεολόγων τής δεκαετίας τού '60 καί τών προτεσταντών θεολόγων τών δεκαετιών τού '20 καί τού '60.

Γιά παράδειγμα, κατά τά φοιτητικά χρόνια τής γενιάς μου ακούγαμε από τούς καθηγητές μας πολύ συχνά τίς απόψεις τών μεγάλων Γερμανών Προτεσταντών θεολόγων, όπως τού Μπάρτ, τού Μπρούννερ, τού Μπούλτμαν κλπ. Ενδεικτικά δέ νά αναφέρω ότι στό μάθημα τής ιστορίας τών δογμάτων μεταξύ τών άλλων είχα εξετασθή στό θέμα τής διαλεκτικής θεολογίας καί τίς απόψεις τών πιό πάνω Γερμανών θεολόγων ως πρός τήν δικαίωση τού ανθρώπου, σέ σχέση μέ τήν ορθόδοξη θεολογία, όπως διατυπώθηκε από τούς αγίους Πατέρες. Επίσης στίς πτυχιακές εξετάσεις στό μάθημα τής χριστιανικής ηθικής εξετάσθηκα στό βιβλίο τού Ν. Μπερντιάγεφ «Ο προορισμός τού ανθρώπου». Αυτό συνέβαινε διότι μερικοί από τούς Καθηγητές είχαν σπουδάσει στήν Γερμανία καί γνώριζαν όλη τήν κίνηση τής διαλεκτικής θεολογίας.

Η προηγούμενη από μάς γενιά είχε επηρεασθή πάρα πολύ από τόν Γερμανό θεολόγο Χάρνακ, ο οποίος είχε προηγηθή τής διαλεκτικής θεολογίας, διότι οι καθηγητές τής εποχής εκείνης είχαν σπουδάσει τήν γερμανική θεολογία μέσα από τίς απόψεις του.

Εν πάση περιπτώσει, η λεγομένη θεολογία τής δεκαετίας τού '60 στήν Ελλάδα πρέπει νά μελετηθή καί βάσει τών αντιστοίχων «θεολογιών» στήν Γερμανία καί βάσει τής θεολογίας τών Ρώσων τής Διασποράς.

3. Η θεολογία τής Εκκλησίας

Πέρα από όσα αναφέρθηκαν πρέπει νά προστεθή μιά άποψη, η οποία πρέπει νά αξιοποιηθή, προκειμένου νά προχωρήσουμε σέ ασφαλέστερα συμπεράσματα γιά τό θέμα αυτό.

Τήν δεκαετία τού '60 ήμουν φοιτητής τής Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης, οπότε διδασκόμουν από τούς καθηγητές αλλά καί διάβαζα κείμενα θεολόγων πού εξέφραζαν αυτήν τήν νέα προοπτική. Παράλληλα όμως μελετούσα κείμενα τής ησυχαστικής παραδόσεως, τών Πατέρων τής Εκκλησίας, ιδίως τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά, τού αγίου Συμεών τού Νέου Θεολόγου καί τών φιλοκαλικών Πατέρων.

Σέ κάποια επίσκεψή μου τότε στό Άγιον Όρος ερώτησα τον μακαριστό μοναχό Θεόκλητο Διονυσιάτη, ο οποίος διέπρεπε τότε καί στήν μοναχική πολιτεία τού Αγίου Όρους καί στήν Ελλάδα ως εκφραστής τής ορθόδοξου θεολογίας γιά τό πώς βλέπει όλην αυτή τήν προβληματική τής θεολογίας στήν Ελλάδα. Μού απάντησε εύστοχα ότι δέν βλέπει πρόβλημα στήν θεολογία, αλλα πρόβλημα στούς θεολόγους!

Μέ τίς μεταγενέστερες μελέτες μου κατέληξα στό συμπέρασμα ότι η ορθόδοξη θεολογία είναι η φωνή τής Εκκλησίας. Καί όπως η Εκκλησία είναι διαχρονική ως Σώμα τού Χριστού, έτσι καί η ορθόδοξη θεολογία έχει μιά διαχρονική έκφραση καί εμπειρία καί δέν χωρίζεται σέ δεκαετίες. Βεβαίως, μπορούμε νά εντοπίζουμε μέσα στήν ιστορία διάφορα θεολογικά ρεύματα πού εκφράσθηκαν από θεολόγους κατά εποχές ή καλλιεργήθηκαν σέ διάφορες πόλεις (Αλεξάνδρεια-Αντιόχεια-Ιεροσόλυμα κλπ.) αλλά δέν μπορούμε νά ομιλούμε γιά ορθόδοξη θεολογία τής δεκαετίας τού '60, τού '70, τού '80 τού '90 κλπ.

Μέ άλλα λόγια η ορθόδοξη θεολογία τής Εκκλησίας είναι η θεολογία τών Προφητών, τών Αποστόλων καί τών Πατέρων διά μέσου όλων τών αιώνων. Κάθε νέο ρεύμα τό οποίο εμφανίζεται, πρέπει νά μελετάται σέ σχέση μέ τήν θεολογία τής Εκκλησίας πού εκφράζεται από τούς Προφήτας, τούς Αποστόλους καί τούς Πατέρας. Αυτοί οι άγιοι έφθασαν στήν θέωση, είδαν τόν Θεό μέσα στό Φώς καί μετά εξέφρασαν τίς εμπειρίες τους μέ τούς όρους τής εποχής τους.

Όταν μελετήση κανείς τήν λεγόμενη θεολογία τής δεκατίας τού '60 μέσα από τήν προοπτική τών Προφητών, τών Αποστόλων καί τών Πατέρων θά δή ότι πρόκειται γιά μιά θεολογία πού επηρεάσθηκε τόσο από τήν ρωσική θεολογία τής Διασποράς, όσο καί από τήν προτεσταντική διαλεκτική θεολογία καί συνδέεται μέ στοιχεία στοχασμού, συναισθηματισμού καί προγονισμού. Οπότε, σέ μερικά σημεία προσφέρει μία καινούρια γλώσσα, αλλά στήν ουσία διαφοροποιείται εν πολλοίς μεθοδολογικά από τήν πατερική παράδοση, η οποία στό βάθος της είναι νηπτική - ησυχαστική καί όχι φιλοσοφική - στοχαστική. Πρόκειται γιά τήν θεολογία πού ασχολείται μέ τήν αισθητική καί όχι τήν ασκητική, τό λογιστικό καί όχι τό νοερό.

Επίσης, οι θεολόγοι πού έχουν επηρεασθή από τήν «ομορφιά» τής θεολογίας τής δεκατίας τού '60, παραμένουν προσκολλημένοι σέ αυτήν καί δέν βλέπουν ότι υπάρχουν μεταγενέστερες θεολογικές μελέτες καί στήν Δύση καί στήν ορθόδοξη Ανατολή πού έχουν προχωρήσει πολύ περισσότερο τά θέματα αυτά καί έχουν υπερβή εν πολλοίς τήν λεγομένη θεολογία τής δεκαετίας τού '60. Όμως, τό νά κρίνη αρνητικά ένας δρομέας-αθλητής αυτούς πού τόν έχουν ξεπεράσει καί τρέχουν πιό δυνατά από αυτόν, δέν είναι σωστή αντίληψη καί κριτική.

Τόν Μάϊο-Ιούνιο τού 1997 κληθήκαμε ο π. Ιωάννης ο Ρωμανίδης, ο π. Γεώργιος Μεταλληνός καί ο γράφων νά ομιλήσουμε σέ ένα Σεμινάριο τό οποίο διοργάνωσε η Orthodox Church fo Amerika (Ο.C.A.) πλησίον τής Ατλάντας. Ήμασταν οι μόνοι εισηγητές καί θά δίναμε ο καθένας μιά σειρά από διαλέξεις, επί διήμερο, γύρω από τό θέμα τής Ορθοδοξίας ως θεραπευτικής επιστήμης. Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης λόγω ασθενείας δέν μπόρεσε νά παρευρεθή, αλλά διαβάσθηκε τό εισαγωγικό κείμενό του, ο π. Γεώργιος Μεταλληνός εισηγήθηκε θέματα σχετικά μέ τά ιστορικά καί θεολογικά πλαίσια τής Ορθοδόξου Εκκλησίας καί ο γράφων εισηγήθηκε θέματα πού είχαν σχέση μέ τήν Εκκλησία ως νοσοκομείο καί τήν μέθοδο μέ τήν οποία θεραπεύει τόν άνθρωπο.

Η OCA είναι η Εκκλησία στήν οποία δίδαξε καί έπαιξε σημαντικό ρόλο ο γνωστός σέ όλους θεολόγος Αλέξανδρος Σμέμαν. Οι διοργανωτές τού Σεμιναρίου ήθελαν νά γνωρίσουν τίς απόψεις μας γύρω από τά θέματα αυτά. Πληροφορηθήκαμε ότι τά μέλη τής Εκκλησίας αυτής, μέχρι τότε, θεωρούσαν ότι οι θεολόγοι τής Ελλάδος είναι επηρεασμένοι από τήν σχολαστική καί προτεσταντική θεολογία τής Δύσεως καί ότι οι Ρώσοι θεολόγοι τής Διασποράς εξέφραζαν τήν αληθινή ορθόδοξη θεολογία τήν λεγομένη νεοπατερική καί νεοπαλαμική, πού ασφαλώς είναι ανώτερη καί υπέρτερη τής θεολογίας τών Πατέρων. Είναι γνωστές οι απόψεις τού Αλέξη Κομιακώφ ότι η σχολαστική θεολογία τής Δύσεως υπερέβη τήν θεολογία τών Πατέρων καί ότι η Ρωσική θεολογία ξεπέρασε καί τήν σχολαστική, άρα καί τήν Ελληνική Πατερική θεολογία. Όταν όμως άκουσαν επανειλημμένως στό διήμερο αυτό τού Σεμιναρίου εμάς νά αναλύουμε θέματα ορθοδόξου παραδόσεως, τότε κάποιος από αυτούς είπε: «Αυτή η θεολογία είναι ανώτερη από τήν δική μας καί τών Ρώσων τής Διασποράς. Κάναμε λάθος πού τήν έχουμε υποτιμήσει».

Καί νά σκεφθή κανείς ότι η λεγομένη θεολογία τής δεκαετίας τού '60 χρησιμοποίησε πάρα πολύ, μεταξύ τών άλλων, καί τίς απόψεις τού Αλεξάνδρου Σμέμαν.

4. Η περίπτωση τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη

Στούς θεολόγους τής δεκαετίας τού '60 πολλοί συγκαταλέγουν καί τόν Πρωτοπρεσβύτερο π. Ιωάννη Ρωμανίδη, ο οποίος πράγματι εδημιούργησε μεγάλη έκπληξη τήν εποχή εκείνη καί συνετέλεσε στήν επαναφορά τής θεολογίας στήν Ελλάδα πρός τήν πατερική παράδοση.

Θεωρώ ότι δέν είναι ορθό νά συγκαταλέγεται ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης σέ αυτό τό ρεύμα τής λεγομένης νεορθοδοξίας. Καί αυτό γιά πολλούς λόγους.

Ο πρώτος είναι ότι ο π. Ιωάννης εμφανίσθηκε στά θεολογικά γράμματα καί τήν επιστήμη τής θεολογίας τήν δεκαετία τού '50, πρώτα μέ μελέτες καί ύστερα μέ τήν διατριβή του, μέ τίτλο «Τό Προπατορικό αμάρτημα», πού απετέλεσε πράγματι σταθμό στήν Θεολογική Σχολή Αθηνών, όπου δημιούργησε μεγάλη συζήτηση, αλλά καί γενικότερα στόν θεολογικό κόσμο στήν Ελλάδα.

Ο δεύτερος λόγος είναι γιατί ο π. Ιωάννης δέν επηρεάσθηκε από τούς Ρώσους θεολόγους τής Διασποράς ούτε από τήν διαλεκτική προτεσταντική θεολογία, αλλά από τήν προσωπική έρευνα πού έκανε στούς Αποστολικούς Πατέρας τής Εκκλησίας. Μεγαλωμένος στό προτεσταντικό περιβάλλον τής Αμερικής σπούδασε καί σέ Παπικό Ινστιτούτο, όπου διδάχθηκε καί μελέτησε τήν θεολογία τού Θωμά τού Ακινάτη, καί σέ προτεσταντικές Θεολογικές Σχολές, όπως τού Γιέϊλ καί τού Χάρβαρντ καί γνώρισε πολύ καλά τήν νοοτροπία τους. Κυρίως επειδή οι Προτεστάντες δίδασκαν ότι οι Πατέρες τής Εκκλησίας αλλοίωσαν τήν αποστολική παράδοση, γι' αυτό μελέτησε διεξοδικά τούς Αποστολικούς Πατέρας (Ειρηναίο, Ιγνάτιο, Μεθόδιο, Ιουστίνο, Πολύκαρπο κλπ.) οι οποίοι είναι ο κρίκος εκείνος πού συνέδεσε τούς Αποστόλους καί τούς μετέπειτα Πατέρας. Καρπός αυτής τής μελέτης ήταν η διατριβή του γιά τό προπατορικό αμάρτημα, όπου, μεταξύ άλλων, διαπιστώνει τήν διαφορά μεταξύ σχολαστικής καί ορθοδόξου θεολογίας. Είναι χαρακτηριστικός ο υπότιτλος τής μελέτης του γιά τό προπατορικό αμάρτημα, πού προσδιορίζει τό περιεχόμενο τού βιβλίου: «Συμβολαί εις τήν έρευναν τών προϋποθέσεων τής διδασκαλίας τού Προπατορικού Αμαρτήματος εν τή μέχρι τού Αγ. Ειρηναίου Αρχαία Εκκλησία, εν αντιβολή πρός τήν καθόλου κατεύθυνσιν τής Ορθοδόξου καί τής Δυτικής μέχρι Θωμά τού Ακινάτου Θεολογίας».

Ο τρίτος λόγος, κατ' επέκταση, ήταν ότι όταν ήλθε στήν Ελλάδα τήν δεκαετία τού '50 αισθάνθηκε μεγάλη έκπληξη από τό κλίμα τό οποίο συνάντησε. Μετά τήν εκπόνηση τής διατριβής του μελέτησε ακόμη βαθύτερα τό θέμα καί έφθασε σέ άλλα συμπεράσματα, όπως στήν θεολογία τού ησυχασμού καί τήν ζωή τής Ρωμηοσύνης, τήν οποία όμως Ρωμηοσύνη τήν έβλεπε περισσότερο μέσα από τήν νηπτική καί ησυχαστική παράδοση τής Εκκλησίας. Σημειώνω δέ ότι όποιος ερμηνεύει τήν θεωρία τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη περί Ρωμηοσύνης μέσα από εθνικισμούς καί όχι μέσα από τήν νηπτική παράδοση τής Εκκλησίας, η οποία είναι υπέρβαση κάθε εθνικισμού, αυτός παρερμηνεύει τίς απόψεις του.

Επομένως, οι μετέπειτα μελέτες τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη δέν είναι έκπτωσή του από τίς πρώτες μελέτες του, όπως ισχυρίζονται μερικοί, αλλά είναι θετική εξέλιξή τους, δηλαδή πορεία πρός τήν ακραιφνή πατερική παράδοση. Ακόμη, όσοι ερμηνεύουν τήν διδασκαλία του μέσα από άλλα ρεύματα μονοφυσιτικά, νέο-νεστοριανικά καί ωριγενιστικά καί αυτοί τόν αδικούν. Γιά παράδειγμα, επειδή μερικοί απέδωσαν ωριγενισμό σέ μερικές απόψεις τού π. Ιωάννου Ρωμανίδου, μελέτησα τίς δοξασίες τού Ωριγένους πού καταδικάσθηκαν από τήν Πέμπτη Οικουμενική Σύνοδο, όπως φαίνονται στά διασωθέντα Πρακτικά της, καί δέν διέκρινα κάποια επίδραση. Άν μερικές απόψεις τού Ωριγένους είναι ορθόδοξες καί πέρασαν διά τών Πατέρων τής Εκκλησίας (Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Θεολόγος, κλπ.) στήν παράδοσή της, δέν μπορούμε νά κατηγορήσουμε τόν π. Ιωάννη. Άλλωστε ο π. Ιωάννης επανειλημμένως σέ κείμενά του αναφερόταν σέ εσφαλμένες απόψεις τού Ωριγένους. Έχω υπ' όψιν μου απομαγνητοφωνημένη ομιλία του, στήν οποία κάνει οξεία κριτική στίς απόψεις τού Ωριγένους.

Ο τέταρτος λόγος είναι ότι ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ήξερε πολύ καλά τήν ρωσική θεολογία τής Διασποράς, όπως καί τά αίτια καί τούς σκοπούς αυτών πού τήν διέδιδαν, καθώς επίσης ήξερε πολύ καλά τήν γερμανική ιδεαλιστική, διαλεκτική καί υπαρξιακή θεολογία τής Δύσεως καί έκρινε ανάλογα αυτούς πού τήν ανέπτυξαν ή τήν μετέφεραν στήν Ελλάδα.

Μάλιστα υποστήριζε τήν άποψη ότι όταν κάποιος προσβάλλεται στόν σωματικό οργανισμό του από ένα μικρόβιο ή ιό, πρέπει νά βρεθή η αιτία τής προσβολής, από πού προέρχεται αυτός ο ιός. Κατά παρόμοιο τρόπο, όταν κάποιος μεταφέρει έναν «θεολογικό ιό ή μικρόβιο» στήν Ελλάδα, πρέπει νά εξετασθή γιά νά βρεθή τό πρόσωπο από τό οποίο τό «κόλλησε». Υποστήριζε δέ ότι μιά τέτοια έρευνα στά θεολογικά γράμματα μπορεί νά καταδείξη ότι κάποιος Έλληνα θεολόγος πού σπούδασε στήν Δύση μετέφερε στήν Ελλάδα τό ανάλογο «θεολογικό μικρόβιο» ή «θεολογικό ιό»!

Τό συμπέρασμα τών ανωτέρω σκέψεών μου είναι ότι η μελέτη τής θεολογίας τής δεκαετίας τού '60 πρέπει νά γίνεται μέ προσοχή καί μέσα από τήν προοπτική τών προϋποθέσεων πού εντοπίσθηκαν πιό πάνω, αλλ' όμως πρέπει νά υπογραμμισθή μέ έμφαση ότι η ορθόδοξη θεολογία δέν μπορεί νά ερμηνεύεται μέσα από δεκαετίες, αλλά μέσα από τήν διαχρονική παράδοση καί διδασκαλία τών Προφητών, τών Αποστόλων καί τών Πατέρων. Δηλαδή, στήν ορθόδοξη θεολογία δέν υπάρχει θεολογία τής δεκαετίας τού '60, αλλά η θεολογία τών θεοπτών Αγίων, πού είναι αντίθετη μέ τόν στοχασμό τών φιλοσόφων.–



http://radiofloga.blogspot.com

Γέροντος Παϊσίου: Περί τῶν κεκοιμημένων καί ποία βοήθεια μποροῦμε νά τούς παράσχουμε οἱ ζῶντες

π. Παΐσιος: «Για να ευχηθούν…ν’ αγιάσουν τα κόκαλά του»





-Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί (πλην των Αγίων) μπορούν να προσεύχονται;
-Έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια , αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Όσοι βρίσκονται στον Άδη μόνο ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά για να μετανοήσουν. Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν πια μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους, αλλά περιμένουν από εμάς βοήθεια. Γι’ αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.
Μου λέει ο λογισμός ότι μόνο το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται σε δαιμονική κατάσταση, και, εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό, όπως οι δαίμονες. Δεν ζητούν βοήθεια, αλλά και δεν δέχονται βοήθεια! Γιατί, τι να τους κάνει ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει και τον πατέρα του. Ε, τι να το κάνει αυτό ο πατέρας του; Οι άλλοι όμως οι υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μία ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σε αυτή τη ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήσει και να βοηθήσει έναν υπόδικο, έτσι κι αν είναι κανείς φίλος με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήσει στο Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρει τους υπόδικους από την μία φυλακή σε άλλη καλύτερη, από το ένα κρατητήριο σε ένα άλλο καλύτερο. Ή ακόμα μπορεί να τους μεταφέρει και σε ένα δωμάτιο ή σε διαμέρισμα.
Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κλπ που τους πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για τη ψυχή τους. Οι
προσευχές των ζώντων για τους κεκοιμημένους και τα μνημόσυνα είναι η τελευταία ευκαιρία που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν, μέχρι να γίνει η τελική Κρίση. Μετά την δίκη δεν θα υπάρχει δυνατότητα να βοηθηθούν….
…Ο Θεός θέλει να βοηθήσει τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για τη σωτηρία τους, αλλά δεν το κάνει, γιατί έχει αρχοντιά. Δεν θέλει να δώσει δικαίωμα στο διάβολο να πει: Πώς τον σώζεις αυτόν, ενώ δεν κοπίασε; Όταν εμείς προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους, Του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνει. Περισσότερο μάλιστα συγκινείται ο Θεός όταν προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους παρά για τους ζώντες.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν τη δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν τη ψυχή. Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβα για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι: «Σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία» (Α’ Κορ.15, 42)(δηλαδή συμβολίζει το θάνατο
και την ανάσταση του ανθρώπου), λέει η Γραφή…
-Γέροντα, αυτοί που έχουν πεθάνει πρόσφατα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από προσευχή;
-Εμ , όταν μπαίνει κάποιος στη φυλακή, στην αρχή δεν δυσκολεύεται πιο πολύ; Να κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, για να κάνει κάτι και γι’ αυτούς ο Θεός. Ιδίως, όταν ξέρουμε ότι κάποιος ήταν σκληρός, γιατί μπορεί να νομίζουμε ότι ήταν σκληρός, αλλά στη πραγματικότητα να μην ήταν – και είχε αμαρτωλή ζωή, τότε να κάνουμε πολλή προσευχή, Θείες Λειτουργίες, Σαρανταλείτουργα για τη ψυχή του και να δίνουμε ελεημοσύνη σε φτωχούς για τη σωτηρία της ψυχής του, για να ευχηθούν οι φτωχοί “να αγιάσουν τα κόκαλα του”, ώστε να καμφθεί ο Θεός και να τον ελεήσει. Έτσι ότι δεν έκανε εκείνος, το κάνουμε εμείς γι’ αυτόν. Ενώ ένας άνθρωπος που είχε καλωσύνη, ακόμα και αν η ζωή του δεν ήταν καλή, επειδή είχε καλή διάθεση, με λίγη προσευχή πολύ βοηθιέται.
Έχω υπόψη μου γεγονότα που μαρτυρούν πόσο οι κεκοιμημένοι βοηθιούνται με την προσευχή πνευματικών ανθρώπων. Κάποιος ήρθε στο Καλύβι και μου είπε με κλάματα: Γέροντα, δεν έκανα προσευχή για κάποιο γνωστό μου κεκοιμημένο και μου παρουσιάστηκε στον ύπνο μου. Είκοσι μέρες, μου είπε, έχεις να με βοηθήσεις, με ξέχασες και υποφέρω! Πράγματι, μου λέει (ο προσκυνητής) εδώ και 20 μέρες είχα ξεχαστεί με διάφορες μέριμνες και ούτε για τον εαυτό μου δεν προσευχόμουν.
-Όταν, Γέροντα, πεθάνει κάποιος και μας ζητήσουν να προσευχηθούμε γι’ αυτόν, είναι καλό να κάνουμε κάθε μέρα ένα κομποσκοίνι μέχρι τα σαράντα;
-Άμα κάνεις κομποσκοίνι γι’ αυτόν, βάλε και άλλους κεκοιμημένους. Γιατί να πάει η αμαξοστοιχία στον προορισμό της με έναν μόνο επιβάτη, ενώ χωράει και άλλους; Πόσοι κεκοιμημένοι έχουν ανάγκη οι καημένοι και ζητούν βοήθεια και δεν έχουν κανέναν να προσευχηθεί γι’ αυτούς! Μερικοί , κάθε τόσο, κάνουν μνημόσυνο μόνο για κάποιον δικό τους. Με αυτό το τρόπο δεν βοηθιέται ούτε ο δικός τους, γιατί η προσευχή τους δεν είναι τόσο ευάρεστη στο Θεό. Αφού τόσα μνημόσυνα έκαναν γι’ αυτόν, ας κάνουν συγχρόνως και για τους ξένους.
-Γέροντα, οι νεκροί που δεν έχουν ανθρώπους να προσεύχονται γι’ αυτούς βοηθιούνται από τις προσευχές εκείνων που προσεύχονται γενικά για τους κεκοιμημένους;
-Και βέβαια βοηθιούνται. Εγώ, όταν προσεύχομαι για όλους τους κεκοιμημένους, βλέπω στον ύπνο μου τους γονείς μου, γιατί αναπαύονται από την προσευχή που κάνω. Κάθε φορά που έχω Θεία Λειτουργία, κάνω γενικό μνημόσυνο για όλους τους κεκοιμημένους…Αν καμιά φορά δεν κάνω ευχή για τους κεκοιμημένους, παρουσιάζονται γνωστοί κεκοιμημένοι μπροστά μου. Έναν συγγενή μου, που είχε σκοτωθεί στο πόλεμο, τον είδα μπροστά μου μετά τη Θεία Λειτουργία, την ώρα του μνημόσυνου, γιατί αυτόν δεν τον είχα γραμμένο με τα ονόματα των κεκοιμημένων, επειδή μνημονεύονταν στη Προσκομιδή με τους ηρωικώς πεσόντες. Κι εσείς στην Αγία Πρόθεση να μη δίνετε να μνημονευθούν μόνο ονόματα ασθενών, αλλά και ονόματα κεκοιμημένων, γιατί μεγαλύτερη ανάγκη έχουν οι κεκοιμημένοι!
vatopaidi.wordpress.com

0 σχόλια:

Ανάρτηση Σχολίου

Γέροντος Παΐσιου του Αγιορείτου: «Τι αναζήτηση υπάρχει - Ο γλυκός κατήφορος είναι εύκολος»



Λόγοι Α΄

ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2001

Τι αναζήτηση υπάρχει


Χειμώνα καιρό ήρθαν μια μέρα στο Καλύβι ογδόντα άτομα, από φοιτητές μέχρι σκηνοθέτες. Έκλαιγαν και ρωτούσαν αν μπορούν να σπουδάσουν Θεολογία! Είναι εξωφρενική η κατάσταση στον κόσμο! Όλοι ζητούν κάτι, χωρίς να ξέρουν οι περισσότεροι τι ζητούν. Άλλοι με μπουζούκια ψάχνουν την αλήθεια! Άλλοι με εξωφρενική μουσική ζητούν τον Χριστό!
- Γέροντα, αλήθεια, τι αναζήτηση έχει ο κόσμος! Τόσοι άνθρωποι να έρχωνται και να στέκωνται όρθιοι και να περιμένουν ώρες!
Μέσα στα σημεία των καιρών είναι και αυτό, να ζητάει ο κόσμος βοήθεια από εμένα τον ταλαίπωρο. Δεν βλέπω κάτι το καλό στον εαυτό μου και απορώ τι βρίσκουν οι άνθρωποι και τρέχουν σ' εμένα. Κολοκύθι με φλούδα καρπουζιού είμαι. Στις μέρες μας το κολοκύθι το τρώνε για καρπούζι, γιατί έχει φλούδα καρπουζιού. Ξεκινούν από την άκρη του κόσμου και δεν είναι σίγουροι, θα με βρουν, δεν θα με βρουν. Και τον εαυτό μου τον σιχαίνομαι και τον κόσμο τον πονάω. Πού έχουμε φθάσει! Πού κατήντησε ο κόσμος! Ο Προφήτης Ηλίας (5) αναφέρει ότι θα' ρθει καιρός που οι άνθρωποι θα βρουν έναν που θα έχη ιμάτιο και θα του πουν: “Έλα να σε κάνουμε βασιλιά!” Ο Θεός να μας λυπηθή!
Όταν διαβάζω τον 28ο Ψαλμό που είναι “Γι' αυτούς που κινδυνεύουν στην θάλασσα” (6), λέω: “Θεέ μου, και η στεριά, ο κόσμος όλος, έγινε χειρότερη θάλασσα, γιατί πνίγει τον κόσμο πνευματικά”. Και όταν έρχεται κόσμος απογοητευμένος, τους διαβάζω τον 93ο και τον 36ο Ψαλμό. “Θεός εκδικήσεων Κύριος, Θεός εκδικήσεων επαρρησιάσατο. Υψώθητι ο κρίνων την γην, απόδος ανταπόδοσιν τοις υπερηφάνοις... Τον λαόν σου, Κύριε, εταπείνωσαν και την κληρονομίαν σου εκάκωσαν... Και εγένετο μοι Κύριος εις καταφυγήν και ο Θεός μου εις βοηθόν ελπίδος μου...” Δίνουν μεγάλη παρηγοριά! Με μια ματιά στον Ουρανό θα άλλαζαν τα πράγματα. Αλλά βλέπεις, δεν σκέφτονται τον Θεό σήμερα οι άνθρωποι. Γι' αυτό δεν βρίσκεις ανταπόκριση, δεν μπορείς να συνεννοηθής.
Συνέχεια παρακαλώ τον Θεό να παρουσιάση σωστούς ανθρώπους, Χριστιανούς, για να βοηθούν τον κόσμο, και τους σωστούς να τους κρατήση χρόνια. Να κάνουμε προσευχή να φωτίση ο Θεός να βγουν άλλοι, νέοι άνθρωποι, αγνοί, να βγουν Μακκαβαίοι (7), γιατί οι
τωρινοί καταστρέφουν τον κόσμο. Οι νεώτεροι μπορεί να έχουν απειρία, αλλά δεν έχουν ψευτιά, πονηριά. Να πάρακαλούμε να φωτίζη ο Θεός ανθρώπους όχι μόνο στην Εκκλησία, αλλά και αυτούς που κυβερνούν, να έχουν φόβο Θεού, για να μπορέσουν κάτι να πουν. Λίγο, μια φωτισμένη κουβέντα αν πουν, τακ, αλλάζουν μια κατάσταση.

Αν πουν μια ανοησία, μπορεί ολόκληρο κράτος να το τσαλακώσουν.
Μια άσχημη απόφαση είναι καταστροφή. Δεν είναι μόνον η υλική δυστυχία, που πεινούν, που δυστυχούν οι άνθρωποι, η πνευματική δυστυχία είναι πιο μεγάλη. Η προσευχή πολύ θα βοηθήση να τους φωτίση λιγάκι ο Χριστός.
Παίρνει το κατσαβιδάκι ο Χριστός, λίγο ένα στρίψιμο, μια βόλτα πίσω... εντάξει, όλα τακτοποιούνται. Σιγά-σιγά, όταν ο Θεός φωτίζη μερικούς ανθρώπους, τότε το κακό εξευτελίζεται μόνο του. Γιατί το κακό μόνο του καταστρέφεται, δεν το καταστρέφει ο Θεός. Τελικά τα πράγματα θα έρθουν στην θέση τους. Βλέπω ότι πολλοί που έχουν μια θέση καταλαβαίνουν, πονούν και αγωνίζονται, και ιδιαίτερα το χαίρομαι!



5) Βλ. Ησ. 3, 6
6) Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης διάβαζε αυτόν τον Ψαλμό για όσους κινδυνεύουν στην θάλασσα.
7) Η προσωνυμία “Μακκαβαίος” δόθηκε στον Ιούδα, ηγέτη της Ιουδαϊκής επαναστάσεως (166 π.Χ.), η οποία έγινε κατά του Αντιόχου Δ' του Επιφανούς, ηγεμόνος του βασιλείου των Σελευκιδών. Σημαίνει -κατά την πιθανώτερη άποψη- αυτόν που σφυροκόπησε τους εχθρούς. Το ίδιο επίθετο δόθηκε στην συνέχεια και στους διαδόχους του Ιούδα. Οι Μακκαβαίοι διακρίθηκαν για τος αγώνες υπέρ της πατρώας πίστεως και της πολιτικής ελευθερίας. (Βλ. Στα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης Α', Β' και Γ' Μακκαβαίων).
Στην εποχή μας λείπουν τα παραδείγματα


- Γέροντα, γιατί ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων λέει ότι οι Μάρτυρες των εσχάτων χρόνων θα είναι “υπέρ πάντας Μάρτυρας” (8) ;
- Γιατί παλιά είχαμε μεγάλα αναστήματα. Στην εποχή μας λείπουν τα παραδείγματα -μιλώ γενικά για την Εκκλησία και τον Μοναχισμό. Τώρα πλήθυναν τα λόγια και τα βιβλία και λιγόστεψαν τα βιώματα. Θαυμάζουμε μόνον τους Αγίους Αθλητές της Εκκλησίας μας, χωρίς να καταλαβαίνουμε το πόσο κοπίασαν, γιατί δεν κοπιάσαμε, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε τον κόπο τους, για να τους αγαπήσουμε και να αγωνισθούμε από φιλότιμο να τους μιμηθούμε. Ο Καλός Θεός βέβαια θα λάβη υπ' όψιν Του την εποχή και τις συνθήκες στις οποίες ζούμε και ανάλογα θα ζητήση. Αν λίγο αγωνισθούμε, θα στεφανωθούμε περισσότερα από τους παλαιούς.
Παλιά που υπήρχε το αγωνιστικό πνεύμα και ο καθένας προσπαθούσε να μιμηθή τον άλλο, δεν μπορούσε να σταθή ούτε το κακό ούτε η αμέλεια. Ήταν και το καλό πολύ και αγωνιστικό πνεύμα υπήρχε, γι' αυτό ένας αμελής δεν μπορούσε να σταθή. Τον έπαιρναν σβάρνα οι άλλοι. Θυμάμαι, μια φορά στην Θεσσαλονίκη περιμέναμε τα φανάρια, για να περάσουμε από το ένα πεζοδρόμιο στο άλλο. Σε μια στιγμή αισθάνθηκα ένα κύμα να με σπρώχνη προς τα εμπρός, γιατί όλοι πήγαιναν προς τα εκεί. Μόλις που σήκωνα το πόδι και προχωρούσα. Θέλω να πω δηλαδή ότι, όταν όλοι πάνε προς ένα μέρος, ένας, και να μη θέλη να πάη, δυσκολεύεται να μην πάη, γιατί τον πάνε οι άλλοι. Σήμερα, αν κάποιος θέλη να ζήση τίμια και πνευματικά, δεν χωράει στον κόσμο, δυσκολεύεται.
Και αν δεν προσέξη, θα τον πάρη ο κατήφορος, το κοσμικό κανάλι. Παλιότερα, ήταν πολύ το καλό, πολλή η αρετή, πολύ το καλό παράδειγμα, και το κακό πνιγόταν στο πολύ καλό και η λίγη αταξία που υπήρχε στον κόσμο ή στα Μοναστήρια δεν φαινόταν και ούτε έβλαπτε. Τώρα τι γίνεται; Το κακό παράδειγμα είναι πολύ, και το λίγο καλό που υπάρχει, περιφρονείται. Γίνεται δηλαδή το αντίθετο, πνίγεται το λίγο καλό στο πολύ κακό, και έτσι κυβερνάει το κακό.
Όταν ένας άνθρωπος ή ένα σύνολο ανθρώπων έχη αγωνιστικό πνεύμα, αυτό πολύ βοηθάει. Γιατί, όταν ένας προχωράη πνευματικά, δεν ωφελεί μόνον τον εαυτό του, αλλά βοηθάει και τον άλλον που τον βλέπει. Και ένας που είναι χαλαρός, πάλι το ίδιο, επιδρά και στους άλλους. Όταν ο ένας χαλαρώνη, ο άλλος χαλαρώνη, τελικά, χωρίς να το καταλαβαίνουν, δεν μένει τίποτε. Γι' αυτό το αγωνιστικό πνεύμα πολύ θα βοηθήση μέσα σ' αυτήν την χαλάρωση που υπάρχει. Αυτό θα πρέπη να το προσέξουμε πολύ, γιατί έφθασαν δυστυχώς σε τέτοιο σημείο οι σημερινοί άνθρωποι, που κάνουν και νόμους ακόμη χαλαρούς και τους επιβάλλουν και στους αγωνιζομένους να τους εφαρμόσουν. Γι' αυτό οι αγωνιζόμενοι όχι μόνο δεν πρέπει να επηρεάζωνται από το κοσμικό πνεύμα, αλλά και να μη συγκρίνουν τον εαυτό τους με τους κοσμικούς και νομίζουν ότι είναι άγιοι και μετά χαλαρώνουν και γίνονται χειρότεροι και από τους πιο κοσμικούς. Στην πνευματική ζωή δεν θα βάλη κανείς για πρότυπο τους κοσμικούς αλλά τους Αγίους. Καλά είναι να παίρνη κάθε αρετή και να βρίσκη τον Άγιο που την είχε, να μελετά τον βίο του, και τότε θα βλέπη ότι δεν έχει κάνει τίποτε και να προχωρή με ταπείνωση. Στο στάδιο αυτοί που τρέχουν, δεν κοιτάζουν πίσω να δουν που βρίσκονται οι τελευταίοι, γιατί, αν το κάνουν, θα μείνουν αυτοί τελευταίοι. Όταν προσπαθώ να μιμηθώ τους προχωρημένους, η συνείδηση λεπτύνεται. Όταν όμως βλέπω τους πίσω, δικαιολογώ τον εαυτό μου και λέω ότι δεν είναι σπουδαία τα σφάλματά μου εν συγκρίσει με τα δικά τους. Επαναπαύομαι στον λογισμό μου ότι υπάρχει και ο κατώτερός μου. Έτσι πνίγω την συνείδησή μου ή καλύτερα, καταλήγω να έχω μια καρδιά σοβαντισμένη, αναίσθητη.


8) Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατηχήσεις, Κατήχηση Φωτιζομένων ΙΕ', κεφ. ΙΖ', εκδ. “Ετοιμασία”, Καρέας 1991, σ. 318


Ο γλυκός κατήφορος είναι εύκολος


- Γιατί, Γέροντα, ενώ κάνουμε τόσο δύσκολα το καλό, πέφτουμε τόσο εύκολα στο κακό;
- Γιατί για το καλό πρέπει πρώτα ο ίδιος ο άνθρωπος να βοηθήση, να αγωνισθή, ενώ στο κακό βοηθάει ο διάβολος. Ύστερα, οι άνθρωποι δεν μιμούνται το καλό ούτε έχουν καλούς λογισμούς. Πολλές φορές φέρνω το εξής παράδειγμα στους λαϊκούς: “Ας πούμε ότι έχω ένα αυτοκίνητο και λέω με τον λογισμό μου: Τι να το κάνω; Εγώ μπορώ να εξυπηρετηθώ και με κάποιον γνωστό μου και με κανένα ταξί στην ανάγκη. Ας το δώσω σ' εκείνον τον οικογενειάρχη που έχει πολλά παιδιά, να τα βγάζη λίγο έξω, να τα πάη σε κανένα Μοναστήρι, να ξεσκάνε και να βοηθιούνται τα καημένα; Αν το δώσω, κανένας δεν θα με μιμηθή σ' αυτό. Αν όμως έχω ένα αυτοκίνητο ίδια μάρκα με το δικό σας και ύστερα αλλάξω και πάρω άλλη καλύτερη μάρκα, να δήτε, δεν θα κοιμηθήτε όλη νύχτα, για να βρήτε έναν τρόπο να αλλάξετε αυτοκίνητο και να πάρετε καλύτερο, ίδιο με το δικό μου, και ας είναι καλά και τα δικά σας αυτοκίνητα. Σ' αυτή την περίπτωση θα πήτε: “Θα πουλήσω, θα δανεισθώ, για να το αλλάξω”. Ενώ στην προηγούμενη περίπτωση κανένας δεν θα με μιμηθή, να πει: “Τι να το κάνω και εγώ το αυτοκίνητο; ας το δώσω”, αλλά μπορεί να πουν ότι είμαι και χαμένος”.
Οι άνθρωποι εύκολα επηρεάζονται στο κακό. Ενώ στο βάθος αναγνωρίζουν και παραδέχονται το καλό, όμως πιο εύκολα επηρεάζονται και παρασύρονται από το κακό, γιατί εκεί κανοναρχεί (9) το ταγκαλάκι (10). Τον γλυκό κατήφορο εύκολα τον βρίσκει κανείς, γιατί ο πειρασμός δεν έχει άλλο τυπικό, παρά να σπρώχνη στον γλυκό κατήφορο τα πλάσματα του Θεού. Ο Χριστός έχει αρχοντιά. Σου λέει: “Αυτό είναι το καλό”, “ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν...” (11). Δεν λέει: “Με το ζόρι έλα κοντά μου!” Ο διάβολος έχει γυφτιά. Από 'δω-από 'κει τον τυλίγει τον άνθρωπο, για να τον πάη εκεί που θέλει. Ο Θεός σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου, γιατί δεν έκανε δούλους αλλά υιούς. Και παρ' όλο που ήξερε ότι θα επακολουθήση η πτώση, δεν τους έκανε δούλους. Προτίμησε να έρθη, να σαρκωθή, να σταυρωθή και να κερδίση έτσι τον άνθρωπο. Με την ελευθερία όμως αυτή που έδωσε ο Θεός -παρ' όλο που ο διάβολος μπορεί να κάνη πολύ κακό- δίνεται μια ευκαιρία για κοσκίνισμα. Φαίνεται τι κάνει κανείς με την καρδιά του, φαίνεται καθαρά το πολύ φιλότιμο.



9) Δηλαδή υπαγορεύει στον άνθρωπο τι να κάνη. (Από το “Κανονάρχης”: ο διατεταγμένος μοναχός να προαναγγέλλη αυτό που ψάλουν οι χοροί των ψαλτών).
10) Έτσι αποκαλούσε ο Γέροντας τον διάβολο.
11) Ματθ. 16, 24


συνεχίζεται.....




Πηγή:http://anavaseis.blogspot.com/

Η θεραπευτική αξία των παραμυθιών


Ετυμολογικά, το παραμύθι σημαίνει «αυτό που είναι πλησίον ενός μύθου». Ο Φρόιντ έλεγε ότι οι μύθοι είναι όνειρα που αντανακλούν τη λειτουργία του ασυνείδητου. Η μαγεία των παραμυθιών έγκειται στη δύναμή τους να αποτυπώνουν με τη χρήση πολλαπλών συμβόλων θεματολογίες όπως:
* διαχρονικές υπαρξιακές αγωνίες του ανθρώπου (το δίπολο ζωής και θανάτου),
* κοινωνικές αντιφάσεις (αδικία/ δικαίωση),
* ηθικές έννοιες (καλό/ κακό),
* αγωνίες που σχετίζονται με το πέρασμα του χρόνου (ωρίμαση, ευθύνες, αναπόφευκτες απώλειες),
* ενδοψυχικές συγκρούσεις
* πηγαία άγχη του ανθρώπου (αυτονομία/ εξάρτηση, φόβοι, αδιέξοδα).

Μπορούν να εκφράζουν απλά και αβίαστα την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου ψυχισμού, δίχως να υπόκεινται στον έλεγχο και τον περιορισμό μίας λογικής πραγματικότητας. Ο συμβολικός αυτός λόγος της αφήγησης των παραμυθιών, λειτουργεί προστατευτικά και θεραπευτικά στο μικρό παιδί και όχι μόνο, παρέχοντάς του μία σειρά από σημαντικά οφέλη όπως είναι:
- Η εξοικείωση με πολύπλοκες έννοιες (π.χ. το κακό, η βία) μέσα από μία κατανοητή ιστορία- έννοιες που δύσκολα ένα παιδί μπορεί αλλιώς να ενσωματώσει.
- Η επεξεργασία ηθικών αξιών, όπως π.χ. ότι η αλήθεια είναι πιο δυνατή από το ψέμα.
Οι ιστορίες των παραμυθιών ενισχύουν στο παιδί την κριτική του σκέψη. Το παιδί μπορεί και συνομιλεί προσωπικά με την αφήγηση, ερμηνεύει τους συμβολισμούς και χτίζει τα δικά του μηνύματα και στάσεις ως προς τις έννοιες της αδικίας, της βίας, της εγκατάλειψης ή της μοναξιάς.
Το παραμύθι αποτελεί ένα ερέθισμα για να προβάλλει πάνω του το παιδί, τα δικά του αναπάντητα ερωτηματικά ή αγωνίες, στις οποίες ο γονιός απαντά και ανακουφίζει.
Το παιδί μαθαίνει να διαχωρίζει το αληθινό από το φανταστικό, να επεξεργάζεται τη γλώσσα των συμβόλων, να εξερευνά τα μηνύματα που κρύβονται πίσω από το ορατό ή το αυτονόητο (π.χ. στην «Κοκκινοσκουφίτσα» ο λύκος θεωρητικά συμβολίζει τις επιθετικές/ ζωικές ενορμήσεις του ανθρώπου, το κόκκινο χρώμα τη σεξουαλικότητα, ενώ στην πλοκή εγείρεται η σημασία της εμπιστοσύνης και οι δυσκολίες που συνδέονται με την κατάκτησή της).
Σύμφωνα με τον παιδοψυχολόγο Μπρούνο Μπέτελχαϊμ (Bruno Bettelheim 1903–1990), τα παραμύθια βγάζουν το παιδί από δύσκολες συναισθηματικές καταστάσεις.
Εκείνο αρχίζει να επεξεργάζεται τι νιώθει, τι το φοβίζει, αλλά ανακαλύπτει και τρόπους υπέρβασης των συναισθημάτων του μέσα από την ταύτισή του με τον ήρωα ή από την κατανόηση της επίλυσης των εμποδίων μέσα στην ιστορία, η οποία συνήθως έχει και αίσιο τέλος, προσφέροντάς του την ασφάλεια και την ελπίδα που τόσο πολύ έχει ανάγκη.

Αναδημοσίευση από το www.ygeia.tanea.gr

῾Η φτώχεια στό facebook-τά ἐνδιαφέροντα τῶν νέων καί ἡ ὑποβάθμιση τῆς γλώσσας!

Η φτωχεια στο facebook

Μεγαλη φτωχεια στο facebook απο πλευρας ΝΕΟΛΑΙΑΣ. Εχω κανα δυο μηνες που μπηκα και βλεπω ΧΑΛΙΑ των νεων. Ασχολουνται με βλακεις δεν τα απασχολει τιποτα ουσιστικο. Δεν τα αγγιζει κανενα προβλημα ουτε ανεργια ουτε ναρκωτικα ουτε εθνικα θεματα. Δεν τα γνωριζουν καν.Ασε τη γλωσσα!!!! Βολευτηκαν με τα ''γκρικλις'' που τα βοηθα να κρυψουν ανορθογραφια τους. Και αντι να κανουν μια προσπαθεια να μαθουν τη γλωσσα τους, ανταλλασουν ΚΑΚΑΡΙΣΜΑΤΑ με τα ΟΡΝΙΘΟΣΚΑΛΙΣΜΑΤΑ τους. ΛΥΠΗ προκαλει ολο τουτο.Καμια ελπιδα!!!!

argirisza.blogspot.com

Λέξεις γεννιούνται, λέξεις κατασκευάζονται




Μη μου πείτε ότι δεν είναι πιο ωραία η έκφραση «καταιγισμός ιδεών» αντί της αγγλικής brainstorming ή η «ευρωστατιστική» αντί της Eurostat, που μας κάνει κάθε τόσο τη ζωή κόλαση με τα πορίσματά της για την ελληνική οικονομία.
Βεβαίως, δεν ξέρω αν κανείς θα διαλέξει τη λέξη «μεταδημοσκόπηση» από την πιο διαδεδομένη exit poll ή αν θα καταλάβει κάποιος τι του λες κάνοντας λόγο για τον «γραμμοκώδικα» αντί του γνωστού...

bar code. Και πολύ αμβιβάλλω ότι θα πει κανείς «χιονοσανίδα» το αγαπημένο του snowboard.

Η ελληνική γλώσσα, όπως κάθε γλώσσα, έχει τους δικούς της μηχανισμούς να ενσωματώνει ή να απορρίπτει νέους όρους. Το πρόβλημα είναι ότι η ταχύτητα εισαγωγής νέων όρων από τους τόπους παραγωγής των νέων τεχνολογιών είναι τέτοια, που δεν προλαβαίνει κανείς να σκεφθεί και να προωθήσει σε κοινή χρήση την ελληνική μετάφραση. Εδώ και μερικά χρόνια έχει αναλάβει αυτό τον ρόλο η Ακαδημία Αθηνών και το Κέντρο Ερεύνης Επιστημονικών Ορων και Νεολογισμών. Εκδίδει κάθε τόσο ένα είδος οδηγού για εκείνους που θέλουν να γνωρίσουν, και ενδεχομένως να υιοθετήσουν, την ελληνική εκδοχή νεοεισηγμένων όρων.

Στον καινούργιο διπλό τόμο (480 σελίδων), που κυκλοφόρησε με την επιστημονική επιμέλεια της διευθύντριας του Κέντρου Αναστασίας Χριστοφίδου, δημοσιεύονται 500 ελληνογενείς νεολογισμοί που δεν έχουν ενταχθεί ακόμη στα έγκυρα λεξικά της ελληνικής γλώσσας. Ανάμεσά τους η βιοτρομοκρατία, η ανθρωποδύναμη, η τηλεδίκη, η φοροκλίμακα κ.ά. Εντύπωση κάνει ότι σε αυτή την κατηγορία των «αθησαύριστων» λέξεων είναι και οι πασίγνωστες: αγροτοσυνδικαλιστής, ανθρωποβόρος, αντιγήρανση, αντιρυπογόνος, απένταξη, αποασύλωση, βιντεοπροβολή, νανοϊατρική κ.ά. Η καταγραφή τους έγινε με γνώμονα την αναφορά τους 50 φορές τουλάχιστον σε τρεις ημερήσιες εφημερίδες και τρεις κυριακάτικες, όπως και στο Google.

Μεγαλύτερο ενδιαφέρον ωστόσο παρουσιάζει η πρόταση της Ακαδημίας για την ελληνική μεταφορά κάποιων ξένων όρων, όπως accumulation=συσσώρευση, back office=υποστηρικτική υπηρεσία, investment banking=επενδυτική τραπεζική, blocking minority=καθοριστική μειοψηφία, blue chip=μετοχή υψηλής κεφαλοποίησης κ.ά. Οι προτάσεις αυτές δεν προέκυψαν τυχαία. Μια επιτροπή ακαδημαϊκών κάθησε και σκέφτηκε την καλύτερη ελληνική απόδοσή τους. Στην επιτροπή μετείχαν οι κ.κ.: Σπ. Ιακωβίδης, Αθ. Καμπύλης, Κων. Δρακάτος, Ιάκ. Καμπανέλλης, Αντ. Κουνάδης, Βασ. Πετράκος, Μεν. Τουρτόγλου. Συνεπώς, αξίζει τον κόπο όσοι «δουλεύουν» καθημερινά με εργαλείο τους τη γλώσσα, όπως π.χ. οι δημοσιογράφοι, να ρίχνουν από καιρού εις καιρόν καμία ματιά σ' αυτές τις προτάσεις.

http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=129858


http://news24gr.blogspot.com

Ἀρχιμανδρίτου Σαράντη Σαράντου: ῾Ιερὸ "Τριήμερο" (᾿Αρχή νηστείας Μ. Σαρακοστῆς)



Μέ αὐτὴν τὴν ὀνομασία χαρακτηρίζονται οἱ τρεῖς πρῶτες ἡμέρες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Τρεῖς ἡμέρες ἀπόλυτης νηστείας, χωρίς καθόλου φαγητό καί χωρίς νερό (εἰ δυνατόν).

᾿Από πολύ παλιά τόσο στούς ἱερεῖς καί μοναχούς ὅσο καί στούς λοιπούς ᾿Ορθοδόξους χριστιανούς γινόταν αὐτό τό προσκλητήριο: Νά ξεκινήσουν θεληματικά τήν πνευματική τους ἄθληση μ᾿ αὐτόν τόν δυναμικό τρόπο, τό ἱερό Τριήμερο.

Μέσα σ᾿ αὐτές τίς τρεῖς ἡμέρες μέ τή στέρηση τῆς τροφῆς αἰσθάνεται ἀναμφισβήτητα ὁ ἄνθρωπος σαφή ἀτονία. ῾Ο σωματικός τόνος μετριάζεται, τά πόδια κόβονται, ἡ γλώσσα ἀδυνατεῖ νά ὑπερλειτουργεῖ. Τό αἴσθημα τῆς πείνας ἐντείνεται. ῾Η δίψα κορυφώνεται. Στενοχωρεῖται ἀκραῖα ἡ ἀνθρώπινη φύση. Γι᾿ αὐτό προϋπόθεση γιά τήν ἄσκηση αὐτή εἶναι ἡ ἐλεύθερη θέληση (ὄχι ἐξωτερική πειθαναγκαστική ἐπιβολή) καί ἡ εὐχή τοῦ πνευματικοῦ, δηλαδή ἡ χαρισματική εὐλογία τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.

Καί...μιά δεύτερη ἀπαραίτητη προϋπόθεση: Δέν πρέπει ὁ νηστεύων νά ἀσχοληθεῖ μέ κανένα θέμα λυπηρό ἤ συνταρακτικό. Δέν ἐπιτρέπεται νά ἀφήσει καμμιά ἀνθρωποκτόνο μέριμνα νά τόν συγκλονίσει. Οἱ ἀκροβάτες δέν εἶναι δυνατό νά ἀσχοληθοῦν μέ τίποτε ἄλλο κατά τίς κρίσιμες στιγμές τῆς ἀκροβασίας τους, παρά μόνο μέ τό πῶς θά τελειώσουν τή συγκεκριμένη ἀκροβασία τους. ῎Ετσι καί ὁ χριστιανός πού "κάνει τριήμερο". Κάνει μιά πνευματική ἀκροβασία. ῎Οχι βέβαια ἐπικίνδυνη. Κανείς δέν ἀρρώστησε ἀπό τή νηστεία. (Οἱ γιατροί ἄλλωστε συνιστοῦν κατά καιρούς διαστήματα ἀποτοξινώσεως). ῾Η χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἁπτή καί ἄφθονη τίς ἡμέρες αὐτές. Εἶναι πάντως μιά ὁριακή κατάσταση γιά τόν ψυχοσωματικό ὀργανισμό. ῎Αν, λοιπόν, ὁ νηστεύων δέν προσέξει καί ἀφεθεῖ σέ ἔντονα λυπηρές ἤ ταραχώδεις προκλήσεις, τότε καί ψυχικά δέν θά ὠφεληθεῖ, ἀλλά καί σωματικά θά καταρρεύσει.

Μιά παλιά λαϊκή παροιμία λέγει: "Σάν συλλογιέται ὁ παπᾶς τό Τριήμερο, μαύρη Τουρνή (Τυρινή) τοῦ πάει. Μ᾿ ἄλλα λόγια: Λίγες μέρες πιό πρίν, δηλαδή τήν Τυρινή ἑβδομάδα, ὅταν ὁ παπᾶς ἀναλογίζεται τό Τριήμερο πού ἔχει νά κάνει, μαύρη Τυρινή κάνει. ῎Εχει δυσκολία τό τριήμερο. ῎Εχει στένωση. ῎Εχει ...πένθος.

῎Ετσι ὅμως ἔρχεται ὁ ἄνθρωπος "εἰς ἑαυτόν". ᾿Αρχίζει ἀμέσως, αὐτόματα θά λέγαμε, νά βλέπει τόν ἑαυτό του ὑπαρξιακά καί πνευματικά ὅσο ποτέ ἄλλοτε. Πρέπει νά τό τονίσουμε αὐτό. Βλέπει ὁ χριστιανός τίς ἐλλείψεις του, τήν πνευματική του φτώχεια, τά πάθη του, τίς ἀδυναμίες του, τή γύμνια του ἀπό κάθε ἀρετή. Ξεπερνάει κάθε στενή ἠθικιστική ἀξιολόγηση τοῦ ἑαυτοῦ του καί περνάει μέ ρεαλισμό στήν ταπείνωση. Βλέπει, ἴσως γιά πρώτη φορά, κάθε φορά πού κάνει τριήμερο τήν ξεραΐλα του, τό ἄμορφο χάος ἐντός του, τήν ἄβυσσο τοῦ "εἶναι" του. ῞Υστερά ἀρχίζει φυσικά νά ὁδηγεῖται στήν ἀνάγκη νά ἐργασθεῖ πνευματικά γιά τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπου. Μά πιό πολύ αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη νά ἀφεθεῖ στό Σωτήρα Χριστό γιά νά τόν ποδηγετήσει στά μυστικά καί ὑπέροχα Μυστήρια τῆς ἐν Χριστῷ πνευματικῆς ζωῆς. Τό ἱερό τριήμερο σέ συνδυασμό μέ τίς ἱερές ἀκολουθίες αὐτῶν τῶν ἡμερῶν περνάει πιό εὔκολα ἀπ᾿ ὅτι ἀρχικά φαίνεται.

Μέ αὐτή τή γερή πνευματική βάση, τό ἱερό Τριήμερο, προχωράει ἐνθουσιαστικά ὅλη ἡ Μ. Τεσσαρακοστή.

Γλυκύτατος καρπός ὅλων αὐτῶν εἶναι ἡ μεγαλειώδης συναίσθηση τῆς λαμπροφόρου ἡμέρας τῆς ᾿Αναστάσεως. Τό ἀναστάσιμο μυστικό θεοπανηγύρι μέσα στήν ὀρθόδοξη καρδι

Ἀρχιμ. Σαράντη Σαράντου : Περί ἐξομολογήσεως




Κατά τήν τελευταία ἐπίσκεψή μου στό ἁγιώνυμο Ὄρος ἄκουσα ἀπό τούς μοναχούς μιά πολύ σημαντική ἐμπειρία ἀπό τήν ἁγιορείτικη ζωή τους.

Μιλοῦσαν γιά τόν ἱερομόναχο Ἀθανάσιο πού ἔζησε στήν Ἱερά Μονή τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου πολύ ἀσκητικά καί πνευματικά. Ἡ ποιμαντική του προσφορά στούς συγχρόνους του μοναχούς καί λαϊκούς ἦταν ποιοτικά ἀνάλογη τοῦ θεανθρωπίνου τρόπου τῆς προσωπικῆς του ζωῆς. Τελείωσε ὁσιακά τή ζωή του. Ὁ Γέροντάς του παρακαλοῦσε τό Θεό νά τοῦ ἀποκαλύψει κάτι ἀπό τή νέα μετά θάνατο ζωή του. Πράγματι, ὅταν τελείωνε τό σαρανταλείτουργο πού ἔκανε ὁ γέροντας «ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς» τοῦ ὑποτακτικοῦ ἱερομονάχου, παρουσιάστηκε ὁ ὑποτακτικός στόν ὕπνο τοῦ Γέροντα καί μέ τρόπο ἀποκαλυπτικό ἔδωσε ἀναφορά στό Γέροντά του. Ὁ Θεός, Γέροντα, μοῦ ζήτησε λόγο, εἶπε. Καί γιά μέν τά μοναχικά μου καθήκοντα ἰσοφάρισα μέ τό Θεό. Σχετικά μέ τίς ποιμαντικές μου ὅμως ὑποχρεώσεις ἦταν ἀδέκαστος, ἀνυποχώρητος καί ἀσυγκατάβατος.

Μέ καθαρό ὀρθολογικό κριτήριο δέν μποροῦμε βέβαια νά βασιστοῦμε σ’ ἕνα ὄνειρο γιά ἐξαγωγή συμπερασμάτων. Οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες πάντως θεωροῦν τό ὄνειρο αὐτό «σημεῖο», γι’ αὐτό καί τό ἀναφέρουν. Σημάδια σχετικά μέ τό παραπάνω βρίσκουμε σκορπισμένα σ’ ὅλη τήν ἀσκητική φιλολογία, πού ἐκφράζουν τή γρηγοροῦσα ποιμαντική συνείδηση.

Ἄν σ’ ἄλλες ἐποχές καί σ’ ἄλλες γενιές ἡ ποιμαντική προσφορά ἀντιμετώπιζε δυσκολίες, πολύ περισσότερο σήμερα προσπαθοῦν νά τήν ἀδρανοποιήσουν καί νά τήν ἐξουδετερώσουν.

Τό κοσμικό φρόνημα καί ὁ διάχυτος θεωρητικός καί πρακτικός ὑλισμός ἐπηρεάζουν βαθιά καί ὅλο βαθύτερα τά ἀστικά περιβάλλοντα καί τούς «ποιμένες» πού ζοῦν μέσα σ’ αὐτό. Ποικίλες εἶναι οἱ δαιμονικές μεθοδεῖες πού ἀποσκοποῦν στήν ἐκμηδένιση τοῦ ποιμαντικοῦ λειτουργήματος μέσα στό σύγχρονο κόσμο.

Ὡστόσο μέ ἔκπληξη καί θαυμασμό παρατηροῦμε ὅτι ἀναδεικνύει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στίς χαλεπές ἡμέρες μας, ὀρθόδοξα ποιμαντικά ἀναστήματα προικισμένα μέ τά ἀνάλογα χαρίσματα, γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.

Σήμερα αὐτή ἡ παρουσία χαρισματούχων ποιμένων συμπίπτει μέ τήν κορυφούμενη πολεμική κατά τοῦ σωτηριώδους ἔργου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία θέλει νά διαφυλάξει σῷο καί ἀκέραιο τό ἀνθρώπινο πρόσωπο.

Σήμερα «δόξα τῷ ἐν Τριάδι Θεῷ» βρίσκονται πνευματικοί πατέρες πού ἀνταποκρίνονται πραγματικά στίς ἀδυσώπητες ὑπαρξιακές ἀνάγκες τῶν ἀλλοτριωμένων ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά ἐπιστρεφόντων στή Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία μας, ἀνθρώπων. Σήμερα ὅλη ἡ ποιμαντική ἐργασία ἑστιάζεται στό μεγάλο Μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, πού κατά τρόπο μοναδικό τελεῖται μέσα στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.

Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος καθημερινά πληροφορεῖται μέ φανερές καί μυστικές ὑποδείξεις τούς ἀληθινούς ποιμένες, στούς ὁποίους καί ἀνεπιφύλακτα παραδίδεται ἀφοῦ ἔχει πάθει τά πάνδεινα ἀπό ξένα ψευτοπατροναρίσματα.

Τό Ὀρθόδοξο βάπτισμα, ὅσο κι ἄν ἔχει καταχωνιασθεῖ ἀπό τά κοσμικά καί ἁμαρτωλά ἐπικαλύμματα, κάποτε ἀναζωοπυρώνεται μέ τήν ἀκοίμητη καί προσωπική πρόνοια τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί κατευθύνει τόν ἄνθρωπο ἄδηλα καί κρύφια στόν «πνευματικό πατέρα» πού θά τόν ὁδηγήσει «εἰς νομάς σωτηρίους». Ἔχει ἀφάνταστη θεοδυναμικότητα τό ὀρθόδοξο βάπτισμα! Δεμένο (αὐτό τό θεῖο Βάπτισμα) μέ τό ἅγιο Μῦρο σπρώχνει ἀόρατα, μά ἐντελῶς ἐλεύθερα, τόν «ξενιτεμένο» ἄνθρωπο στό χῶρο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως γιά νά ἀνταμώσει κατά πρόσωπο καί νά ἐπικοινωνήσει ἄμεσα μέ τόν «ἐν Τριάδι» Θεό.

Ὁ πνευματικός δέν εἶναι ὁ ἀπόμακρος ἀντιπρόσωπος ἑνός ἐντολοδόχου καί αὐστηροῦ Θεοῦ. Ὁ ὀρθόδοξος «πνευματικός πατήρ» δέν εἶναι ὁ δικανικός τηρητής διατάξεων ἤ νόμων ἤ ἀρχῶν πού ἔχει σπουδάσει καί προσπαθεῖ νά ἐφ-αρμόσει στή ζωή τῶν ἀνθρώπων. Οἱ κανόνες, οἱ ἐντολές, οἱ συμβουλές, ὁ διάλογος, ἡ ἐνθάρρυνση, ἡ ἐπιτίμηση, ἡ σιωπή, ἡ μακροθυμία, ἡ ὑπομονή καί μύρια ἄλλα ποιμαντικά τεχνάσματα εἶναι οἱ ἀλοιφές, τά ἔμπλαστρα καί τά φάρμακα, πού λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναῒτης γιά νά ἀναταχθεῖ ἡ ἀσταμάτηττη ἁμαρτωλή ροπή καί νά ἀνοιχθοῦν στόν πεπτωκότα οἱ ὁρίζοντες τῆς θείας εὐσπλαγχνίας.

Τήν ὥρα τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως τελεσιουργεῖται τό παμμυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ἐξαιρετικά μέσα σ’ αὐτό καταλαβαίνει, ὁ ἁμαρτωλός ὅτι ἀξίζει ἀνυπολόγιστα. Ἀρχίζει νά αὐτοεκτιμᾶται σωστά. Γι’ αὐτό ὅλα τά κομμάτια τῆς ζωῆς του τά θεωρεῖ ἀξιόλογα. Γι’ αὐτό καί ἀρχίζει νά θέλει νά τά ἀξιοποιήσει, νά τά καθαρίσει ἀπό τούς μολυσμούς καί νά τά θεανθρωποποιήσει.

Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος γράφει στά Ἀσκητικά του: «Ἄν ἕνας ἄνθρωπος δέν ἔχει ἀρετές, πές του πώς τίς ἔχει. Μέ τήν ἐνθάρρυνση σπέρνεις στήν ψυχή του τίς ἀρετές πού δέν ἔχει». Ὁ σύγχρονος ἀρρωστημένος καί ἀπογοητευμένος ἄνθρωπος βρίσκει μέσα στήν «ἐν πνεύματι Ἁγίῳ» θεανθρώπινη ἐπικοινωνία μέ τόν πνευματικό του ὄχι ἁπλῶς τίς ἀρετές, ἀλλά τόν κτήτορά τους, τόν ἴδιο τόν Κύριο. Ἔτσι ἡ ψυχή, καίτοι πολύ ἁμαρτωλή καί ἀποστασιοποιημένη ἀπό τόν Κύριο, βρίσκει τά θεόσωστα μέσα, βρίσκει τό μονοπάτι, βρίσκει τήν κλίμακα τῆς ἐπιστροφῆς «ἵνα μορφωθῇ ὁ Χριστός ἐν αὐτῇ».

Μέσα στό μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως ὁ σημερινός καταταλαιπωρημένος ἄνθρωπος ξεφεύγοντας ἀπό τοῖς ἀνθρωπομάζες νιώθει, ὅτι κάτι εἶναι, ὅτι κάποιος εἶναι καί ἀρχίζει νά ἀναδύεται ἀπό τά χάη τῆς ἀνυπαρξίας πού τόν ὁδήγησε ἡ ψυχοκτόνος ἁμαρτία.

Γίνεται, ναί πραγματικά γίνεται ἕνα παρατεινόμενο θαῦμα καί στήν ἐποχή μας. Γίνεται αὐτό πού περιγράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναῒτης: Ὁ πνευματικός πατήρ μέ τήν ἀκακία του, τήν ἱερή ἀπάθεια, τίς εὐχές του πρός τόν Ὕψιστο ἀνασπᾶ ἀπό τήν ἄβυσσο τό ναυαγημένο καράβι καί τό κάνει ἱκανό νά πλέει πάνω στά κύματα Χάριτι καί μόνο Θεοῦ. Καθημερινά γινόμαστε ἄμεσοι αὐτόπτες καί αὐτήκοοι μάρτυρες τέτοιων θαυμαστῶν μεταστροφῶν, πού ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός πραγματοποιεῖ μέσῳ τῶν ταπεινῶν, ἀλλά ζωντανῶν εἰκόνων του, «τῶν πνευματικῶν».

Μέσα στήν ἁγιασμένη ἀτμόσφαιρα τῆς ἱ. ἐξομολογήσεως συνειδητά ἤ ἀσυνείδητα, μέ τήν πνοή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πέφτουν τά προσωπεῖα πού ἡ λανθασμένη κοσμική ἀγωγή κάρφωσε στό πολυτίμητο ἀνθρώπινο πρόσωπο. Ξεκολλοῦν οἱ μάσκες πού οἱ διάφορες ἑκούσιες ἤ ἀκούσιες σκοπιμότητες κόλλησαν ἀσφυκτικά γύρω ἀπό τήν ἁπλῆ καί ἀνεπανάληπτη ἀνθρώπινη προσωπικότητα.

Μπροστά στό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ ἀνοίγεται μέ ἱερό ἄφοβο φόβο ἡ ἁμαρτωλή ψυχή. Ἁμαρτωλοί λογισμοί, ἁμαρτωλά συναισθήματα, αἰσχρές καί κακές πράξεις πού ἔρχονται στό φῶς τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, πού ἀνακοινώνονται δηλαδή μέ μετάνοια, νεκρώνονται λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Αὐτή εἶναι καί ἡ ταπεινή προσωπική μας ἐμπειρία ἀπό τίς ἐξομολογήσεις τῶν πολλῶν ἐνοριτῶν μας καί ὅσων ἄλλων ἔρχονται στό ἱερό ἐξομολογητήριο.

Δόξα τῷ ἐν Τράδι Θεῷ πού θεσμοθέτησε αὐτόν τόν τρόπο συγχωρήσεως τῶν ἀνθρώπων καί ἐντάξεώς τους στήν ἁγία Ποίμνη τῆς Ἐκκλησίας μας. Δόξα τῷ ἐν Τριάδι Θεῷ πού ἔδειξε καί ἀδιάκοπα δείχνει τό ἄμετρο ἔλεός Του καί προετοιμάζει τό φθαρτό πλάσμα του στήν αἰώνια προσωπική ἐπικοινωνία μαζί Του, ξεκινώντας ἀπό τό λυτρωτικό διάλογο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως.

Ἄνθρωποι στιγματισμένοι μέ ἠθικά, ψυχολογικά, νευρολογικά, κοινωνικά, συζυγικά καί οἰκογενειακά ἤ ἄλλα προσωπικά προβλήματα θεραπεύονται καί προοδευτικά ἑτοιμάζονται γιά νά συμμετάσχουν στή νέα ἀπέραντη οἰκογένεια τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.

Δέν ὑπάρχει τρανότερη ἀπόδειξη τῆς ἀνεκτίμητης ἀξίας, πού δείχνει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στόν ἄνθρωπο, ἀπό τήν ἀπόδειξη τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσως. Ὑπάρχει κάποια ἄλλη χριστιανική ὁμολογία (ἤ κάποια ἄλλη θρησκεία!) πού νά ἔχει θεσμοθετημένο, ἀλλά καί νά ἔχει σέ λειτουργία ἕνα τέτοιο μυστήριο πού μοναδικά καί ἀνεπανάληπτα καταξιώνει τή διαπροσωπική ἀνθρώπινη σχέση; Ποῦ ἀλλοῦ ἡ ἀνθρώπινη προσωπικότητα διασφαλίζεται,καλύπτεται καί σκεπάζεται μέ τό ἀπόρρητο, πού καί θεωρητικά καί στήν πράξη τηρεῖται ἀπό τούς Ὀρθοδόξους πνευματικούς;

Δικαιολογημένα ὁ ὀρθόδοξος εὐσεβής λαός μας ἀποκαλεῖ τούς πνευματικούς, Πατέρες. Τούς αἰσθάνεται πολύ κοντά του σάν στοργικούς πατέρες πού ψυχικά καί πνευματικά μοιράζονται τόν πνευματικό ἀγώνα τους καί συναγωνίζονται στόν ἴδιο στίβο τῆς ἐν Χριστῷ πνευματικῆς τελειώσεως. Τούς αἰσθάνεται ὁ λαός μας σάν πατέρες καρτερικούς πού ἔχουν μάθει νά περιμένουν καί νά ὑπομένουν τίς δοκιμασίες, τίς θλίψεις, τούς πειρασμούς καί τούς κανόνες πού ὁ Θεός ὁρίζει στούς δικούς του. Καί ἀφοῦ ἔμαθαν, ἔπαθαν τά θεῖα καί ἔφθασαν στήν καθαρή ἀγάπη πού εἶναι ἱερά μέθη ψυχῆς, κατά τόν ἅγιο Ἰσαάκ τό Σῦρο.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας γεννάει «ἀενάως» τέτοιους ἄνδρες «τελείους» πού δοκιμάστηκαν σκληρά στήν Ὀρθόδοξη ἄσκηση μέσα στό ἱερό Κοινόβιο τοῦ Μοναστηριοῦ πού ἀνδρώθηκαν μέσα στήν ὑπακοή καί ἀφοῦ ταπεινώθηκαν, ἀπόκτησαν «νοῦν Χριστοῦ» καί συνεπῶς θεοδιακριτικότητα, γιά νά «οἰκονομοῦν» θεοφιλάνθρωπα κάθε ἄνθρωπο, χωρίς νά ἀπορρίπτουν κανένα, μά κανένα ἁμαρτωλό.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας μέ θεσπέσιους ὄντως τρόπους χαριτώνει οἰκογενειάρχες πνευματικούς, πού ἀκάματα ἀθλοῦνται θεανθρώπινα μέ τίς παντοῖες οἰκογενειακές δοκιμασίες, μέ τήν ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ μέσα στήν οἰκογένεια καί τήν ἀσίγαστη τροφοδοσία ἀπό τό ἱερό θυσιαστήριο. Μέ διαφορετικό τρόπο ἀποκτοῦν τήν ἴδια ταπείνωση, τήν ἴδια θεο-λογική μόρφωση καί τήν ἴδια διακριτικότητα γιά νά συμμερίζονται τά προβλήματα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί νά ἐξαντλοῦν μέ διακριτικότητα τήν οἰκονομία τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Αὐτοί οἱ ἄνδρες ἀγωνίζονται πνευματικά νά φθάσουν «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ». Ἀναγνωρίζονται λοιπόν σάν πνευματικοί πατέρες ἄν καί ἐσωτερικά ἐλεεινολογοῦν οἱ ἴδιοι τούς ἑαυτούς τους καί δέν τολμοῦν νά βάλουν τήν «αὐθεντία» τῆς λογικῆς τους καί τῶν ἀτομικῶν τους ἐκτιμήσεων πάνω ἀπό τά ἱερά δόγματα καί τούς ἱερούς θεσμούς πού «εὐσχημόνως καί κατά τάξιν» ἔχουν θεσμοθετηθεῖ ἀπό τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.

Γι’ αὐτό καί καταξιώνονται νά γίνουν ζωντανοί φορεῖς τῶν ζωντανῶν δογμάτων τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας μας καί στή συνέχεια ὅλης τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί τῆς Ὀρθοδόξου Εὐχαριστίας καί ἰσόβια λειτουργοῦν σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις. Γι’ αὐτό καί γνωρίζουν «ὡς διδακτοί Θεοῦ» νά οἰκονομοῦν, ἀλλά καί νά μήν δίνουν «τά ἅγια τοῖς κυσί».

Εἶναι αὐτοί πού ἔχουν ἀποκτήσει τό χάρισμα νά κατέρχονται στά βάθη καί στίς ἀβύσσους τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, πού (ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ) ἔχουν ἀκριβῶς δίπλα τους. Δέν ἔχουν πραγματικά διαπράξει τίς ἀκατονόμαστες ἐγκληματικές πράξεις πού συχνά ἀκοῦνε στήν ἐξομολόγηση. Γιατί πῶς θά εἶχαν χειροτονηθεῖ κληρικοί, ἀφοῦ οἱ ἱεροί κανόνες ἀπαγορεύουν ρητά τήν ἱερωσύνη σ’ αὐτούς πού ἔχουν πέσει σέ σαρκικά ἁμαρτήματα καί σ’ αὐτούς πού ἔστω καί ἀκούσια ἔχουν διαπράξει φόνο; Ἐκπλήσσεται, λοιπόν, ὁ πνευματικός πατήρ γιά τήν κατάντια τοῦ ἐξομολογουμένου. Ἀπορεῖ καί ἐξίσταται γιά τά εἴδη καί τούς τρόπους τῶν ἁμαρτημάτων. Δέν μπορεῖ νά χωρέσει ἡ σκέψη του τό ποιόν τῶν ὀλισθημάτων, γιατί ὁ ἴδιος «ἐξ ὁρισμοῦ», «ἐκ τῆς χειροτονίας» εἶναι ἄπειρος τῶν ἁμαρτημάτων.

Ὅμως κρίνοντας ἀπό τόν αἱματηρό προσωπικό του ἀγώνα γιά τήν κατάκτηση τῶν ἀρετῶν, γίνεται συγκαταβατικός καί γιά τόν ἁμαρτωλό. Στοχάζεται τά στάδια πού πέρασε καί ὁ ἴδιος μέχρι νά κόψει τά συγγνωστά πάθη του καί γίνεται ἐπιεικής στόν παρόμοια μετανοοῦντα ἁμαρτωλό. Ξέρει πολύ καλά ὁ πνευματικός τό σκληρό πνευματικό ἀγώνα στό ὑπαρξιακό πεδίο. Ἔχει ἱδρώσει καί ἔχει πονέσει γιά νά ἀπαρνηθεῖ τό ἴδιο θέλημα. Γι’ αὐτό συμπονεῖ, λυπᾶται, «πάσχει καί συνωδίνει» μέ τό πνευματικό παιδί πού τοῦ στέλνει ὁ Θεός γιά νά οἰκονομήσει κατάλληλα.

Τό ἴδιο κάνει καί ὁ ἐξομολογούμενος. Προσπαθεῖ νά καταλάβει τόν πνευματικό του πατέρα. Νά ἐννοήσει τί ἀκριβῶς τοῦ λέγει. Παρεμβάλλεται τό σκληρό κάλυμμα τῆς ἁμαρτίας πού δυσχεραίνει τή συννενόηση. Τό πνεῦμα τό Ἅγιο ὅλο καί βοηθάει αὐτή τή συνεννόηση. Ὅλο καί τελειοποιεῖ αὐτή τήν ἐπικοινωνία. Ὁ πνευματικός πατήρ μάχεται γιά νά «προσλάβει» ὅλο τόν πνευματικό υἱό ἤ τήν πνευματική θυγατέρα. Γίνεται μιά ἀληθινή «ἀλληλοπεριχώρηση», ἀλληλοκατανόηση, ἀλληλοεπικοινωνία ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νύκτα καί ἡμέρα ἀγωνιζόταν μέ ὠδῖνες σάν τῆς ἑτοιμόγεννης μητέρας καί μέ πολλά δάκρυα μέχρι νά ἀναγεννηθεῖ «ἐν Χριστῷ» ὁ νέος ἄνθρωπος. Τό ἴδιο συμβαίνει, σέ προσωπικές ἀναλογίες πάντοτε, καί μέ τούς σημερινούς πνευματικούς πατέρες καί τά πνευματικά τέκνα μέσα στόν ἱερό στίβο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως.

Ὅλην αὐτή τή μυσταγωγία τῆς μετανοίας τοῦ πνευματικοῦ πατρός καί τοῦ πνευματικοῦ παιδιοῦ τήν κατεργάζεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιο σ’ αὐτούς πού ἐπιθυμοῦν τήν κάθαρσή τους καί τήν ἐν Χριστῷ τελείωση.

Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη χαρά στή μετανοοοῦσα ψυχή ἀλλά καί στόν πνευματικό πατέρα, ὅταν σχίζεται ὁ δερμάτινος χιτώνας τῆς πωρώσεως καί τῆς ἀναισθησίας καί ἀρχίζει νά ἀνθεῖ καί νά μεταλαμπαδεύεται ἡ νέα «ἐν Χριστῷ» ζωή.

Ὅλα τά παραπάνω, παρακαλῶ πολύ, νά μή θεωρηθεῖ ἀπό κανένα ἀδελφό ἀναγνώστη, ὅτι ἔχουν κάποια ἔμμεση ἔστω σχέση μέ τό δικό μου πρόσωπο ὡς πνευματικοῦ.

Ὅ,τι εὐτελές ἔχω ἀποτυπώσει σ’ αὐτές τίς σελίδες ἀποτελεῖ προσωπική ἐμπειρία μου ὡς ἐξομολογουμένου. Ἑπομένως τά γραφόμενα ἀπότελοῦν ἀδέξια ἀπόπειρα φόρου τιμῆς στούς ἀξίους πνευματικούς πατέρες πού στό τέλος τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα ἀφιερώνουν τή ζωή τους στήν Ὕψιστη αὐτή ποιμαντική θεανθρώπινη λειτουργία, σ’ αὐτό τό ὑπέρλαμπρο ἔργο παραδοσιακῆς Ἀγωγῆς.

Τέλος τά γραφόμενα συνιστοῦν ἔμμεση περιγραφή τοῦ «εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ» πολιοῦ πνευματικοῦ μου πατρός, μέ τήν εὐλογία τοῦ ὁποίου «τάς εὐχάς ἐξαιτοῦμαι» γιά κάθε «ἐν Χριστῷ» ἀδελφό ἀναγνώστη.

Πηγή:http://www.orthros.org

Άρχ. Ἀρχ. Σαράντης Σαράντος: Μεγάλο Ἀπόδειπνο (᾿Ακολουθίες Μ. Σαρακοστῆς)

᾿Οδυσσεύς τοῦ klision: ᾿Επειδή πλησιάζει ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή καί Μ. Σαρακοστή σημαίνει πρωτίστως ἱερές ᾿Ακολουθίες, ἄς ἀφήσουμε τόν π. Σαράντη νά μᾶς ἀναλύσει γιά λίγο τό Μεγάλο ᾿Απόδειπνο. Οἱ ἀκολουθίες τῆς περιόδου αὐτῆς ἄς γίνουν τό στήριγμά μας στό στάδιο τῆς νηστείας πού σέ λίγο ἀνοίγει...




(ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία στό Μοναστήρι τῶν Εἰσοδίων)

Ἀρχίζουμε τήν ὁμιλία μας γιά τό Μεγάλο Ἀπόδειπνο ἀπό τό Καινοδιαθηκικό μέρος του πού εἶναι ἡ πρώτη εὐχή.

«Καθήλωσον ἐκ τοῦ φόβου σου τάς σάρκας ἡμῶν, καί νέκρωσον τά μέλη ἡμῶν τά ἐπί τῆς γῆς, ἵνα καί ἐν τῇ καθ’ ὕπνον ἡσυχίᾳ ἐμφαιδρυνώμεθα τῇ θεωρίᾳ τῶν κριμάτων σου».

Μέ τήν εὐχή αὐτή παρακαλοῦμε τό Θεό καί τοῦ λέμε κατάργησε καί μηδένισε τό σαρκικό μας φρόνημα, ὥστε καί κατά τή διάρκεια τῆς νύκτας νά μήν περάσει αὐτός ὁ χρόνος ὡς μηδενικός, νά μήν εἶναι χρόνος ἄχρηστος στή ζωή μας, νά μήν εἶναι χρόνος πού θά περάσει χωρίς ψυχική καί πνευματική ὠφέλεια ἀλλά νά ἔχουμε τή δυνατότητα κατά τή διάρκεια τῆς νύκτας νά ἀναλογιζόμαστε, καί νά μποροῦμε νά ἔχουμε τή θεωρία, νά ἔχουμε τήν πνευματική θεωρία, νά ἔχουμε τό νοῦ μας στραμμένο στό Θεό, νά ἔχουμε εὐαισθησία στή συνείδησή μας, ὥστε νά λειτουργεῖ καί ἡ προσευχή. Καί ὅλη αὐτή ἡ διάρκεια τοῦ ὕπνου, νά μήν εἶναι χρόνος παθητικός ἀλλά χρόνος ἐνεργητικός, χρόνος μέσα ἀπό τόν ὁποῖο -καλλιεργουμένης τῆς προσευχῆς- καί μέσα στήν ἡσυχία τῆς νύκτας καί μέσα στή χαλαρότητα τῶν ὑπολοίπων πνευματικῶν καί σωματικῶν δυνάμεων, νά ὑπάρχει αὐτή ἡ βαθυτέρα ἀφοσίωση στά σχέδια καί στίς βουλές τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ἵνα ἐμφαιδρυνώμεθα τῇ θεωρίᾳ τῶν κριμάτων σου. Νά μποροῦμε μέσα στήν ἡσυχία αὐτή νά ἀποκρυπτογραφοῦμε, νά ἀποκωδικοποιοῦμε τά θελήματα τοῦ Θεοῦ.

Μέ τό κοσμικό φρόνημα τό ὁποῖο μᾶς διακατέχει, ἔχει περάσει ἡ βεβαιότητα πλέον μέσα μας ὅτι αὐτός ὁ χρόνος τῆς νύκτας εἶναι ἕνας χρόνος παθητικός, ἕνας χρόνος σχεδόν χαμένος. Βέβαια οἱ ἄνθρωποι πού ἔχουν φιλοτιμηθεῖ καί ἔχουν ἀρχίσει πλέον νά ζοῦν τήν κατά Θεό, τήν ἐν Χριστῷ πολιτεία, προσπαθοῦν νά ἀξιοποιήσουν καί τή διάρκεια τῆς νύκτας μέ τήν πνευματική μελέτη, μέ τήν πνευματική προσευχή καί μέ τήν ἀνάπαυση καί μέ τήν ξεκούραση τοῦ σώματος, καί ὅλων τῶν ὑπολοίπων ... σέ συνδυασμό μέ αὐτή τήν ἀνάθεση τοῦ ἑαυτοῦ μας στά χέρια τοῦ Θεοῦ.

Τό Μεγάλο λοιπόν Ἀπόδειπνο δέ μοιάζει κατά τό πρῶτο μέρος του, τά δύο τρίτα, μέ τό Μικρό Ἀπόδειπνο. Tό τευλευταῖο ἕνα τρίτο σχεδόν ταυτίζεται μέ τό Μικρό Ἀπόδειπνο, καί ἑπομένως τό Μικρό καί τό Μεγάλο Ἀπόδειπνο συμπλέουν καθ’ ὅλη τή διάρκεια τοῦ χρόνου, καί προσπαθοῦν ἔτσι καί τά δύο κατά τήν διάρκεια τῆς νύκτας νά ἁγιάζουν ὅλον αὐτόν τόν χρόνο, νά ἁγιάζουν τό νοῦ μας, τήν καρδιά μας, τήν ψυχή μας, τό σῶμα μας, ἔστω καί ἄν αὐτό βρίσκεται σέ μιά νωχελικότητα, σέ μιά ἀνάπαυση καί ξεκούραση. Kαί νά μᾶς δίνουν οἱ εὐχές τοῦ Μικροῦ καί τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου μιά διακριτική ἔγνοια, ὥστε ὁ χρόνος τῆς νύκτας νά μήν περάσει μέ φαντασίες, νά μήν εἶναι μιά συνέχεια τῶν κακῶν πληροφοριῶν καί τῶν κακῶν μηνυμάτων τῆς ἡμέρας, ἀλλά ἐκεῖ στό Ἀπόδειπνο ἄς σταματήσει ἡ κακία τῆς ἡμέρας καί ἄς ἀρχίσει μία νηπτικότερη θά λέγαμε, νηφαλιότερη κατά Χριστόν πνευματική ζωή.

Στήν ἀρχή τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου ἔχουμε τούς ἕξι πρώτους ψαλμούς, οἱ ὁποῖοι ὅπως καί ὁ ἑξάψαλμος ἀναλογικά τοῦ Ὄρθρου, προσπαθοῦν νά μᾶς φέρουν εἰς ἑαυτόν, νά μπορέσουμε νά συγκεντρωθοῦμε καί νά ἑνοποιηθοῦμε ὡς προσωπικότητες. Καί ἀφοῦ στοιχειωδῶς γίνει ἤ ὅσο γίνεται αὐτό, νά ἀρχίσει ἕνας διάλογος μέ τή βοήθεια τοῦ ψαλτηρίου, ἕνας διάλογος μέ τόν Θεό. Τό ψαλτήριο καί εἰδικά αὐτοί οἱ ἕξι ψαλμοί μᾶς βοηθοῦν νά κάνουμε αὐτό τό διάλογο πιό συγκεκριμένο, πρῶτον ὡς μία αὐτοκριτική καί μιά ἀνασκόπηση τῆς ἡμέρας, καί δεύτερον νά μᾶς βοηθήσουν νά ἀξιοποιήσουμε πνευματικῶς τό ὑπόλοιπο μετά τήν ἡμέρα, τή νύχτα.

Μετά ἀπό τούς ἕξι αὐτούς ψαλμούς ἔχουμε τούς στίχους οἱ ὁποῖοι μᾶς φέρνουν μπροστά μας θά λέγαμε ὅλη τή θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας. Μᾶς φέρνουν μπροστά στό Χριστό μας, στήν Παναγία καί στίς ἐπί μέρους κατηγορίες τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, τούς ὁποίους ἐπικαλούμαστε, ζητοῦμε τή βοήθειά τους ὥστε αὐτό τό διάστημα πού ἀρχίζει μετά τό δεῖπνο, καί φυσικά μέσα σ’ αὐτό θά περιλαμβάνεται ὁ περισσότερος χρόνος ὡς ὕπνος, νά ὑπάρχει αὐτή ἡ Ἐκκλησιολογική συνείδηση, νά κοιμηθοῦμε πιστεύοντας ὅτι δέν εἴμαστε μόνοι, ὅτι δέν εἴμαστε ἀπομονωμένοι. Καί ἐφ’ ὅσον ἐρχόμαστε κοντά μέ τούς Ἁγίους μας καί ζητοῦμε τήν βοήθειά τους ἀσφαλῶς φεύγει ὁ παράλογος φόβος πού προκαλεῖ ἡ νύκτα. Καί ἀρχίζει πλέον μιά χαρισματική ἐπικοινωνία μέ τόν ἅγιο Ἄγγελο τῆς ζωῆς μας, μέ τούς Ἁγίους μας, μέ τόν τιμώμενο Ἅγιο πού ἤδη ἔχει ἀρχίσει να ἑορτάζει ἀπό τόν ἑσπερινό πού προηγήθηκε τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ἀποδείπνου, καί ἑπομένως κοιμόμαστε ὄχι μέ αὐτό τό αἴσθημα τῆς μοναξιᾶς, εἶμαι μόνος καί ἔρημος στόν κόσμο, δέν μέ καταλαβαίνει κανείς, δέν μέ καταλαβαίνει ὁ σύντροφός μου, δέν μέ καταλαβαίνουν τά παιδιά μου, δέν μέ καταλαβαίνουν οἱ συνεργάτες μου, εἶμαι μόνος. Ἄν τό Ἀπόδειπνο γίνει μέ τήν ἐπιστράτευση τῆς λεπτῆς προσοχῆς μας, τῆς ἐσωτερικῆς προσοχῆς μας, εἶναι ἀδύνατο νά κοιμηθοῦμε καί νά ἔχουμε τό αἴσθημα τῆς μοναξιᾶς, νά ἔχουμε τούς φόβους καί τίς φοβίες πού πάρα πολλοί ἄνθρωποι ἔχουν καί δέν μποροῦν νά περάσουν τίς νύχτες τους καί χρησιμοποιοῦν τά διάφορα φάρμακα, τά ὑπνωτικά, τά ἀγχολυτικά, γιά νά μπορέσουν νά ἔχουν κάποιον ὕπνο, δηλαδή λήθη τῆς ζωῆς. Γιατί τά φάρμακα τά ὑπνωτικά καί τά ἀγχολυτικά δέν κάνουν τίποτα ἄλλο, παρά νά νεκρώνουν τό χρόνο, νά νεκρώνουν τή δραστηριότητα, νά νεκρώνουν τή μνήμη τοῦ ἀνθρώπου καί νά μᾶς ἀφαιροῦν πολυτιμότατες διαστάσεις ζωῆς πού μποροῦμε νά ἔχουμε καί κατά τή διάρκεια τοῦ ὕπνου. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας γνωρίζει πάρα πολύ καλά λοιπόν καί αὐτό φαίνεται ἀπό αὐτά τά ἀντιπροσωπευτικότατα κείμενα τοῦ Μικροῦ καί τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου, καί πιστεύει ἡ Ἐκκλησία μας ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, εἶναι τιμημένος μέ πάρα πολλά χαρίσματα καί αὐτά τά χαρίσματα ἐξυπακούεται καί ὑπονοεῖται ὅτι πρέπει νά τά καλλιεργοῦμε κατά τή διάρκεια τῆς ἡμέρας, μέ ἄλλους τρόπους ἀλλά καί ἡ νύχτα εἶναι πεδίον ἀναλόγων, ἀναλογικῶν ἀγώνων. Ἀκουμπᾶμε τόν ἑαυτό μας στό κρεβάτι, τό νοῦ μας καί τήν ψυχή μας τήν ἀκουμπᾶμε στή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί προσπαθοῦμε ἔτσι νηφάλιοι καί εἰρηνικοί, ἀναπαυόμενοι στή Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ἔχουμε αὐτήν ὅπως εἴπαμε τήν ἀμυδρή ἔστω βεβαιότητα ὅτι δέν εἴμαστε μόνοι ἀλλά συντροφευόμαστε.

Στό σημεῖο αὐτό ἐνθυμοῦμαι κάτι πού ἔλεγε ὁ γέροντας Παΐσιος, ὅταν πρωτοπῆγε στό καλύβι του καί ἔμεινε μόνος του, κάποια στιγμή τόν πείραξε ὁ λογισμός ὅταν νύχτωσε καί ὁ πονηρός φυσικά τοῦ ὑπέβαλε κάποια φοβία καί τοῦ εἶπε, μά εἶσαι μόνος· ἄν κάποιοι κακοποιοί, ἄν κάποιοι ληστές ἔρθουν καί θελήσουν νά παραβιάσουν τό κελί σου τί θά κάνεις; Καί σχεδίαζε μέ τό νοῦ του νά βάλει κάποια κλειδωνιά, ἀλλά καί πάλι δέν ἱκανοποιεῖτο ὁ λογισμός, μετά σκεφτόταν νά βάλει μιά μπάρα, ἀλλά καί πάλι ὅσο ἄφηνε περιθώρια στό λογισμό, ὅταν λέμε λογισμό ἐννοοῦμε τόν ὑπαγορευμένο ἀπό τόν ἀρχέκακο ὄφη τῆς πονηρίας, τόν διάβολο… Μετά σκέφτηκε νά βάλει καί δεύτερη μπάρα καί ἐκείνη τή στιγμή ἄρχισε νά ἔχει ἀγωνία καί κατάλαβε ἀπό τήν ἀγωνία τουλάχιστον ὅτι ὅλα αὐτά πού σκέφτεται εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ, κατάλαβε ὅτι εἶναι οἱ πλεκτάνες καί οἱ μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου γιά νά τοῦ ἐγκαινιάσουν μιά περίοδο φοβιῶν, ἐπειδή θά εἶναι μόνος τελείως, καί ἡρωϊκά, ἀντιστασιακά φερόμενος ὁ γέροντας δέν ἔκανε τίποτα ἀπ’ ὅλα αὐτά, ἀλλά εἶπε, δέν κάνω τίποτα ἀπ’ ὅλα αὐτά, δέν παίρνω μέτρα ἀσφαλείας, γιατί ὅλα αὐτά συνοδεύονται ἀπό τήν ἀγωνία πού εἶναι ἐκ τοῦ διαβόλου καί ἀφήνω τά πάντα, τόν ἑαυτό μου, τή ζωή μου στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Καί φυσικά ὅλα τά ὑπόλοιπα χρόνια του, ὅσα ἔζησε ἐκεῖ στό κελάκι αὐτό, δέν εἶχε ἀπ' ὅτι γνωρίζουμε τέτοιου εἴδους περιπέτειες πού τοῦ ὑπέβαλε ἐκείνη τήν πρώτη νύχτα πού πῆγε στό κελάκι του, ὁ πειρασμός.

Στή συνέχεια θά πρέπει νά ποῦμε ὅτι ἀφοῦ ἀρχίζουμε πλέον μέσα ἀπό αὐτή τήν ἀνάγνωση τῶν ψαλμῶν μετά τῶν στίχων πού μιλοῦν γιά τούς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας καί προσπαθοῦμε νά ἑλκύσουμε τήν προστασία τους καί τή χάρη τους, ἔχουμε κάπως ἠρεμήσει, ἔχουμε ἀποβάλει τό φόρτο τῆς ἡμέρας καί ἡ ψυχή μας ζητάει μιά ὁμολογία. Γι’ αὐτό περίπου στό μέσο καί λίγο πρός τό τέλος ἔχουμε τήν ἀπαγγελία, τήν ὁμολογία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως πού δέν εἶναι αὐτό ἕνα μάθημα ἀλλά εἶναι μιά βεβαιότητα τήν ὁποία θέλουμε νά λέμε νά ἀκοῦμε καί νά χορταίνουμε καθημερινά γιατί αὐτή εἶναι ἡ βάση ὅλη τῆς πίστεώς μας, εἶναι ἡ ζωή μας, εἶναι ἡ δραστηριότητά μας, ἐν Αὐτῷ ζῶμεν καί κινούμεθα καί ἐσμέν. Ἐν τῷ Τριαδικῷ Θεῷ τόν ὁποῖο ὁμολογοῦμε μέ τό σύμβολο τῆς πίστεως.

Ἐπίσης αὐτό πού αἰσθάνεται πολλές φορές τήν ἀνάγκη νά ἀναφέρει ὁ πιστός κατά τήν διάρκεια τοῦ Ἀποδείπνου ὅπως τὄχετε καταλάβει, ὅπως τὄχετε ἀκούσει, ὅπως τὄχετε συνειδητοποιήσει, εἶναι ἀρκετές φορές νά λένε τήν Κυριακή προσευχή, τό Πάτερ Ἡμῶν. Καί τοῦτο διότι ἡ Κυριακή Προσευχή σέ τέσσερις πέντε στάσεις μέσα στό Μεγάλο Ἀπόδειπνο συνοψίζει ὅλη μας τήν ἀναφορά πρός τό Θεό. Ἐφ’ ὅσον ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας μᾶς δίδαξε τήν Κυριακή Προσευχή, αἰσθανόμαστε καί μεῖς αὐτή τήν ἐσωτερική ἀνάγκη νά τήν ἀναφέρουμε ὄχι ἅπαξ ἀλλά πολλάκις, ἀκριβῶς γιά νά θεμελιώνεται ὅλο τό οἰκοδόμημα τό λειτουργικό τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου, μέ αὐτές τίς τόσο γερές θεμελιώσεις. Ὅπως στό Ναό μας ἔχουμε κάποιες κολῶνες πού κρατοῦν στατικά ὅλο τό οἰκοδόμημα, ἔτσι ἡ Κυριακή Προσευχή πού λέγεται περισσότερες ἀπό μία φορές, κρατάει ὅλο τό οἰκοδόμημα τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου καί ταυτόχρονα κρατάει τήν ψυχή μας, τό νοῦ μας, τήν καρδιά μας, ὅλη μας τήν πνευματική ζωή, τήν κρατάει σέ μιά ἐγρήγορση καί σέ μιά συνοπτική ἐκζήτηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ.

Μετά ἀπό τίς εὐχές πού εἶναι ἀριστουργηματικές καί κυρίως τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἔχουμε τόν Ν΄ ψαλμό ὁ ὁποῖος συνοψίζει καί ὅλο τό ἱερό ψαλτήριο καί μόνο αὐτός ὁ Ν΄ ψαλμός μπορεῖ νά καθαρίσει τή ψυχή μας. Εἶναι μιά προσωπική μυστική ἐξομολόγηση σέ καθημερινή βάση, καί δέν ἔχουν ἄδικο ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι πού μᾶς λένε πολλές φορές, ὅτι ἐγώ Πάτερ πηγαίνω στήν εἰκόνα καί ἐξομολογοῦμαι τίς ἁμαρτίες μου καί εἰρηνεύω. Ἐκεῖ πολλές φορές ἀπαντάω στούς ἀνθρώπους αὐτούς μά τί καλύτερο ἀπ’ αὐτό. Εἶναι πράγματι πάρα πολύ σπουδαία αὐτή ἡ ἐμπειρία, ἀρκεῖ φυσικά νά εἶναι ἐπικοινωνία, νά μήν εἶναι μιά αἰτιολογία, νά μήν εἶναι ἕνα ἄλλοθι, γιά νά ἀποφύγει τήν ἱερά ἐξομολόγηση. Καί μακάρι αὐτό νά τό κάνουμε καθημερινά καί συνειδητά. Δηλαδή μέσα σ’ αὐτό τό χῶρο τῆς προσευχῆς μας, νά ὑπάρχει καί μιά μυστική ἐσωτερική ἐξομολόγηση πρός τόν Κύριό μας, ὅπως ἔκανε ὁ Δαβίδ, ὁ ὁποῖος κάθε βράδυ ἔλουζε τό στρῶμα του καί τό μαξιλάρι του μέ τά δάκρυά του καί μετά ἀπό μιά τέτοια ἐξαγόρευση μυστική, προσωπική, ἐσωτερική ὅλων τῶν κριμάτων του, καθαριζόταν ἡ συνείδησή του, καί πλέον κοιμόταν ἥσυχος, ἤρεμος, ἀναπαυμένος καί μποροῦσε τότε ἀπό ἐκεῖ καί πέρα νά ἔχει μυστικές πνευματικές ἐσωτερικές ἀναβάσεις.

Μετά τόν Ν΄ ψαλμό, πάρα πολύ σημαντική εἶναι ἡ Δοξολογία τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ καί οἱ δύο τελευταῖες εὐχές τίς ὁποῖες λέμε σέ σταθερή ἐτήσια βάση κάθε βράδυ καί στό μικρό Ἀπόδειπνο, «Ἄσπιλε ἀμόλυντε…» καί «Καί δός ἡμῖν Δέσποτα…» Ἐγκωμιάζουμε τήν Παναγία μας ὄχι γιατί ἡ Παναγία μας ἔχει ἀνάγκη ἀπ’ τόν ἐγκωμιασμό μας, ἀλλά παραθέτοντας ἐμεῖς τά χαρίσματα τῆς Παναγίας καί ἀκούγοντάς τα καί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ὠφελούμαστε, ἀλλά καί ἡ ἄκρως ταπεινή Παναγία μας, πού τώρα πλέον εἶναι ἕνα καθολικό πρόσωπο, ἄς μᾶς ἐπιτραπεῖ νά ποῦμε ὅτι φιλοτιμεῖται, ἐπειδή ἐμεῖς φιλοτιμούμαστε, νά μᾶς προσέξει ἰδιαιτέρως καί νά μᾶς χαρίζει αὐτή τή δυνατότητα νά τήν καταλαβαίνουμε, νά τή νοιώθουμε κοντά μας. Ὅπως λένε οἱ ἁγιορεῖτες νά τήν πιάνουμε ἀπό τό φόρεμα, ἀπ’ τό φουστάνι, ὅπως πιάναμε τό φόρεμα τῆς μητέρας μας πού εἴμαστε μικροί καί δέν ἡσυχάζαμε ἄν δέν εἴμαστε κοντά στό φουστάνι της.

Καί στό τέλος βέβαια ὅλη αὐτή ἡ πορεία καταλήγει στόν Κύριο τῶν Κυριευόντων, τόν Κύριό μας ὅπου καί ἐκεῖ προσπαθοῦμε ἀφοῦ ἔχουμε ἀποκτήσει πλέον, κάποιες πνευματικές προϋποθέσεις νά τοῦ μιλήσουμε πιό προσωπικά καί πιό ἄμεσα, καί νά ἐξασφαλίσουμε τή σκέπη Του καί τήν προστασία Του.

Τί κρίμα ἀντί νά γίνεται ὅλη αὐτή ἡ πνευματική ἐργασία νά εἶναι μέσα στήν κρεβατοκάμαρά μας ἡ αἰσχρή τηλεόραση! Καί πολλές φορές αὐτή νά συνοδεύει μέ τίς πληροφορίες της καί μέ τά αἰσχρά καί ἀνήσυχα μηνύματά της, νά συντροφεύει ὅλο τόν ὕπνο μας. Καί φυσικά ὅλα ὅσα προαναφέραμε εἶναι οὐτοπία, εἶναι ἀνύπαρκτα, εἶναι ἄγνωστα. Εὐτυχῶς πού τά μοναστήρια μας σέ καθημερινή βάση ἔχουν αὐτές τίς ἐμπειρίες καί μέσα ἀπό τίς ἐμπειρίες τῶν ἁγίων μοναχῶν κάτι παίρνουμε καί μεῖς, κάτι λίγο, κάπου καί μεῖς φιλοτιμούμαστε, θυμόμαστε κάποτε κάποτε ὅτι θά πρέπει νά τηροῦμε αὐτά τά πνευματικά μας καθήκοντα. Ὅπως ἔλεγε ἕνας ἅγιος ἁγιορείτης γέροντας, ἔστω καί ἄν τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ Ἀποδείπνου περάσει τυπικά, ἄς ποῦμε δέν ἔχουμε προσέξει ὅλο τό Ἀπόδειπνο, ὅμως σέ κάποια στιγμή ἡ Χάρις τοῦ φιλανθρωποτάτου Κυρίου μας θά μᾶς ἁρπάξει καί ἐπειδή κάνουμε ἕναν κόπο γιά νά τηρήσουμε ἀκριβῶς τά πνευματικά μας καθήκοντα ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου καί κάπου μᾶς ἀγγίζει τήν ψυχή, κάπου μᾶς δίνει κάποιους καλούς λογισμούς, καί ἔτσι κοιμόμαστε εἰρηνικοί καί ἥσυχοι.

Ὅλη αὐτή ἡ διαδικασία τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου κατά τή διάρκεια τῆς Μ. Τεσαρακοστῆς ἔχει πολλά νά μᾶς προσφέρει καί γι’ αὐτό ἡ φιλανθρωπότατη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ἔχοντας αὐτοσυνειδησία τοῦ τόσο πλουσίου πνευματικοῦ καί χαρισματικοῦ δυναμικοῦ πού περιλαμβάνει τό Μεγάλο Ἀπόδειπνο, τό ἔχει φέρει καί στίς ἐνορίες μας καί τελοῦμε τήν ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου σέ κάποια σύντομη ὥρα 5 ἕως 6 τό ἀπόγευμα καί πρό τοῦ δείπνου, δηλ. κάπου γίνεται πρόδειπνο, αὐτό δέν εἶναι Ἀπόδειπνο, ἀλλ’ ἐν πάσῃ περιπτώσει ἀξίζει ἔστω καί πρόδειπνο νά εἶναι, νά εἶναι πρόδειπνος ἀκολουθία καί μπορεῖ ἔστω καί ἔτσι νά βοηθήσει γιά νά ἀποκτήσουμε καί μεῖς, ἄν ὄχι στόν κανονικό χρόνο του, κατ’ οἰκονομία νά ἀποκτήσουμε κάποιες ἀνάλογες ἐμπειρίες.

Πλούσια πνευματική ἐν Χριστῷ τροφή μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας πρίν ἀπό τόν ὕπνο, γιά νά μπορέσουμε νά ἀξιοποιήσουμε μοναδικά τίς ὧρες τοῦ ὕπνου, στίς ὁποῖες θέλουμε ἡ ἄκτιστη θεία Χάρη νά ἔχει λόγο καί ἐπίδραση θεανθρώπινη.

Πηγή:http://www.orthros.org