Τρίτη 8 Μαρτίου 2011
ΠΑΠΑ -ΓΙΑΝΝΗΣ Ο ΕΞΟΡΚΙΣΤΗΣ
Όταν το 1917 στην Ρωσία έγινε ή επανάσταση των Μπολσεβίκων, συνέλαβαν στην Οδησσό 17 ιερείς για να τούς εκτελέσουν. Ένας απ' αυτούς κρύφθηκε στα δάση και σώθηκε μετά βρήκε τα δύο του παιδιά, ένα αγόρι και ένα κορίτσι, τα όποια είχαν κρύψει οι γείτονες του και γλύτωσαν από τούς κομμουνιστές. Την πρεσβυτέρα του όμως την συνέλαβαν και την εκτέλεσαν.
Ό ιερέας αυτός ονομαζόταν παπά-Γιάννης και ήταν Έλληνας. Πήρε λοιπόν τα δύο του παιδιά και Περιπλανώμενος από τόπου εις τόπον, πεζοπορώντας το περισσότερο διάστημα ήρθε μέσω Ρουμανίας και Βουλγαρίας στην Ελλάδα, την πατρίδα του. Έκανε εφημέριος στην Μακεδονία και στην Θράκη. Έπειτα ήρθε στο χωριό Σκουτερά Αγρινίου,
διότι ήταν κενή ή θέση του εφημερίου.
Ό παπά-Γιάννης ήταν ρακένδυτος. Φορούσε ένα τριμμένο ράσο με ένα ξυλάκι από ρείκι για κουμπί και στο λαιμό του είχε κρεμασμένο με μαύρο κορδόνι ένα ξύλινο Σταυρό. Έμοιαζε με τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό. Από τη νηστεία και τις ταλαιπωρίες είχε όψη εξαϋλωμένη, ήταν «πετσί και κόκαλο».
Το χωριό Σκουτερά τον καλοδέχτηκε και τον βοήθησε στις ανάγκες του. Έμενε σ' ένα δωμάτιο μαζί με τα δύο του παιδιά, το κορίτσι δέκα ετών και το παιδί οκτώ ετών. Άρχισε λοιπόν ό παπά-Γιάννης να λειτουργεί τακτικά, να κηρύττει τον λόγο του Θεού, να εξομολογεί και να κοινωνεί τούς ανθρώπους. Έτρεχε να βοηθά πνευματικά όπου τον καλούσαν, να διαβάζει ευχές σε αρρώστους και σε άρρωστα κτήνη πού αμέσως θεραπεύονταν.
Μία νέα από την Σκουτερά είχε παντρευτεί στην Σταμνά. Όταν επισκέφθηκε το χωριό της άκουσε να μιλούν με θαυμασμό για τον παπά-Γιάννη. Της είπαν: «Μάς έστειλαν έναν παπά, λες και είναι ό ίδιος ό Χριστός, τόσο καλός είναι».
Ή νέα είπε ότι στην Σταμνά υπάρχει μία γυναίκα δαιμονισμένη επί δεκαοκτώ χρόνια. Οι συγγενείς της την γύρισαν σε γιατρούς και σε πολλά Μοναστήρια τρέξανε σ' όλη την Ελλάδα αλλά αυτή δεν θεραπεύτηκε. Ζήτησε και είδε ή ίδια τον παπά-Γιάννη και τον παρακάλεσε να θεραπεύση την πάσχουσα. Αυτός ζήτησε να δη πρώτα την δαιμονισμένα Έκανε προσευχή και αποφάσισε να την αναλάβει.
Την Κυριακή στο τέλος της θείας Λειτουργίας ό παπά-Γιάννης ανακοίνωσε τα έξης στο εκκλησίασμα: «Χριστιανοί, θα κάνουμε έναν αγώνα για να θεραπευτή ή γυναίκα πού την βασανίζει ό σατανάς επί 18 χρόνια. Θα νηστέψουμε 40 μέρες, θα κάνουμε κάθε μέρα Λειτουργία. Θα εξομολογηθούμε, θα κοινωνήσουμε, θα φέρνουμε την γυναίκα κάθε βράδυ στην Εκκλησία και θα κάνουμε Παράκληση. Στην Λειτουργία δεν θα την φέρνουμε εδώ, διότι ό σατανάς θα δημιουργήσει φασαρία. Θα ειδοποιήσουμε και τα γύρω χωριά οποίος θέλει να έρθει».
Την Κυριακή το βράδυ έφεραν την γυναίκα στην Εκκλησία του άγιου Νικολάου. Μαζεύτηκε πολύς κόσμος. Στην Εκκλησία δεν ήθελε να μπει με κανένα τρόπο. Το δαιμόνιο μούγκριζε, έβριζε τούς πάντες, απειλούσε ότι θα κάψει την Εκκλησία, και έβγαζε αφρούς από το στόμα της. Την έπιασαν μερικοί δυνατοί άντρες και την έφεραν κάτω από τον πολυέλαιο. Ό παπά-Γιάννης κρατώντας τον Σταυρό διάβαζε από το Ευχολόγιο τούς εξορκισμούς και την σταύρωνε. Κρατούσε τον Σταυρό πάνω στο κεφάλι της και εκείνη φώναζε: «Πάρε αυτό το σφυρί από το κεφάλι μου, με πληγώνεις- δεν υποφέρω αυτό το σφυρί». Το πλήθος των χριστιανών έκαναν μετάνοιες και έλεγαν το «Κύριε έλέησον».
Ό παπά-Γιάννης έλεγε στον κόσμο: «Χριστιανοί, κάνετε υπομονή, θα τον εξοντώσουμε τον σατανά».
Είχε πει και στον Δάσκαλο ό παπάς να φέρνει όλα τα παιδιά του Σχολείου, πού έλεγαν κι αυτά το «Κύριε έλέησον» και έκαναν μετάνοιες. Αυτό γινόταν κάθε μέρα. Ό διάβολος με το στόμα της δαιμονισμένης έλεγε στα παιδιά του Σχολείου: «Πηγαίνετε έξω παιδάκια, σας κοροϊδεύει αυτός ό παλιό παπάς πού βρωμάνε τα χνώτα του από τη νηστεία. Μία ωραία νύφη περνά, πηγαίνετε έξω, περιμένει ή μαμά σας με μία φέτα καθάριο ψωμί με ζάχαρη πάνω στο ψωμί». Δηλαδή έλεγε ότι ζήλευαν και επιθυμούσαν να έχουν τα παιδιά τότε, με σκοπό να τα βγάλει έξω.
Έρχονταν και από τα γύρω χωριά κόσμος. Μία μέρα μπήκε μέσα κάποιος και του λέγει ό διάβολος με το στόμα της δαιμονισμένης: «Ω, καλώς τον φίλο μου τον τάδε, εσύ είσαι πού την τάδε μέρα έκανες αυτό και αυτό, ήρθες και εσύ να προσευχηθείς για να με βασανίσεις;». Όντως ήταν αλήθεια αυτά και ό άνθρωπος αυτός έφυγε καταντροπιασμένος, δεν άναψε ούτε κερί. Το παράδοξο είναι ότι ή δαιμονισμένη έβλεπε προς το Ιερό, δεν γύρισε να δη πίσω της, πού ήταν πολύς κόσμος, αλλά τον είδε με άλλο τρόπο και του αποκάλυψε τις ανεξομολόγητες αμαρτίες του.
Κάποιο βράδυ, ενώ είχε μαζευτεί πολύς κόσμος και ό παπά-Γιάννης διάβαζε την δαιμονισμένη, είπε κάποιος στον διπλανό του: «Κάνε καλά τον σταυρό σου. Σταυρός είναι αυτός πού κάνεις, λες και παίζεις μαντολίνο». Ακούστηκε τότε ή φωνή της δαιμονισμένης να λέει: «Άφησε τον άνθρωπο, καλά κάνει τον σταυρό του».
Ή δαιμονισμένη φώναζε κάποτε: «Στείλτε να φέρετε τον φίλο μου τον τάδε παπά». Ήταν ένας παπάς σε κάποιο χωριό πού ή ζωή του δεν ήταν καλή. Αυτός ό παπάς δεν τόλμησε να έρθει στην Εκκλησία.
Ό αγώνας του παπά-Γιάννη συνεχίσθηκε για να βγάλει το δαιμόνιο από την γυναίκα. Σ' αυτό το διάστημα πληροφορήθηκε από το ίδιο το δαιμόνιο πού ήταν μέσα στην γυναίκα, ότι είναι ό Εωσφόρος, ό αρχηγός των δαιμόνων. Μπήκε μέσα της κατά την ώρα πού τηγάνιζε ψάρια, επειδή ό αδελφός της αγανακτισμένος από κάποια αφορμή της είπε να μπει ό διάβολος μέσα της. Από εκείνη την στιγμή δαιμονίστηκε ή γυναίκα.
Ό αγώνας τώρα για τον παπά-Γιάννη ήταν σκληρός. Ό διάβολος τον έβριζε, τον απειλούσε λέγοντας ότι θα γκρεμίσει την Εκκλησία, θα κάψει το χωριό, «θα βγω απ' αυτή την σκύλα», έλεγε, «και θα μπω στην κόρη και στον γιό σου». Ό παπά-Γιάννης του απαντούσε: «Δεν έχεις δικαίωμα να μπεις πουθενά, μόνο στην άβυσσο έχεις δικαίωμα να πάς».
Μετά από ένα μήνα, ένα βράδυ αφού τελείωσε ή Παράκληση και έφυγε ό κόσμος μαζί και ή δαιμονισμένη, ό παπά-Γιάννης έκλεισε την πόρτα της Εκκλησίας, γονάτισε μπροστά στην εικόνα του Χριστού και άρχισε να προσεύχεται με δάκρυα για να ελευθερωθεί ή βασανισμένη ψυχή από το δαιμόνιο. Από τις οκτώ το βράδυ μέχρι τις τρεις το πρωί προσευχόταν συνεχώς. Ανησύχησαν οι χωριανοί για τον παπά-Γιάννη πού δεν επέστρεψε σπίτι του, κοντά στα παιδιά του πού τον περίμεναν. Πήγαν μαζί με τα παιδιά του και τον βρήκαν γονατιστό να προσεύχεται. Ή κόρη του πού ήξερε από άλλες φορές, είπε: «Αφήστε τον να προσευχηθείς». Όταν συνήλθε ό παπά-Γιάννης από την προσευχή πού είχε απορροφηθεί, πήγε στο σπίτι του να κοιμηθεί. Στον ύπνο του άκουσε φωνή πού του είπε: «Παπά-Γιάννη, ή γυναίκα μετά τις τριάντα εννιά μέρες, αφού περάσει ή 12η ώρα, τα μεσάνυχτα, θα ελευθερωθεί από τον σατανά».
Την τελευταία ημέρα είπε ό σατανάς στον παπά-Γιάννη: «Παπά-Γιάννη με εξόντωσες». Και πράγματι την 40η ημέρα βγήκε από την γυναίκα ή όποια ελευθερώθηκε από το μαρτύριο και έζησε έκτοτε υγιής πολλά χρόνια.
Ό παπά-Γιάννης στο δωμάτιο πού κοιμόταν με τα παιδιά του, δεν είχε σχεδόν τίποτε εκτός από δύο «τσόλια» (σκεπάσματα, κουβέρτες), τα όποια είχαν δώσει οι γυναίκες του χωριού. Στο ένα κοιμόνταν τα παιδιά του και στο άλλο αυτός. Έστρωνε το μισό κάτω στο πάτωμα και με το άλλο μισό σκεπαζόταν. Είχε μεγάλη πίστη στον παντοδύναμο Κύριο. Αισθανόταν ότι ή προσευχή του εισακούεται από τον Θεό και γι' αυτό γίνονται θαύματα. Έλεγε: «Όταν ζητήσω από τον Θεό να ισοπέδωση το βουνό διά της προσευχής, της νηστείας και της ελεημοσύνης, θα ισοπεδωθεί. Ό άνθρωπος, όταν τηρήσει αυτά τα τρία είναι από τώρα στον παράδεισο».
Είχε πολύ μεγάλη φτώχεια ό παπά-Γιάννης γιατί όσα του έδιναν τα μοίραζε ελεημοσύνη. Κάποιος το πρώτο Πάσχα πού έκανε στο χωριό, του χάρισε μία γίδα με το μικρό της κατσικάκι. Το κατσικάκι να το σφάξει για να γιορτάσει το Πάσχα, και την γίδα να την έχει να πίνουν λίγο γάλα, όταν δεν έχει νηστεία. Ό παπά-Γιάννης δεν κράτησε την γίδα και το κατσίκι. Τα πούλησε και με τα χρήματα αγόρασε ρούχα για τα ορφανά του χωρίου, να χαρούν κι αυτά την ήμερα της Αναστάσεως.
Ήταν επίσης μεγάλος νηστευτής. Την Σαρακοστή νήστευε εξήντα μέρες από λάδι, γι' αυτό στο χωριό την Σαρακοστή την έλεγαν Εξηντάρα.
Ό παπά-Γιάννης ένα βράδυ είδε στον ύπνο του ένα σπίτι σε μία άγνωστη τοποθεσία και τον νοικοκύρη του σπιτιού να τρώγει ένα ψόφιο σκυλί.
Ρώτησε που βρίσκεται αυτό το σπίτι με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και τον κατατόπισαν. Πήγε ό παπά-Γιάννης με συνοδεία, βρήκε το σπίτι, χτύπησε την πόρτα και του άνοιξε ή γυναίκα. Μαζί της ήταν και το παιδί της. Ό άνδρας της έλειπε στα κτήματα. Πάντως όταν τον ειδοποίησαν ήρθε τρέχοντας, πλύθηκε, του έβαλε εδαφιαία μετάνοια και του φίλησε το χέρι. Είχε ακούσει για την αγιότητα του παπά-Γιάννη και την θεραπεία τής δαιμονισμένης, αλλά δεν τολμούσε να τον συνάντηση, διότι ή συνείδησή του ήταν βεβαρημένη. Στην εκκλησία δεν πήγαινε, κρεοφαγούσε στις νηστείες, βλασφημούσε και με την γυναίκα του ζούσε παράνομα γιατί ήταν αστεφάνωτοι. Είχε όμως καλή διάθεση. Ζήτησε και εξομολογήθηκε αμέσως. Μετά στεφανώθηκε από τον παπά-Γιάννη και έζησε ως καλός χριστιανός.
Ό παπά-Γιάννης, ό χαριτωμένος λειτουργός του Ύψιστου με την ασκητική του ζωή, την ακτημοσύνη του και την αδιάλειπτη προσευχή, είχε γίνει γνωστός σ' όλη την γύρω περιοχή. Έρχονταν οι άνθρωποι να τον συμβουλευτούν και να τούς διαβάσει ευχή να γίνουν καλά. Τον θεωρούσαν μεγάλο Προφήτη και θαυματουργό. Έρχονταν επίσης άγνωστοι άνθρωποι από διάφορα μέρη και αυτός έλεγε: «Εσύ είσαι ό τάδε και ήρθες εδώ γι' αυτό και γι' αυτό το λόγο».
Διηγείται κάποιος από την Σκουτερά πού στο πατρικό του σπίτι έμενε ό παπά-Γιάννης, ότι είχε πει κάποτε: «Μια ημέρα θα αποκαλυφθεί το λείψανο ενός Άγιου στο μοναστήρι της Παναγίας της Λυκουρισιώτισσας και υστέρα το Μοναστήρι θα πάρει μεγάλη φήμη».
Αλλά το χωριό του πού τον λάτρευε δεν τον χάρηκε πολύ, γιατί τον πήραν για εφημέριο στο χωριό Καινούργιο. Μετά τον ζήτησαν και τον πήραν στην Πελοπόννησο. Έκτοτε αγνοούνται τα ίχνη του και τώρα σίγουρα θα έχει κοιμηθεί.
Αιωνία του ή μνήμη. Την ευχή του να έχουμε. Αμήν.
ΒΙΒΛ . ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ.
Ετικέτες
ἐλεημοσυνη,
ἐξορκισμοί,
ἐξορκιστής,
νηστεία,
ΠΑΠΑ -ΓΙΑΝΝΗΣ Ο ΕΞΟΡΚΙΣΤΗΣ,
προσευχή
Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΒΕΒΗΛΩΣΙΝ ΚΑΙ ΕΞΟΒΕΛΙΣΜΟΝ Σεβ. Μητροπ. Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως κ. Ἰερεμίου
Σχόλιο ᾿Οδυσσέως: Δεύτερη εὐχάριστη ἔκπληξη μᾶς ἐπεφύλαξε ὁ Σεβασμιώτατος Γόρτυνος κ. ῾Ιερεμίας Φούντας. Μετά τήν σθεναρή του στάση κατά τήν ὁρκωμοσία τῶν Δημοτικῶν ἀρχόντων τῆς περιοχῆς του καί τήν ἀπρεπῆ στάση ἑνός ἐξ αὐτῶν, ἔρχεται τώρα νά ὀρθοτομήσει τόν λόγο τῆς ἀληθείας καί νά τοποθετήσει τά πράγματα στή σωστή του θέση σχετικά μέ τήν εἰσαγωγή μεταφράσεων γιά λειτουργική χρήση. Μιά ἀπάντηση καταπέλτης γιά τούς νεωτεριστές ἐπισκόπους καί θιασῶτες τῶν μεταφράσεων. Εὖγε Σεβασμιώτατε!
1. Ἡ πίστη μας, ἀγαπητοί μου, ἔχει ἱερά κείμενα καί αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο της. Ἱερώτατο δέ κείμενο, ἀνώτερο ὅλων τῶν ἄλλων, εἶναι ἡ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ, ἡ Παλαιά καί ἡ Καινή Διαθήκη. Τό βιβλίο αὐτό εἶναι θεόπνευστο καί ἔχει τήν θέση του πάνω στην Ἁγία Τράπεζα, ἐκεῖ πού ἔχει τήν θέση του καί το Ἅγιο Ποτήριο. Καί ὅπως κοινωνοῦμε ἀπό τό Ἅγιο Ποτήριο τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ σαρκωθέντος στήν κοιλία τῆς Ἁγίας Θεοτόκου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἔτσι, λέγουν οἱ Πατέρες, κοινωνοῦμε καί ἀπό τήν Ἁγία Γραφή τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Τήν Ἁγία Γραφή πρέπει νά τήν ἀγαπήσουμε καί νά την κάνουμε τό πολυφίλητο καθημερινό μας ἀνάγνωσμα.
2. Περικοπές ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, την Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, ἀπολαμβάνουμε στήν θεία λατρεία μέ τά ἱερά Ἀναγνώσματα. Κατά τόν Ἑσπερινό ἔχουμε Ἀναγνώσματα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ἐνῶ στήν θεία Λειτουργία ἔχουμε ἀναγνώσματα ἀπό τήν Καινή Διαθήκη, τό ἀποστολικό καί τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα.
3. Λογικό εἶναι ὅτι γιά νά «κοινωνοῦμε» ἀπό τά Ἀναγνώσματα αὐτά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά μᾶς εἶναι κατανοητά, να καταλαβαίνουμε δηλαδή τά ἱερά τους νοήματα. Ὅμως, μᾶς χωρίζει ἀπό τά κείμενα αὐτά ἡ γλώσσα καί εἶναι κείμενα ἐν πολλοῖς ἀκατάληπτα. Ἀκριβῶς αὐτή ἡ δυσκολία κάνει μερικούς κληρικούς, ἱερεῖς και ἀρχιερεῖς, νά ὑποστηρίζουν τήν ἀπό μετάφραση ἀνάγνωση στήν θεία λατρεία τῶν ἁγιογραφικῶν περικοπῶν, ἀλλά καί αὐτῆς τῆς θείας Λειτουργίας τήν μετάφραση.
4. Τό θέμα ἔχει γίνει σοβαρό καί ταράσσει θά ἔλεγα τήν ἑλλαδική μας Ἐκκλησία, γι᾽ αὐτό καί θά ἐκθέσω, ὡς Ἐπίσκοπος, την θέση μου ἐπ᾽ αὐτοῦ μέ ἁπλό λόγο.
(α) Καί πρίν ἀπό μᾶς, πολύ πρίν ἀπό την δική μας ἐποχή, τά ἴδια κείμενα εἶχε ἡ Ἐκκλησία μας. Καί τότε πολλοί χριστιανοί ἦταν ὀλιγογράμματοι καί ἀγράμματοι. Καί ὅμως, δεν γινόταν λόγος γιά μετάφραση τῶν ἱερῶν κειμένων στήν λατρεία. Στήν Τουρκοκρατία, γιά παράδειγμα, τά ἁγιογραφικά Ἀναγνώσματα διαβάζονταν καί στήν λατρεία καί στά σπίτια ἀπό τό πρωτότυπο κείμενο καί ὄχι ἀπό μετάφραση. Καί βγῆκαν μάρτυρες τῆς πίστεως καί ἥρωες τῆς πατρίδας μας ἀπό τούς πατέρες μας και ἀδελφούς μας αὐτούς.
(β) Ἄν τά κείμενα εἶναι ἀκατάληπτα καί εἶναι βεβαίως ἀκατάληπτα, γι᾽ αὐτό ὑπάρχει τό κήρυγμα στήν Ἐκκλησία, γιά νά τά ἑρμηνεύει καί νά κάνει καταληπτά τά νοήματά τους στούς πιστούς. Ἄς παύσει ἐπί τέλους τό κήρυγμα νά εἶναι καθηκοντολογικό, σάν να ζητᾶμε νά κάνουμε τούς χριστιανούς μας καλούς μαθητές τοῦ Πλάτωνα καί τοῦ Ἀριστοτέλη. Ἄς στραφεῖ τό κήρυγμα στά ἱερά Ἀναγνώσματα τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἄς τά κάνει κατανοητά στούς πιστούς μέ ἁπλό λόγο.
Ἀλλά ὑπάρχουν μεταφρασμένα τά ἱερά μας κείμενα, καί ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡ θεία Λειτουργία καί οἱ ὕμνοι τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἄς προτρέψουμε λοιπόν τούς χριστιανούς μας νά καταφύγουν οἱ ἴδιοι στίς μεταφράσεις τῶν ἱερῶν Ἀναγνωσμάτων, ὥστε νά τούς εἶναι καταληπτά, ὅταν θά τά ἀκούσουν στην λατρεία ἀπό τό κείμενο.
(γ) Προσωπικῶς θεωρῶ ὡς βεβήλωση τήν ἐξοβέλιση τοῦ ἱεροῦ κειμένου καί τήν ἀπόδοση τῶν ἱερῶν Ἀναγνωσμάτων ἀπό μετάφραση. Κατά πρῶτον, αὐτό ἐναντιοῦται πρός τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, γιατί δέν συνέβηκε σέ προηγούμενα χρόνια το πράγμα αὐτό, ἄν καί συνέτρεχαν οἱ ἴδιοι λόγοι. Καί τότε δηλαδή ἦταν τά κείμενα ἀκατάληπτα στούς πιστούς.
Ἔπειτα, τό θέμα αὐτό, τό νά διαβάζονται, δηλαδή, μεταφρασμένα τά ἁγιογραφικά Ἀναγνώσματα στήν λατρεία, δέν ἀποφασίστηκε ἀπό τήν Ἱεραχία τῆς Ἐκκλησίας μας. Δέν ἐπιτρέπεται δέ νομίζουμε ἕνας ἐπίσκοπος, δίχα τῆς ἀποφάσεως ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, νά εἰσάγει στήν ἐπισκοπή του μιά νέα τολμηρή πράξη, κατ᾽ αὐτήν μάλιστα τήν θεία λατρεία.
(δ) Ἀλλά ἔστω, εἰσάγουμε μετάφραση τῶν ἱερῶν Ἀναγνωσμάτων στήν θεία λατρεία καί ἀντί τοῦ κειμένου διαβάζουμε τήν μετάφραση. Φανταστεῖτε! Ἐνῶ πρῶτα οἱ πιστοί ἄκουαν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτός βγῆκε ἀπό τά χέρια τῶν θεοπνεύστων συγγραφέων του, τώρα, σ᾽ αὐτήν τήν ἱερή ὥρα τῆς θείας λατρείας, θά ἀκούει τον θεόπνευστο λόγο τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων ὅπως τον ἀποδίδει ὁ τάδε, ὁ τάδε καί ὁ τάδε μεταφραστής του. Γράφω αὐτά χωρίς βέβαια νά πιστεύω τήν θεοπνευστία στίς λέξεις. Ἀλλά, πῶς νά τό κάνουμε!.. Μᾶς συγκινεῖ καί μᾶς εὐφραίνει ἡ σκέψη ὅτι διαβάζουμε καί ἐμεῖς σήμερα στήν Ἐκκλησία μας τά ἅγια λόγια τοῦ Θεοῦ, ὅπως τά διάβαζαν οἱ παλαιοί χριστιανοί καί ὅπως τά διάβαζαν οἱ πατέρες μας στό Βυζάντιο καί στήν Τουρκοκρατία. Αὐτά τά ἱερά Ἀναγνώσματα τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀδελφοί, ἡ θεία Λειτουργία και οἱ ἱεροί ὕμνοι, ἔτσι ὅπως τά ἔχουμε καί τά διαβάζουμε ἐμεῖς στην λατρεία μας, ἔτσι τά διάβαζε καί ὁ ἅγιος Νεκτάριος καί τόσοι ἅγιοι Πατέρες. Τά ἅγια λόγια τῆς λατρείας «πιπιλίστηκαν», ἄς τό πῶ ἔτσι, ἀπό ἀναρίθμητα στόματα ἁγίων Πατέρων καί Μητέρων καί μᾶς τά παρέδωσαν σάν παρακαταθήκη ἱερή σέ μᾶς, χωρίς νά τά παραλλάξουν καθόλου. Ποιοί εἴμαστε ἐμεῖς τώρα πού σκεφθήκαμε νά τά ἀλλοιώσουμε μεταφράζοντάς τα;
(ε) Πραγματικά, εἶναι ἀλλοίωση ἡ μετάφραση τοῦ ἱεροῦ κειμένου καί ἡ εἰσαγωγή τῆς μεταφράσεως αὐτῆς γιά ἀνάγνωση στην θεία λατρεία. Ἡ μετάφραση ἑνός στίχου τοῦ ἱεροῦ κειμένου γίνεται μέ βάση τήν ἑρμηνεία, πού δίνει ὁ μεταφραστής στόν στίχο αὐτό. Πολύ πιθανόν ὅμως ὁ μεταφραστής νά δίνει λανθασμένη ἑρμηνεία στόν στίχο. (Ἔχω διαπιστώσει τοιαῦτες λανθασμένες ἑρμηνεῖες). Καί θά ἀκούει λοιπόν ὁ πιστός λαός μας στήν λατρεία του πρός τόν Θεό τόν θεῖο λόγο μέ λανθασμένη μετάφραση προερχομένη ἀπό λανθασμένη ἑρμηνεία τοῦ τάδε, μορφωμένου μέν ἀκαδημαϊκά, πιθανῶς ὅμως μή μεμαρτυρημένου καί ὡς τοιούτου εὐσεβοῦς, ὥστε νά ἀκούεται ὁ λόγος του στήν Ἐκκλησία.
5. Κατά τά παραπάνω εἴμαστε ἐνάντιοι, ἀκόμη δέ καί πολέμιοι κατά τῆς εἰσαγωγῆς τῆς μεταφράσεως τῶν ἁγιογραφικῶν ἀναγνωσμάτων, τῶν λειτουργικῶν δέλτων καί τῶν ὕμνων τῆς πίστης μας στήν θεία λατρεία.
Δέν παραβλέπουμε ὅμως τό πρόβλημα τῆς ἀκατανοησίας τῶν ἱερῶν Ἀναγνωσμάτων ἀπό τόν λαό. Ὅπως τό ἔχουμε διαπιστώσει, νομίζουμε ὅτι τό πρόβλημα αὐτό καί ἡ δυσκολία αὐτή θεραπεύεται πρῶτον μέν μέ τό βιβλικό ἁγιογραφικό κήρυγμα, ἔπειτα δέ με τήν ἔκδοση μικρῶν βιβλιαρίων, στά ὁποῖα θα παρατίθεται τό κείμενο τῶν ἁγιογραφικῶν περικοπῶν (λίγες σχετικά εἶναι οἱ ἁγιογραφικές περικοπές τοῦ Ἑσπερινοῦ) καί ἡ μετάφρασή τους. Ἔτσι ὁ λαός μας θά ἔχει μόνιμο βοήθημα, γιά νά γνωρίζει τό νόημα αὐτῶν πού ἀκούει στήν Ἐκκλησία του.
Προτείνουμε, καί τό ἄλλο, βοηθητικό πιθανόν γιά τήν κατανόηση τῶν ἀναγνωσθέντων: Ἀφοῦ ἀναγνωσθοῦν στό κείμενο τά ἁγιογραφικά ἀναγνώσματα, ὁ ἱερεύς τῆς ἐνορίας, ἀντί θείου κηρύγματος, ἀφοῦ πεῖ πρῶτα ἕνα σύντομο προλογικό, νά διαβάσει ἔπειτα εὐκρινῶς καί μέ τόνο καί νόημα τήν μετάφραση τῶν ἀναγνωσθέντων περικοπῶν. Νά ρωτήσει ὅμως τόν ἐπίσκοπό του ποιά μετάφραση θά προτιμήσει, γιατί δέν εἶναι ὅλες οἱ μεταφράσεις καλές. Ἔχουν λάθη, ὅπως εἴπαμε, καί ἄς φημίζονται ὡς ἔργα εἰδικῶν καθηγητῶν. Τό σωστό πάντως εἶναι νά μή δίνουμε μετάφραση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀλλά ἑρμηνευτική ἀπόδοσή της, ὅπως ἔπραξε ὁ μακαριστός καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας, δικός μας, ἀπό την Στεμνίτσα Γορτυνίας καταγόμενος.
6. Ὡς πρός τούς ἀγαπητούς μας νέους, γιά νά τούς ἑλκύσουμε στήν Ἐκκλησία, ἄς τούς θέλξουμε μέ ἰσχυρό λόγο γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἄς δοῦν τόν ἐνάρετο βίο μας καί ἄς κάνουμε προσευχή ὑπέρ αὐτῶν, μέσα, δηλαδή, πού μαρτυροῦν τήν ὀρθόδοξη ἱεραποστολή, καί ἄς μή προβαίνουμε σέ ἐνέργειες ἀπό τίς ὁποῖες ταράσσεται ἡ Ἐκκλησία καί χάνουμε τούς πιστούς, χωρίς τελικά νά ἐπιτυγχάνεται καί ὁ σκοπός πού ἐπιδιώκουμε, γιατί δέν εὐλογούμαστε ἀπό τόν Θεό, ἀφοῦ ἐνεργοῦμε μέ τρόπους, πού δέν μᾶς παρέδωσαν οἱ ἅγιοι Πατέρες.
Μέ πολλές εὐχές
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)