"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Κυριακή 4 Απριλίου 2010

᾿Αντί ᾿Αποδείπνου κατά τήν Διακαινίσιμον ῾Εβδομάδα


 

Μετὰ τὸν Εὐλογητόν, Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν... ἐκ γ'
 
Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι προσκυνήσωμεν ἅγιον Κύριον, Ἰησοῦν τὸν μόνον ἀναμάρτητον. Τὸν Σταυρόν σου Χριστὲ προσκυνοῦμεν, καὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν ὑμνοῦμεν καὶ δοξάζομεν· σὺ γὰρ εἶ Θεὸς ἡμῶν, ἐκτός σου ἄλλον οὐκ οἴδαμεν, τὸ ὄνομά σου ὀνομάζομεν. Δεῦτε πάντες οἱ πιστοί, προσκυνήσωμεν τὴν τοῦ Χριστοῦ ἁγίαν Ἀνάστασιν. Ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ Σταυροῦ, χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ. Διὰ παντὸς εὐλογοῦντες τὸν Κύριον, ὑμνοῦμεν τὴν Ἀνάστασιν αὐτοῦ. Σταυρὸν γὰρ ὑπομείνας δι' ἡμᾶς, θανάτῳ θάνατον ὤλεσεν. (Ἐκ γ')
 
Προλαβοῦσαι τὸν ὄρθρον αἱ περὶ Μαριάμ, καὶ εὑροῦσαι τὸν λίθον ἀποκυλισθέντα τοῦ μνήματος, ἤκουον ἐκ τοῦ Ἀγγέλου· Τὸν ἐν φωτὶ ἀϊδίῳ ὑπάρχοντα, μετὰ νεκρῶν τί ζητεῖτε ὡς ἄνθρωπον; βλέπετε τὰ ἐντάφια σπάργανα, δράμετε, καὶ τῷ κόσμῳ κηρύξατε, ὡς ἡγέρθη ὁ Κύριος θανατώσας τὸν θάνατον· ὅτι ὑπάρχει Θεοῦ Υἱός, τοῦ σῴζοντος τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων.
 
Εἰ καὶ ἐν τάφῳ κατῆλθες ἀθάνατε, ἀλλὰ τοῦ ᾍδου καθεῖλες τὴν δύναμιν, καὶ ἀνέστης ὡς νικητής, Χριστὲ ὁ Θεός, γυναιξὶ Μυροφόροις φθεγξάμενος· Χαίρετε, καὶ τοῖς σοῖς Ἀποστόλοις εἰρήνην δωρούμενος, ὁ τοῖς πεσοῦσι παρέχων ἀνάστασιν.
 
Ἐν τάφῳ σωματικῶς, ἐν ᾍδου δὲ μετὰ ψυχῆς ὡς Θεός, ἐν Παραδείσῳ δὲ μετὰ Λῃστοῦ, καὶ ἐν θρόνῳ ὑπῆρχες Χριστέ, μετὰ Πατρὸς καὶ Πνεύματος, πάντα πληρῶν ὁ ἀπερίγραπτος.
Δόξα...
Ὡς ζωηφόρος, ὡς Παραδείσου ὡραιότερος, ὄντως καὶ παστάδος πάσης βασιλικῆς, ἀναδέδεικται λαμπρότερος Χριστὲ ὁ τάφος σου, ἡ πηγὴ τῆς ἡμῶν ἀναστάσεως.
Καὶ νῦν... Θεοτοκίον
Τὸ τοῦ ὑψίστου ἡγιασμένον θεῖον σκήνωμα Χαῖρε· διὰ σοῦ γὰρ δέδοται ἡ χαρὰ Θεοτόκε τοῖς κραυγάζουσιν· Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶν ὑπάρχεις πανάμωμε Δέσποινα.
 

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ
ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΛΟΓΟΣ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΣ
 
Εἰς τὴν ἁγίαν καὶ λαμπροφόρον ἡμέραν τῆς ἐνδόξου καὶ σωτηριώδους Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, Ἀναστασεως.
 
Εἴ τις εὐσεβὴς καὶ φιλόθεος ἀπολαυέτω τῆς καλῆς ταύτης καὶ λαμπρᾶς πανηγύρεως, Εἴ τις δοῦλος εὐγνώμων, εἰσελθέτω χαίρων εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου αὐτοῦ. Εἴ τις ἔκαμε νηστεύων, ἀπολαυέτω νῦν τὸ δηνάριον. Εἴ τις ἀπὸ τῆς πρώτης ὥρας εἰργάσατο, δεχέσθω σήμερον τὸ δίκαιον ὄφλημα. Εἴ τις μετὰ τὴν τρίτην ἦλθεν, εὐχαρίστως ἑορτασάτω. Εἴ τις μετὰ τὴν ἕκτην ἔφθασε, μηδὲν ἀμφιβαλλέτω· καὶ γὰρ οὐδὲν ζημιοῦται. Εἴ τις ὑστέρησεν εἰς τὴν ἐννάτην, προσελθέτω, μηδὲν ἐνδοιάζων. Εἴ τις εἰς μόνην ἔφθασε τὴν ἑνδεκάτην, μὴ φοβηθῇ τὴν βραδύτητα· φιλότιμος γὰρ ὢν ὁ Δεσπότης, δέχεται τὸν ἔσχατον, καθάπερ καὶ τὸν πρῶτον. Ἀναπαύει τὸν τῆς ἑνδεκάτης, ὡς τὸν ἐργασάμενον ἀπὸ τῆς πρώτης. Καὶ τὸν ὕστερον ἐλεεῖ, καὶ τὸν πρῶτον θεραπεύει, κᾀκείνῳ δίδωσι, καὶ τούτῳ χαρίζεται. Καὶ τὰ ἔργα δέχεται, καὶ τὴν γνώμην ἀσπάζεται. Καὶ τὴν πρᾶξιν τιμᾷ, καὶ τὴν πρόθεσιν ἐπαινεῖ· οὐκοῦν εἰσέλθετε πάντες εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου ἡμῶν, καὶ πρῶτοι καὶ δεύτεροι τὸν μισθὸν ἀπολαύετε. Πλούσιοι καὶ πένητες μετ' ἀλλήλων χορεύσατε. Ἐγκρατεῖς καὶ ῥάθυμοι τὴν ἡμέραν τιμήσατε. Νηστεύσαντες καὶ μὴ νηστεύσαντες, εὐφράνθητε σήμερον. Ἡ τράπεζα γέμει τρυφήσατε πάντες, ὁ μόσχος πολὺς μηδεὶς ἐξέλθῃ πεινῶν. Πάντες ἀπολαύετε τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως. Πάντες ἀπολαύσατε τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος. Μηδείς θρηνείτω πενίαν· ἐφάνη γὰρ ἡ κοινὴ βασιλεία. Μηδεὶς ὀδυρέσθω πταίσματα· συγγνώμη γὰρ ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε. Μηδεὶς φοβείσθω θάνατον· ἠλευθέρωσε γὰρ ἡμᾶς τοῦ Σωτῆρος ὁ θάνατος. Ἔσβεσεν αὐτόν, ὑπ' αὐτοῦ κατεχόμενος. Ἐσκύλευσε τὸν ᾍδην, ὁ κατελθὼν εἰς τὸν ᾍδην. Ἐπίκρανεν αὐτόν, γευσάμενον τῆς σαρκὸς αὐτοῦ, καὶ τοῦτο προλαβὼν Ἡσαΐας, ἐβόησεν· ὁ ᾍδης, φησίν, ἐπικράνθη συναντήσας σοι κάτω. Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ κατηργήθη. Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐνεπαίχθη. Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐνεκρώθη. Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ καθῃρέθη. Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐδεσμεύθη. Ἔλαβε σῶμα, καὶ Θεῷ περιέτυχεν. Ἔλαβε γῆν, καὶ συνήντησεν οὐρανῷ. Ἔλαβεν, ὅπερ ἔβλεπε, καὶ πέπτωκεν, ὅθεν οὐκ ἔβλεπε. Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον; ποῦ σου ᾍδη τὸ νῖκος; Ἀνέστη Χριστός, καὶ σὺ καταβέβλησαι. Ἀνέστη Χριστὸς καὶ πεπτώκασι δαίμονες. Ἀνέστη Χριστός, καὶ χαίρουσιν Ἄγγελοι. Ἀνέστη Χριστός, καὶ ζωὴ πολιτεύεται. Ἀνέστη Χριστός, καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος. Χριστὸς γὰρ ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο. Αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, Ἀμήν.
 

Τό Πάσχα τοῦ ᾿Ισαάκ-τοῦ πατρός Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου




Ἐκείνη τήν ἱστορία, πού θύμιζε ζωντανό συναξάρι νεομάρτυρος, μοῦ τήν ἔλεγε ἡ γιαγιά μου καί ἔχει χαραχθεῖ βαθιά μέσα στή μνήμη μου. Ὁ πατέρας της ἦταν παπάς σ’ ἕνα ἀπό τά χωριά τοῦ ἄνω Βοσπόρου, πού σήμερα ἔχει τήν ὀνομασία «Μπέηκοζ». Ὁ πατήρ Ἀντώνιος, ἔτσι ἔλεγαν τόν παπά, εἶχε πολλά παιδιά, ἀνάμεσά τους καί τό Χριστόδουλο. Ὁ Χριστόδουλος ἦταν 10 ἐτῶν ὅταν ἔγιναν ἐκεῖνα τά τρομερά γεγονότα. Μιά Μεγάλη Παρασκευή οἱ ἑβραῖοι ἔκλεψαν τό παιδί καί τό πῆραν μαζί τους. Τήν ἴδια κιόλας μέρα τό κάρφωσαν, τό παιδί, σ’ ἕνα σταυρό, ὅπως τό Χριστό. Κάποιοι περαστικοί βρῆκαν, τήν ἄλλη μέρα, τό Χριστόδουλο ἀναίσθητο στό δρόμο. Μετά ἀπό λίγες μέρες, μέσα στήν ἀναστάσιμη ἀτμόσφαιρα, πέθανε. Αὐτή ἡ διήγηση ἦταν ἀληθινή πέρα γιά πέρα. Ὅταν πλησίαζε τό Πάσχα, παρόμοιες διηγήσεις καί θύμησες ἀνασκάλευαν τό νοῦ μας καί μπαίναμε σέ ἕνα πολεμικό κλίμα μέ τούς ἑβραίους. Ἀποκορύφωμα τοῦ κλίματος αὐτοῦ ἦταν καί τό κάψιμο τοῦ ἑβραίου πού γινόταν Μεγάλη Παρασκευή τό βράδυ, μετά τήν περιφορά τοῦ ἐπιταφίου.
Στή γειτονιά μας, ἐκεῖ στό Σταυροδρόμι, ἔμεναν πολλοί ἑβραῖοι. Κατά τή διάρκεια ὅλης τῆς χρονιᾶς εἴχαμε στίς παρέες μας ἑβραιόπουλα. Μᾶς ἕνωνε ἡ ἀντίθεσή μας μέ τά τουρκάκια. Αὐτές ὅμως τίς ἡμέρες ὅλα ἄλλαζαν. Δέν μποροῦσαν οἱ ἑβραῖοι νά παίζουν τά «χριστιανικά» μας παιχνίδια. Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα μᾶς προσέφερε μιά καταπληκτική εὐκαιρία γιά παιχνίδια πού ἄρχιζαν ἀπό τό ἱερό τοῦ Ναοῦ τῆς Παναγίας καί συνεχίζονταν στόν αὐλόγυρο καί στά περίχωρα.
Ὁ Ἰσαάκ ἔμενε σέ ἕνα γωνιακό σπίτι στή μεγάλη κατηφόρα, στό Χαμάλμπαση, λίγα μέτρα ἀπό τό σπίτι μας. Ἦταν ἀπό ΄κεῖνα τά ἑβραιόπουλα πού ἦταν καλοί μας φίλοι. Δέν ὑπῆρχε ζαβολιά στήν ὁποία νά μήν μετεῖχε. Τό κοφτερό του, μάλιστα, μυαλό ἀπεδείχθη σπουδαῖο σέ δύσκολες στιγμές. Θυμᾶμαι, μιά φορά, πού ἦρθε μιά γειτόνισσα νά διαμαρτυρηθεῖ, ἐπειδή χτυπούσαμε τά κουδούνια στίς πόρτες τῶν σπιτιῶν καί φεύγαμε τρέχοντας. Ὁ Ἰσαάκ, τότε, μέ πολύ σοβαρό ὕφος, εἶπε:
- Γιά τό καλό σας τό κάναμε ἐμεῖς. Πρόκειται νά βρέξει καί σᾶς εἰδοποιήσαμε νά μαζέψετε τά ροῦχα πού εἴχατε ἁπλώσει στήν ταράτσα νά στεγνώσουν.
- Ποῦ εἶδες μπρέ παλιόπαιδο τή βροχή; Φώναξε ἡ κυρά Κατίνα ἡ Μπαλοῦ.
- Τό εἶπε τό δελτίο καιροῦ στό ραδιόφωνο, ἀπάντησε ὁ Ἰσαάκ.

Ὁ Ἰσαάκ, λοιπόν, μέ τό κοφτερό μυαλό, πού τόσες φορές μᾶς ἔβγαλε ἀπό δύσκολες καταστάσεις, αὐτή τή φορά γινόταν «ἀποσυνάγωγος». Ἦταν ἑβραῖος. Δέν μποροῦσε τώρα νά εἶναι μαζί μας. Αὐτός, αὐτή τήν Ἑβδομάδα τή Μεγάλη, δέν μποροῦσε νά παίξει. Ἐμεῖς τό βλέπαμε φυσικό. Ὁ Ἰσαάκ ἔπρεπε νά τιμωρηθεῖ ἐπειδή οἱ ἑβραῖοι εἶχαν σταυρώσει τό Χριστό.
Ἦταν Μεγάλη Παρασκευή. Ἡμέρα τοῦ μεγάλου παιχνιδιοῦ. Ἡ ἐκκλησία ἔμενε ἀνοιχτή ὅλη τή μέρα. Κόβαμε λουλούδια, ραντίζαμε τόν κόσμο μέ κολώνια, κρατούσαμε τήν τάξη στό ναό, κάναμε στόν αὐλόγυρο τῆς ἐκκλησίας τήν περιφορά τοῦ ἐπιταφίου κι ἕνα σωρό ἄλλα πράγματα πού μᾶς ἐνθουσίαζαν.
Κατά τή διάρκεια τῆς ἀκολουθίας τῶν Μεγάλων Ὡρῶν ἦρθε μέσα στό ἱερό, ὅπου ἤμαστε μαζεμένοι, ἡ εἴδηση: Ὁ Ἰσαάκ φάνηκε στόν αὐλόγυρο. Ὁ Ἰσαάκ στόν αὐλόγυρο; Αὐτό ἦταν ἀπαράδεκτο. Τέτοια μέρα;
-Ἦρθε σίγουρα γιά νά μᾶς βεβηλώσει, εἶπε ὁ Σούλης ὁ χερούκλας.
- Ναί, σίγουρα, φώναξαν ὅλοι οἱ ἄλλοι.
- Θά πρέπει νά μάθει πώς δέν μπορεῖ ἑβραῖος τέτοια μέρα νά γυρνάει μέ τό μέτωπο ψηλά σάν νά μή συμβαίνει τίποτε. Καί τό Χριστό σταύρωσαν καί ἀπό τό παιχνίδι θέλουν νά ἐπωφεληθοῦν, φώναξε ὁ Λάμπης ὁ Γό.

Ἔτσι τόν ἀποκαλοῦσαν γιατί τό γράμμα Ρ τό πρόφερε Γό.
Ὁ Σούλης ὁ χερούκλας ἔλαβε ἀμέσως τό λόγο, ἀφοῦ ἐθεωρεῖτο καί ὁ φυσικός ἀρχηγός τῶν παιδιῶν τοῦ ἱεροῦ. Στράφηκε σέ μένα λέγοντας:
- Ντῖνο, θά πᾶς νά τοῦ πεῖς πώς εἶναι ἀνεπιθύμητος. Ἐσύ τόν γνωρίζεις πιό καλά. Εἶναι καί γείτονάς σου.
- Ναί, εἶπα. Ἔδειχνα ὅμως διστακτικός.
- Φοβᾶσαι, ρέ; μοῦ εἶπε ὁ Σούλης καί συνέχισε:
- Ἑβραῖος εἶναι, τό κατάλαβες; Τήν ἑβδομάδα αὐτή δέν πρέπει νά τούς ἀφήσουμε σέ χλωρό κλαρί. Αὐτοί σταύρωσαν τό Χριστό. Θά τούς σταυρώσουμε κι ἐμεῖς.
- Ὁ Χριστός, ὅμως, δέ σταύρωσε αὐτούς πού τόν σταύρωσαν, τόλμησα νά πῶ.
- Τί λές ρέ; Τί λές ρέ; Τί εἶναι αὐτό πού ἄκουσαν τ΄ αὐτιά μου; Χρονιάρα μέρα μέ τούς ἑβραίους εἶσαι; Ἔ; λέγε.
- Ὄχι, τοῦ εἶπα.
- Ἄσε, λοιπόν, τά λόγια καί κάνε αὐτό πού λέω γιατί χάθηκες. Πάσχα δέ θά κάνεις ἐσύ. Καί στό παιχνίδι κομμένος.
- Καλά, τοῦ εἶπα φοβισμένος.

Βγῆκα ἔξω. Ὁ Ἰσαάκ πράγματι βρισκόταν ἔξω. Τόν πλησίασα ἀφοῦ πῆρα ὕφος αὐστηρό.
- Ἰσαάκ τί γυρεύεις ἐδῶ;
- Γιατί νά μήν εἶμαι; Ποιός μπορεῖ νά μ΄ ἐμποδίσει; Μετά, ἀφοῦ ἄλλαξε τόνο, μοῦ εἶπε ἐμπιστευτικά:
- Ντῖνο, τί ἔπαθες; Ποῦ εἶναι ἡ καρδιακή μας φιλία;
- Ὁ Χριστός μᾶς χωρίζει Ἰσαάκ. Ἐσεῖς οἱ ἑβραῖοι σταυρώσατε τό Χριστό, δέν μπορεῖτε νά πατᾶτε ἐδῶ τέτοια μέρα.
- Ὁ Χριστός σας, ὅμως, δέν ἔδιωξε κανένα ἀπό κοντά του.
- Ἰσαάκ, τώρα δέ γίνεται τίποτε. Μετά τό Πάσχα θά εἴμαστε καί πάλι φίλοι, εἶπα κι ἔφυγα τρέχοντας ἐπειδή δέν ἄντεχα τήν ἀναμέτρηση.

Ὅταν τελείωσε ἡ ἀκολουθία κι ἄρχισαν τά γνωστά παιχνίδια στόν αὐλόγυρο, ἔνιωθα μιά πλάκα νά πιέζει τό στῆθος μου. Σάν νά ἤμουν ἕνας ἀπό τούς σταυρωτές τοῦ Χριστοῦ. Εἶχα δίκαιο ἤ ἄδικο; Δέν μποροῦσα νά χαρῶ τή μέρα. Τότε βρῆκα τή λύση. Τή βρῆκα καθώς στεκόμουν ἀφηρημένος μπροστά στόν ἐπιτάφιο. Μπροστά στήν ἄκρα ταπείνωση. Ἔπρεπε νά κάνω κάτι. Αὐτός πού ἦταν μέσα στόν ἐπιτάφιο ἔκανε τόσο μεγάλη συγκατάβαση. Πῆρα τήν ἀπόφασή μου. Πῆγα στό σπίτι τοῦ Ἰσαάκ. Καθόταν στά σκαλοπάτια βλοσυρός. Μιά λάμψη διαπέρασε τή ματιά του, ἀλλά ἐξωτερικά δέν τό ἔδειξε.
- Ἰσαάκ, τοῦ εἶπα, συγγνώμη γιά τό πρωί. Ἐκπροσωποῦσα ξέρεις, μιά ὁμάδα παιδιῶν. Γνωρίζεις τή νοοτροπία. Σκέφθηκα ὅμως κάτι σπουδαῖο. Θά ποῦμε στά παιδιά πώς εἶσαι μέν ἑβραῖος, ἀλλά μέσα στήν καρδιά σου ἀγαπᾶς τό Χριστό καί λυπᾶσαι πού οἱ ἑβραῖοι τόν σταύρωσαν. Θά πεῖς πώς δέν μπορεῖς νά κάνεις ἀλλιῶς.

Ὁ Ἰσαάκ μέ παρατηροῦσε μέ προσοχή. Μέ ἕνα βλέμμα κοφτερό καί ἀντρίκιο.
- Ντῖνο, μοῦ εἶπε, οὔτε προφήτης νά ἤσουν, ἔτσι σκέπτομαι ἀλήθεια. Ἐγώ πῆρα μιά βαθιά ἀνάσα.
- Σέ περιμένω τό βράδυ στήν περιφορά τοῦ ἐπιταφίου. Τά παιδιά θά τά ἀναλάβω ἐγώ.

Τά παιδιά, ὅμως, δέν μέ πίστευαν μέ τίποτε. Προσπάθησα πολύ. Τίποτε. Ἦταν ἀμετάπειστοι.
- Μά, ὁ Χριστός συγχώρεσε τούς σταυρωτές του.
- Μή μιλᾶς, σταμάτα, ἄν δέ θέλεις ἀπόψε βράδυ, νά σέ κάψουμε μαζί μέ τόν ἑβραῖο, εἶπε ὁ Σούλης.

Τό βράδυ στήν περιφορά τοῦ ἐπιταφίου ψιχάλιζε. Συνήθως ψιχαλίζει στήν περιφορά τοῦ ἐπιταφίου. Ἐμεῖς ὅλοι, τά χριστιανόπουλα, περιφέραμε ἀγέρωχα τόν ἐπιτάφιο στό μεγάλο αὐλόγυρο τῆς Παναγίας.
Μέσα στόν κόσμο ξεχώρισα τόν Ἰσαάκ. Οἱ ματιές μας συναντήθηκαν. Δέν μπόρεσα νά διακρίνω ἄν ἦταν οἱ ψιχάλες ἤ τά δάκρυα πού ἔτρεχαν ἀπό τά μάτια τοῦ φίλου μου, τοῦ Ἰσαάκ. Κι ἄν ἔκλαιγε, ἔκλαιγε ἐπειδή δέν τόν δέχτηκαν τά παιδιά παρά τήν ὁμολογία του, ἤ ἐπειδή λυπόταν γιά τή σκληροκαρδία μας;
Μετά τήν περιφορά δέν γλύτωσα ἀπό τή σχετική καρπαζιά τοῦ Σούλη τοῦ χερούκλα.
- Σέ εἶδα βρέ, σέ εἶδα, ἄλλαξες φιλικές ματιές μέ τόν ἑβραῖο. Καί πρόσθεσε:
- Ἐσύ ἀπόψε ἑβραῖο δέν καῖς.
- Δέν πειράζει, εἶπα, θά πάρω πάνω μου τήν εὐθύνη γιά τόν Ἰσαάκ.

Ἀπό τό παράθυρο τοῦ σπιτιοῦ μου παρατηροῦσα τό ἄτυπο τελετουργικό.
Στό τέλος τῆς καύσεως, πέρασε ἕνας ἀπεσταλμένος τοῦ Σούλη, κάτω ἀπό τό παράθυρο, φωνάζοντας:
- Ἄκου Ντῖνο, ἐσύ Ἀνάσταση φέτος δέν θά κάνεις, οὔτε καί ὁ ἑβραῖος.

Ἡ κρίσιμη στιγμή ἦταν κατά τήν Ἀνάσταση. Στήν Πόλη πολλές χρονιές ἡ Ἀνάσταση δέν γινόταν τά μεσάνυχτα, ἀλλά στίς πέντε τό πρωί. Ἡ Ἀνάσταση εἶναι πάντοτε μιά κρίσιμη στιγμή. Τό συναπάντημα τοῦ Χριστοῦ μέ τόν Ἅδη. Ἡ ἥττα τοῦ Ἅδη. Ἡ ἀπελευθέρωση τῶν νεκρῶν.
Ὅλα αὐτά τά ζήσαμε ἐκεῖνο τό πρωί μέσα στή λειτουργία τῆς Ἀναστάσεως. Τά παιδιά εἶχαν φθάσει ἐκεῖ μέ τίς τσέπες γεμάτες ἀπό αὐγά καί βαρελότα. Τήν ὥρα τοῦ «Χριστός Ἀνέστη», στίς πέντε τό πρωί, θά γινόταν χαμός.
Αὐγά ἀνάμεικτα μέ βαρελότα θά ταξίδευαν πάνω ἀπό τά κεφάλια μας.
Εἶχα φθάσει φοβισμένος. Δέν τόλμησα νά μπῶ στό ἱερό. Τά παιδιά ἐξάλλου μέ παρατήρησαν λίγο περιφρονητικά. Στάθηκα πλάι στήν ἐξέδρα, ἐκεῖ πού θά γινόταν ἡ Ἀνάσταση. «Δεῦτε λάβετε Φῶς!»
«Χριστός Ἀνέστη».
Χαρά ἀνεκλάλητη. Ξέχασα τά πάντα. Χαιρόμουν πολύ. Δέν φοβόμουν τό Σούλη τό χερούκλα, οὔτε κανέναν. Χαιρόμουν ἀτελείωτα. Τά βαρελότα ἔδιναν τόνο πολεμικῆς ἀτμόσφαιρας. Κραυγές, πανδαιμόνιο χαρᾶς. Καί ἀνάμεσα στό θόρυβο ἄκουσα κάποιες κραυγές θυμωμένων ἀνθρώπων. Σά νά μάλωναν ἤ νά ἔδερναν κάποιον. Στράφηκα πρός τά ἐκεῖ μαζί μέ ὅλα τά παιδιά, πού ἦταν σέ ἀπόσταση βολῆς. Ναί, ἦταν πραγματικές κραυγές. Ὁ πατέρας τοῦ Ἰσαάκ εἶχε παρακολουθήσει τό γιό του πού ἔφυγε κρυφά ἀπό τό σπίτι. Τήν ὥρα τοῦ «Χριστός Ἀνέστη» ἄρχισε νά τόν χτυπάει ἀλύπητα. Πῶς τόλμησε ἕνας ἑβραῖος νά πεῖ: «Χριστός Ἀνέστη»;
Ντροπή, μεγάλη ντροπή, γιά τήν οἰκογένεια. Εἶδα τόν Ἰσαάκ νά ποδοπατεῖται ἀπό τόν πατέρα του μέ μίσος.
- Τί εἶπες; Τί εἶπες; Χριστός Ἀνέστη; Φώναζε ξέφρενα ἐκεῖνος.

Ὁ Ἰσαάκ ἦταν σέ ἄσχημη κατάσταση. Ἔτρεχε αἷμα ἀπό τό στόμα καί τή μύτη του. Τόλμησε νά πεῖ.
- Ναί, πατέρα, Χριστός Ἀνέστη. Γιατί ἐμεῖς οἱ ἑβραῖοι τόν σταυρώσαμε. Χριστός Ἀνέστη.

Κυλιόταν κάτω σάν μάρτυρας, χωρίς γογγυσμό, ψελλίζοντας.
- Χριστός Ἀνέστη…

Μᾶς θύμισε τό μαρτύριο τόσων καί τόσων πού φώναξαν αὐτό τό «Χριστός Ἀνέστη» στά ματωμένα χώματα τῆς Πόλης.
Μετά ἔμεινε ἀναίσθητος. Δέν τολμήσαμε νά πλησιάσουμε. Τά παιδιά εἶχαν παγώσει. Ὁ πατέρας τοῦ Ἰσαάκ τόν ἅρπαξε στά χέρια του. Ἤ μᾶλλον τόν ἔσερνε. Ἐμεῖς μείναμε ἄφωνοι. Ὁ Σούλης μέ κοίταξε. Τόν κοίταξα. Μέ φίλησε.
- Ἀληθῶς Ἀνέστη, εἶπε δακρυσμένος.
- Ναί, Ἀληθῶς Ἀνέστη.
Τόν Ἰσαάκ, μετά, τόν χάσαμε. Μάθαμε πώς ἔμεινε μῆνες στό κρεβάτι. Ἔφυγαν ἀπό τή γειτονιά.
Μετά ἀπό χρόνια, κάποιος μοῦ μίλησε γιά ἕναν ἱερομόναχο σέ μιά σκήτη τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πού παλιά ζοῦσε στήν Πόλη καί ἦταν ἑβραῖος. Καί μετά ἔγινε χριστιανός. Γιά ἕναν ἱερομόναχο πού ἦταν κυρτός ἀπό κάποιο ἀτύχημα. Ἦταν σιωπηλός πάντα καί ἔλεγε «Χριστός Ἀνέστη», σέ ὅσους τόν συναντοῦσαν.
Ἔτσι μοῦ εἶπαν καί τό πιστεύω, ναί, πώς εἶναι ὁ φίλος μου ὁ Ἰσαάκ.
Χριστός Ἀνέστη!

† π.Κ.Σ.
Πηγή: Αὐτοτελές ἀπόσπασμα μέσα ἀπό το βιβλίο «Τό σταυροδρόμι τῆς καρδιᾶς μου», Σελίδα 9, ἐκδόσεις «Φιλοκαλία», Μάϊος 2002.
Διαδίκτυο:http://www.floga.gr

῾Η πνευματική ἐργασία πού κάνετε νά μήν γίνεται ἀντιληπτή Γέροντος Πορφυρίου



Η πνευματική εργασία που κάνετε στο βάθος της ψυχής σας να γίνεται μυστικά.
Ό,τι κάνει ο καλός εαυτός μας, να μην το παίρνει είδηση ο κακός «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου». «Αριστερά» είναι ο αντίθετος εαυτός μας, που όταν το πάρει είδηση, θα τα χαλάσει όλα. Ο αντίθετος είναι ο κακός εαυτός μας. Νέος είναι ο εν Χριστώ εαυτός μας, ενώ ο άλλος είναι ο παλαιός. Χρειάζεται τέχνη για να μην παίρνει είδηση ο παλαιός. Χρειάζεται τέχνη και κυρίως η Χάρις του Θεού.
Υπάρχουν μερικά μυστικά. Το Ευαγγέλιο μας προτρέπει πως πρέπει να προλαμβάνουμε ορισμένα πράγματα που μας δυσκολεύουν στον αγώνα μας.
Λ.χ. θέλετε να γευθείτε μια χαρά από τον Θεό. Ποιο είναι το μυστικό εδώ; Έστω ότι την πιστεύετε και τη ζητάτε τη χαρά και λέτε «δεν μπορεί παρά να μου τη δώσει ο Θεός». Εκείνος δεν την δίνει. Και αιτία είστε εσείς οι ίδιοι. Όχι ότι ο Θεός δεν θέλει να τη δώσει, αλλά το μυστικό είναι η δική σας απλότης και απαλότης.
Όταν λείπει η απλότης και λέτε: θα κάνω αυτό και ο Θεός θα μου δώσει αυτό που ζητώ, δεν γίνεται.
Απλά, απαλά θα κάνετε το καθετί. Δεν θα κάνετε τίποτα με σκοπιμότητα. Να μη λέτε, θα κάνω έτσι, για να έρθει αυτό το αποτέλεσμα, αλλά θα το κάνετε έτσι απαλά, χωρίς να το ξέρετε. Δηλαδή προσεύχεσθε απλά και δεν σκέφτεστε τι θα χαρίσει ο Θεός μες στην ψυχή σας. Δεν κάνετε υπολογισμούς. Να μην το συζητάτε αυτό με τον εαυτό σας. Όταν λέτε την ευχή, να τη λέτε απαλά, απλά και να μην σκέπτεσθαι τίποτε άλλο παρά μόνο την ευχή.
Η καρδιά σας να είναι απλή, όχι διπλή και ανειλικρινής, αγαθή και όχι πονηρή και ιδιοτελής. Την απλή και αγαθή ψυχή όλοι την επιζητούν, αναπαύονται σε κείνη, την πλησιάζουν χωρίς φόβο, χωρίς υποψία. Και η ίδια ζει με εσωτερική ειρήνη, έχει αγαθή σχέση μ’ όλους τους ανθρώπους και μ’ όλη την κτίση.
Ο αγαθός άνθρωπος δεν έχει πονηρούς λογισμούς, ελκύει την Χάρη του Θεού. Κυρίως η αγαθότητα και η απλότητα ελκύουν τη Χάρη του Θεού. Είναι προϋποθέσεις για να έρθει ο Θεός και «μονήν ευρήσει»
Στην Αγία Γραφή ο λόγος του Θεού μας λέει καθαρά για την απλότητα «αγαπήσατε δικαιοσύνην οι κρίνοντες την γην, φρονίσατε περί του Κυρίου εν αγαθότητι και εν απλότητι καρδίας ζητήσατε αυτών…» (Σοφ. Σολ. 1,1).
Απλότητα και αγαθότητα.
Αυτό είναι το παν, για ν’ αποκτήσετε την Θεία Χάρη. Πόσα μυστικά υπάρχουν στην Αγία Γραφή! «κακότεχνος ψυχή» είναι η κακοφτιαγμένη ψυχή, αυτή που κατασκευάζει το κακό. Ούτε εισέρχεται, ούτε κατοικεί η Θεία Σοφία σε μια τέτοια ψυχή. Όπου υπάρχει διαφθορά και δολιότητα, δεν εισέρχεται η Χάρη του Θεού.
(Λόγοι πνευματικής ζωής).
π.Γ.Στ. 
Πηγή:http://agiabarbarapatras.blogspot.com

Παπούλιας:"῾Η Τουρκία εἶναι δύστροπος γείτονας"!!!

Παπούλιας: Κάλεσμα στην Τουρκία να εγκαταλείψει τις προκλήσεις


Quantcast

Πασχαλινο μήνυμα ᾿Αρχιεπισκόπου κ. ῾Ιερωνύμου



Τέκνα καὶ ἀδελφοί μου ἐν Χριστῷ ἀγαπημένοι,

Χριστός Ἀνέστη!!

Τὸ ἀνέσπερο φῶς τῆς Ἀναστάσεως φωταγωγεῖ σήμερα τὴν Οἰκουμένη. «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε καὶ γῆ καὶ τὰ καταχθόνια».
Οἱ δυνάμεις τῆς φθορᾶς καὶ οἱ ἐργάτες τῆς ἀνομίας ἔχασαν τὴν πολυτέλεια τῶν σκοτεινῶν ὁρμητηρίων τους. Ἡ ἀλήθεια νίκησε τὸ ψέμα καὶ ὁ θάνατος ἔχασε τὴν ἐξουσία του. «Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον;» «ποῦ σου θάνατε τὸ νῖκος;» δικαιοῦται νὰ ρωτᾶ μὲ ὑπερηφάνεια καὶ ὁ ταπεινότερος τῶν ἀνθρώπων.
Οἱ πανηγυρισμοὶ γιὰ τὴν «ἑορτή τῶν ἑορτῶν».∙Ἡ χαρὰ τῆς «πανηγύρεως τῶν πανηγύρεων».∙Τὸ εὐλογημένο Πάσχα ποὺ θριαμβευτικὰ ἑορτάζει ἡ ἁπανταχοῦ τῆς γῆς Χριστιανοσύνη γεμίζει τὶς καρδιές μας μὲ ἐλπίδα καὶ δύναμη. Τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ νοηματοδοτεῖ τὴ ζωή μας κάνοντας ὁρατὴ καὶ βέβαιη τὴν προοπτικὴ τῆς «ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου».
Ὅμως δὲν κρύβει ἀπὸ τὰ μάτια μας τὸ ὅτι ζοῦμε συγχρόνως σὲ ἕνα κόσμο πεπτωκότα. Σὲ ἕνα κόσμο ποὺ ἔχει ξεπέσει ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἦταν, ὅταν πλάστηκε. Σὲ ἕνα κόσμο ὅπου κυριαρχεῖ τὸ ὀργανωμένο ψέμα. Σὲ μιὰ κοινωνία ὅπου δεσπόζει ἡ ἐξωραϊσμένη ὑποκρισία, ὁ φίλαυτος ἀτομικισμὸς καὶ ἡ ὑποδούλωση στὸν φθοροποιὸ ὑπερκαταναλωτισμό. Μιὰ κοινωνία ὅπου ἡ ἀπληστία καὶ ὁ ἐγωκεντρισμὸς ἔγιναν πολιτισμικὰ χαρακτηριστικά.
Ἰδοὺ λοιπὸν γιατί ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα δὲν ἐπιτρέπεται, ὅσο ποτὲ ἄλλοτε, νὰ περιοριστεῖ σὲ ἐθιμοτυπικὲς ἐκδηλώσεις ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶναι πρόκληση γιὰ ἀφύπνιση καὶ πρόσκληση σὲ μιὰ νέα πορεία ζωῆς. Μιὰ πορεία ὅπου ἡ εὐλογία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ νὰ εἶναι ἡ κινητήρια δύναμη τοῦ προσωπικοῦ καὶ τοῦ κοινωνικοῦ μας βίου.
Ἡ νωπὴ ἀκόμα ἐμπειρία ὅσων βιώσαμε στὴ διάρκεια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου ὑπενθυμίζει μὲ τὸν πιὸ ἐμφαντικὸ τρόπο, ὅτι φαινόμενα τόσο γνώριμα στὸν σύγχρονο βίο: οἱ μικρότητες, οἱ δολοπλοκίες, ὁ φθόνος, ἡ ἀδικία, ὁ κατατρεγμὸς τῶν ἀδυνάτων, ὁ ξενιτεμός, ὁ ἐξευτελισμὸς τοῦ ἀνθρώπου, τὰ προσωπικὰ καὶ κοινωνικὰ ἀδιέξοδα καὶ τόσα ἄλλα ὀδυνηρὰ χαρακτήρισαν τὶς συνθῆκες καὶ τὸν τρόπο ὅσων κινήθηκαν γύρω καὶ ἐναντίον τοῦ Ἰησοῦ.
Ὅμως Πάσχα σημαίνει «πέρασμα». Σημαίνει «διάβαση», σημαίνει «ἔξοδος».
Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἡ λέξη Πάσχα χρησιμοποιήθηκε γιὰ νὰ περιγράψει τὴν ἔξοδο καὶ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἀπὸ τὴν αἰγυπτιακὴ σκλαβιά. Μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, Πάσχα σημαίνει τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ τοῦ θανάτου στὴν ἐλευθερία τῆς ὄντως ζωῆς. Τὸ πέρασμα πρὸς τὴν ἐλευθερία «εἰς ἣν Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσεν». Δηλώνει τὴ μεταμόρφωση τῆς σταυρικῆς δοκιμασίας σὲ ἀναστάσιμη χαρά. Πάσχα σημαίνει ὅτι κάθε εἶδος θλίψης ποὺ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας ἔχει κάποιο νόημα. Καὶ ἂν σταθοῦμε σωστά, γενναία, μὲ πίστη στὸν Θεὸ καὶ ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοιά Του, σύντομα θὰ φανεῖ καὶ ἡ διέξοδος.
Νὰ γιατί σὲ καιροὺς δύσκολους, ὅπως στὶς μέρες μας, ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ γρηγορεῖ καὶ νὰ προσεύχεται, ὥστε νὰ μπορεῖ, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, νὰ διαγιγνώσκει τὰ σημεῖα τῶν καιρῶν καὶ νὰ εἰδοποιεῖ ἔγκαιρα καὶ πρόωρα γιὰ τὸ ποῦ ὁδηγοῦν οἱ λανθασμένες ἐπιλογές. Σὲ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις ἡ Ἐκκλησία ἔχει χρέος νὰ καλεῖ τὸν λαὸ τοὺ Θεοῦ σὲ ἐγρήγορση καὶ ἀντίσταση ἐναντίον κάθε εἴδους φθορᾶς καὶ εὐτελισμὸ τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καὶ ἀπαξιώσεως τῶν οὐσιωδῶν τοῦ κοινοῦ βίου.
Ἡ προφητικὴ διακονία τῆς Ἐκκλησίας ὀφείλει νὰ κρατᾶ σὲ περιόδους κρίσεως ζωντανὴ τὴν ἐλπίδα προβάλλοντας τὴ δύναμη τῆς Ἀναστάσεως.

Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα μου ἐν Χριστῷ ἀγαπημένα,

Πάσχα σημαίνει κλήση γιὰ ἔξοδο ἀπὸ τὴν ἐπικράτεια τῆς ἀπελπισίας στὸ φῶς τῆς ἐλπίδας. Σημαίνει νὰ διαβοῦμε πέρα ἀπὸ τὶς κτιστὲς ψεύτικες βεβαιότητες καὶ νὰ ἐμπιστευτοῦμε τὴ ζωή μας στὸν Ἀναστημένο Χριστό. Σημαίνει τὴν ὑπέρβαση τοῦ ψεύδους καὶ τὴν ἐπικράτηση τῆς ἀλήθειας.
Σημαίνει ὅτι εἶναι καιρὸς νὰ ἀναζητήσουμε τρόπους πνευματικῆς ἀφύπνισης καὶ καλλιέργειας ποὺ θὰ μᾶς θωρακίσουν ἀπέναντι στὴν καταλυτικὴ δύναμη τῆς παρακμῆς.
Πάσχα σημαίνει τὴν ἀπελευθερωτικὴ διάβαση ἀπὸ τὸν τρόπο τῆς ἁπλῆς ἐπιβίωσης ποὺ σκιάζει τρομακτικὰ ὁ θάνατος στὸν εὐλογημένο χῶρο τῆς ἀναστημένης ζωῆς.
Χαίρετε λοιπὸν καὶ μὴν ἀγωνιᾶτε.
Ὁ Χριστὸς εἶναι ἀναστημένος.
Ἡ ζωὴ νίκησε τὸν θάνατο καὶ ἡ ἐν Χριστῷ ἐλπίδα φωτίζει μὲ τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως τὴ ζωή μας.
Καλὸ Πάσχα σὲ ὅλους καὶ στὸν καθένα προσωπικά!
Χριστός ἀνέστη!

Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος Ἱερώνυμος

Εὐαγγέλιο ᾿Αγάπης στήν ᾿Ομηρική Διάλεκτο συνταχθέν ὑπό ὁσίου Νικοδήμου ῾Αγιορείτου




Τό Εὐαγγέλιο τοῦ ῾Εσπερινοῦ τῆς "ΑΓΑΠΗΣ" τοῦ Πάσχα, αὐτό πού συνήθως λέγεται καί σέ πολλές γλῶσσες, ἔχει παραφρασθεῖ καί στήν ῾Ομηρική Διάλεκτο, σέ ἡρωϊκό ἑξάμετρο, ἀπό τόν ῞Αγιο Νικόδημο τόν ῾Αγιορείτη καί ψάλλεται ἀπό χορό σέ ἀρχαῖο μέλος. Παραθέτουμε τό κείμενο, γιά τούς ἐνδιαφερομένους, πού τό ἀκοῦν ἄλλωστε, ὁπωσδήποτε ἀπό τόν χορό τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ ᾿Αθηνῶν κάθε χρόνο στόν ῾Εσπερινό τῆς "᾿Αγάπης", καί ἀπό ἀλλοῦ, ἀλλά δέν ἔχουν τό κείμενο.
῎Οφρα κε νωιτέροισιν ἐν οὔασι πάγχυ βάλωμεν,
Θέσφατον, ἱμερόεσσαν, ἁγνήν, Εὐάγγελον ὄππα,
Μειλίξωμεν ῎Ανακτα Θεόν, μέγαν, οὐρανίωνα.
᾿Ιθυγενείς· Σοφίη. Εὐαγγελίοιο κλύωμεν.
Εἰρήνη χαρίεσσ᾿ ἐπ᾿ ἀπείρονα δῆμον ἐσεῖται.
᾿Εκ δ᾿ ἀρ᾿ ᾿Ιωάνοιο, τόδ᾿ ἔστι βροντογόνοιο.
᾿Αλλ᾿ ἄγετ᾿ ἀτρεμέσι χρησμούς λεύσωμεν ὀπωπαῖς.

Εὖτε δή ἠέλιος φαέθων ἐπὶ ἕσπερον ἦλθε.
Καὶ σκιόωντο ἀγυιαί, ἐπὶ χθονὶ πολυβοτείρη,
῎Ηματι ἐν πρώτῳ, ὅτε τύμβου ἆλτο Σαωτήρ,
Κληϊσταὶ δὲ ἔσαν θυρίδες πυκινῶς ἀραρυῖαι,
Βλῆντο δὲ πάντες ὀχῆες ἐϋσταθέος μεγάροιο
῎Ενθα μαθηταί, ὁμοῦ τε ἀολλέες ἠγερέθοντο,
Μυρόμενοι θανάτῳ ἐπ᾿ ἀεικέϊ Χριστοῦ ῎Ανακτος,
Καὶ χόλον ἀφραίνοντα ᾿Ιουδαίων τρομέοντες,
῎Ηλυθε δὴ τότε Χριστὸς ῎Αναξ θεοειδέϊ μορφῇ
῎Εστη δ᾿ ἐν μεσσάτῳ ἀναφανδόν, καὶ φάτο μῦθον.
Εἰρήνη ὑμῖν φίλη, ἡσυχίη τ᾿ ἐρατεινή.
῾Ως εἰπών, ἐπέδειξεν ἐὴν πλευρὴν ἠδὲ χείρας·
Γήθησαν δὲ μαθηταί, ἐπί ἴδον Εὐρυμέδοντα.

Τούς δ᾿ αὖτις προσέειπεν ᾿Ιησοῦς οὐρανοφοίτης·
Εἰρήνη ὑμῖν φίλη, ἡσυχίη τ᾿ ἐρατεινή·
῾Ως ἐμὲ πέμψε Πατήρ, ὅς ὑπέρτατα δωμᾶτα ναίει,
῟Ωδ᾿ ἐγὼ ὑμέας εἰς χθόνα πέμπω εὐρυόδειαν.
῾Ως ἄρα φωνήσας, μύσταις ἔμπνευσ᾿ ἀγορεύων·
Πνεῦμα δέχνυσθ᾿ ἅγιον φαεσίμβροτον, ὑψιθόωκον·
῟Ων μέν ἀτασθαλίας θνητῶν ἀφέητ᾿ ἐπὶ γαῖαν,
Τοῖσιν ἦ που ἀφίενται ἐπ᾿ οὐρανὸν ἀστερόεντα,
῟Ων δ᾿ ἀρ᾿ ἐπεσβολίας ὑπερφιάλων κρατέητε,
Τοῖσιν ἁλυκτοπέδης κεῖναι σθεναρῶς κρατέονται.

Θωμᾶς δ᾿ ᾧ ἐπίκλησις ἅπασι Δίδυμος ἀκούειν,
Οὐχ ἅμα τοῖς ἄλλοις μύσταις πρίν ὁμώροφος ἔσκε,
᾿Ιησοῦς ὅτ᾿ ἔβη εἴσω μελάθροιο ἑταίρων.
῎Ιαχον οὖν ἄλλοι τούτῳ ἐρίηρες ἑταῖροι·
Εἴδομεν ὀφθαλμοῖσιν ᾿Ιησοῦν Παγκρατέοντα.
Τούς δ᾿ ἀπαμειβόμενος Θωμᾶς προσέφησεν ἀτειρής·
῎Ιχνια ἥν μὴ ἴδω μετὰ χείρεσιν ἡλοτορήτῃς,
Δάκτυλον ἐμβάλω τε ἐκείνου ἔνδοθι χειρός,
Χεῖρά τ᾿ ἐμὴν εἴσω πλευρῆς οἱ ῥεῖα βαλοίμην,
Οὔποτε ὑμετέροισι λόγοις κεφαλῇ κατανεύσω.




















Γερμανία: 12.000 Ελληνες νεομετανάστες σε 2 χρόνια…


Δημοσιεύτηκε στις 03 April 2010 από τον Απόστολος Παπαποστόλου
333Η αυξανόμενη ανεργία, ο φόβος της κρίσης, οι χαμηλοί μισθοί και οι ελαστικές μορφές εργασίας που επικρατούν στη χώρα μας αναγκάζουν όλο και περισσότερους Ελληνες να ξενιτευτούν
Οι χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης αποτελούν τον βασικό προορισμό των Ελλήνων «νεομεταναστών», στις οποίες ευελπιστούν να βρουν τουλάχιστον ένα οργανωμένο κοινωνικό κράτος, που θα τους βοηθήσει να βγουν από το αδιέξοδο.
Θυμίζοντας τα δύσκολα χρόνια της δεκαετίας του ‘60, όταν χιλιάδες εργατικά χέρια έφευγαν στο εξωτερικό, πολλοί Ελληνες δεν φεύγουν με το όνειρο της δημιουργίας περιουσίας, ούτε καν μιας πολύ πιο καλοπληρωμένης δουλειάς.
Οι θέσεις εργασίας είναι ήδη λιγοστές ακόμη και στην Ευρώπη, συνεπώς, η… φιλοδοξία τους περιορίζεται σε μια… κανονική δουλειά, και ίσως σε έναν καλύτερο μισθό. Ετσι κι αλλιώς, ο βασικός σε αυτές τις χώρες είναι πολλές φορές ο διπλάσιος…
Οι συνέπειες της κρίσης δημιουργούν ένα νέο κύμα μετανάστευσης. Κι ενώ μέχρι πριν από λίγα χρόνια οι άνθρωποι που επέλεγαν να φύγουν ήταν επιστήμονες, σήμερα, ο αριθμός ανειδίκευτων εργατών αυξάνεται δραματικά. Οι ειδικοί τονίζουν πως η τάση αυτή θα ενταθεί τα επόμενα χρόνια, αφού οι περικοπές συνεχίζονται και η ανεργία χτυπάει… κόκκινο. Μόνο στη Γερμανία τα δύο τελευταία χρόνια έχουν μεταναστεύσει πάνω από 12.000 συμπατριώτες μας…
Αφησε πίσω έξι παιδιά
Εξι ανήλικα παιδιά άφησε πίσω του ο 42χρονος Αλέξανδρος Καρυπίδης από τις ακριτικές Φέρρες για να ξενιτευτεί στη Γερμανία πριν από οχτώ μήνες… Το εργοστάσιο στο οποίο δούλευε έκλεισε και η ξενιτιά φάνταζε σαν μόνη επιλογή για να μπορέσει να ζήσει την οικογένειά του. Οι δουλειές στον Εβρο άλλωστε είναι περιορισμένες…
«Εψαξα για δουλειά παντού, αλλά είτε δεν έβρισκα, είτε τα μεροκάματα ήταν πολύ χαμηλά», δηλώνει στο «Εθνος της Κυριακής». «Το μικρότερο παιδί μου είναι 5 ετών και το μεγαλύτερο 16. Λέτε να ήθελα να τα αφήσω μόνα τους; Ευτυχώς, η γυναίκα μου έμεινε πίσω να τα φροντίσει… Εγώ όμως έπρεπε να φύγω. Με τα χρήματα που παίρνω από εδώ και με τις αιματηρές οικονομίες που κάνω μπορώ να πληρώσω τα έξοδα όλης της οικογένειας».
Σήμερα, δουλεύει στην κουζίνα του εστιατορίου του κ. Φλέουρα στα προάστια της Στουτγάρδης. «Φύγαμε από την Ελλάδα γιατί παρόλο που και εγώ και η σύζυγός μου ήμασταν απόφοιτοι πανεπιστημίου, δεν βρίσκαμε αξιοπρεπή δουλειά», μας λέει ο ίδιος ο επιχειρηματίας.
«Βάλαμε αγγελία σε τοπική εφημερίδα της Θράκης και καθημερινά είχαμε παραπάνω από 5 τηλεφωνήματα από Ελληνες που θέλουν να έρθουν στη Γερμανία. Οπως φαίνεται, η κατάσταση στη χώρα μας δεν πάει καλά και σε λίγο καιρό θα καταφτάσουν νέοι μετανάστες», μας λέει.
«Ηρθα στη Γερμανία χωρίς να έχω κανέναν γνωστό. Μένω σε ένα δωμάτιο που μου νοικιάζει η εργοδοσία, τρώω εκεί, γενικά αποφεύγω τα έξοδα. Δεν έχω μετανιώσει ωστόσο που έφυγα. Με τα περίπου 2.000 (με τις ασφάλειες) που πληρώνομαι εδώ, μπορούν τα παιδιά μου να ελπίζουν», μας λέει ο Αλέξανδρος Καρυπίδης.
Στο ίδιο εστιατόριο εργάζονται ο Γιώργος Αυγουστής και η σύζυγός του Ευαγγελία από τη Νέα Ιωνία Βόλου οι οποίοι αποφάσισαν να μεταναστεύσουν στα 50 τους χρόνια. Τρία παιδιά άφησαν στους παππούδες. Οπως πολλοί συντοπίτες μας πριν από 30 ή 40 χρόνια, έτσι κι εκείνοι πήραν τον δρόμο της ξενιτιάς για να προσφέρουν στα παιδιά τους ένα καλύτερο αύριο.
«Οταν φύγαμε η μεγάλη μου κόρη σπούδαζε στα ΤΕΙ, η άλλη έδινε εξετάσεις στο τέλος του λυκείου και ο μικρός ήταν μόλις 13 ετών… Χρειάστηκε να τους εξηγήσουμε ότι δεν τους εγκαταλείπουμε, ότι φεύγουμε για να ζήσουν εκείνα καλύτερα», μας λέει ο κ. Γιώργος που σήμερα εργάζεται στην κουζίνα εστιατορίου στη Γερμανία.
«Απολύθηκα και τα πράγματα ήταν δύσκολα. Οταν τα δανεικά ήταν πολλά, δεν είχαμε καμία άλλη επιλογή. Οι δουλειές στη Γερμανία δεν είναι εύκολες. Χρειάστηκε να δουλεύουμε 13-15 ώρες την ημέρα στην αρχή…», μας λέει. «Τώρα είναι καλύτερα, αλλά δεν βλέπω «φως» για να γυρίσω στην Ελλάδα…».
«Οι Ελληνες δεν πρέπει να φεύγουν από την Ελλάδα»
Η οικονομική κρίση χώρα δεν κοιτά. Οι Ελληνες που μετοικούν στο εξωτερικό συναντούν δυσκολίες τόσο στην εύρεση εργασίας όσο και στην καθημερινότητά τους. Εργασία με πρόσκαιρα συμβόλαια, απολύσεις και υψηλή φορολόγηση είναι στη λίστα των νέων μέτρων σχεδόν όλων των χωρών της Ευρωζώνης.
Η Ευδοξία Πάντα, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων στο Βέλγιο, κάνει λόγο για αυστηρά μέτρα που σίγουρα δυσχεραίνουν τους Ελληνες που αποφασίζουν να μεταναστεύσουν: «Ο τρόπος ζωής στην Ελλάδα είναι πολύ διαφορετικός από εδώ. Σίγουρα ο βασικός μισθός είναι υψηλότερος και ξεπερνά τα 1.000 ευρώ, αλλά ο φόρος εισοδήματος αγγίζει το 65%.
Βέβαια στο Βέλγιο υπάρχουν όντως κάποια επαγγέλματα που ακόμα δεν έχουν κορεστεί και είναι πιο εύκολο για κάποιον να βρει δουλειά, όπως π.χ. ο ιατρικός κλάδος. Νομίζω ότι οι Ελληνες δεν πρέπει να αρχίσουν να φεύγουν από την Ελλάδα. Πρέπει με υπομονή να προσπαθήσουν ώστε όλη η χώρα να βγει αλώβητη και από αυτή τη δοκιμασία».

Μια δεκαετία

Σύμφωνα με την έρευνα, της οποίας ηγήθηκε η Ελληνίδα Χαρά Μάστορα, οικονομολόγος και μέλος του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού στο Βερολίνο, οι Ελληνες που κατοικούν στη Γερμανία ξεπερνούν τις 280.000.
Μάλιστα, το 86,8% των Ελλήνων ζουν τουλάχιστον 10 χρόνια στη Γερμανία, το 36% πάνω από 30 χρόνια και το 26% πάνω από 20. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι η «καθαρή μετανάστευση», οι συμπατριώτες μας δηλαδή που πήγαν για να μείνουν και να δουλέψουν στη Γερμανία, ανέρχεται στους 12.000 «νεοεισερχόμενους» τα τελευταία δύο χρόνια.
Ηγετική θέση στην αγορά εργασίας κατέχουν οι Ελληνες εστιάτορες, αφού οι περισσότεροι έχουν επικεντρωθεί στον τομέα της γαστρονομίας, των εστιατορίων και της λιανικής πώλησης με εθνικό χαρακτήρα (ελληνικά προϊόντα).
Περισσότεροι από 27.500 Ελληνες που διαμένουν στη Γερμανία, είναι ελεύθεροι επαγγελματίες, έναντι 60.000 Τούρκων και 50.000 Ιταλών. Το 15% των οικονομικά ενεργών Ελλήνων της Γερμανίας είναι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία, το διάστημα παραμονής του Ελληνα στη Γερμανία δεν παίζει σημαντικό ρόλο στην απόφασή του να ιδρύσει τη δική του επιχείρηση.
Η πιο πολυπληθής ηλικία στον ελληνικό πληθυσμό της Γερμανίας είναι οι 40άρηδες, 31,8% των Ελλήνων ανήκουν στην κατηγορία από 45 έως 64 ετών, δηλαδή στην ομάδα εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας. Η περαιτέρω διαφοροποίηση ανάλογα με το φύλο δείχνει ότι οι άνδρες είναι κατά μέσο όρο ελαφρώς νεότεροι από τις Ελληνίδες (άνδρες: 43,9 ετών έναντι γυναικών 45,4 ετών).
Οσον αφορά τον πυρήνα της ελληνικής οικογένειας στη Γερμανία, 11,4% των Ελλήνων ζουν μόνοι, είναι εργένηδες, ενώ 14,5% έχουν οικογένειες με 5 και περισσότερα μέλη. Η πλειονότητα 28,6% ζει σε νοικοκυριά 2 ατόμων.
Κ. Παπαδοπούλου – Γερμανία
«Εκανα νέα αρχή και με τη στήριξη της πρόνοιας»
Εφυγε από την Ελλάδα γιατί δεν έβρισκε δουλειά. Μετανάστευσε στο Βέλγιο και στη συνέχεια στη Γερμανία αναζητώντας μια διέξοδο στο οικονομικό της πρόβλημα.
Μπορεί το τελευταίο διάστημα η Καλλιόπη Παπαδοπούλου να μην έχει δουλειά, ωστόσο με την κρατική αρωγή στην Κολωνία μπορεί να ζει με αξιοπρέπεια. «Είμαι στο ταμείο πρόνοιας. Αυτό σημαίνει ότι κάθε μήνα λαμβάνω οικονομικό βοήθημα 681 ευρώ, δηλαδή μου έχουν εξασφαλίσει το ενοίκιο, το ρεύμα και το νερό», εξηγεί.
«Επίσης, με στέλνουν στο σχολείο για να μάθω γερμανικά, ώστε να μπορέσω να βρω καλύτερη δουλειά». Γεννημένη στην Κρύα Βρύση Πέλλας, σπούδασε στη Θεσσαλονίκη βρεφονηπιοκόμος. Μετά την αποφοίτησή της, δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει μια ικανοποιητική δουλειά, ούτε καν στο χωριό της στο οποίο ξαναγύρισε. «Πήρα την απόφαση να πάω στο Βέλγιο γιατί μια φίλη μου που ήδη εργαζόταν εκεί με ενημέρωσε ότι μια γνωστή της χρειαζόταν Ελληνίδα νταντά για το παιδί της», μας λέει.
Εζησε εκεί για 10 μήνες, αλλά δεν άντεξε τη μοναξιά. «Αποφάσισα να φύγω για την Κολωνία, όπου ζούσε η αδερφή μου. Θέλησα να δοκιμάσω και εδώ την τύχη μου και για έναν χρόνο δούλεψα ως καθαρίστρια στο αεροδρόμιο, όπου έπαιρνα μισθό 1.300-1.400 ευρώ και ήμουν ασφαλισμένη», διηγείται. «Η ζωή εδώ δεν είναι ακριβή. Στην Ελλάδα θέλουμε να γίνουμε Ευρωπαίοι, αλλά θα έπρεπε να έχουμε και ευρωπαϊκούς μισθούς», καταλήγει.
Β. Πιρώτης- Ολλανδία
«Εδώ δεν υπάρχει γενιά των 700 ευρώ»
Καινούργια αρχή σε ξένο τόπο κάνει και ο 26χρονος Βαγγέλης Πιρώτης, ο οποίος αποφάσισε να μπει από νωρίς στη διαδικασία της μετανάστευσης πριν δημιουργήσει οικογενειακές υποχρεώσεις.
Επισκέφθηκε μερικές φορές το Αμστερνταμ, είδε τις συνθήκες εργασίας και τις σύγκρινε με αυτές της Ελλάδας. Δώδεκα ώρες τη μέρα δουλειά δεν ήταν αρκετές για να βγάλει ούτε 800 ευρώ. Μάταια άλλαζε εργοδότες, αφού πουθενά δεν κατάφερε να λάβει έναν αξιοπρεπή μισθό.
«Στην Ελλάδα είχα αλλάξει πάνω από δέκα δουλειές, αναζητώντας διαρκώς κάτι καλύτερο, κάτι για να συντηρούμαι… Δούλευα 10 και 12 ώρες και έβγαζα μετά βίας 700-750 ευρώ. Στην Ολλανδία έχω έρθει τους τελευταίους μήνες και αναζητώ εργασία. Προσπαθώ να μάθω τη γλώσσα, να εγκλιματιστώ και να διεκδικήσω μια θέση στην αγορά εργασίας.
Εχω κάνει φίλους εδώ οι οποίοι είναι πτυχιούχοι και βγάζουν πολύ καλά λεφτά. Γενιά των 700 ευρώ δεν υφίσταται εδώ. Τα ενοίκια είναι λιγάκι ακριβά, αλλά αν τα υπολογίσει κανείς, θα διαπιστώσει ότι σίγουρα βγαίνει κερδισμένος».
(Πηγή: ethnos)
Διαδίκτυο:http://eu.greekreporter.gr