ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω. Ἂν πιστεύαμε, σήμερα θὰ είχαμε πόνο στὴν καρδιὰ καὶ δάκρυα στὰ μάτια. Ἂν πιστεύαμε, θὰ κρατούσαμε στὸ χέρι κομποσχοίνι σὰν ἐκεῖνο ποὺ κρατοῦσε ὁ ἅγιος Ἀντώνιος στὴν ἔρημο καὶ θὰ ἤμεθα πεσμένοι στὰ γόνατα καὶ θὰ παρακαλούσαμε τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ ὅλους τοὺς ἁγίους νὰ μᾶς σώσουν. Γιατί; Γιατὶ ἡ σημερινὴ Κυριακὴ διαφέρει ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἄλλες. 52 Κυριακὲς ἔχει ὁ χρόνος καὶ κάθε Κυριακὴ ἔχει τὸ εὐαγγέλιό της. Ἀλλὰ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο εἶνε τὸ φοβερώτερο ἀπ᾿ ὅλα. Ὅταν τ᾿ ἀκοῦς νομίζεις πὼς ἀστράφτει καὶ βροντάει ὁ οὐρανός, νομίζεις ὅτι πέφτουν ἀστροπελέκια στὰ κεφάλια τῶν ἀμετανοήτων, νομίζεις ὅτι σείεται ἡ γῆ καὶ τὸ σύμπαν. Ἐὰν αὐτὰ ποὺ γράφει τὸ εὐαγγέλιο τὰ πιστεύαμε, θὰ ἦτο πολὺ διαφορετικὰ τὰ πράγματα. Τί μᾶς λέει τὸ εὐαγγέλιο;
* * *
Ὅτι ὁ Χριστὸς θὰ ἔρθῃ πάλι. Ἐκεῖνος ποὺ ἦρθε καὶ τὸν περιφρονήσαμε· ποὺ ἔζησε σὰν φτωχός, ὁ φτωχότερος ἀπ᾿ ὅλους· ποὺ δὲν εἶχε σπίτι, δὲν εἶχε ποῦ νὰ γείρῃ τὸ κεφάλι του· ἐκεῖνος ποὺ πείνασε καὶ δίψασε ψάχνοντας νὰ βρῇ τὸ χαμένο πρόβατο· ἐκεῖνος ποὺ τέλος σταυρώθηκε στὸ Γολγοθᾶ· ἐκεῖνος ὁ ἄγνωστος καὶ περιφρονημένος, αὐτὸς θὰ ἔρθῃ πάλι. Θὰ ἔλθῃ ἐν δόξῃ, μετὰ τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων.
Πότε θὰ ἔρθῃ; Ἄγνωστο. Ὡς «κλέπτης» ἐν νυκτί, λέει ὁ διος (βλ. Ματθ. 24,43· Λουκ. 12,39), ξαφνικὰ σὰν τὴν «ἀστραπή» (βλ. Ματθ. 24,27· Λουκ. 17,24). Ὑπάρχουν ὅμως μερικὰ σημάδια, ἀπ᾿ τὰ ὁποῖα μποροῦμε νὰ καταλάβουμε πότε θὰ γίνῃ ἡ δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου.
Ποιά εἶνε τὰ σημάδια; Είδατε, ἀγαπητοί μου, τὴν ἀμυγδαλιά; Εἶνε γυμνή. Ὅταν ἡ ἀμυγδαλιὰ βγάλῃ λουλούδια καὶ ἀσπρίσῃ καὶ φαίνεται σὰ᾿ νύφη στολισμένη, λές· Ἔρχεται ἡ ἄνοιξι. Ἔτσι κι ὅταν δοῦμε μερικὰ σημάδια στὸν κόσμο, θὰ καταλάβουμε ὅτι ἔρχεται ὁ βασιλεὺς τοῦ κόσμου. Τὰ σημάδια αὐτὰ μᾶς τὰ εἶπε τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὰ ἐξήγησαν οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶνε σημεῖα στὸν ἥλιο, στὴ σελήνη καὶ στὰ ἄστρα. Ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθῇ, ἡ σελήνη θὰ χάσῃ τὸ φέγγος της, τὰ ἄστρα θὰ πέσουν (βλ. Ματθ. 24,29· Λουκ. 21,25). Ἀλλὰ καὶ σημεῖα στὴ γῆ. Ἡ γῆ ποὺ πατοῦμε τί εἶνε; Διάφορα στοιχεῖα. Ὅπως ἡ γυναίκα παίρνει τὸ ἀλεύρι, τὸ ζυμώνει μὲ τὸ νερὸ καὶ τὸ κάνει ψωμί, ἔτσι κι ὁ Θεὸς πῆρε τρία πράγματα, χῶμα – φωτιὰ – νερό, τὰ ζύμωσε καὶ ἔκανε τὴ γῆ. Ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ ἕνωσε τὰ στοιχεῖα αὐτὰ τῆς γῆς, αὐτὸς θὰ πῇ νὰ διαλυθοῦν πάλι. Παράδειγμα ἡ θάλασσα. Τὰ κύματά της προχωροῦν ἀφρισμένα, ἀλλὰ σταματοῦν στὴν ἀκρογιαλιά. «Ὅριον ἔθου, ὃ οὐ παρελεύσονται, οὐδὲ ἐπιστρέψουσι καλύψαι τὴν γῆν» (Ψαλμ. 103,9). Τὴν ἀπέραντη θάλασσα ὥρισε ὁ Θεὸς νὰ τὴν σταματᾷ ἕνα λεπτὸ πραγματάκι, ἡ ἄμμος. Τῆς λέει Ἄλτ, δὲ᾿ θὰ προχωρήσῃς. Τὴν ἡμέρα ὅμως ἐκείνη τὴν φοβερὰ τὰ κύματα ἀφρισμένα θὰ ὑψωθοῦν, θὰ περάσουν τὴν ἀμμουδιά, θὰ προχωρήσουν, θὰ καλύψουν ἐκτάσεις, καὶ μετὰ πάλι θὰ τραβηχτοῦν μὲ θόρυβο, σὰν θεριὸ ποὺ μουγκρίζει. «Σάλος» θαλάσσης θὰ ἀκούγεται, λέει τὸ Εὐαγγέλιο (Λουκ. 21,25). Τὸ νερὸ τῶν ποταμῶν ἐπίσης θὰ λιγοστέψῃ καὶ θὰ ἀλλοιωθῇ. Τὰ δέντρα, λέει ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος, θὰ στάζουν αἷμα. Ἀκόμα θὰ γίνῃ κάποιος «σεισμός» (Ἀπ. 16,18)· ὄχι ὅπως οἱ ἄλλοι σεισμοί, ποὺ εἶνε τοπικοί. Αὐτὸς θὰ εἶνε παγκόσμιος, θὰ σεισθῇ ὁλόκληρος ὁ πλανήτης, καὶ μαζὶ μὲ τὰ παλάτια θὰ γκρεμιστοῦν καὶ τὰ καλύβια· δὲ᾿ θὰ μείνῃ «λίθος ἐπὶ λίθον», ὅπως λέει τὸ Εὐαγγέλιο (Ματθ. 24,2). Καὶ μετὰ θὰ σαλπίσῃ «σάλπιγγα μεγάλη» (ἔ.ἀ. 24,31), σάλπιγγα ἀρχαγγέλου ποὺ θὰ λέῃ· Νεκροί, ἀναστηθῆτε! Καὶ ἀπὸ τοὺς τάφους καὶ κάθε μέρος μὲ τὸ θεῖο πρόσταγμα «οἱ νεκροὶ ἀναστήσονται» (Ἠσ. 26,19· Ἰωάν. 5,21). Αὐτὰ εἶνε μερικὰ ἀπὸ τὰ σημάδια ποὺ θὰ προηγηθοῦν.
Καὶ γιατί θὰ ἔρθῃ πάλι ὁ Χριστός; θὰ ρωτήσετε· ποιός ὁ λόγος; Διπλὸς εἶνε ὁ λόγος. Θὰ ἔρθῃ πρῶτον γιὰ νὰ φανερωθῇ ὅλη ἡ θεότης του. Θυμᾶστε τὴ Μεγάλη Παρασκευή; Ἐπάνω στὸ σταυρὸ φαινόταν ὡς ὁ πιὸ ἀδύνατος ἄνθρωπος. Ἀπὸ κάτω οἱ Ἑβραῖοι σὰν σκυλιὰ λυσσασμένα τὸν ὕβριζαν και τὸν ἔφτυναν. Καὶ μποροῦσε, ἐὰν κουνοῦσε τὸ δαχτυλάκι του μόνο, νὰ κάνῃ κάρβουνο αὐτὴ τὴ γῆ. Δὲν τὸ ἔκανε. Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὅμως θὰ παρουσιαστῇ μὲ ὅλη τὴ μεγαλοπρέπεια τῆς θεότητός του· καὶ τότε αὐτοὶ ποὺ τὸν βλαστήμησαν καὶ τὸν πότισαν ὄξος καὶ χολή, «ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν» (Ἰωάν. 19,37). Δεύτερον θὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος γιὰ ν᾿ ἀποδώσῃ δικαιοσύνη. Ἐδῶ στὴ γῆ τώρα δὲν ὑπάρχει δικαιοσύνη. Οἱ ἄνθρωποι στενάζουν ἀπὸ τὴν ἀδικία. Λίμνη εἶνε τὰ δάκρυα τῶν ἀδυνάτων καὶ καταφρονεμένων γιὰ τὴν καταπίεσι καὶ ἐκμετάλλευσι ποὺ δέχονται. Βλέπεις π.χ. ἕναν ὑπάλληλο ποὺ τηρεῖ τὸν ὅρκο του νὰ ζῇ φτωχά, γιατὶ εἶνε τίμιος· καὶ βλέπεις τὸν ἄλλο, ποὺ ἐκμεταλλεύεται τὴ θέσι του, νὰ πλουτίζῃ καὶ νὰ θησαυρίζῃ. Ποῦ εἶνε ἡ δικαιοσύνη; Βλέπεις τὸν πάμπτωχο ἐργάτη νὰ μένῃ σὲ μιὰ παράγκα, καὶ τὸν ἄδικο καὶ ἄσπλαγχνο νὰ ζῇ μέσα στὴν πολυτέλεια καὶ εὐμάρεια. Βλέπεις τὴν τίμια γυναῖκα νὰ ζῇ ἐγκαταλελειμμένη ἀπὸ τὸν ἄντρα της καὶ νὰ τρέχῃ γιὰ νὰ ζήσῃ τὰ παιδιά της, καὶ τὴν ἄτιμη ἀντροχωρίστρα νὰ ζῇ σὰν βασίλισσα.
Ὅλα λοιπὸν αὐτὰ τὰ ἄδικα θὰ τὰ τακτοποιήσῃ ἡ δευτέρα παρουσία. Θὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος γιὰ ν᾿ ἀποδώσῃ δικαιοσύνη στὸν καθένα, νὰ ἀμείψῃ τοὺς δικαίους καὶ νὰ τιμωρήσῃ τοὺς ἀσεβεῖς. Ναί, θὰ κρίνῃ τὸν κόσμο. Πῶς θὰ τὸν κρίνῃ; Θὰ στήσῃ ζυγαριά, ποὺ θὰ τὰ ζυγίσῃ ὅλα. Πρῶτα – πρῶτα θὰ ζυγίσῃ τὰ ἔργα μας, ὅλα ὅσα κάναμε. Καὶ τὰ φανερὰ καὶ τὰ κρυφὰ ποὺ δὲν τὰ εἶδε μάτι ἀνθρώπου. Θὰ ζυγίσῃ ἀκόμη τὰ λόγια μας. Ποιά λόγια; Τὶς φλυαρίες, κουτσομπολιά, κατακρίσεις, συκοφαντίες, αἰσχρολογίες, βλασφημίες, ψέματα, ψευδορκίες… Αὐτὰ ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὸ στόμα σὰν φαρμάκι ὀχιᾶς. Αὐτὰ ποὺ λέμε ἀπ᾿ τὸ πρωῒ ὣς τὸ βράδυ χωρὶς ἔλεγχο, ὅλα θὰ παρουσιαστοῦν γραμμένα ὅπως στὸ μαγνητόφωνο. Τὸ εἶπε καθαρὰ ὁ Χριστός, ὅτι θὰ δώσουμε λόγο γιὰ κάθε «ἀργὸ» λόγο (Ματθ. 12,36). Δὲν σοῦ ᾿δωσε ὁ Θεὸς τὴ γλῶσσα γιὰ νὰ γίνῃ πριόνι τοῦ διαβόλου· σοῦ τὴν ἔδωσε γιὰ νὰ λὲς τὸ «Κύριε, ἐλέησον» καὶ νὰ σκορπᾷς μύρο μὲ τὰ ὡραῖα σου λόγια. Αὐτὴ τὴ γλῶσσα θὰ τὴ ζυγίσῃ καὶ θὰ τὴν κρεμάσῃ ὁ Χριστός. Κ᾿ ἔπειτα μοῦ ᾿ρχονται στὴν ἐξομολόγησι· «Παπούλη, δὲν ἔκανα τίποτε, δὲ᾿ σκότωσα…». Σκότωσες μὲ τὴ γλῶσσα σου, διέλυσες σπίτια, χώρισες ἀντρόγυνα, ἄναψες φωτιές, κατέστρεψες κόσμο. Ἀλλοίμονο, δὲν αἰσθανόμεθα τὴν ἁμαρτωλότητά μας. Θὰ ζυγίσῃ ὅμως τότε ἀκόμη καὶ τὶς σκέψεις μας. Ναί. «Ὤ ποία ὥρα τότε!…», ὅπως ἔψαλαν σήμερα οἱ ψάλτες (αἶνοι Κυρ. Ἀπόκρεω), ποὺ ἔπρεπε νὰ τ᾿ ἀκοῦμε καὶ νὰ κλαῖμε. Θὰ ζυγιστοῦν καὶ οἱ σκέψεις μας, ὅλα τὰ πονηρὰ ποὺ διαλογιζόμεθα μέρα καὶ νύχτα.
Αὐτὸ εἶνε τὸ κριτήριο ποὺ θὰ κάνῃ ὁ Χριστός. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἔχει μιὰ ὁμιλία στὴ δευτέρα παρουσία. Εἶμαι, λέει, ἁμαρτωλός, καὶ θὰ ἤθελα κ᾿ ἐγὼ νὰ μὴν ὑπάρχῃ κόλασις, γιατὶ τὴ φοβᾶμαι· ἀλλ᾿ ὅμως ὑπάρχει ἡ κόλασις! Γιὰ ὅλα μπορεῖ νὰ ἀμφιβάλλῃς· γιὰ ἕνα δὲν πρέπει νὰ ἀμφιβάλλῃς, ὅτι ὑπάρχει κρίσις καὶ ἀνταπόδοσις, ὑπάρχει μέλλουσα ζωή, κόλασις καὶ παράδεισος. Ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ὑπάρχει ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾿ ἀκούει ὅλα, ὑπάρχει ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα.
Πότε θὰ ἔρθῃ; Ἄγνωστο. Ὡς «κλέπτης» ἐν νυκτί, λέει ὁ διος (βλ. Ματθ. 24,43· Λουκ. 12,39), ξαφνικὰ σὰν τὴν «ἀστραπή» (βλ. Ματθ. 24,27· Λουκ. 17,24). Ὑπάρχουν ὅμως μερικὰ σημάδια, ἀπ᾿ τὰ ὁποῖα μποροῦμε νὰ καταλάβουμε πότε θὰ γίνῃ ἡ δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου.
Ποιά εἶνε τὰ σημάδια; Είδατε, ἀγαπητοί μου, τὴν ἀμυγδαλιά; Εἶνε γυμνή. Ὅταν ἡ ἀμυγδαλιὰ βγάλῃ λουλούδια καὶ ἀσπρίσῃ καὶ φαίνεται σὰ᾿ νύφη στολισμένη, λές· Ἔρχεται ἡ ἄνοιξι. Ἔτσι κι ὅταν δοῦμε μερικὰ σημάδια στὸν κόσμο, θὰ καταλάβουμε ὅτι ἔρχεται ὁ βασιλεὺς τοῦ κόσμου. Τὰ σημάδια αὐτὰ μᾶς τὰ εἶπε τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὰ ἐξήγησαν οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶνε σημεῖα στὸν ἥλιο, στὴ σελήνη καὶ στὰ ἄστρα. Ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθῇ, ἡ σελήνη θὰ χάσῃ τὸ φέγγος της, τὰ ἄστρα θὰ πέσουν (βλ. Ματθ. 24,29· Λουκ. 21,25). Ἀλλὰ καὶ σημεῖα στὴ γῆ. Ἡ γῆ ποὺ πατοῦμε τί εἶνε; Διάφορα στοιχεῖα. Ὅπως ἡ γυναίκα παίρνει τὸ ἀλεύρι, τὸ ζυμώνει μὲ τὸ νερὸ καὶ τὸ κάνει ψωμί, ἔτσι κι ὁ Θεὸς πῆρε τρία πράγματα, χῶμα – φωτιὰ – νερό, τὰ ζύμωσε καὶ ἔκανε τὴ γῆ. Ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ ἕνωσε τὰ στοιχεῖα αὐτὰ τῆς γῆς, αὐτὸς θὰ πῇ νὰ διαλυθοῦν πάλι. Παράδειγμα ἡ θάλασσα. Τὰ κύματά της προχωροῦν ἀφρισμένα, ἀλλὰ σταματοῦν στὴν ἀκρογιαλιά. «Ὅριον ἔθου, ὃ οὐ παρελεύσονται, οὐδὲ ἐπιστρέψουσι καλύψαι τὴν γῆν» (Ψαλμ. 103,9). Τὴν ἀπέραντη θάλασσα ὥρισε ὁ Θεὸς νὰ τὴν σταματᾷ ἕνα λεπτὸ πραγματάκι, ἡ ἄμμος. Τῆς λέει Ἄλτ, δὲ᾿ θὰ προχωρήσῃς. Τὴν ἡμέρα ὅμως ἐκείνη τὴν φοβερὰ τὰ κύματα ἀφρισμένα θὰ ὑψωθοῦν, θὰ περάσουν τὴν ἀμμουδιά, θὰ προχωρήσουν, θὰ καλύψουν ἐκτάσεις, καὶ μετὰ πάλι θὰ τραβηχτοῦν μὲ θόρυβο, σὰν θεριὸ ποὺ μουγκρίζει. «Σάλος» θαλάσσης θὰ ἀκούγεται, λέει τὸ Εὐαγγέλιο (Λουκ. 21,25). Τὸ νερὸ τῶν ποταμῶν ἐπίσης θὰ λιγοστέψῃ καὶ θὰ ἀλλοιωθῇ. Τὰ δέντρα, λέει ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος, θὰ στάζουν αἷμα. Ἀκόμα θὰ γίνῃ κάποιος «σεισμός» (Ἀπ. 16,18)· ὄχι ὅπως οἱ ἄλλοι σεισμοί, ποὺ εἶνε τοπικοί. Αὐτὸς θὰ εἶνε παγκόσμιος, θὰ σεισθῇ ὁλόκληρος ὁ πλανήτης, καὶ μαζὶ μὲ τὰ παλάτια θὰ γκρεμιστοῦν καὶ τὰ καλύβια· δὲ᾿ θὰ μείνῃ «λίθος ἐπὶ λίθον», ὅπως λέει τὸ Εὐαγγέλιο (Ματθ. 24,2). Καὶ μετὰ θὰ σαλπίσῃ «σάλπιγγα μεγάλη» (ἔ.ἀ. 24,31), σάλπιγγα ἀρχαγγέλου ποὺ θὰ λέῃ· Νεκροί, ἀναστηθῆτε! Καὶ ἀπὸ τοὺς τάφους καὶ κάθε μέρος μὲ τὸ θεῖο πρόσταγμα «οἱ νεκροὶ ἀναστήσονται» (Ἠσ. 26,19· Ἰωάν. 5,21). Αὐτὰ εἶνε μερικὰ ἀπὸ τὰ σημάδια ποὺ θὰ προηγηθοῦν.
Καὶ γιατί θὰ ἔρθῃ πάλι ὁ Χριστός; θὰ ρωτήσετε· ποιός ὁ λόγος; Διπλὸς εἶνε ὁ λόγος. Θὰ ἔρθῃ πρῶτον γιὰ νὰ φανερωθῇ ὅλη ἡ θεότης του. Θυμᾶστε τὴ Μεγάλη Παρασκευή; Ἐπάνω στὸ σταυρὸ φαινόταν ὡς ὁ πιὸ ἀδύνατος ἄνθρωπος. Ἀπὸ κάτω οἱ Ἑβραῖοι σὰν σκυλιὰ λυσσασμένα τὸν ὕβριζαν και τὸν ἔφτυναν. Καὶ μποροῦσε, ἐὰν κουνοῦσε τὸ δαχτυλάκι του μόνο, νὰ κάνῃ κάρβουνο αὐτὴ τὴ γῆ. Δὲν τὸ ἔκανε. Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὅμως θὰ παρουσιαστῇ μὲ ὅλη τὴ μεγαλοπρέπεια τῆς θεότητός του· καὶ τότε αὐτοὶ ποὺ τὸν βλαστήμησαν καὶ τὸν πότισαν ὄξος καὶ χολή, «ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν» (Ἰωάν. 19,37). Δεύτερον θὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος γιὰ ν᾿ ἀποδώσῃ δικαιοσύνη. Ἐδῶ στὴ γῆ τώρα δὲν ὑπάρχει δικαιοσύνη. Οἱ ἄνθρωποι στενάζουν ἀπὸ τὴν ἀδικία. Λίμνη εἶνε τὰ δάκρυα τῶν ἀδυνάτων καὶ καταφρονεμένων γιὰ τὴν καταπίεσι καὶ ἐκμετάλλευσι ποὺ δέχονται. Βλέπεις π.χ. ἕναν ὑπάλληλο ποὺ τηρεῖ τὸν ὅρκο του νὰ ζῇ φτωχά, γιατὶ εἶνε τίμιος· καὶ βλέπεις τὸν ἄλλο, ποὺ ἐκμεταλλεύεται τὴ θέσι του, νὰ πλουτίζῃ καὶ νὰ θησαυρίζῃ. Ποῦ εἶνε ἡ δικαιοσύνη; Βλέπεις τὸν πάμπτωχο ἐργάτη νὰ μένῃ σὲ μιὰ παράγκα, καὶ τὸν ἄδικο καὶ ἄσπλαγχνο νὰ ζῇ μέσα στὴν πολυτέλεια καὶ εὐμάρεια. Βλέπεις τὴν τίμια γυναῖκα νὰ ζῇ ἐγκαταλελειμμένη ἀπὸ τὸν ἄντρα της καὶ νὰ τρέχῃ γιὰ νὰ ζήσῃ τὰ παιδιά της, καὶ τὴν ἄτιμη ἀντροχωρίστρα νὰ ζῇ σὰν βασίλισσα.
Ὅλα λοιπὸν αὐτὰ τὰ ἄδικα θὰ τὰ τακτοποιήσῃ ἡ δευτέρα παρουσία. Θὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος γιὰ ν᾿ ἀποδώσῃ δικαιοσύνη στὸν καθένα, νὰ ἀμείψῃ τοὺς δικαίους καὶ νὰ τιμωρήσῃ τοὺς ἀσεβεῖς. Ναί, θὰ κρίνῃ τὸν κόσμο. Πῶς θὰ τὸν κρίνῃ; Θὰ στήσῃ ζυγαριά, ποὺ θὰ τὰ ζυγίσῃ ὅλα. Πρῶτα – πρῶτα θὰ ζυγίσῃ τὰ ἔργα μας, ὅλα ὅσα κάναμε. Καὶ τὰ φανερὰ καὶ τὰ κρυφὰ ποὺ δὲν τὰ εἶδε μάτι ἀνθρώπου. Θὰ ζυγίσῃ ἀκόμη τὰ λόγια μας. Ποιά λόγια; Τὶς φλυαρίες, κουτσομπολιά, κατακρίσεις, συκοφαντίες, αἰσχρολογίες, βλασφημίες, ψέματα, ψευδορκίες… Αὐτὰ ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὸ στόμα σὰν φαρμάκι ὀχιᾶς. Αὐτὰ ποὺ λέμε ἀπ᾿ τὸ πρωῒ ὣς τὸ βράδυ χωρὶς ἔλεγχο, ὅλα θὰ παρουσιαστοῦν γραμμένα ὅπως στὸ μαγνητόφωνο. Τὸ εἶπε καθαρὰ ὁ Χριστός, ὅτι θὰ δώσουμε λόγο γιὰ κάθε «ἀργὸ» λόγο (Ματθ. 12,36). Δὲν σοῦ ᾿δωσε ὁ Θεὸς τὴ γλῶσσα γιὰ νὰ γίνῃ πριόνι τοῦ διαβόλου· σοῦ τὴν ἔδωσε γιὰ νὰ λὲς τὸ «Κύριε, ἐλέησον» καὶ νὰ σκορπᾷς μύρο μὲ τὰ ὡραῖα σου λόγια. Αὐτὴ τὴ γλῶσσα θὰ τὴ ζυγίσῃ καὶ θὰ τὴν κρεμάσῃ ὁ Χριστός. Κ᾿ ἔπειτα μοῦ ᾿ρχονται στὴν ἐξομολόγησι· «Παπούλη, δὲν ἔκανα τίποτε, δὲ᾿ σκότωσα…». Σκότωσες μὲ τὴ γλῶσσα σου, διέλυσες σπίτια, χώρισες ἀντρόγυνα, ἄναψες φωτιές, κατέστρεψες κόσμο. Ἀλλοίμονο, δὲν αἰσθανόμεθα τὴν ἁμαρτωλότητά μας. Θὰ ζυγίσῃ ὅμως τότε ἀκόμη καὶ τὶς σκέψεις μας. Ναί. «Ὤ ποία ὥρα τότε!…», ὅπως ἔψαλαν σήμερα οἱ ψάλτες (αἶνοι Κυρ. Ἀπόκρεω), ποὺ ἔπρεπε νὰ τ᾿ ἀκοῦμε καὶ νὰ κλαῖμε. Θὰ ζυγιστοῦν καὶ οἱ σκέψεις μας, ὅλα τὰ πονηρὰ ποὺ διαλογιζόμεθα μέρα καὶ νύχτα.
Αὐτὸ εἶνε τὸ κριτήριο ποὺ θὰ κάνῃ ὁ Χριστός. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἔχει μιὰ ὁμιλία στὴ δευτέρα παρουσία. Εἶμαι, λέει, ἁμαρτωλός, καὶ θὰ ἤθελα κ᾿ ἐγὼ νὰ μὴν ὑπάρχῃ κόλασις, γιατὶ τὴ φοβᾶμαι· ἀλλ᾿ ὅμως ὑπάρχει ἡ κόλασις! Γιὰ ὅλα μπορεῖ νὰ ἀμφιβάλλῃς· γιὰ ἕνα δὲν πρέπει νὰ ἀμφιβάλλῃς, ὅτι ὑπάρχει κρίσις καὶ ἀνταπόδοσις, ὑπάρχει μέλλουσα ζωή, κόλασις καὶ παράδεισος. Ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ὑπάρχει ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾿ ἀκούει ὅλα, ὑπάρχει ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα.
* * *
Ἀδελφοί μου· νὰ ἔχουμε προσοχὴ στὸν βίο μας. Μιά φορὰ περνᾶμε ἀπὸ τὴ φλούδα αὐτὴ τῆς γῆς. Ἂς ἀποφεύγουμε τὸ κακὸ καὶ ἂς κάνουμε τὸ καλό· αὐτὸ θὰ μείνῃ. «Μακάριοι οἱ νεκροὶ οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνῄσκοντες ἀπ᾿ ἄρτι», ὅτι «τὰ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ᾿ αὐτῶν» (Ἀπ. 14,13). Ἂς προσέξουμε, διότι δὲν ξέρουμε πότε ἔρχεται ὁ Κύριος. Εμαστε τώρα πιὸ κοντά. Διότι ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἄλλα σημάδια, ποὺ επαμε, ὑπάρχει καὶ ἕνα ποὺ ἔγινε στὶς μέρες μας καὶ δὲν τὸ προσέξαμε. Κάπου μιὰ προφητεία λέει, ὅτι ὅταν πλησιάζει ἡ δευτέρα παρουσία οἱ Ἑβραῖοι θὰ φτειάξουν κράτος. Ἔ, τὸ ἔφτειαξαν στὶς ἡμέρες μας, τὸ 1948. Μήπως, λοιπόν, ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα γίνῃ ἡ δευτέρα παρουσία;
Μακάρι ὅταν ἔρθῃ νὰ μᾶς βρῇ μέσ᾿ στὴν ἐκκλησία, τὴν ὥρα ποὺ γίνεται ἡ θεία λειτουργία, τὴν ὥρα ποὺ κοινωνοῦμε τὰ ἄχραντα μυστήρια, τὴν ὥρα ποὺ ἀκοῦμε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Μακάρι νὰ μᾶς βρῇ στὸ σπίτι μέσα ἀγαπημένους ὅλους, συζύγους καὶ παιδιά. Μακάρι νὰ σὲ βρῇ τὴν ὥρα ποὺ κάνεις ἐλεημοσύνη. Μὴ μᾶς βρῇ ποτέ στὴν ἀτιμία καὶ τὴ διαφθορά.
Εθε ὁ Θεὸς νὰ δώσῃ μετάνοια σὲ ὅλους μας, μικροὺς καὶ μεγάλους, κι ὅταν φθάσῃ ἡ τελευταία μας ὥρα νὰ σφραγίσουμε τὴ ζωή μας μὲ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)· ἀμήν.
Μακάρι ὅταν ἔρθῃ νὰ μᾶς βρῇ μέσ᾿ στὴν ἐκκλησία, τὴν ὥρα ποὺ γίνεται ἡ θεία λειτουργία, τὴν ὥρα ποὺ κοινωνοῦμε τὰ ἄχραντα μυστήρια, τὴν ὥρα ποὺ ἀκοῦμε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Μακάρι νὰ μᾶς βρῇ στὸ σπίτι μέσα ἀγαπημένους ὅλους, συζύγους καὶ παιδιά. Μακάρι νὰ σὲ βρῇ τὴν ὥρα ποὺ κάνεις ἐλεημοσύνη. Μὴ μᾶς βρῇ ποτέ στὴν ἀτιμία καὶ τὴ διαφθορά.
Εθε ὁ Θεὸς νὰ δώσῃ μετάνοια σὲ ὅλους μας, μικροὺς καὶ μεγάλους, κι ὅταν φθάσῃ ἡ τελευταία μας ὥρα νὰ σφραγίσουμε τὴ ζωή μας μὲ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Γεωργίου Περάματος – Πειραιῶς τὴν 12-2-1961.