Εἶναι ἕνα ὑπέροχο βράδυ. Βρίσκομαι ἔξω ἀπό ἕνα πανέμορφο χωριό τῆς ῾Ελλάδας μας. Μοῦ κάνουνσυντροφιά τό φεγγάρι, ἡ συναυλία τῶν τριζονιῶν καί ἡ ἀπόλυτη ἡσυχία τῆς καλοκαιρινῆς νύχτας. Σ᾿ αὐτό τό ἐξαίσιο σκηνικό, πού ὁμοιάζει μέ μιά βραδιά στήν ἔρημο τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους, σκέφτομαι ὅτι νά, κάπου ἐδῶ, εἶναι ἡ πιό κατάλληλη ὥρα νά συνομιλήσει ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό. Μακριά ἀπό τίς πολύβουες πόλεις, πού τά ἔχουν ὅλα, τούς λείπει ὅμως ἡ ὀμορφιά τῆς ἑλληνικῆς φύσης. Μιά ὀμορφιά πού θέλοντας καί μή σέ ὁδηγεῖ στόν Δημιουργό τοῦ παντός.
Αὐτή τήν ὥρα μοῦ ἦρθε στό νοῦ μου κάτι πού ἔχει πεῖ ὁ Γέροντας Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Νεαρό καλογέρι, διηγεῖται ὁ Γέροντας, πῆγε ἕνα πρωί σέ ἕνα πυκνό δάσος τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους. Δέν ὑπῆρχε ψυχή. Μόνο αὐτός κι ὁ Θεός. Ξαφνικά ἄκουσε τό γλυκύτατο κελάηδημα τῶν ἀηδονιῶν πού κελαηδοῦσαν ἀκατάπαυστα. Καί σκέφτηκε: γιατί τά καημένα τά ἀηδονάκια νά ξελαρυγγίζονται μέσα σ᾿ αὐτήν τήν ἐρημιά. Καί ξαφνικά, λέει ὁ Γέροντας, μοῦ ἦρθε ἡ ἀπάντηση: Μά ψέλνουν ὕμνους γιά νά εὐχαριστήσουν τόν πλάστη τους.
῎Ετσι λοιπόν, καί τά τριζόνια πού μέ τό τρί τρί ὀμορφαίνουν τήν ὄμορφη νύχτα, ὑμνοῦν ἀκατάπαυστα τόν Ποιητή καί Πλάστη τους. Τά τριζόνια μᾶς διδάσκουν κι ἐμᾶς τόν προορισμό μας, πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τό νά σηκώνουμε τά μάτια μας ἀπό τή γῆ μέ τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες, καί νά στρεφόμαστε στόν οὐρανό, ἀπό ὅπου ἀναμένουμε τήν βοήθεια, εἴτε ὡς ἄτομα εἴτε ὡς ἔθνος.
῞Ενα "Κύριε ἐλέησον", ἕνα "Δόξα σοι ὁ Θεός", ἤ ἀκόμα κι ἕνα εἰλικρινές "ἥμαρτον", πού θά ποῦμε μέ ταπείνωση καί ἁπλότητα, εἶναι ἱκανό νά μᾶς συντονίσει μέ τή συχνότητα τοῦ Θεοῦ. ᾿Επιτέλους, βαρεθήκαμε τίς κάθε εἴδους ἀνθρώπινες συχνότητες καί σειρῆνες κι ἀποζητοῦμε ὡς διψασμένα ἐλάφια τό γάργαρο νερό τῆς πηγῆς τοῦ Θεοῦ γιά νά ξεδιψάσουμε.
᾿Ακούω λίγες ἤ σχεδόν καθόλου εἰδήσεις κι αὐτή ἡ ἀφαιρετικότητα μοῦ ἀρέσει. Νιώθω σάν νά ἐλευθερώθηκα ἀπό τά πολλά ἀνθρώπινα ψέματα. Μόνο ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ μέ ἱκανοποιεῖ. ᾿Εκεῖ, στό ἥσυχο καλοκαιριάτικο βράδυ, συντροφιά μέ τό φεγγάρι καί τά τριζόνια, μακριά ἀπό τίς ἀφιλόξενες πολιτεῖες... ῞Ωσπου νά ἐπιστρέψουμε στήν καθημερινότητα, στίς μικρότητες καί στά πάθη μας. Ὥσπου νά ἔρθει τό ἑπόμενο καλοκαίρι καί τό μεθεπόμενο, ὥσπου νά ἔρθει ἐπιτέλους, τό ἀτέλειωτο καλοκαίρι τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ...
Τό εὔχομαι ἐκ καρδίας σ᾿ ὅλους σας.
Πρός τό παρόν καλυνύχτα.
Φιλικά,
᾿Οδυσσεύς