Σε συνέχεια της δημόσιας συζήτησης για την χρήση της δημοτικής γλώσσας στη Θεία Λειτουργία ο Καθηγητής Πέτρος Βασιλειάδης καταθέτει τη δική του άποψη
του Πέτρου Βασιλειάδη, καθηγητή Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ
Σχόλιο klision: Φιλοξενοῦμε σήμερα τίς "γλωσσικές" ἀπόψεις τοῦ κ. Βασιλειάδη, οἱ ὁποῖες δέν μᾶς ξενίζουν, διότι ὁ ἄνθρωπος ἔχει δώσει δείγματα "κακῆς" γραφῆς καί στό παρελθόν. ᾿Εμεῖς, ἁπλῶς, νά ὑπογραμμίσουμε ὅτι ἡ ῾Ιερά Σύνοδος δέν συζήτησε ἁπλῶς τίς Πρωτοβουλίες τοῦ ῾Αγίου Πρεβέζης, ἀλλά τή σωρεία καταγγελιῶν πού εἶχε δεχθεῖ γιά τίς ἐτσιθελικές ἐνέργειες τοῦ ἁγίου Πρεβέζης. Γιά νά λέμε τά πράγματα μέ τό ὄνομά τους, βρέ ἀδελφέ!
Με αφορμή την ανακοίνωση της ΔΙΣ της Εκκλησίας της Ελλάδος, που συζήτησε την πρωτοβουλία της Ι. Μ. Νικοπόλεως και Πρεβέζης, τα δημοσιεύματα στον ημερήσιο τύπο, τις συνεντεύξεις και τα σχόλια που ακολούθησαν, αλλά και τη δημοσίευση μακροσκελών μελετών από ιεράρχες, οι οποίες ασφαλώς χρήζουν θεολογικού αντιλόγου, έκρινα σε πρώτη φάση να υπενθυμίσω τις απόψεις ειδικών επί του θέματος θεολόγων, οι οποίες αν μη τι άλλο υπογραμμίζουν την πολυπλοκότητα του προβλήματος, όπως άλλωστε αναφέρει και το ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου. Για ορισμένες διατυπώσεις αυτού του ανακοινωθέντος, αλλά και την σε βάθος θεώρηση του όλου θέματος πρόκειται να τοποθετηθούν τα θεολογικά τμήματα της χώρας μας, καθώς και η αρμοδία ειδική συνοδική επιτροπή λειτουργικής αναγεννήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Ένας διακεκριμένος Ορθόδοξος (από τους πλέον πολυδιαβασμένους στην πατρίδα μας) και δύο ετερόδοξοι λειτουργιολόγοι έχουν διατυπώσει τις εξής ενδιαφέρουσες απόψεις.
Ο μακαριστός π. Αλέξανδρος Σμέμαν, ανάμεσα στα πολλά που έχει γράψει είναι και το εξής: «H θεολογική και λειτουργική τραγωδία της μεταπατερικής εποχής είναι πως η εκκλησιαστική λατρεία έχασε τη λειτουργική της διάσταση, περιορίστηκε σε λατρευτικές (cultic) κατηγορίες μόνο....Όσο παράδοξο κι αν φαίνεται αυτό, πολύ συχνά οι λειτουργικά ‘συντηρητικοί’, οι παθιασμένοι ερα¬στές των τύπων και των εξωτερικών εκδηλώσεων, των ‘αρχαίων και μεγαλειωδών’ τυπικών, είναι οι πιο απελπιστικά τυφλοί στο αληθινό νόημά τους» (Α. Σμέμαν, «Θεολογία και Λειτουργία», Η αποστολή της Ορθοδοξίας στο σύγχρονο κόσμο, Αθήνα 1983, σελ. 169).
Είναι τραγικό το γεγονός πως όσοι αγαπούν την Ορθοδοξία, πασχίζουν για τη λειτουργική της αναγέννηση• αντίθετα οι αδιάφοροι παρατηρητές του φαινομένου της ορθόδοξης λατρείας, την θέλουν όπως είναι, σαν ένα μουσειακό κατασκεύασμα διατηρημένο σαν μούμια απ’ τα παλιά, άξια θαυμασμού για τον πλούτο της, όχι όμως για την επίδραση στη ζωή των πιστών και τη σύγχρονη δυναμική της παρουσία. Είναι ενδεικτικό για το υπό εξέταση φαινόμενο το σχόλιο του A. H. Couratin, ενός ετεροδόξου λειτουργιολόγου της περασμένης γενιάς, που δεν διαφέρει και πολύ από τις απόψεις των επικριτών των ποιμαντικών πρωτοβουλιών ορισμένων ιεραρχών της Εκκλησίας της Ελλάδος: «Η γοητεία των ναών με τους τρούλους, τα κεριά και το θυμίαμα, τα χρυσοποίκιλτα άμφια και οι εικόνες του τέμπλου, η ομορφιά της μουσικής με την οποία έχουν σήμερα επενδυθεί οι ακολουθίες, όλα αυτά κάνουν τη λατρεία της ανατολικής χριστιανοσύνης μιαν αξέχαστη εμπειρία για το χριστιανό της Δύσεως.
Παρά την κληρικοκρατούμενη μορφή της, παρά την απουσία κηρύγματος, και παρά την αραιά προσέλευση των λαϊκών στη θεία κοινωνία, η λειτουργία της ανατολικής εκκλησίας αποτελεί πολύ δημοφιλή έκφραση ευσέβειας, στην οποία ο λαός συμμετέχει ασυναίσθητα, έχοντας συνείδηση αιωνίων αληθειών. Δεν έχει ακόμη γίνει εμφανές εάν και κατά πόσο αυτή η μορφή λατρείας ενέχει την εσωτερική δυναμική που θα τη βοηθήσει να προσαρμοσθεί στις ανάγκες της σύγχρονης εποχής. Υπάρ¬χουν, πράγματι, μερικοί που υποστηρίζουν πως οι πνευματικές ανησυχίες του συγχρόνου ανθρώπου μπορούν καλύτερα να ικανοποιηθούν, αν αυτή παρέμενε ως έχει»! («The Liturgy», The Pelican Guide to Modern Theology Vol.2 Historical Theology, Λονδίνο 1969, 131-240, σελ. 184).
Τέλος ο H. Wybrew, ειδικός σε θέματα της ορθόδοξης λειτουργικής παραδόσεως, που έγραψε το έργο The Orthodox Liturgy. The Development of the Eucharistic Liturgy in the Byzantine Rite, Nέα Υόρκη 1990, περιγράφει τη σταδιακή μετεξέλιξη της ορθόδοξης ευχαριστιακής λατρείας με τον ακόλουθο γλαφυρό τρόπο: «H Θεία Ευχαριστία στην ανατολική χριστιανική παράδοση από απλό κοινό δείπνο μετεξελίχθηκε σε τελετουργική πράξη, από τον οικιακό περιορισμό μετεπήδησε στην δημόσια μεγαλοπρέπεια, από βρώση και πόση κατέληξε στο δέος του μυστηριώδους, από τη διαφάνεια και την εις επήκοον πάντων επιτέλεση των δρωμένων στην απόκρυψη και τη σιωπή, από την Ευχαριστία ως συνολική εμπειρία των εσχάτων σε Δείπνο του Κυρίου…
Aναμφίβολα, καταλήγει ο Wybrew, ουσιαστικές αλλαγές έχουν επιτελεστεί στον αιώνα που έφυγε. Eίναι μάλιστα απίθανο η ευχαριστιακή πράξη να παραμείνει ως έχει τον αιώνα και τη χιλιετία που έρχεται» («The Development of the Eucharistic Worship. Tradition and Change», Sobornost 18 [1996], σελ. 9-18).
Είναι τραγικό το γεγονός πως όσοι αγαπούν την Ορθοδοξία, πασχίζουν για τη λειτουργική της αναγέννηση• αντίθετα οι αδιάφοροι παρατηρητές του φαινομένου της ορθόδοξης λατρείας, την θέλουν όπως είναι, σαν ένα μουσειακό κατασκεύασμα διατηρημένο σαν μούμια απ’ τα παλιά, άξια θαυμασμού για τον πλούτο της, όχι όμως για την επίδραση στη ζωή των πιστών και τη σύγχρονη δυναμική της παρουσία. Είναι ενδεικτικό για το υπό εξέταση φαινόμενο το σχόλιο του A. H. Couratin, ενός ετεροδόξου λειτουργιολόγου της περασμένης γενιάς, που δεν διαφέρει και πολύ από τις απόψεις των επικριτών των ποιμαντικών πρωτοβουλιών ορισμένων ιεραρχών της Εκκλησίας της Ελλάδος: «Η γοητεία των ναών με τους τρούλους, τα κεριά και το θυμίαμα, τα χρυσοποίκιλτα άμφια και οι εικόνες του τέμπλου, η ομορφιά της μουσικής με την οποία έχουν σήμερα επενδυθεί οι ακολουθίες, όλα αυτά κάνουν τη λατρεία της ανατολικής χριστιανοσύνης μιαν αξέχαστη εμπειρία για το χριστιανό της Δύσεως.
Παρά την κληρικοκρατούμενη μορφή της, παρά την απουσία κηρύγματος, και παρά την αραιά προσέλευση των λαϊκών στη θεία κοινωνία, η λειτουργία της ανατολικής εκκλησίας αποτελεί πολύ δημοφιλή έκφραση ευσέβειας, στην οποία ο λαός συμμετέχει ασυναίσθητα, έχοντας συνείδηση αιωνίων αληθειών. Δεν έχει ακόμη γίνει εμφανές εάν και κατά πόσο αυτή η μορφή λατρείας ενέχει την εσωτερική δυναμική που θα τη βοηθήσει να προσαρμοσθεί στις ανάγκες της σύγχρονης εποχής. Υπάρ¬χουν, πράγματι, μερικοί που υποστηρίζουν πως οι πνευματικές ανησυχίες του συγχρόνου ανθρώπου μπορούν καλύτερα να ικανοποιηθούν, αν αυτή παρέμενε ως έχει»! («The Liturgy», The Pelican Guide to Modern Theology Vol.2 Historical Theology, Λονδίνο 1969, 131-240, σελ. 184).
Τέλος ο H. Wybrew, ειδικός σε θέματα της ορθόδοξης λειτουργικής παραδόσεως, που έγραψε το έργο The Orthodox Liturgy. The Development of the Eucharistic Liturgy in the Byzantine Rite, Nέα Υόρκη 1990, περιγράφει τη σταδιακή μετεξέλιξη της ορθόδοξης ευχαριστιακής λατρείας με τον ακόλουθο γλαφυρό τρόπο: «H Θεία Ευχαριστία στην ανατολική χριστιανική παράδοση από απλό κοινό δείπνο μετεξελίχθηκε σε τελετουργική πράξη, από τον οικιακό περιορισμό μετεπήδησε στην δημόσια μεγαλοπρέπεια, από βρώση και πόση κατέληξε στο δέος του μυστηριώδους, από τη διαφάνεια και την εις επήκοον πάντων επιτέλεση των δρωμένων στην απόκρυψη και τη σιωπή, από την Ευχαριστία ως συνολική εμπειρία των εσχάτων σε Δείπνο του Κυρίου…
Aναμφίβολα, καταλήγει ο Wybrew, ουσιαστικές αλλαγές έχουν επιτελεστεί στον αιώνα που έφυγε. Eίναι μάλιστα απίθανο η ευχαριστιακή πράξη να παραμείνει ως έχει τον αιώνα και τη χιλιετία που έρχεται» («The Development of the Eucharistic Worship. Tradition and Change», Sobornost 18 [1996], σελ. 9-18).
΄Πηγή:http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=2216
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου