"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Παρασκευή 2 Απριλίου 2010



Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Πλανᾶς

Τὸ διήγημα τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη «Ἱερεῖς τῶν Πόλεων καὶ Ἱερεῖς τῶν χωρίων», ποὺ ἔγραψε τὸ 1896, ἀναφέρεται σὲ ἕναν ὄντως συνειδητοποιημένο καὶ ἄοκνο ἱερουργό, ποὺ μὲ τὴν ἀπεριόριστη καλοσύνη του, τὴν ὑπερβολική του ἀφιλοχρηματία, τὸ ἀκτινοβόλο ἱερατικό του ἦθος, τὴν ταπείνωσή του, καταξιώθηκε στὴ συνείδηση τοῦ λαοῦ ὡς Ἅγιος πολυαγαπημένος καὶ θαυματουργός. Ἕνα πρότυπο ἱερέα, ἁπλό, γνήσιο, ἀληθινό.

Ὁ πρῶτος ποὺ δίδει γραπτὲς μαρτυρίες γιὰ τὸν παπα-Νικόλα εἶναι ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Στὰ Ἀθηναϊκά του διηγήματα γράφει γιὰ τὸν ταπεινὸ ἱερέα ποὺ γνώρισε στὸ παρεκκλήσι τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου, στὸ Μοναστηράκι, τὰ ὅσα μαζὶ μὲ τὸν τριτεξάδελφό του, Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη, ἔζησαν στὶς ἀκολουθίες, ἑσπερινούς, ὄρθρους καὶ ἀγρυπνίες, στὶς ὁποῖες ἔψαλλαν οἱ ἴδιοι (ὁ Παπαδιαμάντης ὡς δεξιὸς καὶ ὁ Μωραϊτίδης ὡς ἀριστερὸς ψάλτης). Τὸν ὀνομάζει «ἄξιον λειτουργὸν τοῦ Ὑψίστου» καὶ τὸν ἀντιπαραβάλλει μὲ τοὺς «ἐπαγγελματίες ἱερεῖς».

Τὸ ἐκκλησάκι τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου, ποὺ χρονολογεῖται στὰ μέσα τοῦ 16ου αἰῶνα, ἀποτέλεσε τὰ χρόνια ἀπὸ τὸ 1885 ἕως τὸ 1942 «στέκι» λογοτεχνῶν καὶ λογίων της ἐποχῆς. Ἐκεῖ ἐκκλησιάζονταν, ἐξαιτίας τῆς ἐμβληματικῆς μορφῆς τοῦ Παπαδιαμάντη καὶ «ἐκ περιεργείας», γιὰ ν᾿ ἀκούσουν τὴ «φωνὴ γεμάτη εὐλάβεια», ὁ Παῦλος Νιρβάνας, ὁ Ζαχαρίας Παπαντωνίου, ὁ Γιάννης Βλαχογιάννης, ὁ Γεράσιμος Βῶκος κ.ἄ.

Ἀπ᾿ ὅσα γράφει στὸν πρόλογο, φαίνεται ὅτι οἱ ἀγρυπνίες ξεκίνησαν γύρω στὸ 1885 καὶ σύντομα ἄρχισαν νὰ συμμετέχουν ἀδιαλείπτως οἱ δύο Σκιαθῖτες λογοτέχνες. Ὁ Παπαδιαμάντης πέθανε τὸ 1911, ἀλλὰ οἱ ἀγρυπνίες συνεχίστηκαν ἀπὸ τὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη, ὁ ὁποῖος τὸ 1925, τέσσερα χρόνια πρὶν πεθάνει, πρόλαβε καὶ ἐξέδωσε τὴν Ἀκολουθία τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου.

ΙΕΡΕΙΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ ΚΑΙ ΙΕΡΕΙΣ ΤΩΝ ΧΩΡΙΩΝ (ἀπόσπασμα)

Πρώτη δημοσίευση στὸ λεύκωμα
«Ἡ Ἑλλὰς κατὰ τοὺς Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνας τοῦ 1896»,
μὲ τὴν ὑπογραφὴ Ἀλ. Παπαδιαμάντης.

... «Μεταξὺ τῶν ὑπαρχόντων ἱερέων ὑπάρχουσιν ἀκόμη πολλοὶ ἐνάρετοι καὶ ἀγαθοί, εἰς τὰς πόλεις καὶ εἰς τὰ χωρία. Εἶναι τύποι λαϊκοί, ὠφέλιμοι, σεβάσμιοι. Ἂς μὴν ἐκφωνῶσι λόγους. Ἠξεύρουσιν αὐτοὶ ἄλλον τρόπον πῶς νὰ διδάσκωσι τὸ ποίμνιον.

Γνωρίζω ἕνα ἱερέα εἰς τὰς Ἀθήνας. Εἶναι ὁ ταπεινότερος τῶν ἱερέων καὶ ὁ ἁπλοϊκότερος τῶν ἀνθρώπων. Διὰ πᾶσαν ἱεροπραξίαν ἂν τοῦ δώσῃς μίαν δραχμὴν ἢ πενήντα λεπτὰ ἢ μίαν δεκάραν, τὰ παίρνει. Ἂν δὲν τοῦ δώσῃς τίποτε, δὲν ζητεῖ. Διὰ τρεῖς δραχμὰς ἐκτελεῖ ὁλόκληρον παννύχιον ἀκολουθίαν. Ἀπόδειπνον, Ἑσπερινόν, Ὄρθρον, Ὧρας, Λειτουργίαν. Τὸ ὅλον διαρκεῖ ἐννέα ὥρας. Ἂν τοῦ δώσῃς μόνον δύο δραχμάς, δὲν παραπονεῖται.

Κάθε ψυχοχάρτι, φέρον τὰ μνημονευτέα ὀνόματα τῶν τεθνεώτων, ἀφοῦ ἅπαξ τοῦ δώσῃς, τὸ κρατεῖ διὰ πάντοτε. Ἐπὶ δύο, τρία, τέσσαρα, πέντε ἔτη ἐξακολουθεῖ νὰ μνημονεύῃ τὰ ὀνόματα, δι᾿ εἴκοσι λεπτὰ τὰ ὁποῖα τοῦ ἔδωκες εἰσάπαξ. Εἰς κάθε προσκομιδὴν μνημονεύει δύο ἢ τρεῖς χιλιάδας ὀνόματα. Δὲν βαρύνεται ποτέ. Ἡ προσκομιδὴ παρ᾿ αὐτῷ διαρκεῖ δύο ὥρας. Ἡ Λειτουργία ἄλλας δύο. Εἰς τὴν ἀπόλυσιν τῆς Λειτουργίας, ὅσα κομμάτια ἔχει ἐντὸς τοῦ ἱεροῦ, ἀπὸ πρόσφορα ἢ ἀρτοκλασίαν, τὰ μοιράζει ὅλα εἰς ὅσους τύχουν. Δὲν κρατεῖ σχεδὸν τίποτε.

Μίαν φορὰν ἔτυχε νὰ χρεωστῇ μικρὸν χρηματικὸν ποσόν, καὶ ἤθελε νὰ τὸ πληρώσῃ, εἶχε δέκα ἢ δεκαπέντε δραχμάς, ὅλα εἰς χαλκόν, ἐπὶ δύο ὥρας ἐμετροῦσεν, ἐμετροῦσε καὶ δὲν ἠμποροῦσε νὰ τὰ εὕρῃ πόσα ἦσαν. Τέλος, εἷς ἄλλος χριστιανὸς ἔλαβε τὸν κόπον καὶ τοῦ τὰ ἐμέτρησεν.

Εἶναι ὀλίγον τι βραδύγλωσσος, καὶ περισσότερον ἀγράμματος. Εἰς τὰς εὐχάς, τὰς περισσοτέρας λέξεις τὰς λέγει ὀρθάς, εἰς τὸ Εὐαγγέλιον τὰς περισσοτέρας ἐσφαλμένας. Θὰ εἰπῆτε, διατί ἡ ἀντίθεσις αὐτή; Ἀλλὰ τὰς εὐχὰς τὰς ἰδίας ἀπαγγέλλει καθ᾿ ἑκάστην, ἐνῷ τὴν δείνα περικοπὴν τοῦ Εὐαγγελίου θὰ τὴν ἀναγνώσῃ ἅπαξ ἢ δίς ἤ, τὸ πολύ, τρὶς τοῦ ἔτους, ἑξαιρέσει ὡρισμένων περικοπῶν συχνὰ ἀλλ᾿ ἀτάκτως ἐπανερχομένων, ὡς εἰς τοὺς Ἁγιασμοὺς καὶ τὰς Παρακλήσεις.

Τὰ λάθη, ὅσα κάμνει εἰς τὴν ἀνάγνωσιν, εἶναι πολλάκις κωμικά. Καὶ ὅμως ἐξ ὅλων τῶν ἀκροατῶν του, ἐξ ὅλου τοῦ ἐκκλησιάσματος, κανείς μας δὲν γελᾷ. Διατί; Τὸν ἐσυνηθίσαμεν, καὶ μᾶς ἀρέσει. Εἶναι ἀξιαγάπητος. Εἶναι ἁπλοϊκὸς καὶ ἐνάρετος. Εἶναι ἄξιος τοῦ πρώτου τῶν Μακαρισμῶν τοῦ Σωτῆρος.

Τώρα, ὑποθέσατε δύο ὑποθέσεις, μίαν ἀδύνατον, καὶ μίαν δυνατήν, ὑποθέσατε ὅτι αὐτὸς ὁ ἴδιος ἱερεὺς εἶχεν ἐξέλθει ἀπὸ ἱεροδιδασκαλεῖον, παλαιὸν ἢ νέον· θὰ εἶχε διαφορὰν ἐπὶ τὸ βέλτιον; Θὰ ἦτο πασσαλειμμένος μὲ ὀλίγα ἀτελῆ, κακοχώνευτα καὶ συγκεχυμένα γράμματα, μὲ περισσότερον οἴησιν καὶ ἀξιώσεις. Θὰ ἦτο διὰ τοῦτο καλύτερος; ...»

Ἐπίσης ὁ Παπαδιαμάντης ἀναφέρεται στὸν παπα-Νικόλα καὶ στὸ διήγημά του, «Τὰ τραγούδια τοῦ Θεοῦ» (1908), αὐτὴ τὴ φορὰ ὀνομαστικῶς. Γράφει ὅτι ἡ μικρὴ Κούλα Μπούκη πέθανε καὶ οἱ ψάλτες μαζὶ μὲ τοὺς ἱερεῖς ἔψαλλον τὸ «Δεῦτε τελευταῖον ἀσπασμὸν» καὶ συνεχίζει χαρακτηριστικῶς: «Μόνος ὁ παπα-Νικόλας ἀπὸ τὸν Ἅη-Γιάννη τοῦ Ἀγροῦ, ὁ Ναξιώτης, ἐφαίνετο ὅτι ἐπίανε χωριστὴν ἀκολουθίαν, ἐμουρμούριζε μέσα του, καὶ τὰ ὄμματά του ἐφαίνοντο δακρυσμένα. «Τί μουρμουρίζεις παπᾶ;», τοῦ εἶπα ἀπὸ τὸ ὄπισθεν τοῦ στασιδίου, ὅπου εἶχεν ἀκουμβήσει. «Λέγω τὴν ἀκολουθίαν τῶν νηπίων μέσα μου», εἶπεν ὁ παπα-Νικόλας. Εἰς αὐτὸ τὸ ἄκακον ἁρμόζει ἡ ἀκολουθία τῶν νηπίων».
Πηγή:http://users.uoa.gr

Μιά μητέρα ἀφηγεῖται πῶς ἀπέφυγε νά γίνει φονεύτρια τοῦ ἴδιου της τοῦ παιδιοῦ-συγκλονιστική μαρτυρία (ψηφιοσκόπιο)


Πηγή:http://pneumatikotita.forumotion.com

Διδαχές ῾Αγίου Νεκταρίου



Ὁ ΑΓΙΟΣ Νεκτάριος Πενταπόλεως, ὁ θαυματουργός, ἀποτελεῖ, στὶς πενιχρὲς μέρες τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο. Στὸ πρόσωπό του ἀνακαλύπτει κανεὶς ἕναν μεγάλο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου συνδυάζεται μὲ τὴ χάρη τῆς θαυματουργίας καὶ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία.
Γεννήθηκε στὴ Σηλυβρία τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης τὸ 1846. Παρακολουθώντας τὴν ἱστορικὴ διαδρομὴ τοῦ βίου του, τὸν συναντοῦμε στὴν Κωνσταντινούπολη, δεκατετράχρονο παιδί, νὰ ἐργάζεται καὶ νὰ σπουδάζει· στὴ Νέα Μονὴ τῆς Χίου, νὰ κείρεται μοναχὸς (1876) καὶ νὰ χειροτονεῖται διάκονος (1877)· στὴν Ἀθήνα, νὰ ὁλοκληρώνει τὶς θεολογικές του σπουδὲς (1885)· στὴν Αἴγυπτο, νὰ διακονεῖ γιὰ μία πενταετία στὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας. Ἐκεῖ χειροτονεῖται πρεσβύτερος (1886) καὶ ἐπίσκοπος - μητροπολίτης Πενταπόλεως (1889). Ἐξαιτίας τοῦ φθόνου ποὺ προκαλεῖ τὸ πολυδιάστατο ἔργο του, συκοφαντεῖται καὶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο. Ἐπιστρέφει στὴν Ἑλλάδα τὸ 1890, καὶ περιφέρεται ὡς ἁπλὸς ἱεροκήρυκας μέχρι τὸ 1894, ὁπότε ἀναλαμβάνει τὴ διεύθυνση τῆς Ριζαρείου Σχολῆς. Τὸ 1908, γιὰ λόγους ὑγείας, παραιτεῖται καὶ ἀποσύρεται στὴν Αἴγινα, στὴ γυναικεία Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος, ποὺ ὁ ἴδιος ἔχει ἱδρύσει ἀπὸ τὸ 1904. Ἐκεῖ παραμένει, ὡς πνευματικὸς τῆς Μονῆς, μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του (1920).
Μιὰ ἱερὴ πορεία ἑβδομήντα τεσσάρων χρόνων, κατάφορτη ἀπὸ καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ὅλη ἡ ζωή του. Νηστεύει, ἀγρυπνεῖ, προσεύχεται. Ταυτίζει τὸ θέλημά του μὲ τὸ θεῖο θέλημα καὶ γίνεται ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ "παθὼν καὶ μαθὼν τὰ θεῖα". Λειτουργεῖ σὰν ἄγγελος, προσεύχεται χωρὶς νὰ πατάει στὴ γῆ. Ἀναδεικνύεται ἔνθερμος ἐραστὴς τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἐγκάρδιος ὑμνητὴς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Θεολόγος θεόπνευστος καὶ συγγραφέας ἀκούραστος. Κηρύσσει, ἐξομολογεῖ, νουθετεῖ, θυσιάζεται γιὰ τὸν πλησίον. Οἱ ἐλεημοσύνες του εἶναι ἄπειρες καὶ οἱ θαυματουργίες του ἀνεξάντλητες. Ἡ παρουσία του γαληνεύει, εἰρηνεύει, ἐμπνέει τοὺς πάντες. Εἶναι ἀληθινὰ μεγάλος, γι᾿ αὐτὸ καὶ βαθιὰ ταπεινός. Εἶναι ἀρχιερέας τοῦ Ὑψίστου, ἀλλὰ γίνεται καὶ καθαριστής, κηπουρός, τσαγκάρης καὶ χτίστης, μέχρι τὰ γεράματά του. Συκοφαντεῖται βαριὰ καὶ ὑπομένει εἰρηνικά, προσεύχεται, συγχωρεῖ, εὐχαριστεῖ γιὰ ὅλα. Ἕνας πιστὸς μιμητὴς τοῦ πράου καὶ ταπεινοῦ Ἰησοῦ, ποὺ ἡ Ἐκκλησία μας ἀνακηρύσσει ἐπίσημα ἅγιο τὸ 1961.
Ἀπαύγασμα τῆς ὁσιακῆς τοῦ βιοτῆς ἀποτελοῦν τὰ γραπτά του κείμενα. Παρουσιάζουμε ἕνα μικρὸ ἀπάνθισμα τῶν ἐπιστολῶν του, διασκευασμένο στὴ σημερινή μας γλωσσικὴ μορφή. Εἶναι μία συλλογὴ ἀπὸ σύντομες καὶ περιεκτικὲς διδαχὲς τοῦ ἁγίου, ποὺ ἀναφέρονται στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ τὸν ἀγώνα τοῦ χριστιανοῦ.
Τίποτα δὲν εἶναι μεγαλύτερο ἀπὸ τὴν καθαρὴ καρδιά, γιατὶ μία τέτοια καρδιὰ γίνεται θρόνος τοῦ Θεοῦ. Καὶ τί εἶναι ἐνδοξότερο ἀπὸ τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ; Ἀσφαλῶς τίποτα. Λέει ὁ Θεὸς γι᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν καθαρὴ καρδιά: «Θὰ κατοικήσω ἀνάμεσά τους καὶ θὰ πορεύομαι μαζί τους. Θὰ εἶμαι Θεός τους, κι αὐτοὶ θὰ εἶναι λαός μου». (Β´ Κορ. 6, 16).
Ποιοὶ λοιπὸν εἶναι εὐτυχέστεροι ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους; Καὶ ἀπὸ ποιὸ ἀγαθὸ μπορεῖ νὰ μείνουν στερημένοι; Δὲν βρίσκονται ὅλα τ᾿ ἀγαθὰ καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὶς μακάριες ψυχές τους; Τί περισσότερο χρειάζονται; Τίποτα, στ᾿ ἀλήθεια, τίποτα! Γιατὶ ἔχουν στὴν καρδιά τους τὸ μεγαλύτερο ἀγαθό: τὸν ἴδιο τὸ Θεό!
Πόσο πλανιοῦνται οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀναζητοῦν τὴν εὐτυχία μακριὰ ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους, στὶς ξένες χῶρες καὶ στὰ ταξίδια, στὸν πλοῦτο καὶ στὴ δόξα, στὶς μεγάλες περιουσίες καὶ στὶς ἀπολαύσεις, στὶς ἡδονὲς καὶ σ᾿ ὅλες τὶς χλιδὲς καὶ ματαιότητες, ποὺ κατάληξή τους ἔχουν τὴν πίκρα! Ἡ ἀνέγερση τοῦ πύργου τῆς εὐτυχίας ἔξω ἀπὸ τὴν καρδιά μας, μοιάζει μὲ οἰκοδόμηση κτιρίου σὲ ἔδαφος ποὺ σαλεύεται ἀπὸ συνεχεῖς σεισμούς. Σύντομα ἕνα τέτοιο οἰκοδόμημα θὰ σωριαστεῖ στὴ γῆ...
Ἀδελφοί μου! Ἡ εὐτυχία βρίσκεται μέσα στὸν ἴδιο σας τὸν ἑαυτό, καὶ μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ τὸ κατάλαβε αὐτό. Ἐξετάστε τὴν καρδιά σας καὶ δεῖτε τὴν πνευματική της κατάσταση. Μήπως ἔχασε τὴν παρρησία της πρὸς τὸ Θεό; Μήπως ἡ συνείδηση διαμαρτύρεται γιὰ παράβαση τῶν ἐντολῶν Του; Μήπως σᾶς κατηγορεῖ γιὰ ἀδικίες, γιὰ ψέματα, γιὰ παραμέληση τῶν καθηκόντων πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὸν πλησίον; Ἐρευνῆστε μήπως κακίες καὶ πάθη γέμισαν τὴν καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αὐτὴ σὲ δρόμους στραβοὺς καὶ δύσβατους...
Δυστυχῶς, ἐκεῖνος ποὺ παραμέλησε τὴν καρδιά του, στερήθηκε ὅλα τ᾿ ἀγαθὰ κι ἔπεσε σὲ πλῆθος κακῶν. Ἔδιωξε τὴ χαρὰ καὶ γέμισε μὲ πίκρα, θλίψη καὶ στενοχώρια. Ἔδιωξε τὴν εἰρήνη καὶ ἀπόκτησε ἄγχος, ταραχὴ καὶ τρόμο. Ἔδιωξε τὴν ἀγάπη καὶ δέχτηκε τὸ μίσος. Ἔδιωξε, τέλος, ὅλα τὰ χαρίσματα καὶ τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ δέχτηκε μὲ τὸ βάπτισμα, καὶ οἰκειώθηκε ὅλες τὶς κακίες ἐκεῖνες, ποὺ κάνουν τὸν ἄνθρωπο ἐλεεινὸ καὶ τρισάθλιο.
Ἀδελφοί μου! Ὁ Πολυέλεος Θεὸς θέλει τὴν εὐτυχία ὅλων μας καὶ σ᾿ αὐτὴ καὶ στὴν ἄλλη ζωή. Γι᾿ αὐτὸ ἵδρυσε τὴν ἁγία Του Ἐκκλησία. Γιὰ νὰ μᾶς καθαρίζει αὐτὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, νὰ μᾶς ἁγιάζει, νὰ μᾶς συμφιλιώνει μαζί Του, νὰ μᾶς χαρίζει τὶς εὐλογίες τοῦ οὐρανοῦ.
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνοιχτὴ τὴν ἀγκαλιά της, γιὰ νὰ μᾶς ὑποδεχθεῖ. Ἂς τρέξουμε γρήγορα ὅσοι ἔχουμε βαριὰ τὴ συνείδηση. Ἂς τρέξουμε καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕτοιμη νὰ σηκώσει τὸ βαρὺ φορτίο μας, νὰ μᾶς χαρίσει τὴν παρρησία πρὸς τὸ Θεό, νὰ γεμίσει τὴν καρδιά μας μὲ εὐτυχία καὶ μακαριότητα...
«Ὅσοι βαπτιστήκατε στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ντυθήκατε τὸ Χριστό» (Γαλ. 3:27).
Πόσο μεγάλη ἀλήθεια μᾶς ἐπισημαίνει μ᾿ αὐτὰ τὰ λόγια ὁ ἀπόστολος Παῦλος!
Οἱ βαπτισμένοι χριστιανοὶ δὲν φοροῦν τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες του, ἀλλὰ εἶναι ντυμένοι τὸν καινούριο ἄνθρωπο. Ντύθηκαν τὸν ἴδιο τὸ Χριστό, ποὺ ζεῖ τώρα μέσα στὶς καρδιές τους. Καὶ ἡ λέξη "ντύθηκαν" δὲν ἀναφέρεται σὲ κάποια ἁπλὴ καὶ ἐξωτερικὴ στολή, ἀλλὰ σὲ κάτι βαθύτερο, σὲ κάτι οὐσιαστικὸ καὶ ἀναφαίρετο.
Μὲ τὴν πίστη μας στὸ Χριστὸ καὶ μὲ τὴ βάπτισή μας ντυνόμαστε τὸν ἴδιο τὸ Χριστὸ καὶ γινόμαστε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, οἰκητήρια τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ναοὶ τοῦ Θεοῦ, ἅγιοι καὶ τέλειοι, Θεοὶ κατὰ χάριν.
Ὥστε λοιπὸν ρίξαμε ἀπὸ πάνω μας τὴ φθορὰ καὶ ντυθήκαμε τὴν ἀφθαρσία. Ξεντυθήκαμε τὸν ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας καὶ ντυθήκαμε τὸν ἄνθρωπο τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς χάριτος. Διώξαμε τὸ θάνατο καὶ ντυθήκαμε τὴν ἀθανασία...
Συλλογιστήκαμε ὅμως καὶ τὶς μεγάλες ὑποχρεώσεις, πού, μὲ τὸ βάπτισμά μας, ἀναλάβαμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ; Συνειδητοποιήσαμε ὅτι ὀφείλουμε νὰ συμπεριφερόμαστε σὰν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ σὰν ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου μας; Ὅτι ἔχουμε χρέος νὰ συνταυτίσουμε τὸ δικό μας θέλημα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Ὅτι πρέπει, σὰν παιδιὰ δικά Του, νὰ μένουμε ἐλεύθεροι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία; Ὅτι ὀφείλουμε νὰ Τὸν ἀγαπᾶμε μ᾿ ὅλη μας τὴ δύναμη, ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς καὶ τῆς καρδιᾶς μας; Ὅτι ὀφείλουμε νὰ Τὸν λατρεύουμε καὶ νὰ λαχταροῦμε τὴν ἕνωση μαζί Του γιὰ πάντα; Σκεφτήκαμε, ἄραγε, ὅτι ἡ καρδιά μας πρέπει νά᾿ ναι πλημμυρισμένη ἀπὸ τὴν ἀγάπη, ὥστε αὐτὴ νὰ ξεχύνεται καὶ στὸν πλησίον μας; Ἔχουμε τὴ συναίσθηση ὅτι ὀφείλουμε νὰ γίνουμε ἅγιοι καὶ τέλειοι καὶ εἰκόνες τοῦ Θεοῦ καὶ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν;
Γιὰ ὅλ᾿ αὐτὰ ἔχουμε χρέος ν᾿ ἀγωνιστοῦμε, ὥστε νὰ μὴ φανοῦμε ἀνάξιοι στὸ κάλεσμα ποὺ μᾶς ἔκανε ὁ Θεὸς καὶ ἀποδοκιμαστοῦμε... Ναί, ἀδελφοί μου, ἂς παλέψουμε μὲ ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση γιὰ νὰ νικήσουμε. Κανείς μας ἂς μὴ χάσει τὸ θάρρος του, ἂς μὴν ἀμελήσει, ἂς μὴ δειλιάσει, ἂς μὴν πτοηθεῖ μπροστὰ στὰ σκάμματα τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα. Γιατὶ ἔχουμε βοηθὸ τὸ Θεό, ποὺ μᾶς δυναμώνει στὸν δύσκολο δρόμο τῆς ἀρετῆς.
Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι νὰ γίνουμε τέλειοι καὶ ἅγιοι. Νὰ ἀναδειχθοῦμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἂς προσέξουμε μήπως, γιὰ χάρη τῆς παρούσας ζωῆς, στερηθοῦμε τὴ μέλλουσα, μήπως, ἀπὸ τὶς βιοτικὲς φροντίδες καὶ μέριμνες, ἀμελήσουμε τὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας.
Ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καὶ ἡ προσευχὴ ἀπὸ μόνες τους δὲν φέρνουν τοὺς ἐπιθυμητοὺς καρπούς, γιατὶ αὐτὲς δὲν εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ἀποτελοῦν τὰ μέσα γιὰ νὰ πετύχουμε τὸ σκοπό.
Στολίστε τὶς λαμπάδες σας μὲ ἀρετές. Ἀγωνιστεῖτε ν᾿ ἀποβάλετε τὰ πάθη τῆς ψυχῆς. Καθαρίστε τὴν καρδιά σας ἀπὸ κάθε ρύπο καὶ διατηρῆστε την ἁγνή, γιὰ νὰ ἔρθει καὶ νὰ κατοικήσει μέσα σας ὁ Κύριος, γιὰ νὰ σᾶς πλημμυρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὶς θεῖες δωρεές.
Παιδιά μου ἀγαπητά, ὅλη σας ἡ ἀσχολία καὶ ἡ φροντίδα σ᾿ αὐτὰ νὰ εἶναι. Αὐτὰ ν᾿ ἀποτελοῦν σκοπὸ καὶ πόθο σας ἀσταμάτητο. Γι᾿ αὐτὰ νὰ προσεύχεστε στὸ Θεό.
Νὰ ζητᾶτε καθημερινὰ τὸν Κύριο, ἀλλὰ μέσα στὴν καρδιά σας καὶ ὄχι ἔξω ἀπὸ αὐτήν. Καὶ ὅταν Τὸν βρεῖτε, σταθεῖτε μὲ φόβο καὶ τρόμο, ὅπως τὰ Χερουβεὶμ καὶ τὰ Σεραφείμ, γιατὶ ἡ καρδιά σας ἔγινε θρόνος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ γιὰ νὰ βρεῖτε τὸν Κύριο, ταπεινωθεῖτε μέχρι τὸ χῶμα, γιατὶ ὁ Κύριος βδελύσσεται τοὺς ὑπερήφανους, ἐνῶ ἀγαπάει καὶ ἐπισκέπτεται τοὺς ταπεινοὺς στὴν καρδιά.
Ἂν ἀγωνίζεσαι τὸν ἀγώνα τὸν καλό, ὁ Θεὸς θὰ σὲ ἐνισχύσει. Στὸν ἀγώνα ἐντοπίζουμε τὶς ἀδυναμίες, τὶς ἐλλείψεις καὶ τὰ ἐλαττώματά μας. Εἶναι ὁ καθρέφτης τῆς πνευματικῆς μας καταστάσεως. Ὅποιος δὲν ἀγωνίστηκε, δὲν γνώρισε τὸν ἑαυτό του.
Προσέχετε καὶ τὰ μικρὰ ἀκόμα παραπτώματα. Ἂν σᾶς συμβεῖ ἀπὸ ἀπροσεξία κάποια ἁμαρτία, μὴν ἀπελπιστεῖτε, ἀλλὰ σηκωθεῖτε γρήγορα καὶ προσπέστε στὸ Θεό, ποὺ ἔχει τὴ δύναμη νὰ σᾶς ἀνορθώσει.
Μέσα μας ἔχουμε ἀδυναμίες καὶ πάθη καὶ ἐλαττώματα βαθιὰ ριζωμένα, πολλὰ εἶναι καὶ κληρονομικά. Ὅλα αὐτὰ δὲν κόβονται μὲ μία σπασμωδικὴ κίνηση οὔτε μὲ τὴν ἀδημονία καὶ τὴ βαρειὰ θλίψη, ἀλλὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή, μὲ καρτερία, μὲ φροντίδα καὶ προσοχή.
Ἡ ὑπερβολικὴ λύπη κρύβει μέσα της ὑπερηφάνεια. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι βλαβερὴ καὶ ἐπικίνδυνη, καὶ πολλὲς φορὲς παροξύνεται ἀπὸ τὸ διάβολο, γιὰ ν᾿ ἀνακόψει τὴν πορεία τοῦ ἀγωνιστῆ.
Ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν τελειότητα εἶναι μακρύς. Εὔχεστε στὸ Θεὸ νὰ σᾶς δυναμώνει. Νὰ ἀντιμετωπίζετε μὲ ὑπομονὴ τὶς πτώσεις σας καί, ἀφοῦ γρήγορα σηκωθεῖτε, νὰ τρέχετε καὶ νὰ μὴ στέκεστε, σὰν τὰ παιδιά, στὸν τόπο ποὺ πέσατε, κλαίγοντας καὶ θρηνώντας ἀπαρηγόρητα.
Ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴν μπεῖτε σὲ πειρασμό. Μὴν ἀπελπίζεστε, ἂν πέφτετε συνέχεια σὲ παλιὲς ἁμαρτίες. Πολλὲς ἀπ᾿ αὐτὲς εἶναι καὶ ἀπὸ τὴ φύση τους ἰσχυρὲς καὶ ἀπὸ τὴ συνήθεια. Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, ὅμως, καὶ μὲ τὴν ἐπιμέλεια νικιοῦνται. Τίποτα νὰ μὴ σᾶς ἀπελπίζει.
Οἱ πειρασμοὶ παραχωροῦνται γιὰ νὰ φανερωθοῦν τὰ κρυμμένα πάθη, νὰ καταπολεμηθοῦν κι ἔτσι νὰ θεραπευθεῖ ἡ ψυχή. Εἶναι καὶ αὐτοὶ δεῖγμα τοῦ θείου ἐλέους. Γι᾿ αὐτὸ ἄφησε μὲ ἐμπιστοσύνη τὸν ἑαυτό σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ καὶ ζήτησε τὴ βοήθειά Του, ὥστε νὰ σὲ δυναμώσει στὸν ἀγώνα σου. Ἡ ἐλπίδα στὸ Θεὸ δὲν ὁδηγεῖ ποτὲ στὴν ἀπελπισία. Οἱ πειρασμοὶ φέρνουν ταπεινοφροσύνη. Ὁ Θεὸς ξέρει τὴν ἀντοχὴ τοῦ καθενός μας καὶ παραχωρεῖ τοὺς πειρασμοὺς κατὰ τὸ μέτρο τῶν δυνάμεών μας. Νὰ φροντίζουμε ὅμως κι ἐμεῖς νὰ εἴμαστε ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί, γιὰ νὰ μὴ βάλουμε μόνοι μας τὸν ἑαυτό μας σὲ πειρασμό.
Ἐμπιστευτεῖτε στὸ Θεὸ τὸν Ἀγαθό, τὸν Ἰσχυρό, τὸν Ζῶντα, καὶ Αὐτὸς θὰ σᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀνάπαυση. Μετὰ τὶς δοκιμασίες ἀκολουθεῖ ἡ πνευματικὴ χαρά. Ὁ Κύριος παρακολουθεῖ ὅσους ὑπομένουν τὶς δοκιμασίες καὶ τὶς θλίψεις γιὰ τὴ δική Του ἀγάπη. Μὴ λιποψυχεῖτε λοιπὸν καὶ μὴ δειλιάζετε.
Δὲν θέλω νὰ θλίβεστε καὶ νὰ συγχύζεστε γιὰ ὅσα συμβαίνουν ἀντίθετα στὴ θέλησή σας, ὅσο δίκαιη κι ἂν εἶναι αὐτή. Μιὰ τέτοια θλίψη μαρτυρεῖ τὴν ὕπαρξη ἐγωισμοῦ. Προσέχετε τὸν ἐγωισμό, ποὺ κρύβεται κάτω ἀπὸ τὴ μορφὴ τοῦ δικαιώματος. Προσέχετε καὶ τὴν ἄκαιρη λύπη, δημιουργεῖται ὕστερ᾿ ἀπὸ ἕναν δίκαιο ἔλεγχο. Ἡ ὑπερβολικὴ θλίψη γιὰ ὅλα αὐτὰ εἶναι τοῦ πειρασμοῦ. Μία εἶναι ἡ ἀληθινὴ θλίψη. Αὐτὴ ποὺ δημιουργεῖται, ὅταν γνωρίσουμε καλὰ τὴν ἄθλια κατάσταση τῆς ψυχῆς μας. Ὅλες οἱ ἄλλες θλίψεις δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Φροντίζετε νὰ περιφρουρεῖτε στὴν καρδιά σας τὴ χαρὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ μὴν ἐπιτρέπετε στὸν πονηρὸ νὰ χύνει τὸ φαρμάκι του. Προσέχετε! Προσέχετε, μήπως ὁ παράδεισος, ποὺ ὑπάρχει μέσα σας, μετατραπεῖ σὲ κόλαση.
Τὸ κύριο ἔργο τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ προσευχή. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιὰ νὰ ὑμνεῖ τὸ Θεό. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο ποὺ τοῦ ἁρμόζει. Αὐτὸ μόνο ἐξηγεῖ τὴν πνευματική του ὑπόσταση. Αὐτὸ μόνο δικαιώνει τὴν ἐξέχουσα θέση του μέσα στὴ δημιουργία. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιὰ νὰ λατρεύει τὸ Θεὸ καὶ νὰ μετέχει στὴ θεία Του ἀγαθότητα καὶ μακαριότητα.
Ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι, λαχταράει γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τρέχει μὲ πόθο νὰ ἀνυψωθεῖ πρὸς Αὐτόν. Μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ὑμνωδία εὐφραίνεται. Τὸ πνεῦμα του ἀγάλλεται καὶ ἡ καρδιά τοῦ σκιρτάει. Ὅσο περισσότερο προσεύχεται, τόσο ἡ ψυχή του ἀπογυμνώνεται ἀπὸ τὶς κοσμικὲς ἐπιθυμίες καὶ γεμίζει ἀπὸ τὰ οὐράνια ἀγαθά. Καὶ ὅσο ἀποχωρίζεται τὰ γήινα καὶ τὶς ἡδονὲς τοῦ βίου, τόσο περισσότερο ἀπολαμβάνει τὴν οὐράνια εὐφροσύνη. Ἡ δοκιμὴ καὶ ἡ πείρα μᾶς ἐπιβεβαιώνουν τὴν ἀλήθεια αὐτή.
Ὁ Θεὸς εὐαρεστεῖται στὶς προσευχὲς ἐκεῖνες ποὺ προσφέρονται μὲ τὸν πρέποντα τρόπο, δηλαδὴ μὲ συναίσθηση τῆς ἀτέλειας καὶ τῆς ἀναξιότητός μας. Γιὰ νὰ ὑπάρξει ὅμως τέτοια συναίσθηση, ἀπαιτεῖται τέλεια αὐταπάρνηση τοῦ κακοῦ μας ἑαυτοῦ καὶ ὑποταγὴ στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἀπαιτεῖται ταπείνωση καὶ ἀδιάλειπτη πνευματικὴ ἐργασία.
Ἀναθέστε ὅλες τὶς φροντίδες σας στὸ Θεό. Ἐκεῖνος προνοεῖ γιὰ σᾶς. Μὴ γίνεστε ὀλιγόψυχοι καὶ μὴν ταράζεστε. Αὐτὸς ποὺ ἐξετάζει τὰ ἀπόκρυφα βάθη τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων, γνωρίζει καὶ τὶς δικές σας ἐπιθυμίες καὶ ἔχει τὴ δύναμη νὰ τὶς ἐκπληρώσει ὅπως Αὐτὸς γνωρίζει. Ἐσεῖς νὰ ζητᾶτε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ νὰ μὴ χάνετε τὸ θάρρος σάς. Μὴ νομίζετε ὅτι, ἐπειδὴ ὁ πόθος σας εἶναι ἅγιος, ἔχετε δικαίωμα νὰ παραπονιέστε, ὅταν οἱ προσευχές σας δὲν εἰσακούονται. Ὁ Θεὸς ἐκπληρώνει τοὺς πόθους σας μὲ τρόπο ποὺ ἐσεῖς δὲν γνωρίζετε. Νὰ εἰρηνεύετε λοιπὸν καὶ νὰ ἐπικαλεῖστε τὸ Θεό.
Οἱ προσευχὲς καὶ οἱ δεήσεις ἀπὸ μόνες τους δὲν μᾶς ὁδηγοῦν στὴν τελειότητα. Στὴν τελείωση ὁδηγεῖ ὁ Κύριος, ποὺ ἔρχεται καὶ κατοικεῖ μέσα μας, ὅταν ἐμεῖς ἐκτελοῦμε τὶς ἐντολές Του. Καὶ μία ἀπὸ τὶς πρῶτες ἐντολὲς εἶναι νὰ γίνεται στὴ ζωή μας τὸ θέλημα ὄχι τὸ δικό μας, ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ. Καὶ νὰ γίνεται μὲ τὴν ἀκρίβεια ποὺ γίνεται στὸν οὐρανὸ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους. Γιὰ νὰ μποροῦμε κι ἐμεῖς νὰ λέμε: «Κύριε, ὄχι ὅπως ἐγὼ θέλω, ἀλλ᾿ ὅπως Ἐσύ, «γεννηθήτω τὸ θέλημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς»». Χωρὶς λοιπὸν τὸ Χριστὸ μέσα μας, οἱ προσευχὲς καὶ οἱ δεήσεις ὁδηγοῦν στὴν πλάνη.
Ἡ εἰρήνη εἶναι θεῖο δῶρο, ποὺ χορηγεῖται πλουσιοπάροχα σ᾿ ὅσους συμφιλιώνονται μὲ τὸ Θεὸ καὶ ἐκτελοῦν τὰ θεῖα Του προστάγματα.
Ἡ εἰρήνη εἶναι φῶς καὶ φεύγει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ποὺ εἶναι σκοτάδι. Ἕνας ἁμαρτωλὸς ποτὲ δὲν εἰρηνεύει.
Νὰ ἀγωνίζεστε ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ μὴ σᾶς ταράζει ἡ ἐξέγερση τῶν παθῶν μέσα σας. Γιατὶ, ἂν στὴν πάλη μαζί τους νικήσετε, τὸ ξεσήκωμα τῶν παθῶν ἔγινε γιὰ σᾶς ἀφορμὴ νέας χαρᾶς καὶ εἰρήνης.
«Νὰ ἐπιδιώκετε τὴν εἰρήνη μὲ ὅλους, ἐπιδιώκετε καὶ τὴν ἁγιότητα, χωρὶς τὴν ὁποία κανεὶς δὲν θ᾿ ἀντικρύσει τὸν Κύριο» (Ἑβρ.12, 14).
Ἡ εἰρήνη καὶ ὁ ἁγιασμὸς εἶναι δυὸ ἀναγκαῖες προϋποθέσεις γιὰ ὅποιον ζητάει μὲ πόθο νὰ δεῖ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἡ εἰρήνη εἶναι τὸ θεμέλιο στὸ ὁποῖο στηρίζεται ὁ ἁγιασμός.
Ὁ ἁγιασμὸς δὲν παραμένει σὲ ταραγμένη καὶ ὀργισμένη καρδιά. Ἡ ὀργή, ὅταν χρονίζει στὴν ψυχή, δημιουργεῖ τὴν ἔχθρα καὶ τὸ μίσος ἐναντίον τοῦ πλησίον. Γι᾿ αὐτὸ ἐπιβάλλεται ἡ γρήγορη συμφιλίωση μὲ τὸν ἀδελφό μας, ὥστε νὰ μὴ στερηθοῦμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ ἁγιάζει τὴν καρδιά μας.
Ἐκεῖνος ποὺ εἰρηνεύει μὲ τὸν ἑαυτό του, εἰρηνεύει καὶ μὲ τὸν πλησίον του, εἰρηνεύει καὶ μὲ τὸ Θεό. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος εἶναι ἁγιασμένος, γιατὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς κατοικεῖ μέσα του.
Ἐπιδιώκετε τὴν ἀγάπη. Ζητᾶτε καθημερινὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ τὴν ἀγάπη. Μαζὶ μὲ τὴν ἀγάπη ἔρχεται καὶ ὅλο τὸ πλῆθος τῶν ἀγαθῶν καὶ τῶν ἀρετῶν. Ἀγαπᾶτε, γιὰ ν᾿ ἀγαπιέστε κι ἐσεῖς ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Δῶστε στὸ Θεὸ ὅλη σας τὴν καρδιά, ὥστε νὰ μένετε στὴν ἀγάπη. «Ὅποιος ζεῖ μέσα στὴν ἀγάπη, ζεῖ μέσα στὸ Θεό, κι ὁ Θεὸς μέσα σ᾿ αὐτόν» (Α´ Ἰω. 4, 16).
Ὀφείλετε νὰ ἔχετε πολλὴ προσοχὴ στὶς μεταξύ σας σχέσεις καὶ νὰ σέβεστε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ὡς πρόσωπα ἱερά, ὡς εἰκόνες τοῦ Θεοῦ. Νὰ μὴν ἀποβλέπετε ποτὲ στὸ σῶμα ἢ στὴν ὀμορφιά του, ἀλλὰ στὴν ψυχή. Προσέχετε τὸ αἴσθημα τῆς ἀγάπης, γιατὶ, ὅταν ἡ καρδιὰ δὲν θερμαίνεται ἀπὸ τὴν καθαρὴ προσευχή, ἡ ἀγάπη κινδυνεύει νὰ γίνει σαρκικὴ καὶ ἀφύσικη, κινδυνεύει νὰ σκοτίσει τὸ νοῦ καὶ νὰ κατακάψει τὴν καρδιά.
Πρέπει νὰ ἐξετάζουμε καθημερινά, μήπως ἡ ἀγάπη μας δὲν ἀπορρέει ἀπὸ τὸ σύνδεσμο τῆς κοινῆς μας ἀγάπης πρὸς τὸ Χριστό, μήπως δὲν πηγάζει ἀπὸ τὸ πλήρωμα τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸν Κύριο. Αὐτὸς ποὺ ἀγρυπνεῖ νὰ διατηρήσει ἁγνὴ τὴν ἀγάπη, θὰ φυλαχθεῖ ἀπὸ τὶς παγίδες τοῦ πονηροῦ, ποὺ προσπαθεῖ σιγὰ-σιγὰ νὰ μετατρέψει τὴν χριστιανικὴ ἀγάπη σὲ ἀγάπη κοινὴ καὶ συναισθηματική.
Σᾶς συνιστῶ νὰ ἔχετε σὲ ὅλα διάκριση καὶ φρόνηση. Ν᾿ ἀποφεύγετε τὰ ἄκρα. Οἱ αὐστηρότητες συμβαδίζουν μὲ τὰ μέτρα τῆς ἀρετῆς. Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει μεγάλες ἀρετὲς καὶ συναγωνίζεται μὲ τοὺς τέλειους, θέλοντας νὰ ζεῖ μὲ αὐστηρότητα, ὅπως οἱ ἅγιοι ἀσκητές, αὐτὸς κινδυνεύει νὰ ὑπερηφανευθεῖ καὶ νὰ πέσει. Γι᾿ αὐτὸ νὰ πορεύεσθε μὲ διάκριση καὶ νὰ μὴν ἐξαντλεῖτε τὸ σῶμα μὲ ὑπέρμετρους κόπους. Νὰ θυμάστε πὼς ἡ ἄσκηση τοῦ σώματος ἁπλῶς βοηθάει τὴν ψυχὴ νὰ φτάσει στὴν τελειότητα, ἡ τελειότητα κατορθώνεται κυρίως μὲ τὸν ἀγώνα τῆς ψυχῆς.
Μὴν τεντώνετε περισσότερο ἀπὸ τὸ μέτρο τὴ χορδή. Νὰ ξέρετε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἐκβιάζεται στὶς δωρεές Του· δίνει, ὅταν αὐτὸς θέλει. Ὅ,τι παίρνουμε, τὸ παίρνουμε δωρεὰν ἀπὸ τὸ θεῖο ἔλεος.
Μὴ ζητᾶτε νὰ φτάσετε ψηλὰ μὲ μεγάλες ἀσκήσεις χωρὶς νὰ ἔχετε ἀρετές, γιατὶ κινδυνεύετε νὰ πέσετε σὲ πλάνη γιὰ τὴν ἔπαρση καὶ τὴν τόλμη σας. Ὅποιος ἐπιζητεῖ θεῖα χαρίσματα καὶ ὑψηλὲς θεωρίες, ἐνῶ εἶναι ἀκόμα φορτωμένος μὲ πάθη, αὐτός, σὰν ἀνόητος καὶ ὑπερήφανος, πλανιέται. Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ὀφείλει ν᾿ ἀγωνιστεῖ γιὰ τὴν κάθαρσή του. Ἡ θεία χάρη στέλνει τὰ χαρίσματα σὰν ἀμοιβὴ σ᾿ ὅσους ἔχουν καθαριστεῖ ἀπὸ τὰ πάθη. Τοὺς ἐπισκέπτεται χωρὶς θόρυβο καὶ σὲ ὥρα ποὺ δὲν γνωρίζουν.
Ἡ ὑπερηφάνεια τοῦ νοῦ εἶναι ἡ σατανικὴ ὑπερηφάνεια, ἡ ὁποία ἀρνεῖται τὸ Θεὸ καὶ βλασφημεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γι᾿ αὐτὸ καὶ πολὺ δύσκολα θεραπεύεται. Εἶναι ἕνα βαθὺ σκοτάδι, τὸ ὁποῖο ἐμποδίζει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς νὰ δοῦν τὸ φῶς ποὺ ὑπάρχει μέσα της καὶ ποὺ ὁδηγεῖ στὸ Θεό, στὴν ταπείνωση, στὴν ἐπιθυμία τοῦ ἀγαθοῦ.
Ἀντίθετα, ἡ ὑπερηφάνεια τῆς καρδιᾶς δὲν εἶναι γέννημα τῆς σατανικῆς ὑπερηφάνειας, ἀλλὰ δημιουργεῖται ἀπὸ διάφορες καταστάσεις καὶ γεγονότα: πλοῦτο, δόξα, τιμές, πνευματικὰ ἢ σωματικὰ χαρίσματα (εὐφυΐα, ὀμορφιά, δύναμη, δεξιοτεχνία κ.λπ). Ὅλα αὐτὰ σηκώνουν ψηλὰ τὰ μυαλὰ τῶν ἀνόητων ἀνθρώπων, ποὺ γίνονται ἔτσι ματαιόφρονες, χωρὶς ὅμως νὰ εἶναι καὶ ἄθεοι... Αὐτοὶ πολλὲς φορὲς ἐλεοῦνται ἀπὸ τὸ Θεό, παιδαγωγοῦνται καὶ σωφρονίζονται. Ἡ καρδιά τους συντρίβεται, παύει νὰ ἐπιζητεῖ δόξες καὶ ματαιότητες, κι ἔτσι θεραπεύονται.
Ἡ πνευματική σας ἐργασία νὰ εἶναι ἡ ἐξέταση τῆς καρδιᾶς σας. Μήπως φωλιάζει σ᾿ αὐτὴν σὰν φαρμακερὸ φίδι ἡ ὑπερηφάνεια, τὸ πάθος ποὺ γεννάει πολλὰ κακά, ποὺ ἀπονεκρώνει κάθε ἀρετή, ποὺ δηλητηριάζει τὰ πάντα; Σ᾿ αὐτὴ τὴν ἑωσφορικὴ κακία πρέπει νὰ στραφεῖ ὅλη σας ἡ φροντίδα. Μέρα καὶ νύχτα νὰ σᾶς γίνει ἔργο ἀδιάλειπτο ἡ ἔρευνά της.
Θὰ εἶναι ἀλήθεια, νομίζω, ἂν πῶ ὅτι ὅλη ἡ πνευματική μας φροντίδα συνίσταται στὴν ἀναζήτηση καὶ ἐξόντωση τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τῶν παιδιῶν της. Ἂν ἀπαλλαγοῦμε ἀπ᾿ αὐτὴν καὶ θρονιάσουμε στὴν καρδιά μας τὴν ταπεινοφροσύνη, τότε ἔχουμε τὸ πᾶν. Γιατὶ ὅπου βρίσκεται ἡ ἀληθινὴ κατὰ Χριστὸν ταπείνωση, ἐκεῖ βρίσκονται μαζεμένες καὶ ὅλες οἱ ἄλλες ἀρετές, ποὺ μᾶς ὑψώνουν ὡς τὸ Θεό.
Οἱ χριστιανοὶ ἔχουν χρέος, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, νὰ γίνουν ἅγιοι καὶ τέλειοι. Ἡ τελειότητα καὶ ἡ ἁγιότητα χαράσσονται πρῶτα βαθιὰ στὴν ψυχὴ τοῦ χριστιανοῦ, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τυπώνονται καὶ στὶς σκέψεις του, στὶς ἐπιθυμίες του, στὰ λόγια του, στὶς πράξεις του. Ἔτσι, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὑπάρχει στὴν ψυχή, ξεχύνεται καὶ σ᾿ ὅλο τὸν ἐξωτερικὸ χαρακτήρα.
Ὁ χριστιανὸς ὀφείλει νὰ εἶναι εὐγενικός με ὅλους. Τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα του νὰ ἀποπνέουν τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ κατοικεῖ στὴν ψυχή του, ὥστε νὰ μαρτυρεῖται ἡ χριστιανική του πολιτεία καὶ νὰ δοξάζεται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ.
Ὅποιος εἶναι μετρημένος στὰ λόγια, εἶναι μετρημένος καὶ στὰ ἔργα. Ὅποιος ἐξετάζει τὰ λόγια ποὺ πρόκειται νὰ πεῖ, ἐξετάζει καὶ τὶς πράξεις ποὺ πρόκειται νὰ ἐκτελέσει, καὶ ποτέ του δὲν θὰ ὑπερβεῖ τὰ ὅρια τῆς καλῆς καὶ ἐνάρετης συμπεριφορᾶς.
Τὰ χαριτωμένα λόγια τοῦ χριστιανοῦ χαρακτηρίζονται ἀπὸ λεπτότητα καὶ εὐγένεια. Αὐτὰ εἶναι ποὺ γεννοῦν τὴν ἀγάπη, φέρνουν τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρά. Ἀντίθετα, ἡ ἀργολογία γεννάει μίση, ἔχθρες, θλίψεις, φιλονικίες, ταραχὲς καὶ πολέμους.
Ἂς εἴμαστε λοιπὸν πάντοτε εὐγενικοί. Ποτὲ ἀπὸ τὰ χείλη μας νὰ μὴ βγεῖ λόγος κακός, λόγος ποὺ δὲν εἶναι ἁλατισμένος μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ πάντοτε λόγοι χαριτωμένοι, λόγοι ἀγαθοί, λόγοι ποὺ μαρτυροῦν τὴν κατὰ Χριστὸν εὐγένεια καὶ τὴν ψυχική μας καλλιέργεια.
Ὁ χριστιανὸς ὀφείλει νὰ δοξάζει τὸ Θεὸ καὶ μὲ τὸ σῶμα του καὶ μὲ τὸ πνεῦμα του. Ἄλλωστε, καὶ τὰ δυὸ ἀνήκουν στὸ Θεὸ καί, ἑπομένως, δὲν ἔχει ἐξουσία νὰ τὰ ἀτιμάζει ἢ νὰ τὰ διαφθείρει, ἀλλὰ ὡς ἅγια καὶ ἱερὰ πρέπει νὰ τὰ χρησιμοποιεῖ μὲ πολλὴ εὐχαριστία.
Ὅποιος θυμᾶται ὅτι τὸ σῶμα του καὶ τὸ πνεῦμα του ἀνήκουν στὸ Θεό, ἔχει μία εὐλάβεια κι ἕνα μυστικὸ φόβο γι᾿ αὐτά, καὶ τοῦτο συντελεῖ στὸ νὰ τὰ διατηρεῖ ἁγνὰ καὶ καθαρὰ ἀπὸ κάθε ρύπο, σὲ ἀδιάλειπτη ἐπικοινωνία μ᾿ Ἐκεῖνον, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἁγιάζονται καὶ ἐνισχύονται.
Ὁ ἄνθρωπος δοξάζει τὸ Θεὸ μὲ τὸ σῶμα του καὶ μὲ τὸ πνεῦμα του, πρῶτα, ὅταν θυμᾶται ὅτι ἁγιάστηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ἑνώθηκε μαζί του, καὶ ὕστερα, ὅταν ἑνώνει τὴ θέλησή του μὲ τὴ θέληση τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ἐκτελεῖ πάντοτε τὸ ἀγαθὸ καὶ εὐάρεστο καὶ τέλειο θέλημά Του. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος δὲν ζεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ τὸ Θεό. Ἐργάζεται γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ. Δοξάζει σὲ ὅλα τὸ Θεό, μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα. Οἱ πράξεις του, ποὺ γίνονται γιὰ τὸ καλὸ τῶν συνανθρώπων του, δίνουν ἀφορμὴ δοξολογίας τοῦ θείου ὀνόματος. Ἡ ζωή του, καταυγαζόμενη ἀπὸ τὸ θεῖο φῶς, λάμπει σὰν φῶς δυνατό. Ἔτσι ἡ πολιτεία του γίνεται ὁδηγὸς πρὸς τὸ Θεὸ γιὰ ὅσους ἀκόμα δὲν Τὸν γνώρισαν.
(Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς.)

Τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἐπιφανίου ἐπισκόπου Κύπρου λόγος εἰς τὴν ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ ἀνάστασιν.


Κύριε, εὐλόγησον.
Ὁ τῆς δικαιοσύνης τριήμερος Ἥλιος ἀνέτειλε σήμερον,
καὶ πᾶσαν τὴν κτίσιν ἐφώτισεν·
ὁ τριήμερος καὶ προαιώνιος Χριστὸς ὁ βότρυς ἐβλάστησε,
καὶ τὴν οἰκουμένην εὐφροσύνης ἐπλήρωσε.
Τὸν ἀνέσπερον ὄρθρον ἴδωμεν,
πρὸ ὄρθρου ἐγείρωμεν σήμερον,
καὶ φωτὸς χαρᾶς ἐπληρώθημεν.
Πύλαι ᾅδου ὑπὸ Χριστοῦ ἠνοίχθησαν,
καὶ νεκροὶ ὡς ἐξ ὕπνου ἀνέστησαν.
Ἀνέστη Χριστὸς ἡ τῶν πεσόντων ἀνάστασις,
καὶ τὸν Ἀδὰμ συνήγειρεν·
ἀνέστη Χριστὸς ἡ πάντων ἀνάστασις,
καὶ τὴν Εὔαν τῆς κατάρας ἀπήλλαξεν·
ἀνέστη Χριστὸς ἡ ἀνάστασις,
καὶ τὸν πρὶν ἄκοσμον,
καὶ τὰ κοσμήσας ἐφαίδρυνεν·
ἐξηγέρθη ὡς ὁ ὑπνῶν Κύριος,
καὶ τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ πάντας πατάξας κατῄσχυνεν.
Ἀνέστη,
καὶ χαρὰν πάσῃ τῇ κτίσει ἐδωρήσατο·
ἀνέστη,
καὶ τὸ τοῦ ᾅδου δεσμωτήριον ἐκενώθη·
ἀνέστη,
καὶ τὴν φθορὰν τῆς φύσεως εἰς ἀφθαρσίαν μετήγαγεν·
ἀνέστη Χριστὸς,
καὶ τὸν Ἀδὰμ εἰς τὸ ἀρχαῖον ἀξίωμα τῆς ἀθανασίας κατέστησεν.
Ἥτις ἐν Χριστῷ καινὴ κτίσις τῇ ἀναστάσει ἀνακαινίζηται·
ἥτις ἐν Χριστῷ καινὸς κόσμος,
κοσμηθῶμεν οἱ ἄκοσμοι·
ἥτις ἐν Χριστῷ Ἐκκλησία,
καινὸς οὐρανὸς σήμερον·
οὐρανὸς τοῦ ὁρωμένου οὐρανοῦ ὡραιότερος.
Οὐ γὰρ ἥλιον περίκειται καθημερινὸν δύνοντα,
Ἥλιον δ' ὃν ἐπὶ σταυροῦ αἰδεσθεὶς ἔδυσεν ὁ δοῦλος οὗτος ἥλιος,
Ἥλιον, περὶ οὗ φησιν ὁ προφήτης,
Ἀνατελεῖ τοῖς φοβουμένοις τὸν Ἰησοῦν Ἥλιος δικαιοσύνης,
Ἥλιον, ὃν ἡ Ἐκκλησία ἀειλαμπῆ περιβέβληται,
δι' ὅν φησιν ἡ Γραφή·
Ἥλιος ἐξῆλθεν εἰς γῆν,
καὶ Λωτὸν,
εἰς τύπον τοῦ νόμου,
εἰσῆλθεν εἰς Σιγὼρ,
ὅπερ σμικρότης ἑρμηνεύεται.
Οὗτος ὁ Ἥλιος σοφίζων τὰ ἄσοφα·
οὗτος ὁ Ἥλιος ἐν τῷ στερεῷ μετὰ τῆς ἡμῶν πίστεως τεθεμελίωται.
∆ιὰ τοῦτον τὸν τῆς δικαιοσύνης Ἥλιον Χριστὸν οὐρανὸς ἡ Ἐκκλησία γεγένηται·
οὐ σελήνην αὔξουσαν καὶ λήγουσαν,
ἀλλὰ χάριν ἀειλαμπῆ ἔχουσα·
οὐκ ἀστέρας τινὰς πλανήτας ἀνατέλλουσα,
ἀλλ' ἀστέρας νεοφωτίστους ἐκ κολυμβήθρας ἀναφέρουσα·
οὐ νεφέλας ὀμβροφόρους,
ἀλλὰ διδασκάλους θεολόγους ἡ Ἐκκλησία ἔχουσα·
οὐκ ἐπὶ τῶν θολερῶν ὑδάτων κρεμαμένη,
ἀλλ' ἐπὶ τῶν ἱερῶν δογμάτων τεθεμελιωμένη·
οὐκ ὄμβρον χειμωνικὸν ἀναπέμπουσα,
οὐκ ὀρνέων κλαγγαῖς,
ἀλλὰ διδασκάλων φωναῖς ἀνθρώπους καταλέγουσα.
Αὕτη ἡμέρα,
ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος·
ἀγαλλιασώμεθα πνευματικῶς,
καὶ εὐφρανθῶμεν θεοπρεπῶς ἐν αὐτῇ.
Αὕτη ἡμῖν ἡ πασῶν τῶν ἑορτῶν ὑπερεόρτιος·
αὕτη ἡ ἑορτὴ,
περὶ ἧς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον παρακελεύεται λέγον·
Συστήσασθε ἑορτὴν ἐν τοῖς πυκάζουσιν ὁμοῦ τε καὶ θάλπουσιν,
ἕως τῶν κεράτων τοῦ θυσιαστηρίου·
αὕτη ἡ ἑορτὴ τοῦ παντὸς κόσμου,
ἐγκαίνιον ὁμοῦ καὶ σωτήριον.
Αὕτη ἡ ἑορτὴ πασῶν τῶν ἑορτῶν κορυφὴ καὶ ἀκρόπολις·
αὕτη ἡ ἡμέρα,
ἣν εὐλόγησεν ὁ Θεὸς,
ἡγίασεν αὐτὴν,
ὅτι ἐν αὐτῇ κατέπαυσεν ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ,
τελειώσας τὴν σωτηρίαν τῶν ἐπιγείων ὁμοῦ καὶ καταχθονίων.
Ἐν αὐτῇ κατέπαυσεν εἰδώλων καὶ κνωδάλων τελετὰς καὶ ὀρχήσεις·
ἐν αὐτῇ κατέπαυσε τὴν δύναμιν πάντων ἐναντίων.
Ἐν ταύτῃ κατέπαυσεν ἑορτὰς καὶ δαιμονικὰς πανηγύρεις·
ἐν ταύτῃ κατέπαυσεν εἰδωλικῶν αἱμάτων κνίσσας καὶ θυσίας· ἐν ταύτῃ κατέπαυσε τὴν πλάνην τῆς ἀσεβείας·
ἐν ταύτῃ κατέπαυσε τὸ κράτος τοῦ τυράννου,
καὶ τοῦ λαοῦ τὸ κέντρον·
ἐν ταύτῃ κατέπαυσεν ὁμικὰς θυσίας καὶ νεομηνίας·
ἐν ταύτῃ καινοὺς ἐπήξατο τῇ κτίσει ὅρους καὶ νόμους·
ἐν ταύτῃ κατέπαυσε τὸ Πάσχα τοῦ νόμου,
καὶ Ἰουδαίων·
ἐν ταύτῃ ἐπλήρωσε πάντα τὸν τύπον,
σκιὰν καὶ προφητείαν. Τὸ Πάσχα ἡμῶν,
τὸ Πάσχα τὸ ἀληθινὸν,
ἐτύθη Χριστὸς,
καὶ ἥτις ἐν Χριστῷ καινὴ κτίσις,
ἥτις ἐν Χριστῷ καινὴ πίστις,
καινοὶ νόμοι,
καινὸς ὁ τοῦ Θεοῦ λαός·
καινὸς,
ἀλλ' οὐ παλαιὸς Ἰσραὴλ,
καὶ καινὸν Πάσχα·
καινὴ καὶ πνευματικὴ περιτομή·
καινὴ καὶ ἀναίμακτος θυσία·
καινὴ καὶ θεία διαθήκη.
Ἐγκαινίζεσθε σήμερον,
καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαινίσατε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν,
ὅπως δέξησθε τὰ τῆς ἑορτῆς τῆς νέας καὶ ἀληθινῆς μυστήρια,
καὶ τρυφήσητε σήμερον τρυφὴν τὴν ὄντως οὐράνιον,
καὶ ἀπέλθητε φωτισθέντες τὰ μὴ παλαιούμενα τοῦ νέου Πάσχα ἀντὶ παλαιοῦ μυστήρια ἀντίτυπα·
ὅπως συνήσητε ὅσον τὸ μέσον,
καὶ διάφορον τῶν Ἰουδαίων τὰ ἡμέτερα,
καὶ τίς σύγκρισις τῶν τύπων πρὸς τὴν ἀλήθειαν.
Ἀρξώμεθα τὰ τῆς Χριστοῦ Πάσχα ἀναστάσεως,
καὶ θεωρίας,
ἐκ τῶν ἐντεῦθεν.
Ἀπεστέλλετό ποτε πρὸς σωτηρίαν λαοῦ ἀπὸ Θεοῦ ἐξ ὄρους ὑψηλοῦ ὁ νομοθέτης Μωϋσῆς πρὸς τὸν τοῦ νόμου τύπον·
ἀπεστάλη καὶ ὁ Κύριος ὁ νομοθέτης,
καὶ Θεὸς ἀπὸ Θεοῦ,
καὶ ὄρος ἀπ' ὄρους οὐρανίων ὀρέων,
εἰς σωτηρίαν τοῦ ἡμετέρου λαοῦ,
τὸ τῆς ἀληθείας.
Ἀλλὰ Μωϋσῆς ἐκ Φαραὼ καὶ Αἰγυπτίων ἐλυτρώσατο·
Χριστὸς δὲ ἐκ διαβόλου, καὶ δαιμόνων ἐλυτρώσατο ἡμᾶς.
Ἀλλὰ πεφόνευκε Μωϋσῆς χώσας ἐν τῇ ἄμμῳ τὸν ἀδικοῦντα τὸν Ἰουδαῖον·
τεθανάτωκε καὶ Χριστὸς διάβολον,
παραπέμψας αὐτὸν τῇ ἀβύσσῳ.
Εἰρήνευσε Μωϋσῆς τοὺς δύο ἀδελφοὺς αὐτοῦ μαχομένους·
εἰρήνευσε καὶ ὁ Χριστὸς τοὺς δύο λαοὺς αὐτοῦ,
ἑνώσας τὰ οὐράνια τοῖς ἐπιγείοις.
Ἐκεῖ ἡ θυγάτηρ Φαραὼ λούσασθαι ἀπερχομένη εὗρε λαβοῦσα τὸν Μωϋσῆν·
ἡ δὲ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία καὶ θυγάτηρ βαπτίζεσθαι λαμβάνει Χριστὸν,
οὐκ ἀπὸ θίβης τριμηνιαῖον,
ὡς Μωϋσῆν,
ἀλλ' ἐκ τοῦ τάφου τριήμερον ἀντὶ Μωϋσῆ.
Ἐκεῖ τυπικῶς καὶ νυκτερινῶς τὸ Πάσχα ὁ Ἰσραὴλ ἐποίησεν·
ἐνταῦθα φωτεινῶς τε καὶ ἡμερινῶς τὸ Πάσχα ἑορτάζομεν.
Ἐκεῖ πρὸς ἑσπέραν τῆς ἡμέρας·
ἐνταῦθα πρὸς ἑσπέραν τῶν χρόνων τοῦ αἰῶνος.
Ἐκεῖ αἱ τῶν φλιῶν θύραι τῷ αἵματι ἐχρίοντο·
ἐνταῦθα αἱ τῶν πιστῶν καρδίαι τῷ τοῦ Χριστοῦ σφραγίζονται αἵματι.
Ἐκεῖ νυκτερινὴ ἦν θυσία,
καὶ νυκτὶ ἡ τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης διάβασις·
ἐνταῦθα σωτηρία,
καὶ φωτεινὴ ἡ τῆς Ἐρυθρᾶς τοῦ βαπτίσματος θάλασσα,
καὶ πυριζούσης τὸ πῦρ τοῦ Πνεύματος·
ἐν ᾧ καὶ Πνεῦμα Θεοῦ ἀληθῶς ἐπιφέρεται ὁμοῦ,
καὶ ἐπιφαίνεται,
καὶ ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ ὕδατος,
ἐν ᾧ συντρίβεται ἡ κεφαλὴ τοῦ δράκοντος,
καὶ ἄρχοντος τῶν δρακόντων τῶν δαιμονικῶν τοῦ διαβόλου λαῶν.
Ἐκεῖ τὸν Ἰσραὴλ νυκτερινῷ Μωϋσῆς βαπτίσματι·
ἐκεῖ νεφέλη τὸν λαὸν σκέπει·
τὸν δὲ Χριστοῦ λαὸν ἡ δύναμις τοῦ Ὑψίστου ἐπισκιάζει.
Ἐκεῖ τοῦ λαοῦ σωθέντος ἡ Μωϋσέως Μαρία ἐχόρευσεν·
ἐνταῦθα δὲ τοῦ λαοῦ τῶν ἐθνῶν σωζομένου ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία σὺν πάσαις αὐτῆς ταῖς Ἐκκλησίαις ἑορτάζει.
Ἐκεῖ τῆς κτίσεως πέτρᾳ προσφεύγει Μωϋσῆς·
ἐνταῦθα τῆς πίστεως πέτρᾳ προσφεύγει ὁ λαός.
Ἐκεῖ αἱ πλάκαι αἱ νομικαὶ συντρίβονται, τὴν τοῦ νόμου διάβασιν μηνύουσαι ὁμοῦ,
καὶ παλαίωσιν·
ἐνταῦθα δὲ οἱ θεῖοι νόμοι ἀδιάῤῥηκτοι σώζονται.
Ἐκεῖ μόσχος ἐχωνεύετο εἰς τὴν τοῦ λαοῦ τιμωρίαν·
ἐνταῦθα δὲ ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ θύεται εἰς τὴν τοῦ λαοῦ σωτηρίαν.
Ἐκεῖ ῥάβδῳ πέτρα τύπτεται· ἐνταῦθα δὲ Χριστὸς ἡ πέτρα τὴν πλευρὰν νύττεται.
Ἐκεῖ ὕδωρ ἐκ τῆς πέτρας ἐξέρχεται·
ἐνταῦθα αἷμα καὶ ὕδωρ ἐκ ζωοποιοῦ πλευρᾶς πηγάζεται.
Ἐκεῖνοι ὀρτυγομήτραν κρέα ἐξ οὐρανοῦ ἐδέξαντο·
ἡμεῖς δὲ περιστερὰν τοῦ Πνεύματος ἐξ ὕψους δεχόμεθα.
Ἐκεῖνοι μάννα πρόσκαιρον ἔφαγον,
καὶ ἀπέθανον·
ἡμεῖς γὰρ ἄρτον ἐσθίομεν εἰς ζωὴν αἰώνιον.
Ἀλλ' ἐκεῖνα ὡς παλαιὰ καὶ σκιώδη πεπαλαίωται,
καὶ τετέλεσται·
τὰ δὲ τοῦ ἡμετέρου λαοῦ αὔξει,
καὶ ἐπανθεῖ εἰς ἀεὶ διαμένοντα.
Αὕτη τοῦ Πάσχα ἡμῶν ἡ πρότυπος·
αὕτη τῶν νομικῶν πραγμάτων ἡ σκιώδης διάβασις.
Οὕτω τὰ τῆς ἑορτῆς νόησον·
οὕτω τὰ τοῦ Μωσέως καὶ τῶν προφητῶν περὶ τῆς ἡμέρας σκόπησον,
ἵνα πεισθῇς τῇ ἀναστάσει.
Ἀπιστίας γὰρ πάντες τὸ κάλυμμα περίκεινται.
Ἔχει πολλοὺς τοὺς τύπους,
καὶ ἀπεριγράπτους τῆς ἐκ νεκρῶν ἀναστάσεως,
καὶ ἀναβιώσεως.
Ταύτης μάρτυρ ἀξιόπιστος Ἰσαὰκ ἡ σφαγή·
ταύτης τύπος ὁ λάκκος τοῦ Ἰωσὴφ,
ἐν ᾧ ὑπὸ τῶν ἀδελφῶν ἐνεβλήθη,
ἔνθεν ἀνῆλθεν ἀθάνατος·
ταύτης τύπος Ἱερεμίου ὁ λάκκος,
ὅθεν ἅπαξ ἐκ τῆς φθορᾶς,
καὶ τοῦ βορβόρου ἀνῆλθε.
Χριστοῦ τῆς ἀναστάσεως τύπος τοῦ Ἰωνᾶ τὸ κῆτος,
ἐξ οὗ προῆλθε τριήμερος.
Ἔχεις καὶ ἄλλον τοῦ ἐν ᾅδου δεσμωτηρίου τύπον τὸ τοῦ Ἰωσὴφ δεσμωτήριον,
ἔνθα αὐτὸν ἡ μοιχαλὶς συναγωγὴ κατέκλεισεν,
ἐξ οὗ προῆλθεν ἀβλαβὴς καὶ τριετὴς,
ὡς Χριστὸς τριήμερος ἐκ νεκρῶν.
Μεθ' ὧν καὶ ∆ανιὴλ τὸν τῶν λεόντων λάκκον προτυποῖ τὸν τοῦ Σωτῆρος τάφον,
ἐξ οὗ ζῶν Ἰησοῦς ἀνῆλθεν,
ὡς ἐκ λεόντων ῥυσθεὶς τοῦ ᾅδου,
καὶ τοῦ θανάτου.
∆ιὰ τούτων Ἰουδαίους ἔλεγξον·
διὰ τούτων αὐτοὺς ἐπιτίμησον·
οὕτως ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ πάθου,
καὶ ἀναστάσεως ἀπολόγησαι.
Ταῦτά σοι πρὸς συμμαχίαν σήμερον τὰ ὅπλα ὁ λόγος χαρίζεται·
ταῦτά σε ἡ ἑορτὴ ἐπιδιδάσκει μυστήρια.
Εἶτα τί καὶ μετὰ ταῦτα;
Ἡμεῖς μόνοι ἑορτάζομεν,
ἢ καὶ τοῦ πλησίον μεριμνήσομεν;
Ἡμεῖς πανηγυρίσωμεν,
ἢ καὶ περὶ ἄλλων ἡμῖν ὁ λόγος;
Ἀναγκαίως τῆς ἡμῶν ἑορτῆς θεάρεστος ὁμοῦ καὶ εὐπρόσδεκτος γενέσθω τις κοινὸς τῆς Ἐκκλησίας στεναγμὸς πρὸς τὸν Θεὸν,
καὶ ὑπὲρ τῶν ἐνάγκαις ἡμῶν ἀδελφῶν μνημονεύσωμεν,
τῶν ἐν ἐρήμοις ἐνάγκαις ἐξεταζομένων ἰδίων ἡμῶν.
Γενώμεθα ὡς συνδεδεμένοι τοῖς δεδεμένοις·
γενώμεθα ὡς συμπάσχοντες τοῖς τὴν ἀνάγκην πάσχουσιν·
ὅτι ἐὰν ἓν μέλος πάσχοι,
συμπάσχει πάντα τὰ μέλη.
Συμπαθήσωμεν τοίνυν τοῖς ἡμῶν ἀδελφοῖς,
τοῖς ἡμῶν μέλεσιν·
οἱ μὲν διὰ χρημάτων,
οἱ δὲ διὰ ῥημάτων,
καὶ ἄλλοι δι' εὐποιίας,
πάντες δὲ διὰ τῆς πρὸς Θεὸν ὑπὲρ αὐτῶν ἱκεσίας.
Κοινὴ πάντων, παρακαλῶ,
σήμερον γενέσθω πρὸς Θεὸν πρεσβεία,
ὅτι κοινὴ ἡμῶν καὶ ἡ αἰχμαλωσία.
Κοινὴ, παρακαλῶ,
γενέσθω ἡ δέησις,
ὅτι κοινὴ ὑπάρχει ἡ παίδευσις.
Ἀκούσωμεν τοῦ λέγοντος,
ὅτι εὔξασθε ὑπὲρ ἀλλήλων ὅπως ἐσθῆτε.
Ἀκούσωμεν Χριστοῦ λέγοντος,
ὅτι έὰν δύο ἢ τρεῖς συμφωνήσουσιν εἰς εὐχὴν,
περὶ παντὸς αἰτήματος οὗ αἰτήσονται, γενήσεται αὐτοῖς.
Μέγα, ἀδελφοὶ,
ὅπλον εὐχὴ Ἐκκλησίας·
μέγα τεῖχος,
ἀδελφοὶ,
πρὸς Θεὸν εὐχὴ συμφωνίας,
καὶ μάλιστα λαοῦ πιστοῦ αἰχμαλωσίας.
Μηδεὶς εἰπεῖν τολμήσει, ὅτι οὐκ εἰσακούει ὁ Θεὸς ἁμαρτωλῶν.
Πλεῖον δέχεται τὴν δέησιν τῶν ταπεινῶν,
καὶ μάλιστα τῶν διὰ τὸ ὄνομα αὐτοῦ καταπονουμένων,
μαστιζομένων,
φυλακιζομένων, θλιβομένων,
ὑπὸ ἐχθρῶν ὀνειδιζομένων,
καὶ τὴν πίστιν Χριστοῦ μὴ ἀρνησαμένων.
Ἐξ ὧν ὑπάρχουσι πολλοὶ καὶ πολλαὶ ἐν τῷ παρόντι ἡμῶν λαῷ τοῦ Χριστοῦ ὁμολογηταὶ γενόμενοι,
καὶ παρ' αὐτοῦ ταχέως εἰσακουόμενοι.
Μέγα ὅπλον,
ἀγαπητοὶ,
ἡ ἐκείνων εὐχή·
αἰδεῖται γὰρ αὐτοὺς πάντας ὁ Χριστὸς,
δι' ὧν καὶ καθ' ἡμέραν κινδυνεύουσι.
∆ιὸ ταῖς τούτων ἡμεῖς θαῤῥοῦντες εὐχαῖς,
καὶ εἰς τὴν τούτων παῤῥησίαν πρὸς Θεὸν ἀποβλέποντες,
κοινῶς καὶ ἐκτενῶς ὑπὲρ τῶν ἐνάγκαις ἀδελφῶν ἡμῶν προσευξώμεθα, διότι πολλάκις φιλανθρωπία βασιλικὴ ἐν ταῖς ἑορταῖ·
πολλοῖς καταδίκοις ἄφεσιν καὶ ἀπολύτρωσιν χαρίζεται.
Μέγα,
πάλιν λέγω,
ἀδελφοὶ,
εὐχὴ Ἐκκλησίας,
καὶ μάλιστα πίστις αἰχμαλωσίας.
Καὶ γὰρ καὶ βασιλεὺς πολλάκις αἰδεῖται παράκλησιν δήμου,
καὶ χαρίζεται καταδίκους δυσωποῦντι ὄχλου.
Οὐκοῦν δεόμεθα πᾶσαν τὴν ὑμετέραν ἀγάπην ἐκτενῶς μνημονεῦσαι τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν τῶν ἐνάγκῃ·
καὶ κατ' αὐτὴν ἐκείνην τὴν φρικωδεστάτην ὥραν,
ἐν ᾗ τὸν ἀτίμητον μαργαρίτην τοῦ Χριστοῦ σώματος ὑποδεξόμεθα ἐν ταῖς χερσὶν ἡμῶν.
Οὕτως ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν ἐκτενῶς προσευξώμεθα,
καὶ τῷ Χριστῷ εἴπωμεν·
Αὐτὸς ὁ μόνος ὁ τότε καὶ νῦν ἀγαθὸς Θεὸς,
καὶ φιλάνθρωπος ∆εσπότης,
ὁ διὰ τοῦ Πάσχα τὸν Ἰσραὴλ ἐκ δουλείας Αἰγύπτου ῥυσάμενος καὶ διὰ τοῦ αἵματος τοῦ ἀμνοῦ ἐλευθερίαν αὐτῷ χαρισάμενος,
αὐτὸς καὶ νῦν διὰ τοῦ ἀχράντου σου σώματος,
καὶ τοῦ τιμίου αἵματος,
τῆς πικρᾶς δουλείας ἐλευθερίαν τῷ κόσμῳ σου δώρησαι.
Ὁ προσδεξάμενος τῆς ἁμαρτωλοῦ πόρνης τὸν κλαυθμὸν, πρόσδεξαι σήμερον καὶ τὴν σὴν Ἐκκλησίαν καὶ αἰχμαλωσίας τὸν στεναγμόν·
ὁ προσδεξάμενος τοῦ λῃστοῦ τοῦ πιστοῦ τὴν παράκλησιν,
πρόσδεξαι τοῦ λαοῦ σου τοῦ πιστοῦ τὴν δέησιν·
ὁ προσδεξάμενος τοῦ Πέτρου τὴν μετάνοιαν,
καὶ τὸν στεναγμὸν, πρόσδεξαι καὶ ἡμῶν τὸν κλαυθμὸν τῶν πτωχῶν·
ὁ μὴ ἀποστρέψας Χαναναίας τὰ δάκρυα,
δέξαι καὶ μικρὰν Ἐκκλησίαν ὑπὲρ μεγάλης αἰχμαλωσίας πρεσβεύουσαν,
καὶ πρὸς σὲ τὸν Θεὸν σήμερον βοῶσαν καὶ λέγουσαν·
Ὁ Θεὸς,
ὁ τριήμερος ἀναστὰς ἐκ τῶν νεκρῶν,
ἀνάστησον ἐκ τῶν ἐχθρῶν τὸν πιστόν σου λαόν·
ὁ τὸν Ἀδὰμ ἐγείρας ἐκ τῶν θνητῶν,
ἔγειρον τὸ κέρας τῶν Χριστιανῶν·
αὐτὸς ὁ τότε καὶ νῦν Θεὸς,
ὁ τὴν μορφὴν τοῦ δούλου ἀναλαβὼν,
λύτρωσαι ἐκ δουλείας τὸν ταπεινόν σου λαόν·
ὁ νήπιος γενέσθαι καταξιώσας ὑπὲρ ἡμῶν,
σῶσον μαχαίρας τὸ πλῆθος τῶν νηπίων ἡμῶν.
Αὐτὸς ὁ τότε Θεὸς,
ὁ μετὰ μητρὸς ἐν Αἰγύπτῳ ξενιτεύσας,
ἀνακάλεσαι τῆς μακρᾶς ξενιτείας τὰς μητέρας καὶ τὰ τέκνα·
ὁ πραθεὶς ὑπὲρ πολλῶν ἑκουσίως,
παῦσον τὴν πράσιν τοῦ λαοῦ τῶν Ἐκκλησιῶν·
ὁ δι' ἡμᾶς ἐν τῷ νώτῳ δεξάμενος τὰς τοῦ Πιλάτου μάστιγας,
καὶ ἀπειλὰς,
αὐτὸς ὁ κοπιάσας δι' ἡμᾶς ἐκ τῆς ὁδοιπορίας,
παῦσον τοῦ λαοῦ σου τοὺς κόπους καὶ ταλαιπωρίας·
ὁ ἐν σταυρῷ βοήσας·
∆ιψῶ,
δρόσισον ψυχὰς δεινῶς διψώσας καὶ πεινώσας·
ὁ μετὰ ἀνόμων ὑπὸ ἀνόμων κατακριθεὶς,
ῥῦσαι καὶ ἡμᾶς ἐκ τῆς τῶν ἀνόμων βουλῆς·
ὁ γυμνωθεὶς ὡς κακοῦργος ὑπὸ ἀνόμων,
αὐτὸς ἐκεῖνος, ∆έσποτα,
ὑπὸ παρανόμων δεσμευθεὶς,
λῦσον τοὺς ἐν δεσμοῖς πεπεδημένους·
ὁ τὴν ἄχραντόν σου μητέρα παρακαλέσας ἀπὸ τοῦ σταυροῦ ὀδυρμοῦ,
καὶ τοῦ κλαυθμοῦ·
αὐτὸς ὁ τότε βοήσας ταῖς μυροφόροις τὸ,
Χαίρετε,
αὐτὸς καὶ νῦν βόησον ταῖς Ἐκκλησίαις σου, Χαίρετε·
αὐτὸς ὁ τοῖς ἥλοις τοῖς τιμίοις προσηλωθεὶς τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας,
λῦσον σιδηροδέσμων λαῶν τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας.
Ναὶ,
∆έσποτα φιλάνθρωπε,
ὁ εἰπών·
Περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἐκ θανάτου,
ῥῦσαι τὸν λαόν σου τῆς λύπης καὶ τοῦ θανάτου·
αὐτὸς ὁ τῇ ῥομφαίᾳ νυγεὶς τὴν πλευράν σου,
σύντριψον τῶν ἐχθρῶν τὴν ῥομφαίαν τῇ χειρί σου τῇ κραταιᾷ,
καὶ μνήσθητι,
∆έσποτα,
ὡς τοῦ λῃστοῦ σου τοῦ πιστοῦ καὶ τοῦ λαοῦ σου·
ὁ χύσας τὸ ἄχραντον αἷμα ὑπὲρ ἡμῶν,
παῦσον τὴν σύγχυσιν τῶν αἱμάτων ἡμῶν.
Σῶσον τὸν λαόν σου,
∆έσποτα·
φεῖσαι τῆς κληρονομίας σου.
Ἐξεγέρθητι·
ἵνα τί ὑπνοῖς,
Κύριε;
Ἵνα τί τοῖς ἐχθροῖς μακροθυμεῖς;
Ἵνα τί ἀποστρέφεις τὸ πρόσωπόν σου ἀφ' ἡμῶν;
Ἀνάστηθι,
καὶ μὴ ἀπώσῃ εἰς τέλος·
μὴ παρίδῃς εἰς πλήρης.
Μνήσθητι τοῦ σταυροῦ σου,
μνήσθητι τοῦ λαοῦ σου,
μνήσθητι τῶν οἰκτιρμῶν σου.
Ὁ τεσσαράκοντα ἡμέρας ἑκουσίως δι' ἡμᾶς πειρασθεὶς,
∆έσποτα, μνήσθητι τῶν ἐν ἐρήμοις πειραζομένων λαῶν σου,
τῶν ἐν ἀβάτοις καὶ ἀνύδροις· ἐκείνων μνήσθητι μεθ' ἡμῶν,
καὶ πρὸ ἡμῶν,
ἀγαθὲ φιλάνθρωπε.
Ἐκείνους συμβοήθησον,
ἐκείνους πρόφθασον·
ἐκείνους λοιπὸν ἐπίσκεψαι· ἐκείνους τοὺς ὑπὲρ πάντας ἐλεεινοὺς,
τοὺς παρὰ πάντας ὄντας ἐπὶ τῆς γῆς ταπεινούς·
ἐκείνους τοὺς ἐν ἐρήμοις παρὰ ἀνθρώπων ἀπεγνωσμένους·
οἵτινες μακρὰν ἐκ τῆς χειρός σου ἐδιώχθησαν·
οἵτινες μεγάλως τῷ θυμῷ σου ἐπαιδεύθησαν·
οἵτινες μεγάλως τῇ ὀργῇ σου ἠλέγχθησαν·
οἵτινες πρὸ θανάτου ὡς νεκροὶ ἀπὸ ἀνθρώπων ἐπλήσθησαν· οἵτινες μετὰ θηρίων ἀγρίων οἰκεῖν κατεκρίθησαν·
ὧν τὴν βίαν οὐδεὶς καθορᾷ,
εἰ μὴ μόνος ὁ σὸς ἀκοίμητος ὀφθαλμός·
ὧν τὴν ἀνάγκην σὺ,
∆έσποτα,
γινώσκεις,
καὶ ἄλλος οὐδεὶς εἰς αἰῶνα·
λοιπὸν δι' ὧν χωρισθέντες,
τῆς οἰκουμένης τέλος μακρυνθέντες,
τῶν ἐκκλησιῶν λοιπὸν ἐπιλησθέντες,
τῶν ἑορτῶν τὴν ἡμέραν ἀγνοοῦντες.
Ἐκείνοις μικρὸν ἔλεος ποίησον,
∆έσποτα·
οὐ γὰρ αἰτοῦμαι πολύ.
Φθάσον ἐκείνους,
ὁ Θεὸς,
ὁ παιδεύσας ἐκείνους·
φθάσον τά ποτε τέκνα σου,
ὅτι καὶ αὐτοί ποτε τέκνα σου,
ὅτι καὶ αὐτοί ποτε Χριστιανοὶ ὑπῆρχον,
καὶ αὐτοί ποτε ποίμνη σου,
καὶ αὐτοί ποτε μέλη σου,
καὶ αὐτοί ποτε τοῦ ἀχράντου σου μετελάμβανον σώματος,
καὶ νῦν σωμάτων ἀλόγων μεταλαμβάνουσι.
∆ιὸ δὴ,
∆έσποτα,
ἐπίβλεψον ἐπ' αὐτοὺς ἐν ἐλέοις καὶ οἰκτιρμοῖς σου.
Ἴδε ἐκείνων τῶν ἐλεεινῶν τὴν βίαν,
καὶ δὸς φιλανθρωπίαν·
ἴδε τὴν γύμνωσιν,
καὶ δὸς τὴν ἀνάῤῥυσιν·
ἴδε τὴν βαθεῖαν ἐρημίαν,
καὶ ποίησον τὴν σὴν εὐσπλαγχνίαν.
Εἰ γὰρ καὶ δικαίως ἐπαίδευσας,
ἀλλ' ὅμως ἴασαι·
εἰ καὶ ἀξίως παρέδωκας,
ὅμως συνάγαγε.
Ἐμάστιξας,
παρακάλεσον·
παρέδωκας,
λύτρωσαι.
Εἰ καὶ πολλάκις ἡμάρτομεν,
ἀλλ' ὅμως πάλιν ἡμῶν μνήσθητι,
καὶ πάλιν ἡμῶν τῇ δεήσει πείσθητι,
καὶ μάλιστα τοῖς ἐν ἐρημίαις,
καὶ ὄρεσι,
καὶ σπηλαίοις,
καὶ ὁ παῖς τῆς γῆς ἀβάτοις τόποις ἡμῶν ἀδελφοῖς σου Χριστιανοῖς,
σοῦ δὲ λαοῖς.
Εἰ γὰρ καὶ ἡμεῖς ἐν ἐκκλησίαις μετὰ τῶν πιστῶν,
ἀλλ' ἐκεῖνοι ἐν ἐρημίαις μετὰ τῶν ἐχθρῶν·
εἰ καὶ ἡμεῖς φαιδροὶ ἐν ταῖς ἑορταῖς,
ἀλλ' ἐκεῖνοι ἐν μεγάλῃ σκοτίᾳ.
Μεγάλη ἡ ἐκείνων δυστυχία·
μέγα τὸ ἐκείνων ὕποπτον·
δεινὸν τὸ ἐκείνων τραῦμα,
πικρὰ ἡ ἐκείνων συμφορά·
ἀδιήγητος ἡ αὐτῶν καταφθορὰ,
μέγα τὸ ἐκείνων κέντρον,
πολλὴ ἡ ἐκείνων τραγῳδία,
∆έσποτα.
Μὴ ἀφήσῃς ἕως ἔξω,
ἀλλὰ μετὰ τῆς παιδείας δεῖξον καὶ τὴν σὴν φιλανθρωπίαν,
ἵνα μὴ εἰς τέλος οἱ Ἰουδαῖοι καυχήσωνται,
ἵνα μὴ τὰ ἔθνη περὶ ἡμῶν εἴπωσι·
Ποῦ ἔστιν ὁ Θεὸς αὐτῶν;
Ποῦ ἔστιν ὁ Χριστὸς αὐτῶν;
Ποῦ ἔστιν ὁ σταυρὸς αὐτῶν;
Ποῦ ἔστιν ἡ ἐλπὶς αὐτῶν;
Ποῦ ἡ πίστις τῶν Χριστιανῶν;
Ἵνα μὴ ταῦτα εἴπωσι,
ταχὺ τὰ ἐλέη σου εἰς ἡμᾶς θεωρήσουσι·
Ταχὺ προσκαταλαβέτωσαν ἡμᾶς οἱ οἰκτιρμοί σου,
Κύριε,
ὅτι ἐπτωχεύσαμεν σφόδρα,
ὅτι ἐταπεινώθημεν σφόδρα,
ὅτι ὠλιγώθημεν σφόδρα.
Λοιπὸν εἰσελθέτω ἐνώπιόν σου ὁ στεναγμὸς τῶν πεπεδημένων·
δυσωπήσει σε τὰ δάκρυα τῶν ἀκάκων νηπίων,
τῶν κατασφαζομένων·
ἱκετεύσει σε ὀδυρμὸς μητέρων τῶν ἀτεκνουμένων.
Ταῦτα λέγοντες δεόμεθα,
οὐ μαχόμεθα,
∆έσποτα·
δεόμεθα,
ἀλλ' οὐ πρὸς σὲ δικαζόμεθα.
∆εόμεθα,
ὅτι ὑπὸ ἀνόμων ὀνειδιζόμεθα,
ὅτι ἐξ Ἑλλήνων καταπονούμεθα·
οὐ μαχόμεθα, ἀλλὰ ἐξομολογούμεθα.
Κλαίομεν,
ὅτι καὶ οἱ λοιποὶ κινδυνεύουσιν.
Εἰ γὰρ καὶ ἁμαρτωλοὶ,
ἀλλ' ὅμως Χριστιανοὶ τυγχάνομεν·
εἰ καὶ ταπεινοὶ,
ἀλλ' ὅμως τῆς πίστεώς σου λαός·
εἰ καὶ ἀνάξιοι φιλανθρωπίας,
ἀλλ' ὅμως πρόβατα τῆς σῆς Ἐκκλησίας ἐσμὲν ἐν ἑνὶ συνηθροισμένοι.
Ταύτην σοι τὴν ἱκεσίαν οἱ πτωχοὶ ὑπὲρ πλήθους λαοῦ αἰχμαλωσίας,
ἐν τῇ σῇ τριημέρῳ ἀναστάσει προσάγομεν ἱερεῖς καὶ λαοὶ,
νεανίσκοι καὶ παρθένοι,
πρεσβῦται μετὰ νεωτέρων,
νήπια μετὰ μητέρων,
πᾶσα ψυχὴ τῶν πιστευόντων εἰς σέ·
οὓς λύτρωσαι πάντας πάσης τῆς ἐπικειμένης ἀπειλῆς,
καὶ τῆς σῆς βασιλείας ἀξίους ποίησον,
χάριτι καὶ φιλανθρωπίᾳ τοῦ μονογενοῦς σου Υἱοῦ καὶ ∆εσπότου Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ,
σὺν τῷ παναγίῳ καὶ ζωοποιῷ αὐτοῦ Πνεύματι·
νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Πανεπιστήµιο Αιγαίου, Τµήµα Πολιτισµικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, © 2006.
Επιτρέπεται η ελεύθερη χρήση του υλικού µε αναφορά στην πηγή προέλευσής του.

ΠΑΣΧΑ (ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ)




Άγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος
Λόγος με΄ εις το Πάσχα (απόσπασμα)
[Μετάφραση: Πρωτοπρ. Γεώργιος Δορμπαράκης]
Από το «Μιλάει ο Γρηγόριος Θεολόγος» Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1991.


[...] 24. Αν είσαι Σίμων Κυρηναϊος, σήκωσε το σταυρό και ακολούθησέ Τον. Αν σταυρωθείς μαζί Του ως ληστής, γνώρισε το Θεό σαν ευγνώμων δούλος. Αν κι ' Εκείνος λογιάσθηκε με τους ανόμους για χάρη σου και την αμαρτία σου, γίνε συ έννομος για χάρη Εκείνου. Προσκύνησε αυτόν που κρεμάσθηκε στο σταυρό για σένα, έστω κι αν κρέμεσαι κι εσύ. Κέρδισε κάτι κι απ' την κακία. Αγόρασε τη σωτηρία με το θάνατο. Μπες με τον Ιησού στον Παράδεισο, ώστε να μάθεις από τι έχεις ξεπέσει. Δες τις εκεί ομορφιές. Άσε το ληστή που γογγύζει, να πεθάνει έξω μαζί με τη βλασφημία του. Κι αν είσαι Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ζήτησε το σώμα απ' το σταυρωτή. Ας γίνει δικό σου αυτό που καθάρισε τον κόσμο. Κι αν είσαι Νικόδημος, ο νυκτερινός θεοσεβής, ενταφίασέ τον με μύρα. Κι αν είσαι κάποια Μαρία ή η άλλη Μαρία ή η Σαλώμη ή η Ιωάννα, δάκρυσε πρωί-πρωί. Δες πρώτη την πέτρα σηκωμένη, ίσως δε και τους αγγέλους κι αυτόν τον ίδιο τον Ιησού. Πες κάτι, άκουσε τη φωνή. Αν ακούσεις «Μη μ' αγγίζεις», στάσου μακριά, σεβάσου το Λόγο, αλλά μη λυπηθείς. Γιατί ξέρει σε ποιους θα φανερωθεί πρώτα. Καθιέρωσε την Ανάσταση. Βοήθησε την Εύα, πού 'πεσε πρώτη, και πρώτη να χαιρετήσει το Χριστό και να το ανακοινώσει στους μαθητές. Γίνε Πέτρος ή Ιωάννης. Σπεύσε στον τάφο, τρέχοντας μαζί ή προπορευόμενος, συναγωνιζόμενος τον καλό συναγωνισμό. Κι αν σε προλάβει στην ταχύτητα, νίκησε με το ζήλο σου, όχι παρασκύβοντας στο μνημείο, αλλά μπαίνοντας μέσα. Κι αν σαν Θωμάς χωρισθείς απ' τους συγκεντρωμένους μαθητές, στους οποίους εμφανίζεται ο Χριστός, όταν τον δεις, μην απιστήσεις. Κι αν απιστήσεις, πίστεψε σ' αυτούς που στο λένε. Κι αν ούτε και σ' αυτούς πιστέψεις, δείξε εμπιστοσύνη στα σημάδια των καρφιών. Αν κατεβαίνει στον Άδη, κατέβα μαζί Του. Γνώρισε και τα εκεί μυστήρια του Χριστού, ποιο είναι το σχέδιο της διπλής καταβάσεως, ποιος είναι ο λόγος της: απλώς σώζει τους πάντες με την εμφάνιση Του ή κι εκεί ακόμα αυτούς που τον πιστεύουν;

28. Τώρα δε είμαστε αναγκασμένοι ν' ανακεφαλαιώσουμε το λόγο ως εξής:

Δημιουργηθήκαμε, για να ευεργετηθούμε. Ευεργετηθήκαμε, επειδή δημιουργηθήκαμε. Μας δόθηκε ο Παράδεισος, για να ευτυχήσουμε. Λάβαμε εντολή, για να ευδοκιμήσουμε με τη διαφύλαξή της, όχι γιατί ο Θεός αγνοούσε αυτό που θα γινόταν, αλλά γιατί... νομοθετούσε το αυτεξούσιο. Απατηθήκαμε, γιατί μας φθόνησαν. Ξεπέσαμε, γιατί παραβήκαμε την εντολή. Είμαστε αναγκασμένοι σε νηστεία, γιατί δε νηστεύσαμε, καθώς εξουσιασθήκαμε απ' το δένδρο της γνώσης. Γιατί ήταν παλιά η εντολή και σύγχρονη με μας, σαν κάποια διαπαιδαγώγηση της ψυχής και σωφρονισμό απ' τις απολαύσεις. Τη λάβαμε εύλογα, για να απολαύσουμε με την τήρησή της αυτό που χάσαμε με τη μη διαφύλαξή της. Χρειασθήκαμε Θεό που σαρκώθηκε και πέθανε, για να ζήσουμε. Νεκρωθήκαμε μαζί Του, για να καθαρισθούμε. Αναστηθήκαμε μαζί Του, επειδή μαζί Του και νεκρωθήκαμε. Συνδοξασθήκαμε, επειδή συναναστηθήκαμε. 29. Είναι πολλά μεν λοιπόν τα θαύματα της τότε εποχής: Θεός που σταυρώνεται, ήλιος που σκοτίζεται και πάλι ανατέλλει (γιατί έπρεπε και τα κτίσματα να συμπάσχουν με τον Κτίστη). Καταπέτασμα που σχίζεται, αίμα και νερό που χύνεται απ' την πλευρά (το μεν αίμα, γιατί ήταν άνθρωπος, το δε νερό γιατί ήταν πάνω απ' τον άνθρωπο). Γη, που σείεται, πέτρες που σχίζονται για χάρη της πέτρας (που είναι ο Χριστός), νεκροί που ανασταίνονται, ως επιβεβαίωση της τελευταίας και κοινής αναστάσεως. Τα σημεία δε στον τάφο, τα μετά τον τάφο, ποιος θα μπορούσε επάξια να τα υμνήσει; Τίποτε δε δεν υπάρχει σαν το θαύμα της σωτηρίας μου: λίγες σταγόνες αίματος αναπλάθουν τον κόσμο όλο και γίνονται σαν χυμός γάλακτος για όλους τους ανθρώπους, που συνδέουν και συνάγουν εμάς σε μια ενότητα.
30. Αλλ' ω Πάσχα, το μέγα και ιερό, που καθαρίζεις τον κόσμο όλο! Γιατί θα σου μιλήσω σαν κάτι έμψυχο. Ω Λόγε Θεού και φως και ζωή και σοφία και δύναμη! Γιατί χαίρομαι μ' όλα σου τα ονόματα! Ω γέννημα κι ορμή και σφραγίδα του μεγάλου νου! Ω Λόγε που νοείσαι κι άνθρωπε που φαίνεσαι, ο οποίος φέρεις τα πάντα προσδεδεμένα στο λόγο της δυνάμεώς σου! Τώρα μεν ας δεχθείς το λόγο αυτό, όχι ως απαρχή, αλλ' ως συμπλήρωση ίσως της δικιάς μας καρποφορίας, ευχαριστία το ίδιο κι ικεσία, για να μην κακοπάθουμε εμείς τίποτε περισσότερο πέρα απ' τους αναγκαίους κόπους κι ιερούς πόνους για τις εντολές σου, με τους οποίους ζήσαμε μέχρι τώρα. Κι ας σταματήσεις την εναντίον μας τυραννία του σώματος (βλέπεις. Κύριε, πόσο μεγάλη είναι και πόσο μας λυγίζει), ή την κρίση σου, αν θέλαμε να καθαρισθούμε από σένα. Αν δε τερματίσουμε άξια με τον πόθο μας και γίνουμε δεκτοί στις ουράνιες σκηνές, αμέσως κι εδώ θα σου προσφέρουμε θυσίες δεκτές στο άγιό σου θυσιαστήριο. Πατέρα και Λόγε και Πνεύμα άγιο. Γιατί σε σένα αρμόζει κάθε δόξα, τιμή και εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.


********************************************************************************


Ο Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος





Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος καταγόταν από την Ναζιανζό της Μικράς Ασίας. Η μητέρα του Νόννα ήταν ευσεβής Χριστιανή, ενώ ο πατέρας του ήταν αρχικά οπαδός του συστήματος των Υψισταρίων, ενός κράματος από ιουδαϊκά και εθνικά θρησκευτικά στοιχεία, και στο οποίο η λατρεία του υψίστου Θεού συνδυαζόταν με την λατρεία του πυρός. Η σύζυγός του με την προσευχή και την καθημερινή παρακίνησή της κατόρθωσε την επιστροφή του στην Χριστιανική πίστη. Βαπτίσθηκε από Επισκόπους της περιοχής και έλαβε το όνομα Γρηγόριος. Λίγο αργότερα χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ναζιανζού. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος παρομοιάζει τους γονείς του με τον Αβραάμ και την Σάρραν, επειδή απέκτησαν τρία παιδιά σε προχωρημένη ηλικία, ήτοι την Γοργονία, τον Γρηγόριο και τον Καισάριο.
Ο άγιος Γρηγόριος χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος από τον πατέρα του και Επίσκοπος από τον φίλο του Βασίλειο. Υπήρξε μεγάλος Θεολόγος. Στην υμνογραφία εξυμνείται κυρίως ως “τών θεολόγων ο νούς ο ακρότατος”. Η Εκκλησία τον ετίμησε απονέμοντάς του τον τίτλο του Θεολόγου, τον οποίο επεφύλαξε σε τρεις μόνον αγίους. Οι άλλοι δύο είναι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης και ο όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. 
ΠΗΓΗ :http://orthodox-watch.blogspot.com


Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική

῾Ο Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἡ μόνη λύσις τοῦ ἀδιεξόδου μας (᾿Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης, Καθηγούμενος ῾Ι. Μ. ῾Οσίου Γρηγορίου ῾Αγίου ῎Ορους)



Διανύουμε μία ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο. Πολλοί ανησυχούν για την οικονομική ύφεση και κρίσι. Θεωρούμε όμως ότι πιο ανησυχητική είναι η πνευματική κρίσι και η προσπάθεια κάποιων παραγόντων να αποχριστιανίσουν και αποορθοδοξοποιήσουν τον λαό μας. Η Ευρ. Ένωσις φαίνεται ότι συμβάλλει με τις οδηγίες της προς την κατεύθυνσι αυτή. Οι δομές, που προετοιμάζουν τον ερχομό της «Νέας Εποχής», είναι επίσης επικίνδυνες, γιατί αποπροσωποποιούν τα ανθρώπινα πρόσωπα και μεταβάλλουν την κοινωνία σε μάζα. Θεσμοί όπως το ηλεκτρονικό φακέλωμα, η κατάργησις του θρησκεύματος από τις ταυτότητες των Ελλήνων, ο σταδιακός περιορισμός της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στα σχολεία, η σχεδιαζόμενη επαχθής και ασφυκτική για την λειτουργία της φορολόγησις της Εκκλησίας, η ενορχηστρωμένη πολεμική των Μ.Μ.Ε. κατά της Εκκλησίας, η συστηματική προσπάθεια να διαλυθή η Ορθόδοξος ελληνική οικογένεια, συνιστούν μέτρα αποδομήσεως των ελληνορθόδοξων θεμελίων του Έθνους μας.
Εν μέσω αυτής της ζοφεράς καταστάσεως, θα εορτάσωμε τα Αγια Πάθη του Σωτήρος Χριστού.

Προσβλέπομε στον Σταυρό του Κυρίου ως την λύση του αδιεξόδου μας. Όσο απομακρυνόμεθα από τον Χριστό, αιχμαλωτιζόμεθα από την φιλαυτία, που κατά τους Αγίους Πατέρας είναι η ρίζα όλων των κακών. Τα προφητικά λόγια του Αποστόλου Παύλου μας συγκλονίζουν: «εν ταις εσχάταις ημέραις ενστήσονται καιροί χαλεποί έσονται γαρ οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεύσιν απειθείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άστοργοι, άσπονδοι, διάβολοι, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον ή φιλόθεοι, έχοντες μόρφωσιν ευσέβειας, την δε δύναμιν αυτής ηρνημένοι» (Β´ Τιμ. γ´ 2–5).

Ο Κύριος, όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος, «αντί της προκειμένης αυτώ χαράς υπέμεινε Σταυρόν, αισχύνης καταφρονήσας» (Εβρ. ιβ 2) και έγινε «υπέρ ημών κατάρα» (Γαλ. γ´ 13), για να μας ελευθερώση από την κατάρα του νόμου, δηλαδή από κάθε μορφή αυτοδικαιώσεως, και από την φιλαυτία.

Ατενίζομε στον Σταυρό πάσχοντα τον αναμάρτητο Κύριο και διδασκόμεθα την χριστοήθεια, την αντικατάστασι της φιλαυτίας από το θυσιαστικό και αγαπητικό ήθος.

Πόσο πιο ωραία θα ήταν η κοινωνία μας και η ζωή μας, εάν με πνεύμα μετανοίας αγωνιζώμεθα κατά του εγωκεντρισμού και της φιλαυτίας;

Στο πρόσωπο του ευγνώμονος ληστού βλέπομε πως με την πίστι και την μετάνοια σώζεται ο άνθρωπος. Στον εξ αριστερών ληστή βλέπομε τον άνθρωπο, που, λόγω της απιστίας του, στερείται την σωτηρία, που προσφέρει ο Σταυρωθείς Ιησούς.

Ο Σεβασμιώτατος πρ. Ερζεγοβίνης Αθανάσιος Γιέφτιτς, παραλληλίζει τους δύο ληστάς με δύο συγχρόνους φιλοσόφους, τον Ντοστογιέφσκυ και τον Σάρτρ: «Δια την άρνησιν του Θεού ο Ντοστογιέφσκυ ήξερε όχι ολιγώτερον του Σάρτρ, εκείνα όμως, που ήξερε ο Ντοστογιέφσκυ ο Σάρτρ δεν ήθελε να τα γνωρίση. Εις την εωσφορικήν υπερηφάνειάν του και τον εγωκεντρισμόν του (τούτο λέγεται δαιμονική “φιλαυτία” κατά τους Πατέρας) ο Σάρτρ δεν ήθελε να αναζητήση την σωτηρίαν του ως ανθρώπου εις τον Θεάνθρωπον Χριστόν! Και εδώ πάλιν ισχύει δι αυτόν η προσωπική μαρτυρία και ομολογία του Ντοστογιέφσκυ: “Όσοι αρνούνται τον Χριστόν, με αυτό βεβαιώνουν μόνον ότι δεν τον εγνώρισαν καν”» («Οι άνθρωποι του Θεανθρώπου Χριστού και ο μηδενισμός των συγχρόνων υπαρξιστών», περιοδ. «Γρηγόριος ο Παλαμάς», τ. 617,σ. 208–209).

Ο Εσταυρωμένος αναμένει πάντοτε, και μάλιστα εφέτος, που περνάμε αυτήν την πνευματική κρίσι και την λαίλαπα του αθεϊσμού, την μετάνοιά μας. Αρχόντων και αρχομένων, κλήρου, λαού και μοναχών.

Δεν εξέλιπαν βέβαια από τον λαό μας οι ταπεινές ψυχές, που μετανοούν, που προσεύχονται, που αγαπητικά προσφέρονται στον συνάνθρωπο. Αυτοί είναι οι γνήσιοι μαθηταί του Εσταυρωμένου Κυρίου.

Φωτίζει και παρηγορεί την ζωή μας ο Σταυρός του Χριστού. Είναι ο ανεξάντλητος ποταμός, που αρδεύει και ζωογονεί «την πόλιν του Θεού» (πρβλ. Ψαλμ. με´ 5), δηλ. την Εκκλησία. Όπως ψάλλομε:

«Η ζωηφόρος Σου πλευρά, ως εξ Εδέμ πηγή αναβλύζουσα, την Εκκλησίαν Σου, Χριστέ, ως λογικόν ποτίζει Παράδεισον, εντεύθεν μερίζουσα, ως εις αρχάς εις τέσσαρα Ευαγγέλια τον κόσμον αρδεύουσα, την κτίσιν ευφραίνουσα και τα Έθνη πιστώς διδάσκουσα, προσκυνείν την βασιλείαν Σου». (Μακαρισμοί Μεγάλης Παρασκευής)

Την Σταύρωσι του Κυρίου και την τριήμερο Ταφή Του ακολουθεί η ζωηφόρος Ανάστασίς Του.

Όσο κι αν είναι σκοτεινός ο κόσμος μας, που εσταύρωσε τον Θεόν, σ’ αυτόν τον κόσμο μπορούμε να χαρούμε, γιατί ο Σταυρωθείς και Ταφείς Κύριος ενίκησε τον θάνατο και ανεστήθη τριήμερος εκ των νεκρών «συναναστήσας παγγενή τον Αδάμ» (Αναστάσιμος κανών, ωδή στ).

«Δεύτε λάβετε», λοιπόν, «φως εκ του ανεσπέρου φωτός και δοξάσατε Χριστόν, τον Αναστάντα εκ νεκρών» (Όρθρος Πάσχα).

Τον τελικό λόγο στον κόσμο μας δεν έχει η αμαρτία, η απιστία, ο θάνατος, ο διάβολος, αλλά ο νικητής όλων αυτών, Ιησούς Χριστός, ο «Κύριος της δόξης» Κοριν. β 8).

Έτσι οι Χριστιανοί προσπαθούμε να συσταυρωθούμε με τον Χριστό, για να συναναστηθούμε μαζί Του και να περιπατήσουμε «εν καινότητι ζωής» (Ρωμ. στ 4).

Μπορούμε να έχωμε χαρά, γιατί στον κόσμο δεν ενίκησε η αμαρτία και η φιλαυτία, αλλά η αγάπη του ταπεινού Ιησού. Και ακόμη, γιατί και σήμερα μπορεί η ζωή μας να πληρωθή με το Φως και την Χαρά της Αγίας Αναστάσεως του Κυρίου, παρά τις δυσκολίες και τους πειρασμούς, που αντιμετωπίζομε. Γι’ αυτό και εμείς θέλομε η ζωή μας να κινήται μεταξύ του Σταυρού και της Αναστάσεώς Του.

Με την πίστι αυτή σας χαιρετούμε εν Χριστώ Σταυρωθέντι και Αναστάντι και επαναλαμβάνομε μαζί σας τον ύμνο της Εκκλησίας:
«Τον Σταυρόν Σου προσκυνούμεν Δέσποτα, και την Αγίαν Σου Ανάστασιν δοξάζομεν» (Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως).


Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη!

http://www.alopsis.gr

῎Ω καιροί, ὤ ἤθη: ᾿Ε Μαρίνου (ἀπόσπασμα ἄρθρου)

Πολυτελής πορνεία (Ελλάδα, 2010)

Το παρακάτω απόσπασμα από άρθρο τη Ε. Μαρίνου (Ελευθεροτυπία 28.03.2010) δεν μιλά για την ηθική εκπόρνευση αλλά περιγράφει με κοινωνιολογική ακρίβεια τα βήματα στην καριέρα της πολυτελούς πορνείας. Δεν αναφέρονται ονόματα ούτε ερεθιστικές λεπτομέρειες.
Δεκάδες κορίτσια που ουδείς γνωρίζει τι δουλειά κάνουν, μιλούν επί παντός του επιστητού. Τι ακριβώς ήταν αυτό που τις έφερε στο προσκήνιο, όλο μας διαφεύγει. Αυτή που ερωτά, τουλάχιστον, ξέρουμε τι δουλειά κάνει. Αυτή που προσπαθεί συνήθως...
ν’ απαντήσει στις ερωτήσεις, ουδείς γνωρίζει τι επαγγέλλεται. Για τον τηλεθεατή το ζήτημα αποτελεί μια θολή εικόνα: τραγουδίστρια; μανεκέν; πανελίστρια; Αλλά τι σημασία έχει; Στο μυαλό του, προϊόντος του χρόνου, έχει καταγραφεί η ιδέα ότι η συγκεκριμένη κοπέλα εργάζεται απλώς με την παρουσία της…
Οι πίστες γέμισαν από τραγουδίστριες που τραγουδούν με τα εσώρουχα χρησιμοποιώντας οποιοδήποτε άλλο μέσον του σώματος πλην της φωνής. Καλλιτέχνιδες που μαλλιοτραβιούνται, αληθινά ή ψεύτικα, τσακωμοί που μεταφέρονται μετά προς διευθέτηση στα «ψυχαγωγικά» τηλεοπτικά προγράμματα. Οι πανελίστες παίρνουν θέση, τσακώνονται κι αυτοί μεταξύ τους, δικηγόροι μπαίνουν στο χορό, τα «μπιπ» πέφτουν σαν το χαλάζι. Παρουσιάστριες και δημοσιογράφοι εκπομπών αναφέρονται σε απίθανες περσόνες σαν να πρόκειται πράγματι για σπουδαία πρόσωπα. Το σήμα του αποκλειστικού του καναλιού πέφτει στην εικόνα και σε κάνει ν’ ανατριχιάσεις: Τι έχει εξασφαλίσει πάλι το κανάλι για εσένα, τον τυχερό τηλεθεατή; Πάντως κάτι σοβαρό θα είναι, αφού ο ίδιος δημοσιογράφος που παρευρίσκεται στα προεκλογικά ντιμπέιτ με τους υποψήφιους πρωθυπουργούς συζητά και με την πρωταγωνίστρια μιας πορνοταινίας.

Μισόγυμνα κορίτσια σε βραδινές εκπομπές χαμογελούν σιωπηλά στον παρουσιαστή, ο οποίος εκθειάζει λιγωμένος τα κάλλη τους, και αφήνονται στο άγγιγμα της κάμερας που ζουμάρει σε αβυσσαλέα ντεκολτέ και μίνι. Το μυστηριώδες είναι πότε και πώς ακριβώς επινοούν τα καινούρια πρόσωπα όταν τα παλιά δεν τραβούν πια. Αλλά η αγορά ποτέ δεν σταματά να κινείται, λένε οι ειδικοί. Μια τραγουδίστρια, «τέταρτη» φωνή σ’ ένα φαντεζί πρόγραμμα νυχτερινού κέντρου, θα βρει τρόπο να τρυπώσει ανάμεσα σε καλεσμένους-πρώτα ονόματα σε κάποιο εορταστικό πρόγραμμα εκπομπής. Εκεί θα κάνει τις γνωριμίες της, θα δικτυωθεί και σιγά σιγά θα οργανωθεί η… επιχείρηση επωνυμίας της. Υπάρχουν «εταιρείες-μεσάζοντες» που συμπράττουν στο έργο. Αυτές οργανώνουν τις αθώες εμφανίσεις των κοριτσιών σε κλαμπ, δίπλα σε επώνυμους ηθοποιούς, αθλητές, ποδοσφαιριστές. Αρκεί μια «κλεμμένη» φωτογραφία από έναν παπαράτσι για να περάσει η αθώα εικόνα στα περιοδικά «ποικίλης ύλης» και από εκεί προς εμβριθή ανάλυση και σχολιασμό στα πρωινά και αργότερα στα μεσημεριανά. «Ωστε ο τάδε είναι με τη δείνα;» Η άγνωστη μέχρι πρότινος «δείνα» μόλις έγινε γνωστή και τα μικρόφωνα μαζεύονται γύρω της για να επιβεβαιώσει ή όχι τη φήμη. Εκείνη οφείλει να φερθεί διπλωματικά: ν’ αρνηθεί αλλά όχι πειστικά… Το κασέ της σιγά σιγά ανεβαίνει. Κασέ για ποιες υπηρεσίες;
Η αναγνωρισιμότητα που μόλις εξασφάλισε πρέπει να αποδώσει και οικονομικά. Γιατί τα έσοδα από εξώφυλλα και τα πήγαινε-έλα σε εκπομπές και πάρτι λειτουργούν απλώς ως εισιτήρια για κάτι «ανώτερο». Αλλωστε, ζώντας σ’ ένα σύστημα που ευνοεί την ηθική εκπόρνευση, δεν είναι πάντα εύκολο να αρκεστείς μόνο σ’ αυτή. Και τότε ένας επιχειρηματίας εξομολογείται στους κατάλληλους ανθρώπους ότι «θα ήθελε πολύ να προσκαλέσει αυτό το ωραίο κορίτσι σ’ ένα ταξίδι στο εξωτερικό». Ολο και κάποιοι από τους στιλίστες, τους κομμωτές, τους μακιγιέρ, τα χαριτωμένα αγόρια που συνήθως είναι οι καλύτεροι φίλοι των ωραίων γυναικών, εκτελώντας ενίοτε και χρέη μάνατζερ, θα αναλάβουν τα απαραίτητα. Εννοείται ότι σ’ αυτές τις «αποστολές» είναι όλα πληρωμένα. Εισιτήρια, πολυτελής σουίτα, ακριβά εστιατόρια. Μα δεν πρέπει να της κάνει κι ένα δώρο; Φυσικά. Κι έπειτα ο επιχειρηματίας έχει φίλους. Η ατζέντα αρχίζει να γεμίζει.
Ενας άλλος… αγαπημένος προορισμός, λένε πάντα οι άνθρωποι που γνωρίζουν πώς κινείται το σύστημα, είναι τα Αραβικά Εμιράτα. Οι εμίρηδες είναι πολύ γενναιόδωροι με τις ωραίες, ξανθιές και «χειραφετημένες» γυναίκες. Αλλά όπου υπάρχει χρήμα υπάρχουν και ναρκωτικά. Και τα ατυχήματα σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι σπάνια. Οταν γίνεσαι «κόκαλο», δύσκολα ελέγχεις τι κάνεις και τι σου κάνουν. Πάντως, συχνά, δεν λείπει και το αίσιο τέλος. Μετά από καιρό, ένας καλός γάμος -με κάποιον πλούσιο και επώνυμο φυσικά- βοηθάει να ξεχάσει κανείς τους παλιούς μόχθους και τα επίπονα ταξίδια. Μια καινούρια ζωή αρχίζει. Η τηλεόραση και το λάιφσταϊλ θα υπάρχει πάντα στη ζωή σου, αλλά θα τα χρησιμοποιείς πλέον αλλιώς: θα μιλάς για την οικογένεια και τις χαρές της, τη φύση και τις φιλανθρωπικές οργανώσεις…
http://herrkbiblio.wordpress.com

Φώτης Κόντογλου - Ἡ πίστη τοῦ λαοῦ μας κατὰ τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα

Ἐκεῖνοι οἱ ἁπλοϊκοὶ ἄνθρωποι, ἐκεῖνα τὰ ἀγράμματα γεροντάκια καὶ οἱ γριοῦλες, ποὺ τὴν Σαρακοστὴ καὶ τὴν Μεγάλη Βδομάδα βρίσκονται ὅλη μέρα στὴν ἐκκλησία, ζήσανε ἀπὸ τὰ μικρά τους χρόνια ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου καὶ καταλάβανε αὐτὸ τὸ χαροποιὸν πένθος, ποὺ δὲν τὸ καταλάβανε, ἀλοίμονο, οἱ σπουδασμένοι μας, ποὺ θέλουνε νὰ τοὺς διδάξουνε, ἀντὶ νὰ διδαχθοῦνε ἀπ᾿ αυτούς.
Τώρα τὶς μέρες τῆς Σαρακοστῆς, τῆς Μεγάλης Βδομάδας καὶ τοῦ Πάσχα πορεύονται μαζὶ μὲ τὸν Χριστό, ἀκολουθᾶνε ὁλοένα ἀπὸ πίσω του, ἀληθινά, ὄχι φανταστικά, ἀκούγοντάς Τον νὰ λέγῃ:
 «Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ παραδοθήσεται ὁ Ὑιὸς τοῦ ἀνθρώπου, καθὼς γέγραπται περὶ αὐτοῦ». Μαζί του βρίσκονται στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο καὶ δακρύζουνε ἀπὸ τὰ λόγιά Του, μαζί Του πᾶνε στὸ πραιτώριο καὶ στὸν Πιλᾶτο, μαζί Του ῥαπίζονται, μαζί Του μαστιγώνονται, μαζί Του ἐμπαίζονται, μαζί Του σταυρώνονται, μαζί Του θάβονται, μαζί Του ἀνασταίνονται.
Τὰ μάτια τους γίνονται βρῦσες καὶ τρέχουνε, μὰ αὐτὰ τὰ δάκρυα δὲν εἶναι δάκρυα τῆς ἀπελπισίας, ἀλλὰ τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς βεβαιότητας πὼς μ᾿ αὐτὰ ποτίζεται τὸ ὁλόδροσο κι ἀμάραντο δέντρο τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς, τῆς χαρᾶς τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτὸ γίνεται κάθε χρόνο. Ὤ! Πόσο ἀληθινὰ πίστι εἶναι ἡ ὀρθόδοξη πίστι τοῦ λαοῦ μας!

01 Απρ 2010

Ανοικτή Επιστολή πρός τον Σεβασμιώτατο Μητρ. Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο


Ἀνοικτή Ἐπιστολή πρὸς τὸν Σεβασμιώτατον Μητρ. Δημητριάδος κον Ἰγνάτιον
Ἀθήνα, 6 Μαρτίου 2010
Σεβασμιώτατε, παρακολουθώντας τὸ Συνέδριo, ποὺ διοργάνωσε στὶς 22–2–2010 τὸ περιοδικὸ «ΣΥΝΑΞΗ» μὲ θέμα «Σχέσεις κράτους καὶ Ἐκκλησίας», ὁδηγήθηκα στὸ συμπέρασμα, ἀπὸ τὶς εἰσηγήσεις τῶν συνέδρων, ὅτι τὸ θέμα αὐτὸ ἀντὶ νὰ φωτισθῆ, μᾶλλον συσκοτίσθηκε περισσότερο.
Ὁμολογῶ ὅτι ἀπὸ ἐσᾶς περίμενα πιὸ ξεκάθαρες καὶ κρυστάλλινες θέσεις, κάτι ποὺ δυστυχῶς δὲν ἔγινε.
Δὲν θ᾽ ἀναφερθῶ λοιπὸν στὴν εἰσήγησή σας, ἄλλα στὶς ἀπαντήσεις,ποὺ δώσατε στὶς πράγματι εὔστοχες ἐρωτήσεις, ποὺ σᾶς ὑποβλήθηκαν ἀπὸ τοὺς παριστάμενους.
Στὸ αἴτημα τοῦ κ. Δρεττάκη νὰ ἡγηθεῖτε τοῦ πιστοῦ λαοῦ, ὥστε νὰ μὴ γίνη ὁ χωρισμὸς Κράτους καὶ Ἐκκλησίας, ἀπαντήσατε ὅτι δὲν ἀντέχετε νὰ σᾶς βάλουμε ἄλλο φορτίο. Τί σᾶς ζήτησε Σεβασμιώτατε ὁ κ. Δρεττάκης; Κάποια προσωπικὴ ἐξυπηρέτηση; Μήπως κάτι ἔξω καὶ πέραν τῆς ἀποστολῆς σας;
Ὅταν ἐπιλέξατε τὴν Ἱεροσύνη καὶ δεχθήκατε τὸ Ἀρχιερατικὸ λειτούργημα, δὲν γνωρίζατε τί καθήκοντα καὶ ὑποχρεώσεις ἀναλαμβάνετε;
Ξεσηκωθήκατε ὅλοι γιὰ τὴ φορολόγηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας καὶ καλὰ κάνατε, ὅμως γιὰ τὸν ἐπικείμενον, ὅπως διαφαίνεται χωρισμὸ Κράτους καὶ Ἐκκλησίας,δὲν αἰσθάνεσθε ὅτι πρέπει νὰ ἀγωνισθοῦμε ὅλοι, κλῆρος καὶ λαός,ἔτσι ὥστε νὰ μὴ πραγματοποιηθῆ;
Εἶναι ἢ ὄχι ἡ ἐκκλησία ἡ ψυχὴ τοῦ ἔθνους μας;
Ἔχει μέλλον τὸ κράτος, ποὺ εἶναι τὸ σῶμα χωρὶς τὴν ἐκκλησία,ποὺ εἶναι ἡ ψυχή;
Ἐὰν Σεβασμιώτατε δὲν ἀντέχετε αὐτό, ποὺ εἶναι καθῆκον σας (ἢ φορτίο, ὅπως ἐσεῖς τὸ ὀνομάσατε), δὲν θὰ ἤθελα ἐγὼ νὰ σᾶς ὑποδείξω τί πρέπει ν᾽ ἀποφασίσετε. Γιὰ τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν σωστὰ εἴπατε ὅτι δὲν πρέπει νὰ καταργηθῆ.
Εἴπατε ἐπίσης ὅτι πρέπει νὰ διδάσκεται παρουσία ὅλων τῶν μαθητῶν, Ὀρθοδόξων, Ἑτεροδόξων, Ἀλλοθρήσκων καὶ ἄθεων. Δὲν μᾶς ἐξηγήσατε ὅμως τί εἴδους μάθημα θὰ εἶναι αὐτό, ποὺ θὰ ἱκανοποιεῖ καὶ θὰ καλύπτει ὅλους θρησκευτικά. Φέρατε δὲ σὰν παράδειγμα, ὅτι ἂν ἐμφανιζόταν ὁ Χριστὸς σὲ μιὰ τέτοια τάξη, δὲν θὰ ἔδιωχνε κανένα μαθητή;
Θὰ γνωρίζετε ἀσφαλῶς ὅτι ὁ Χριστὸς ποτὲ δὲν ἔφερε τὸ Λόγο Του στὰ μέτρα καὶ στὶς ὀρέξεις αὐτῶν, ποὺ τὸν ἄκουγαν. Ποτὲ δὲν χάϊδεψε αὐτιὰ καὶ πάθη. Εἶστε λοιπὸν σίγουρος, πὼς ἂν ἐμφανιζόταν σὲ μιὰ τέτοια πολυσυλλεκτικὴ θρησκευτικὰ τάξη καὶ μιλοῦσε, ὅτι θὰ ἔμεναν ὅλοι νὰ τὸν ἀκούσουν;
Μήπως θὰ ἦταν ἀρεστὸς σὲ ὅλους;
Ξεχνᾶτε αὐτὸ ποὺ εἶπε στοὺς μαθητάς του; «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ μάχαιραν».
Δὲν προειδοποίησε ὅτι θὰ χωρίσει ἀκόμα καὶ τοὺς γονεῖς ἀπὸ τὰ τέκνα τους;
Ἔχει καμμία σχέση ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν εἰρήνην τοῦ κόσμου;
Ἀναρωτηθήκατε ποτὲ ἂν ἀντὶ γιὰ τὴ τάξη τοῦ σχολείου, ἐμφανιζόταν ὁ Χριστὸς σὲ μία συνεδρίαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, πόσοι θὰ τὸν ἀναγνώριζαν καὶ πόσοι θὰ ἔμεναν νὰ τὸν ἀκούσουν;
Μ᾽ αὐτὰ ποὺ γράφω, δὲν θέλω νὰ πῶ, πὼς δὲν ἰσχύει τὸ ἴδιο καὶ γιὰ μᾶς, ποὺ νομίζουμε ὅτι εἴμαστε πιστοὶ Χριστιανοί! Ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ ἀναζητᾶ αὐτὴ τὴ κρίσιμη στιγμὴ ἡγέτες, ποὺ θὰ τὸν ἐμπνεύσουν καὶ θὰ τὸν ὁδηγήσουν πνευματικά.
Τοὺς ἀναζητᾶ ἀκόμη μέσα στὴν ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, μέσα ἀπὸ τὸν ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΚΛΗΡΟ.
Νομίζω, λοιπόν, ὅτι ἦρθε ἡ ὥρα νὰ φωτισθοῦν ὁρισμένα θέματα, ποὺ ἐπὶ αἰῶνες παραμένουν στὸ σκοτάδι.
Ὅταν ὁ Χριστὸς εἶπε «ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς», τί ἐννοοῦσε;
Αὐτὸ δὲν ἀφορᾶ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ Κεφαλή της;
Ἡ ἐξουσία τῶν Ἐπισκόπων καὶ τῶν πρεσβυτέρων ἀρχίζει καὶ τελειώνει στὸ νὰ συγχωροῦν τὶς ἁμαρτίες; Γιὰ τοὺς πιστοὺς Χριστιανοὺς ὑπάρχουν πολλὲς πηγὲς ἐξουσίας;
Οἱ πιστοὶ πολιτικοὶ (ἂν ὑπάρχουν) ἀπὸ ποῦ ἀντλοῦν τὴν ἐξουσία; Ἀπὸ ποιοὺς καθοδηγοῦνται;
Ἐὰν δὲν πιστεύουν στὸ Χριστό, νὰ τὸ δηλώσουν στὸν Ἑλληνικὸ λαὸ καὶ νὰ πάψουν νὰ κρύβονται πίσω ἀπὸ τὰ δῆθεν (νεοανακαλυφθέντα) εὐαίσθητα προσωπικὰ δεδομένα.
Ἐὰν ντρέπονται ἢ γιὰ ψηφοθηρικοὺς λόγους κρύβουν αὐτὸ ποὺ πιστεύουν, τότε δὲν εἶναι ἄξιοι νὰ ἡγοῦνται οἱουδήποτε λαοῦ, πολὺ δὲ περισσότερον τοῦ Ἑλληνικοῦ, ὁ ὁποῖος ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων ἔχει ταυτίσει τὴ ζωή του μὲ τὴν πίστη του. Αὐτὸ τὸ ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ Πλούταρχος, δηλώνοντας ὅτι ἐγνώρισε πόλεις ἀβασιλεύτους καὶ ἀκηδεμονεύτους ὄχι ὅμως ἀθέους.
Αὐτὰ καὶ πολλὰ ἄλλα εἶναι ἐρωτήματα τῶν πιστῶν, ποὺ ζητοῦν ἀπαντήσεις. Ἀπαντήσεις ὅμως θεολογικὰ τεκμηριωμένες καὶ πειστικές, ποὺ θὰ ξεκαθαρίζουν αὐτὰ τὰ θέματα, ἀντὶ νὰ τὰ συσκοτίζουν καὶ νὰ τὰ περιπλέκουν.
Μὲ σεβασμὸ
Σωτήρης Λαιζηνὸς
«Ορθόδοξος Τύπος» 2/04/2010