"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011

Ἡ ἀγάπη πρώτη εἰς τήν Ἁγιοπνευματικήν ἀξιολόγησιν. Τοῦ Πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ



Ὁ Χριστιανισμὸς ὡς Ὀρθοδοξία δὲν ἀναφέρεται σὲ «ἀξίες» -καρπὸ ἀνθρώπινης ἀξιολόγησης-, ἀλλὰ σὲ «ἁγιοπνευματικὲς ἀρετές», καρπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στὴν «καθαρὰν καρδίαν» (Ψαλμ. 50,12) τοῦ ἀνθρώπου.
Αὐτὸ λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος. «Ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματος ἐστὶν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια» (Γαλ. 5, 22).
Μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια ἡ πρώτη χριστιανικὴ «ἀξία» εἶναι ἡ ἀγάπη, ποὺ πραγματώνεται ὡς ἀνθρωπιὰ, φιλανθρωπία. Ὁ μόνος κατ᾽ οὐσίαν φιλάνθρωπος εἶναι, βέβαια, ὁ Τριαδικὸς Θεός μας.
Ὁ ἄνθρωπος, ἐντασσόμενος στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ (αὐτὸ εἶναι ἡ Ἐκκλησία) γίνεται φιλάνθρωπος «κατὰ χάριν», μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὸ ὑπονοεῖ ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ μας: «Γίνεσθε οὖν οἰ κτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστίν», γεμάτος δη λαδὴ ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία (Λουκ. 6,36).
Γι᾽ αὐτό στὸ ἐκκλησιαστικὸ Σῶμα, ὅταν φυσικὰ λειτουργεῖ ἀποστολικὰ καὶ ἁγιοπατερικά, ἀναπτύσ σεται καὶ πραγματώνεται - ὅπως συμβαίνει στοὺς Ἁγίους- ἕνα φρόνημα-συνείδηση, ποὺ ὁδηγεῖ στὶς ἀκόλουθες ἀγαπητικὲς σχέσεις:

α) Τοῦ ἀδελφοῦ: Τὸ βάπτισμά μας μᾶς ἀναγεννᾶ μέσα στὴν πνευματικὴ «κοιλία» («μήτρα» λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος) τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ στὴν κολυμβήθρα ἤ βαπτιστήριο, καὶ μᾶς καταξιώνει σὲ ἀδελφούς, σὲ μιὰ νέα ἀδελφοσύνη μὲ τὴν ἐν Χριστῷ υἱοθεσία μας.

β) Τοῦ συνδούλου (πρβλ. Ματθ. 18, 23-35).  Ὡς ἁμαρτωλοί,εἴμαστε ὅλοι χρεῶστες στὸν Θεό, τὸν Κύριό μας,καὶ συνεπῶς συνδοῦλοι μεταξύ μας.
Γι᾽ αὐτὸ δὲν ὑπάρχει ὅριο συγχωρητικότητας μεταξύ μας, ἀφοῦ ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη τὸ ἔλεος καὶ τὴν συγχώρηση τοῦ Θεοῦ.
Ἡ σημαντικότερη ὅμως σχέση μεταξύ τῶν ἀληθινῶν χριστιανῶν εἶναι αὐτὴ τοῦ «πλησίον», στὴν ὁποία κορυφώνεται ἡ ἀδελφοσύνη μας, ὡς ἔκφραση καὶ βίωση τῆς τέλειας καὶ ὁλόκληρης ἀγάπης.
Αὐτὸ μᾶς διδάσκει ὁ Χριστός μας, ἐπιλέγοντας τὸ παράδειγμα τοῦ «καλοῦ Σαμαρείτη» (Λουκ. 10, 25-37). 1.
Ἡ πειρακτικὴ διάθεση ἑνὸς νομομαθοῦς Ἑβραίου δίνει τὴν εὐκαιρία στὸν Χριστὸ νὰ διηγηθεῖ μιὰ ἀπὸ τὶς σημαντικότερες παραβολές Του.
Τὴν παραβολὴ τοῦ «καλοῦ Σαμαρείτου» ἤ «τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς ληστάς», ὅπως ἄλλοι τὴν ὀνομάζουν.
Τὴν διήγηση αὐτὴ τὴν ἔχουμε ἀκούσει πολλὲς φορὲς στὴ θ. Λειτουργία καὶ φανερώνει τὴν ἀγάπη, ὅπως ὁ Χριστὸς τὴν δίδαξε μὲ τὸ παράδειγμα τῆς θυσίας Του.
Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη χωρὶς ὅρια καὶ προϋποθέσεις, ἡ τέλεια ἀγάπη.
Τὸ ἐρώτημα τοῦ ἑβραίου Νομικοῦ δὲν ἔχει σχέση κἄν μὲ τὴν ἀγάπη.
Ὡς Φαρισαῖος ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸ πῶς θὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια ζωή.
Θὰ αἰσθάνθηκε, φυσικά, μεγάλη ἔκπληξη ὁ Νέος, διότι ἀναζητοῦσε ἰδεατὰ τὴν αἰωνιότητα, ἐνῶ ἀλλοῦ τὸν παραπέμπει ὁ Χριστός, στὸ χῶρο τῆς πράξης.
Θὰ τοῦ ὑποδηλώσει πὼς εἶναι δυνατὸν νὰ συζευχθοῦν ἁρμονικὰ ὁ εὐσεβὴς στοχασμὸς μὲ τὴν κοινωνικὴ πράξη, τὴν διακονία.
Καὶ αὐτὸ σ᾽ ὅλη τὴν ἔκταση τοῦ καθημερινοῦ μας βίου, γιὰ ὅλα τά προβλήματά μας, ἀπὸ τὰ πνευματικότερα μέχρι τὰ πρακτικότερα, ὅπως εἶναι νὰ σώσεις ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ ἔπεσε θύμα ληστῶν. Ὁποιωνδήποτε ληστῶν.
Ὁ Χριστὸς λοιπόν, τὸν ἀποσπᾶ ἀπὸ τὶς αἰθέριες πτήσεις του καὶ τὸν προσγειώνει στὸ θέμα τοῦ «πλησίον».

2. Ἡ παραβολή, ποὺ διηγήθηκε ὁ Χριστὸς, ἀπαντᾶ στὸ ἐρώτημα τοῦ Νομικοῦ, ποὺ ἤθελε νὰ δικαιώσει τὸν ἑαυτό του: «Καὶ τὶς ἐστί μου πλησίον;» -ρώτησε.
Ἀλλὰ ὁ Χριστός, ἀντὶ νὰ δηλώσει μὲ μιὰ λέξη ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον, ὁδηγεῖ στὴ ἔννοια τοῦ πλησίον μέσα ἀπὸ τὸ μονοπάτι τῆς ἔμπρακτης ἀγάπης.
Πλησίον, πρωταρχικά, δὲν εἶ ναι αὐτὸς ποὺ δέχεται παθητικὰ τὴν ἔκφραση τῆς ἀγάπης, ἀλλ᾽ ἐκεῖνος ποὺ προσφέρει τὴν ἀγάπη.
«Ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ᾽ αὐτοῦ» εἶναι ὁ πλησίον γιὰ τὸν ἄλλο. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται πλησίον τοῦ ἄλ λου, ὅταν τὸν περιβάλλει μὲ τὴν ἔμ πρακτη ἀγάπη του. Καὶ στὴ συνέχεια δείχνει ἀνάγλυφα ὁ Χριστὸς μας τί σημαίνει ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπο, τὸν πλησίον μας.
Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον εἶναι θεία ἐντολή, ποὺ ἀναδύεται συχνὰ στὴν Ἁγία Γραφὴ ὡς βασικὴ ἐντολὴ (Α´ Κορ. 13,1-8), παράλληλα μὲ τὴν θεϊκὴ ἀγάπη (Ρωμ. 8,35-39).
Στὸν λόγο ὅμως τοῦ Χριστοῦ ἡ πρὸς τὸν πλησίον ἀγάπη παρουσιάζει μιὰ κλιμάκωση: Ἡ πρώτη βαθμίδα εἶναι ὁ γνωστὸς «χρυσοῦς κανόνας»: «Πάν τα οὖν ὅσα ἂν θέλητε, ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς» (Ματθ. 7,12).
Μία ἀνώτερη βαθμίδα εἶναι: «Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν», διότι δὲν ὑπάρχει ἀγάπη μεγαλύτερη ἀπὸ ἐκείνη πρὸς τὸν ἑαυτό μας.
Ἡ Τρίτη -καὶ ἀνώτερη- βαθμίδα ἀγάπης εἶναι ἡ ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο: «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἐγὼ ἠγάπησα ὑμᾶς» (Ἰωάν. 15,12). Αὐτὴ εἶναι ἡ τέλεια ἀγάπη.
Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἀνιδιοτελὴς ἀγάπη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μας. (Ἰωάν. 15,8).
Ὁ Χριστὸς ἐνσαρκώνει τὴν δική Του ἀγάπη στὸ πρόσωπο καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ Σαμαρείτη.

3. Στὴν παραβολὴ τοῦ Χριστοῦ θὰ ἐπιχειρήσουμε κάποιες βασικὲς ἐπισημάνσεις: Ἡ ἀγάπη ποὺ δείχνει ὁ Σαμαρείτης στὸν πληγωμένο ἄγνωστο συνάνθρωπό του, καὶ μάλιστα Ἰουδαῖο, δηλαδὴ κατὰ παράδοση ἐχθρό του, ἀποδεικνύεται ἀγάπη χωρὶς ὅρια.
Πρῶτα γιατί ἀπευθύνεται πρὸς ἕνα ἐχθρό, ὅταν μάλιστα ὁ ἴδιος ὁ ἑβραϊκὸς νόμος δίδασκε: «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου καὶ μισήσεις τὸν ἐχθρόν σου» (Ματθ. 5,43-Λευιτ. 19,18).
Ὁ Σαμαρείτης δηλαδὴ σπάζει τὸ φράγμα τοῦ Νόμου καὶ κινεῖται στὴν περιοχὴ τῆς Χάρης.
Εἶναι, ἔπειτα, ἀγάπη, ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ τέλεια αὐταπάρνηση. Αὐτὸ σημαίνει ὑπέρβαση τοῦ ΕΓΩ.
Καὶ εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ κατανοηθεῖ πόσα ἐμπόδια συναντᾶ ἕνα τέτοιο ἐγχείρημα.
Ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου βιώνεται ὡς ὑπερτροφία τοῦ ΕΓΩ μας ὡς ἀτομισμός. Τώρα ἔρχεται ὁ Χριστὸς μέ τό παράδειγμά Του νὰ μᾶς διδάξει τὴν ἀνάγκη νὰ συντριβεῖ ἡ αἰτία τῆς ἀδρανοποίησης τῆς ἄκτιστης Χάρης τοῦ Θεοῦ μέσα μας.
Νὰ νικηθεῖ ἡ τυραννία τοῦ ΕΓΩ στὴν ὕπαρξή μας. Τὸ ΕΓΩ ὅμως τότε μόνο νικιέται, ὅταν θυσιάζεται μὲ ὁποιονδήποτε τρόπο γιὰ τοὺς ἄλλους. Σ᾽ αὐτὴ τὴν ἀπρόσμενη κίνηση μπόρεσε νὰ προχωρήσει ὁ Σαμαρείτης.
Δίνει στὸν ἄλλο ὅ,τι κανεὶς κρατᾶ μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του. Τὴν ἴδια τὴν ὕπαρξή του. Ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴν ἐρημιά, γιὰ τοὺς κινδύνους. Κάνει τὸ πᾶν, γιὰ νὰ σώσει τὸν πληγωμένο.

4. Εἶναι,τέλος, τέλεια ἀγάπη, διότι εἶναι ὁλόκληρη. Δὲν περιορίζεται δηλαδὴ σὲ μιὰ «φιλανθρωπία» τῆς στιγμῆς.
Πόσες φορὲς δὲν γίνονται φευγαλέες ἐκδηλώσεις «ἀγάπης», ποὺ ἔχουν ὅμως σκοπὸ ὄχι τόσο τὴν βοήθεια τοῦ ἄλλου, ἀλλὰ τὴν δική μας προβολὴ καὶ ἀπόλαυση.
Τὴν διαφήμιση τῶν φιλάνθρωπων αἰσθημάτων μας. Τέτοιες ἐκδηλώσεις συνήθως τὶς χαρακτηρίζουμε «φιλανθρωπικές»...
Φιλανθρωπία ὅμως καὶ προσωπικὸ κέρδος δὲν μποροῦν νὰ συνυπάρξουν. Διότι τότε παίρνουμε, δὲν δίνουμε...
Ὁ Σαμαρείτης δὲν ἀπολαμβάνει τίποτε ὑλικὸ ἀπὸ τὴν ἔκφραση τῆς ἀγάπης του. Παραδίνοντας, μάλιστα, τὸν πληγωμένο στὸ Πανδοχέα, θὰ μποροῦσε νὰ ἀποχωρήσει, μὲ ἥσυχη τὴν συνείδησή του, ὅτι ἔκαμε τό καθῆκον του καὶ ὅτι εἶχε ὁλοκληρωθεῖ ἡ ἀποστολή του, ὅπως θὰ κάναμε ἐμεῖς μὲ τὴν κοσμικὴ νοοτροπία μας.
Καὶ ὅμως! Ἀκολουθεῖ ἄλλο δρόμο. Δὲν πληρώνει μόνο γιὰ τὴ συνέχεια τῆς περίθαλψής του, ἀλλὰ καὶ θὰ ἐπιστρέψει, γιὰ νὰ βεβαιωθεῖ γιὰ τὴν ὁλοκλήρωσή της.

5. Γιατί ὅμως ὅλα αὐτά; Διότι δὲν βλέπει τὸν ἄλλο ὡς ξένο, ἀλλὰ ὡς ἀδελφό του. Καὶ κάτι περισσότερο, τὸν βλέπει ὡς τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του. Ποιὸς ἐγκαταλείπει ποτὲ ἀβοήθητο τὸν ἑαυτό του;
Ποιὸς ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του; Αὐτὴ εἶναι λοιπόν, ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, ποὺ διδάσκει ὁ Χριστός μας. Τὴν ἀγάπη τὴ δική Του γιὰ τὸ πλάσμα Του. Δὲν ἀναλήφθηκε στοὺς οὐρανούς, πρὶν ὁλοκληρώσει τὸ σωτήριο ἔργο Του.
Πρὶν κάμει ὅλα ὅσα εἶναι ἀναγκαῖα γιὰ τὴ σωτηρία μας. Αὐτὸ λέγει πρὸς τὸν Χριστὸ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος στὴν Θεία Λειτουργία: «Καὶ οὐκ ἀπέστης πάντα ποιῶν, ἕως ἡμᾶς εἰς τὸν οὐρανὸν ἀνήγαγες καὶ τὴν βασιλείαν σου ἐχαρίσω τὴν μέλλουσαν».
Παρόλη τὴν χριστιανική μας «κουλτούρα», γιὰ τὴν ὁποία μάλιστα καυχόμαστε, εἶναι γνωστὴ ἡ ἐλλειμματικὴ χριστιανικότητα τῆς κοινωνίας μας.
Μόνο οἱ Ἅγιοι φθάνουν στὸ ὕψος καὶ τὴν γνησιότητα τῆς Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ ποὺ μένει σὲ μᾶς εἶναι νὰ συνειδητοποιήσουμε τὴν ἀτέλεια τῆς δικῆς μας ἀγάπης καὶ τὸν πνευματικὸ ἀγώνα ποὺ ἀκόμη χρειαζόμαστε, γιὰ νὰ γί- νουμε «ἄξιοί Του» (Ματθ. 10,37).

Ορθόδοξος Τύπος 4/2/11 /ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ

Ὕμνος στὸν ἅγιο Συμεὼν τὸν Θεοδόχο/ Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος)






Ὅταν ὁ χειμώνας συνάντησε τὴν ἄνοιξη

ὁ πρεσβύτης Συμεὼν εὐτύχησε:

Συνάντησε τὸν Ἕναν, τὸν πολυαναμενόμενο,

Αὐτὸν γιὰ τὸν ὁποῖον οἱ προφῆτες προφήτευσαν,

Τὴν Κιβωτὸ ὅλων τῶν οὐρανίων θησαυρῶν,

Τὸν εἶδαν τὰ μάτια τοῦ Συμεών, ὡς βρέφος ἀρτιγέννητο.

Ὁ Συμεὼν τότε προφήτευσε καὶ εἶπε:

«Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον σου, Δέσποτα·

Ἰδοὺ Αὐτὸς κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν».

Ἔτσι μίλησε τὸ πνεῦμα-

ἡ προφητεία τοῦ δίκαιου πρεσβύτη ἐκπληρώθηκε:

Ὁ Ἰησοῦς ἔγινε τὸ μέτρο καὶ ὁ κανόνας,

ἡ πηγὴ τῆς εὐτυχίας, τῆς εἰρήνης καὶ τῆς χαρᾶς,

ἀλλὰ καὶ σημεῖον ἀντιλεγόμενον: ὁ στόχος

ἀντιπαλοτήτων καὶ φιλονικιῶν.

Ἄλλον ἄνθρωπο ἀνιστᾶ καὶ ἄλλον ἀνατρέπει Ἐκεῖνος.

Τὸν Παράδεισο καὶ τὸν Ἅδη Ἐκεῖνος ἀνοίγει στοὺς ἀνθρώπους.

Ἄς ἐπιλέξει ὁ καθένας ὅ,τι λέει ἡ καρδιά του.

Στὸν Παράδεισο μὲ τὸν Χριστό!

Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς μας.



  Πηγή: ῾Αγία Ζώνη

᾿Ανακοίνωση τῆς ῾Ιερᾶς ᾿Αρχιεπισκοπῆς ᾿Αθηνῶν γιά τό θέμα τῆς "Κάρτας τοῦ Πολίτη"


Ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος παρακολουθεί με ανύστακτο ενδιαφέρον το θέμα της "Κάρτας του Πολίτη" και συμμερίζεται τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες του πιστού λαού, έχοντας δηλώσει ήδη τις σχετικές επιφυλάξεις του.
Αναμένει δε τη διαμόρφωση από το Υπουργείο Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του όλου νομοθετικού πλαισίου για την τελική τοποθέτησή του, διαβεβαιώνοντας ότι προέχει ο απόλυτος σεβασμός στο ανεπανάληπτο και την ελευθερία του ανθρωπίνου προσώπου.
Αυτή άλλωστε είναι και η ξεκάθαρη στάση σύσσωμης της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, η οποία, με απόφασή της, έχει αναθέσει στη Συνοδική Επιτροπή επί των Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων και στην Ειδική Συνοδική Επιτροπή επί των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων την από κοινού μελέτη των σχετικών ζητημάτων που ανακύπτουν με τη συνδρομή ειδικών επιστημόνων της Θεολογίας, της Νομικής και της Πληροφορικής.

Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών./http://aktines.blogspot.com

 

GABRIEL BUNGE VS ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ



Ἐριβρεμέτης τοῦ klision: ΕΥΣΤΟΧΟΤΑΤΟΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜΟΣ!
ΔΥΟ ΚΟΣΜΟΙ, ΔΥΟ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ, ΔΥΟ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ:
 Διαλέγετε καὶ παίρνετε!
.1 Μητροπολ. Μεσσηνίας, καθηγ. Παν/μίου: «Αὐτὸς ὁ νέος Οἰκουμενισμός, μία κοινὴ προσπάθεια τῶν χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, κυρίως μέσα στὴν Εὐρώπη, γιὰ νὰ μπορέσουν ὅλες μαζὶ νὰ δώσουν τὸ μήνυμα στὸ σύγχρονο εὐρωπαῖο ἄνθρωπο ὅτι δὲν εἶναι μόνος του». (http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=4759)
.2 Ἱερομόναχος Gabriel Bunge, δρ. Φιλ.- Θεολ.: «Ὅταν κατάλαβα ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ τὰ βροῦν οἱ ἐκκλησίες, ἀποφάσισα νὰ γίνω ὀρθόδοξος. Ἔπρεπε σὲ προσωπικὸ ἐπίπεδο νὰ κάνω τὴν δική μου συμφιλίωση. Δεν ἔχω τίποτα – τὸ ἔχω ξαναπεῖ αὐτό- ἐνάντια στοὺς καθολικούς. Ἐγὼ ἁπλὰ πιστεύω στὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία». (http://www.romfea.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=7167:-bunge-&catid=13)

ΠΗΓΗ: http://christianvivliografia.wordpress.com/

Γέροντος Παϊσίου ῾Αγιορείτου: Θεία καί ἀνθρώπινη δικαιοσύνη. Ἡ δικαιοκρισία τοῦ Θεοῦ.


Λόγοι Γ΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
 

ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ή δικαιολογία διώχνει τήν Χάρη του Θεού

«Ή θεία και ή ανθρώπινη δικαιοσύνη»
- Γέροντα, τί είναι Θεία δικαιοσύνη;
- Θεία δικαιοσύνη είναι νά κάνης αυτό πού αναπαύει τον άλλον. Αν έχης λ.χ. νά μοιρασθής κάτι με κάποιον άλλον, νά του δώσης όχι το μισό από αυτό πού έχεις, αλλά όσο θέλει εκείνος. Νά του πης: «Πόσα θέλεις; δυόμισι; τρία; πάρ' τα».
Νά δίνης τά καλά και νά κρατάς τά σάπια. Νά δίνης τά περισσότερα και νά κρατάς τά λιγωτερα. Νά, πες πώς μας φέρνει τώρα μιά αδελφή δέκα δαμάσκηνα. Αν εγώ από λαιμαργία φάω τά οκτώ καί σου αφήσω τά δύο, θά σε αδικήσω.
Αν πώ: «αφού είμαστε δύο, θά φάω τά πέντε καί θά σου αφήσω τά άλλα πέντε», τότε έχω τήν ανθρώπινη δικαιοσύνη. Αν όμως δω ότι σου αρέσουν τά δαμάσκηνα και φάω μόνον ένα καί σου πώ: «κάνε αγάπη νά φας εσύ τά υπόλοιπα, γιατί εμένα δεν μου πολυαρέσουν, άλλα μέ πειράζουν καί στά έντερα», τότε έχω τήν θεία δικαιοσύνη.
- Δηλαδή ανθρώπινη δικαιοσύνη ποια είναι;
- Ανθρώπινη δικαιοσύνη είναι, αν πρέπη λ.χ. νά μοιρασθής κάτι μέ κάποιον άλλον, νά δίνης το μισό καί νά κρατάς το άλλο μισό.
- Γέροντα, τί θέση έχει ή ανθρώπινη δικαιοσύνη στην πνευματική ζωή;
- Ή ανθρώπινη δικαιοσύνη δεν είναι γιά τους πνευματικούς ανθρώπους· είναι φρένο γιά τους κοσμικούς ανθρώπους. Ό πνευματικός άνθρωπος είναι ανόητος, άν αποβλέπη σ' αυτήν, γιατί μπροστά στην θεία δικαιοσύνη ή ανθρώπινη είναι μηδέν.
Αλλά και ό κοσμικός άνθρωπος, άν πετύχη κάτι σ' αυτήν την ζωή εφαρμόζοντας τήν ανθρώπινη δικαιοσύνη, δεν θά έχη τήν πραγματική χαρά και ανάπαυση.

Ας υποθέσουμε ότι δύο αδέλφια έχουν ένα κτήμα δέκα στρέμματα. Ανθρώπινη δικαιοσύνη είναι νά πάρη ό καθένας από πέντε στρέμματα. Θεία δικαιοσύνη είναι νά πάρη ό καθένας αυτό πού έχει ανάγκη.
Αν δηλαδή ό ένας αδελφός έχη επτά παιδιά και ό άλλος δύο ή ή δουλειά του ενός είναι κατώτερη από τήν δουλειά του άλλου, πρέπει νά πάρη περισσότερο εκείνος πού έχει μεγαλύτερη ανάγκη. Σ' αυτήν τήν περίπτωση είναι αδικία νά πάρη ό δεύτερος όσα καί ό πρώτος.
Ό κοσμικός άνθρωπος όμως δεν λαμβάνει ύπ' όψιν του ότι ό αδελφός του δυσκολεύεται νά τά βγάλη πέρα. Δεν καταλαβαίνει ότι ή μοιρασιά πού πάει νά κάνη είναι άδικη, γιατί δεν σκέφτεται πνευματικά.
Τού λές: «πρέπει νά βοηθήσης τήν οικογένεια σου νά δεχθή νά δώσης περισσότερα στον αδελφό σου πού έχει ανάγκη» καί σου λέει: «Γιατί; δεν τον αδικώ»!
Εάν ήταν πνευματικός άνθρωπος, ακόμα καί άν ή γυναίκα του καί τά παιδιά του αντιδρούσαν, έπρεπε νά τους πείση νά δεχθούν ό,τι του δώση ό αδελφός του.
Αν ό αδελφός του έλεγε: «εσύ θά πάρης ένα στρέμμα», νά έπαιρνε τό ένα, χωρίς νά πή τίποτε, γιά νά νιώθη άνετα ό αδελφός του πού πήρε τά υπόλοιπα. Πάντως τό Ευαγγέλιο κάνει τήν καλύτερη μοιρασιά.
Μού κάνει εντύπωση ή αρχοντιά του Αβραάμ. Όταν μάλωναν οι τσομπάνηδες του Λώτ καί του Αβραάμ γιά τά βοσκοτόπια, πήγε ό Αβραάμ στον Λώτ καί του είπε: «Δέν κάνει να μαλώνουμε· είμαστε συγγενείς. Πού σέ αναπαύει εσένα νά πας; Θέλεις να πάς από 'δώ η θέλεις να πάς από 'κει;».
Ό Λώτ κινήθηκε καί λίγο ανθρώπινα και διάλεξε τά Σόδομα καί τα Γόμορρα, γιατί είχαν πρασινάδα καί βοσκοτόπια[1], καί τί έπαθε μετά!
Ό Αβραάμ κινήθηκε μέ την θεία δικαιοσύνη, θέλησε νά ανάπαυση τον Λώτ, καί χάρηκε κιόλας πού ό Λώτ πήγε στον καλύτερο τόπο.

«Ή δικαιοκρισία του Θεού»


- Γέροντα, τί είναι ή δικαιοκρισία του Θεού;
- Ή δικαιοκρισία τού Θεού είναι ή μακροθυμία, ή οποία έχει μέσα καί τήν ταπείνωση καί τήν αγάπη. Ό Θεός είναι πολύ δίκαιος, αλλά καί πολυεύσπλαχνος, καί ή ευσπλαχνία Του νικάει τήν δικαιοσύνη Του. Θά σού πω ένα παράδειγμα, γιά νά καταλάβης.
Αν κάποιος άνθρωπος δέν είχε τήν ευκαιρία νά άκούση ποτέ γιά τόν Θεό, αυτός δέν θά κριθή σύμφωνα μέ τήν κατάσταση στην οποία βρίσκεται, άλλα σύμφωνα μέ τήν κατάσταση στην οποία θά βρισκόταν, αν είχε γνωρίσει τόν Θεό.
Γιατί αλλιώς δέν θά ήταν δίκαιος ό Θεός. Ή θεία δικαιοσύνη έχει δικούς της μαθηματικούς όρους· το ένα κι ένα άλλοτε κάνουν δύο καί άλλοτε δύο εκατομμύρια.
- Γέροντα, πώς εφαρμόζεται ή θεία δικαιοσύνη σέ κάποιον πού σφάλλει;
- Ή ανθρώπινη δικαιοσύνη λέει: Έσφαλες; Πρέπει νά τιμωρηθής. Ή θεία δικαιοσύνη λέει: Αναγνωρίζεις το λάθος σου καί μετανοείς; Συγχωρείσαι. Βλέπεις, ακόμη καί από τόν ανθρώπινο νόμο δικάζεται μέ επιείκεια κάποιος πού κάνει ένα έγκλημα, όταν μετανοή ειλικρινά καί πάη μόνος του καί τό ομολογή, ενώ δέν υπάρχει καμμία υποψία γιά το πρόσωπο του.
Καί αν από τους ανθρώπους δικάζεται με επιείκεια, πόσο μάλλον από τον δικαιοκρίτη καί πολυεύσπλαχνο Θεό!
Είμαστε στα χέρια του Θεού. Ό Θεός μάς παρακολουθεί μέ ακρίβεια καί γνωρίζει την καρδιά του καθενός. Δεν θά μάς αδικήση. Αφού υπάρχει θεία δικαιοσύνη καί θεία ανταπόδοση, καί ο Θεός μάς αγαπάει - τό κυριώτερο απ' όλα , ό,τι καλό κάνει κανείς δέν χάνεται. Γι' αυτό είναι χαμένος, τελείως λειψός, όποιος ζητάει νά δικαιωθή από τους ανθρώπους.
Έχω παρατηρήσει ότι, όταν ό άνθρωπος αδικηθή καί εφαρμόση την θεία δικαιοσύνη, ό Θεός τον δικαιώνει ακόμη καί σ' αυτήν τήν ζωή. Θυμάμαι, στον στρατό, μετά τόν πόλεμο, είχε έρθει ό στρατηγός νά δώση παράσημα. Εγώ εκείνη τήν ήμερα έλειπα.
Όταν φώναξε τό όνομα μου, βγήκε ένας πού ήταν από τήν Θεσσαλία καί πήρε εκείνος τό παράσημο. Οι άλλοι στρατιώτες δέν μίλησαν, γιατί τότε είχε φυλάκιση, αν έλεγες ψέματα. Όταν έφυγε ό στρατηγός, εκείνος κρύφτηκε, γιατί οι άλλοι θά τόν σκότωναν στό ξύλο.
Όταν επέστρεψα, φοβόταν καί άπό μένα. Ήρθε από εδώ-από εκεί, οπότε μου είπε: «Νά μέ συγχώρεσης, έκανα αυτό κι αυτό». «Καλά έκανες καί τό πήρες, του είπα· τί νά τό έκανα εγώ;». Τό φορούσε ύστερα στίς παρελάσεις.
Μετά από σαράντα χρόνια έρχεται εδώ στό Μοναστήρι ό στρατάρχης της Πρώτης Στρατιάς από τήν Θεσσαλία καί μου φέρνει ένα παράσημο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Όταν τό είδα, μου ήρθε νά γελάσω. Μετά από σαράντα χρόνια!
Μου έκανε εντύπωση: από τήν Θεσσαλία ήταν εκείνος ό στρατιώτης, από τήν Θεσσαλία ήρθε καί ό στρατάρχης! Βλέπετε πώς γίνεται! Ενώ, όταν ζητάμε νά δικαιωθούμε, χάνουμε τελικά καί αυτά εδώ, άλλα καί εκείνα πού μάς ετοιμάζει ό Χριστός γιά τήν άλλη ζωή, αν αδικηθούμε. Γιά χαμένα πράγματα δηλαδή χάνουμε τά σπουδαιότερα, τά αιώνια. Γιατί αυτά εδώ έτσι κι αλλιώς χαμένα είναι, τί νά τά κάνουμε;


1. Βλ. Γεν. 13, 1-13.

Απόσπασμα από τις σελίδες 99-102 του βιβλίου:
            ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
                              ΛΟΓΟΙ Γ΄      
                ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
                  ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
       «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»

                ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ   
 
Πηγή:ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ