"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Τρίτη 6 Ιουλίου 2010

Κλειδί τοῦ Παραδείσου τά καυτά δάκρυα - τοῦ παπα-Τύχωνα

1282 - Χειρόγραφη προσευχή του παπα-Τύχωνα


000.jpg
Άγιε Γολγοθά, θείε Γολγοθά
Παρακαλώ πες μου πόσες χιλιάδες, εκατομμύρια, αμαρτωλούς ανθρώπους καθάρισες και έστειλες και γιόμισες τον γλυκό Παράδεισο.
Αμαρτωλοί ελάτε εδώ. Μην αργήτε. Ο άγιος Γολγοθάς ανοικτός. Η σταύρωση. Ο Χριστός Ελεήμων. Μας περιμένει να του λύσουμε τα πόδια.
Μακάριοι εμείς, αν μας αξιώσει ο Χριστός, με ταπείνωση, με φόβο Θεού, με θερμή καρδιά, με καυτά δάκρυα να πλύνουμε τα άγια πόδια του Χριστού και, αν θελήσουμε, πολλές φορές. Ύστερα ο Χριστός θα πλύνη τις αμαρτίες μας και θα γίνη καθαρή η ψυχή μας και θ' ανοίξη τον γλυκό Παράδεισο.
Κι εμείς μετά χαράς θα πάμε στον γλυκό Παράδεισο, γιατί ο Χριστός και η Παναγία και οι άγιοι Πάντες μας περιμένουν. Και μαζί με Αρχαγγέλους και Αγγέλους, Χερουβείμ και Σεραφείμ θα δοξολογούμε την αγία Τριάδα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Αμαρτωλός Τύχων
Κλειδί του Παραδείσου τα καυτά δάκρυα
.
Από το βιβλίο του Ιερομονάχου Αγαθαγγέλου:
Οι αναμνήσεις μου από τον παπα-Τύχωνα
0000.jpg

Γέροντος Πορφυρίου:᾿Εξομολόγηση-μετάνοια






    Εἶναι ἡ προσφορά τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στον ἄνθρωπο
Εἶπε ὁ π. Πορφύριος:
 «῾Η καρδιά μας πρέπει να εἶναι γεμάτη ἀγάπη, ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Αὐτή δίδει δύναμη και χάρη στον ἄνθρωπο. ῾Η γνώση εἶναι μετά τήν ἀγάπη».
«῾Η ἐξομολόγηση εἶναι ἕνας τρόπος γιά νά ἔρθει ὁ ἄνθρωπος εἰς τόν Θεόν. Εἶναι προσφορά τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Τίποτε καί κανείς δέν μπορεῖ νά στερήσει ἀπό τόν ἄνθρωπο αὐτή τήν ἀγάπη».

Δέν  καταπίεζε κανέναν
  Δίπλα στόν Γέροντα Πορφύριο αἰσθανόσουν ἄνετα. Δέν καταπίεζε κανέναν. ῎Ηθελε, ὅποιος πήγαινε κοντά του, νά κάμνει αὐτό πού ἔκαμνε, μέ τήν ἐλεύθερη βούλησή του. ῎Ελεγε πάντα στούς ἐξομολόγους ὅτι, ὅταν, ὡς πνευματικοί πατέρες, κατευθύνουμε τήν πορεία αὐτῶν πού ἐξομολογοῦνται σ᾿ ἐμᾶς, πρέπει πάντα να σεβόμαστε τήν ἐλευθερία τους, τονίζοντάς μας ὅτι ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἐλευθερία.
   Μᾶς ἀνέφερε συχνά το γνωστό περιστατικό, σύμφωνα με το ὁποῖο ὁ Χριστός εἶπε μια φορά κάτι, ἀπό το ὁποῖο πολλοί σκανδαλίστηκαν, με ἀποτέλεσμα να ἀρχίσουν να φεύγουν, ὥσπου ἔφυγαν ὅλοι κι ἔμειναν μόνο οἱ μαθητές του. ῾Οπότε ὁ Κύριος τούς εἶπε ὅτι, ἄν ἤθελαν νά φύγουν κι ἐκεῖνοι, ἦταν ἐλεύθεροι νά τό πράξουν. Σημειώνει ἐπί λέξει τό κατά ᾿Ιωάννην ἅγιο Εὐαγγέλιο: «Ἐκ τούτου πολλοὶ ἀπῆλθον ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ εἰς τὰ ὀπίσω καὶ οὐκέτι μετ᾿ αὐτοῦ περιεπάτουν. εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς τοῖς δώδεκα· μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε ὑπάγειν;» (᾿Ιω. στ΄, 66-67)

Σέ ἀποδεχόταν με ἀγάπη
Σέ δεχόταν καί σέ ἀγαποῦσε, ὅποιος κι ἄν ἤσουν, ὅπως καί νά ἤσουν. Δίπλα του, ἀκόμη και ἡ πιό μεγάλη ἁμαρτία ἔπαιρνε ἄλλες διαστάσεις, Δέν κλονιζόσουν, δέν σέ καταλάμβαναν ἡ ἀπόγνωση και ἡ ἀπελπισία. Μόνο θλιβόσουν, γιατί διέπραξες τό  ἕνα ἤ τό ἄλλο, γιατί δέν ἐφάρμοσες τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. ῎Όχι μόνο δέ σ᾿ ἄφηνε  νά ἀπογοητεύεσαι ἀπό τίς πτώσεις σου, ἀλλά, ἀντίθετα, σέ βοηθοῦσε να ἀξιοποιεῖς κάθε πρώση σου, ὥστε νά τήν χρησιμοποιεῖς ὡς μιά ἔπαλξη, γιά ἕνα νέο ξεκίνημα, γιά μιά νέα πνευματική κατάκτηση. Καί τότε σοῦ ἔδειχνε ἀκόμη περισσότερη ἀγάπη, ἀκόμη περισσότερη ἀποδοχή. Ἔπαιρνε τό χέρι σου μέσα στό δικό του κι ἄρχιζε να σοῦ μαθαίνει πῶς να περπατᾶς στό δρόμο Θεοῦ.

᾿Από τό βιβλίο: Γέροντος Πορφυρίου ἱερομονάχου: ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ, σ. 169, 170



ΗΛΘΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΒΡΕΘΩ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΘΕΟ

 
 
 
«Τὴν Κυριακὴ τοῦ Θωµᾶ τοῦ ἔτους 2008, ἐπισκέφτηκε incognito µία ἀπὸ τὶς ἁγιορείτικες µονές, γιὰ τρεῖς µέρες, ὁ τότε πρόεδρος τῆς Ἑλβετίας Pascal Couchepin. Σὲ κάθε Ἀκολουθία πήγαινε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ στεκόταν ὄρθιος. Οἱ Πατέρες εὐγενικὰ τοῦ πρότειναν, ἀφοῦ οὔτε στὴν Ὀρθόδοξη λειτουργικὴ παράδοση ἦταν ἐκτεθειµένος οὔτε καὶ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλώσσα γνώριζε, νὰ νοιώσει ἄνετα νὰ καθυστερεῖ. Τότε τοὺς ἀπάντησε:  “Μπορεῖ νὰ µὴν καταλαβαίνω τὴν γλώσσα τῶν νοηµάτων, αἰσθάνοµαι ὅµως γιὰ πρώτη φορὰ ὅτι ἐδῶ ὅλοι ἀληθινὰ προσεύχονται καὶ ὁ Θεὸς εἶναι παρὼν καὶ τοὺς ἀκούει. Δὲν ἦλθα γιὰ νὰ κάνω µετάφραση οὔτε κάτι νὰ καταλάβει τὸ µυαλό µου· ἦλθα γιὰ νὰ βρεθῶ µπροστὰ στὸν Θεό, µαζὶ µὲ ἀνθρώπους ποὺ καὶ αὐτοὶ τὸ ἴδιο κάνουν. Εἶναι τὸ μόνο μέρος στὸν κόσμο ποὺ αὐτὸ εἶδα νὰ συμβαίνει”». (Νικολάου, Μητροπολ. Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς, Τὸ Ἅγιον Ὄρος πέραν ἀπὸ τὰ σκάνδαλα, ἔκδ. Πανελληνίου Συλλόγου «Οἱ Φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους», Ἀθῆναι 2010, σελ. 30.)
Σχόλιον «Χ. Β.»: Ἂς μετακληθεῖ ὁ κ. Pascal Couchepin. Πιθανότατα θὰ προσφέρει καλὲς ὑπηρεσίες ἰδεολογικοῦ ἀπεγκλωβισμοῦ σὲ μερίδα τῆς ἐγχώριας ἐκκλησιαστικῆς διανοήσεως.  «Δὲν ἦλθα γιὰ νὰ κάνω μετάφραση, ἀλλὰ νὰ παραστῶ ἀληθινὰ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ», εἶπε ὁ καλοπροαίρετος Ἑλβετὸς πρώην πρόεδρος, αὐτὸς ὁ “δυτικός”, μὴ ὀρθόδοξος ἄνθρωπος, ποὺ ὅμως πῆρε “μυρωδιά” τῆς ἐκκλησιαστικῆς Λατρείας καὶ μὲ δυὸ λέξεις του ἀπονεύρωσε τὴν ἰδιώνυμη ἰδεολογία περὶ τὴν «μετάφραση» τῆς λειτουργικῆς γλώσσας.
 

᾿Αθεΐα καί “αθεΐα”- Μοναχοῦ Μωϋσέως, ἁγιορείτου


Ως συνέχεια προηγούμενου άρθρου μας θα μπορούσε να θεωρηθεί το αφιλόδοξο παρόν. Υπάρχει μία έξαρση αθεΐας
Περιττό να τονίσουμε ότι η άρνηση της ύπαρξης του Θεού είναι δικαίωμα του καθενός. Ο Θεός μας έδωσε απεριόριστη ελευθερία, ώστε αν θέλουμε και να τον αρνηθούμε.
Δεν θα επιχειρήσω διόλου να αποδείξω την ύπαρξη του Θεού. Πιστεύω ότι δεν αποδεικνύεται λογικά η ύπαρξή του, αλλά μόνο βιώνεται στα βάθη της καρδιάς. Είναι ελεύθερος λοιπόν κάποιος να πρεσβεύει ό,τι θέλει. Δεν χρειάζεται όμως καθόλου ένας άθεος να ειρωνεύεται έναν πιστό και φυσικά το αντίθετο.
Επιτρέψτε να πω πως ο άθεος προσπαθεί εναγώνια να πείσει τον εαυτό του ότι δεν υπάρχει Θεός, δεν αφήνει γι’ αυτόν χώρο στην καρδιά του και ζει στην απόλαυση της ύλης. Που αδυνατεί να χαροποιήσει το πνεύμα. Ο Νίτσε φτάνει εύστοχα να πει: “Απαίσιε άνθρωπε, δεν ανέχεσαι εκείνον που είδε τα βάθη σου και γι’ αυτό τον εκδικείσαι”. Η πολλή λογική οδηγεί στην αθεΐα, όχι ότι η πίστη είναι παράλογη, αλλά ο ψυχρός ορθολογισμός κοιτά μόνο στη γη. Ο υλισμός επίσης δεν αφήνει χώρο για το Θεό. Ο φυσιοκρατικός πανθεϊσμός, κατά τον Σοπενχάουερ, οδηγεί σε μία ευγενή αθεΐα.
Διάφορες νεότερες φιλοσοφικές θεωρίες έχουν αρκετά αθεϊστικά στοιχεία, όπως ο θετικισμός, ο διαλεκτικός ή ιστορικός υλισμός, ο πανσεξουαλισμός, κάποιες αποχρώσεις και αυτού του υπαρξισμού και αρκετές άλλες. Η θρησκευτικότητα θεωρείται αποκύημα της φαντασίας. Ο Νίτσε στον “Υπεράνθρωπό” του διακηρύσσει ότι κανείς άλλος Θεός δεν υπάρχει πλην του εαυτού του ανθρώπου και στον “Ζαρατούστρα” λέει ότι ο Θεός πέθανε. Κατά τον Μαρξ ο Θεός δεν είναι μια οντολογική πραγματικότητα αλλά η αντικειμενικά προβαλλόμενη φύση. Ο Σαρτρ και ο Καμί τελικά θεοποιούν τον άνθρωπο.
Είναι νομίζουμε αρκετά ενδιαφέρουσα η γνώμη του K. Joel. “Δεν υπήρξαν γνήσιοι φιλόσοφοι της αθεΐας, όπως δεν υπήρξαν γνήσιοι υλιστές και αρνητές της ψυχής. Όσοι κατά καιρούς θεωρήθηκαν ως άθεοι δεν υπήρξαν στην πραγματικότητα τέτοιοι. Αυτοί δεν υπήρξαν αρνητές του θείου, αλλά αρνητές ενός ισχύοντος Θεού ή ενός ορισμένου τρόπου γνώσεως του Θεού. Οι λίγοι όμως φιλόσοφοι, οι οποίοι πράγματι κατά τους νεότερους χρόνους, χαρακτηρίστηκαν ως άθεοι, υπήρξαν ουσιαστικά αντιθεϊστές”. Ο Γιάσπερς, που μελέτησε καλά τον Νίτσε, λέει πως ο αντιθεϊσμός του περιέχει θρησκευτική νοσταλγία Ο αντιθεϊσμός και ο υλισμός φέρνουν το μηδενισμό, που δεν χαρίζει γαλήνη στην ψυχή του ανθρώπου, μα μελαγχολία και μοναξιά.
Στη Γραφή, η αθεΐα χαρακτηρίζεται αφροσύνη. Η θρησκευτική ορμή του ανθρώπου είναι τόσο πλούσια και μεγάλη, ώστε και οι άθεοι δημιουργούν θρησκευτικά υποκατάστατα, ανεβάζοντας στον άδειο θρόνο του Θεού, κατά τον καθηγητή Νικόλαο Λούβαρι, διάφορα είδωλα: Το χρυσό μοσχάρι, τη φύση, τη μαγεία, το κράτος, την επιστήμη, την τεχνική, τη μοίρα, τον ελεύθερο έρωτα. Σύγχρονοι νεοέλληνες καθηγητές, διανοούμενοι, δημοσιογράφοι προσκυνούν την άρνηση του Θεού και διακωμωδούν όσους προσκυνούν τον αληθινό Θεό. Υπάρχει μία ψυχολογική ερμηνεία στο γεγονός. Προσποιούμενοι κάποιοι τους άθεους θέλουν να δικαιολογήσουν την αδιάφανη διαγωγή τους και την άτακτη ζωή τους. Έτσι τους ικανοποιούν και ευχαριστούν και διάφορα πραγματικά ή μη εκκλησιαστικά σκάνδαλα.
Η αθεΐα έχει σχέση και με την ημιμάθεια, την υπερηφάνεια και την όπως είπαμε άστατη ζωή. Έτσι μπορούμε άνετα να πούμε πως η αθεΐα δεν οφείλεται σε αντικειμενικά αλλά σε υποκειμενικά αίτια. Από καιρό ο προοδευτισμός έχει ταυτιστεί με ένα σφοδρό αντιθεϊσμό, αντιεκκλησιασμό, αντιμοναχισμό και αντιχριστιανισμό. Επικρατούν έτσι οι ψυχίατροι, οι ψυχολόγοι, οι ψυχαναλυτές, ακόμη και οι μάγοι, οι μάντεις, οι πνευματιστές, οι ωροσκόποι και μελλοντολόγοι...
Θα κλείσω με τους λόγους του έξοχου Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη: “Άγγλος ή Γερμανός ή Γάλλος δύναται να είναι κοσμοπολίτης ή αναρχικός ή άθεος ή οτιδήποτε. Έκαμε το πατριωτικόν χρέος του, έκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα είναι ελεύθερος να επαγγέλλεται, χάριν πολυτελείας, την απιστίαν και την απαισιοδοξίαν. Αλλά Γραικύλος της σήμερον όστις θέλει να κάμει δημοσία τον άθεον ή τον κοσμοπολίτην, ομοιάζει με νάνον ανορθούμενον επ’ άκρων ονύχων και τανυόμενον να φθάσει εις ύψος και φανεί και αυτός γίγας. Το ελληνικόν έθνος, το δούλον, αλλ’ ουδέν ήττον και το ελεύθερον, έχει και θα έχει διά παντός ανάγκην της θρησκείας του”.
Πηγή:Μακεδονία.gr/index.php?name=News&file=article&sid=27016 (26/10/2008)
ἀναδημοσίευση: http://aktines.blogspot.com

Διαλέξτε: ἰσόβια ἐργασία ἤ ἰσόβια ἀνεργία καί μετά θά ....κάθεσαι!

᾿Εμείς θά ζήσουμε κι ἄς εἴμαστε φτωχοί -Γράφει ο Δημοσθένης Κούρτοβικ (κριτική βιβλίου)

Στα διηγήματα του Χρήστου Οικονόμου πρωταγωνιστεί η σύγχρονη φτωχολογιά των παραδοσιακά προλεταριακών προαστίων του Πειραιά, όπως η Νίκαια, η Χαραυγή, η Δραπετσώνα, το Κερατσίνι.
O όρος «φτωχολογιά» μπορεί να παραπλανήσει, γιατί παραπέμπει σε εικόνες εξαθλίωσης άλλων εποχών, από τις οποίες και προέρχεται. Οι ήρωες του Οικονόμου δεν ζουν σε τρώγλες ή χαμόσπιτα ή συστάδες δωματίων γύρω από φτωχικές αυλές αλλά σε διαμερίσματα πολυκατοικιών, πολλοί από αυτούς έχουν ένα έστω φτηνό αυτοκίνητο, τσιτάρουν στίχους από ροκ συγκροτήματα μάλλον παρά από λαϊκά τραγούδια, βλέπουν τηλεόραση και ξέρουν μέσες άκρες τι συμβαίνει αλλού. Εργάτες, υπάλληλοι, μικροεπαγγελματίες, ό, τι και αν είναι, έχουν παραστάσεις ενός πλατύτερου κόσμου και «απολαμβάνουν» μια ελάχιστη, επισφαλή μικροαστική άνεση. Αλλά η φτώχεια τους γίνεται πραγματική και απόλυτη, από τη στιγμή που τους καταπλακώνει η ξαφνική ανεργία ή το βάρος των χρεών ή και τα δυο μαζί.

Νά λοιπόν ένα πρώτο πράγμα που μας κάνει να προσέξουμε τα διηγήματα του Οικονόμου: εκθέτουν τη δυστυχία των μικροαστικοποιημένων και αποπτωχευμένων λαϊκών τάξεων εντός του χρόνου και του χώρου, μια σύγχρονη, σύνθετη και απόλυτα συγκεκριμένη εκδοχή της φτωχολογιάς, όχι μια αφηρημένη, ιδεοτυπική εικόνα της έξω από οποιαδήποτε ιστορικά συμφραζόμενα.

Ο κόσμος των λαϊκών στρωμάτων έχει εκλείψει από την πεζογραφία μας, καθώς ο κύριος όγκος της παράγεται πια από συγγραφείς νεότερων γενεών με διαφορετικό κοινωνικό υπόβαθρο, χωρίς σχετικά βιώματα και με άλλου είδους ευαισθησίες. Είναι, γι΄ αυτό, αξιοπρόσεκτο ότι ένας νέος πεζογράφος (ο Οικονόμου γεννήθηκε το 1970 και το Κάτι θα γίνει,θα δεις είναι μόλις το δεύτερο βιβλίο του) στράφηκε σ΄ αυτό το αγνοημένο θέμα και μάλιστα δείχνει την ικανότητα να το παρουσιάζει εκ των ένδον, με κατανόηση της γλώσσας λεπτομερειών που ένας περαστικός θα προσπερνούσε και συναισθημάτων που μένουν βουβά ή εκφράζονται με αινιγματική ελλειπτικότητα. Είναι και αυτό ένα σημάδι του γενικότερου αναπροσανατολισμού της λογοτεχνίας μας, για τον οποίο μου δόθηκε επανειλημμένα η αφορμή να μιλήσω τον τελευταίο καιρό.

Τo σκηνικό: καταθλιπτικά γνώριμο, γκρίζο, αλλά τόσο υποβλητικά ζωγραφισμένο και με τόση αίσθηση για το παραξένισμα που μπορεί να προκαλέσει το οικείο και καθημερινό όταν η τρικυμισμένη ψυχή εκτρέπει το βλέμμα από τις συνήθειές του, ώστε η μουντάδα του μεταρσιώνεται σε ποιητική εικόνα με αναπάντεχες, συγκινητικές αποχρώσεις. Μικροαστικές πολυκατοικίες, εδώ κι εκεί ταπεινές μονοκατοικίες, παλιά μαγαζιά και αποθήκες, γιαπιά, άδεια οικόπεδα με ξεθωριασμένες διαφημιστικές επιγραφές, δρόμοι με σκονισμένες μουριές και νεραντζιές, στο βάθος το λιμάνι και η θάλασσα, τόσο κοντινή και όμως τόσο μακρινή. Παγωνιές που χαρακώνουν την άνεργη ζωή, μαύρα σύννεφα που κουβαλούν τρόμο, καύσωνες που διαλύουν την ύπαρξη, καλοκαιρινές καταιγίδες και χειμωνιάτικες ζέστες με ανομβρίακαιρός με τις ακραίες διακυμάνσεις που προκαλούν οι κλιματικές αλλαγές της εποχής μας, σαν σαδιστική υπόκρουση στην ανασφάλεια των ανθρώπων για τους οποίους μιλάει ο Οικονόμου.

Τα δράματα των ανθρώπων αυτών δεν έχουν κατάληξη, ούτε ευτυχή ούτε τραγική. Συνεχίζονται πέρα από το τέλος των διηγημάτων. Όταν μπούμε στο κλίμα αυτών των ιστοριών, οι οποίες είναι πιο πολύ στιγμιότυπα, μαθαίνουμε να εκτιμούμε τη συγκεκριμένη επιλογή του συγγραφέα. Εκείνο που μετράει είναι ό, τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή, με όλο το φορτίο του σε συναισθήματα και σημασίες, όχι το τι θα γίνει έπειτα, παρόλο που το «κάτι θα γίνει, θα δεις» του τίτλου μπορεί να υποδηλώνει μια ακαθόριστη αισιοδοξία (και λέω «μπορεί», επειδή υπάρχει και η άλλη, η ειρωνική εκδοχή). Αλλά η αληθινή αισιοδοξία που αποπνέουν αυτά τα διηγήματα πηγάζει από τη βαθύτερη αξιοπρέπεια και περηφάνια των λαϊκών χαρακτήρων τους, από την ακατάβλητη θέλησή τους να προχωρήσουν, από την άρνησή τους να παραιτηθούν από τον εαυτό τους. Οι άνδρες σ΄ αυτό το βιβλίο φορούν πάντα μπότες (που δεσπόζουν και στο εξώφυλλο, πλάι σ΄ ένα ζευγάρι λερωμένες γόβες). Οι μπότες, σκέφτεται ένας από αυτούς, τον κάνουν να νιώθει σαν να φοράει πανοπλία, τα παπούτσια τα σιχαίνεται, είναι ντροπή για έναν άνδρα να δείχνει τις κάλτσες του.

Ο Οικονόμου δεν υποδεικνύει ούτε, πολύ περισσότερο, προπαγανδίζει λύσεις. Δεν φλερτάρει με τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό ούτε υιοθετεί καταγγελτικούς τόνους. Δεν ενδίδει ούτε στιγμή στο μελό, από την άλλη όμως δεν επιδίδεται σ΄ έναν στεγνό, χειρουργικό νατουραλισμό. Τα διηγήματά του πάλλονται από μια διακριτική, αλλά άμεση και ζωηρή συμπάθεια για τα πάσχοντα πρόσωπά τους, συμπάθεια τόσο μεταδοτική ώστε θα μπορούσαμε να πούμε ότι έμμεσα εξασκούν πολιτική επίδραση. Γνωρίζουν και αξιοποιούν θαυμάσια τη δύναμη της μεταφοράς, γνωρίζουν όμως και τη δύναμη της σιωπής. Ο τρόπος που η γραφή του Οικονό μου χρησιμοποιεί τη σιωπή βρίσκει ένα ωραίο οπτικό αντίστοιχο στη σκηνή από το διήγημα «Πλακάτ με σκουπόξυλο» όπου ο πρωταγωνιστής, πνιγμένος στο πένθος και την οργή για τον χαμό ενός στενού φίλου του σ΄ ένα εργατικό ατύχημα, πηγαίνει και στέκεται έξω από το μοιραίο γιαπί κρατώντας υψωμένο ένα πρόχειρο πλακάτ που δεν γράφει τίποτα πάνω του: το άγραφο πλακάτ είναι μια διαμαρτυρία ηχηρότερη από οποιοδήποτε σύνθημα.

Η γλώσσα αυτών των διηγημάτων βασίζεται στην προφορική ομιλία των λαϊκών στρωμάτων της περιοχής, αλλά δεν είναι μαγνητοφωνικά πιστή απόδοσή της. Είναι φανερή η προσεκτική επεξεργασία της από τον συγγραφέα, όχι τόσο σε επίπεδο λεξιλογίου όσο σε επίπεδο δομής του λόγου, έτσι όμως ώστε να παραμένει πειστική, δεδομένου ότι η αφήγηση γίνεται με εσωτερική εστίαση, δηλαδή από τη σκοπιά των ίδιων των χαρακτήρων. Ο Οικονόμου εμφυτεύει συχνά σ΄ αυτό τον λόγο εντυπωσιακά χυμώδεις αποφθεγματικές προτάσεις, πιστές στο πνεύμα των προσώπων του, αλλά όχι απαραίτητα και στη ρητορική ικανότητά τους. Τέλος, τα διηγήματα του Κάτι θα γίνει, θα δειςαναδεικνύουν την ομορφιά ενός κόσμου που σχεδόν όλοι οι εξωτερικοί παρατηρητές θα χαρακτήριζαν άσχημο. Γιατί η ομορφιά δεν υπάρχει τόσο στα πράγματα όσο στον τρόπο που τα βλέπουμε, στη σχέση που έχουμε με αυτά. Όταν, στο διήγημα που έδωσε τον τίτλο του στη συλλογή, η Νίκη αναρωτιέται τι θα έκανε αν κάποτε αναγκαζόταν να φύγει από τη γειτονιά όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, ακολουθεί μια νοερή, σπαρακτικά συγκινητική περιπλάνηση του βλέμματός της ανάμεσα σε ρολά ρημαγμένων ψιλικατζίδικων, κολόνες της ΔΕΗ γεμάτες αφίσες, ενοικιαστήρια και κηδειόσημα, τις μουριές και τις νεραντζιές των δρόμων, παγκάκια σε πλατείες, ορφανές βέσπες πεθαμένων γειτόνων, θολές τζαμαρίες κουρείων, σμπαραλιασμένες καγκελόπορτες. Είναι το χάδι του βλέμματος, το χάδι της μνήμης που κάνει όλα αυτά τα πράγματα όμορφα.

Πηγή: http://www.tanea.gr(Σάββατο, 3 Ιουλίου 2010, Βιβλιοδρόμιο)

Τό ἀπόσπασμα τοῦ Ριζοσπάστη πού "ἐκνεύρισε " τόν Χατζηνικολάου

Οἱ Κράχτες τῶν ἐφοπλιστῶν


«Η στάση του ΠΑΜΕ τους τελευταίους μήνες προκαλεί ζημιά στην πατρίδα», αποφάνθηκε χτες το πρωί ο Ν. Χατζηνικολάου, σε ένα ακόμα παραλήρημα κατά των ναυτεργατών από το ραδιοσταθμό του («Real»). Απαντά ο «Ριζοσπάστης» : «Δεν περίμενε βέβαια κανείς μια διαφορετική στάση από ένα δημοσιογράφο με συνέπεια και στοχοπροσήλωση στο σύστημα που έχει διαχρονικά υπηρετήσει τα συμφέροντά του. Ωστόσο πάει πολύ να εμφανίζει ως «αντεθνικώς δρώντες» τους ναυτεργάτες που αγωνίζονται για να υπερασπιστούν τα εναπομείναντα δικαιώματά τους και να μην ξεπέσουν στο «καθεστώς γαλέρας» που θέλουν να τους ρίξουν οι εφοπλιστές με τη βοήθεια της κυβέρνησης και της ηγεσίας της ΝΔ. Χρειάζεται περίσσιο θράσος να κατηγορείς όσους δίνουν σκληρές μάχες στην κυριολεξία για την επιβίωσή τους και την ίδια στιγμή να «γλείφεις» τους εφοπλιστές, για τους οποίους ο δήθεν «αντικειμενικός» δημοσιογράφος ποτέ δεν έχει πει το παραμικρό. Ποτέ δεν είδε πού «κτίζουν» τα πλοία τους, δεν είδε τα προκλητικά προνόμια που απολαμβάνουν (φοροαπαλλαγές, συνεχείς μειώσεις στην οργανική σύνθεση), ούτε βέβαια από την άλλη τους χαμηλούς μισθούς, την εντατικοποίηση της δουλειάς των ναυτεργατών κ.ο.κ. Ποτέ δεν είδε ότι οι «απελευθερωμένοι» ακτοπλόοι αύξησαν τα ναύλα κατά 400% τα τελευταία χρόνια, παρόλο που καρπώθηκαν εκατοντάδες εκατομμύρια από τις κρατικές επιδοτήσεις, ποτέ δεν είδε πως δένουν όποτε θέλουν τα πλοία τους, αφήνοντας τα νησιά στο έλεος του Θεού…, κ.ο.κ. Ολα αυτά, και πολλά ακόμα, ο Ν. Χατζηνικολάου ποτέ δεν τα είδε…»

Δυστυχώς ΟΛΑ όσα αναφέρει ο «Ρ», είναι η σκληρή πραγματικότητα.

Πηγή:http://www.musicheaven.gr