"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Κυριακή 21 Μαρτίου 2010

῾Υπομονή (ποίημα ἀγνώστου)




᾿Αφιερώνεται στούς ἐν θλίψεσι καί ἀνάγκαις ἀδελφούς μας....

αγνώστου ποιητού

Πρὶν σοῦ στείλει ὁ Θεὸς τὸν σταυρὸ ποὺ σηκώνεις,
τὸν κοίταξε μὲ τὰ πάνσοφα μάτια Του,
τὸν ἐξέτασε μὲ τὴ θεία λογική Του,
ἐξέλεξε μὲ τὴν ἀτελείωτη δικαιοσύνη Του,
τὸν θέρμανε στὴ γεμάτη ἀγάπη καρδιά Του,
τὸν ζύγισε καλὰ μὲ τὰ στοργικά Του χέρια ,
μὴ τυχὸν καὶ πέσει βαρύτερος
ἀπ᾿ ὅσο μπορεῖς νὰ σηκώσεις,
καὶ ἀφοῦ ὑπελόγισε τὸ θάρρος σου
τὸν εὐλόγησε καὶ τὸν ἀπέθεσε στοὺς ὤμους σου.

Μπορεῖς νὰ τὸν σηκώσεις, κράτησέ τον καὶ ἀνέβαινε
ἀπὸ τὸ Γολγοθᾶ πρὸς τὴν Ἀνάσταση. Ἀμήν.


phys.uoa.gr/~nektar

"ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ..." Ἀρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρ


 

Διάλεξα ἕνα κομμάτι ἀπό τό Εὐαγγέλιο, ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, καί ἰδιαίτερα τό "Πάτερ ἡμῶν", γιατί νομίζω εἶναι ἡ πιό χαρακτηριστική προσευχή, ἐφ' ὅσον εἶναι "Κυριακή" προσευχή, ἡ προσευχή πού μᾶς ἔδωσε ὁ Κύριος.
Καί νομίζω ὅτι ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε τήν προσευχή πού Ἐκεῖνος ἔκανε, μᾶς ἔδωσε τή ζωή πού Ἐκεῖνος ἔζησε καί μᾶς δίδαξε τόν ἴδιο τόν ἑαυτόν Του· κι αὐτό εἶναι ἡ ἀλήθεια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί ὅπως μᾶς εἶπε ἄλλη φορά "Ἐγώ εἰμί ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα" (Ἰω. ιε´ 5)· ὅπως ἡ σχέση τοῦ κλήματος καί τῆς ἀμπέλου εἶναι μιά σχέση ὀργανική καί ἀθόρυβα προχωρᾶ ὁ χυμός τῆς ἀμπέλου πρός τά κλήματα, ἔτσι καί ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε ὅλη τήν ὕπαρξή Του, ὁπότε, μέσα στήν προσευχή αὐτή - ἄν τήν κάνουμε συνειδητά καί ἄν τήν ζοῦμε - νομίζω ὅτι ζοῦμε ἐν Χριστῶ Ἰησοῦ.
Ἀλλά ἄς ἀρχίσουμε νά διαβάζουμε τήν προσευχή αὐτή καί νά τήν παρακολουθοῦμε φράση πρός φράση.
Ἡ πρώτη φράση λέει:
"Π ά τ ε ρ   ἡ μ ῶ ν,   ὁ   ἐ ν   τ ο ῖ ς   ο ὐ ρ α ν ο ῖ ς".
Νομίζω ὅτι ἡ ἁμαρτία μας ἡ μεγάλη εἶναι μιά· πολλές φορές ἀπογοητευόμαστε καί ξεχνᾶμε ἕνα πρᾶγμα: ὄχι ὅτι εἴμαστε ἀδύνατοι, ἀλλ' ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει. Ἄν ἔχουμε ἕνα κεφάλαιο ἐμεῖς οἱ ἀδύνατοι, εἶναι ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἀγαπᾶ καί ὅτι ὁ Θεός εἶναι Πατέρας μας.
Λέμε ὅτι ὁ πατέρας, ἡ μάνα, ἀγαποῦν τό παιδί τους ὄχι γιατί εἶναι καλό, ἀλλά γιατί εἶναι παιδί τους· ὁπότε εἶναι μεγάλο πράγμα ἄν αὐτή τή συνείδηση τήν ἀποκτήσουμε καί νοιώσουμε ὅτι μποροῦμε ἐμεῖς νά ποῦμε τό Θεό Πατέρα μας. Γιατί αὐτή ἡ λέξη τά λέει ὅλα. Ἀμέσως μᾶς βάζει μέσα στό κλίμα τῆς Ἐκκλησίας. Μπορεῖ νά εἶναι κανένας ὀρφανός, μπορεῖ νά τόν ἔχουν ἐγκαταλείψει οἱ δικοί του, μπορεῖ ὅλα νά τά ἔχει χάσει καί νά αἰσθάνεται μόνος· ἀπό τή στιγμή ὅμως πού ὁ Θεός εἶναι Πατέρας του, νοιώθει μιά ἀσφάλεια, μιά σιγουριά καί ὅλος ὁ κόσμος γίνεται σπίτι του.
Θά τολμοῦσα νά πῶ καί τό ἑξῆς: μήπως δέν θἆταν καλύτερα νά μᾶς ἐγκαταλείψουν ὅλοι, γιά νά νοιώθουμε αὐτή τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; Θαρρῶ πώς κι αὐτό μποροῦμε νά τό ποῦμε. Γι' αὐτό, βλέπετε κι ὁ Κύριος στούς μακαρισμούς Του λέγει: "Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, μακάριοι οἱ διψῶντες, μακάριοι οἱ πεινῶντες, μακάριοι οἱ κλαίοντες...". Δηλ. Μακάρι νά στερηθοῦμε τή στοργή τήν ἀνθρώπινη, νά τά χάσουμε ὅλα, γιά νά νοιώσουμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι Πατέρας μας.
Θυμᾶμαι μιά φορά πού εἴχαμε ρωτήσει μιά γριά στό Παρίσι, Ρωσίδα, τί εἶναι μοναχός, καί αὐτή μᾶς εἶπε αὐθόρμητα ὅτι μοναχός εἶναι ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος κρέμεται ἀπό ἕνα σχοινί, καί τό σχοινί αὐτό εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Νομίζω ὅτι αὐτό τελικά μποροῦμε νά τό ποῦμε γιά κάθε ἄνθρωπο: ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει μιά δύναμη στή ζωή του καί ἡ δύναμη αὐτή εἶναι ὅτι ὁ Θεός τόν ἀγαπᾶ. Ἤλθαμε στή ζωή καί ἐλπίζουμε, γιατί κάποιος μᾶς ἀγαπᾶ· κι αὐτός ὁ κάποιος εἶναι δυνατός ἄσχετα ἄν ἐμεῖς εἴμαστε ἀδύνατοι.
"Π ά τ ε ρ ἡ μ ῶ ν, ὁ ἐ ν τ ο ῖ ς ο ὐ ρ α ν ο ῖ ς". Πατέρας μας λοιπόν δέν εἶναι ἁπλῶς κάποιος πού μπορεῖ νά ἐντοπισθεῖ ἐδῶ καί ἐκεῖ, ἀλλά εἶναι ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, οὐράνιος Πατέρας, ὁπότε, ὅλος ὁ κόσμος, ὅλος ὁ οὐρανός γίνεται σπίτι μας. Ἔτσι, λοιπόν, μποροῦμε νά νοιώθουμε ἄνετα κι ἐλεύθερα. Γι' αὐτό, λέγεται, ὅτι ὅταν εἶπαν στόν Εὐάγριο Ποντικό, ἕνα ἀπό τούς πρώτους ἀσκητές τῆς Νιτρίας, ὅτι ὁ πατέρας του πέθανε, αὐτός ἀντέδρασε αὐθόρμητα καί λέει: "Μή βλαστημεῖτε· ὁ Πατέρας μου δέν πέθανε ποτέ"!
Ἔτσι, λοιπόν, μέ τήν πρώτη φράση ὁ Κύριος μᾶς δίνει κουράγιο, μᾶς κάνει δικούς Του ἀδελφούς, καί μᾶς λέει τόν Πατέρα Του νά τόν λέμε καί δικό μας Πατέρα. Καί κάτι ἄλλο λένε οἱ Πατέρες: Λέμε τό Θεό "Πάτερ ἡμῶν" - δέν λέμε ἁπλῶς Πατέρα μου - ὁπότε ὁ Θεός εἶναι ὅλων Πατέρας μας καί, ἔτσι, ὅλοι εἴμαστε μεταξύ μας ἀδελφοί.
Ἡ ἑπόμενη φράση λέει, "ἁ γ ι α σ θ ή τ ω   τ ό   ὄ ν ο μ ά   σ ο υ,   ἐ λ θ έ τ ω   ἡ   β α σ ι λ ε ί α   σ ο υ...".
Σ' αὐτές τίς δύο φράσεις οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας βλέπουν τήν παρουσία τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί ἔτσι λοιπόν, σ' αὐτές τίς τρεῖς φράσεις "Πάτερ ἡμῶν... ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου", εἶναι παροῦσα ὅλη ἡ Ἁγία Τριάς. Τό Ὄνομα τοῦ Θεοῦ Πατρός εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ Πατρός, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, καί ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. (Ὑπάρχει μάλιστα μιά γραφή τοῦ Εὐαγγελίου παλαιότερη, πού ἀντί νά λέει "ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου" λέει "ἐλθέτω τό Πνεῦμα σου τό Ἅγιον ἐφ' ἡμᾶς καί καθαρισάτω ἡμᾶς). Ὁπότε ἐδῶ ἔχουμε παροῦσα τήν Ἁγία Τριάδα. Εἶναι αὐτό πού λέμε: "Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα παντοκράτορα..., καί εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν..., καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον...".
"Ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου...". Παρακαλοῦμε ἐμεῖς νά ἁγιασθεῖ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ, ἄν βλέπουμε αὐτά πού λένε οἱ Πατέρες, ὅτι τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ Πατρός εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, αὐτό τό "ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου" μποροῦμε νά τό συνδέσουμε μέ ἐκεῖνο πού λέει ὁ Κύριος: "Ἐγώ ἁγιάζω ἐμαυτόν, ἵνα καί αὐτοί ὦσιν ἡγιασμένοι ἐν ἀληθείᾳ" (Ἰω. ιζ´ 19). Καί τό "ἁγιάζω ἑμαυτόν" τοῦ Κυρίου σημαίνει ὅτι, ἐγώ θυσιάζω τόν ἑαυτό μου γιά νά ἁγιασθοῦν ἐν ἀληθείᾳ, στήν πραγματικότητα, οἱ πιστοί. Ἔτσι λοιπόν, ὅταν καί ἐμεῖς λέμε "ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου", εἶναι σάν νά λέμε, ἄς ἁγιασθεῖ ἡ θυσία τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτό ὁ Κύριος εἶναι ὁ ἁγιασμός, ἡ ἀπολύτρωση καί ἡ δικαιοσύνη ἡμῶν. Καί, "ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου", νά ἔλθει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο στήν Πεντηκοστή· καί πάντοτε ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα, καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι μιά συνεχής Πεντηκοστή.
Μέσα, λοιπόν, σ' αὐτές τίς τρεῖς φράσεις βλέπουμε παροῦσα ὅλη τήν Ἁγία Τριάδα. Ἀλλά, μποροῦμε νά δοῦμε σ' αὐτές τίς τρεῖς φράσεις, καί τήν πραγματικότητα τῆς ἐπικλήσεως τῆς κεντρικῆς εὐχῆς τῆς Θείας Λειτουργίας: Αὐτό πού ὁ ἱερεύς, παρακαλεῖ τόν Οὐράνιο Πατέρα, νά στείλει δηλ. τό Πνεῦμα τό πανάγιον καί νά ποιήσει τόν ἄρτον καί τόν οἶνον Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ.
Καί φθάνουμε στήν τέταρτη φράση, ἡ ὁποία εἶναι ἡ κεντρική φράση τοῦ "Πάτερ ἡμῶν", καί τό κεντρικό σημεῖο τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου καί τῆς δικῆς μας ζωῆς:
εἶναι τό "γ ε ν η θ ή τ ω   τ ό   θ έ λ η μ ά σ   ο υ".
Ἴσως αὐτή ἡ φράση, "γενηθήτω τό θέλημά σου", μπορεῖ νά παρομοιασθεῖ μέ τό "Ἀμήν" τῆς ἐπικλήσεως. Καί αὐτό τό "γενηθήτω τό θέλημά σου" εἶναι ἡ κατάληξη καί ἡ ἀνακεφαλαίωση τῶν προηγουμένων φράσεων· στίς προηγούμενες φράσεις λέμε, "ἁγιασθήτω τό Ὄνομά σου", "ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου", "γενηθήτω τό θέλημά σου". Ἀναφερόμαστε στό Θεό, λέμε τό ὄνομά Του νά ἁγιασθεῖ, ἡ βασιλεία Του νά ἔλθει, τό θέλημά του νά γίνει. Δίνουμε τά πάντα στό Θεό, καί αὐτό ἐπικυρώνεται καί ἀνακεφαλαιώνεται μ' αὐτή τή φράση, "γενηθήτω τό θέλημά σου".
Γιά νά καταλάβουμε καλύτερα τί σημασία ἔχει τό "γενηθήτω τό θέλημά σου", θά εἶναι καλά νά θυμηθοῦμε αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος, γιατί κατέβηκε ἀπ' τόν Οὐρανό: "Ἐγώ καταβέβηκα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργον". Καί τό ἄλλο πάλι πού λέει, ὅτι "ἡ κρίσις ἡ ἐμή δικαία ἐστί..."· ἡ κρίσις μου εἶναι δίκαιη καί σωστή γιατί "οὐ ζητῶ τό θέλημα τό ἐμόν, ἀλλά τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός". Καί κάτι ἄλλο: θυμᾶστε πού ὁ Κύριος συναντήθηκε μέ τή Σαμαρείτιδα· ὅταν ἦλθαν οἱ μαθητές, εἶπαν στόν Κύριο: "Ραββί, φάγε"· κι ἐκεῖνος τούς ἀπάντησε, ὅτι "ἐγώ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἥν ἡμεῖς οὔκ οἴδατε...". Ἐγώ ἔχω νά φάω ἕνα φαγητό τό ὁποῖο ἐσεῖς δέν ξέρετε. "Ἐμόν βρῶμα ἐστίν ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργον".
Αὐτό, λέει, πού ἐμένα μέ τρέφει εἶναι νά ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός. Καί νομίζω ὅτι αὐτό εἶναι τό βασικό πράγμα τό ὁποῖο καθορίζει τή ζωή τοῦ Κυρίου καί τή ζωή τή δική μας. Γι' αὐτό βλέπουμε τόν Κύριο στή συνέχεια, τήν ὥρα τῆς Γεθσημανῆ, δηλ. τήν ὥρα τῆς πραγματικῆς ἀγωνίας - θἄλεγε κανείς τήν ὥρα ἑνός δυνατοῦ σεισμοῦ πού τά πάντα δοκιμάζονται, καί ὁ Κύριος "γενόμενος ἐν ἀγωνίᾳ ἐκτενέστερον προσηύχετο" - νά λέει "Πάτερ μου, εἰ οὐ δύναται τοῦτο τό ποτήριον παρελθεῖν ἀπ' ἐμοῦ ἐάν μή αὐτό πίω, γενηθήτω τό θέλημά σου" (Ματθ. κστ´ 42). Αὐτό πού μᾶς εἶπε ὁ Κύριος νά λέμε, καί ἐκεῖνος τό εἶπε στή δύσκολη στιγμή καί προχωρεῖ ὁ Κύριος ἤρεμα, ἀλλά παντοκρατορικά πρός τό πάθος ἀκριβῶς γιατί λέγοντας, "ὄχι τό δικό μου θέλημα, ἀλλά τό δικό σου νά γίνει", ἀμέσως στρέφεται ἐσωτερικά, παίρνει ἄλλη δύναμη καί προχωρεῖ.
Δέν θἆταν ἄσχημα νά πᾶμε τώρα γιά μιά στιγμή καί στή δικιά μας ζωή. Ἀγωνιζόμαστε στή ζωή μας, ἀρχίζουμε, ἔχουμε σχέδια, ἔχουμε προγράμματα, προχωρᾶμε καλά, ἀλλά σέ μιά στιγμή μπορεῖ νά περάσουμε δυσκολίες. Νομίζω ὅτι δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού νά μήν περάσει τή Γεθσημανῆ του. Καί τήν ὥρα πού τά πάντα καταρρέουν, τότε μόνο τά πάντα ἀνασταίνονται, καί τότε μόνο καταλαβαίνει κανείς αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι τό νά ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός καί ὄχι τό δικό μου, αὐτό εἶναι πού μέ τρέφει. Ἐκείνη τή στιγμή πού τά πάντα καταστρέφονται καί δέν ὑπάρχει καμμιά ἐλπίδα πουθενά καί κανένα φῶς, καί τά πάντα εἶναι σκεπασμένα μέ σκοτάδι, ἄν ὁ ἄνθρωπος πεῖ - Θεέ μου, νά γίνει τό θέλημά σου, ἀμέσως παίρνει μιά ἄλλη δύναμη, ἀνασταίνεται καί προχωρεῖ παντοκρατορικά καί σεμνά πρός τήν ὁδό, πρός τή διάβαση, πρός τό Πάσχα πού εἶναι ὁ Χριστός, σέ μιά ἐξέλιξη πού δέν σταματᾶ ποτέ. Καί τότε, ἐκ τῶν ὑστέρων, θά εὐχαριστεῖ κανείς τό Θεό ὄχι γιά τίς εὐκολίες, ἀλλά γιά τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς του καί γιά τή Γεθσημανῆ του, ἡ ὁποία τόν ἀνάγκασε, μέσα στήν ἐξάρθρωση τοῦ ἑαυτοῦ του, νά πεῖ τό λογισμό του ἐλεύθερα, νά καταλήξει στό: "Θεέ μου, νά γίνει τό δικό σου θέλημα".
Νομίζω ὅτι αὐτό τό "γενηθήτω τό θέλημά σου" μοιάζει μέ τό "γενηθήτω" τό δημιουργικό (αὐτό πού λέει ὁ Κύριος, "Εἶπε καί ἐγενήθησαν, ἐνετείλατο καί ἐκτίσθησαν"), καί μέ τό λειτουργικό γενηθήτω (ὅταν ὁ ἱερεύς ἱερουργεῖ τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί παρακαλεῖ τόν Πατέρα νά καταπέμψει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί νά ποιήσει τόν ἄρτον Σῶμα Χριστοῦ καί τό ἐν τῷ Ποτηρίῳ Αἷμα Χριστοῦ καί λέει τό Ἀμήν, Ἀμήν, Ἀμήν, ὁπότε ἤδη ἔγινε τό μυστήριο. Ὑπάρχει μιά σχέση μεταξύ τοῦ δημιουργικοῦ γενηθήτω καί τοῦ λειτουργικοῦ). Ὅταν ὁ ἄνθρωπος συνειδητά πεῖ, Θεέ μου, νά γίνει τό θέλημά σου καί σέ μένα, μοιάζει καί μέ αὐτό πού εἶπε ἡ Παρθένος στόν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ: "γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου"· νά γίνει σέ μένα, στήν ὕπαρξή μου, μέσα μου, κατά τό ρῆμα σου· Θεέ μου, νά γίνει κατά τό θέλημά σου. Ὁπότε ὁ ἄνθρωπος ἁγιάζεται καί παίρνει μιά ἄλλη δύναμη.
Λέει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ κάπου, ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ, ὑπακούοντας στό Θεό, νά γίνει Θεός κατά χάριν, καί νά δημιουργήσει ἐκ τοῦ μή ὄντος νέους κόσμους: ὁ ἄνθρωπος γίνεται τελείως νέος, ὁ ἀδύνατος παίρνει ἄλλη δύναμη καί ὁ νεκρός παίρνει νέα ζωή καί προχωρεῖ. Τότε καταλαβαίνει ὅτι, πράγματι, εἶναι τροφή πραγματική τό νά καταλήξει νά πεῖ ἤρεμα, "Θεέ μου, νά γίνει τό θέλημά σου καί ὄχι τό δικό μου".
Γι' αὐτό βλέπετε ὅτι ὁ ἀληθινός θεολόγος δέν εἶναι αὐτός πού πάει στό πανεπιστήμιο καί παίρνει ἄριστα ἐπειδή θυμᾶται μερικές χρονολογίες καί μερικά ὀνόματα ἤ γράφει μιά ἐργασία· ἀλλά, ἀληθινός θεολόγος πού γνωρίζει ποιά εἶναι ἡ δύναμη καί ἡ ἀλήθεια τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου, εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος στή δύσκολη στιγμή λέγει: μή τό ἐμόν, ἀλλά τό σόν γενέσθω θέλημα. Τότε ὅλος ὁ Θεός μπαίνει μέσα του, τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο τόν κάνει θεολόγο, τόν κάνει θεό κατά χάριν καί προχωρεῖ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μέ ἕνα ἄλλο τρόπο μπροστά. Καί ὅπως ὁ Κύριος ἀναστημένος προχωροῦσε κεκλεισμένων τῶν θυρῶν ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος, αὐτός ὁ ἀδύνατος ἀλλά καί παντοδύναμος μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, προχωρεῖ εἴτε τά προβλήματα εἶναι λυμένα ἤ ἀνοικτά. Γι' αὐτό ἄν τυχόν περνᾶμε δυσκολίες ἄς λέμε τό λογισμό μας ἐλεύθερα· ὅπως θέλει κανείς νά ἐκφρασθεῖ, ἄς ἐκφρασθεῖ, γιατί ὁ Θεός εἶναι Πατέρας μας. Ἀλλά στή συνέχεια ἄς ποῦμε, Θεέ μου, ἐγώ δέν ξέρω, ἐσύ ξέρεις, ἐσύ μέ ἀγαπᾶς πιό πολύ ἀπό ὅ,τι τούς ἀγαπῶ ἐγώ καί πιό πολύ ἀνήκουν σέ σένα ὅλοι ἀπ' ὅ,τι ἀνήκουν σέ μένα. Ὁπότε ἄς γίνει τό θέλημά σου. Ἄν τυχόν τό θέλημά σου ἐξωτερικά φαίνεται καταστροφή, νἆναι καταστροφή. Καλύτερα μιά θεοθέλητη καταστροφή παρά ὁποιαδήποτε ἐπιτυχία μέ τήν ἀνθρώπινη βούληση, πού εἶναι ἀληθινό χαντάκωμα καί ἀληθινή καταστροφή. Τότε τό "γενηθήτω τό θέλημά σου" εἶναι ἡ φράση πού μᾶς τρέφει καί μᾶς ἀνασταίνει σέ ἕνα ἄλλο χῶρο.
Ἡ ἄλλη φράση εἶναι, "ὡ ς   ἐ ν ο ὐ ρ α ν ῷ   κ α ί   ἐ π ί   τ ῆ ς   γ ῆ ς".
Ἐδῶ πέρα, λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ Χριστός, βάζει τόν καθένα μας ὑπεύθυνα γιά τή σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου. Δέν λέει, "Θεέ μου, νά γίνει τό θέλημά σου στή ζωή μου", ἀλλά νά γίνει τό θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς, νά γίνει σ' ὁλόκληρη τή γῆ. Θυμᾶμαι σ' ἕνα νησί, στήν Κῶ, πού εἶχα πάει μιά φορά εἶχα δεῖ μιά γριούλα. Μοῦ λέει, "Ἐγώ δέν ξέρω γράμματα καί δέν ξέρω νά κάνω καμιά προσευχή, μά οὔτε τό Πιστεύω μπορῶ νά πῶ οὔτε τό Πάτερ ἡμῶν. Γι' αὐτό, τό βράδυ ὅταν πέσω νά κοιμηθῶ, κάνω τό σταυρό μου καί παρακαλῶ ὁ Θεός νά ξημερώσει μέ τό καλό ὅλον τόν κόσμο". Μέ ρωτᾶ, "Καλά κάνω;" Τῆς λέω, "Καλά κάνεις".
Βλέπετε, ἡ γριούλα εἶχε συλλάβει τό μυστικό τῆς εὐχῆς αὐτῆς· καί ἐπειδή ζοῦσε μέσα στήν Ἐκκλησία, καί ἐπειδή εἶχε τή χάρη τοῦ Χριστοῦ πού κυκλοφοροῦσε μέσα στήν ὕπαρξή της ἀθόρυβα, ὅπως πάει ὁ χυμός τῆς ἀμπέλου πρός τό κλῆμα, γι' αὐτό, χωρίς νά ξέρει γράμματα, ἔκανε αὐτό τό ἀληθινό: παρακαλοῦσε ὁ Θεός νά ξημερώσει μέ τό καλό ὅλο τόν κόσμο. Ἔτσι λοιπόν λέμε "ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς".
Παρακάτω λέμε, "τ ό ν   ἄ ρ τ ο ν   ἡ μ ῶ ν   τ ό ν   ἐ π ι ο ύ σ ι ο ν".
Ὅταν φθάσουμε στό σημεῖο νά περάσουμε τή Γεθσημανῆ καί νά ποῦμε στή δύσκολη στιγμή, "Θεέ μου, γενηθήτω τό θέλημά σου" καί δέν δυσανασχετοῦμε, δέν ἀγανακτοῦμε, ἀλλά αὐτό τό δεχόμαστε μέ καρτερία καί ἠρεμία, τότε νομίζω ὅτι εἶναι ἱκανό τό πνευματικό μας στομάχι νά χωνέψει τήν ὄντως τροφή. Καί ἡ ὄντως τροφή πάλιν εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Εἴδατε ὅτι εἶπε: "Ἐγώ εἰμί ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τίς φάγη ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τόν αἰῶνα" (Ἰω. στ´ 51). Ἐγώ εἶμαι ὁ ἀληθινός ἄρτος, ὁ ζωντανός, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό· καί ἄν κανείς φάει ἀπ' αὐτόν τόν ἄρτο θά ζήσει καί δέν πρόκειται νά πεθάνει. Δηλ. παίρνει ἀπό τώρα μιά δύναμη καί μιά χάρη, ἡ ὁποία τόν βοηθᾶ νά ξεπεράσει τό θάνατο· ἤδη ἀπό τώρα, ἐνῶ βρίσκεται ἐν σαρκί, βρίσκεται μέσα στήν αἰώνια ζωή.
Γι' αὐτό ὅταν λέει ὁ Κύριος, "τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον", τί ἀκριβῶς θέλει νά πεῖ; Καί λένε οἱ Πατέρες ὁ "ἐπιούσιος" σημαίνει ὁ ἄρτος πού ἀφορᾶ τήν οὐσία τοῦ ἀνθρώπου ἤ ὁ ἄρτος τῆς ἐπιούσης ἡμέρας. Ἐπιοῦσα ἡμέρα εἶναι ἡ ἑπόμενη μέρα· καί ἑπόμενη μέρα εἶναι ὁ ἑπόμενος αἰών, εἶναι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἔτσι λοιπόν, παρακαλοῦμε τό Θεό Πατέρα νά μᾶς ἀξιώσει τῆς "ἐπιούσης ἡμέρας", τοῦ οὐρανίου ἄρτου, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, νά μᾶς Τόν δώσει σάν τροφή ἀληθινή ἀπό σήμερα. Καί ἐνῶ βρισκόμαστε ἐν σαρκί, ἐνῶ βρισκόμαστε σ' αὐτό τόν κόσμο, ὁ ἀληθινός ἄρτος πού θά μᾶς τρέφει νἆναι ὁ ἄρτος τῶν ἀγγέλων, ὁ ἄρτος τῆς "ἐπιούσης ἡμέρας", ὁ ἄρτος τῆς μελλούσης ζωῆς καί βασιλείας.
"Κ α ί   ἄ φ ε ς   ἡ μ ῖ ν   τ ά   ὀ φ ε ι λ ή μ α τ α   ἡ μ ῶ ν   ὡ ς   κ α ί   ἡ μ ε ῖ ς   ἀ φ ί ε μ ε ν   τ ο ῖ ς   ὀ φ ε ι λ έ τ α ι ς   ἡ μ ῶ ν".
Ἐδῶ πέρα θυμόμαστε τήν προσευχή τοῦ Κυρίου πού εἶπε γιά τούς σταυρωτές του: "Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι" (Λουκ. κγ´ 34). Ὁ Κύριος τούς συγχώρεσε καί ἐπειδή δέν ὑπῆρχε καμιά δικαιολογία γι' αὐτό, ὁ Κύριος βρῆκε μιά δικαιολογία γι' αὐτούς, ὅτι δέν ξέρουν τί κάνουν.
"Καί ἄφες ἡμῖν..., ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν...". Ἡ φράση αὐτή ἔχει κάτι λίγο πιό ἀπαιτητικό. Δέν μᾶς λέει ὁ Κύριος νά παρακαλοῦμε τό Θεό Πατέρα νά μᾶς βοηθήσει νά συγχωροῦμε τούς ἄλλους, ἀλλά λέμε ὅτι ἐμεῖς ὁπωσδήποτε συγχωροῦμε. Καί λέει ὁ Γρηγόριος ὁ Νύσσης ὅτι ἐδῶ πέρα, ἐμεῖς σάν νά λέμε στό Θεό Πατέρα νά λάβει ἐμᾶς σάν ὑπόδειγμα καί νά μᾶς συγχωρήσει καί ἐμᾶς.
Ἀλλά ἄν τυχόν ἐμεῖς δέν συγχωροῦμε, τότε τίποτε δέν γίνεται, τό εἶπε ὁ Κύριος ξεκάθαρα: "Ἐάν δέ μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ Πατήρ ὑμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν" (Ματθ. στ´ 15). Μπορεῖ νά πηγαίνουμε στά Κατηχητικά, μπορεῖ νά πηγαίνουμε στίς ὁμιλίες, στήν ἐκκλησία, νά κοινωνοῦμε καί νά προχωροῦμε στήν πνευματική ζωή, μπορεῖ νά κάνουμε θαύματα, καί ὅμως νά μή συγχωροῦμε κάποιον. Ἀλλά ἐάν δέν συγχωροῦμε δέν γίνεται ἀπολύτως τίποτα.
Στό σημεῖο αὐτό θἄθελα νά θυμηθοῦμε κάτι πού ἔλεγε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός στούς ἀνθρώπους πού ἀπευθυνόταν: "Πονάω γιατί δέν ἔχω χρόνο νά σᾶς δῶ ὅλους χωριστά τόν καθένα σας καί νά ἐξομολογηθεῖτε καί νά μοῦ πεῖτε τά παράπονά σας καί νά σᾶς πῶ καί ἐγώ ὅ,τι μέ φωτίσει ὁ Θεός. Ἀλλά ἐπειδή δέν μπορῶ νά σᾶς δῶ ὅλους, θά σᾶς πῶ μερικά πράγματα τά ὁποῖα πρέπει νά ἐφαρμόσετε. Κι ἄν αὐτά ἐφαρμόσετε θά προχωρήσετε καλά. Τό πρῶτο εἶναι νά συγχωρᾶτε τούς ἐχθρούς σας". Καί γιά νά τούς κάνει νά καταλάβουν τί ἤθελε νά πεῖ, τούς δίνει ἕνα παράδειγμα: "Ἤλθαν δύο νά ἐξομολογηθοῦν, ὁ Πέτρος καί ὁ Παῦλος. Ὁ Πέτρος μοῦ εἶπε: "Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, ἐγώ ἀπό μικρός πῆρα τόν καλό δρόμο. Ζῶ στήν ἐκκλησία, ἔχω κάνει ὅλα τά καλά, προσεύχομαι, κάνω ἐλεημοσύνες, ἔχω κτίσει ἐκκλησίες, ἔχω κτίσει μοναστήρια, ἔχω ἕνα μικρό ἐλαττωματάκι, ὅτι δέν συγχωρῶ τούς ἐχθρούς μου". Καί λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὅτι, "Ἐγώ, αὐτόν τόν ἀποφάσισα γιά τήν κόλαση, κι εἶπα #8005;ταν πεθάνει θά τόν πετάξουν στό δρόμο νά τόν φᾶνε τά σκυλιάquot;. Μετά ἀπό λίγο ἔρχεται ὁ Παῦλος, ὁ ὁποῖος ἐξομολογήθη καί μοῦ λέει: "Ἐγώ ἀπό μικρός πῆρα τό στραβό δρόμο, ἔχω κλέψει, ἔχω ἀτιμάσει, ἔχω σκοτώσει, ἔχω κάψει ἐκκλησίες, μοναστήρια, δηλ. εἶμαι σάν δαιμονισμένος· μόνο ἕνα καλό ἔχω, ὅτι συγχωρῶ τόν ἐχθρό μου". Καί λέει ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς, "ἐγώ κατέβηκα, τόν ἀγκάλιασα, τόν φίλησα καί τοῦ εἶπα σέ τρεῖς μέρες νά κοινωνήσει".
Αὐτός πού εἶχε ὅλα τά καλά, μέ τήν κακότητα νά μή συγχωρεῖ τόν ἐχθρό του, ὅλα αὐτά τά μόλυνε, ὅπως ἔχουμε 100 ὀκάδες ζυμάρι καί βάζουμε λίγο προζύμι καί κουφίζει ὅλο τό ζυμάρι. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά ὁ ἄλλος πού ἔχει κάνει ὅλα τά κακά, συγχωροῦσε τόν ἐχθρό του· αὐτό ἔδρασε μέσα σ' ὅλα αὐτά σάν μιά φλόγα κεριοῦ καί τἄκαψε ὅλα. Νομίζω, ὅτι αὐτό εἶναι βασικό. Καί πολλές φορές ἡ ζωή μας ὁλόκληρη βγάζει μιά ἀποφορά ἀντί νἄναι ἄρωμα Χριστοῦ, καί δέν ξέρουμε γιατί γίνεται αὐτό. Νά συγχωροῦμε, λοιπόν. Νά μήν κρατήσουμε καμιά κακότητα γιά κανένα. Τότε ἡ ζωή μας θά προχωρήσει μπροστά. Ἄν αὐτό δέν κάνουμε, τότε ὅλες οἱ θεολογίες μας κι ὅλες οἱ ἁγιότητές μας πᾶνε χαμένες. Γι' αὐτό ἀκριβῶς λέει ὁ Κύριος, "ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν". Ἕνα ἐλάχιστο πράγμα φτάνει γιά νά σέ βάλει στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, καί ἕνα ἐλάχιστο πράγμα μπορεῖ νά βρωμίσει ὅλη τή ζωή μας.
"Κ α ί   μ ή   ε ἰ σ ε ν έ γ κ η ς   ἡ μ ᾶ ς   ε ἰ ς   π ε ι ρ α σ μ ό ν,   ἀ λ λ ά   ρ ῦ σ α ι   ἡ μ ᾶ ς   ἀ π ό   τ ο ῦ   π ο ν η ρ ο ῦ".
Λέμε, "μή εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν", καί ἀπό τήν ἄλλη ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀπόστολος λέει, "Πᾶσαν χαράν ἡγήσασθε, ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς περιπέσητε ποικίλοις" (Ἰάκ. α´ 2). Τήν ἀπορία μᾶς τήν λύνουν οἱ Πατέρες. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, λέει ὅτι ὑπάρχουν δύο εἰδῶν πειρασμοί: ἀπό τή μιά μεριά ἔχουμε τούς ἡδονικούς καί προαιρετικούς πού γεννοῦν τήν ἁμαρτία· σ' αὐτούς παρακαλοῦμε τόν Κύριον νά μήν ἐπιτρέψει νά μποῦμε καί νά παρασυρθοῦμε. Ἀπ' τήν ἄλλη μεριά ὑπάρχουν ἄλλοι πειρασμοί καί δοκιμασίες, οἱ ἀπροαίρετοι καί ὀδυνηροί πειρασμοί, οἱ ὁποῖοι κολάζουν τήν φιλαμαρτήμονα γνώμη, οἱ ὁποῖοι σταματοῦν τήν ἁμαρτία. Ἔτσι, λοιπόν, παρακαλοῦμε νά μήν πέσουμε στούς πρώτους πειρασμούς, τούς ἡδονικούς καί προαιρετικούς, ἀλλά ἄν τυχόν πέσουμε στίς ἄλλες δοκιμασίες πρέπει νά τίς δεχόμαστε μέ κάθε χαρά, γιατί αὐτοί οἱ πειρασμοί φέρνουν τήν γνώση, τήν ταπείνωση, τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί θυμᾶστε αὐτό πού λέει στό Γεροντικό: "ἔπαρον τούς πειρασμούς καί οὐδείς ὁ σωζόμενος". Ἄν βγάλεις ἀπό τή ζωή μας τούς πειρασμούς, αὐτές τίς δοκιμασίες, κανείς δέν πρόκειται νά σωθεῖ.
"...ἀλλά ρῦσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ". Ἡ τελευταία φράση αὐτῆς τῆς προσευχῆς εἶναι ὁ πονηρός. Ἡ πρώτη φράση τῆς προσευχῆς εἶναι τό "Πάτερ ἡμῶν". Ὁ Θεός εἶναι ἡ πρώτη λέξη, ἡ πρώτη πραγματικότητα, τελευταία δέ εἶναι ὁ πονηρός. Ἡ ζωή μας κινεῖται μεταξύ τοῦ πονηροῦ καί τοῦ Θεοῦ. Ὁ πονηρός δέν ἄφησε κανένα ἀπείραστο· οὔτε τόν πρῶτο Ἀδάμ στόν Παράδεισο οὔτε τό δεύτερο Ἀδάμ, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὅταν βγῆκε στήν ἔρημο. Καί λέει ὁ Κύριος πάλι, ὅτι "τό γένος τοῦτο ἐν οὐδενί δύναται ἐξελθεῖν εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ" (Μαρκ. θ´ 29). Δέν μποροῦμε νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό τόν πονηρό παρά μέ τήν προσευχή καί τή νηστεία. Δέν φεύγει ὁ πονηρός μέ τή λογική ὅπως δέν φεύγει τό καρκίνωμα μέ τίς ἀσπιρίνες. Δέν φεύγει ὁ διάβολος μέ τίς ἐξυπνάδες. Λέγει καί ἕνας μοναχός, ὅτι ὁ μεγαλύτερος δικηγόρος δέν μπορεῖ νά τά βγάλει πέρα μέ τό μικρότερο διάβολο. Γι' αὐτό δέν πρέπει νά ἀρχίζομε συζήτηση μέ τόν πονηρό. Ἄς τόν ἀφήνουμε καί νά φεύγουμε.
Τό θέμα στήν πνευματική ζωή εἶναι νά ἀποκτήσουμε τή διάκριση τήν πνευματική, νά ξεκαθαρίζουμε τά πράγματα ἄν κάτι εἶναι ἀπό τό Θεό ἤ ἀπό τό διάβολο. Μά θά πεῖ κανένας: Ἐγώ εἶμαι ἀδύνατος ἄνθρωπος· πῶς μπορῶ νά ἀποκτήσω αὐτή τή διάκριση; Νομίζω τά πράγματα εἶναι ἁπλά ἐάν τυχόν κάνουμε συνειδητά αὐτή τήν προσευχή πού μᾶς δίδαξε ὁ Κύριος. Μποροῦμε τώρα νά ἀρχίσουμε ἀπό πίσω: ἐάν συγχωροῦμε τούς ἐχθρούς μας ἀσυζητητί· ἐάν τρεφόμεθα μέ τόν οὐράνιον ἄρτον· ἐάν στή δύσκολη στιγμή λέμε, "Θεέ μου, νά γίνει τό θέλημά σου" καί ἐάν νοιώθουμε τό Θεό, Πατέρα μας, τότε, ἐνῶ εἴμαστε πάρα πολύ ἀδύνατοι, θά εἴμαστε ταυτόχρονα καί πανίσχυροι. Ἐάν, ἀντίθετα, κάνουμε τό θέλημά μας καί δέν συγχωροῦμε τόν ἄλλο, τότε τόν διάβολο ἀπό μυρμήγκι τόν κάνουμε λιοντάρι καί δέν μποροῦμε νά τά βγάλουμε πέρα μέ καμιά δύναμη. Ἀντίθετα, ἐάν λέμε: τό θέλημα τοῦ Θεοῦ νά γίνει, ἐγώ δέν ξέρω τίποτα· ἄν συγχωροῦμε ἀσυζητητί· ἄν τή στιγμή πού μᾶς ἔχουν σκοτώσει, ἐμεῖς, σκοτωμένοι, μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι δέν κρατᾶμε καμιά κακότητα γι' αὐτόν πού μᾶς σκότωσε καί λέμε ἔχει ὁ Θεός, δέν πειράζει· τότε ὁ ἄνθρωπος, αὐτός ὁ ἀδύνατος, εἶναι παντοδύναμος καί μπορεῖ νά τά βγάλει πέρα καί ὁ διάβολος μπροστά του εἶναι μυρμήγκι. Καί προχωρεῖ ἐλεύθερα.
Θυμᾶστε, στή Γεθσημανῆ, ὅταν ὁ Κύριος "γενόμενος ἐν ἀγωνίᾳ ἐκτενέστερον προσηύχετο" καί εἶπε "οὐ τό ἐμόν θέλημα γενέσθω", ἀναφέρεται ἐκεῖ στήν Ἁγία Γραφή ὅτι, "ὤφθη δέ αὐτῷ ἄγγελος ἀπ' οὐρανοῦ ἐνισχύων αὐτό" (Λουκ. κβ´ 43). Καί ἐπίσης ὅταν στήν ἔρημο εἶπε, "ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· γέγραπται γάρ, Κύριον τόν Θεόν σου προσκυνήσεις καί αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις", τότε τόν ἄφησε ὁ διάβολος "καί ἰδού ἄγγελοι προσῆλθον καί διηκόνουν αὐτῷ" (Ματθ. δ´ 10-11). Ἔτσι, λοιπόν, συμβαίνει καί σ' ἐμᾶς· ἄν λέμε τήν προσευχή αὐτή, ἄν ζοῦμε τή ζωή αὐτή, ὁ πονηρός φεύγει, ἡ διάκριση ἡ πνευματική ἔρχεται μέσα μας καί ἄγγελοι μᾶς διακονοῦν. Καί μποροῦμε νά νοιώσουμε αὐτή τή συντροφιά τῶν ἀγγέλων· καί μποροῦμε ἀπό τώρα νά ζήσουμε στόν Οὐρανό· καί μποροῦμε νά χρησιμοποιήσουμε αὐτές τίς φράσεις τίς κυριακές καί νά ποῦμε ὅτι ἡ ζωή μας γίνεται τότε "ἀγγελόκτιστη", "Θεοσκέπαστη". Τότε ὁ ἄνθρωπος ὁ μικρός γίνεται μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ παντοδύναμος...




http://images.google.gr

Ἡ Τελειότητα τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς Μπαμπινιώτης Γεώργιος (Καθηγητής Γλωσσολογίας Πανεπιστημίου 'Αθηνῶν).



Ἡ ἀνάγκη ἐπικοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό (ὅποιον θεό πιστεύει), ἡ ἀνάγκη τῆς προσευχῆς, εἶναι ἀπό πολύ παλιά γνωστή στόν ἄνθρωπο καί ἐμφανίζεται στίς γλῶσσες τῶν περισσοτέρων λαῶν.

Στήν Ἑλληνική ἡ λέξη προσεύχομαι (ἀπευθύνω εὐχή, αἴτημα ἡ παράκληση πρός τούς θεούς) πρωτοαπαντᾶ στόν Αἰσχύλο, ἐνῶ ὡς τεχνικός ὅρος ἡ λέξη προσευχή μαρτυρεῖται πολύ ἀργότερα στήν Ἁγία Γραφή, στό κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί - μέ ἰδιαίτερο βάρος καί βάθος - στό κείμενο τῆς Καινῆς Διαθήκης. Δέν ἔχω, δυστυχῶς, τόν ἐπιστημονικό θεολογικό ὁπλισμό, γιά νά ἑρμηνεύσω τό βαθύτερο περιεχόμενο, τό δογματικό νόημα καί τή σημασία πού ἔχει στήν ὀρθόδοξη, ἰδίως, παράδοση ἡ ἔννοια τῆς προσευχῆς. Αὐτό πού ἀκροθιγῶς ἐπιχειρῶ νά δείξω ἐδῶ, στό θεωρητικό πλαίσιο μίας κειμενογλωσσικῆς ἀνάλυσης πού ἀνάγεται στόν Roman Jakobson, εἶναι ἡ γλωσσική δομή τῆς κυριακῆς προσευχῆς, ὅπως μᾶς παραδίδεται ἀπό τό Εὐαγγέλιο (Μάτθ. 6, 9-13 καί Λούκ. 11, 2-4), τήν ὁποία θεωρῶ ὡς ἰδανικό κείμενο.

Κατά τό κείμενο τοῦ Εὐαγγελίου, τήν παραδίδει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στούς ἀνθρώπους (ἐξ' οὐ καί "κυριακή" προσευχή), λέγοντας οὕτως οὔν προσεύχεσθε ὑμεῖς" καί συνοδεύοντας τήν μ' ἕνα πολύ διδακτικό ἠθικό ἀλλά καί γλωσσικό σχόλιο: "Προσευχόμενοι δέ μή βαττολογήσητε, ὥσπερ οἱ ἐθνικοί, δοκούσι γάρ ὅτι ἐν τή πολυλογία αὐτῶν εἰσακουσθήσονται• μή οὔν ὁμοιωθῆτε αὐτοῖς• οἶδε γάρ ὁ πατήρ ὑμῶν ὧν χρείαν ἔχετε πρό τοῦ ὑμᾶς αἰτῆσαι αὐτόν" (Μάτθ. 6, 7-9).

Ἐξ ὁρισμοῦ ὡς προσευχή, ὡς κείμενο εὐχῶν καί αἰτημάτων / παρακλήσεων, τό κείμενο τῆς κυριακῆς προσευχῆς (γνωστό καί ὡς "Πάτερ ἠμῶν") λειτουργεῖ μ ἕναν κεντρικό μηχανισμό τῆς γλώσσας, τήν τροπικότητα. Εἶναι ὁ μηχανισμός τῆς γλώσσας πού, ἄλλοτε γραμματικοποιημένος (μέ τή μορφή τῶν ἐγκλίσεων τῆς Προστακτικῆς, τῆς Ὑποτακτικῆς καί τῆς Εὐκτικῆς, ὅπως συμβαίνει στήν ἀρχαία ἑλληνική γλώσσα) καί ἄλλοτε λεξικοποιημένος (μέ "δεῖκτες τροπικότητας", ὅπως τά ἄς, νά καί θά στή Νέα Ἑλληνική), χρησιμοποιεῖται ἀπό τόν ὁμιλητή της Ἑλληνικῆς γιά ἐπικοινωνιακές ἀνάγκες ὅπως ἡ ἔκφραση ἐπιθυμίας, εὐχῆς, παράκλησης, προτροπῆς, προσταγῆς, ἀπαγόρευσης, ἀπειλῆς κ.τ.ο.

Τό κείμενο τῆς κυριακῆς προσευχῆς εἶναι ὑπόδειγμα λιτότητας, περιεκτικότητας καί εὐθυβολίας.

 


Περιλαμβάνει:
α) μία ἐπίκληση πρός τόν Θεό, ἐκφρασμένη μέ τήν πτώση τῆς ἐπίκλησης, τήν κλητική, μέ τήν ὁποία καί ἀρχίζει: Πάτερ ἠμῶν...

β) τρεῖς εὐχές - ἐπιθυμίες, ἐκφρασμένες μέ τριτοπρόσωπους μονολεκτικούς τύπους τῆς κατεξοχήν τροπικῆς ἔγκλισης, τῆς Προστακτικῆς: ἁγιασθήτω - ἐλθέτω - γενηθήτω... καί

γ) τρία αἰτήματα / παρακλήσεις, ἐκφρασμένα μέ τούς κατεξοχήν τύπους Προστακτικῆς, τούς τύπους τοῦ β' προσώπου: δός - ἅφες - μή εἰσενέγκης ἀλλά ρύσαι...

Κάθε εὐχή καί κάθε αἴτημα ἐξειδικεύεται (ἡ ἐξειδίκευση ἀποτελεῖ ἕναν ἄλλο κεντρικό μηχανισμό τῆς γλώσσας) μέ τά πιό ἄμεσα καί ἀπαραίτητα στοιχεῖα.

Οἱ τρεῖς εὐχές μ' ἕνα ὁμοιόμορφο ὀνοματικό ὑποκείμενο: ἁγιασθήτω - τό ὄνομά σου, ἐλθέτω - ἡ βασιλεία σου, γενηθήτω - τό θέλημά σου.

Τά τρία αἰτήματα μέ δύο συμπληρώματα (προσώπου καί πράγματος) στό κάθε ρῆμα τους: δός - ἠμίν τόν ἄρτον, ἅφες - ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, μή εἰσενέγκης - ἠμᾶς εἰς πειρασμόν καί ρύσαι - ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ (εἰς πειρασμόν καί ἀπό τοῦ πονηροῦ εἶναι ἐμπρόθετα συμπληρώματα / ἀντικείμενα).

Περαιτέρω, λιτή πάντοτε, ἐξειδίκευση γίνεται μέ ἐλάχιστες ἀναφορές τόπου, χρόνου καί τρόπου: πάτερ ἠμῶν - ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς ἐξειδίκευση τόπου) γενηθήτω τό θέλημά σου - ὡς ἐν οὐρανῶ καί ἐπί τῆς γής (ἐξειδίκευση τόπου), δός ἠμίν σήμερον τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον (ἐξειδίκευση χρόνου), ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν - ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν (ἐξειδίκευση τρόπου).

Τό περιεχόμενο τοῦ κειμένου κλιμακώνεται νοηματικά: προηγοῦνται οἱ εὐχές καί ἀκολουθοῦν τά αἰτήματα. Ξεκινᾶμε μέ ὅ,τι ἀναφέρεται στόν ἴδιο τόν Θεό, γιά νά περάσει μετά στά αἰτήματα.

Κι ἐδῶ κλιμάκωση, ἀπό τά ὑλικά στά πνευματικά αἰτήματα: τά πρός τό ζῆν - ἄφεση ἁμαρτιῶν - προστασία ἀπό τόν πειρασμό.

Γλωσσικά σέ ὅλο τό κείμενο κυριαρχεῖ καί προβάλλεται τό ρῆμα: ἁγιασθήτω - ἐλθέτω - γενηθήτω, δός - ἅφες - μή εἰσενέγκης - ρύσαι. Κυριαρχοῦν καί προτάσσονται οἱ εὐχές καί τά αἰτήματα. Ἡ ἐξειδίκευσή τους ἐπιτάσσεται, τά ὑποκείμενα δηλαδή καί τά ἀντικείμενά τους (μέ ἐξαίρεση τό ἀντικείμενο τοῦ δός).

Συμπέρασμα. Τό κείμενο τῆς κυριακῆς προσευχῆς εἶναι ἕνα κείμενο πού θά μποροῦσε, μέ ἐπικοινωνιακά - γλωσσικά κριτήρια, νά χαρακτηρισθεῖ ὡς "ἰδανικό".

Εἶναι λιτό, γιατί περιορίζεται σέ βασικές πληροφοριακές δομές (ἐπίκληση - εὐχές - αἰτήματα), σέ ἐξίσου βασικές ἐξειδικευτικές πληροφορίες (ὀνοματικά ὑποκείμενα στίς εὐχές - διπλά ὀνοματικά συμπληρώματα στά αἰτήματα) καί σέ ἐλάχιστες ἐξειδικεύσεις χρόνου, τόπου καί τρόπου.

Μέ μία ἐντυπωσιακή οἰκονομία γλωσσικῶν μέσων - στό κείμενο χρησιμοποιεῖται μόνο Προστατική, μέ ἐξαίρεση τή μοναδική διαπιστωτική ρηματική δήλωση, τήν Ὁριστική ἀφίεμεν - ἐπιτυγχάνεται μία οὐσιαστική, καίρια καί γνήσια μορφή ἐπικοινωνίας, χωρίς ρητορεῖες, ἐπιτηδεύσεις καί περιττό λεκτικό φόρτο.

Ἡ συμμετρία καί ἡ ἔντονα αἰσθητή ἐπανάληψη τῶν ἴδιων συντακτικῶν καί μορφολογικῶν δομῶν (τό γνωστό φαινόμενο τοῦ "παραλληλισμοῦ"), πού φάνηκε ἐλπίζω ἔστω καί ἀμυδρά στή σύντομη ἀνάλυσή μας, ἐξασφαλίζει στό κείμενο τῆς κυριακῆς προσευχῆς αἴσθηση ρυθμοῦ καί μέτρου (πού δέν θίξαμε ἐδῶ), γεγονός πού ὁδηγεῖ στήν εὔκολη πρόσληψη καί μνημονική ἀνάκληση τοῦ κειμένου.

Πρόκειται γιά ἕνα θαυμαστό, τέλειο στήν ἁπλότητα καί τή βαθύτητά του κείμενο, πού δείχνει ἀνάγλυφα τήν ἐκφραστική δύναμη στήν ὁποία μπορεῖ νά φθάσει ἡ γλώσσα τοῦ ἀνθρώπου, ἀπόρροια τῆς ἰδιότητας πού μοιράζεται "κατά χάριν" ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό, ἀπόρροια τοῦ πνεύματος.

Διψᾶ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριο καὶ μὲ δάκρυα Τὸν ζητῶ-ἁγίου Σιλουανοῦ ᾿Αθωνίτου

 

 

ΑΓΙΟΥ ΣΙΛΟΥΑΝΟΥ ΤΟΥ ΑΘΩΝΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης», Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), σελ. 339-363


Διψᾶ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριο καὶ μὲ δάκρυα Τὸν ζητῶ. Πῶς νὰ μὴ Σὲ ζητῶ; Σὺ μὲ ζήτησες πρῶτος καὶ μοῦ ἔδωσες νὰ γευθῶ τὴν γλυκύτητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἡ ψυχή μου Σὲ ἀγάπησε ἕως τέλους.
Βλέπεις, Κύριε, τὴ λύπη καὶ τὰ δάκρυά μου... Ἂν δὲν μὲ προσείλκυες μὲ τὴν ἀγάπη Σου, δὲν θὰ Σὲ ζητοῦσα ὅπως Σὲ ζητῶ. Ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα Σου τὸ Ἅγιο μοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα νὰ Σὲ γνωρίσω καὶ χαίρεται ἡ ψυχή μου, γιατὶ Σὺ εἶσαι ὁ Θεός μου καὶ ὁ Κύριός μου καὶ Σὲ διψῶ μέχρι δακρύων.

* * *

Ἐπιποθεῖ ἡ ψυχή μου τὸν Θεὸ καὶ Τὸν ζητῶ, μὲ δάκρυα. Εὔσπλαχνε Κύριε, Ἐσὺ βλέπεις τὴν πτώση μου καὶ τὴ θλίψη μου. Ταπεινά, ὅμως, παρακαλῶ τὸ ἔλεός Σου: Δῶσε σ᾿ ἐμένα, τὸν ἁμαρτωλὸ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Σου Πνεύματος. Ἡ μνήμη της ὁδηγεῖ τὸ νοῦ μου νὰ ξαναβρεῖ τὴν εὐσπλαγχνία Σου.
Κύριε, δῶσε μου πνεῦμα ταπεινώσεως, γιὰ νὰ μὴ χάσω πάλι τὴ χάρη Σου καὶ ἀρχίσω νὰ θρηνῶ γι᾿ αὐτήν, ὅπως θρηνοῦσε ὁ Ἀδὰμ γιὰ τὸν παράδεισο καὶ τὸν Θεό.

* * *

Τὸν πρῶτο χρόνο τῆς ζωῆς μου στὸ Μοναστήρι, γνώρισε ἡ ψυχή μου τὸν Κύριο μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Πολὺ μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Κύριος· αὐτὸ τὸ ἔμαθα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ μοῦ ἔδωσε ὁ Κύριος κατὰ τὸ μέγα Του ἔλεος.
Ἐγήρασα καὶ ἑτοιμάζομαι γιὰ τὸ θάνατο, καὶ γράφω τὴν ἀλήθεια γιὰ χάρη τοῦ λαοῦ.
Τὸ Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μοῦ ἔδωσε ὁ Κύριος, θέλει νὰ σωθοῦν ὅλοι, νὰ γνωρίσουν ὅλοι τὸν Θεό.
Ὁ Κύριος ἔδωσε στὸν λῃστὴ τὸν παράδεισο· ἔτσι θὰ δώσει τὸν παράδεισο καὶ σὲ κάθε ἁμαρτωλό. Ἐγὼ ἤμουν χειρότερος καὶ ἀπὸ ἕνα βρωμερὸ σκύλο, ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μου· σὰν ἄρχισα ὅμως νὰ ζητῶ συγχώρεση ἀπὸ τὸν Θεό, Αὐτὸς μοῦ ἔδωσε ὄχι μόνο τὴ συγχώρεση, ἀλλὰ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ ἔτσι μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γνώρισα τὸν Θεὸ .
Βλέπεις ἀγάπη ποὺ ἔχει ὁ Θεὸς γιὰ μᾶς; Ποιός, στ᾿ ἀλήθεια, θὰ μποροῦσε νὰ περιγράψει αὐτὴ τὴν εὐσπλαγχνία;
Ἀδελφοί μου, πέφτω στὰ γόνατα καὶ σᾶς παρακαλῶ. Πιστεύετε στὸ Θεό, πιστεύετε ὅτι ὑπάρχει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ μαρτυρεῖ γιὰ τὸν Θεὸ σὲ ὅλους τοὺς ναούς μας καὶ στὴν ψυχή μου.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἀγάπη. Καὶ ἡ ἀγάπη αὐτὴ πλημμυρίζει ὅλες τὶς ψυχὲς τῶν οὐρανοπολιτῶν ἁγίων. Καὶ τὸ ἴδιο Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι στὴ γῆ, στὶς ψυχὲς ὅσων ἀγαποῦν τὸν Θεό.
Ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ὅλοι οἱ οὐρανοὶ βλέπουν τὴ γῆ, ἀκοῦν τὶς προσευχές μας καὶ τὶς προσφέρουν στὸν Θεό.
Ὁ Κύριος εἶναι ἐλεήμων, αὐτὸ τὸ γνωρίζει ἡ ψυχή μου, ἀλλὰ δὲν μπορῶ νὰ τὸ περιγράψω. Εἶναι ὑπερβολικὰ πράος καὶ ταπεινός, καὶ ὅταν Τὸν δεῖ ἡ ψυχή, τότε ἀλλάζει καὶ γεμίζει ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον καὶ γίνεται καὶ ἡ ἴδια πραεία καὶ ταπεινή. Ἀλλ᾿ ἂν χάση ὁ ἄνθρωπος τὴ χάρη αὐτή, τότε θὰ κλαίει σὰν τὸν Ἀδὰμ μετὰ τὴν ἔξωσή του ἀπὸ τὸν παράδεισο. Ὀδυρόταν ὁ Ἀδὰμ καὶ ὅλη ἡ ἔρημος ἄκουγε τοὺς στεναγμούς του. Ἔχυνε δάκρυα πικρὰ ἀπὸ τὴ θλίψη γιὰ πολλὰ χρόνια.
Ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ γνώρισε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μετὰ τὴν ἔχασε, πονᾶ γιὰ τὸν Θεὸ καὶ λέει:
«Διψᾶ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριο καὶ Τὸν ἀναζητῶ μὲ δάκρυα».

* * *

Εἶμαι μεγάλος ἁμαρτωλός, καὶ ὅμως εἶδα τὴν ἄμετρη ἀγάπη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ γιὰ μένα.
Ἀπὸ τὰ παιδικά μου χρόνια προσευχόμουν γιὰ ὅσους μὲ πρόσβαλλαν καὶ ἔλεγα: «Κύριε, μὴ τοὺς καταλογίσεις ἁμαρτίες γιὰ ὅσα μοῦ κάνουν». Ἀλλά, ἂν καὶ μοῦ ἄρεσε νὰ προσεύχομαι, δὲν ἀπέφυγα τὴν ἁμαρτία. Ὁ Κύριος, ὅμως, δὲν θυμήθηκε τὶς ἁμαρτίες μου καὶ μοῦ ἔδωσε ἀγάπη γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Ἡ ψυχή μου ἐπιθυμεῖ νὰ σωθεῖ ὅλη ἡ οἰκουμένη, νὰ εἰσέλθουν ὅλοι στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, νὰ δοῦν τὴ δόξα τοῦ Κυρίου καὶ νὰ ἀπολαύσουν τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Κρίνω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου: Ἂν ὁ Κύριος ἀγάπησε ἐμένα τόσο πολύ, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀγαπᾶ ὅλους τοὺς ἁμαρτωλούς, ὅπως ἀγάπησε καὶ ἐμένα.
Ὤ, ἡ ἀγάπη τοῦ Κυρίου! Δὲν ἔχω δυνάμεις νὰ τὴν περιγράψω, γιατὶ εἶναι ἄπειρα μεγάλη καὶ θαυμαστή.

* * *

Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ δίνει δύναμη γιὰ νὰ ἀγαπᾶς τὸν Ἀγαπημένο. Τότε ἡ ψυχὴ ἕλκεται ἀδιάκοπα πρὸς τὴν προσευχὴ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ λησμονήσει τὸν Κύριο οὔτε γιὰ ἕνα δευτερόλεπτο.
Φιλάνθρωπε Κύριε, πῶς δὲν λησμόνησες τὸν ἁμαρτωλὸ δοῦλο Σου, ἀλλὰ γεμάτος ἔλεος μὲ εἶδες ἀπὸ τὴ δόξα Σου καὶ μοῦ ἐμφανίστηκες μὲ ἀκατάληπτο τρόπο;
Ἐγὼ πάντα Σὲ πρόσβαλλα καὶ Σὲ ἔθλιβα. Ἐσὺ ὅμως, Κύριε, γιὰ τὴ μικρή μου μετάνοια μοῦ ἔδωσες νὰ γνωρίσω τὴ μεγάλη Σου ἀγάπη καὶ τὴν ἄμετρη ἀγαθότητά Σου.
Τὸ ἱλαρὸ καὶ πράο βλέμμα Σου ἔθελξε τὴν ψυχή μου.
Τί νὰ σοῦ ἀνταποδώσω, Κύριε, ἢ ποιὸν ὕμνο νὰ Σοῦ προσφέρω;
Ἐσὺ δίνεις τὴ χάρη Σου, γιὰ νὰ φλέγεται ἀδιάλειπτα ἡ ψυχὴ ἀπὸ ἀγάπη - καὶ δὲν βρίσκει πιὰ ἀνάπαυση οὔτε νύχτα οὔτε μέρα ἀπὸ τὴ θεϊκὴ ἀγάπη.
Ἡ μνήμη Σου θερμαίνει τὴν ψυχή μου καὶ τίποτε στὴ γῆ δὲν τὴν ἀναπαύει ἐκτὸς ἀπὸ Ἐσένα. Γι᾿ αὐτὸ Σὲ ζητῶ μὲ δάκρυα καὶ πάλι Σὲ «χάνω» καὶ πάλι ποθεῖ ὁ νοῦς μου τὴ γλυκύτητά Σου, ἀλλὰ Ἐσὺ δὲν ἐμφανίζεις τὸ Πρόσωπό Σου, ποὺ ἐπιθυμεῖ ἡ ψυχή μου νύχτα καὶ ἡμέρα.

* * *

Κύριε, δῶσε μου νὰ ἀγαπῶ μόνο Ἐσένα.
Ἐσὺ μὲ ἔπλασες, Ἐσὺ μὲ φώτισες μὲ τὸ ἅγιο βάπτισμα, Ἐσὺ συγχωρεῖς τὶς ἁμαρτίες μου καὶ μοῦ δίνεις τὴ χάρη νὰ κοινωνῶ τὸ τίμιο Σῶμα καὶ Αἷμα Σου. Δῶσε μου τὴ δύναμη νὰ μένω πάντα κοντά Σου.
Κύριε, δῶσε μου ἀδαμιαία μετάνοια καὶ τὴν ἁγία Σου ταπείνωση.

* * *

Ἡ ψυχή μου πλήττει στὴ γῆ καὶ ποθεῖ τὰ οὐράνια.
Ὁ Κύριος ἦρθε στὴ γῆ, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει ἐκεῖ ποὺ μένει Αὐτός, ἡ Πανάχραντη Μητέρα Του, ἡ Ὁποία Τὸν ὑπηρέτησε στὴ γῆ γιὰ τὴ δική μας σωτηρία, καὶ οἱ μαθητὲς καὶ ἀκόλουθοί Του.
Ἐκεῖ μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος παρόλες τὶς ἁμαρτίες μας.
Ἐκεῖ θὰ δοῦμε τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, ποὺ δοξάζονται ὡς κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἐκεῖ θὰ δοῦμε τοὺς ἁγίους προφῆτες καὶ ἱεράρχες, τοὺς διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐκεῖ θὰ δοῦμε τοὺς ὁσίους, ποὺ ἀγωνίστηκαν νὰ ταπεινώσουν μὲ τὴ νηστεία τὴ ψυχή τους. Ἐκεῖ δοξάζονται οἱ διὰ Χριστὸν σαλοί, ποὺ νίκησαν τὸν κόσμο.
Ἐκεῖ θὰ δοξάζονται ὅλοι, ὅσοι νίκησαν τὸν ἑαυτό τους, ὅσοι προσεύχονταν γιὰ ὅλο τὸν κόσμο καὶ σήκωσαν πάνω τους τὴ θλίψη ὅλου τοῦ κόσμου, γιατὶ εἶχαν τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ - κι ἡ ἀγάπη δὲν μπορεῖ νὰ ὑποφέρει τὴν ἀπώλεια ἔστω καὶ μιᾶς ψυχῆς.
Ἐκεῖ θέλει νὰ σκηνώσει ἡ ψυχή μου. Τίποτε τὸ ἀκάθαρτο, ὅμως, δὲν θὰ εἰσέλθει ἐκεῖ, ὅπου εἰσέρχονται μὲ μεγάλες θλίψεις, μὲ πολλὰ δάκρυα, μὲ συντριβὴ πνεύματος. Μονάχα τὰ παιδιά, ποὺ φύλαξαν τὴ χάρη τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, περνοῦν ἐκεῖ χωρὶς θλίψεις καὶ γνωρίζουν τὸν Κύριο ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ.

* * *

Νοσταλγεῖ ἡ ψυχή μου τὸν Θεὸ καὶ προσεύχεται ἡμέρα καὶ νύχτα, γιατὶ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου εἶναι γλυκὸ καὶ πολυπόθητο γιὰ τὴν ψυχὴ ποὺ προσεύχεται καὶ τὴν προσελκύει στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Ἔζησα πολὺ καιρὸ στὴ γῆ καὶ ἄκουσα καὶ εἶδα πολλά. Ἄκουσα πολλὴ μουσικὴ ποὺ γλύκαινε τὴν ψυχή μου. Καὶ σκεφτόμουν ὅτι, ἂν αὐτὴ ἡ μουσικὴ εἶναι τόσο γλυκιά, τότε πολὺ περισσότερο πρέπει νὰ εὐχαριστεῖ τὴν ψυχὴ ἡ οὐράνια μελῳδία, ἐκεῖ ὅπου ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ δοξάζεται ὁ Κύριος γιὰ τὰ πάθη Του.
Ἡ ψυχὴ ζεῖ πολὺ στὴ γῆ καὶ ἀγαπᾶ τὰ γήινα κάλλη. Ἀγαπᾶ τὸν οὐρανὸ καὶ τὸν ἥλιο, ἀγαπᾶ τοὺς ὄμορφους κήπους, τὴ θάλασσα καὶ τὰ ποτάμια, τὰ δάση καὶ τὰ λιβάδια. Ἀγαπᾶ ἀκόμη ἡ ψυχὴ καὶ τὴ μουσικὴ καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια τὴν εὐφραίνουν. Ὅταν, ὅμως, γνωρίσει τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τότε δὲν θέλει πιὰ νὰ βλέπει τὰ ἐπίγεια.

* * *

... Κύριε πόσο πολὺ ἀγαπᾶς τὸν ἄνθρωπο! ...

* * *

... Ὦ Κύριε, κάνε μας ἄξιους γιὰ τὴ δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιὰ νὰ κατανοήσομε τὴ δόξα Σου καὶ νὰ ζήσουμε στὴ γῆ μὲ εἰρήνη καὶ ἀγάπη. Ἂς μὴν ὑπάρχουν πόλεμοι, κακία κι ἐχθροὶ κι ἂς βασιλεύσει μονάχα ἡ ἀγάπη καὶ ἔτσι δὲν θὰ χρειάζονται πιὰ στρατὸς καὶ φυλακὲς καὶ ἡ ζωὴ θὰ εἶναι εὔκολη σὲ ὅλη τὴ γῆ.

* * *

... Γνωρίζω, Κύριε, πὼς ἀγαπᾶς τὸ λαό Σου, ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι δὲν καταλαβαίνουν τὴν ἀγάπη Σου καὶ θορυβοῦνται ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γῆς καὶ οἱ σκέψεις τους εἶναι σὰν τὰ σύννεφα ποὺ τὰ παρασύρει ὁ ἄνεμος σὲ ὅλα τὰ μέρη.

* * *

... Πόσο ἀπέραντο εἶναι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ γιὰ μᾶς ! ...
Πολλοὶ πλούσιοι καὶ ἰσχυροὶ θὰ πλήρωναν πολλὰ γιὰ νὰ δοῦν τὸν Κύριο ἢ τὴν Πανάχραντη Μητέρα Του, ἀλλὰ ὁ Θεὸς ἐμφανίζεται στὴν ταπεινὴ ψυχὴ καὶ ὄχι στὸν πλοῦτο. ...
... Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ εὔχονται γιὰ τοὺς ἐχθρούς τους ἢ γιὰ τοὺς ἐχθρούς της Ἐκκλησίας τὴν ἀπώλεια καὶ τὰ βάσανα στὸ πῦρ τῆς κολάσεως. Σκέφτονται ἔτσι, γιατὶ δὲν διδάχθηκαν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος, ὅμως, τὴ διδάχθηκε πραγματικά, αὐτὸς χύνει δάκρυα γιὰ ὅλον τὸν κόσμο.
Λὲς γιὰ κάποιον ὅτι εἶναι κακοῦργος καὶ ἂς καεῖ στὴ φωτιὰ τοῦ ᾅδη.
Σὲ ἐρωτῶ ὅμως: Ἂν ὁ Θεὸς δώσει σὲ μένα μιὰ καλὴ θέση στὸν παράδεισο καὶ δεῖς ριγμένο στὶς φλόγες ἐκεῖνον, γιὰ τὸν ὁποῖο εὐχόσουν αὐτά, ἄραγε δὲν θὰ λυπηθεῖς τότε γι᾿ αὐτόν, ὅποιος καὶ ἂν ἦταν, ἔστω καὶ ἐχθρὸς τῆς Ἐκκλησίας; ...

* * *

... Κύριε, ὅλοι οἱ λαοὶ εἶναι ἔργο τῶν χειρῶν Σου. Ἀπομάκρυνέ τους ἀπὸ τὴν ἔχθρα καὶ τὸ μίσος καὶ δῶσε τους μετάνοια, γιὰ νὰ γνωρίσουν ὅλοι τὴν ἀγάπη Σου. ...
... Κύριε, σκόρπισε τὴ χάρη Σου στὴ γῆ. Δῶσε σ᾿ ὅλους τοὺς λαοὺς τῆς γῆς νὰ γευθοῦν τὴν ἀγάπη Σου, νὰ μάθουν ὅτι Ἐσὺ μᾶς ἀγαπᾶς σὰν μητέρα καὶ ἀκόμη περισσότερο. Γιατὶ εἶναι δυνατὸν καὶ ἡ μητέρα νὰ ξεχάσει τὸ παιδί της, ἀλλὰ Ἐσὺ ποτέ, γιατὶ ἀγαπᾶς ἄπειρα τὸ πλάσμα Σου καὶ ἡ ἀγάπη δὲν μπορεῖ νὰ λησμονήσει. ...

* * *

... Ἂν γνώριζε ὁ κόσμος τὴ δύναμη τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ: «μάθετε ἀπ᾿ Ἐμοῦ, ὅτι πράος εἰμὶ καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ», τότε ὅλος ὁ κόσμος, ὅλη ἡ οἰκουμένη, θὰ ἐγκατέλειπαν ὅλες τὶς ἄλλες ἐπιστῆμες καὶ θὰ μάθαιναν μόνον αὐτὴ τὴν οὐράνια ἐπιστήμη. ...

* * *

... Καὶ ἂν δὲν μάθει κανεὶς τὴν ταπείνωση, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀκακία, τότε ὁ Κύριος δὲν θὰ τοῦ δώσει τὴ γνώση τοῦ Ἑαυτοῦ Του. Ψυχή, ὅμως, ποὺ γνώρισε ἀληθινὰ τὸν Κύριο μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ «ἐτρώθη» ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του, δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ Τὸν ξεχάσει, ἀλλὰ ὅπως ὁ ἄρρωστος θυμᾶται διαρκῶς τὴν ἀσθένειά του, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Κύριο θυμᾶται πάντοτε τὸν Κύριο καὶ τὴν ἀγάπη Του πρὸς ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. ...

* * *

«Τώρα δὲν ἀντιλαμβάνεστε τὴν ἀγάπη Μου γιὰ σᾶς, ἀλλὰ θὰ ἔρθει ἡ ὥρα, ὁπότε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ σᾶς δώσει νὰ τὴν καταλάβετε».
«Μὴν ἀργεῖτε, ἐλάτε κοντά Μου, σᾶς περιμένω μὲ πόθο, σὰν παιδιὰ ἀγαπημένα, καὶ θὰ σᾶς δώσω τὴν εἰρήνη Μου καὶ θὰ ἔχετε χαρὰ καὶ ἡ χαρά σας θὰ εἶναι αἰώνια». ...

* * *

... Γι᾿ αὐτό, ἀδελφοί, φυλάγετε μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις σας τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, ποὺ σᾶς δόθηκε δωρεάν, καὶ ἂν κάποιος μᾶς κακοποιεῖ, ἂς τὸν ἀγαποῦμε, ἔστω καὶ μὲ κόπο, καὶ ὁ Κύριος βλέποντας τὸν κόπο μας θὰ μᾶς βοηθήσει μὲ τὴ χάρη Του. ...

* * *

... Πόση χαρὰ γιὰ μᾶς! Ὁ Κύριος ὄχι μόνο συγχωρεῖ τὰ ἁμαρτήματά μας, ἀλλὰ καὶ δίνει στὴν ψυχὴ νὰ Τὸν γνωρίσει, ἀρκεῖ μόνο νὰ ταπεινωθεῖ. Καὶ ὁ τελευταῖος φτωχὸς μπορεῖ νὰ ταπεινωθεῖ καὶ νὰ γνωρίσει τὸν Θεὸ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Δὲν εἶναι ἀπαραίτητα οὔτε χρήματα, οὔτε τίτλοι γιὰ νὰ γνωρίσει κάποιος τὸν Θεό, ἀλλὰ μόνο ἡ ταπείνωση. Ὁ Κύριος παρέχεται δωρεάν, μόνο χάρη στὸ ἔλεός Του. Πρὶν δὲν τὸ γνώριζα, ἀλλὰ τώρα βλέπω ὁλοφάνερα κάθε ἡμέρα καὶ κάθε ὥρα, κάθε λεπτὸ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς χαρίζει εἰρήνη ἀκόμη καὶ τὴν ὥρα τοῦ ὕπνου, καὶ χωρὶς τὸν Θεὸ δὲν ὑπάρχει εἰρήνη στὴν ψυχή. ...

* * *

... Ἐσὺ στόλισες τὸν οὐρανὸ μὲ τὰ ἀστέρια, τὸν αἰθέρα μὲ τὰ σύννεφα, τὴ γῆ μὲ τὶς θάλασσες, τὰ ποτάμια, τοὺς πράσινους κήπους, ὅπου κελαηδοῦν τὰ πουλιά, ἀλλὰ ἡ ψυχή μου ἀγάπησε μόνο Ἐσένα καὶ δὲν ἐπιθυμεῖ τὸν κόσμο αὐτό, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ὡραῖος. ...

* * *

... Ποῦ κατοικεῖς, Φῶς μου; Βλέπεις ὅτι μὲ δάκρυα Σὲ ζητῶ. Ἂν δὲν ἐμφάνιζες Ἐσὺ τὸν Ἑαυτό Σου σὲ μένα, τότε δὲν θὰ μποροῦσα νὰ Σὲ ζητῶ ἔτσι ὅπως τώρα. Ἀλλὰ Ἐσὺ ὁ ἴδιος ζήτησες ἐμένα, τὸν ἁμαρτωλό, καὶ μοῦ ἔδωσες νὰ γνωρίσω τὴν ἀγάπη Σου. Ἐσὺ μοῦ ἔδωσες νὰ δῶ ὅτι ἡ ἀγάπη Σου γιὰ μᾶς Σὲ ὁδήγησε ὡς τὸ Σταυρό, καὶ πέθανες γιὰ μᾶς «ἐν ὠδίναις». Ἐσὺ ἔδωσες νὰ γνωρίσω ὅτι ἡ ἀγάπη Σου Σὲ κατέβασε ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς στὴ γῆ ἀκόμη καὶ στὸν Ἅδη, γιὰ νὰ δοῦμε τὴ δόξα Σου. ...

* * *

... Ἡ ἁμαρτωλὴ ζωὴ εἶναι ὁ θάνατος τῆς ψυχῆς· ἡ ἀγάπη, ὅμως, τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ παράδεισος ἐκεῖνος τῆς τρυφῆς, στὸν ὁποῖο ζοῦσε πρὶν ἀπὸ τὴν πτώση ὁ Ἀδάμ, ὁ πατέρας μας. ...

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ- Γιά τή ᾿Εξομολόγηση πολύτιμες συμβουλές

 

ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ

Εξομολόγηση

Εις τον πνευματικόν να λέτε, είμαι αμαρτωλός, έπεσα, εν γενικές γραμμές... όσο να καταλάβει το είδος της πτώσεως.
Δεν χρειάζεται λεπτομερώς το είδος και ό τρόπος της αμαρτίας διότι ημπορεί -από πειρασμόν- να βλέψωμεν και εκείνον.
Και εκείνος σάρκα φορεί. Λυπηθείτε, προφυλάξετε και τον Ιερέα και τον εαυτόν σας. Αν δεν τον προφυλάξετε και άλλην άμαρτίαν θα έχετε.

Ό αέρας όλους μας φυσά. Δεν φυσά τον έναν και τον άλλον αφήνει. Προσέχετε, να προφυλάγετε και τον άλλον.

Να αποφεύγεις την αμαρτίαν μετά την εξομολόγησιν.
Να λέγεις πέρασα από την φωτιά και γλίτωσα. Ό Κύριος τώρα με ελέησε. Να ξαναπεράσω; Μήπως οργιστεί ό Θεός;
Μετά την εξομολόγησιν κλείνει ή πληγή της αμαρτίας, αλλά μένει το σημάδι.
Ενίοτε να βλέπεις το σημάδι δια να λυπήσαι και να προσέχεις (ότι την ανομίαν μου εγώ γιγνώσκω). Εις την δεύτερον Παρουσίαν θα φύγουν και τα σημάδια.

'Η Εξομολόγησης ξανά δι' ότι εξομολογήθεις, είναι απιστία στο μυστήριον.


Πηγή:http://www.pigizois.net 

῾Ο ἡγούμενος τοῦ ὁσίου Δαυίδ ᾿Αρχ. Κύριλλος Γεραντώνης περί τοῦ Γέροντος ᾿Ιακώβου Τσαλίκη (ἄρθρο)

Φωτογραφία: ὁ σεβαστός καθηγούμενος τοῦ ὁσίου Δαυίδ π. Κύριλλος μεταλαμβάνει ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Χαλκίδος κ. Χρυσόστομο.


΄Αρθρο του Αρχιμανδρίτη π. Κυρίλλου,
Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ Ευβοίας
στο περιοδικό «ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ», αφιερωμένο στον Γέροντα Ιάκωβο

………………………………………………………………………………………………
Α
ρχική επιθυμία του π. Ιακώβου ήταν να πάει στους Αγίους Τόπους κι εκεί να ζήσει στην Έρημο ως Ασκητής. Θεώρησε όμως καλό πριν ξεκινήσει για τους Αγίους Τόπους να επισκεφθεί το μοναστήρι του Όσιου Δαυίδ, για να ζητήσει τη βοήθεια και τη μεσιτεία του οσίου. Ή ολοζώντανη όμως εμφάνιση ενώπιον του με την άφιξη του εκεί του ίδιου του οσίου Δαυίδ πού τον υποδέχθηκε και η ουράνια και παραδείσια πολιτεία των ασκητών πού είδε μπροστά του σε δράμα, αντί του παλαιού και ερειπωμένου Μοναστηριού πού υπήρχε στην πραγματικότητα, τον έκαναν να υποσχεθεί στον Άγιο, ότι θα παραμείνει στη Μονή, όπως και παρέμεινε. Την εποχή εκείνη ζούσαν στη Μονή τρία γεροντάκια με το ιδιόρρυθμο σύστημα. Ηγούμενος ήταν ο μακαριστός αρχιμανδρίτης Νικόδημος Θωμάς, άνθρωπος ενάρετος, ηθικός και πολύ ελεήμων, εργασθείς με πολύ ζήλο για την αναστήλωση της Μονής.

Ή μοναχική ζωή του Γέροντα Ιακώβου
Ό πατήρ Ιάκωβος ξεκινώντας τη μοναχική ζωή έβαλε αρχή απαράβατη την υπακοή και δεν έκανε τίποτα χωρίς ευλογία του ηγουμένου, την οποία για να λάβει απαιτείτο πολλές φορές να κάνει κοπιαστικές πορείες τεσσάρων και πέντε ωρών, αφού ο Γέροντας του ασκώντας και εφημεριακά καθήκοντα ευρίσκετο συχνά στην κωμόπολη της Λίμνης. Ή αγόγγυστη υπακοή αυτή του π. Ιακώβου και ο πύρινος ζήλος με τον όποιο εργαζόταν στην πνευματική και σωματική εργασία μέσα στη Μονή εκίνησαν το φθόνο του μισόκαλου διαβόλου, ο όποιος αρχικά ξεσήκωσε τους παλαιούς ιδιόρρυθμους πατέρες εναντίον του. Θλίψεις, πικρίες και δοκιμασίες πολλές επέτρεψε ο Θεός και τον βρήκαν εξ αίτιας της συμπεριφοράς των πατέρων αυτών. Όμως δεν κάμφθηκε, συνέχισε τον αγώνα του.

Δοκιμασίες και πειρασμοί
Από την άλλη είχε να αντιμετωπίσει τη δοκιμασία της απίστευτης φτώχειας της Μονής, εκείνης της εποχής και του ερειπωμένου παγωμένου κελιού του με τα χαλασμένα παντζούρια πού από τις χαραμάδες τους στους βαρείς χειμώνες ό αέρας περνούσε το χιόνι μέσα, και με τα τρύπια πατώματα, πού από κάτω τους βάζανε τα γίδια της Μονής. Ακόμη ή στέρηση απολύτως αναγκαίων αγαθών και των χειμερινών ακόμη ρούχων και παπουτσιών τον έκαναν με τις βροχές, τους πάγους και το πολύ χιόνι να τρέμει σύγκορμος και να αρρωσταίνει συχνά. Όλες αυτές οι ταλαιπωρίες στιγμάτιζαν το σώμα του, καμμιά όμως δεν βρήκε την ψυχή του, καμμιά δεν πείραξε το πνεύμα του. Άλλα κι ο σατανάς δεν έπαυε να τον πολεμά βάζοντας όλη την τέχνη του και χρησιμοποιώντας όλα τα τεχνάσματα του. Δεν αρκούνταν στον πνευματικό, τον αόρατο πόλεμο όπου τσακιζόταν πάνω στην υπακοή, την προσευχή, την πραότητα και την ταπείνωση του Γέροντα, αλλά τον πολέμησε και αισθητά, ορατά. Δεκαοκτώ κάποια φορά με διάφορες μορφές σαν άνθρωποι, σαν πίθηκοι κ.ά., όρμησαν επάνω του την ώρα πού εργαζόταν: από τα χτυπήματα τους και τα βασανηστήρια τους τον άφησαν μισοπεθαμένο όταν μπόρεσε πια και απελευθέρωση χέρι του κι έκανε το Σταυρό του. Το ίδιο επανέλαβαν κι άλλη φορά λιγότεροι στον αριθμό δαίμονες. Άλλοτε πάλι οι δαίμονες για να τρομοκρατήσουν εμφανίσθηκαν μορφή χιλιάδων, αναρίθμητων σκορπιών μέσα στη σπηλιά στο Ασκητή του οσίου Δαυΐδ, όπου ο Γέροντας μιμούμενος τον όσιο Δαυΐδ πήγα συχνά τις νύχτες να προσευχηθεί, βοηθούμενος στη νυχτερινή μετάβαση εκεί από ένα φωτεινό αστέρι πού φώτιζε το μονοπάτι, πού δεν ήταν τίποτα άλλο παρά Άγγελος Κυρίου σταλμένος για τη διακονία αυτή, ως απάντηση του Θεού στο σχετικό αίτημα της προσευχής του. Ό π. Ιάκωβος δεν πτοήθηκε. Μόλις αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο για δαιμονίκη ενέργεια, έθεσε όριο στους σκορπιούς κι αυτοί δεμένοι από την εντολή του δεν πέρασαν τον κύκλο πού χάραξε γύρω του ο Γέροντας. Σημάδι αυτό ο Θεός είχε δώσει στον πιστό του δούλο την εξουσία να χρησιμοποιεί κάτι τη θεία δύναμη Του, από τις θείες ενέργειές Του. Ό πατήρ Ιάκωβος σε όλες αυτές τις δοκιμασίες και τους πειρασμούς ό και σε πολλούς άλλους αντέταξε ακλόνητη πίστη του στο Θεό και θεία αγάπη του προς τον όσιο Δαυίδ την πραγματικά ιώβειο υπομονή και την άκαμπτη καρτερία και πραότητά του, την απόλυτη υπακοή και ταπείνωσή του, την αδιάλειπτη προσευχή και την άπειρη αγάπη του προς όλους.
Το Γραφικό: «Ή Βασιλεία του Θεού βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» εφαρμόσθηκε πλήρως από τον Γέροντα. Ή βία πού ασκούσε στον εαυτό του στο καθετί ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του. Δεν συγκατάβαινε εύκολα στον εαυτό του. Άλλα και η ευθύτητα του ήταν μοναδική, ήταν άνθρωπος του «ναι, ναι» και του «ου, ου», και η νηστεία του επίσης υπεράνθρωπη.

Ή ιερατική ζωή του
Ό Θεός αξίωσε τον π. Ιάκωβο και του μεγάλου χαρίσματος της ιεροσύνης. Ό ίδιος ο μακαριστός Γέροντας έλεγε χαρακτηριστικά:«Εγώ ποτέ στη ζωή μου δεν επεθύμησα θέσεις και αξιώματα, ούτε και φαντάστηκα κατά διάνοιαν ότι ήταν δυνατόν να αξιωθώ τέτοιας τιμής. Δέχτηκα μόνον από υπακοή προς το Γέροντά μου και από σεβασμό προς τον άγιο εκείνον επίσκοπο Χαλκίδος, το μακαριστό Γρηγόριο». Ή χειροτονία του σε διάκονο έγινε τις 18 Δεκεμβρίου του 1952 στο εκκλησάκι της Άγιας Βαρβάρας στη Χαλκίδα και σε ιερέα την επομένη 19 ,Δεκεμβρίου στο παρεκκλήσι του Έπισκοπείου. Ό μητροπολίτης είπε στον π. Ιάκωβο μετά τη χειροτονία του ένα λόγο προφητικό: «Και συ παιδί μου, θ΄ αγιάσεις. Να συνεχίσεις με τη δύναμη του Θεού και θα σε ανακηρύξει η Εκκλησία».

Πνευματικά γεγονότα της ζωής του
Ό π. Ιάκωβος μέσα στο ναό κατά τη διάρκεια της θείας Λατρείας ζούσε ως ιερεύς πολλά πνευματικά γεγονότα. Γινόταν επίγειος άγγελος «συλλειτουργών», όπως ο ίδιος έλεγε σε ορισμένα πρόσωπα, με Χερουβείμ και Σεραφείμ και με Άγιους. Στην αγία προσκομιδή είδε και άγγιξε το ίδιο το πανάγιο Αίμα του Κυρίου, την ώρα πού ετοιμαζόταν να καλύψει τα Τίμια Δώρα. Εκεί, άλλοτε, είδε Αγγέλους Κυρίου να παραλαμβάνουν τις μερίδες των μνημονευομένων και να πηγαίνουν να τις εναποθέτουν σαν προσευχές στο θρόνο του Δεσπότου Χριστού. Άλλοτε είδε «πνευματικώ τω τρόπω», όπως ο ίδιος έλεγε, κεκοιμημένους να του εμφανίζονται κατά κάποιο τρόπο με τη χούφτα ανοιχτή και να του ζητούν να βγάλει μερίδα υπέρ αυτών, υπέρ αναπαύσεως των ψυχών τους, κι όταν το έκανε τους έβλεπε να πηγαίνουν στον τόπο τους αναπαυμένοι. Ένα φωτοειδή αστέρα είδε άλλοτε να στέκεται επάνω από το κεφάλι ευλαβούς Ιερέως πού είχε επισκεφθεί τη Μονή και λειτουργούσε, την ώρα πού έθετε τον αστερίσκο επάνω του Αμνού κατά την κάλυψη των Τιμίων Δώρων. Πνευματικά γεγονότα τέτοια ανάλογα υπάρχουν πολλά, όλα αυτά, μεγάλες δωρεές του Θεού προς τον εκλεκτό του δούλο Ιάκωβο. Ως πνευματικός πατέρας διέπρεψε. Κανένας δεν έφευγε από το πετραχήλι του χωρίς να είναι αναπαυμένος και ευχαριστημένος. Με την πολλή του αγάπη θυσιαζόταν για όλους και παρόλο πού, ιδίως τα τελευταία χρόνια, υπέφερε από πολλές αρρώστιες σε κανέναν δεν είπε: «δεν μπορώ να σε δω, να ακούσω το πρόβλημα σου». «Ό κόσμος», έλεγε στη συνοδία του, «ούτε να φάει ζητάει, ούτε να πιει, ζητάει την αγάπη μας. Αν μπορούμε αυτό να το κάνουμε θα επιτύχουμε στη ζωή μας ως μοναχοί».Από το 1975, οπότε με θεοφώτιστη απόφαση του σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Χαλκίδος κ. Χρυσοστόμου ανέλαβε την ηγουμενία και «ο λύχνος ετέθη επί την λυχνίαν», αποκαλύφθηκαν εξ ανάγκης τα πολλά του χαρίσματα πού αγωνιζόταν επιμελώς να κρύβει. Ή φήμη της Μονής για τα θαύματα του οσίου Δαυΐδ, τον αγιασμένο ηγούμενο της π. Ιάκωβο, τον ανύστακτο κόπο και την αβραμιαία φιλοξενία των πατέρων της διαδόθηκε σιγά-σιγά παντού και πλήθη πιστών από την Ελλάδα και το εξωτερικό κατέφθαναν στη Μονή, η οποία έτσι αναδείχθηκε, όπως γράφτηκε, «κυψέλη πνευματικής ζωής και φάρος Όρθοδοξίας, πανελλήνιο προσκύνημα, πανορθόδοξη αναφορά του αιώνα μας».Από τα πενήντα πέντε χρόνια του και μετά παρεχώρησε ο θεός κι ο πατήρ Ιάκωβος πέρασε εκτός των άλλων δοκιμασιών και πολλές και επώδυνες ασθένειες. Έλεγε χαρακτηριστικά ο μακαριστός Γέροντας «πήρε ο εωσφόρος την άδεια να πειράξει το σώμα μου». Αυτό είπε αποκαλυπτικά και το δαιμόνιο μέσω μιας δαιμονισμένης φανερώνοντας και τις παθήσεις πού είχε ο Γέροντας, τις όποιες μόνο ο ίδιος ήξερε. Κι ο Γέροντας συνέχιζε λέγοντας: «Έμενα πού ποτέ άνθρωπος δεν με είδε γυμνό, εκτός από τη μητέρα μου όταν ήμουν παιδάκι, παραχώρησε ο θεός να με δουν οι γιατροί και οι νοσοκόμοι και να με χειρουργήσουν επανειλημμένως. Έγινα θέατρο αγγέλοις και ανθρώποις».Δεν ήταν λίγες οι φορές βέβαια πού οι Άγιοι, όπως ο όσιος Δαυίδ, ο όσιος Ιωάννης ο Ρώσος, οι άγιοι Ανάργυροι, ή αγία Παρασκευή, επενέβησαν μετά από παρακλήσεις του και τον βοήθησαν στις ασθένειες του χαρίζοντας του την ίαση και την υγεία. Ή τελευταία δοκιμασία με την υγεία του πού τελικά οδήγησε το Γέροντα στην άλλη ζωή ήταν ή πάθηση της καρδιάς του, ή οποία προέκυψε εξ αίτιας κάποιου πειρασμού πού πέρασε.

Τα πνευματικά χαρίσματα του Γέροντα
Ο μακαριστός Γέροντας Ιάκωβος έζησε οσίως σαράντα περίπου χρόνια στη Μονή του Όσιου Δαυΐδ, έχοντας προηγουμένως ζήσει «ευαγγελικώς» στον κόσμο τριάντα δύο χρόνια. Δούλεψε στον Κύριο τηρώντας από τη νεότητα έως το γήρας την προθυμία της ασκήσεως. Μιμήθηκε τον όσιο Δαυΐδ, και βάδισε στα ίχνη του. Οι ασκητικοί του αγώνες ήταν εφάμιλλοι των παλαιών οσίων πού αναφέρονται στα Γεροντικά, αλλά και οι εναντίον του επιθέσεις, πνευματικές και αισθητές, του Σατανά, οι ποικίλοι πειρασμοί, δοκιμασίες και κακοπάθειές του ήταν ανάλογες με αυτές πού αντιμετώπισαν πολλοί θεοφόροι Πατέρες. Όσο όμως μεγάλωναν οι δοκιμασίες, οι ασθένειες και τα βάσανα του, τόσο ο θεός τον χαρίτωνε με σπάνια πνευματικά χαρίσματα, όπως της διοράσεως και προοράσεως, της διακρίσεως και της παραμυθίας, και τόσο περισσότερες ήταν οι θεοπτείες πού είχε και οι θεοσημείες πού επιτελούσε με την προσευχή του, αλλά και τόσο μεγαλύτερη γινόταν η ακτινοβολία του. Στη Μονή προσέρχονταν για να τον δουν εκατοντάδες απλοί άνθρωποι του λαού, αλλά και πατριάρχες και αρχιερείς, κληρικοί κάθε βαθμού και μοναχοί, άρχοντες και ανώτατοι δικαστές, καθηγητές Πανεπιστημίου και επιστήμονες. Όλοι φεύγοντας από τη Μονή κι έχοντας δει το Γέροντα Ιάκωβο αισθάνονταν ότι έφευγαν από ένα είδος Παραδείσου. Ό καθένας εύρισκε κοντά στο Γέροντα τη βοήθεια πού χρειαζόταν. Οι πονεμένοι εύρισκαν με τους παραμυθητικούς του λόγους την παρηγοριά και την ανακούφιση, οι δαιμονισμένοι εύρισκαν με τις ευχές του την απελευθέρωση από τα δαιμόνια και τη θεραπεία τους, οι ασθενείς εύρισκαν με την παρρησία της προσευχής του την ίαση και την υγεία, οι ταλαιπωρημένοι από τα διάφορα βιοτικά προβλήματα τους εύρισκαν με την ευλογία του την αναψυχή, την ψυχική τους Ισορροπία, την ενδυνάμωση, τη λύση των προβλημάτων τους. Οι φτωχοί εύρισκαν με τη συνεχή και αγόγγυστη ελεημοσύνη του τη λύτρωση από τη θλίψη της φτώχειας και την απελευθέρωση από τα βάρη των χρεών τους. Πολλά άτεκνα ζευγάρια μετά την προσευχή, τις ευχές και την ευλογία του αποκτούσαν τέκνα χαριτωμένα. 'Αλλά και για όσους είχαν τα κατάλληλα μάτια να δουν, ή παρουσία και μόνο του Γέροντα, ή θεωρία του, αποτελούσε ευλογία θεού, φανέρωση των θείων ενεργειών, παρουσία του θεού στη γη. Ιδού τι αναφέρει σχετικώς στην από 14.2.1994 επιστολή του προς την Ιερά Μονή του Όσιου Δαυΐδ ο οικουμενικός πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος: «...Δια τον μακαριστόν Γέροντα με την φωτεινήν μορφήν ισχύει εκείνο το οποίον έγραφεν ο ιερός Χρυσόστομος δια τον άγιον Μελέτιον Αντιοχείας: "Ου γαρ διδάσκων μόνον, ουδέ φθεγγόμενος, αλλά και δρώμενος απλώς, ικανός ή άπασαν αρετής διδασκαλίαν εις την των ορώντων ψυχήν εισαγαγείν".

Ή οσιακή κοίμηση του
Αντάξια της θαυμαστής ζωής του ήταν και η οσιακή κοίμηση του Γέροντα, την οποία προγνώριζε, γι' αυτό και παρακάλεσε αγιορείτη ιεροδιάκονο πού εξομολόγησε το πρωί της 21ης Νοεμβρίου 1991, εκείνης της τελευταίας ημέρας της επιγείου ζωής του να μείνει στο Μοναστήρι ως το απόγευμα για να τον «ντύσει».Και πράγματι στις 4.17 το απόγευμα σαν πουλάκι παρέδωσε το πνεύμα. Ό μακαριστός Γέροντας άφησε το φθαρτό αυτό κόσμο του πόνου κι έφυγε για την αιώνια ανάπαυση, στο Θεό.
Το λείψανο του ήταν λαμπερό, εύκαμπτο, ζεστό, οσιακό και η ιαχή πού έβγαινε από τα χείλη χιλιάδων ανθρώπων «άγιος άγιος... είσαι άγιος» αποτελούσε μία ομόφωνη μαρτυρία της συνείδησης των πιστών για το μακαριστό πλέον Γέροντα Ίάκωβο. Αλλ ο άγιος Γέροντας συνεχίζει και μετά την οσιακή κοίμηση του, όπως το ομολογούν εκατοντάδες πιστοί να τους ευεργετεί με την παρρησία πού έχει στο Θεό. Στη Μονή του Όσιου Δαυΐδ υπάρχουν τουλάχιστον τριακόσιες μαρτυρίες πιστών, πού ο Γέροντας Ιάκωβος τους βοήθησε. Οι μαρτυρίες αυτές, πού περιέχονται σε επιστολές των ίδιων των ευεργετηθέντων ή κατεγράφθηκαν μετά από προφορικές διηγήσεις τους, έχουν σχέση με θεραπείες, ευεργετικές επεμβάσεις, ή μεταθανάτιες εμφανίσεις του Γέροντα.

Ή παρρησία του π. Ιακώβου στο Θεό-Σύγχρονες μαρτυρίες
1.Ό ιερεύς π. Ιωάννης Βερνέζος, εφημέριος του Προσκυνηματικού Ιερού Ναού του Άγιου Ιωάννου του Ρώσου στο Προκόπι της Ευβοίας ανέφερε τα εξής: «Είχα ένα ογκίδιο στο δεξί μου χέρι. Έκτος των κινδύνων πού έκρυβε, ήταν και αντιαισθητικό. Γι' αυτό, όταν οι χριστιανοί μου φιλούσαν το χέρι, το κάλυπτα με το ράσο μου. Την ημέρα της κηδείας του Γέροντος Ιακώβου (22.11.1991) παρεκάλεσα το Γέροντα για το θέμα αυτό. Και καθώς ασπαζόμουν το ιερό σκήνωμα του, ακούμπησα το χέρι μου πάνω στο λείψανο του. Από εκείνη τη στιγμή το ογκίδιο άρχισε να υποχωρεί, ώσπου εξαφανίστηκε. Μεγάλη ή χάρη του οσίου Γέροντα. "Ας έχουμε την ευχή του!».
2. Ή κ. Ανδρομάχη Πασχάλη, κάτοικος Λίμνης Ευβοίας, σε επιστολή πού έστειλε στη Μονή γράφει τα έξης:«Στις 18 Νοεμβρίου 1993 παρουσιάστηκε στην άκρη της γλώσσας μου ένα μικρό κεράτινο ογκίδιο. Περνώντας οι μέρες αυτό μεγάλωσε, κρεμόταν μπροστά στη γλώσσα μου και με ενοχλούσε στην ομιλία, την ώρα πού έτρωγα και όταν έπινα νερό. Πέρασαν δυο μήνες από την ημέρα πού το πρωτοείδα, το ογκίδιο εξακολουθούσε να υπάρχει και ή ψυχολογική μου κατάσταση ήταν πολύ άσχημη. Μέσα στη μεγάλη ψυχολογική ένταση πού βρισκόμουν, κι ενώ σκεπτόμουν ότι από Δευτέρα έπρεπε να πάω στην Αθήνα για γιατρό, άρχισα να λέω το πρόβλημα μου στον παππού Ίάκωβο κοιτάζοντας μία μικρή φωτογραφία του πού είχα απέναντι στο τραπέζι μου. Τον παρακάλεσα να με βοηθήσει, να μην αρχίσω τις ατέλειωτες εξετάσεις στους γιατρούς πού χρειάζονται για τέτοιου είδους περιστατικά και κατά τις δυο τα μεσάνυκτα ανέβηκα για ύπνο στο δωμάτιο μου. Το πρωί πού σηκώθηκα, την ώρα πού έπινα καφέ, διαπίστωσα ότι δεν με ενοχλούσε τίποτα στη γλώσσα μου. Όλο αγωνία πήγα στον καθρέφτη και είδα ότι το ογκίδιο πού είχα εξαφανίστηκε χωρίς να αφήσει ούτε σημάδι. Έτσι απλά παρακάλεσα τον άγιο Ιάκωβο να με βοηθήσει, κι αυτός έτσι απλά με βοήθησε.»
3. Ό πανιερώτατος μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος σε μία από τις επισκέψεις του στη Μονή, ως αρχιμανδρίτης τότε, ανέφερε μεταξύ άλλων θαυμάτων πού επιτελεί ο άγιος Γέροντας Ιάκωβος σε Κυπρίους αδελφούς μας, τους οποίους αγαπούσε πολύ, και το εξής θαυμαστό:«Είχα φέρει στην Κύπρο λάδι από το καντήλι του τάφου του Γέροντα. Το 1993 με πήρε στο τηλέφωνο ο εφημέριος του Ιερού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Λάρνακος, ο π. Παναγιώτης Ζάρος, και μου είπε: «Πάτερ Νεόφυτε, δεν είμαι καλά. Έχω ένα χρόνιο πρόβλημα υγείας, αλλά δεν το λέω. Έχω ραγάδες στο έντερο και έχω μεγάλη αιμορραγία. Και αυτές τις ημέρες έχω έντονους πόνους και μεγάλη ροή αίματος, και σε παρακαλώ κάνε μια παράκληση στον άγιο Γεώργιο, πού ζεις στο μοναστήρι του, και στον πατέρα Ιάκωβο να μου δίνουν υπομονή, γιατί όταν πονώ υποφέρω πολύ και φωνάζω και στενοχωρούνται και ή παπαδιά και τα παιδιά μου».Λυπήθηκα πολύ και του είπα ότι θα κάμω παράκληση και θα του πήγαινα λαδάκι από το καντήλι του πατρός Ιακώβου, για να σταυρωθεί. Αυτά είπα και έκλεισα το τηλέφωνο. Μετά από δέκα πέντε λεπτά ο π. Παναγιώτης ήρθε στο μοναστήρι και μου είπε: «Ήρθα να πάρω το λαδάκι του Γέροντα μόνος μου, γιατί πιστεύω πολύ σε αυτόν τον άνθρωπο, ότι ο Θεός τον χαρίτωσε και θα με βοηθήσει». Του έδωσα λάδι και σταυρώθηκε στο μέτωπο και έφυγε. Το βράδυ με πήρε στο τηλέφωνο και μου είπε χαίροντας και κλαίοντας ότι ή ροή του αίματος σταμάτησε. Από τότε έγινε τελείως καλά. Ό π. Παναγιώτης υπέφερε από αυτό από τα εφηβικά του χρόνια και τώρα ήταν περίπου 40 ετών. Όταν έγινε καλά υποσχέθηκε να τελεί θεία Λειτουργία και μνημόσυνο στο Γέροντα Ιάκωβο κάθε χρόνο σαν αυτή την ήμερα της θεραπείας του. Όταν όμως πέρασε ένας χρόνος από το θαύμα αυτό ο π. Παναγιώτης ξέχασε την υπόσχεση του. Τη θυμήθηκε όταν εκείνη την ημέρα (στο χρόνο επάνω) του παρουσιάσθηκε ελάχιστο αίμα. Εκπλήρωσε την υπόσχεση του και η ροή του αίματος σταμάτησε. Από τότε το θυμάται κάθε χρόνο και επιτελεί θεία Λειτουργία και μνημονεύει το Γέροντα ανάμεσα στους Άγιους.
4. Ό κ. Γιώργος Ίωαννίδης, γιατρός παθολόγος από το Βόλο, (προσωπικός τότε γιατρός του τότε Μητροπολίτου Δημητριάδος και τώρα Αρχιεπισκόπου κ. Χριστοδούλου) ανέφερε μεταξύ άλλων και τα έξης:«Φεύγοντας από τη Μονή του Όσιου Δαυΐδ, οπού είχα έλθει με την οικογένεια μου για προσκύνημα το Σεπτέμβριο του 1997, κι ενώ βρισκόμουν στην πύλη της αισθάνθηκα μέσα μου μια δυνατή επιθυμία να πάω να ξαναπροσκυνήσω τον τάφο του Γέροντα Ιακώβου. Αισθανόμουν όπως αισθάνεται κάποιος πού ξέχασε πίσω του κάτι πολύτιμο και θέλει να γυρίσει να το πάρει. Πραγματικά γύρισα με το γιο μου και στο ένα μέτρο πριν από τον τάφο του Γέροντα βλέπω κάτω στη γη ένα κομποσχοίνι. Παίρνω το κομποσχοίνι στο χέρι μου, το υψώνω και το κρατώ επιδεικτικά, ώστε αν κάποιος από τους γύρω προσκυνητές το έχασε, να το δει και να 'ρθει να το πάρει. Εκείνη όμως ακριβώς τη στιγμή ακούω φωνή πίσω μου πού μου έλεγε: «Τι ψάχνεις; Για σένα είναι το κομποσχοίνι». Γυρίζω και σε απόσταση ενός μέτρου βλέπω ολοζώντανο το Γέροντα Ιάκωβο να μου χαμογελά. Τον είδα ολοκάθαρα. Διέκρινα την υγρασία των ματιών του, τις φλεβίτσες στο πρόσωπο του, τη γενειάδα του, όπως την είχε. Ένοιωσα κάτι το ξεχωριστό, συγκλονίστηκα. Ή κυριολεκτικά αυτή ζωντανή παρουσία του Γέροντα Ιακώβου μπροστά μου ήταν καθοριστική κι έβαλε μέσα μου τη σφραγίδα περί της βεβαιότητας της θείας παρουσίας».
5. Τις ημέρες πού γραφόταν αυτό το κείμενο και συγκεκριμένα στις 10 Όκτωβρίου 2001 ήρθε στη Μονή ο κ. Γιαννούλης, ναυτικός, από την Άνδρο και βουρκωμένος χωρίς καν να μπορεί να μιλήσει καλά-καλά από τη συγκίνηση και τα κλάματα ανέφερε τα έξης:«Ταξίδευα προ καιρού και ευρισκόμουν στην Ινδία. Κάποια μέρα αντιμετώπισα σοβαρό πρόβλημα με την καρδιά μου. Στο Νοσοκομείο εκεί πού με πήγαν οι γιατροί είπαν στους συναδέλφους μου ότι τελειώνω. Εγώ, παρ' όλο πού ήμουν σε κωματώδη κατάσταση, ένιωθα ότι κάποια αόρατη θεία δύναμη με βοηθάει. Όταν αργότερα άνοιξα κάποια στιγμή τα μάτια μου τον πρώτο πού είδα μπροστά μου ήταν ο Γέροντας Ιάκωβος πού είχα διαβάσει αρκετές φορές το βιβλίο του. Μου είπε: "Μη φοβάσαι, κύριε Γιαννούλη, θα σε βοηθήσω, θα γίνεις τελείως καλά και θα ξαναγυρίσεις στην πατρίδα". Και από εκείνης της ώρας πράγματι έγινα τελείως καλά».Από τις υπάρχουσες προφορικές και γραπτές μαρτυρίες των πιστών διαπιστώνεται ότι ο Γέροντας Ιάκωβος έχει μεγάλη παρρησία στο θεό και γι' αυτό ευχόμεθα να πρεσβεύει υπέρ υγείας όλων μας στο δωρεοδότη Θεό.

Είπε ο Γέροντας:
- Ένας άνθρωπος ρώτησε. «Εφ` όσο ο πατήρ Ιάκωβος αγαπά το Θεό και τους
Αγίους και τον Όσιο Δαβίδ και πιστεύει στα Ιερά Λείψανα και στις Εικόνες
και στο Θεό, γιατι ο Θεός επέτρεψε και πήγε στο Νοσοκομείο και του έκανα
σοβαρές εγχειρήσεις»;
- Επέτρεψε ο Θεός για να ταπεινωθώ.

Τον Άγιο Ιωάννη τον Pώσο, ο Γέροντας τακτικά τον επισκεπτόταν, κυρίως
πηγαίνοντας για την Αθήνα για τους γιατρούς που τον παρακολουθούσαν.
- Κάποτε πήγα – έλεγε ο γέροντας - και βλέπω τον άγιο ζωντανό μέσα στη
λάρνακά του. Του λέω: «Άγιε μου πως περνούσες στη Μικρά Ασία; Τι αρετές
είχες και αγίασες;»
Ο Άγιος μου απάντησε. «Μέσα στη σπηλιά που ήταν στάβλος κοιμόμουνα
και με τα άχυρα σκεπαζόμουνα τον χειμώνα για να μην κρυώνω. Είχα και
την ταπείνωση και την πίστη».
Σε λίγο μου λέει: «Περίμενε, πάτερ Ιάκωβε, γιατι ήρθαν τώρα δυο άνθρωποι
και με παρακαλούν για ένα παιδί άρρωστο. Περίμενε να πάω να βοηθήσω».
Ξαφνικά άδειασε η λάρνακα γιατι ο Άγιος έφυγε. Σε λίγη ώρα ξαναγύρισε,
δεν τον είδα πως γύρισε, αλλά τον είδα να τακτοποιείται μέσα στη λάρνακα
του σαν ένας άνθρωπος.

Στις 15 Ιουλίου 1990, ημέρα Κυριακή, το πρωί, μόλις ο
π. Ιάκωβος κατέβηκε από το κελλάκι του στο Ναό για
την Θεία Λειτουργία περιέγραφε μέσα στο ιερό με
πρόσωπο εκστατικό σε Πατέρες της Μονή ς του όσα ο
Θείος Ιωάννης ο Ρώσος «πνευματικό τω τρόπω» του
είχε πει την νύχτα, που πέρασε – «ο Θεός οίδε» - εμπρός
στην Ιερά Λάρνακα με το αδιαλώβητο σκήνος Του στο
Ναό Του στο Προκόπι.
«Νομίζουν πως κοιμάμαι, πεθαμένος, είμαι νεκρός
και δεν υπολογίζουν οι Χριστιανοί. Εγώ όμως είμαι
ζωντανός. Τους πάντες βλέπω. Το σώμα μου είναι
μέσα, αλλά εγώ εξέρχομαι πολλές φορές από την
λάρνακα μου. Τρέχω ανάμεσα στους ανθρώπους για
να τους βοηθήσω.
Πολύς ο πόνος.
Αυτοί δε με βλέπουν. Εγώ τους βλέπω και τους ακούω τι λένε. Και πάλι
μπαίνω στη λάρνακα μου.
Αλλά άκουσε Πάτερ μου να σου πω. Πολλή η αμαρτία στο κόσμο, πολλή η
ασέβεια και πολλή η απιστία».
«Γιατί τα λες αυτά Άγιε μου»; Του απάντησα. «Δε βλέπεις πόσος κόσμος
έρχεται στη χάρη σου και σε προσκυνά»;
«Πολλοί έρχονται, Πάτερ Ιάκωβε, αλλά λίγα είναι τα τέκνα μου», πρόσθεσε ο
Όσιος και συνέχισε.
«Για αυτό πρέπει να γίνει πόλεμος. Γιατι πολλή η αμαρτία στο κόσμο».
«Όχι, Άγιε μου» του είπα ταραγμένος. «Από μικρό παιδί όλο σε πολέμους και
ταλαιπωρίες βρέθηκα. Στην Μικρά Ασία που γεννήθηκα αλλά και όταν
ήλθαμε στην Ελλάδα. Ύστερα Άγιε μου αν γίνει έξαφνα ο πόλεμος θα
χαθούν και ψυχές πριν προφτάσουν να μετανοήσουν».
«Πρέπει να γίνει πόλεμος, πρέπει να γίνει πόλεμος, πρέπει να γίνει
πόλεμος», απάντησε λυπημένα με μια σταθερή φωνή ο Όσιος και συνέχισε
ότι θα γίνουν ορισμένες πλημμύρες, πυρκαγιές και άλλες καταστροφές στην
περιοχή της Εύβοιας κα κάπου άλλα δεινά.
Όλα όσα είπε ο Όσιος στον Γέροντα εκείνο το βράδυ πράγματι συνέβησαν
και συμβαίνουν.
Την πρώτη Αυγούστου 1990 κηρύχτηκε πόλεμος στον περσικό κόλπο., ενώ
λίγο αργότερα στην Εύβοια έγιναν πλημμύρες από καταρρακτώδης βροχές,
χάθηκαν ανθρώπινες ζωές και προξενήθηκαν μεγάλες υλικές καταστροφές
και φωτιές κατέκαψαν δάση και άλλες εκτάσεις.

Διηγείται ο Γέροντας:
- Κάποτε διάβαζα το βίο του Άγιου Σεραφείμ του Σαρώφ και στο σημείο που
έλεγε ο Άγιος ότι είδε τα σκηνώματα του Παραδείσου, «εν τη οικία του
Πατρός μου πολλαί μοναί εισί», τότε λέω πώς να είναι άραγε Θεέ μου, αυτές
οι Μονές;
Ξαφνικά μου έπεσε το βιβλίο από τα χέρια και βρέθηκα σ` ένα ωραίο μέρος.
Μπροστά μου ήταν ένας δρόμος κατάφυτος με βιολέτες, όλες το ίδιο ύψος και
πυκνοφυτεμένες, ευωδιαστές και δίπλα μου στεκόταν ένας Γέροντας, ο Άγιος
Δαβίδ ήταν. Ήθελα να προχωρήσω και δίσταζα να μην σπάσω τα λουλούδια.
Έλεγα μάλιστα ποιος τα φύτεψε τόσο πυκνά. Αν ήταν λίγο αραιότερα θα
έβαζα το πόδι μου ανάμεσα και δε θα τα έσπαζα και δίσταζα να προχωρήσω.
Τότε μου λέει ο Γέροντας:
«Προχώρα, προχώρα, προχώρα, πάτερ Ιάκωβε, μη φοβάσαι τα λουλούδια
αυτά δεν είναι σαν και εκείνα που ξέρεις , δεν σπάζουν».
Καθώς προχωρούσα λοιπόν πατούσα και δεν σπάζανε. Βλέπω δεξιά μου, ένα
απότομο κατήφορο, χωματόδρομο πολύ επικίνδυνο και λέω:
«Τι δρόμος κατηφορικός είναι αυτός; Αν περάσει κανένα αυτοκίνητο θα
κινδυνεύσει».
Μου λέει τότε ο γέροντας:
«Εδώ πάτερ Ιάκωβε δεν υπάρχουν αυτοκίνητα, ας` τον αυτόν τον δρόμο μην
τον κοιτάζεις καθόλου, εσύ βάδιζε το δρόμο που βαδίζεις».
Βαδίζαμε λοιπόν στο ανθισμένο αυτό δρόμο και λέω. «ας κοιτάξω τι υπάρχει
γύρω».
Βλέπω κάτι ωραιότητα σπιτάκια, αραιοκατοικημένα, σαν παλατάκια, με τις
περιφράξεις τους με τις εξώπορτες τους, γεμάτα λουλούδια και ομορφιά και
φως, αλλά ήταν εντελώς άδεια, δεν υπήρχε κανένας άνθρωπος μέσα.
Λέω τότε στον Γέροντα που με συνόδευε:
«Γέροντα, τι ησυχία και τι ομορφιά είναι αυτή; Ας είχα και εγώ ένα τέτοιο
σπιτάκι να κάθομαι στην ησυχία, να κάνω την προσευχή μου, γιατι εγώ
είμαι άνθρωπος της ησυχίας».
Τότε σήκωσε ο Γέροντας το χέρι του και μου έδειξε το σπιτάκι του που ήταν
για μένα. Αμέσως όμως βρέθηκα στο κελί μου και είπα:
«Γιατι ξαναγύρισα σ` αυτό το κόσμο; Αχ να μην ξαναγύριζα, αλλά να έμενα
για πάντα εκει»!!!

Όταν προσκομίζω , έλεγε ο Γέροντας, βλέπω τις ψυχές που περνούν από
μπροστά μου και με παρακαλούν να τις μνημονεύσω, και να θέλω να τις
ξεχάσω δεν μπορώ.

Έλεγε ο Γέροντας πολύ να προσέχουμε στην προσευχή μας τι ζητάμε από τον
Θεό, γιατι παραδείγματος χάρη δεν ξέρουμε, όταν του ζητήσουμε δοκιμασία
και μας τη δώσει,αν θα την αντέξουμε.

Έλεγε επισης ο Γέροντας:
- Όταν ο Ιερέας βγάζει μερίδες και μνημονεύει τα ονόματα των πιστών στην
Ιερά Πρόθεση κατεβαίνει Άγγελος Κυρίου και παίρνει την μνημόνευση αυτή
και την πηγαίνει και την εναποθέτει στο Θρόνο του Δεσπότου Χριστού ως
προσευχή γι` αυτούς που μνημονεύθηκαν. Σκεφθείτε λοιπόν τι αξία έχει να
σας μνημονεύσουν στην Αγία Πρόθεση.
Κάποια φορά είχα ξεχάσει να μνημονεύσω στους κεκοιμημένους τη μητέρα
μου, που ήταν Αγια γυναίκα. Όταν τελείωσα την Θεια Λειτουργία και πήγα
στο κελλάκι μου, εκει που καθόμουν, ήλθε η ψυχή, το πνεύμα της μητέρα
μου, και μου είπε με παράπονο:
«Πάτερ Ιάκωβε δε με μνημόνευσες σήμερα».
«Πως μητέρα δεν σας μνημόνευσα. Κάθε μέρα σας μνημονεύω και μάλιστα
την καλύτερη μερίδα σας βγάζω», της είπα.
«Όχι παιδί μου, σήμερα με ξέχασες και η ψυχή μου δεν αναπαύεται τόσο όσο
τις άλλες μέρες που με μνημονεύεις», μου απάντησε.
Σκεφθείτε τι μεγάλος κέρδος και ωφελεία δέχεται η ψυχή όταν τη μνημονεύει
ο ιερέας.
- Είδα και την ψυχή του πατέρα μου, - έλεγε ο Γέροντας -, να κάθεται έξω από
ένα απλό σπιτάκι σαν κελλάκι και του λέω:
«Πατέρα μου, εσύ που ήσουν και χτίστης, δεν έχτιζες ένα μεγαλύτερο σπίτι
να μένεις άνετα, αλλά κάθεσαι σε ένα τέτοιο σπιτάκι»;
Τότε, τι μου λέει;
«Παιδί μου, εσύ με τις προσευχές σου και τις ελεημοσύνες σου μου έκτισες το
σπιτάκι αυτό και το έχω και μένω».

.Ένα πνευματικό του παιδί λέει στον Γέροντα:
- Πήγαμε στο μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω.
Κι ο γέροντας εντελώς φυσικά του λέει:
- Παιδί μου, ο Άγιος Διονύσιος ήταν εδώ πριν λίγες ημέρες και
συλλειτουργήσαμε!!

Πήγε κάποιος στον γεροντα και του λέει:
- Κάνω 3000 μετάνοιες το εικοσιτετράωρο.
Του λέει ο γέροντας:
- Καλά κανείς παιδί μου, αλλά από τώρα κι ύστερα να κανείς 100 μετάνοιες,
γιατι αργότερα θα κουραστείς και δεν θα κανείς καμία.

Για το θέμα της τηλεόρασης έλεγε:
- Η τηλεόραση - το κουτί του διάβολου – κάνει μεγάλη ζημία, ιδιαίτερα στα
παιδία, γι αυτό και πρέπει να βγει από το σπίτι.

Στους γονείς που ρωτούσαν τι να κάνουμε τα παιδία μας όταν δεν ακούνε τους
έλεγε:
- Προσευχή θα κάνετε με πίστη, θα τα νουθετήσετε κι όσο μπορείτε με την
αγάπη και με τον καλό το τρόπο. Γιατι, με συγχωρείτε, με το αυστηρό δεν
πάει.
Γιατι σου λέει σηκώνουμε και φεύγω και πάει. Κι είναι σήμερα Σόδομα και
Γόμορρα και κάτι χειρότερο.

Είπε ο γέροντας:
- Όταν είχε κοιμηθεί ο Γέροντας του ο πατήρ Νικόδημος, είπα στην προσευχή
μου, που να πήγε άραγε η ψυχή του; Τότε είδα, όχι σε όνειρο, αλλά
πνευματικό τω τρόπω, ότι με φώναξε ο Γέροντας μου να του πάω τα κλειδιά
της Μονής γιατι ήρθε ο Μέγας Αρχιερέας.
Πήγα λοιπόν έξω από την πόρτα του κελιού που είναι πάνω από την είσοδο
της μονής κι όταν έφτασα κοντά, ακούω ομιλίες, ερώτηση, απάντηση. Μέσα
γινόταν ανάκριση, εξέταση. Χτύπησα την πόρτα και μπήκα μέσα στο
δωμάτιο και τι να δω!!!....... ο Γέροντας μου στεκόταν όρθιος, ξεσκούφωτος με
το κεφάλι κατεβασμένο και τα χέρια σταυρωμένα με πολύ φόβο και
ευλάβεια.
Απέναντι του ήταν ο Μέγας Αρχιερέας καθήμενος επί θρόνου. Ο θρόνος
ήταν μετέωρος ένα μέτρο πάνω από το δάπεδο. Το πρόσωπο του έλαμπε.
Χρυσό σαν καθαρό κερί, δεν μπορώ να το περιγράψω παιδί μου.
Στα γόνατα του ήταν ανοιχτό ένα βιβλίο και μέσα ήταν γραμμένη η ζωή του
Γεροντά μου. Ρωτούσε ο Μέγας Αρχιερέας και απαντούσε ο Γέροντας μου.
Μόλις μπήκα μέσα σταμάτησε η ανάκριση, πήγα στον Γέροντα μου, του
έβαλα μετάνοια και του έδωσα τα κλειδιά της Μονής.
«Γέροντα έφερα και τα κλειδιά της Λειψανοθήκης μην τυχόν θελήσει ο
Αρχιερέας να προσκυνήσει τα Αγια Λείψανα», του είπα.
Ο γέροντας μου τα πήρε. Ήθελα να βάλω μετάνοια και στο Μέγα Αρχιερέα,
αλλά δεν μου είπε τίποτε ο Γέροντας μου κι επειδή ήμουν υποτακτικός, δεν
μπορούσα να κάνω κάτι χωρίς ευλογία.
Έτσι βάζοντας μετάνοια στον Γέροντα μου και υποκλινόμενος από μακριά
στον Μέγα Αρχιερέα, βαδίζοντας προς τα πίσω, χωρίς να γυρίσω την πλάτη
μου, βγήκα από το δωμάτιο.
Αμέσως μόλις βγήκα άρχισε πάλι η ανάκριση.
Είδα, παιδί μου, ότι όλη μας η ζωή, έργα, λόγια, σκέψεις είναι γραμμένα, θα
δώσουμε για όλα λόγο.
Όσο για τον Γεροντά μου πληροφορήθηκα ότι η ψυχή του πήγε πολύ καλά.
---------------------------------------------------------------------------------------
Ο π. Ιάκωβος ζούσε τον Παράδεισο ήδη από εδώ στη γη! Έλεγε στον όσιο Δαυίδ "έλα" κι εκείνος έσπευδε! Τι άλλο μεγαλύτερο να ζητούσε; Ποια μεγαλύτερη παρηγοριά στους φρικτούς πόνους των ασθενειών του; Όσο πλησίαζε το τέλος του, ενώ ικέτευε για το έλεος του Θεού, ενώ έλεγε ότι δεν έχω κάνει τίποτα για το Χριστό, αφηνόταν καμιά φορά κι έλεγε: -Πάτερ μου, με νομίζουν για τρελό, χαζό... άμα πεθάνω θα δούνε ποιος είναι ο Ιάκωβος... Δεν τα λέω αυτά από εγωισμό, αλλά προς δόξαν Θεού! Ας έχουμε την ευχή του....

Περὶ τῆς σχέσεως Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου- Ἀρχιμ. Σωφρόνιος Σαχάρωφ.




Ἐρώτηση πρὸς τὸν π. Σωφρόνιο: Εἴπατε ὅτι ἀρχίσατε νὰ γράφετε, ἐπειδὴ πολλοὶ θέλησαν νὰ γνωρίσουν μὲ εὔκολο τρόπο τὴ σοφία τῆς ζωῆς. Μὰ ὅσο κι ἂν διαβάσουν, δὲν μποροῦν νὰ τὴ γνωρίσουν, διότι γιὰ νὰ τὴν μάθουν, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ φοιτήσουν στὸ σχολεῖο τῆς ζωῆς ἀπὸ τὸ ὁποῖο Ἐσεῖς περάσατε.


π. Σωφρόνιος. Ἐν μέρει δὲν τὸ ἀρνοῦμαι αὐτό. Ἀλλὰ γιατί νὰ μὴν ἀποδεχθῶ ὅτι δὲν δημιούργησα ἐγὼ ὅλες αὐτὲς τὶς σκέψεις ποὺ φέρω, ἄλλα ὅτι τὶς δέχθηκα ἀπὸ ἄλλους, ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀπό τοὺς δασκάλους μου; Καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἤδη ἔχουν ἐγκαταλείψει ἐντελῶς τὴ μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου, ἂν ἀκούσουν αὐτὸ τὸν λόγο, ἴσως ποῦν: «Ναί, θὰ προσπαθήσω κι ἐγώ. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δοκίμασε, ἀποφάσισε καὶ νὰ τί τοῦ δόθηκε». Εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔκανε καὶ ὁ Γέροντας Σιλουανός. Τὸ παράδειγμά του ἐνέπνευσε χιλιάδες ἀνθρώπους. Εἶναι πολὺ πιθανὸ ὅτι ἔθεσε τὴ βάση γιὰ μία νέα ἄνθηση τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Στὸν Γέροντα Σιλουανό, ἄνθρωπο ἁπλὸ καὶ φυσικό, δόθηκε νὰ γνωρίσει καὶ νὰ βιώσει ἐκείνη τὴ μορφὴ τῆς ἀγάπης — «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν»—, μὲ τὴν ὁποία ὁ Κύριος ἀγάπησε τὸν ἄνθρωπο... Τὸ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς ἀγάπης αὐτῆς συνίσταται στὸ ὅτι, ὅταν δίνεται αὐτὸ τὸ αἴσθημα -καὶ αὐτὸ δίνεται μέσῳ τῆς καρδιᾶς—, τότε χωρὶς καμία λογικὴ ἀπόδειξη εἶναι φανερὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο ὅτι δὲν πεθαίνει, ὅτι εἶναι αἰώνιος. Καμιὰ ἐπιστημονικὴ γνώση δὲν ὁδηγεῖ σὲ αὐτό.


Ὁ Ἀϊνστάιν ἔγραψε ἕνα βιβλίο γιὰ τὸν ἑαυτό του, «Πῶς βλέπω τὸν κόσμο». Βίωσε κάποτε μία κατάσταση κάποιου μυστικιστικοῦ δέους, ὁπότε ἡ σκέψη του προχώρησε ἀκόμη καὶ στὸ νὰ ἀνακαλύψει τὸν τύπο ἤ τὴν ἐξίσωση ὄχι μόνο γιὰ τὴν ὕλη ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν Θεό. Ἀλλὰ δὲν γνώρισε τὸν Θεὸ ὡς πρόσωπο. Ἡ ἀντίληψή του ἔφθασε ὡς ἐκεῖνο τὸ ἐπίπεδο ὅπου ὑπερτεροῦν οἱ φιλόσοφοι. Αὐτοί, ἐξετάζοντας τὴν ὕπαρξη, δὲν μποροῦν μὲ κανέναν τρόπο νὰ συμφωνήσουν στὸ ὅτι ἡ ἀρχή τοῦ παντὸς εἶναι τὸ ἄτομο τοῦ ὑδρογόνου καὶ ὅτι ὅλες οἱ μορφὲς τῆς δικῆς μας ὑπάρξεως δημιουργήθηκαν ὡς τυχαῖα ἐπακόλουθα κάποιων συνδυασμῶν αὐτῶν τῶν ἀτόμων. Αὐτὸ κάποτε ἀποτελεῖ στήριγμα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, ὥστε μόνοι τους νὰ πορευθοῦν μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν δρόμο ἐκεῖνο ποὺ ἔδειξε ὁ Χριστός.




Ἐρώτηση: Εἴπατε ὅτι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐκτρέπεται πρὸς τὸ κακό, τότε χάνει τὸν σύνδεσμο μὲ τὸν Θεό, δηλαδὴ δημιουργεῖται ἕνα ρῆγμα. Ὅμως αὐτὸ εἶναι μᾶλλον μονόπλευρο ρῆγμα: εἶναι ρῆγμα τοῦ ἄνθρωπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ ὄχι τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο;



π. Σωφρόνιος: Ναί. Σὲ αὐτὸ ἐμπεριέχεται καὶ τὸ τραγικό τῆς πτώσεως, ὅτι ὁ Θεὸς ἦρθε καὶ ἔδειξε ὅτι Αὐτὸς δὲν θέλει νὰ μᾶς ἐγκαταλείψει, ἀλλὰ ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται. Δηλαδὴ μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἐξαναγκάζει τὸν ἄνθρωπο.


Ὁρίστε, τώρα ζοῦμε τόσο φοβερὰ γεγονότα: πόλεμος

στὸ Βιετνάμ, πόλεμος στὴ Νιγηρία, πόλεμος στὴ Μέση Ἀνατολή, πεῖνα στὴ γῆ ποὺ πλήττει μὲ θάνατο χιλιάδες καὶ χιλιάδες ἀνθρώπων. Λογικά μᾶς φαίνεται ὅτι, ἂν ἡ ἀνθρωπότητα ζοῦσε μὲ ἄλλες ἀρχές, τότε θὰ μποροῦσε νὰ τοὺς θρέψει ὅλους- ὅτι οἱ πόροι ποὺ δαπανῶνται γιὰ τὸν πόλεμο, ἀκόμη καὶ ὅταν δὲν ὑπάρχει αὐτός, ὑπερβαίνουν τοὺς πόρους ποὺ θὰ ἱκανοποιοῦσαν τὶς ἀνάγκες ὅλων αὐ-τῶν ποὺ πεθαίνουν. Σὲ σχέση μὲ αὐτὰ ρώτησα στὴν Ἀγγλία ἕναν ἄνθρωπο:
— Ἂν εἴχατε ἀπόλυτη ἐξουσία, τί θὰ κάνατε μὲ ὅσους σᾶς φαίνονται ὑπαίτιοι αὐτοῦ τοῦ κακοῦ;

Ἡ ἀπάντηση ἦταν:

— Ἂν εἶχα τέτοια ἀπόλυτη ἐξουσία, τότε δὲν θὰ μποροῦσα νὰ κινηθῶ- αὐτὴ ἡ ἐξουσία θὰ μὲ παρέλυε.

Καὶ τόσο ἀνίσχυρο βλέπουμε μπροστὰ μας τὸν Χριστὸ Θεὸ ποὺ εἶπε: «Μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ», δηλαδὴ «δῶσε τὴ ζωή σου, ἀκόμη καὶ ὅταν σοῦ φαίνεται ὅτι σὲ κακοποιοῦν». Ἔτσι, ἂν ὁ Θεὸς δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸ κακό, τότε τὸ κακὸ δὲν ἐμπερικλείει αὐτὸ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ Θεοῦ, καὶ ἔτσι Αὐτὸς φαίνεται σὰν νὰ μᾶς "ρίχνει σὲ κάποια φυλακή", σὰν νὰ μᾶς ἀπορρίπτει κλπ. Τὰ ἴδια τὰ λόγια «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν», μαρτυροῦν ὅτι στὸν Θεὸ δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἀπόρριψη. Εἶναι ἐξωχρονικὸ φαινόμενο - σύμφωνα μὲ τὴ βιβλικὴ ἀποκάλυψη, πρὶν ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἔπεσε ὁ Ἑωσφόρος. Γι' αὐτὸ καὶ ἡ ἀνθρώπινη πτώση, ἡ ὁποία ὑποκινήθηκε ἀπὸ τὸν Ἑωσφόρο, φέρει ἑωσφορικὰ στοιχεῖα. Ἀλλὰ ὡς τώρα μπορεῖ νὰ συναντήσεις στὴ γῆ πάρα πολλοὺς ἀνθρώπους ποὺ σκέπτονται γιὰ τὴν αὐτοθέωση τοϋ ἄνθρωπου: ὅτι δὲν ὑπάρχει κανεὶς καὶ τίποτε ὑψηλότερο, ὅτι στὸ εἶναι βασιλεύει ὁ ἄνθρωπος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος θὰ γίνει ὁ ἀπόλυτος κυρίαρχος τοῦ κόσμου.


Ὅταν ὅμως μιλοῦμε γιὰ τὴν ἁμαρτία, αὐτὴ ἡ ἔννοια δὲν εἶναι ἠθική, ἄλλα ὀντολογική, ποὺ ὑπερβαίνει τοὺς κανόνες τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. Ὄχι ἐπειδὴ εἶναι ἐνάντια στοὺς κανόνες, ἀλλὰ ἐπειδὴ προχωρεῖ ἀπείρως μακρύτερα ἀπὸ αὐτούς. Οἱ ἠθικοὶ κανόνες μιλοῦν γιὰ τιμωρίες, ἐνῷ ὁ Θεὸς λέει: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν. Μὴ φοβεϊσθε ἀπὸ τῶν ἀποκτενόντων ὑμᾶς». Ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο νὰ τὸ ἐξηγήσεις μὲ λέξεις καὶ νὰ τὸ ἀντιληφθεῖς ἀλλιῶς, παρὰ μέσῳ τῆς καρδιᾶς, γιατί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὅσο ἔχουν τὴν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ θανάτου, εἶναι φυσικὸ νὰ προστατεύουν τὸν ἑαυτό τους ἀπὸ ὅλα τὰ πλάσματα ποὺ ἐπιβουλεύονται τὴ ζωή τους ἤ ἀκόμη καὶ τὶς ἀνέσεις τῆς ζωῆς αὐτῆς. Καὶ μέχρι τώρα ἀκριβῶς γι' αὐτὸ γίνεται ἡ πάλη στὸν κόσμο. Ὁ Χριστὸς εἶπε: «Εἷς ἐστὶν ὑμῶν ὁ Πατὴρ ὁ οὐράνιος, πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοὶ ἐστέ».


Ἔτσι, ὁποιονδήποτε πόλεμο καὶ νὰ διαλέξουμε, αὐτὸς θὰ ἔχει πάντα χαρακτῆρα ἀδελφοκτόνο. Ὁ Κάιν φόνευσε τὸν Ἄβελ καὶ αὐτὸς ὁ καϊνικὸς χαρακτῆρας διακρίνεται ὅλα τὰ χρόνια στὴν ἱστορία. Ὅταν τὸ κατανοήσουμε αὐτό, τότε μᾶς παρουσιάζεται ἡ ἀνάγκη νὰ νικήσουμε μέσα μας αὐτὴ τὴν τάση. Γιατί, ἂν ἔχουμε μέσα μας αὐτὴ τὴν ἑωσφορικὴ κίνηση, ἡ δυναμική τῆς πτώσεως συνεχίζει νὰ αὐξάνεται. Ἕνας ἄνθρωπος εἶπε: «Μπορεῖ γι' αὐτὸ νὰ ἀπαγορεύθηκε στὸν ἄνθρωπο νὰ γνωρίσει τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό, γιατί μπροστὰ στὴν ἀτέλειά του καὶ τὴν ἐπιδίωξή του νὰ πολεμήσει τὸ κακό, θὰ καταστρέψει ὅλα ὅσα τοῦ φαίνονται φορεῖς τοῦ κακοῦ καὶ θὰ ἀρχίσει ἡ ἀλληλοκαταστροφή».




Ἐρώτηση: Ἀλλὰ καὶ οἱ Ἰησουῖτες δὲν πολιτεύονται μὲ τὸν τρόπο αὐτό;



π. Σωφρόνιος: Δόξα τῷ Θεῷ, δὲν εἴμαστε Ἰησουῖτες. Ἂν οἱ ἄνθρωποι ἦταν σὰν τὰ παιδιά, τότε θὰ ζοῦσαν χωρὶς αὐτὲς τὶς ἀκατάπαυστες ἀδελφοκτόνες μάχες. Νομίζω ὅτι ἡ αἰτία ὅλων τῶν πολέμων καὶ τῶν ταραχῶν δὲν εἶναι ἡ ὑλικὴ κατάσταση, ἄλλα ἡ πνευματική. Καὶ στὴ βάση ὅλων τῶν Ἱστορικῶν γεγονότων δὲν βρίσκονται ὑλικὲς αἰτίες ἄλλα πνευματικές.


Ὅταν θυμᾶμαι πῶς ζοῦσα στὴν ἔρημο τοῦ Ἄθω, νομίζω ὅτι σὲ κανέναν δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ περιγράψει τὴ φτώχεια αὐτῆς τῆς ζωῆς. Παρ' ὅλα αὐτά, ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σὲ τέτοια ἐλευθερία πνεύματος, ποὺ δὲν θὰ τὴν ἄλλαζε μὲ τίποτε. Καὶ αὐτοὶ ποὺ μαζεύουν θησαυροὺς ἤ ἀκόμη καὶ σκοτώνουν τ' ἀδέλφια τους, ὥστε νὰ αὐξηθοῦν οἱ θησαυροὶ αὐτοί, φαίνονται παράφρονες, ἐσκοτισμένοι.


Ὡς τώρα δὲν δέχθηκαν τὸν Χριστό. Ἀκόμη καὶ αὐτοὶ οἱ λαοὶ ποὺ διεκδικοῦν χριστιανικοὺς τίτλους, στὴν πορεία τῆς ἱστορίας ντροπιάστηκαν, γιατί μέχρι καὶ τὰ προηγούμενα χρόνια oἱ πιὸ ἐπικίνδυνοι ἦταν πάντα αὐτοὶ οἱ λαοὶ ποὺ αὐτοαποκαλοῦνταν χριστιανικοί. Οἱ λιγότερο φωτισμένοι λαοὶ δὲν μπόρεσαν νὰ δημιουργήσουν τέτοια μέσα ἐξολοθρεύσεως, ὅπως οἱ λαοὶ ποὺ φωτίσθηκαν μὲ τὸ πνεῦμα τοϋ Χριστοῦ. Αὐτὸ ὅμως δὲν συνέβη ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς εἶναι πατέρας τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ, ὅπως εἴπαμε, τὸ μεγάλο δῶρο τῆς ἐλευθερίας πραγματώθηκε σὲ αὐτοὺς τοὺς λαοὺς μὲ ἀρνητικὴ προοπτική.

  
Πηγή:http://www.agiazoni.gr