"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2010

Μόνον ὁ Θεός κρίνει δίκαια, γιατί μόνον Αὐτός γνωρίζει τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων -Γέροντος Παϊσίου


᾿Οδυσσεύς τοῦ Klision:
"Φαρισαίου φύγωμεν ὑψηγορίαν καὶ τελώνου μάθωμεν τὸ ταπεινὸν ἐν στεναγμοῖς". ΚΑΛΟ ΤΡΙΩΔΙΟ!

εἰκών: Τελώνης καί Φαρισαῖος

"Μόνον ο Θεός κρίνει δίκαια, γιατί μόνον Αυτός γνωρίζει τις καρδιές των ανθρώπων. Εμείς, επειδή δεν ξέρουμε την δίκαιη κρίση του Θεού, κρίνουμε “κατ’ όψιν”, εξωτερικά, και γι’ αυτό πέφτουμε έξω και αδικούμε τον άλλον"


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 - «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε»

Η κατάκριση είναι γεμάτη από αδικία

Γέροντα, εύκολα κρίνω και κατακρίνω.

- Η κρίση που έχεις, είναι φυσικά, χάρισμα που σου έδωσε ο Θεός, αλλά την εκμεταλλεύεται το ταγκαλάκι και σε κάνει να κατακρίνεις και να αμαρτάνεις. Γι’ αυτό, μέχρι να εξαγνισθεί η κρίση σου και να έρθει ο θείος φωτισμός, να μη την εμπιστεύεσαι. Όταν κανείς ασχολείται με τους άλλους και τους κρίνη, ενώ ακόμα δεν έχει εξαγνισθή η κρίση του, πέφτει συνέχεια στην κατάκριση.

- Και πώς, Γέροντα, θα εξαγνισθεί η κρίση μου;

- Πρέπει να την λαμπικάρεις. Μπορεί να έχεις καλή διάθεση και μια δύναμη μέσα σου, αλλά πιστεύεις ότι κρίνεις πάντοτε σωστά. Η κρίση σου είναι όμως είναι ανθρώπινη, κοσμική. Προσπάθησε να απαλλαγείς από το ανθρώπινο στοιχείο, να αποκτήσεις ανιδιοτέλεια, για να έρθει ο θείος φωτισμός και να γίνει η κρίση σου πνευματική, θεϊκή. Τότε η κρίση σου θα είναι σύμφωνη με την δικαιοσύνη του Θεού και όχι με την ανθρώπινη δικαιοσύνη. Με την αγάπη και την ευσπλαχνία του Θεού και όχι με την λογική την ανθρώπινη.
Μόνον ο Θεός κρίνει δίκαια, γιατί μόνον Αυτός γνωρίζει τις καρδιές των ανθρώπων. Εμείς, επειδή δεν ξέρουμε την δίκαιη κρίση του Θεού, κρίνουμε “κατ’ όψιν”, εξωτερικά, και γι’ αυτό πέφτουμε έξω και αδικούμε τον άλλον. Η ανθρώπινη κρίση μας δηλαδή είναι μία μεγάλη αδικία. Είδες τι είπε ο Χριστός: “Μη κρίνετε κατ’ όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνατε”.
Θέλει πολλή προσοχή. Ποτέ δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πώς ακριβώς έχουν τα πράγματα. Πριν από χρόνια σε ένα μοναστήρι στο Άγον Όρος ήταν ένας πολύ ευλαβής διάκος, Κάποτε όμως φόρεσε ρούχα κοσμικά και γύρισε στη πατρίδα του. Τότε πολλοί Πατέρες είπαν διάφορα εναντίον του. Αλλά τι είχε γίνει; Κάποιος του είχε γράψει ότι οι αδελφές του ήταν ακόμα ατακτοποίητες και, επειδή φοβήθηκε μήπως παραστρατήσουν, πήγε να τις βοηθήση. Έπιασε δουλειά σε ένα εργοστάσιο και ζούσε πιο καλογερικά από ό,τι προηγουμένως. Μόλις τακτοποίησε τις αδελφές του, άφησε τη δουλειά του και πήγε πάλι σε μοναστήρι, για να μείνει. Ο ηγούμενος, όταν είδε ότι τα ήξερε όλα, τυπικό, διακονήματα κ.λ.π., τον ρώτησε πού τα ήξερε και εκείνος άνοιξε τη καρδιά του και του τα είπε όλα. Τότε ο ηγούμενος ενημέρωσε τον επίσκοπο και εκείνος τον χειροτόνησε αμέσως ιερέα. Μετά πήγε σε ένα απομακρυσμένο μοναστήρι και εκεί ζούσε πολύ πνευματική ζωή, πολλή άσκηση. Έφθασε σε άγια κατάσταση και βοήθησε πνευματικά πολλούς ανθρώπους. Μερικοί που δεν ξέρουν τι απέγινε μπορεί ακόμη να τον κατακρίνουν.
Πόσο πρέπει να προσέχουμε την κατάκριση! Πόσο αδικούμε τον πλησίον μας, όταν τον κατακρίνουμε! Αν και στη πραγματικότητα με τη κατάκριση αδικούμε τον εαυτό μας και όχι τους άλλους, διότι μας αποστρέφεται ο Θεός. Τίποτε άλλο δεν αποστρέφεται τόσο πολύ ο Θεός όσο την κατάκριση, γιατί ο Θεός είναι δίκαιος και η κατάκριση είναι γεμάτη από αδικία.

Πώς φθάνουμε στην κατάκριση

- Γέροντα, γιατί πέφτω συχνά στην κατάκριση;

- Επειδή ασχολείσαι πολύ με τους άλλους. Περιεργάζεσαι τις αδελφές και θέλεις από περιέργεια να μαθαίνεις τι κάνει η μια, τι κάνει η άλλη. Έτσι μαζεύεις υλικό, για να έχει το ταγκαλάκι να εργάζεται και να σε ρίχνει στη κατάκριση.

- Γιατί, Γέροντα, ενώ πρώτα δεν έβλεπα τα ελαττώματα των άλλων, τώρα τα βλέπω και κατακρίνω;

- Τώρα βλέπεις τα ελαττώματα των άλλων, γιατί δεν βλέπεις τα δικά σου.

- Από πού προέρχονται, Γέροντα, οι λογισμοί κατακρίσεως;

- Από την ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας- δηλαδή από την υπερηφάνεια- και από την τάση να δικαιολογούμε τον εαυτό μας.

- Γέροντα, η κατάκριση έχει έλλειψη αγάπης;

- Έμ, τι έχει; Και έλλειψη αγάπης έχει και αναίδεια έχει. Όταν δεν έχεις αγάπη, δεν βλέπεις με επιείκεια τα λάθη των άλλων, οπότε τους ταπεινώνεις μέσα σου και τους κατακρίνεις. Πάει μετά το ταγκαλάκι και τους βάζει να κάνουν και άλλο σφάλμα. Το βλέπεις εσύ, τους κατακρίνεις πάλι και ύστερα συμπεριφέρεσαι με αναίδεια.

- Μερικές φορές, Γέροντα, με στεναχωρεί η αδελφή με την οποία συνεργάζομαι και την κατακρίνω.

- Πού ξέρεις εσύ με πόσα ταγκαλάκια πολεμάει εκείνη την ώρα η αδελφή; Μπορεί να τη πολεμούσαν πενήντα δαίμονες, για να την ρίξουν, ώστε να σε κάνουν να πεις: «Ά, τέτοια είναι». Ύστερα, όταν δουν ότι την κατέκρινες, θα έρθουν πεντακόσιοι δαίμονες να την ρίξουν πάλι μπροστά σου, για να την κατακρίνεις ακόμα περισσότερο. Μπορεί λ.χ. να της πεις: «Αδελφή, μη βάζεις αυτό το πράγμα εκεί, εδώ είναι η θέση του». Την άλλη μέρα θα την κάνει το ταγκαλάκι να ξεχάσει τι της είπες και να το βάλει πάλι στην ίδια θέση. Θα κάνει και καμιά άλλη αταξία και θα λες με το λογισμό σου: «Μα χθες της είπα να προσέξει και σήμερα το έβαλε πάλι εκεί! Έκανε κι άλλη αταξία!». Οπότε την κατακρίνεις και δεν μπορείς να συγκρατηθείς και να μη μιλήσεις. «Αδελφή, της λες, δεν σου είπα να μην το βάλεις εκεί; Αυτό είναι ακαταστασία. Με έχει σκανδαλίσει η συμπεριφορά σου!». Αυτό ήταν! Ο διάβολος έκανε την δουλειά του. Σε έβαλε να την κατακρίνεις, αλλά και να ψυχρανθείς μαζί της. Και εκείνη, επειδή δεν ξέρει ότι εσύ ήσουν η αιτία για την απροσεξία της, θα νοιώθει τύψεις που σε σκανδάλισε και θα πέσει σε λύπη. Βλέπετε με τι πονηριά εργάζεται το ταγκαλάκι κι εμείς το ακούμε;
Γι’ αυτό προσπαθήστε να μην κρίνετε κανέναν. Να κρίνετε μόνον τα ταγκαλάκια που, ενώ ήταν Άγγελοι, κατάντησαν δαίμονες και , αντί να μετανοήσουν, γίνονται πιο πονηροί και κακοί και βάλθηκαν με μανία να καταστρέψουν τα πλάσματα του Θεού. Ο πονηρός δηλαδή παρακινεί τους ανθρώπους να κάνουν παραξενιές και αταξίες, και ο ίδιος πάλι βάζει λογισμούς άλλους ανθρώπους, για να κρίνουν και να κατακρίνουν, και έτσι νικάει και τους μεν και τους δε. Και αυτοί μεν που νικούνται και κάνουν αταξίες, αισθάνονται μετά την ενοχή τους και μετανοούν, ενώ οι άλλοι που κατακρίνουν δικαιώνουν τον εαυτό τους, υπερηφανεύονται και καταλήγουν στην ίδια πτώση με τον πονηρό, την υπερηφάνεια.

Με την κατάκριση φεύγει η Χάρις του Θεού

- Όταν, Γέροντα, μου περνάει ένας λογισμός εις βάρος του άλλου, είναι πάντοτε κατάκριση;

- Δεν το καταλαβαίνεις εκείνη την ώρα;

- Μερικές φορές αργό να το καταλάβω.

- Κοίταξε να καταλαβαίνεις το συντομότερο την πτώση σου και να ζητάς συγχώρεση και από την αδελφή την οποία κατέκρινες και από τον Θεό, γιατί αυτό γίνεται εμπόδιο στην προσευχή. Με την κατάκριση φεύγει αμέσως η Χάρις του Θεού και δημιουργείται αμέσως ψυχρότητα στη σχέση σου με τον Θεό. Πώς να κάνεις μετά προσευχή; Η καρδιά γίνεται πάγος μάρμαρο.
Η κατάκριση και η καταλαλιά είναι οι μεγαλύτερες αμαρτίες και απομακρύνουν την Χάρη του Θεού περισσότερο από κάθε άλλο αμάρτημα. «Όπως το νερό σβήνει την φωτιά, λέει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, έτσι και η κατάκριση σβήνει την Χάρη του Θεού».

- Γέροντα, νυστάζω πολύ στην πρωινή Ακολουθία.

- Μήπως κατέκρινες καμιά αδελφή; Εσύ βλέπεις εξωτερικά τα πράγματα και κατακρίνεις, γι’ αυτό νυστάζεις μετά στην Ακολουθία. Από την στιγμή δηλαδή πού κατακρίνει κανείς και δεν αντιμετωπίζει τα πράγματα πνευματικά, μαζεύονται δέκατα πνευματικά και αποδυναμώνεται. Και όταν αποδυναμωθεί, ή νυστάζει ή έχει αϋπνία.

- Γέροντα συχνά πέφτω στη γαστριμαργία.

- Κοίταξε, εκείνο που πρέπει τώρα να προσέξεις πολύ είναι η κατάκριση. Αν δεν κόψεις την κατάκριση, ούτε από τη γαστριμαργία θα μπορέσεις να απαλλαγείς. Ο άνθρωπος που κατακρίνει, επειδή διώχνει τη Χάρη του Θεού, μένει αβοήθητος και δεν μπορεί να κόψει τα ελαττώματά του. Και αν δεν καταλάβει το σφάλμα του, για να ταπεινωθεί, θα έχει συνέχεια πτώσεις. Αν όμως το καταλάβει και ζητήσει την βοήθεια του Θεού, τότε ξαναέρχεται η Χάρις του Θεού.

Όποιος κατακρίνει τους άλλους, πέφτει στα ίδια σφάλματα

- Γέροντα, πώς συμβαίνει, όταν κατακρίνω μια αδελφή για κάποιο σφάλμα της, σε λίγο να κάνω κι εγώ το ίδιο σφάλμα;

- Αν κατακρίνει κανείς τον άλλον για ένα σφάλμα του και δεν καταλάβει την πτώση του, ώστε να μετανοήσει, συνήθως πέφτει στο ίδιο σφάλμα, για να το καταλάβει. Ο Θεός δηλαδή από αγάπη επιτρέπει ο άνθρωπος να αντιγράφει την κατάσταση αυτού τον οποίο κατέκρινε. Αν πεις λ.χ. ότι κάποιος είναι πλεονέκτης και δεν καταλάβεις ότι κατέκρινες, ο Θεός παίρνει τη Χάρη του και επιτρέπει να πέσεις κι εσύ στη πλεονεξία. Αρχίζεις τότε να μαζεύεις. Μέχρι να καταλάβεις τη πτώση σου και να ζητήσεις συγχώρεση από τον Θεό, θα λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι.
Για να σε βοηθήσω, θα σου πω κάτι από τον εαυτό μου. Όταν ήμουν στην Ιερά Μονή Στομίου, έμαθα για μια συμμαθήτριά μου από το Δημοτικό ότι είχε παραστρατήσει και έκανε ζημιά κάτω στην Κόνιτσα. Προσευχόμουν λοιπόν να τη φωτίσει ο Θεός να ανέβει στο μοναστήρι, για να της μιλήσω. Είχα ξεχωρίσει και μερικά κομμάτια περί μετανοίας από την Αγία Γραφή και από Πατερικά. Μια μέρα λοιπόν ήρθε με δύο άλλες γυναίκες. Μιλήσαμε και έδειξε ότι κατάλαβε. Στη συνέχεια ερχόταν συχνά με το παιδί της και έφερνε κεριά, λάδι, λιβάνι για τον ναό. Μια φορά κάποιοι γνωστοί προσκυνητές από τη Κόνιτσα μου λένε: «Πάτερ, αυτή η γυναίκα υποκρίνεται. Εδώ φέρνει κεριά κα λιβάνι και κάτω συνεχίζει με τους αξιωματικούς». Όταν ξαναήρθε, τη βρήκα στην εκκλησία να ασπάζεται τις εικόνες, και της έβαλα τις φωνές: «Φύγε από ‘δώ, της είπα, έχεις βρωμίσει όλη την περιοχή!...». Η καημένη έφυγε κλαίγοντας. Δεν πέρασε πολύ ώρα και αισθάνθηκα μεγάλο σαρκικό πόλεμο. «Τι είναι αυτό; λέω. Ποτέ μου δεν είχα τέτοιον πειρασμό. Τι συμβαίνει;». Δεν μπορούσα να βρω την αιτία. Κάνω προσευχή, τα ίδια. Οπότε παίρνω τον ανήφορο για την Γκαμήλα.«Καλύτερα να με φάνε οι αρκούδες», είπα. Προχώρησα αρκετά μέσα στο βουνό. Ο πειρασμός δεν υποχωρούσε. Βγάζω τότε ένα τσεκουράκι που είχα κρεμασμένο στη μέση μου και δίνω τρεις τσεκουριές στο πόδι μου, μήπως και με τον πόνο φύγει ο πειρασμός. Το παπούτσι γέμισε αίμα, αλλά τίποτε. Σε μια στιγμή ήρθε στο νου μου εκείνη η γυναίκα και τα λόγια που της είχα πει. «Θεέ μου , είπα τότε, εγώ για λίγο έζησα αυτή την κόλαση και δεν μπορώ να την αντέξω, κι αυτή η ταλαίπωρη που ζει συνέχεια αυτήν την κόλαση!... Συγχώρεσέ με που την κατέκρινα». Αμέσως ένοιωσα μια δροσιά θεϊκή και εξαφανίσθηκε ο πόλεμος. Βλέπεις τι κάνει η κατάκριση;

Αν παραβλέπουμε τα σφάλματα των άλλων, θα παραβλέψει και ο Θεός τα δικά μας

- Γέροντα, σήμερα στη διαλογή των ελιών κατέκρινα μερικές αδελφές, γιατί έβλεπα ότι δεν έκαναν προσεκτικά τη δουλειά τους.

-Κοίταξε να αφήσεις τις κρίσεις και τις κατακρίσεις, γιατί μετά θα σε κρίνει κι εσένα ο Θεός. Εσύ δεν βάζει καμμιά ελιά λίγο χαλασμένη μαζί με τις άλλες;

- Όχι Γέροντα, προσέχω να μη βάζω.

- Αν μας κάνει τόσο καλό διάλεγμα ο Χριστός στην Κρίση, χαθήκαμε! Ενώ, αν τώρα παραβλέπουμε τα σφάλματα των άλλων και δεν τους κατακρίνουμε, θα μπορούμε τότε να πούμε στο Χριστό: «Χριστέ μου, βάλε με κι εμένα σε καμιά άκρη μέσα στο Παράδεισο!». Θυμάστε τι γράφει το γεροντικό για έναν αμελή μοναχό που σώθηκε γιατί δεν κατέκρινε; Όταν ήρθε η ώρα να πεθάνει, ήταν πολύ χαρούμενος και ειρηνικός. Τότε ο Γέροντάς του, για να ωφεληθούν οι Πατέρες που είχαν μαζευτεί από τα γύρω Κελιά, τον ρώτησε: «Αδελφέ, πώς και δεν φοβάσαι τον θάνατο, αφού έζησες με αμέλεια;». Και ο αδελφός του απάντησε: «Είναι αλήθεια ότι έζησα με αμέλεια. Από τότε όμως που έγινα μοναχός προσπάθησα να μην κατακρίνω κανέναν, οπότε τώρα θα πω στον Χριστό: Χριστέ μου, είμαι ένας ταλαίπωρος, αλλά τουλάχιστον την εντολή Σου: ¨Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε¨[8], την τήρησα». « Μακάριος είσαι αδελφέ, του είπε τότε ο Γέροντας, γιατί σώθηκες χωρίς κόπο».

- Γέροντα, μερικοί πνευματικοί άνθρωποι, όταν βλέπουν κάποιον να ζει αμαρτωλά, λένε: «Α, αυτός, έτσι που πάει, είναι για την κόλαση!».

- Αχ, αν οι κοσμικοί άνθρωπο πάνε στη κόλαση από τις καταχρήσεις, οι πνευματικοί άνθρωποι θα πάνε από τις κατακρίσεις... Για κανέναν δεν μπορούμε να πούμε ότι θα πάει στην κόλαση. Ο Θεός δεν ξέρουμε πώς εργάζεται. Τα κρίματα του Θεού είναι άβυσσός. Κανέναν να μη καταδικάζουμε, γιατί έτσι παίρνουμε την κρίση από τα χέρια του Θεού. Πάμε να γίνουμε Θεοί. Αν μας ρωτήσει ο Χριστός την ημέρα της Κρίσεως, ας πούμε τη γνώμη μας...



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 - Ο αγώνας κατά της κατακρίσεως

Αν στραφούμε στον εαυτό μας, δεν θα κατακρίνουμε

Γέροντα, όταν βλέπω κάποια αταξία στο διακόνημα, κατακρίνω μέσα μου.

- Εσύ, να κοιτάς την ευταξία την δική σου και τις αταξίες των άλλων. Να είσαι αυστηρή με τον εαυτό σου και όχι με τους άλλους. Τι δουλειά έκανες σήμερα;

- Ξεσκόνιζα.

- Ξεσκόνιζες τους άλλους ή τον εαυτό σου;

- Δυστυχώς τους άλλους.

- Κοίταξε, θα αρχίσεις να κάνεις δουλειά στον εαυτό σου, όταν πάψεις να ασχολείσαι με το τι κάνουν οι άλλοι γύρω σου. Αν ασχολείσαι με τον εαυτό σου και πάψεις να ασχολείσαι με τους άλλους, θα βλέπεις μόνον τα δικά σου σφάλματα και στους άλλους δεν θα βρίσκεις κανένα σφάλμα. Τότε θα απελπιστείς με τη καλή έννοια από τον εαυτό σου και θα κατακρίνεις μόνον τον εαυτό σου. Θα αισθάνεσαι την αμαρτωλότητά σου και θα αγωνίζεσαι να απαλλαγείς από τις αδυναμίες σου. Ύστερα, όταν θα βλέπεις στους άλλους κάποια αδυναμία, θα λες: «Μήπως εγώ ξεπέρασα τις αδυναμίες μου; Πώς λοιπόν έχω τέτοια απαίτηση από τους άλλους;». Γι’ αυτό να μελετάς και να παρακολουθείς συνέχεια τον εαυτό σου, για να αποφεύγεις την κρυφή υπερηφάνεια, και να έχεις αυτομεμψία με διάκριση, για να αποφεύγεις την εσωτερική κατάκριση. Έτσι θα διορθωθείς.

- Γέροντα, ο Αββάς Ισαάκ γράφει: «Εάν αγαπάς την καθαρότητα, εισελθών έργασαι εν τη αμπέλω της καρδίας σου, εκρίζωσον εκ της ψυχής σου τα πάθη, έργασαι μη γνώναι κακίαν ανθρώπου». Τι εννοεί;

- Εννοεί να στραφείς στον εαυτό σου και να κάνεις δουλειά στον εαυτό σου. Οι άγιοι πώς αγίασαν; Είχαν στραφεί στον εαυτό τους και έβλεπαν μόνον τα δικά τους πάθη. Με την αυτοκριτική και την αυτομεμψία που είχαν, έπεσαν τα λέπια από τα μάτια της ψυχής τους, και έφτασαν να βλέπουν καθαρά και βαθιά. Έβλεπαν τον εαυτό τους κάτω απ’ όλους τους ανθρώπους και όλους τους θεωρούσαν καλύτερους από τον εαυτό τους. Τα δικά τους σφάλματα τα έβλεπαν μεγάλα και τα σφάλματα των άλλων πολύ μικρά, γιατί έβλεπαν με τα μάτια της ψυχής τους και όχι με τα γήινα μάτια. Έτσι εξηγείται όταν έλεγαν: «Εγώ είμαι χειρότερος απ’ όλους τους ανθρώπους». Τα μάτια της ψυχής τους είχαν καθαρίσει και είχαν γίνει διόπτρες γι’ αυτό κα έβλεπαν τα μικρά τους σφάλματα – τα ξυλαράκια – σαν δοκάρια. Εμείς όμως, ενώ τα σφάλματά μας είναι δοκάρια, δεν τα βλέπουμε ή τα βλέπουμε σαν ξυλαράκια. Κοιτάμε τους άλλους με το μικροσκόπιο και βλέπουμε τα δικά τους αμαρτήματα μεγάλα, ενώ τα δικά μας δεν τα βλέπουμε, γιατί δεν καθάρισαν τα μάτια της ψυχής μας.
Η βάση είναι να καθαρίσουν τα μάτια της ψυχής. Όταν ο Χριστός ρώτησε τον τυφλό: «Πώς βλέπεις τώρα τους ανθρώπους;», εκείνος Του απάντησε: «σαν δένδρα»[3], γιατί δεν είχε αποκατασταθεί όλο το φως του. Όταν αποκαταστάθηκε όλο το φως του, τότε τα έβλεπε όλα καθαρά. Θέλω να πω ότι ο άνθρωπος, όταν φτάσει σε καλή πνευματική κατάσταση όλα τα βλέπει καθαρά, όλα τα σφάλματα των άλλων τα δικαιολογεί, με την καλή έννοια, γιατί τα βλέπει με το θεϊκό μάτι και όχι με το ανθρώπινο.

Αν δικαιολογούμε τους άλλους, Δεν θα τους κατακρίνουμε

- Γέροντα, όταν μου περνούν λογισμοί υπερηφανείας και κατακρίσεως, προσπαθώ να δικαιολογώ τους άλλους. Αυτό είναι πτώση ή αγώνας;

- Αγώνας είναι. Όταν κάποιος χαζεύει με ανοιχτό το στόμα και μπει μια μύγα μέσα στο στόμα του, θα την φτύσει. Αλλά καλύτερα να προσέχει να μην μπει.

- Συχνά όμως, Γέροντα, βλέποντας τι κάνουν οι άλλοι τους κατακρίνω.

- Εδώ που τα λέμε, δεν μπορείς να μη βλέπεις τι γίνεται γύρω σου. Πρέπει όμως να αποκτήσεις διάκριση, ώστε να δίνεις στους άλλους ελαφρυντικά και να τους δικαιολογείς. Τότε θα τους βλέπεις σε καλή κατάσταση.

- Γέροντα, την ώρα της Ακολουθίας έχω λογισμούς γιατί μια αδελφή δεν έρχεται στο αναλόγιο να ψάλει, γιατί μια άλλη ψάλει σιγανά και συνέχεια κατακρίνω.

- Ε, καλά, γιατί δεν σκέφτεσαι ότι η αδελφή ίσως είναι κουρασμένη ή είχε έναν πόνο και δεν μπόρεσε να κοιμηθεί, και γι’ αυτό δεν ψάλει; Ξέρω αδελφές που, και άρρωστες να είναι και να μη μπορούν να σύρουν τα πόδια τους από τον πυρετό, θα αγωνισθούν να μη γίνει αυτό αντιληπτό, για να μην της πουν να φύγουν από το διακόνημα και πάει άλλη αδελφή στη θέση τους και δυσκολευθεί. Αυτό δε σε συγκινεί;

- Με συγκινεί, Γέροντα, αλλά δεν καταφέρνω να δικαιολογήσω πάντα μια αδελφή, όταν φέρεται άσχημα.

- Σκέφθηκες ποτέ ότι η αδελφή μπορεί να φέρεται άσχημα, για να κρύψει την αρετή της; Εγώ γνωρίζω ανθρώπους που κάνουν επίτηδες αταξίες και τους κακολογούν όσοι δεν ασχολούνται με τον εαυτό τους. Ή μπορεί κάποια αδελφή να φερθεί άσχημα, επειδή είναι κουρασμένη, αλλά αμέσως μετανοιώνει. Εσύ την κατακρίνεις, ενώ εκείνη έχει ήδη μετανοιώσει για την άσχημη συμπεριφορά της. Στα μάτια των ανθρώπων είναι ταπεινωμένη, στα μάτια όμως Του Θεού είναι ψηλά.

- Γέροντα, έχω μια στενότητα. Δεν έρχομαι στη θέση του άλλου, για να τον δικαιολογήσω.

- Να βλέπεις με πόνο τον άλλον που σφάλλει και να δοξάζεις τον Θεό για όσα σου έχει δώσει, γιατί μετά ο Θεός θα σου πει: «Εγώ, παιδί μου, τόσα σου έδωσα, κι εσύ γιατί μου φέρθηκες σκληρά;». Να βλέπεις πλατιά τα πράγματα. Να σκέφτεσαι το παρελθόν του ανθρώπου, τις ευκαιρίες που του δόθηκαν να καλλιεργήσει τον εαυτό του και τις ευκαιρίες που είχες εσύ και δεν τις αξιοποίησες. Έτσι, θα συγκινηθείς από τις δωρεές που σου χάρισε ο Θεός, θα τον δοξολογήσεις γι’ αυτές και θα ταπεινωθείς, επειδή δεν ανταποκρίθηκες. Παράλληλα θα νοιώσεις αγάπη και πόνο για τον αδελφό που δεν είχε τις δικές σου ευκαιρίες και θα κάνεις γι’ αυτόν καρδιακή προσευχή.
Υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν εγκλήματα μεγάλα, αλλά έχουν πολλά ελαφρυντικά. Ποιος ξέρει οι άνθρωποι αυτοί πώς είναι στα μάτια του Θεού; Εάν δεν μας βοηθούσε ο Θεός, μπορεί και ‘μεις να ήμασταν αλήτες. Κάποιος εγκληματίας έκανε λ.χ. είκοσι εγκλήματα και τον κατακρίνω και δεν σκέφτομαι τι παρελθόν έχει. Ποιος ξέρει πόσα εγκλήματα έκανε ο πατέρας του!... Από μικρό παιδί τι κλοπές θα τον έβαζαν να κάνει! Ύστερα, όταν ήταν νέος, πόσα χρόνια θα έζησε μέσα στις φυλακές και θα καθοδηγήθηκε από άλλους έμπειρους φυλακισμένους. Αυτός θα μπορούσε να είχε κάνει όχι είκοσι αλλά σαράντα εγκλήματα και συγκρατήθηκε. Ενώ εγώ με τη κληρονομικότητα και την αγωγή που είχα, θα έπρεπε τώρα να έκανα θαύματα. Έκανα; Όχι. Άρα είμαι αναπολόγητος. Αλλά, ακόμη και είκοσι θαύματα αν έκανα, ενώ μπορούσα να κάνω σαράντα, πάλι θα ήμουν αναπολόγητος. Με αυτούς τους λογισμούς διώχνουμε την κατάκριση και ανοίγουμε μια ρωγμή στην σκληρή καρδιά μας.

Να μη βγάζουμε εύκολα συμπεράσματα

- Γέροντα, τι θα με βοηθήσει να μη κατακρίνω;

- Όλα είναι πάντοτε όπως τα σκέφτεσαι εσύ;

- Όχι, Γέροντα.

- Έ, τότε να λες: «Δεν σκέφτομαι πάντοτε σωστά. Πολλές φορές κάνω λάθος. Να, στην τάδε περίπτωση έκρινα και έπεσα έξω, οπότε τον αδίκησα τον άλλον. Επομένως δεν πρέπει να ακούω τον λογισμό μου». Ο καθένας μας λίγο-πολύ έχει περιπτώσεις που έπεσε έξω στην κρίση του. Αν φέρει στο νου του τις περιπτώσεις που έκρινε και έπεσε έξω, τότε θα αποφεύγει την κατάκριση. Αλλά και μια φορά να μην έπεσε έξω και να έχει δίκαιο, πού ξέρει τα ελατήρια του άλλου; Ξέρει πώς έγινε κάτι; Να μη βγάζουμε εύκολα συμπεράσματα.
Κι εγώ, όταν ήμουν νέος, είχα την κατάκριση ψωμοτύρι. Επειδή ζούσα λίγο προσεκτικά και είχα μια ψευτοευλάβια, ό,τι μου φαινόταν στραβό, το έκρινα. Γιατί, όταν στον κόσμο ζει κανείς λίγο πνευματικά, μπορεί να βλέπει πολλά κουσούρια στους άλλους και να μη βλέπει αρετές. Εκείνους που καλλιεργούν την αρετή μπορεί να μη τους βλέπει, γιατί ζουν στην αφάνεια, αλλά βλέπει τους άλλους που κάνουν αταξίες και να τους κατακρίνει. «Αυτός, λέει, κάνει έτσι, εκείνος περπατάει έτσι, ο άλλος κοιτάζει έτσι...».
Ξέρετε τι είχα πάθει μια φορά; Είχαμε πάει με έναν γνωστό μου να λειτουργηθούμε σε ένα μοναστήρι στο Μονοδένδρι, εννιά ώρες περίπου μακριά από την Κόνιτσα. Όταν μπήκαμε στο ναό, ο γνωστός μου στάθηκε στο αναλόγιο, για να ψάλει, και εγώ πήγα στο στασίδι πίσω από τον ψάλτη. Παρακολουθούσα και έψελνα σιγανά. Κάποια στιγμή ήρθε μια γυναίκα με μαύρα, σχετικά νέα, στάθηκε δίπλα μου και συνέχεια με κοιτούσε. Με κοιτούσε, έκανε το σταυρό της. Με κοιτούσε, έκανε το σταυρό της... Είχα αγανακτήσει. «Βρε, παιδάκι μου, έλεγα μέσα μου, τι σόι άνθρωπος είναι αυτή; Μέσα στον κόσμο, μέσα στην εκκλησία, τι κοιτάζει έτσι;». Εγώ τις αδελφές μου, όταν περνούσαν στον δρόμο δίπλα μου, δεν τις έβλεπα. Πήγαιναν μετά στο σπίτι και έκαναν παράπονα στη μάνα μας: «Με είδε ο Αρσένιος, έλεγαν, και δεν μου μίλησε!». «Καλά, μου έλεγε μετά η μάνα μου, βλέπεις τις αδελφές σου στο δρόμο και δεν τις μιλάς;». «Εγώ θα κοιτάζω αν αυτή που περνάει δίπλα μου είναι η αδελφή μου; της έλεγα. Ένα σωρό σόι έχουμε. Αυτό θα κάνω;». Θέλω να πω, είχα κάτι τέτοιες ακρότητες. Να περνά τώρα δίπλα σου η αδελφή σου και να μη της μιλάς! Τέλος πάντων... Μόλις λοιπόν τελείωσε η Θεία Λειτουργία, πήγε αυτή η μαυροφόρα και παρακάλεσε τον ιερέα να μου πει να πάω στο σπίτι της, γιατί έμοιαζα πολύ στο παιδί της που είχε σκοτωθεί στον πόλεμο! Όταν πήγα σπίτι της, είδα την φωτογραφία του παιδιού της. Πραγματικά, μοιάζαμε σαν αδέλφια! Αυτή Η καημένη με κοιτούσε μέσα στην εκκλησία και έκανε τον σταυρό της σαν να έβλεπε το παιδί της. Κι εγώ έλεγα: «Την αθεόφοβη, μέσα στην εκκλησία και πώς κοιτάζει!» Ώ, μετά ξέρετε πως με είχε λειώσει αυτό το περιστατικό; «Για δες, είπα, εσύ να έχεις τέτοιους λογισμούς, ότι ποιος ξέρει τι γυναίκα είναι και μεσ’ στην εκκλησία να μην ντρέπεται καθόλου..., και αυτή η φουκαριάρα να έχε χάσει το παιδί της και να έχει τον καημό της!».
Μια άλλη φορά κατέκρινα τον αδελφό μου που ήταν φαντάρος. Μου έστειλε μήνυμα ο σιτιστής: «Έδωσα στον αδελφό σου δύο μπετόνια με λάδι. Τι έγιναν τα μπετόνια;». «Μα, αυτός εκεί πέρα, είπα, έφερνε στο σπίτι τους στρατιώτες κα τους φιλοξενούσαμε, τώρα πώς το έκανε αυτό, να πάρει λάδι από το στρατό;». Οπότε πιάνω και γράφω στον αδελφό μου αγανακτισμένος ένα γράμμα... Κι εκείνος μου απαντάει: «Τα μπετόνια να τα ζητήσεις από τη νεωκόρο της κάτω εκκλησιάς»! Αυτός το λάδι το είχε στείλει στην εκκλησία της κάτω Κόνιτσας, γιατί ήταν φτωχή. «Χρόνια πολλά, είπα τότε στον εαυτό μου. Την άλλη φορά κατέκρινες εκείνη τη φουκαριάρα. Τώρα τον αδελφό σου. Άλλη φορά τίποτε-τίποτε!». Θέλω να πω, όταν είδα ότι έπεφτα έξω στις κρίσεις μου, εξέταζα τον εαυτό μου: «Στην τάδε περίπτωση είχα πει για τον άλλον ότι ενήργησε έτσι, αλλά τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Άλλη φορά άλλο συμπέρασμα είχα βγάλει κι αλλιώς ήταν». Έτσι έβαλα τον εαυτό μου στην θέση του. «Άλλη φορά, είπα, δεν θα κρίνεις καθόλου. Τελεία-παύλα! Είσαι στραβός και όλα στραβά και ανάποδα τα βλέπεις. Κοίταξε να γίνεις σωστός άνθρωπος». Και μετά, όταν μου φαινόταν κάτι στραβό, έλεγα: «Κάτι καλό θα είναι, αλλά εγώ δεν το καταλαβαίνω. Όσες φορές έβαλα αριστερό λογισμό, έπεσα έξω». Όταν πλέον σιχάθηκα τον εαυτό μου, με την καλή έννοια, όλους τους δικαιολογούσα. Για τους άλλους έβρισκα πάντα ελαφρυντικά και μόνον τον εαυτό μου κατέκρινα. Αλλά, εάν ο άνθρωπος δεν παρακολουθεί τον εαυτό του, όλα τα περνάει απαρατήρητα και μετά στην Κρίση θα είναι αναπολόγητος.

Θέλει παλικαριά, για να κοπεί η κατάκριση.
Λοιπόν:
Καλή αρχή.STOP.
STOP των κριτικών λογισμών. Αμήν.
Καλή εξάγνιση του νου και της καρδιάς. Αμήν.



(Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου "Λόγοι" τ. Ε΄ "Πάθη και Αρετές". Ι. Ησυχαστήριον "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος" Σουρωτή Θεσσαλονίκης)










(Πηγή ηλ. κειμένου:
http://www.oodegr.com/)


῾Ο ᾿Αρχιεπίσκοπος῾Ιερώνυμος στά «γκέτο» τῆς ᾿Αθήνας


«Εντελώς μόνος, χωρίς κανέναν συνεργάτη, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος μίλησε με τους επιβάτες που εξουθενωμένοι γύριζαν στο σπίτι τους, αλλά κι εκείνους που ξεκούραστοι ξεκινούσαν για να διασκεδάσουν"

«οι γυναίκες της νύχτας μένουν να απορούν για τον ιερωμένο που σφίγγει με πατρική αγάπη χέρια, εκεί που οι άλλοι γυρίζουν την πλάτη»


«παραπάνω από τρεις φορές μέσα σε 1,5 χρόνο διέσχισε δρόμους στο κέντρο της πόλης, οι οποίοι το βράδυ μετατρέπονται σε «γκέτο» απροσπέλαστα για τον απλό διαβάτη»

Εκεί που τις νύχτες τα παγκάκια έχουν «ενοίκους».


Οι λιγοστοί επιβάτες του μετρό, πέρυσι κοντά στις ημέρες του Πάσχα, ούτε που γύρισαν να κοιτάξουν τη μαυροντυμένη φιγούρα που μπήκε στο τελευταίο δρομολόγιο. Σε λίγη ώρα θα καταλάβαιναν ποιον είχαν μπροστά τους.
Εντελώς μόνος, χωρίς κανέναν συνεργάτη, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος μίλησε με τους επιβάτες που εξουθενωμένοι γύριζαν στο σπίτι τους, αλλά κι εκείνους που ξεκούραστοι ξεκινούσαν για να διασκεδάσουν.
Οι στενοί του συνεργάτες που νόμιζαν ότι είχε αποσυρθεί στον πρώτο όροφο της Αγίας Φιλοθέης για να ξεκουραστεί, με έκπληξη έμαθαν το επόμενο πρωί πού ήταν το προηγούμενο βράδυ...
Δεν θα ήταν αυτή, ωστόσο, η τελευταία φορά που ο Αρχιεπίσκοπος θα αναζητούσε την επαφή με τους απλούς ανθρώπους... Μαζί με τον γνωστό και αφοσιωμένο Βλάση, ο Προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας παραπάνω από τρεις φορές μέσα σε 1,5 χρόνο διέσχισε δρόμους στο κέντρο της πόλης, οι οποίοι το βράδυ μετατρέπονται σε «γκέτο» απροσπέλαστα για τον απλό διαβάτη.
Εκδιδόμενες γυναίκες, άστεγοι, τοξικομανείς, περιφερόμενοι λαθρομετανάστες, η «σκοτεινή» εικόνα της νυχτερινής Αθήνας στην πλατεία Θεάτρου, τη Σοφοκλέους, την Ευριπίδου, την πλατεία Ομονοίας.
Ο Προκαθήμενος δεν μένει πάντα προστατευμένος πίσω από το τζάμι του υπηρεσιακού αυτοκινήτου της Αρχιεπισκοπής. Αρκετές φορές ζητάει από τον Βλάση να τραβήξει χειρόφρενο.
Όσοι τον αναγνωρίζουν, μέσα στο σκοτάδι, του φιλούν ευλαβικά το χέρι και του ζητούν βοήθεια. Εκείνοι που δεν ξέρουν καλά καλά σε ποια χώρα τους έφερε η μοίρα, οι χαμένοι στον κόσμο των παραισθήσεων και οι γυναίκες της νύχτας μένουν να απορούν για τον ιερωμένο που σφίγγει με πατρική αγάπη χέρια, εκεί που οι άλλοι γυρίζουν την πλάτη.
Στο συσσίτιο


Τα συσσίτια του Αγίου Θεράποντα Ζωγράφου είναι από τα πιο παλιά. Σε μια πυκνοκατοικημένη συνοικία, η αρωγή της Εκκλησίας δεν είναι αμελητέα. Ηταν πριν από λίγους μήνες, όταν οι ενορίτες που περίμεναν να φάνε πρόσεξαν έναν ιερέα να παρίσταται στην τραπεζαρία που γίνεται η διανομή.
Όταν ξανακοίταξαν παραξενεμένοι, αφού δεν ήταν ο γνωστός τους εφημέριος, είδαν έκπληκτοι τον Αρχιεπίσκοπο. Κάθισε μαζί τους, μοιράστηκε το φαγητό τους και άκουσε για τη φτώχεια και όσα τους οδήγησαν να ζουν με τη βοήθεια της Εκκλησίας. Εφυγε σκεπτικός και λυπημένος... Προπαραμονή Χριστουγέννων στην πλατεία Κλαυθμώνος
Λόγια παρηγοριάς σε αστέγους
Η διαδρομή ήταν γνώριμη αλλά αυτή τη φορά είχε πολλές στάσεις. Την Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2009 μαζί με τον διευθυντή της μη κυβερνητικής οργάνωσης «Αλληλεγγύη», Κωστή Δήμτσα, ξεκίνησαν μετά τις 23:00 από την πλατεία Κλαυθμώνος.
Εκεί που τις νύχτες τα παγκάκια έχουν «ενοίκους».
Μοίρασαν δώρα σ’ αυτούς που δεν περίμεναν από κανέναν να τους θυμηθεί. Κάποιοι, μισοκοιμισμένοι, εξαθλιωμένοι, τυλιγμένοι σε κουρέλια για να ζεσταθούν στη χειμωνιάτικη νύχτα, δεν καταλάβαιναν καν αν ονειρεύονται ή αν ζουν πραγματικά τη στιγμή. Πήγαν στην Ομόνοια, στην πλατεία Θεάτρου, στην Ευριπίδου, στη Σοφοκλέους.
Έδωσαν ρούχα, κουβέρτες, τρόφιμα. Μίλησαν, παρηγόρησαν, άκουσαν.
Ο Αρχιεπίσκοπος συγκινήθηκε όταν είδε ότι ακόμα και στο προσωπικό μαρτύριο υπάρχει ανθρωπιά: κάποιοι έσπευσαν άμεσα να μοιραστούν τα τρόφιμα με τους διπλανούς τους.
Αγία Σοφία Ψυχικού
Επιθεώρηση εργασιών
Αυτή η επίσκεψη δεν έγινε νύχτα. Δεν ήταν όμως και προγραμματισμένη. Σε μια από τις μεγαλύτερες ενορίες της Αρχιεπισκοπής, πέρυσι τον Απρίλιο εμφανίστηκε ένα πρωί ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος. Κυριολεκτικά είχε πάει για «επιθεώρηση εργασιών». Πλησίον του μεγάλου ναού της Αγίας Σοφίας Ψυχικού είχε ξεκινήσει η ανέγερση στέγης γερόντων, με σεβαστά ποσά και κονδύλια. Ο Αρχιεπίσκοπος είχε έρθει να δει αν η πρόοδος των εργασιών ήταν συμβατή με τις δαπάνες. Μίλησε με τον π. Χριστόδουλο, έναν από τους εφημέριους του ναού, είδε το κτίσμα, τα σχέδια, μίλησε με τους υπεύθυνους της οικοδομής, ευχήθηκε καλή αποπεράτωση και επέστρεψε στην Αρχιεπισκοπή.
ΜΕΤΑΜΦΙΕΣΕΙΣ
«Ταξιτζής» ο βασιλιάς Αμπντάλα

Στην «Ιστορία του Πολυβίου» αναφέρεται ότι ο βασιλιάς της Αντιόχειας, Αντίοχος Δ’, που ανέβηκε στον θρόνο το 175 π.Χ. συνήθιζε να μεταμφιέζεται και να κυκλοφορεί σαν απλός θνητός για να περνάει απαρατήρητος.
Το ίδιο περιγράφεται και στον βίο της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας, που, αν και από ευκατάστατη οικογένεια, ντυμένη με φτωχικά ρούχα γύριζε σε σπίτια για να κάνει διακονήματα και να βοηθάει αρρώστους που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να επισκεφθούν γιατρό.
Ιορδανία


Ακόμη και στις μέρες μας, οι πληροφορίες θέλουν τον βασιλιά Αμπντάλα της Ιορδανίας να «γίνεται» ταξιτζής θέλοντας να ζήσει για λίγο σαν απλός πολίτης και να αποκτήσει προσωπική γνώμη για το τι πιστεύουν οι συμπατριώτες του.
Φίλος αυτών των «άτυπων» επισκέψεων είναι και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, καθώς από την έναρξη της αρχιεπισκοπίας του βρέθηκε «αιφνιδιαστικά» σε διάφορα σημεία της Αθήνας προσεγγίζοντας ακόμα και κοινωνικές κατηγορίες που υπό άλλες συνθήκες δεν θα ήταν δυνατόν να έρθουν σε επαφή με έναν Προκαθήμενο της Εκκλησίας.


http://www.romfea.gr 23-1-2010




http://www.romfea.gr

῾H ῾Ελληνική γλῶσσα «ξαναζεῖ» στήν ᾿Ιταλία!



᾿Οδυσσεύς τοῦ Klision: Δεῖτε πῶς λειτουργεῖ διαχρονικά ὁ παπισμός ὁλοκληρωτισμός, ὁ ὁποῖος δέν σέβεται δόγματα, ἐθνικές γλῶσσες καί ὁτιδήποτε ἄλλο ἔχει σχέση μέ τόν πολιτισμό, προκειμένου νά ἐπιβληθεῖ. ῾Η ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται καί μᾶς διδάσκει. ῎Ας τήν ἀκούσουμε...

“Με τους Τούρκους διατηρήσαμε και τη γλώσσα και την Ορθοδοξία. Τι θα γινότανε, όμως, αν γινότανε η ένωση των Εκκλησιών, όπως ήθελε η Σύνοδος της Φλωρεντίας το 1439”

Πεμ, 11/10/2007 – 21:33

Είναι γνωστό ότι στην αρχαία εποχή εγκαταστάθηκαν στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία πολλοί Έλληνες και εδημιούργησαν εκεί αξιοθαύμαστο πολιτισμό και η περιοχή αυτή ονομάστηκε Μεγάλη Ελλάδα. Τα ονόματα των πόλεων που ίδρυσαν εκεί σώζονται σήμερα άλλα αυτούσια και άλλα παραλλαγμένα. Π.χ. η Μεσήνη-Μεσίνα, η Νάξος έμεινε αυτούσιο το όνομα χωρίς παραλλαγή, η Κατάνη έγινε Κατάνια, το Ρήγιον έγινε Ρέτζιο, το Ταυρομένιον έγινε Ταορμίνα, η Σύβαρις, Σιμπάρι, το Βρινδίσιον έγινε Πρίντεζι, ο Ακράγας έγινε Αγκριγκέντο κ.λπ., κ λπ.
Εκτός από τους αρχαίους, εγκαταστάθηκαν Έλληνες εκεί και στους βυζαντινούς χρόνους, αλλά και στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, όταν για διάφορους λόγους έβρισκαν εκεί καταφύγιο.
Με την πάροδο του χρόνου άρχισε ο εκλατινισμός της Νοτίου Ιταλίας και της Σικελίας. Για πολύ καιρό η λατινική και η ελληνική γλώσσα συνυπήρχαν και οι κάτοικοι ήταν δίγλωσσοι, με τη διαφορά ότι η Θρησκεία, τα Γράμματα και οι Τέχνες διατήρησαν τον ελληνικό χαρακτήρα τους. Ο εκλατινισμός όμως της Απουλίας και της Καλαβρίας εμποδίστηκε από τον ελληνικό πληθυσμό των μεγάλων παραλιακών πόλεων, γιατί υπήρξε ισχυρότατη η πολιτική και πολιτισμική ελληνική παράδοση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στη Ρώμη και σε όλες τις μεγάλες πόλεις του ρωμαϊκού κράτους εδιδάσκονταν τα ελληνικά Γράμματα, η Φιλοσοφία, η Ρητορική Τέχνη,η Μουσική κ.λπ. από Έλληνες, που προέρχονταν από την Ελλάδα ή τη Μεγάλη Ελλάδα.
Κατά την περίοδο της Εικονομαχίας (9ος αιώνας) η Νότιος Ιταλία κατακλύστηκε από μοναχούς του Βυζαντίου, τους λεγομένους βασιλιανούς μοναχούς (monahi vasiliani), οι οποίοι ίδρυσαν μοναστήρια, έκτισαν βυζαντινούς ναούς, που σώζονται μέχρι σήμερα. Οργάνωσαν τα λεγόμενα Scriptoria, δηλαδή τα γνωστά Εργαστήρια, όπου ένας μεγάλος αριθμός καλλιγράφων εργαζόταν για την αντιγραφή και πολλαπλασιασμό χειρογράφων θρησκευτικού, επιστημονικού και ποικίλου άλλου περιεχομένου και διέδωσαν την ορθοδοξία στην περιοχή.
Ακόμη και μετά την κατάκτηση της νοτίου Ιταλίας από τους Νορμανδούς (10ος - 11ος αι.) η ελληνική γλώσσα και οι ελληνικές παραδόσεις κυριαρχούσαν στην περιοχή. Αργότερα με τη Διασπορά και την έξοδο των Ελλήνων προς τη Δύση, κυρίως των ανθρώπων των Γραμμάτων, αναζωογονούνται οι ελληνικές σπουδές και παρατηρείται το φαινόμενο του Ουμανισμού και στη συνέχεια της Αναγέννησης των Κλασσικών Γραμμάτων στην Ιταλία και στην Ευρώπη.
Από την εποχή αυτή και στο εξής, βρίσκουμε αμιγή ελληνικά χωριά στην Καλαβρία και στην Απουλία, που δημιουργήθηκαν και στηρίχτηκαν στην ύπαρξη μερικών πολύ παλαιοτέρων πυρήνων ελληνισμού. Αυτά τα χωριά με την πάροδο του χρόνου έγιναν δίγλωσσα και σήμερα μερικές μειονότητες μόνον ομιλούν ελληνικά, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, όπως π.χ. το χωριό Γαλλιτσιανό, όπου όλοι οι κάτοικοι ομιλούν ελληνική διάλεκτο.
Στην Απουλία, στην περιοχή που ονομάζεται Salento, τη λεγόμενη Grecia, υπάρχουν τα εξής ελληνόφωνα χωριά: Calimera, Castrignano dei Greci, Coriglano d’ Otranto, Martano, Martignano, Soleto, Sternatia, Zollino. Βρίσκονται όλα σε πεδινή και εύφορη περιοχή, επικοινωνούν δε μεταξύ τους και με τα μεγάλα αστικά κέντρα με καλό οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο.
Στην Καλαβρία, στην περιοχή που ονομάζεται Bovesia, τα ελληνόφωνα χωριά των λεγομένων Grecanici, όπου τον 19ον αιώνα κυριαρχούσε η ελληνική γλώσσα, είναι: Bova, Gallicino, Roccaforte del Greco, Chorio di Roccaforte, Rochudi, Chorio di Rochudi, Candofuri. Στην παραλιακή κωμόπολη Bova Marina, που δημιουργήθηκε ως επί το πλείστον από την κάθοδο κατοίκων του χωριού Bova, ιδρύθηκε και λειτουργεί σήμερα το Ινστιτούτο Ελληνοφώνων Σπουδών.
Θαυμαστό γεγονός στο πέρασμα των αιώνων είναι, ότι οι πληθυσμοί αυτών των περιοχών διατήρησαν το γλωσσικό τους ιδίωμα, που στην Καλαβρία ονομάζεται Grecaniko και την Απουλία Grico. Η γλώσσα των Ελληνοφώνων της Καλαβρίας και της Απουλίας είναι η Ελληνική. Για αιώνες μιλήθηκε, γράφτηκε, διδάχτηκε και επομένως εξελίχτηκε και έχει τη δική της ιστορική πορεία και διαδρομή. Έτσι, από την αρχή, σχεδόν, του περασμένου αιώνος μέχρι σήμερα έχουν γίνει μελέτες εξαιρετικού ενδιαφέροντος και πολλές ακόμη απομένουν να γίνουν στο μέλλον γλωσσολογικού, λαογραφικού, ιστορικού και φιλολογικού περιεχομένου.
Από το 1565 και μετά η ελληνική γλώσσα των περιοχών αυτών δέχτηκε ένα φοβερό πλήγμα, γιατί καταργήθηκε κάθε λατρεία που δεν υπήκουε στο καθολικό δόγμα και τους παπικούς κανόνες. Έτσι, η ορθόδοξη παράδοση της Νότιας Ιταλίας και επομένως και η ελληνική γλώσσα, αφού απαγορεύτηκε η ανατολική ορθόδοξη λειτουργία, αντικαταστάθηκε από τη λατινική.
Σκληροί υπήρξαν οι αγώνες των Ελληνοφώνων για να διατηρήσουν τη λατρεία τους και τη γλώσσα τους. Το τελευταίο γραπτό μνημείο σε ελληνική γλώσσα είναι το 1574 και γράφτηκε στη Bova, από τον Colucci (Nικολάκη) Garino. Είναι το ανάθεμα εναντίον του (καθολικού) επισκόπου της Bova, του Κυπρίου Σταυριανού, επειδή επέβαλε στους κατοίκους την καθολική λατινική λειτουργία, καταργώντας την ορθόδοξη, αφού πρώτα συνεννοήθηκε με ορισμένους προύχοντες της πόλης. Από τότε στους Ελληνόφωνους γραπτά ελληνικά κείμενα βρίσκουμε μόνον με λατινικούς χαρακτήρες, ενώ διαιωνίζεται η προφορική παράδοση της ελληνικής γλώσσας.
Ένα άλλο βαρύ πλήγμα δέχτηκε η ελληνική γλώσσα των Ελληνοφώνων στη διάρκεια του ιταλικού φασισμού στο διάστημα 1922-1942, όταν απαγορεύτηκαν οι διάλεκτοι σε όλη την Ιταλία και επιβλήθηκε η κοινή Ιταλική της Τοσκάνης. Στους Ελληνόφωνους έλεγαν ότι γρυλίζουν και πρέπει να ντρέπονται για το ιδίωμά τους.
Τελευταία παρατηρείται μια αντίστροφη τάση στους Ελληνόφωνους, δηλαδή μια έντονη διάθεση ανακάλυψης και επιστροφής στις ρίζες, ακόμη μια επίμονη και παθιασμένη προσκόλληση προς οτιδήποτε είναι ελληνικό και μια σοβαρή προσπάθεια ανανέωσης και εμπλουτισμού του γλωσσικού τους οργάνου, με την πρόσληψη νέων στοιχείων της Νεοελληνικής, λέξεων και εκφράσεων.
Ο Οργανισμός για τη Διεθνοποίηση της Ελληνικής Γλώσσας αγωνίζεται επί πολλά έτη για την ενίσχυση των προσπαθειών διατήρησης της ελληνικής διαλέκτου, που ομιλείται με παραλαγές στα ελληνόφωνα χωριά της Απουλίας και της Καλαβρίας.
Ο Ιταλός καθηγητής Κάρμινε Γκρέκο γράφει: Η Γκρήκο διδάσκεται εδώ και πολλά χρόνια στα σχολεία της Σαλεντινής Ελλάδας από ανθρώπους ευαισθητοποιημένους στο πρόβλημα της επιβίωσης της Γκρήκο και ιδιαίτερα σε εκείνα τα σχολεία που διδασκόταν και η Ελληνική Γλώσσα με δασκάλους απεσταλμένους από το Ελληνικό Κράτος.
Ωστόσο μόνον τα τελευταία 5 χρόνια, η Γκρήκο διδασκόταν συστηματικά σε όλα τα σχολεία της Σαλεντινής Ελλάδας. Την πρωτοβουλία για τη διοργάνωση μιας τέτοιας διδασκαλίας είχε η διεύθυνση του διδακτηρίου του Κοριλιάνο και για την ακρίβεια ο Διευθυντής του Λουίτζι Μαρτάνο, ο οποίος πήρε την πρωτοβουλία να δημιουργήσει δίκτυο και να συνεργασθεί με όλες τις Διευθύνσεις των Δημοτικών Σχολείων και των Γυμνασίων της Σαλεντινής Ελλάδας.
Μια ομάδα καθηγητών συνεργάστηκε για να συντάξει ένα σχέδιο, το οποίο υπέβαλε στο Υπουργείο Παιδείας για έγκριση. Έτσι,από το 2002 το Ιταλικό Υπουργείο Παιδείας επιχορηγεί όλα τα σχολεία της Σαλεντινής Ελλάδας που συνεργάζονται στο δίκτυο. Γι’ αυτόν τον λόγο τα μαθήματα παρακολουθούν μόνον οι μαθητές που κατοικούν σε Ελληνόφωνους Δήμους και όχι από άλλους Δήμους της Γκραιτσία. Η Γκρήκο είναι υποχρεωτική για όλους τους μαθητές και διδάσκεται εντός του κανονικού ωραρίου.
Η καθηγήτρια του Λυκείου του Κοριλιάνο Ντ’ Οτράντο Μαρία Μαρτσιανό γράφει: Με μεγάλο ενθουσιασμό μιλώ ξανά και ξανά για τη μητρική μου γλώσσα, την Γκρήκο. Υπήρξαν μαύρα χρόνια, στα οποία οι συνάνθρωποί μου, εξαιτίας της χρήσεως αυτής της προγονικής διαλέκτου, υπέστησαν φοβερούς εξευτελισμούς με αδιανόητες υποτιμητικές προσφωνήσεις.
Με τον καιρό, όμως, η κατάσταση άλλαξε. Κάποιος που είχε τη δυνατότητα να σπουδάσει, συνέχισε να εκφράζεται με τη «δική του» γλώσσα, που είχε τόσο καταπολεμηθεί. Έπειτα, τα τελευταία 20 χρόνια, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα πρώτα και εν συνεχεία ο ιταλικός νόμος 482 του 1999, θέσπισε τη νόμιμη αναγνώριση της Ιστορικής και Πολιτιστικής αξίας της μειονοτικής μας Γλώσσας. Πράγματι, αληθεύει η λαϊκή ρήση: «Ο επιμένων νικά!».
Οι δύο Ιταλοί καθηγητές γράφουν και άλλα ενδιαφέροντα πράγματα. Ας αρκεστούμε, όμως, σ’ αυτά. Εκείνο που πρέπει να τονίσουμε ιδιαιτέρως είναι αυτό που είδαμε πιο πάνω: Η παπική Εκκλησία έδειξε τα δόντια της στην Ελληνορθόδοξη Εκκλησία και στην περίπτωση των Ελληνοφώνων της Κάτω Ιταλίας.
Μετά το πλήγμα που δέχτηκε το Βατικανό από τον Λούθηρο και τους άλλους μεταρρυθμιστές συγκάλεσε τη Σύνοδο του Τρέντο (ή Τρίδεντο) το 1545 και διήρκεσε 18 χρόνια (1563). Βασική απόφαση η δίωξη των αιρετικών (Προτεσταντών). Βρήκε τότε την ευκαιρία να χτυπήσει τους Ελληνόφωνους Ορθοδόξους της Κάτω Ιταλίας. Την ηγεσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας τότε «έσκιαζε η φοβέρα και πλάκωνε η σκλαβιά». Έτσι, ο Πάπας ανενόχλητος έπραξε αυτό που δεν έκαμαν οι Οθωμανοί κατακτητές στην υπόδουλη Ανατολή. Κατάργησε κάθε λατρεία που δεν υπήκουε στο Καθολικό δόγμα και τους παπικούς κανόνες. Η νότια Ιταλία, άλλωστε τότε περιλαμβάνονταν στο κράτος του Πάπα. Έτσι, η ορθόδοξη παράδοση της νότιας Ιταλίας και επομένως και η ελληνική γλώσσα, αφού απαγορεύτηκε η ανατολική ορθόδοξη λειτουργία, αντικαταστάθηκε από τη λατινική.
Με τους Τούρκους διατηρήσαμε και τη γλώσσα και την Ορθοδοξία. Τι θα γινότανε, όμως, αν γινότανε η ένωση των Εκκλησιών, όπως ήθελε η Σύνοδος της Φλωρεντίας το 1439;

Αναδημοσίευση από τον Π.Λ.
Γράφει: Αθανάσιος Δέμος

Λόγος γιά τή μετάνοια-῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Χρυσοστόμου


᾿Οδυσσεύς τοῦ Klision: ᾿Αρχή Τριωδίου ἀπό σήμερα τό ἀπόγευμα μέ τόν ῾Εσπερινό. ῎Ας γίνει καί ἀρχή γιά τήν προσωπική μας μετάνοια. ῾Ο Τελώνης μᾶς δείχνει τόν δρόμο. ῾Ο ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς προσφέρει τό φάρμακο τῆς μετάνοιας. Οἱ συμβουλές του πού ἀκολουθοῦν ἄς γίνουν πραγματικό βάλσαμο γιά τήν ψυχή μας. Τό ἔχουμε ἀνάγκη...


«δεν θα 'ταν λάθος αν θεωρούσαμε την εκκλησία πιο σπουδαία από την κιβωτό. Γιατί η κιβωτός δεχόταν βέβαια τα ζώα και τα διατηρούσε ζώα- η εκκλησία όμως δέχεται τα ζώα και τα αλλάζει. Tί εννοώ μ' αυτό: Mπήκε στην κιβωτό ένα γεράκι, βγήκε πάλι γεράκι- μπήκε ένας λύκος, βγήκε πάλι λύκος. Eδώ μπαίνει κανείς γεράκι και βγαίνει περιστέρι- μπαίνει λύκος και βγαίνει πρόβατο- μπαίνει φίδι και βγαίνει αρνί- όχι επειδή μεταβάλλεται η φύση του, αλλά επειδή διώχνεται μακριά η κακία»

«Yπάρχουν δύο πράγματα- η αμαρτία και η μετάνοια. H αμαρτία είναι τραύμα- η μετάνοια φάρμακο. Όπως ακριβώς για τά σώματα υπάρχουν φάρμακα και τραύματα, το ίδιο και γιά την ψυχή- υπάρχουν τα αμαρτήματα και η μετάνοια. H αμαρτία μέσα της έχει την ντροπή- η μετάνοια έχει το θάρρος και την παρρησία.»

«Στα χέρια της μετάνοιας σάς παραδίδω- για να γνωρίσετε τη δύναμη που έχει- για να γνωρίσετε τί είναι ικανή να κατορθώσει και για να μάθετε πώς δεν υπάρχει αμάρτημα που να μπορεί να τη νικήσει, ούτε παράβαση του νόμου που να μπορεί να υπερισχύσει πάνω απ' τη δική της δύναμη»


Aλήθεια, ποιό λιμάνι μπορεί να συγκριθεί με το λιμάνι της εκκλησίας; Ποιός παράδεισος μπορεί να συγκριθεί με τον παράδεισο των συγκεντρωμένων πιστών; Δεν υπάρχει εδώ φίδι που γυρεύει να μάς βλάψει, μόνο ο Xριστός που μάς οδηγεί μυστικά. Δεν υπάρχει εδώ Eύα που μάς εξαπατά και μάς ρίχνει κάτω, μόνο η εκκλησία που μάς ανορθώνει. Δεν έχει εδώ φύλλα δέντρων, αλλά καρπούς πνευματικούς. Δεν έχει εδώ φράχτη με αγκάθια, παρά αμπέλι γεμάτο σταφύλια. Aν πάλι βρω κάποιο αγκάθι, το μεταβάλλω σε ελιά. Γιατί αυτά που βρίσκονται εδώ δεν έχουν φύση αδύναμη, που δεν μπορεί ν' αλλάξει, αλλά έχουν τιμηθεί με την ελευθερία να επιλέγουν. Aν πάλι λύκο βρω, τον κάνω πρόβατο- όχι γιατί αλλάζω τη μορφή του, αλλά γιατί στρέφω αλλού την επιθυμία του. Γι' αυτό δεν θα 'ταν λάθος αν θεωρούσαμε την εκκλησία πιο σπουδαία από την κιβωτό. Γιατί η κιβωτός δεχόταν βέβαια τα ζώα και τα διατηρούσε ζώα- η εκκλησία όμως δέχεται τα ζώα και τα αλλάζει. Tί εννοώ μ' αυτό: Mπήκε στην κιβωτό ένα γεράκι, βγήκε πάλι γεράκι- μπήκε ένας λύκος, βγήκε πάλι λύκος. Eδώ μπαίνει κανείς γεράκι και βγαίνει περιστέρι- μπαίνει λύκος και βγαίνει πρόβατο- μπαίνει φίδι και βγαίνει αρνί- όχι επειδή μεταβάλλεται η φύση του, αλλά επειδή διώχνεται μακριά η κακία.


Γι' αυτό φέρνω το λόγο διαρκώς στη μετάνοια. Γιατί η μετάνοια, που στον αμαρτωλό φαντάζει φοβερή και τρομερή, γιατρεύει τα παραπτώματα- εξαφανίζει τις παρανομίες- σταματά το δάκρυ- δίνει παρρησία μπροστά στο Θεό- είναι όπλο κατά του διαβόλου- μαχαίρι που τού κόβει το κεφάλι- ελπίδα σωτηρίας- αφαίρεση της απελπισίας. Aυτή ανοίγει στον άνθρωπο τον ουρανό. Aυτή τον οδηγεί στον παράδεισο. Aυτή νικά τον διάβολο. Γι' αυτό ακριβώς και σάς μιλώ συνέχεια γι' αυτήν. Όπως από την άλλη κι η υπερβολική αυτοπεποίθηση μάς οδηγεί στην πτώση. Eίσαι αμαρτωλός; Mήν απελπίζεσαι. Δεν σταματώ, σα φάρμακα αυτά τα λόγια συνεχώς να σάς τα δίνω. Γιατί ξέρω καλά τί όπλο δυνατό που είναι κατά του διαβόλου το να μη χάνεις την ελπίδα σου. Aν έχεις αμαρτήματα, μην απελπίζεσαι. Δεν παύω διαρκώς αυτά τα λόγια να τά επαναλαμβάνω. Aκόμα και αν αμαρτάνεις κάθε ημέρα, κάθε ημέρα να μετανοείς. Ας κάνουμε ό,τι ακριβώς και με τα σπίτια τα παλιά που είναι ετοιμόρροπα: αφαιρούμε τα παλαιά και σάπια υλικά και τ' αντικαθιστούμε με καινούργια- και δε λησμονούμε διαρκώς να τα περιποιούμαστε. Πάλιωσες σήμερα από την αμαρτία; Γίνε πάλι καινούργιος με τη μετάνοια. Mα είναι στ' αλήθεια δυνατό, αυτός που θα μετανοήσει να σωθεί; - αναρωτιούνται μερικοί. Eίναι, και πολύ μάλιστα. Όλη μου τη ζωή μέσα στις αμαρτίες την πέρασα- και αν μετανοήσω, θα σωθώ; Nα είσαι απολύτως βέβαιος γι' αυτό. Kι από που φαίνεται αυτό; Aπ' τη φιλανθρωπία του Kυρίου σου. Nομίζεις ότι από τη μετάνοιά σου μόνο παίρνω το θάρρος να μιλάω έτσι; Nομίζεις ότι από μόνη η μετάνοια έχει τη δύναμη να βγάλει από πάνω σου τόσα κακά; Aν ήταν μόνον η μετάνοια, δικαιολογημένα να φοβόσουν. Όμως μαζί με τη μετάνοια ενώνεται αξεδιάλυτα η αγάπη του Θεού για τούς ανθρώπους. Kαι όριο αυτή η αγάπη δε γνωρίζει. Oύτε μπορεί κανείς να εξηγήσει με τα λόγια την απεραντοσύνη της αγάπης του Θεού. H δική σου κακία έχει ένα όριο- το φάρμακο όμως όριο δεν έχει. H δική σου κακία, όποια και να είναι, είναι μία ανθρώπινη κακία. Aπό την άλλη όμως βρίσκεται η αγάπη του Θεού για τούς ανθρώπους, μια αγάπη που δεν περιγράφεται με λόγια. Nα έχεις λοιπόν θάρρος, γιατί αυτή η αγάπη νικάει την κακία σου. Φαντάσου μία σπίθα να πέφτει μες στο πέλαγος. Eίναι ποτέ δυνατό να σταθεί ή να φανεί; Ό,τι είναι η σπίθα μπρός στο πέλαγος, είναι και η κακία μπρός στη φιλανθρωπία του Θεού. Ή μάλλον η διαφορά είναι ακόμη πιό μεγάλη. Γιατί το πέλαγος, όσο πλατύ κι αν είναι, κάπου τελειώνει βέβαια. H αγάπη όμως του Θεού για τούς ανθρώπους τέλος δεν γνωρίζει. Όλα αυτά σάς τ' αναφέρω βέβαια όχι για νά σάς κάνω ράθυμους κι απρόσεκτους, αλλά για να σάς οδηγήσω στη μετάνοια με πιό μεγάλη προθυμία.


Πολλές φορές συμβούλεψα να μένετε μακριά από τα πονηρά θεάματα. Σύ, τώρα, ενώ άκουσες τα λόγια μου, δεν πείστηκες. Πήγες σέ πονηρά θεάματα- παράκουσες τις συμβουλές μου. Όμως και πάλι μη διστάσεις να 'ρθείς στην εκκλησία και ν' ακούσεις. Mα άκουσα τις συμβουλές και δέν τις τήρησα - θα πείς. Πώς γίνεται να έρθω πάλι; Mα αντιλήφθηκες τουλάχιστον αυτό, πώς δεν τίς τήρησες- νιώθεις τουλάχιστον ντροπή- κοκκινίζεις- χωρίς κανείς να σ' αναγκάζει, μόνος σου βάζεις ένα χαλινό στον εαυτό σου- έχεις τουλάχιστον τις συμβουλές μου ριζωμένες μέσα σου- χωρίς να είμαι εγώ παρών, η διδαχή μου σε γιατρεύει. Nαί, σίγουρα, δεν τήρησες τις συμβουλές μου. Όμως από την άλλη καταδίκασες τον εαυτό σου. Aυτό σημαίνει ότι τήρησες τις συμβουλές μου στο μισό- μ' όλο που δεν τις τήρησες. Mόνο και μόνο επειδή είπες: δεν τήρησα τις συμβουλές. Γιατί, πραγματικά, όποιος κατηγορεί τον εαυτό του επειδή δεν ετήρησε τις συμβουλές μου, βρίσκεται καθ' οδόν να τις τηρήσει. Πήγες σε πονηρά θεάματα; Διέπραξες κάποια παρανομία; Aιχμαλωτίστηκες από συνήθεια πονηρή; Kι ύστερα πάλι έφερες στο νου τα λόγια μου κι ένιωσες μέσα σου ντροπή; Έλα στην εκκλησία! Ένιωσες λύπη μέσα στην καρδιά σου; Zήτησε τη βοήθεια του Θεού! Ήδη έχεις κάνει ένα βήμα προς τα εμπρός. Aλίμονο, ενώ άκουσα τις συμβουλές σου, δεν τις ακολούθησα. Πώς γίνεται να 'ρθω στην εκκλησία πάλι; Πώς γίνεται ν' ακούσω πάλι; Nάρθεις και νά ξανάρθεις ακριβώς γι' αυτό, γιατί δεν τήρησες τις συμβουλές μου. Για να τις ξανακούσεις και να τις τηρήσεις.


Για πες μου, αν ο γιατρός βάλει ένα φάρμακο επάνω στην πληγή και δεν γίνεις καλά, δεν θα στο δώσει πάλι άλλη μέρα; Eίναι ένας ξυλοκόπος- θέλει να κόψει μια βελανιδιά. Παίρνει τσεκούρι- αρχίζει να χτυπά τη ρίζα. Aν δώσει ένα χτύπημα και δεν πέσει το άκαρπο δέντρο, δεν θα δώσει δεύτερο χτύπημα, δεν θα δώσει τρίτο, τέταρτο, δέκατο; Aυτό κάνε και σύ. Bελανιδιά είναι η πονηρή συνήθεια- άκαρπο δέντρο. Tα βελανίδια της είναι τροφή μόνο για χοίρους, που δεν έχουν λογική. Pίζωσε με το χρόνο μέσα στο μυαλό σου- νίκησε τη συνείδησή σου με το φύλλωμά της. O λόγος μου τσεκούρι. Tον άκουσες μια μέρα. Πώς είναι δυνατό σέ μία μέρα να πέσει κάτω αυτό που έχει πιάσει ρίζες μέσα σου τόσο καιρό; Λοιπόν, αν έρθεις δυό, αν έρθεις τρείς, αν έρθεις εκατό, αν έρθεις αναρίθμητες φορές ν' ακούσεις, διόλου περίεργο δεν είναι. Mόνο προσπάθησε ν' απαλλαγείς από ένα πράγμα πονηρό και δυνατό- από την πονηρή συνήθεια. Oι Iουδαίοι μάννα έτρωγαν, κι όμως ζητούσαν τα κρεμμύδια που έτρωγαν στην Aίγυπτο. «Kαλά - λέγαν- περνούσαμε στην Aίγυπτο». Άσχημο πράγμα η συνήθεια και ιδιαίτερα κακό! Λοιπόν, κι αν καταφέρεις νάρθεις δέκα μέρες, κι αν καταφέρεις νάρθεις είκοσι ή τριάντα, δεν σ' αγκαλιάζω, δεν σέ επαινώ γι' αυτό, δεν σού χρωστώ ευγνωμοσύνη. Mόνο μήν αποκάμεις- να μήν κουραστείς- αλλά νιώθε ντροπή και έλεγχε τον εαυτό σου.


Σάς μίλησα πολλές φορές για την αγάπη. Ήρθες και άκουσες, κι ύστερα πήγες κι άρπαξες από τον αδερφό σου; Δεν ακολούθησες τα λόγια μου στη πράξη; Nα μη ντραπείς να 'ρθείς στην εκκλησία πάλι. Nτροπή να νιώθεις όταν αμαρτάνεις, μη ντρέπεσαι όταν μετανοείς. Kοίταξε τί σου έκανε ο διάβολος. Yπάρχουν δύο πράγματα- η αμαρτία και η μετάνοια. H αμαρτία είναι τραύμα- η μετάνοια φάρμακο. Όπως ακριβώς για τά σώματα υπάρχουν φάρμακα και τραύματα, το ίδιο και γιά την ψυχή- υπάρχουν τα αμαρτήματα και η μετάνοια. H αμαρτία μέσα της έχει την ντροπή- η μετάνοια έχει το θάρρος και την παρρησία. Θέλω να με ακούσεις, σε παρακαλώ, με προσοχή, μήπως και δεν αντιληφθείς πώς είναι η τάξη των πραγμάτων, και χάσεις έτσι την ωφέλεια. Πρόσεξε τί θα πω! Yπάρχει το τραύμα- υπάρχει και το φάρμακο. Yπάρχει η αμαρτία- υπάρχει και η μετάνοια. Tο τραύμα είναι η αμαρτία- το φάρμακο η μετάνοια. Στο τραύμα υπάρχει πύον και μόλυνση- υπάρχει ντροπή- υπάρχει χλεύη. Στη μετάνοια υπάρχει παρρησία- το φάρμακο η δύναμη να καθαρίζει αυτό που έχει μολυνθεί. Στην αμαρτία υπάρχει μόλυνση- υπάρχει ελευθερία- υπάρχει καθαρισμός του αμαρτήματος. Παρακολούθησε με προσοχή τα λόγια μου! Mετά την αμαρτία έρχεται η ντροπή- μετά τη μετάνοια ακολουθεί το θάρρος και η παρρησία. Έδωσες προσοχή σ' αυτό που είπα; Aυτή την τάξη των πραγμάτων την αντέστρεψε ο διάβολος, και έδωσε στην αμαρτία παρρησία, και στη μετάνοια έδωσε ντροπή.


Δεν πρόκειται να φύγω από κοντά σας- θα μείνω ως αργά- μέχρι να σάς ξεκαθαρίσω αυτό το θέμα. Oφείλω να τηρήσω την υπόσχεση που έχω δώσει. Mου είναι αδύνατο ν' αφήσω ανοιχτό αυτό το θέμα και να φύγω. Yπάρχει λοιπόν τραύμα- υπάρχει και φάρμακο. Tο τραύμα έχει μέσα του τη μόλυνση- το φάρμακο την ικανότητα να καθαρίζει αυτό που είναι μολυσμένο. Eίναι δυνατό να υπάρχει μέσα στο φάρμακο μόλυνση; Eίναι δυνατό να υπάρχει μέσα στο τραύμα γιατρειά; Δεν έχει κάθε πράγμα τη δική του τάξη; Mήπως μπορεί ν' αλλάξει και νά πάει αυτό μ' εκείνο και εκείνο με το άλλο; Aποκλείεται αυτό. Ας δούμε τώρα και τη φύση των αμαρτημάτων. H αμαρτία μέσα της έχει την ντροπή, και κλήρος της είναι η περιφρόνηση. H μετάνοια μέσα της έχει παρρησία- μέσα της έχει τη νηστεία- και κτήμα της μετάνοιας είναι η δικαιοσύνη. Γιατί, όπως λέει η Γραφή: «Λέγε τις ανομίες σου συ πρώτος, για να γίνεις δίκαιος» και «Όποιος ελέγχει πρώτος αυτός τον εαυτό του, είναι δίκαιος». Γνωρίζοντας, λοιπόν, ο διάβολος πώς η αμαρτία μέσα της έχει την ντροπή κι αυτό μπορεί τον άνθρωπο που έλκεται από την αμαρτία να τον κρατήσει μακριά της- γνωρίζοντας από την άλλη πως η μετάνοια έχει την παρρησία και το θάρρος μέσα της και πως αυτό μπορεί να προσελκύσει στη μετάνοια αυτόν που θέλει να μετανοήσει, αντέστρεψε την τάξη των πραγμάτων κι έδωσε στη μετάνοια ντροπή, ενώ στην αμαρτία έδωσε το θάρρος και την παρρησία. Kι από που φαίνεται αυτό; Θα σου το εξηγήσω. Kαταλαμβάνεται ένας άνθρωπος από μία επιθυμία πονηρή και δυνατή- και την ακολουθεί, όπως ένας αιχμάλωτος- δεν ντρέπεται- δεν κοκκινίζει. Πράττει την αμαρτία- ίχνος ντροπής πουθενά- δεν κοκκινίζει καθόλου. Όμως, για νά μετανοήσει, ντρέπεται. Mά, άνθρωπέ μου, όταν έπραττες την αμαρτία δεν ντρεπόσουν και τώρα που ήρθες να μετανοήσεις, τώρα ντρέπεσαι; Nιώθει ντροπή ο άνθρωπος. Nαί, το καταλαβαίνω. Mά, για πες μου, γιατί τότε που έπραττε την αμαρτία δεν ντρεπόταν; Πράττει την αμαρτία και δεν ντρέπεται, και ντρέπεται να πεί τα λόγια της μετάνοιας; Δεν είναι παρά έργο της κακίας του διαβόλου αυτό. Aυτός είναι που τη στιγμή της αμαρτίας εμποδίζει τον άνθρωπο να αισθανθεί ντροπή, και τον αφήνει έτσι εκτεθειμένο απέναντι στην αμαρτία- γιατί γνωρίζει ότι, αν νιώσει ο άνθρωπος ντροπή, θα φύγει μακριά από την αμαρτία. Tη στιγμή πάλι της μετάνοιας κάνει τον άνθρωπο να αισθάνεται ντροπή- γιατί γνωρίζει ότι αυτός που αισθάνεται ντροπή, δεν φθάνει στη μετάνοια. Διπλό είναι το κακό που κάνει: Έλκει στην αμαρτία, από τη μιά, και απομακρύνει από τη μετάνοια, απ' την άλλη.


Γιατί να ντρέπεσαι λοιπόν; Δεν ένιωθες ντροπή τότε που έπραττες την αμαρτία και νιώθεις τώρα που έρχεσαι να βάλεις φάρμακο επάνω στην πληγή. Tώρα που απαλλάσσεσαι από την αμαρτία, τώρα ντρέπεσαι; Όφειλες τότε να αισθάνεσαι ντροπή- έπρεπε τότε να ντρεπόσουν- τότε, όταν έπραττες την αμαρτία. Aμαρτωλός γινόσουν και δεν ένιωθες ντροπή, γίνεσαι δίκαιος και ντρέπεσαι; «Λέγε τις αμαρτίες σου συ πρώτος, για να γίνεις δίκαιος». Ώ μέγεθος φιλανθρωπίας του Kυρίου! Δεν είπε «Λέγε τις ανομίες σου συ πρώτος, για να μην τιμωρηθείς», αλλά «Λέγε τις ανομίες σου συ πρώτος, για να γίνεις δίκαιος». Δεν έφθανε που δεν τον τιμωρείς, τον κάνεις δίκαιο κι από πάνω; Nαι, και πολύ δίκαιο μάλιστα. Πρόσεξε ακριβώς αυτά τα λόγια! Λέει: Tον κάνω δίκαιο αυτόν που θα μετανοήσει. Θέλεις να μάθεις και σε ποιά περίπτωση το έκανε αυτό; Tότε με τον ληστή. Mέ το να πει ο ληστής στο σύντροφό του απλώς και μόνο εκείνα τα γνωστά μας λόγια! «Mα ούτε τον Θεό δεν φοβάσαι εσύ; Kι εμείς δίκαια βέβαια- έχουμε μία τιμωρία όπως μάς αξίζει, για όλα όσα κάναμε»- την ίδια εκείνη τη στιγμή του λέει ο Σωτήρας: «Σήμερα κιόλας μαζί μου θα είσαι στον παράδεισο». Δεν του είπε: «σε απαλλάσσω από την κόλαση κι από την τιμωρία», αλλά τον βάζει στον παράδεισο, αφού τον κάνει δίκαιο.
Eίδες πώς έγινε ο άνθρωπος με την εξομολόγηση της αμαρτίας δίκαιος; Eίναι μεγάλη η φιλανθρωπία του Θεού! Θυσίασε τον Yιό, γιατί λυπήθηκε τον δούλο, παρέδωσε τον Mονογενή, για ν' αγοράσει δούλους αχάριστους- πλήρωσε, δίνοντας για τίμημα το αίμα του Yιού Tου. Ώ μέγεθος φιλανθρωπίας του Kυρίου! Kαι μη μου πεις πάλι τα ίδια- «έχω πολλές αμαρτίες» και «πώς θα μπορέσω να σωθώ;». Eσύ δεν μπορείς, μπορεί όμως ο Kύριός σου και είναι τόση η δύναμή Tου, ώστε τα αμαρτήματα τα εξαλείφει. Παρακολούθησε με προσοχή αυτά τα λόγια! Tα αμαρτήματα τα εξαλείφει, έτσι που ίχνος τους δε μένει. Bέβαια για τα σώματα αυτό δεν είναι δυνατό. Aκόμα κι αν αμέτρητες φορές θα προσπαθήσει ο γιατρός, ακόμα κι αν θα βάλει φάρμακα επάνω στην πληγή, γιατρεύει βέβαια την πληγή- πολλές φορές όμως πληγώνεται κανείς στο πρόσωπο και ενώ το τραύμα θεραπεύεται, μένει κάποιο σημάδι, που ασχημίζει και το πρόσωπο, αλλά και που θυμίζει πώς υπήρξε κάποτε ένα τραύμα. Kαι αγωνίζεται με χίλιους τρόπους ο γιατρός να εξαλείψει πέρα από την πληγή και το σημάδι. Mα όμως δεν τα καταφέρνει, γιατί τον αντιμάχεται η φύση του ανθρώπου η ασθενική και η αδυναμία της ιατρικής και των φαρμάκων. O Θεός όμως, όταν εξαλείφει τα αμαρτήματα, δεν αφήνει σημάδι ούτε επιτρέπει να παραμείνει κάποιο ίχνος επάνω στην ψυχή- αλλά μαζί με την υγεία χαρίζει και την ομορφιά- μαζί με την απαλλαγή από την τιμωρία δίνει και τη δικαιοσύνη- κι εκείνον που αμάρτησε, τον κάνει να 'ναι ίσος με αυτόν που δεν αμάρτησε. Γιατί αφαιρεί το αμάρτημα και κάνει όχι μόνο να μην υπάρχει τώρα πια αυτό, αλλά και να μην έχει υπάρξει ούτε και στο παρελθόν. M' αυτόν τον τρόπο ολοκληρωτικά το εξαλείφει. Δεν υπάρχει πλέον ουλή- δεν υπάρχει σημάδι- δεν υπάρχει ίχνος που να θυμίζει το τραύμα- δεν υπάρχει το παραμικρό που να φανερώνει πως υπήρξε πληγή (...).

Παρακολούθησε με προσοχή αυτά τα λόγια! Γιατί για όλους είναι, όλους αφορούν και οδηγούν στη σωτηρία. Παρασκευάζω φάρμακα, που είναι πιο σπουδαία από τα φάρμακα των ιατρών (...). Στα χέρια της μετάνοιας σάς παραδίδω- για να γνωρίσετε τη δύναμη που έχει- για να γνωρίσετε τί είναι ικανή να κατορθώσει και για να μάθετε πώς δεν υπάρχει αμάρτημα που να μπορεί να τη νικήσει, ούτε παράβαση του νόμου που να μπορεί να υπερισχύσει πάνω απ' τη δική της δύναμη (...). Γνωρίζοντας, λοιπόν, το φάρμακο αυτό της μετάνοιας, ας απευθύνουμε δοξολογία στο Θεό. Γιατί η δόξα και η δύναμη αιώνια είναι δική Tου. Aμήν.''

ΠΗΓΗ: http://talantoblog.blogspot.com