"᾿Εγώ εἰμί τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος" (᾿Αποκ. κβ΄, 13)

Κείμενα γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα στή διαχρονική της μορφή, ἄρθρα ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί διδαχῆς, ἄρθρα γιά τήν ῾Ελλάδα μας πού μᾶς πληγώνει...


Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010

᾿Ερωτικὰ πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν-Γέροντος ᾿Ιωσήφ τοῦ ῾Ησυχαστοῦ


"δὲν ὑποφέρω, δὲν βαστῶ στιγμὴ τὸν χωρισμό σου,
διότι καταφλέγομαι ἀπὸ τοὺς ἐρωτός σου"





Γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, βάλσαμον τῆς ψυχῆς μου, ἀγάπη τῆς καρδίας μου, ἀέρας τῆς πνοῆς μου.

Φῶς νοητόν, γλυκύτατον, ὁ ἔρως, ἡ ἰσχύς μου,
ἀγάπη πολυθαύμαστος, ὁ πόθος τῆς ζωῆς μου.


Ἡ πίστις μου καὶ ἡ ἐλπίς, ἀγάπη μου γλυκεία,

Σωτήρα ποθεινότατε, γλυκειά παρηγορία
ἐλθέ, φῶς τῶν ὀμμάτων μου, γλυκειά μου θυμηδία


καὶ φώτισον τὰ σπλάγχνα μου, τὸν νοῦν καὶ τὴν καρδίαν

καὶ πάρασχε στό σῶμά μου ἀπάθειαν τελείαν,
δαύγασον ἐν τῷ νοΐ τὸν θεῖον φωτισμόν σου,
τὴν λαμπροτάτην κίνησιν τῶν θείων γνώσεών σου


δός μου , ἀγάπη μου γλυκειά, αὐτά πού σοῦ ζητάω,

τοὺς πόδας σου ν᾿ ἀσπάζομαι καὶ νὰ γλυκοφιλάω.


Ζητῶ, γλυκεία μου πνοὴ ,αἰτῶ ὅ ὑπεσχέθης

καὶ κρούω μὲ κατάνυξιν κι ἐπιθυμῶ να ἔλθῃς


καὶ σὺν Πατρὶ καὶ Πνεύματι μέσα μου νὰ εἰσέλθῃς

μονὴν ἁγίαν ποίησον, νὰ λειτουργῇς ὡς θέλῃς
καὶ ὡς εὐαρεστῆσαι σύ, Πατήρ, Υἱὸς καὶ Πνεῦμα·
ἀξίωσον νὰ σὲ ὑμνῶ ἀπαύστως νύκτα, μέρα
καὶ μὴν χωρίζεις ἀπ᾿ ἐμοῦ, μὴ μ᾿ ἀποδοκιμάσεις,
ἀφοῦ δες, πὼς εἶμαι ἀσθενής, μὴ θὲς νὰ μὲ πειράζῃς·
ἀφοῦ ᾿δες, πώς εἶμαι ἀσθενὴς, μὴ θὲς νὰ μὲ πειράζεις·
δὲν ὑποφέρω, δὲν βαστῶ στιγμὴ τὸν χωρισμό σου,
διότι καταφλέγομαι ἀπὸ τοὺς ἐρωτός σου.


Φλεγόμενος σ’ ἀναζητῶ στοὺς οὐρανοὺς νὰ σ᾿ εὕρῳ

Κι᾿ ἀφοῦ σκιρτᾶς κατανοῶ πώς μέσα μου σὲ ἔχω.
Τὸ σκίρτημά σου φλέγει με, πλέον δὲν ὑποφέρω,
Νὰ βρίσκωμαι ἐδῶ στὴ γῆ, σῶμα βαρὺ νὰ φέρω.


Πολλάκις πταίω, σὲ λυπῶ καὶ σὲ παραπικραίνω,

πλὴν πάλιν σὺ μὲ ἀγαπᾶς, δὲν στέκεις πικραμένος.
Πόσον γλυκύς, γλυκύτατος, εἶσαι ἀγαθὲ Χριστέ μου,
ἀλλ᾿ ἂν μ᾿ ἀφήνῃς, σύντομα σ’ ἀλησμονῶ Θεέ μου.


Ἂν μ᾿ ἀγαπᾶς, σ᾿ ἀγαπῶ, κι ἂν μὲ βαστάζῃς στέκω·

ἂν δὲ μικρὸν ἀπέρχεσαι, εὐθὺς ὡς χόρτον πέφτω.
Ὁ ἔρωᾶς μου εἶσαι σύ, ἡ φλόγα τῆς ἀγάπης,
ὁ ζῆλος καὶ ἡ ὄρεξις κι᾿ ἡ προθυμία αὔθις


καὶ πάλιν ὅλα ἵστανται, ἐὰν μένῃς μαζί μου·

εἴ δέ μικρὸν ἀναχωρεῖς, σκοτίζεται ἡ ψυχή μου.
Μέσα μου σὲ κατανοὼ καὶ ἔξωθεν σὲ βλέπω,
σὲ θεωρίαν ἕλκεις με, θαυμάζω τοῦτο βλέπων.



Ὅπου νὰ ἰδῶ, παντοῦ Χριστός, πᾶσα τὴν γῆν πληρώνῃς
εἰς εἰς ἔκπληξιν ἀνάγεις με, τάς φρένας μου ἀλλοιώνεις.
Στὴν Λειτουργία ἔρχομαι, διὰ νὰ σὲ κοινωνήσω
καὶ στὴν καλύβη στρέφομαι, πάλιν ἐκεῖ σὲ βρίσκω.


Μελίζεσαι, μερίζεσαι, ἐσθίεσαι ἀπ᾿ ὅλους
τοὺς εὐσεβεῖς χριστιανοὺς καὶ πάλιν μένεις σῶος.
Μετὰ Πατρὸς εὑρίσκεσαι, μες᾿ τοὺς ἁγίους εἶσαι,
Στὸν κόσμον ὅλον εὐρίσκεσαι, ποσῶς δὲν περικλεῖσαι.


Στὶς ἐκκλησίες θύεσαι, μέσα μου σῶος εἶσαι
καὶ τόπος δὲν εὑρίσκεται, ὅπου σὺ νὰ μὴν εἶσαι.
Μονάχα στους ἀγαπητούς, μόνον στοὺς σὲ εἰδότες
δεικνύεις τὴν ἀγάπη σου, δυνάμεις σου τάς τόσας·



θαυμάζομαι, ἐξίσταμαι, ἐκπλήττομαι καὶ φρίττω,
πῶς ὅλα ταῦτα γίνονται δὲν ἠμπορῶ νὰ εἴπω.
Κι᾿ ἀφοῦ στὸ βάθος χάνομαι τῶν θείων νοημάτων,
στρέφω καὶ πάλιν ὄπισθεν καὶ τὴν ἀγάπη πιάνω



καὶ φθέγγομαί πώς σ᾿ ἀγαπῶ, γλυκύτατε Χριστέ μου,
Ἰησοῦ μου καὶ Σωτήρα μου, Πανάγιε Θεέ μου.
Μὴ παύσῃς νὰ διδάσκῃς με, μὴ παύσεις νὰ φωτίζῃς,
Στο θέλημά σου ὁδήγησε, ἐσὺ καθὼς γνωρίζεις


καὶ πλουτίζε μὲ συνεχῶς στὴν ἰδικήν σου ἀγάπην
καὶ βάσταζε νὰ βρίσκωμαι διὰ παντὸς μὲ ταύτην.
Καὶ πέπεισμαί πώς ἀληθῶς αὐτὴ θὰ μ᾿ ὁδηγήσῃ
καὶ μέσα στὰς ἀγκάλας σου θὰ φέρῃ νὰ μὲ ῥίψῃ·


νὰ χαίρω νὰ εὐφραίνομαι μὲ σένα τὸν Χριστόν μου,
τὸν Κύριόν μου καὶ Θεόν, εἰς αἰῶνας αἰώνων.
Ἀμὴν
ἀπό τό Βιβλίο "Γέροντος ᾿Ιωσήφ Βατοπαιδινοῦ: ΘΕΙΕΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ-ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ (σελ. 247-449.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου