Ἀσφαλῶς ἡ Σμύρνη εἶχε γνωρίσει μεγάλες περιόδους εἰρήνης καί ἀκμῆς, ἀρχόντισσα ἀληθινή καί κοσμούπολις· ἡ ἄνθηση ἦταν πνευματική, οἰκονομική, κοινωνική, θρησκευτική, καλλιτεχνική, ἐπιστημονική, ἀκόμα καί ἀθλητική, ἀφοῦ ἀθλητικά σωματεῖα ὅπως ὁ «Ἀπόλλων» καί κυρίως ὁ «Πανιώνιος» ἱδρύθηκαν πρίν καν ἱδρυθοῦν ἀντίστοιχα στήν Ἑλλάδα, ἐνῶ ἀναγέρθηκαν στάδια μεγαλοπρεπέστατα ὄχι μόνον, ὅπως ἐκεῖνο τοῦ λόφου τῆς Σμύρνης ἀλλά καί στίς Σάρδεις, τή Μαγνησία γιά νά μή θυμίσω τό στάδιο τῆς Λαοδικείας χωρητικότητας 100 χιλιάδων θεατῶν! Ἡ Σμύρνη, πρός τούτοις, δοκίμασε ὑπέροχες ἐπίσης στιγμές μεγαλείου, δόξας καί πατριωτικῆς μέθης. Δύο μόνο δείγματα:
25 Ἰουλίου 1833 φθάνει στή Σμύρνη ἐπί τοῦ ἀγγλικοῦ πλοίου «Μαδαγασκάρη» ὁ νεαρός Βασιλεύς Ὄθων ἐκκλησιάζεται στήν Ἁγία Φωτεινή καί ὕστερα ἐπισκέπτεται τήν «Εὐαγγελική Σχολή» -τά πλήθη παραληροῦν ἀπό ἀκράτητον ἐνθουσιασμό καί συγκίνηση, ἀκόμη καί ὁ φλεγματικός Ἄγγλος πλοίαρχος δακρύζει, οἱ ἐλπίδες τοῦ Ἔθνους ἀναπτερώνονται καί πυρακτώνονται...
1η Μαΐου 1919 μετά τή Συνθήκη τῶν Σεβρῶν τό «Σφενδόνη» ἀποβιβάζει τούς πρώτους πεζοναῦτες. Ὑποστέλλουν τήν ἡμισέληνο καί ὑψώνουν τήν Γαλανόλευκο. Ὁ Μητροπολίτης Χρυσόστομος κλαίων ἀπό χαράν λέγει πρός τούς δημογέροντας:
«Αἵ μεγάλαι τοῦ Γένους ἐλπίδες, ὁ ἀκοίμητος καί σφοδρός, ὁ καίων καί φλογίζων τά σπλάχνα μᾶς πόθος πρός ἕνωσιν μετά τῆς μητρός Ἑλλάδος γίνεται πραγματικότης καί ἀποτελοῦμεν ἤδη τμῆμα τῆς ἡνωμένης, τῆς ἐνδόξου, τῆς ἀθανάτου μεγάλης Πατρίδος μας». Ἡ Σμύρνη ἐλευθερώνεται ὕστερα ἀπό 517 ἔτη δουλείας ἀπό τόν καιρό τοῦ Ταμερλάνου! Ὅταν τήν ἑπομένη ἡμέρα, 2 Μαΐου 1919, τά πολεμικά μας θά ἀποβιβάσουν τούς στρατιῶτες καί ὁ Δεσπότης θά γονατίσει μέ δάκρυα στά μάτια, γιά νά εὐλογήσει καί νά φιλήσει τή σημαία τοῦ Συντάγματος, ἐνῶ τά πλήθη γονατισμένα ψάλλουν τό «Τή Ὑπερμάχω Στρατηγῶ τά νικητήρια...», οἱ πέτρες ραγίζουν καί ὁ Σμυρνιός ποιητής Μιχαήλ Ἀργυροπουλος ἀγάλλεται:
«Κι ἄς ἔλθει ἡ ὀμορφότερη κεράστα
ἡ ἁγνή παρθένα
ποῦ τή λένε Ἐλευθεριά
νά μᾶς κεράσει τό παλιό ποτό τοῦ Εἰκοσιένα
πούχει μπαρούτινη εὐωδιά»!
Κι ὁ μέγας ἐθνικός μας ποιητής ὁ Κ. Παλαμᾶς ἀνακρούει τό δικό του παιάνα ἀπό τήν Ἀθήνα τήν αἰώνια πόλη τῆς Παλλάδος:
«Χτυπῆστε Ὁμήρων ἰωνικές οἱ λύρες
Σμύρνη ξανά, γεννήτριες εἴν’ οἱ μοῖρες»!
Ἀλλά τό ὄμορφο ἐθνικό ὄνειρο ἀπό δικά μας λάθη καί πάθη, θανατηφόρα σύνεργα στά χέρια τῶν δῆθεν συμμάχων μας, κράτησε τρία χρόνια καί τρεῖς μῆνες, ὅσον καί ἡ λάμψη τῆς λόγχης τοῦ στρατοῦ μας στά πολυνεκρά μέτωπα τῶν μαχῶν. Καί ἔπειτα; Ἔπειτα τόν Αὔγουστο τοῦ 1922 ἦρθε ἐπάνω στά φτερά μίας μαινόμενης καταιγίδας ἡ ὀλέθρια συμφορά:
Τό μέτωπο ἔπεσε!
Τό φρικῶδες ἄγγελμα διαδίδεται ὡς ἀστραπή· οἱ καμπάνες χτυποῦν σπαραχτικά, τό Γένος μᾶς ἀνεβαίνει τό Γολγοθά του· οἱ λεηλασίες καί οἱ σφαγές ἀρχίζουν· ὁ Μητροπολίτης Χρυσόστομος ἀρνούμενος νά ἀποχωρισθεῖ τοῦ ποιμνίου του κεραυνώνεται πρῶτος καί δέν θέλει νά ἐπιζήσει τῆς καταστροφῆς: ἀπορρίπτει τήν πρόταση τοῦ Γάλλου προξένου Γκραγιέ νά μεταφερθεῖ ἀσφαλής στό γαλλικό Προξενεῖο. Ἀπάγεται ἀπό Τούρκους στρατιῶτες καί προσάγεται πρό τοῦ αἱμοβόρου στρατηγοῦ Νουρεντίν Πασᾶ. «Ὁ Δεσπότης -γράφει στό βιβλίο του “Ἡ μάστιγα τῆς Ἀσίας” ὁ παρών στά γεγονότα πρόξενος τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν Τζώρτζ Χόρτον- ἦταν κάτωχρος, ἡ σκιά τοῦ ἐγγίζοντος θανάτου ἠπλοῦτο ἐπί τοῦ προσώπου του. Ὀλίγου ἐξ ὅσων ἀναγνώσουν τάς γραμμᾶς αὐτᾶς, θά ἐννοήσουν τήν σημασία τοῦ φαινομένου τούτου... Δέ μοῦ ὡμίλησε περί τοῦ κινδύνου, τόν ὁποῖον ὁ ἴδιος διέτρεχεν, ἀλλά μέ παρακάλεσε νά πράξω πᾶν τό δυνατό πρός σωτηρίαν τῶν κατοίκων τῆς Σμύρνης». «Ὁ Χρυσόστομος -γράφει ὁ Ρενέ Πυῶ στό βιβλίο τοῦ “Ὁ θάνατος τῆς Σμύρνης”- παραδόθηκε ἀπό τόν Νουρεντίν στόν μανιασμένο ὄχλο. Τότε τοῦ φόρεσαν ἄσπρη μπλούζα, τοῦ ξερίζωσαν τά γένια, τόν μαχαίρωσαν, διαμέλισαν καί ἔσυραν τό σῶμα τοῦ μέχρι τήν τουρκική συνοικία καί τόν πέταξαν στά σκυλιά». Οὔτε μία στιγμή ὁ Δεσπότης δέν ἀπώλεσε τήν καρτερικότητά του ἀλλά κατά τή διάρκεια τῶν βασανιστηρίων τοῦ ψιθύριζε: «Κύριε, Κύριε ἐλέησόν με»! Ἕως ὅτου ἡ κτηνώδης βαρβαρότης διεμέρισε τά μέλη του. Τό ἔθνος μέ τό στόμα τοῦ Ποιητῆ Παλαμᾶ γονατίζει μπροστά στήν ἀπίστευτη τραγωδία:
«...καί τῶν Ἑλλήνων οἱ χοροί καί τῶν πιστῶν τά πλήθη
Σοῦ προσκυνοῦνε, ἄμωμε, τή θεία δοκιμασία
καί τό μεταλαβαίνουμε τό αἷμα πού ἐχύθη»!
Ἀλλά τό αἷμα τοῦ Ἐθνομάρτυρα Δεσπότη Χρυσοστόμου Σμύρνης εἰσάγει στήν τελευταία πράξη τοῦ Δράματος καί κορυφώνει αὐτή τήν τραγωδία καί τήν ὑψώνει σέ σφαῖρες βαρβαρότητας τουρκικῆς ἀπό τίς σπάνιες στήν παγκόσμια ἱστορία τῶν λεηλασιῶν, τῶν ἁρπαγῶν, τῶν βιασμῶν, τῶν σφαγῶν, τῆς φρίκης καί τοῦ τρόμου, τῶν δολοφονιῶν καί τοῦ ἐμπρησμοῦ. Στίς 31 Αὐγούστου (π. ἤμ.) τό ἀπομεσήμερο τῆς Τετάρτης παραδίδεται στίς φλόγες ἡ Ἀρμένικη συνοικία· ἡ πυρκαγιά ἁπλώνεται καί παίρνει τεράστιες διαστάσεις. Ἡ Σμύρνη ἡ Μάννα καίγεται. Ἀλλόφρονες οἱ Ἕλληνες ἐγκαταλείπουν τά σπίτια τούς καθώς οἱ πύρινες γλῶσσες γίνονται οὐρανομήκεις. Κόλαση Δαντική: «Ἀπό τή Σμύρνη ἔφτασε στό Κορδελιό ἡ ἀνταύγεια τῆς φωτειᾶς πού ἀντανακλοῦσε τίς προσόψεις τῶν κτιρίων καί κοκκίνιζαν σάν τό αἷμα πού ἐχύνετο στή Σμύρνη... ὁ καιρός ἦταν συννεφιά... κοκκίνιζε ὁ οὐρανός, νόμιζες ὅτι ἔφτασε ἡ Δευτέρα Παρουσία καί ὅτι θά πάρουν φωτιά οἱ οὐρανοί. Τό θέαμα -γράφει ὁ αὐτόπτης Κ. Πολίτης- ἦταν τρομακτικό, ἀκούγαμε τό μουγκρητό τῆς φωτιᾶς, τίς φωνές ἑκατοντάδων χιλιάδων γυναικοπαίδων πού ζητοῦσαν βοήθεια...». Παιδιά σκούζουν, ζητᾶνε τή μάνα τους. Ὁρμάει ὁ κόσμος... οἱ Τοῦρκοι πυροβολοῦν... οἱ ἄνθρωποι οὐρλιάζουν, τραυματίζονται ἤ πέφτουν νεκροί...», σημειώνει στά “Τετράδιά” της ἡ Ἀντζέλ Κουρτιᾶν, πού ἐπέζησε τοῦ χαλασμοῦ.
Ἀκοῦστε, τώρα τί λένε οἱ ἴδιοι οἱ σφαγεῖς:
Διαταγή τοῦ Ἀρχηγοῦ Χωροφυλακῆς τοῦ Ἀϊδινίου Μεχμέρ Χρήφ: ...ἡ πατρίς ἐπιβάλλει τήν ὑποχρέωσιν ὅπως ἕκαστος ὁπλίτης ἐκπληρώσει ἀμέσως τό καθῆκον τοῦ τῆς γενικῆς σφαγῆς, ὅπερ τοῦ ἔχει ἀνατεθῆ. Ἕκαστος ὑποχρεοῦται νά φονεύσει τέσσαρες - πέντε Ἕλληνες. Ἕκαστος ὁπλίτης ὑποχρεοῦται νά ἐκτελέσει τοῦτο. Ὁ Κεντρικός Σταθμάρχης Χωροφυλακῆς (ὑπογραφή - σφραγίδα).
Ἀκοῦστε τώρα, καί τή φωνή ἑνός ἀπό τά σφάγια:
«Ὀνομάζομαι Σοφία Νικολάου. Εἶμαι ἀπό τό Ἰβρινδί τῆς Μ. Ἀσίας. Εἴχαμε καταφύγει μέ τόν ἄνδρα μου καί τό γυιό μας Μανωλάκη στό μύλο τοῦ Γκιοῦν Γκιορκές... Οἱ Τοῦρκοι ὅρμησαν ἐπάνω μας... Μπροστά στά μάτια τοῦ ἄνδρα μου καί τοῦ παιδιοῦ μου μέ ἀτίμασαν πολλές φορές. Ὕστερα ἔσφαξαν τό παιδί μου καί κομματίασαν τόν ἄνδρα μου. Τοῦ ἔβγαλαν τά ἐντόσθια καί μοῦ ἔδιναν νά φάω τό κρέας του... Ἄν ὄχι, θά ἔσφαζαν κι ἐμένα. Ἐκείνη τήν ὥρα ἀκούστηκαν πυροβολισμοί. Ἦταν ὁ ἑλληνικός στρατός. Ἔτσι σώθηκα».
Ἐγκληματική λαγνεία, αἱμοσταγής βαρβαρότης, θηριωδία κτηνώδης ἀνάγκασαν κοπάδια νά φονεύονται μέ τόν ὑποκόπανο ἤ τήν ξιφολόγχη στή μέση του δρόμου, παιδιά νά κλαῖνε καί νά σφάζονται ὡς ἐρίφια καί γυναῖκες νά ἀτιμάζονται. Ἡ παραλία τῆς Σμύρνης, ἡ θάλασσά της, ἡ γεμάτη ἀνθρώπους πού ζητοῦσαν νά φθάσουν στά πλοῖα τῶν Εὐρωπαίων πού ἀμέριμνα παρακολουθοῦσαν τή σφαγή ἐμποδίζοντας τήν ἐπιβίβαση, ἀποτελοῦν τό πιό μαῦρο σκηνικό στήν Ἱστορία τοῦ Ἀνθρωπισμοῦ καί τῆς Εὐρώπης, τῆς ἀνάλγητης, τῆς ἀδιάφορης καί ἀδάκρυτης μπροστά σέ ἐκεῖνο τό χαλασμό, τή γενοκτονία τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Σέ μία σύσκεψη τοῦ Reichstag I Hitler ἀνακοίνωσε τήν «Endelosung» «τελική λύση» τό ὁλοκαύτωμα 6.000.000 Ἑβραίων. Τή μόνη φωνή ἀντιρρήσεως τοῦ Goebels: «Καί τί θά πεῖ ἡ παγκόσμια κοινή γνώμη;» ὁ Hitler τήν διέκοψε μέ σαρκαστικό κυνισμό: «Ποιός θυμᾶται σήμερα τήν γενοκτονία τῶν Ἀρμενίων καί τῶν Χριστιανῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας;». Ἀλλά ἐπιτέλους στήν Νυρεμβέργη οἱ ἠθικοί αὐτουργοί τοῦ ὁλοκαυτώματος κάθισαν στά εἰδώλια κι ὕστερα στή φυλακή ἤ ὁ Βίλλυ Μπράντ γονάτισε εὐλαβικά στούς τάφους τῶν Ἑβραίων σέ μία τραγικά μεγαλειώδη σκηνή γιά λογαριασμό τῶν Γερμανῶν γιά νά ἀπαλλάξει ἀπό τή βαθειά εὐθύνη τό γερμανικό ἔθνος. Ἐδῶ, ὅμως, οἱ θύτες προσποιοῦνται τά θύματα καί οἱ ἠθικοί αὐτουργοί μεταβάλλονται σέ κατήγορους· καί ἡ Εὐρώπη; Τόν ἐνίσχυσε τόν Κεμάλ πίσω ἀπό τήν πλάτη μας! Σήμερα ποιούς ἐνισχύει στήν γειτονιά μας! Τί σκληρή πού εἶναι ἡ κραυγή τῆς Σμύρνης! Εἶναι τουλάχιστον καί ἀφυπνιστική; Ἀμφιβάλλω!
Ἀπροσμέτρητη ἡ συμφορά καί ἀνυπολόγιστη! Ἕνα μικρό δεῖγμα σέ ἐπίπεδο λειτουργῶν τοῦ Ὑψίστου: Ἀπό τούς 450 ἱερεῖς τῆς ἐπαρχίας Σμύρνης, οἱ 347 βρῆκαν τόν θάνατο. Ἀπό τούς Ἱεράρχες ἐκτός ἀπό τόν Χρυσόστομο, ἐμαρτύρησαν ὁ Μοσχονησίων Ἀμβρόσιος πού τόν ἔθαψαν ζωντανό, ὁ Γρηγόριος Κυδωνιῶν πού τόν ἔσφαξαν, ὁ ἀρχιερατικός ἐπίτροπος Ἀρχιτζικάκης πού τόν σούβλισαν, ὁ διάκονος Γρηγόριος τῆς Ἁγίας Ἄννης στό Κορδελιό πού τόν ἔκαψαν ζωντανό, ὁ ἱερέας Μελέτιος τοῦ ναοῦ τῆς Εὐαγγελιστρίας πού τόν κάρφωσαν σέ πεῦκο: «Ὤ τῆς ζημίας» θρηνεῖ ὁ αὐτόπτης τῆς Ἁλώσεως τῆς Πόλεως Δούκας, ὁ ἱστορικός, τό 1453! «Ἔθεντο, Κύριε, τά θνησιμαία τῶν δούλων Σου βρώματα, τάς σάρκας τῶν ὁσίων Σου τοῖς θηρίοις τῆς γής»! Ὁ ἱερός κλῆρος, ἔνθεος μυσταγωγός τῆς ἐθνικῆς ψυχῆς καί ζωῆς καί ἀκούραστος διάκονος τῶν μεγάλων ἰδεῶν καί παραδόσεων τῆς φυλῆς μας, ἐπί τοῦ θυσιαστηρίου!
«Ὤ! ψές τῶν κρίνων ἐθνικῶν ὁλοανθα στεφάνια ξερά σκορποῦνε στό σταυρό μπροστά του μαρτυρίου...», κλαίει ὁ Παλαμᾶς! Ὁ Ἑλληνισμός ὅλος ἐπί τοῦ θυσιαστηρίου! Ἡ ὄμορφη νύμφη τῆς Σμύρνης πού, μητέρα τοῦ ἀνθρωπισμοῦ, εἶχε: «λόγο γλυκό στόν ἄρρωστο, στό δύστυχο συμπόνοια», καταστράφηκε ὅπως π.χ. ἡ Καρχηδόνα. Μόνο πού τότε δέν ὑπῆρχαν τά ἀγκυροβολημένα χριστιανικά καράβια γιά νά θεῶνται ἀδιάφορα ὡς ἄλλοι Νέρωνες τό πῦρ καί τή γενοκτονία! Ἡ ἱστορική μοίρα, πιό ἰσχυρή ἀπό τήν ἀνθρώπινη βούληση καί τήν ὀργανωμένη συνωμοσία, οὐδέποτε ἀδρανεῖ. Κάπου ἀλλοῦ κλώθει τά πεπρωμένα. Τό ἀπροσδόκητο μέσα στήν πορεία τῆς ἱστορίας πολλές φορές ἀνέκοψε τή βαρβαρική λαίλαπα, ἔσωσε τόν πολιτισμό καί πυράκτωσε τήν ἐλπίδα τοῦ γυρισμοῦ. Ὁ λαϊκός τραγουδιστῆς τό γνωρίζει: «Ποιός ξέρει τί καιροί θά ’ρθουν, τί χρόνια θά γυρίσουν, νά πᾶμε νά τά πάρουμε γιά νά πολυχαροῦμε»! Ἄλλωστε καί τό «καράβι τῆς ἐλπίδας» τοῦ Γεωργίου Ἀθάνα πού ἀρμενίζει στά πέλαγα τοῦ μέλλοντος, δέν καταποντίστηκε, καθώς εἶναι φορτωμένο μέ τήν πολύτιμη ἐλπίδα τοῦ ξεναγυρισμοῦ, μόλις τό ἔθνος τό καλέσει:
«Ἔλα χρυσό καράβι, ἔλα ξεφόρτωσε!
Δῶς μας τό θησαυρό σου κι ἄνοιξε τά πανιά ὁλόϊσα γιά Σμύρνη καί γιά τά Μουντανιά»!
Στήν ἐλπίδα ἡ τέφρα, στήν τέφρα τό πῦρ πού καταλάμπει τήν ἐθνική μνήμη καί διατηρεῖ χλωρή τή ρίζα τῆς φυλῆς. Ὅπου ὑπάρχουν σταυροί καί τάφοι, ἐκεῖ καί Ἀνάσταση. «Οὐκ ἑάλω ἡ ρίζα. Οὐκ ἑάλω τό Φῶς! Οὐκ ἑάλω ἡ βασιλεύουσα ψυχή τῶν Ἑλλήνων»! (Ἀπό τό βιβλίον «ΔΡΟΜΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ»)
Πηγή:http://www.imkifissias.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου