ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ
ΠΕΡΙ ΤΩΝ «ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΩΝ»
ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ
ΣΤΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟΝ ΤΗΣ ΑΙΘΕΡΙΑΣ
Πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν (30.04.2010) ὑπὸ τοῦ ἠλεκτρονικοῦ πρακτορείου ἐκκλησιαστικῶν εἰδήσεων romfea.gr ἐδημοσιεύθη ἄρθρον ὑποστηρίζον τὴν «μετάφραση» τῶν λειτουργικῶν κειμένων καὶ εἰδικότερον ὅτι διὰ τὴν ἐφαρμογήν της δὲν ἀπαιτεῖται συνοδικὴ ἔγκρισις. Ἡ γνώμη δὲ αὐτὴ ἐστηρίχθη μεταξὺ ἄλλων ἐπὶ ἱστορικῶν στοιχείων ἀντληθέντων ἀπὸ τοῦ Ὁδοιπορικοῦ τῆς Αἰθερίας, εἰς τὴν ἐλληνικὴν ἔκδοσιν τοῦ ὁποίου παραπέμπεται ὁ ἀναγνώστης (Ὁδοιπορικόν τῶν Ἁγίων Τόπων καί Σινᾶ, ἐκδ. «Τῆνος», 1989, σ. 105)
Ἐπὶ τῆς συγκεκριμένης ὅμως παραπομπῆς ἀπαιτοῦνται ὁρισμένες διευκρινίσεις πρὸς σχηματισμὸν πληρεστέρας ἀντιλήψεως τῶν πραγματικῶν διαστάσεων τοῦ ὅλου θέματος καὶ ἀποφυγὴν παρανοήσεων (Οἱ παραπομπὲς ἀναφέρονται εἰς τὴν β´ ἔκδοσιν τοῦ Ὁδοιπορικοῦ, μετ᾽ Εἰσαγωγῆς καὶ Σχολίων ὑπὸ τοῦ ὑπογραφομένου):
Ἡ μοναχὴ Αἰθερία, εἰς τὸ μζ΄ (47) κεφάλαιον τοῦ Ὁδοιπορικοῦ της (Δ΄ αἰών), ἀναφέρεται εἰς τὴν κατήχησιν τῶν νεοφωτίστων[1]. Ἐκεῖ λοιπὸν γράφει ὅτι:
1) Εἰς τὴν περίπτωσιν αὐτήν, ὅπως καὶ δι’ ὅλες τὶς ἱερὲς τελετές, τόσον εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα ὅσον καὶ εἰς ὅλον τὸν ἄλλον χριστιανικὸν κόσμον, ἐτηρεῖτο αὐστηρῶς ἕνα συγκεκριμένον καὶ ἀπολύτως προσδιωρισμένον λειτουργικὸν Τυπικόν, εἰς τὸ ὁποῖον ἦσαν ὑποχρεωμένοι νὰ ὑπακούουν ἅπαντες μηδὲ τοῦ ἐπισκόπου ἑξαιρουμένου[2].
2) Ἡ σύναξις πρὸς κατήχησιν τῶν νεοφωτίστων ἐλάμβανε χώραν εἰς τὸν ναὸν τῆς Ἀναστάσεως τῶν Ἱεροσολύμων, καὶ κατ’ αὐτὴν προΐστατο ὁ ἐπίσκοπος, (ἐν προκειμένῳ ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων[3]), ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἐκλείοντο οἱ θύρες τοῦ ναοῦ, διὰ νὰ ἀποκλεισθῇ κάθε περίπτωσις εἰσόδου ἀβαπτίστων, ἄρχιζε τὴν κατήχησιν τῶν νεοφωτίστων δεχόμενος παραλλήλως ἐρωτήσεις ὑπ’ αὐτῶν περὶ τῆς πίστεως, καὶ ἀπαντῶν εἰς αὐτές. Κατὰ τὴν σύναξιν αὐτήν, ἡ ὁποία ἐπαναλαμβάνετο καθ’ ὅλες τὶς ἡμέρες τῆς Διακαινησίμου ἑβδομάδος, προεβλέπετο ὑπὸ τοῦ Τυπικοῦ, ἐκτὸς τῶν λόγων τοῦ ἐπισκόπου καὶ ἡ ἀνάγνωσις ἁγιογραφικῶν περικοπῶν[4].
3) Οἱ νεοφώτιστοι, ὅπως καὶ ὅλος ὁ λαὸς τῆς Παλαιστίνης κατ’ ἐκείνην τὴν πρώϊμον χριστιανικὴν περίοδον τῆς ρωμαϊκῆς ἀκόμη ἐποχῆς, ἦσαν δίγλωσσοι· ἄλλοι ἐξ αὐτῶν ἐγνώριζαν μόνον τὴν ἑλληνικὴν καὶ ἄλλοι μόνον τὴν συριακὴν (ἡ ἀραμαϊκὴ εἶναι μία διάλεκτος τῆς συριακῆς γλώσσης).
4) Εἰς τὸν ναὸν τῆς Ἀναστάσεως τῶν Ἱεροσολύμων, κατὰ τὴν ἰσχύουσαν ἤδη κατὰ τὸν Δ΄ αἰῶνα τυπικὴν διάταξιν, ἔπρεπε ὅλα νὰ τελοῦνται εἰς τὴν ἑλληνικὴν γλώσσαν[5].
5) Οἱ ὁμιλοῦντες τὴν συριακὴν γλῶσσαν ἀντιμετώπιζαν ἐξαιρετικῶς μεγάλην δυσκολίαν, προκειμένου νὰ μάθουν τὴν ἑλληνικήν, ὅπως διαβεβαιώνει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων[6].
6) Προκειμένου νὰ ἀποκτήσουν σαφῆ γνῶσιν τῆς πίστεως ὅλοι οἱ νεοφώτιστοι τῆς ἐνορίας (=δικαιοδοσίας) τοῦ ἐπισκόπου τῶν Ἱεροσολύμων, καὶ ἐπειδὴ ἀπεκλείετο ὑπὸ τῆς τυπικῆς διατάξεως νὰ ἐκφωνήσῃ τὸν λόγον του ὁ ἐπίσκοπος εἰς τὴν συριακήν, (καίτοι ἐνδεχομένως ὁ ἐπίσκοπος νὰ εἶχε ὡς μητρικήν του γλῶσσαν τὴν συριακήν, ὡς ὁ περὶ οὗ ὁ λόγος ἅγιος Κύριλλος), ἢ νὰ ἀναγνωσθοῦν τὰ ἁγιογραφικὰ κείμενα εἰς τὴν συριακὴν ἐντὸς τοῦ ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, εἶχε ὁρισθῇ ὑπὸ τῆς αὐτῆς τυπικῆς ἐκκλησιαστικῆς διατάξεως ὁ θεσμὸς τῆς μεταφράσεως.
7) Ἡ μετάφρασις ἐγίνετο ὑπὸ τοῦ πρὸς τοῦτο καθορισθέντος ἱερέως[7].
8) Ἡ μετάφρασις ἐγίνετο μόνον εἰς τὴν συριακήν, δηλαδὴ εἰς τὴν γλῶσσαν τὴν ὁποίαν ὁμιλοῦσε τὸ ἥμισυ περίπου τοῦ τῶν παρευρισκομένων νεοφωτίστων.
9) Ἡ μετάφρασις δὲν ἐγίνετο εἰς τὴν ἀραμαϊκὴν διάλεκτον, τὴν ὁποίαν ὁμιλοῦσαν οἱ κάτοικοι τῆς Παλαιστίνης.
10) Ἡ μετάφρασις δὲν ἐγίνετο εἰς τάς διαφόρους ἑλληνικὰς διαλέκτους.
11) Ὑπῆρχαν καὶ νεοφώτιστοι, οἱ ὁποῖοι ἐγνώριζαν μόνον τὴν λατινικήν. Αὐτοί, κατὰ κανόνα, ἦσαν προσκυνηταὶ ἐκ τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης καὶ ὄχι ἐκ τοῦ μονίμου πληθυσμοῦ τῆς Παλαιστίνης.
12) Διὰ νὰ γνωρίσουν τὴν πίστιν καὶ οἱ λατινίοφωνοι νεοφώτιστοι, ἐπετράπη εἰς κάποιους ἀδελφοὺς καὶ ἀδελφὰς νὰ ἐξηγοῦν - μεταφράζουν εἰς τὴν λατινικήν, κατ’ ἰδίαν ἀσφαλῶς ἐφ’ ὅσον ἀπηγορεύετο αὐστηρῶς νὰ ὁμιλοῦν οἱ γυναῖκες εἰς τὴν ἐκκλησίαν[8].
13) Οὐδεμία μετάφρασις ἀναφέρεται εἰς τὴν περίπτωσιν τῶν ὕμνων, τῶν ἀντιφώνων, τῶν εὐχῶν, τῶν αἰτήσεων καὶ τῶν εὐλογιῶν.
14) Ὁ θεσμὸς τῆς μεταφράσεως, ὑπὸ τοὺς προαναφερθέντες ὅρους, κατὰ τὸ Ὁδοιπορικὸν τῆς Αἰθερίας, ἀναφέρεται μόνον εἰς τὴν περίπτωσιν τῶν συνάξεων τῆς Διακαινησίμου χάριν τῆς κατηχήσεως τῶν νεοφωτίστων.
15) Περὶ ὅλων τῶν ἄλλων μακροσκελῶν καὶ πολυώρων ἱερῶν ἀκολουθιῶν τῶν Ἱεροσολύμων, οὐδεμία περίπτωσις μεταφράσεως ἀναφέρεται ὑπὸ τῆς Αἰθερίας.
Ἀρχιμ. Νικόδημος Μπαρούσης
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Χρυσοποδαριτίσσης Νεζερῶν Πατρῶν
[2] Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, σ. 69, 148, 184, 200, 209, 210 κ.ἀ.
[3] Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, σ. 148.
[4] Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, σ. 223-224.
[5] Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, σ. 224.
[6] Πρβλ. ΒΕΠΕΣ, τ. 39, σ. 223.
[7] Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, σ. 224, καὶ Κυρίλλου Σκυθοπολίτου, Βίος τοῦ ἁγίου Εὐθυμίου, ΕΠΕ, τ. 5, σ. 128.
[8] Πρβλ. ἁγίου Κυρίλλου Ιεροσολυμων, Προκατήχησις, ιδ΄, (ΒΕΠΕΣ, τ. 39, σ. 45-46).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου