Ἕνα θαῦμα τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκου,
ὅπως τὸ διασώζει ὁ βιογράφος του π. Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης
ὅπως τὸ διασώζει ὁ βιογράφος του π. Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης
Φαρασιῶτες ἀπὸ τὴν Δράμα καὶ ἐγκατεστημένοι στὴν Θεσσαλονίκη διηγήθηκαν ὅτι δύο Σέχοι (ἀρχηγοὶ μουσουλμανικῶν φυλῶν καὶ μάγοι) ἀπὸ τὸ Χατζὴ-Πεχτὲς εἶχαν ἐπισκεφθῆ τὸν Πατέρα Ἀρσένιο. Ὁ Πατὴρ τοὺς δέχθηκε καὶ τοὺς ἔφτιαξε καὶ καφέ. Οἱ Σέχοι ὅµως ἄρχισαν τὶς ἀνόητες καὶ ζαλισµένες ἐρωτήσεις, ποὺ ἔφερναν µόνον πονοκέφαλο. Ὁ Πατήρ, γιὰ νὰ τοὺς ξεφορτωθῆ, τοὺς εἶπε:
- Δὲν µπορῶ νὰ σᾶς ἀκούω, γιατί πονάει τὸ κεφάλι µου.
- Δὲν µπορῶ νὰ σᾶς ἀκούω, γιατί πονάει τὸ κεφάλι µου.
Ἐκεῖνοι ὅµως δὲν κατάλαβαν καὶ εἶπε ὁ ἕνας στὸν Πατέρα Ἀρσένιο:
- Πάπας Ἐφέντης, θὰ σοῦ φτιάξουµε ἕνα µοῦσχα (χαϊμαλὶ) καί, ἅµα τὸ φορέσης, σ᾽ ὅλη σου τὴν ζωή, δὲν θὰ σὲ πονέση τὸ κεφάλι σου.
Ὁ Πατὴρ τοὺς ἀπάντησε τότε αὐστηρά:
- Ἔχω µεγαλύτερη δύναµη ἀπὸ τὴν δική σας καὶ µπορῶ νὰ σᾶς κάνω µὲ τὴν δύναµη τοῦ Χριστοῦ νὰ µὴν κουνηθῆτε καθόλου ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ κάθεσθε.
Τοὺς ἄφησε ἀµέσως τότε καὶ πῆγε δίπλα στὸ κελλί του. Ὅταν εἶχαν ἀποτελειώσει τὸν καφέ τους οἱ Σέχοι καὶ θέλησαν νὰ φύγουν, µἐ κανέναν τρόπο δὲν µποροῦσαν νὰ κουνηθοῦν ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ κάθονταν, διότι ἔνιωθαν νὰ εἶναι δεµένοι µἐ ἕνα ἀόρατο δέσιµο. Ἀναγκάσθηκαν τότε νὰ φωνάξουν τὸν Πατέρα Ἀρσένιο, γιὰ νὰ τοὺς λύση. Ὁ Πατὴρ πῆγε ἀµέσως, ἀλλὰ δὲν τοὺς µίλησε· µόνο νόηµα τοὺς ἔκανε νὰ φύγουν, καὶ ἔτσι µπόρεσαν νὰ ξεκοκκαλώσουν ἀπὸ τὸν τόπο τους. Οἱ Σέχοι κατάλαβαν τὸ σφάλµά τους καὶ ζήτησαν συγχώρεση ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τοῦ εἶπαν φεύγοντας:
- Πάπας Ἐφέντης, συγχώρα µας· ἡ δύναµή σου εἶναι μεγάλη, γιατί τὴν παίρνεις ἀπὸ τὴν μεγάλη σου πίστη. Ἐμεῖς μὲ τὸν Σατανᾶ δουλεύουμε.
- Πάπας Ἐφέντης, θὰ σοῦ φτιάξουµε ἕνα µοῦσχα (χαϊμαλὶ) καί, ἅµα τὸ φορέσης, σ᾽ ὅλη σου τὴν ζωή, δὲν θὰ σὲ πονέση τὸ κεφάλι σου.
Ὁ Πατὴρ τοὺς ἀπάντησε τότε αὐστηρά:
- Ἔχω µεγαλύτερη δύναµη ἀπὸ τὴν δική σας καὶ µπορῶ νὰ σᾶς κάνω µὲ τὴν δύναµη τοῦ Χριστοῦ νὰ µὴν κουνηθῆτε καθόλου ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ κάθεσθε.
Τοὺς ἄφησε ἀµέσως τότε καὶ πῆγε δίπλα στὸ κελλί του. Ὅταν εἶχαν ἀποτελειώσει τὸν καφέ τους οἱ Σέχοι καὶ θέλησαν νὰ φύγουν, µἐ κανέναν τρόπο δὲν µποροῦσαν νὰ κουνηθοῦν ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ κάθονταν, διότι ἔνιωθαν νὰ εἶναι δεµένοι µἐ ἕνα ἀόρατο δέσιµο. Ἀναγκάσθηκαν τότε νὰ φωνάξουν τὸν Πατέρα Ἀρσένιο, γιὰ νὰ τοὺς λύση. Ὁ Πατὴρ πῆγε ἀµέσως, ἀλλὰ δὲν τοὺς µίλησε· µόνο νόηµα τοὺς ἔκανε νὰ φύγουν, καὶ ἔτσι µπόρεσαν νὰ ξεκοκκαλώσουν ἀπὸ τὸν τόπο τους. Οἱ Σέχοι κατάλαβαν τὸ σφάλµά τους καὶ ζήτησαν συγχώρεση ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τοῦ εἶπαν φεύγοντας:
- Πάπας Ἐφέντης, συγχώρα µας· ἡ δύναµή σου εἶναι μεγάλη, γιατί τὴν παίρνεις ἀπὸ τὴν μεγάλη σου πίστη. Ἐμεῖς μὲ τὸν Σατανᾶ δουλεύουμε.
Π(αϊσίου) Μοναχοῦ, Ὁ Πατὴρ (Ἅγιος) Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης,
ἔκδ. Ἱ. Ἡσυχαστ. Μοναζουσῶν “Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος”,
Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης, 1975, σελ. 86-87
ἔκδ. Ἱ. Ἡσυχαστ. Μοναζουσῶν “Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος”,
Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης, 1975, σελ. 86-87
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου