Με τη βοήθεια του Ιντερνετ, οι κυκλοφορίες πέφτουν και οι θέσεις εργασίας μειώνονται σε ΗΠΑ - Δυτ. Ευρώπη
The Economist
«Μία καλή εφημερίδα είναι μία χώρα που μιλάει στον εαυτό της», έλεγε αστειευόμενος το 1961 ο Αρθουρ Μίλερ. Μία δεκαετία αργότερα, δύο ρεπόρτερ της «Ουάσιγκτον Ποστ» έγραψαν μία σειρά άρθρων που ανέτρεψαν τον πρόεδρο Νίξον και το κύρος της έντυπης δημοσιογραφίας εκτινάχθηκε στα ύψη. Στην ιδανική περίπτωση, οι εφημερίδες ελέγχουν αποτελεσματικά επιχειρήσεις και κυβερνήσεις. Συνήθως καθορίζουν την ειδησεογραφική ατζέντα για λογαριασμό των υπόλοιπων ΜΜΕ. Ωστόσο, οι μεγάλης κυκλοφορίας διεθνείς εφημερίδες είναι πλέον ένα επαπειλούμενο είδος. Η αποστολή τους, να πωλούν άρθρα σε αναγνώστες και αναγνώστες σε διαφημιστές, που διατήρησε επί μακρόν το ρόλο τους στην κοινωνία, αποσυντίθεται σταδιακά.
Απ’ όλα τα παραδοσιακά ΜΜΕ, οι εφημερίδες είναι αυτές που πλήττονται περισσότερο από το Ιντερνέτ. Η κυκλοφορία τους πέφτει εδώ και δεκαετίες στις ΗΠΑ, τη Δυτική Ευρώπη, τη Λατινική Αμερική, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία. (Στις υπόλοιπες χώρες οι πωλήσεις αυξάνονται.) Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, το Διαδίκτυο επιτάχυνε την πτώση. Στο βιβλίο του «Η υπό εξαφάνιση εφημερίδα» ο Φίλιπ Μάιερ υπολογίζει ότι το πρώτο τέταρτο του 2043 θα είναι η στιγμή, κατά την οποία θα εξαφανιστεί κάθε έντυπο στις ΗΠΑ όταν και ο τελευταίος εξαντλημένος αναγνώστης πετάξει και την τελευταία έκδοση. Αυτού του είδους η εσχατολογία μπορεί να προκαλεί οργή στους μεγαλοεκδότες, αλλά ακόμη και ο κυνικότερος βαρώνος δεν μπορεί να αρνηθεί το γεγονός πως όλο και περισσότεροι νέοι ενημερώνονται στο Ιντερνετ. Οι Βρετανοί ηλικίας 15 έως 24 ετών εκτιμάται ότι περνούν σχεδόν 30% λιγότερο χρόνο διαβάζοντας εθνικές εφημερίδες, μόλις αρχίσουν να χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο.
Φεύγει και η διαφήμιση
Η διαφήμιση ακολουθεί τους αναγνώστες κατά πόδας. Το κυνήγι είναι σχεδόν ξεδιάντροπο, σε μεγάλο βαθμό επειδή το Ιντερνετ είναι ένα γοητευτικό μέσο, το οποίο συνδέει αγοραστές και πωλητές, ενώ αποδεικνύει στους διαφημιστές πως το χρήμα τους σπαταλιέται με ορθολογικό τρόπο. Ειδικά οι μικρές αγγελίες γνωριμιών στρέφονται ταχύτατα στον κυβερνοχώρο. Ο Ρούπερτ Μέρντοχ κάποτε τις είχε χαρακτηρίσει τα ποτάμια χρυσού της βιομηχανίας του Τύπου, όπως όμως απεφάνθη πέρυσι, «ορισμένες φορές τα ποτάμια στεγνώνουν». Στην Ελβετία και την Ολλανδία οι εφημερίδες έχουν χάσει τις μισές αγγελίες προς όφελος του Ιντερνετ.
Οι εφημερίδες δεν έχουν αρχίσει να κλείνουν μαζικά, αλλά είναι θέμα χρόνου. Τις επόμενες δεκαετίες οι μισές από τις σοβαρές εφημερίδες ενδέχεται να καταρρεύσουν. Οι θέσεις εργασίας στον τομέα έχουν αρχίσει ήδη να εξαφανίζονται. Σύμφωνα με την Ενωση Εφημερίδων στην Αμερική ο αριθμός όσων απασχολούνται στη βιομηχανία μειώθηκε κατά 18% ανάμεσα στο 1990 και το 2004. Οι μετοχές των εισηγμένων εντύπων που κατακρημνίζονται έχουν προκαλέσει την οργή των επενδυτών. Το 2005 μία ομάδα μετόχων της Knight Ridder, της ιδιοκτήτριας εταιρείας πολλών αμερικανικών εφημερίδων, απέκτησε τον έλεγχό της και αποφάσισε να πουλήσει τις εφημερίδες της, τερματίζοντας μία 114ετή ιστορία. Εφέτος, η Morgan Stanley, μία τράπεζα επενδύσεων, επιτέθηκε στην επιχείρηση New York Times Company, τον πιο έγκυρο δημοσιογραφικό θεσμό, επειδή η τιμή της μετοχής της σχεδόν υποδιπλασιάστηκε σε τέσσερα χρόνια.
Ποια μέτρα παίρνουν
Αγνοώντας την πραγματικότητα για πολλά χρόνια, οι εφημερίδες επιτέλους αναλαμβάνουν δράση. Για να περικόψουν το κόστος, ήδη έχουν αρχίσει να δαπανούν λιγότερα στον τομέα της δημοσιογραφίας. Προκειμένου να προσελκύσουν νεανικότερο κοινό, στρέφονται σε ένα συνδυασμό άρθρων lifestyle, ψυχαγωγίας και θεμάτων, που άπτονται περισσότερο της καθημερινής ζωής και λιγότερο της διεθνούς και της εσωτερικής πολιτικής. Προσπαθούν να δημιουργήσουν νέες επιχειρήσεις τόσο εντός όσο και εκτός δικτύου. Και, τέλος, επενδύουν σε δωρεάν καθημερινά έντυπα, τα οποία δεν αναλώνουν το ισχνό δημοσιογραφικό δυναμικό τους στην αποκάλυψη της πολιτικής ή επιχειρηματικής διαφθοράς.
Θα μπορούν, λοιπόν, μελλοντικά οι πολιτικοί να πραγματοποιούν διαρρήξεις στα γραφεία των αντιπάλων τους, απολαμβάνοντας ασυλία; «Είναι οι σημερινοί δημοσιογραφικοί όμιλοι σε θέση να κρατούν ενημερωμενους τους πολίτες, μία αποστολή, στην οποία βασίζεται η δημοκρατία;», αναρωτήθηκε σε πρόσφατη έκθεσή του το ερευνητικό ίδρυμα Κάρνεγκι στη Νέα Υόρκη. Πάντως, η παρακμή των εφημερίδων δεν θα είναι τόσο καταστροφική για την κοινωνία όσο φοβούνται ορισμένοι. Θυμηθείτε πως η δημοκρατία έχει ήδη επιβιώσει από την φθίνουσα πορεία των κυκλοφοριών λόγω της άνθησης της τηλεόρασης μετά τη δεκαετία του ’50. Προφανώς, θα επιβιώσει και από την επικείμενη εξέλιξη.
Τι δείχνει το μέλλον
Σύμφωνα με το Κάρνεγκι στο μέλλον η υψηλού επιπέδου δημοσιογραφία θα υποστηριχθεί από μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς. Ηδη κάποια έγκυρα έντυπα συντηρούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο, ανάμεσά τους οι εφημερίδες Guardian και Christian Science Monitor και το δημόσιο ραδιόφωνο στις ΗΠΑ. Μία επίλεκτη ομάδα σοβαρών φύλλων, η οποία θα διατίθεται παντού ηλεκτρονικά, η ανεξάρτητη δημοσιογραφία, υποστηριζόμενη από μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, χιλιάδες ενημερωμένοι bloggers και πολίτες δημοσιογράφοι: όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν στην άποψη πως η εθνική συζήτηση του Αρθουρ Μίλερ θα είναι ζωηρότερη από ποτέ.
«Πρόκειται για πολιτιστική αλλαγή»
Στην πρωτοσέλιδη ερώτηση του Economist «Ποιος σκότωσε την εφημερίδα;», ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Αλβάρο Βάργκας Γιόσα απάντησε, μέσα από τις στήλες της Washington Post, «Κανείς!». «Πρόκειται για πολιτιστική αλλαγή», έγραψε ο Γιόσα. «Εχει αποκεντρωθεί η ισχύς. Ορθώς γράφτηκε ότι ζούμε το αντίστοιχο της προτεσταντικής μεταρρύθμισης. Ο καθένας μπορεί να γίνει πάπας ή, σ’ αυτή την περίπτωση, εκδότης. Οι φραγμοί για την είσοδο στην αγορά των πληροφοριών έχουν πέσει και τώρα οι πολίτες δεν εξαρτώνται από τους δημοσιογράφους για να δημοσιεύσουν τις απόψεις ή τα ρεπορτάζ τους. Κανείς δεν σκότωσε την εφημερίδα, απλώς οι πληροφορίες, που έρεαν από πάνω προς τα κάτω, αρχίζουν τώρα να ρέουν από κάτω προς τα πάνω».
Το πρωτότυπο άρθρο: www.economist.com/displaystory.cfm?story_id=7830218
Πηγή: http://www.netschoolbook.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου