Πολλά θαύματα καί ἐλέη εἶδα ἀπό τόν Κύριο καί τή Θεοτόκο, ἀλλά μοῦ εἶναι τελείως ἀδύνατο ν᾽ ἀνταποδώσω κάπως αὐτή τήν ἀγάπη.
Τί ν᾽ ἀναταποδώσω ἐγώ στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, πού δέν μέ περιφρόνησε ἐνῶ ἤμουν βυθισμένος στήν ἁμαρτία, ἀλλά μ᾽ ἐπισκέφθηκε σπλαγχνικά καί μέ συνέτισε; Δέν Τήν εἶδα, ἀλλά τό Ἅγιο Πνεῦμα μοῦ ἔδωσε νά Τήν ἀναγνωρίσω ἀπό τά γεμάτα χάρη λόγια Tης καί τό πνεῦμα μου χαίρεται κι ἡ ψυχή μου παρασύρεται τόσο ἀπό τήν ἀγάπη πρός Αὐτήν, ὥστε καί μόνη ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός Tης γλυκαίνη τήν καρδιά μου.
Ὅταν ἤμουν νεαρός ὑποτακτικός, προσευχόμουν μιά φορά μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Θεομήτορος καί μπῆκε τότε στήν καρδιά μου ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ κι ἄρχισε ἀπό μόνη της νά προφέρεται ἐκεῖ.
Μιά ἄλλη φορά ἄκουγα στήν ἐκκλησία τήν ἀνά-γνωση τῶν προφητειῶν τοῦ Ἡσαΐα, καί στίς λέξεις «Λούσασθε καί καθαροί γίνεσθε» (Ἡσ. α ́ 16) σκέφτηκα: «Μήπως ἡ Παναγία ἁμάρτησε ποτέ, ἔστω καί μέ τό λογισμό;». Καί, ὤ τοῦ θαύματος! Μέσα στήν καρδιά μου μιά φωνή ἑνωμένη μέ τήν προσευχή πρόφερε ρητῶς: «Ἡ Θεοτόκος ποτέ δέν ἁμάρτησε, οὔτε κἄν μέ τήν σκέψη». Ἔτσι τό Ἅγιο Πνεῦμα μαρτυροῦσε στήν καρδιά μου γιά τήν ἁγνότητά Της.
Ἐν τούτοις κατά τόν ἐπίγειο βίο Tης δέν εἶχε ἀκόμα τήν πληρότητα τῆς γνώσεως καί ὑπέπεσε σ᾽ ὁρισμένα ἀναμάρτητα λάθη ἀτέλειας. Αὐτό φαίνεται ἀπό τό Εὐαγγέλιο· ὅταν ἐπέστρεφε ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ, δέν ἤξερε πού εἶναι ὁ Υἱός Της καί Τόν ἀναζητοῦσε τρεῖς μέρες μέ τόν Ἰωσήφ (Λουκ. β ́ 44-46).
Ἡ ψυχή μου γεμίζει ἀπό φόβο καί τρόμο, ὅταν ἀναλογίζωμαι τή δόξα τῆς Θεομήτορος.
Εἶναι ἐνδεής ὁ νοῦς μου καί φτωχή κι ἀδύναμη ἡ καρδιά μου, ἀλλά ἡ ψυχή μου χαίρεται καί παρασύρομαι στό νά γράψω ἔστω καί λίγα λόγια γι’ Αὐτήν.
Ἡ ψυχή μου φοβᾶται νά τό ἀποτολμήση, ἀλλά ἡ ἀγάπη μέ πιέζει νά μήν κρύψω τίς εὐεργεσίες τῆς εὐσπλαγχνίας Tης.
Ἡ Θεοτόκος δέν παρέδωσε στή Γραφή οὔτε τίς σκέψεις Tης οὔτε τήν ἀγάπη Tης γιά τόν Υἱό καί Θεό Tης οὔτε τίς θλίψεις τῆς ψυχῆς Tης, κατά τήν ὥρα τῆς σταυρώσεως, γιατί οὔτε καί τότε θά μπορούσαμε νά τά συλλάβωμε. Ἡ ἀγάπη Tης γιά τό Θεό ἦταν ἰσχυρότερη καί φλογερότερη ἀπό τήν ἀγάπη τῶν Χερουβείμ καί τῶν Σεραφείμ κι ὅλες οἱ Δυνάμεις τῶν Ἀγγέλων καί Ἀρχαγγέλων ἐκπλήσσονται μ᾽ Αὐτήν.
Παρ᾽ ὅλο ὅμως πού ἡ ζωή τῆς Θεοτόκου σκεπαζόταν, θά λέγαμε, ἀπό τήν ἅγια σιγή, ὁ Κύριος ὅμως φανέρωσε στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας πώς ἡ Παναγία μας ἀγκαλιάζει μέ τήν ἀγάπη Tης ὅλο τόν κόσμο καί βλέπει μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅλους τούς λαούς τῆς γῆς καί, ὅπως καί ὁ Υἱός Tης, ἔτσι κι Ἐκείνη σπλαγχνίζεται καί ἐλεεῖ τούς πάντες.
Ὤ, καί νά γνωρίζαμε πόσο ἀγαπᾶ ἡ Παναγία ὅλους, ὅσους τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, καί πόσο λυπᾶται καί στενοχωριέται γιά κείνους πού δέν μετανοοῦν! Αὐτό τό δοκίμασα μέ τήν πείρα μου.
Δέν ψεύδωμαι, λέω τήν ἀλήθεια ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, πώς γνωρίζω πνευματικά τήν Ἄχραντη Παρθένο. Δέν Τήν εἶδα, ἀλλά τό Ἅγιο Πνεῦμα μοῦ ἔδωσε νά γνωρίσω Αὐτήν καί τήν ἀγάπη Tης γιά μᾶς. Χωρίς τήν εὐσπλαγχνία Tης ἡ ψυχή θά εἶχε χαθῆ ἀπό πολύν καιρό. Ἐκείνη ὅμως εὐδόκησε νά μ᾽ ἐπισκεφθῆ καί νά μέ νουθετήση, γιά νά μήν ἁμαρτάνω. Μοῦ εἶπε: «Δέν μ᾽ ἀρέσει νά βλέπω τά ἔργα σου». Τά λόγια Της ἦταν εὐχάριστα, ἤρεμα, μέ πραότητα καί συγκίνησαν τήν ψυχή. Πέρασαν πάνω ἀπό σαράντα χρόνια, μά ἡ ψυχή μου δέν μπορεῖ νά λησμονήση ἐκείνη τή γλυκειά φωνή καί δέν ξέρω πῶς νά εὐχαριστήσω τήν ἀγαθή καί σπλαγχνική Μητέρα τοῦ Θεοῦ.
Ἀληθινά, Αὐτή εἶναι ἡ βοήθειά μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί μόνο τ᾽ ὄνομά Της χαροποιεῖ τήν ψυχή. Ἀλλά κι ὅλος ὁ οὐρανός κι ὅλη ἡ γῆ χαίρονται μέ τήν ἀγάπη Tης.
Ἀξιοθαύμαστο κι ἀκατανόητο πράγμα. Ζῆ στούς οὐρανούς καί βλέπει ἀδιάκοπα τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δέν λησμονεῖ κι ἐμᾶς τούς φτωχούς κι ἀγκαλιάζει μέ τήν εὐσπλαγχνία Της ὅλη τή γῆ κι ὅλους τούς λαούς.
Κι Αὐτή τήν Ἄχραντη Μητέρα Του ὁ Κύριος τήν ἔδωσε σ᾽ ἐμᾶς.
Αὐτή εἶναι ἡ χαρά καί ἡ ἐλπίδα μας.
Αὐτή εἶναι ἡ πνευματική μας Μητέρα καί βρίσκεται κοντά μας κατά τή φύση σάν ἄνθρωπος καί κάθε χριστιανική ψυχή ἑλκύεται ἀπό τήν ἀγάπη πρός Αὐτήν.
Αναρτήθηκε από Περιοδικό ΕΝΔΟΝ (http://periodikoendon.blogspot.com)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου