Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός
Ἀπὸ τὰ «ὡραιότερα», ἂν ἐπιτραπεῖ μιὰ τέτοια διατύπωση, ἀποστολικὰ ἀναγνώσματα τὸ σημερινό, τὸ ὁποῖο ἐντάσσεται στὸν κύκλο τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τ. Σταυροῦ. «Προλείανε τὸ ἔδαφος» κατὰ κάποιον τρόπο προηγούμενη ἀνάρτηση ἑνὸς ὕμνου τοῦ Ἁγ. Συμεὼν Ν. Θεολόγου, ποὺ ἐπαναλαμβάνει ποιητικῶς τὸ ἀποστολικὸ βίωμα:
Ἐμβάπτεται γὰρ ὁ νοῦς ἐν τῷ φωτί σου
καὶ λαμπρύνεται καὶ φῶς ἀποτελεῖται
ὅμοιον τῆς δόξης σου, καὶ νοῦς καλεῖται
σὸς ὁ τοιοῦτος ἀξιωθεὶς γενέσθαι,
καὶ νοῦν ἔχειν σὸν τότε καταξιοῦται
καὶ ἓν μετά σοῦ γίνεται ἀχωρίστως.
Ἀδελφοί, εἰδότες ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως ̓Ιησοῦ͂ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν ̓Ιησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.
Zῌ ΕΝ ΕΜΟΙ ΧΡΙΣΤΟΣ
1. Ἡ ἰσχὺς τοῦ Νόμου
Στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς μετὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπολογεῖται ἀπέναντι σὲ πολλοὺς Ἰουδαίους ἐπικριτές του, οἱ ὁποῖοι τὸν κατηγοροῦσαν ὅτι ἐγκατέλειψε τὸν ἰουδαϊκὸ Νόμο. Καὶ λέει: Ἐπειδὴ μάθαμε ἀπὸ τὴν προσωπική μας πείρα ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ μὲ τὴν τήρηση τῶν διατάξεων τοῦ μωσαϊκοῦ Νόμου ἀλλὰ μόνο μὲ τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστό, κι ἐμεῖς πιστεύσαμε σ’ Αὐτὸν γιὰ νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Χριστὸ καὶ ὄχι ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ Νόμου. Διότι, ὅπως ἀναφέρεται στοὺς Ψαλμούς, μὲ τὰ ἔργα τοῦ νόμου δὲν θὰ σωθεῖ κανένας ἄνθρωπος. Ἀλλὰ ἐὰν ὑποθέσουμε ὅτι ἡ τήρηση τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου εἶναι ἐπιβεβλημένη καὶ συνεπῶς ἐμεῖς ποὺ τὸν ἀφήσαμε ἁμαρτήσαμε, τότε γεννιέται τὸ ἄτοπο ἐρώτημα: Ἄρα ὁ Χριστὸς μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἁμαρτία, ἀφοῦ μᾶς ὤθησε νὰ ἀφήσουμε τὸν Νόμο; Μὴ συμβεῖ νὰ ποῦμε μιὰ τέτοια βλασφημία. Διότι, ἂν ἐκεῖνα ποὺ κατήργησα ὡς ἀνώφελα, αὐτὰ πάλι τὰ τηρῶ ὡς ἀναγκαῖα, ἀποδεικνύω τὸν ἑαυτό μου παραβάτη· διότι βεβαιώνω ἔμπρακτα ὅτι ἔκανα λάθος ποὺ ἄφησα τὸ Νόμο· καὶ ἁμάρτησα, ὅταν προτίμησα τὴ σωτηρία ποὺ δίνει ὁ Χριστός. Ὅ́μως δὲν ἁμάρτησα. «Ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω». Ἐγὼ μὲ κριτήριο τὸν μωσαϊκὸ Νόμο, ποὺ τιμωρεῖ μὲ θάνατο κάθε παραβάτη του, πέθανα ὡς πρὸς τὸν Νόμο, γιὰ νὰ ζήσω γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
Βέβαια ἐμεῖς σήμερα δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε τί σήμαινε γιὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο αὐτὴ ἡ ἐπιλογή του. Ἦταν ἕνας Ἰουδαῖος, ξακουστὸς νομοδιδάσκαλος καὶ τηρητὴς τῶν ἰουδαϊκῶν παραδόσεων. Καὶ τὰ ἐγκατέλειψε ὅλα αὐτά, ἀπαρνήθηκε μιὰ παράδοση αἰώνων καὶ μιὰ νοοτροπία συνυφασμένη μὲ τὴ ζωὴ τοῦ ἔθνους του. Αὐτὸ ὅμως ἦταν ἐπανάσταση γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη. Καὶ τοῦ στοίχισε τὴν ἴδια του τὴν ζωή.
Καὶ στὸ ἀποστολικὸ αὐτὸ ἀνάγνωσμα τεκμηριώνει τὴν ἐπιλογή του αὐτὴ βασισμένος στὸν ἴδιο τὸν νόμο καὶ κάνοντας κυρίως τὸν ἑξῆς συλλογισμό: Ὁ νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν καλός, ἀλλὰ δὲν ἔδινε στοὺς ἀνθρώπους καὶ τὴ χάρη καὶ τὴ δύναμη νὰ τὸν τηρήσουν. Κι ἐπιπλέον τιμωροῦσε μὲ θάνατο κάθε παραβάτη τῶν ἐντολῶν του. Ποιός ὅμως Ἰουδαῖος θὰ μποροῦσε νὰ τηρήσει ὅλες τὶς διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου; Κανείς. Ἄρα λοιπόν, κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ σωθεῖ τηρώντας τὶς διατάξεις αὐτές, καὶ μάλιστα ὅπως τὶς ἑρμήνευαν οἱ νομοδιδάσκαλοι. Σύμφωνα δὲ μὲ τὶς διατάξεις τοῦ Νόμου ἔπρεπε νὰ θανατωθεῖ κάθε παραβάτης του. Ἀφοῦ λοιπόν, λέει ὁ θεῖος Παῦλος, οὕτως ἢ ἄλλως ἦταν χαμένος καὶ καταδικασμένος σὲ θάνατο ὡς πρὸς τὸν νόμο, γιατί νὰ τὸν ἀκολουθεῖ; Γιατί νὰ τηρεῖ τὶς διατάξεις του, ἀφοῦ δὲν θὰ τὸν ὁδηγοῦσαν στὴ σωτηρία; Αὐτὸς ἤθελε πάνω ἀπ’ ὅλα τὴ σωτηρία του, γιὰ νὰ ζεῖ μὲ τὸν Θεὸ αἰωνίως.
2. Ἡ νέα ἐν Χριστῷ ζωή
Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στὴ συνέχεια μᾶς περιγράφει μέσα ἀπὸ τὴν προσωπική του ἐμπειρία τὸ μυστήριο τῆς νέας ἐν Χριστῷ ἐσταυρωμένης καὶ ἀναστημένης ζωῆς. Λέει λοιπόν: Μὲ τὸ Βάπτισμα ἔχω σταυρωθεῖ κι ἔχω πεθάνει μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. Κι ἀφοῦ εἶμαι πεθαμένος, δὲν ἔχει πλέον καμία ἰσχὺ γιὰ μένα ὁ Νόμος. Ἔγινα κοινωνὸς τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ. «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός». Δὲν ζῶ πλέον ἐγώ, ἀλλὰ ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός. Καὶ τὴ ζωὴ ποὺ ζῶ, τὴν ζῶ ἐμπνεόμενος ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ ἀγάπησε καὶ παρέδωσε τὸν Ἑαυτό του σὲ θάνατο γιὰ τὴ σωτηρία μου.
Βέβαια εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ ἐξηγήσει κανεὶς μέσα σὲ λίγες γραμμὲς τὸ μυστήριο τῆς νέας ἐν Χριστῷ ζωῆς ποὺ ζοῦσε ὁ ἀπ. Παῦλος. Ἂς περιγράψουμε ἐδῶ σὲ γενικὲς γραμμὲς κάποια βασικὰ στοιχεῖα της. Γιὰ νὰ ζήσει ὁ ἄνθρωπος τὴ νέα αὐτὴ ζωή, πρέπει πρῶτα νὰ πεθάνει. Αὐτὸς ὁ θάνατος πραγματοποιεῖται μυστηριακῶς μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα. Νεκρώνεται ὁ παλιὸς ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας καὶ παίρνει ὁ πιστὸς τὴν ἀπόφαση νὰ ζεῖ μόνο γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὸν Χριστό. Ἀποτάσσεται τὸν σατανὰ καὶ τὰ ἔργα του καὶ συντάσσεται μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὶς ἅγιες ἐντολές του. Μὲ τὸ ἱερὸ Χρίσμα ἐφοδιάζεται μὲ τὰ χαρίσματα καὶ τὶς δωρεὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ εἰσέρχεται σὲ μιὰ νέα ζωή. Τώρα πλέον ἀγωνιζόμενος καθημερινὰ νὰ ζεῖ κατὰ τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀνανεώνεται καὶ μεταμορφώνεται διαρκῶς καὶ ζεῖ ἐμπειρίες πνευματικὲς καὶ ἅγιες. Κι ἐπειδὴ ὡς ἄνθρωπος ρέπει πρὸς τὴν ἁμαρτία, ἀγωνίζεται καθημερινὰ νὰ τηρεῖ τὶς ὑποσχέσεις ποὺ ἔδωσε πρὶν ἀπὸ τὸ ἅγιο Βάπτισμά του. Ἀγωνίζεται δηλαδὴ καθημερινὰ μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τῶν ἱερῶν Μυστηρίων νὰ νεκρώνει μέσα του τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ ζεῖ μιὰ ζωὴ πλήρους ἀφοσιώσεως στὸν Θεό. Σταυρώνεται ὡς πρὸς τὸν κόσμο, ἀλλὰ ζεῖ γιὰ τὸν Χριστό. Τώρα πιὰ μέσα στὴν ψυχή του δὲν ἐνεργεῖ ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Αὐτὸς κυριαρχεῖ στὶς σκέψεις του, στὶς ἐπιθυμίες του, στὶς ἀποφάσεις του, στὰ λόγια του, στὶς ἐνέργειές του. Αὐτὸς ἀκτινοβολεῖ τὸ φῶς του. Καὶ ὁ ἄνθρωπος προγεύεται ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ τὸν Παράδεισο. Αὐτὴν τὴν ἐμπειρία εἶχαν ὅλοι οἱ ἅγιοι. Αὐτὸ τὸ ἅγιο βίωμα καλούμαστε νὰ ἀποκτήσουμε καὶ μεῖς. Ἂς ξεκινήσουμε λοιπὸν ἕναν καθημερινὸ ἀγώνα θανάτου καὶ ζωῆς, νεκρώσεως καὶ ἀναστάσεως.
ΠΗΓΗ: περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ», τ. 2007/01.09
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου