Κατὰ καιροὺς μάλιστα ἔχουν ἀναφερθεῖ περιπτώσεις ποὺ αὐτὸ δοκιμάζεται ὡς μιὰ συνήθεια «ἀλληλοκατανοήσεως» σὲ περιοχὲς τῆς Ἑλλάδος, ὅπου συμβιώνουν ὀρθόδοξες καὶ ρ/καθολικὲς κοινότητες.
ΓΙΑ ΧΑΡΗ…ΜΙΑΣ ΟΣΤΙΑΣ
Σχόλιον «Χ.Β.»: Ἡ ἐπιβολὴ μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς ποινῆς εἶναι πάντοτε μιὰ δυσάρεστη ὑπόθεση. Καὶ γιὰ τὸν «δικαστή», καὶ γιὰ τὸν «τιμωρούμενο» καὶ γιὰ τοὺς καλοπροαιρέτους «ὑπολοίπους».
Μακάρι νὰ μὴ εἶχε συμβεῖ αὐτὴ ἡ παράβαση. Τουλάχιστον εὐτυχῶς ποὺ ἀκόμη δὲν ἔγινε γνωστὸ τὸ ὄνομα τοῦ συγκεκριμένου κληρικοῦ. Τὸ δυσάρεστο ὅμως εἶναι τὸ συγκεκριμένο στραβοπάτημα, ποὺ δὲν τὸ δικαιολογεῖ καμιὰ δικαιολογία. Εἶναι ἀπορίας ἄξιον πῶς ἔφθασε καὶ μὲ ποιές σκέψεις καὶ μὲ ποιές προσδοκίες ὁ ἐν λόγῳ ἱερεὺς στὴν «μετάληψη» τῆς ὄστιας τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν. Ποιά ἰδέα πρυτάνευσε μέσα του, ὥστε νὰ προβεῖ σὲ δημόσιο χῶρο σὲ τέτοιο κανονικὸ -ὁμολογιακὸ παράπτωμα ἀπεμπολήσεως τῆς ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας καὶ ὁμολογίας; Δύο πειρασμικὰ ἐνδεχόμενα ὑπάρχουν. Τὸ ἕνα: ἡ ἀφελὴς ἀντίληψη, πὼς μὲ τέτοιου εἴδους πειράματα ὑπηρετεῖται τὸ οἰκουμενιστικὸ ἰδεολόγημα τῆς ψευδοενώσεως, ἐνισχυμένη μὲ μιὰ συναισθηματικὴ ἔξαρση τῆς στιγμῆς. Τὸ δεύτερο (πολὺ «τραβηγμένο»): ἡ ἐντεταλμένη δοκιμασία τῶν ὀρθοδόξων ἀντανακλαστικῶν καὶ ἴσως ἡ πρόκληση ἐνδοορθοδόξων τριβῶν.
Ἐδῶ βεβαίως χρειάζεται μιὰ ἐπισήμανση. Τὸ κανονικὸ αὐτὸ ἔγκλημα κατὰ τῆς Θείας Κοινωνίας, μὲ τὴν καταφρόνησή Της, δὲν συνιστᾶ ἀποκλειστικὸ προνόμιο τοῦ ἐν λογῳ κληρικοῦ. Εἶναι δυστυχῶς σύμπτωμα μιᾶς διαδεδομένης ἀντιλήψεως σὲ πολλοὺς «χριστιανούς». Κατὰ καιροὺς μάλιστα ἔχουν ἀναφερθεῖ περιπτώσεις ποὺ αὐτὸ δοκιμάζεται ὡς μιὰ συνήθεια «ἀλληλοκατανοήσεως» σὲ περιοχὲς τῆς Ἑλλάδος, ὅπου συμβιώνουν ὀρθόδοξες καὶ ρ/καθολικὲς κοινότητες.
Μακάρι νὰ μὴ εἶχε συμβεῖ αὐτὴ ἡ παράβαση. Τουλάχιστον εὐτυχῶς ποὺ ἀκόμη δὲν ἔγινε γνωστὸ τὸ ὄνομα τοῦ συγκεκριμένου κληρικοῦ. Τὸ δυσάρεστο ὅμως εἶναι τὸ συγκεκριμένο στραβοπάτημα, ποὺ δὲν τὸ δικαιολογεῖ καμιὰ δικαιολογία. Εἶναι ἀπορίας ἄξιον πῶς ἔφθασε καὶ μὲ ποιές σκέψεις καὶ μὲ ποιές προσδοκίες ὁ ἐν λόγῳ ἱερεὺς στὴν «μετάληψη» τῆς ὄστιας τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν. Ποιά ἰδέα πρυτάνευσε μέσα του, ὥστε νὰ προβεῖ σὲ δημόσιο χῶρο σὲ τέτοιο κανονικὸ -ὁμολογιακὸ παράπτωμα ἀπεμπολήσεως τῆς ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας καὶ ὁμολογίας; Δύο πειρασμικὰ ἐνδεχόμενα ὑπάρχουν. Τὸ ἕνα: ἡ ἀφελὴς ἀντίληψη, πὼς μὲ τέτοιου εἴδους πειράματα ὑπηρετεῖται τὸ οἰκουμενιστικὸ ἰδεολόγημα τῆς ψευδοενώσεως, ἐνισχυμένη μὲ μιὰ συναισθηματικὴ ἔξαρση τῆς στιγμῆς. Τὸ δεύτερο (πολὺ «τραβηγμένο»): ἡ ἐντεταλμένη δοκιμασία τῶν ὀρθοδόξων ἀντανακλαστικῶν καὶ ἴσως ἡ πρόκληση ἐνδοορθοδόξων τριβῶν.
Ἐδῶ βεβαίως χρειάζεται μιὰ ἐπισήμανση. Τὸ κανονικὸ αὐτὸ ἔγκλημα κατὰ τῆς Θείας Κοινωνίας, μὲ τὴν καταφρόνησή Της, δὲν συνιστᾶ ἀποκλειστικὸ προνόμιο τοῦ ἐν λογῳ κληρικοῦ. Εἶναι δυστυχῶς σύμπτωμα μιᾶς διαδεδομένης ἀντιλήψεως σὲ πολλοὺς «χριστιανούς». Κατὰ καιροὺς μάλιστα ἔχουν ἀναφερθεῖ περιπτώσεις ποὺ αὐτὸ δοκιμάζεται ὡς μιὰ συνήθεια «ἀλληλοκατανοήσεως» σὲ περιοχὲς τῆς Ἑλλάδος, ὅπου συμβιώνουν ὀρθόδοξες καὶ ρ/καθολικὲς κοινότητες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου